Η τουρκική απειλή στο Αιγαίο.Μπορεί η Τουρκία να αιφνιδιάσει την Ελλάδα;
ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ:
Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ( PHOTOS )
Σε περίπτωση πολεμικής σύρραξης στο Αιγαίο, οι δυνάμεις που θα χρησιμοποιήσει η Τουρκία θα είναι ευθέως ανάλογες με το μέγεθος του στόχου. Εάν, για παράδειγμα, στόχος είναι η κατάληψη ενός μεγάλου νησιού τότε οι δυνάμεις θα είναι μεγαλύτερες σε σχέση με τις δυνάμεις που θα χρειαστούν για την κατάληψη μιας βραχονησίδας. Σε κάθε περίπτωση η Τουρκία θα πρέπει να δεσμεύσει σημαντικές αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις.
Ενώ στο μέτωπο του Έβρου οι τακτικές μπορεί να προσαρμοστούν ανάλογα με τις ισχύουσες καταστάσεις, στο μέτωπο του Αιγαίου οι τακτικές είναι λίγο-πολύ δεδομένες: Αεροκίνητες και αμφίβιες επιχειρήσεις για τον επιτιθέμενο … άμυνα επί της ακτής και προσβολή αεροπρογεφυρωμάτων για τον αμυνόμενο. Η άμυνα του Αιγαίου είναι ευθύνη της ΑΣΔΕΝ (Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Εσωτερικού & Νήσων), ενός σχηματισμού επιπέδου Σώματος Στρατού. Κάτω από την ΑΣΔΕΝ, στα μεγαλύτερα νησιά οι στρατιωτικές δυνάμεις είναι επιπέδου Μεραρχίας, ενώ στα μικρότερα νησιά είναι επιπέδου Ταξιαρχίας ή Τάγματος.
Η τακτική κατάληψης ενός νησιού, μεγάλου ή μικρού, είναι μια συγκεκριμένη διαδικασία, με συγκεκριμένα επιχειρησιακά βήματα: (α) Αεροπορικός και ναυτικός αποκλεισμός (β) Αεραποβάσεις για τη δημιουργία προγεφυρωμάτων και την εκτέλεση καταδρομικών επιχειρήσεων στα μετόπισθεν των φίλιων δυνάμεων (γ) Απόβαση στρατευμάτων επί της ακτής για την κατάληψη του νησιού.
Η ΠΛΗΘΩΡΑ ΤΩΝ ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΝΗΣΩΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΤΟΥΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΦΙΛΙΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΕΝΩ ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ ΕΥΝΟΕΙ ΤΟΝ ΕΠΙΤΙΘΕΜΕΝΟ.
Με ποιο τρόπο και με ποια συχνότητα θα εφαρμοστούν αυτά τα στάδια εναπόκειται στην κρίση του επιτιθέμενου, αναλόγως με το δόγμα που έχει υιοθετήσει (δηλαδή εάν τα τρία στάδια εφαρμοστούν διαδοχικά, το ένα μετά το άλλο, ή ταυτόχρονα). Σε κάθε περίπτωση ο επιτελικός σχεδιασμός, η οργάνωση και η εκτέλεση επιχειρήσεων κατάληψης ενός νησιού είναι μια ιδιαίτερα απαιτητική υπόθεση, σε αντίθεση με τις επιχειρήσεις κατάληψης μικρών και ακατοίκητων νησίδων και βραχονησίδων.
Ο αεροπορικός αποκλεισμός πρακτικά σημαίνει τοπική αεροπορική υπεροχή, υπέρ των εχθρικών δυνάμεων, δηλαδή αδυναμία των φίλιων αεροπορικών δυνάμεων να συνδράμουν την αμυντική προσπάθεια. Ο αεροπορικός αποκλεισμός έχει ως κύριο στόχο την απομόνωση των φίλιων δυνάμεων από κάθε προσπάθεια ενίσχυσης ή ανεφοδιασμού τους.
OΙ ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΕΧΟΥΝ ΕΝΙΣΧΥΘΕΙ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕ ΝΕΑ ΥΛΙΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟΔΟΜΗ ΟΠΩΣ ΤΑΧΥΠΛΟΑ ΣΚΑΦΗ ΕΙΔΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ.
Επίσης, μέσω των αεροπορικών βομβαρδισμών, στόχος είναι η φθορά της άμυνας μέσω της φυσικής καταστροφής του στρατιωτικού προσωπικού και της αμυντικής υποδομής όπως είναι οι διαβιβάσεις, οι ενεργειακές εγκαταστάσεις, τα αεροδρόμια, τα λιμάνια, οι οδικοί κόμβοι κ.ά. Είναι σαφές ότι ο αεροπορικός αποκλεισμός μπορεί να αποφευχθεί με την παρουσία φίλιων μαχητικών αεροσκαφών ή την χρήση ενός καλά οργανωμένου και κλιμακούμενου αντιαεροπορικού δικτύου, το οποίο θα συνδυάζει συστήματα πολύ μικρού, μικρού και μέσου βεληνεκούς, καθώς και φορητούς εκτοξευτές αντιαεροπορικών βλημάτων, τα οποία είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικά εναντίων μεταφορικών και επιθετικών ελικοπτέρων.
Ο ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ ΝΗΣΙΔΩΝ ΚΑΙ ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΜΥΝΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΥΣ.
Ο στόχος του ναυτικού αποκλεισμού είναι όμοιος μ’ αυτόν του αεροπορικού αποκλεισμού, δηλαδή η παρενόχληση της ενίσχυσης της άμυνας του νησιού και η προστασία της κυρίως αποβατικής δύναμης μέσω της δημιουργίας μιας ασφαλούς διόδου κίνησης των αποβατικών πλοίων. Μετά την πραγματοποίηση της απόβασης της κύριας δύναμης το εχθρικό ναυτικό συνεχίζει να εφαρμόζει ναυτικό αποκλεισμό προκειμένου να εξασφαλιστεί το συνεχόμενο και αδιάκοπο ανεφοδιασμός των εν ακτή πλέον εχθρικών δυνάμεων.
Εάν μάλιστα τα εχθρικά πολεμικά πλοία είναι εφοδιασμένα με βλήματα κατά πλοίων με δυνατότητα προσβολής στόχων εδάφους (για παράδειγμα MM-40 Exocet Block.3, RBS-15 Mk.3), τότε η επιχειρησιακή αξία του ναυτικού αποκλεισμού αυξάνει. Ο ναυτικός αποκλεισμός μπορεί να αποφευχθεί με την χρήση αεροναυτικών μέσων όπως υποβρυχίων, πλοίων επιφανείας, αεροσκαφών και ελικοπτέρων ναυτικής συνεργασίας, εφοδιασμένων με βλήματα κατά πλοίων, όπως ο ΑΜ-39 Exocet Block.2, ο οποίος βρίσκονται σε υπηρεσία από την Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ).
ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΑΔΥΝΑΤΟ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΝΑ ΔΙΑΘΕΤΟΥΝ ΦΥΣΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΝΔΕΣ ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΕΣ.
Οι αεραποβάσεις πραγματοποιούνται συνήθως στα μετόπισθεν των φίλιων δυνάμεων με κύρια αποστολή τη δημιουργία προγεφυρωμάτων. Στόχος αυτών των προγεφυρωμάτων είναι ο κατακερματισμός της αμυντικής προσπάθειας των φίλιων δυνάμεων και η φθορά της εφεδρείας, έτσι ώστε η παράκτια αμυντική γραμμή να αντιμετωπίσει την κύρια αποβατική δύναμη χωρίς τη δυνατότητα ενίσχυσης. Εκτός από τη δημιουργία προγεφυρωμάτων οι εχθρικές αεραποβατικές δυνάμεις μπορούν να αναλάβουν σειρά καταδρομικών επιχειρήσεων όπως είναι η προσβολή σταθμών διοικήσεως, εγκαταστάσεων επικοινωνιών, σταθμών ανεφοδιασμού, αποθηκών κ.ά.
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ UAV ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΜΥΝΑ ΛΟΓΩ ΑΥΞΗΜΕΝΩΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ ΣΤΟΧΟΠΟΙΗΣΗΣ, ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΠΛΗΡΟΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ.
Η δημιουργία προγεφυρωμάτων μπορεί να αποσοβηθεί με ενέργειες όπως είναι οι αντιαεροπορικές βολές κατά των μεταφορικών ελικοπτέρων, η τοποθέτηση ναρκών κατά ελικοπτέρων σε πιθανά σημεία προσγείωσης κ.ά. Σε περίπτωση δημιουργίας του προγεφυρώματος, τότε η μόνη λύση είναι η προσβολή και καταστροφή του.
Οι αποβατικές δυνάμεις αποβιβάζονται στη φίλια ακτή και με την κλασσική τακτική του πυρ και κίνηση προσβάλουν την παράκτια αμυντική γραμμή και, εφόσον τη διασπάσουν, κινούνται και προσπαθούν να συνενώσουν τα σημεία απόβασης με τα προγεφυρώματα στο εσωτερικό του νησιού. Οι αποβατικές δυνάμεις, επειδή η κίνηση τους όταν βρίσκονται εν πλω είναι αργή, μπορούν να προσβληθούν κλιμακωτά από την ακτή συγκεντρώσεως, εν πλω και επί της ακτής.
Η τακτική αυτή σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι εχθρικές αποβατικές δυνάμεις ενεργούν με περιορισμένο βαθμό κάλυψης, με περιορισμένες έως ελάχιστες δυνατότητες ελιγμού και για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθιστούν τις αποβατικές δυνάμεις ευάλωτες, άρα ο αμυνόμενος έχει σημαντικό πλεονέκτημα. Βέβαια είναι σαφές ότι το αποτέλεσμα της μάχης επί της ακτής εξαρτάτε απόλυτα από το αποτέλεσμα των ενεργειών που έχουν προηγηθεί ή που λαμβάνουν χώρα ταυτόχρονα με την απόβαση (αεροναυτικός αποκλεισμός και δημιουργία προγεφυρωμάτων).
H TOΥΡΚΙΑ ΑΡΓΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΙΚΑ ΕΧΕΙ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙ ΤΙΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΑΠΟΒΑΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΠΛΟΙΩΝ ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΕΙ ΑΠΟΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΠΟΛΛΛΑΠΛΑ ΣΗΜΕΙΑ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΟΝ ΚΟΡΕΣΜΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ.
Όλα τα παραπάνω στάδια, δηλαδή ο αεροναυτικός αποκλεισμός, η δημιουργία προγεφυρωμάτων, η εκτέλεση καταδρομικών επιχειρήσεων και η αποβίβαση της κύριας αποβατικής δύναμης αποτελούν μια «επιχειρησιακή αλυσίδα» με κρίκους αλληλένδετους και αλληλεξαρτώμενους. Η επιτυχία ή αποτυχία της τελικής αποβατικής προσπάθειας προϋποθέτει την επιτυχία ή αποτυχία ενός τουλάχιστον από τα παραπάνω στάδια. Και αυτό είναι το τακτικό πλεονέκτημα του αμυνόμενου.
Χωρίς την αεροπορική υπεροχή ο ναυτικός αποκλεισμός είναι αδύνατος διότι τα εχθρικά πολεμικά πλοία θα μπορούν να πληγούν από τις φίλιες αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις. Ομοίως, χωρίς ναυτικό αποκλεισμό η εκτέλεση της απόβασης δεν είναι εφικτή. Και εφόσον ο εχθρός δεν θα είναι σε θέση να εκτελέσει απόβαση τότε το πιθανότερο είναι ότι δεν θα προσπαθήσει να δημιουργήσει προγεφύρωμα διότι η εξάλειψη του θα είναι θέμα χρόνου. Χωρίς την αεροναυτική πίεση ο αμυνόμενος θα έχει όλο τον απαραίτητο χρόνο να προσβάλουν τα όποια εχθρικά προγεφυρώματα. Μόνο οι καταδρομικές επιχειρήσεις μπορούν να εκτελεστούν αλλά και αυτές θα υπόκεινται στη συνεχή αναζήτηση και προσβολή από τις φίλιες δυνάμεις.
ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΛΗΘΩΡΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΣΤΟΛΟΥ ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΩΝ ΕΛΙΚΟΠΤΕΡΩΝ.
Τέλος, η προσπάθεια απόβασης στρατιωτικής δύναμης, χωρίς την εξασφάλιση αεροναυτικού αποκλεισμού και τη δημιουργία προγεφυρωμάτων στην ενδοχώρα του νησιού, είναι καταδικασμένη καθώς τα φίλια πυρά από αέρα, θάλασσα και ξηρά θα προσβάλουν τα εχθρικά αποβατικά σκάφη από την ακτή επιβίβασης έως και την ακτή απόβασης.
Σε αντίθετη περίπτωση, με εξασφαλισμένο τον αεροναυτικό αποκλεισμό, ακόμα και χωρίς την δημιουργία προγεφυρωμάτων η παράκτια άμυνα είναι ζήτημα χρόνου να υποκύψει αφού οι συνεχόμενες αεροναυτικές προσβολές και τα διαδοχικά αποβατικά κύματα θα άρουν, αργά ή γρήγορα, την αμυντική προσπάθεια επί της ακτής. Εάν η ακτή εκκαθαριστεί τότε και το εσωτερικό του νησιού θα καταληφθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα, δεδομένου ότι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των νησιών του Αιγαίου, ακόμα και των μεγάλων, είναι ότι στερούνται επαρκούς επιχειρησιακού βάθους, άρα δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια ελιγμών. Συνεπώς, οι εχθρικές δυνάμεις, με συνδυασμένες ενέργειες, θα εκκαθαρίσουν, αργά ή γρήγορα, κάθε εστία αντίστασης.
Η τουρκική απειλή κατά της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας μας είναι υπαρκτή. Η Τουρκία έχει το αριθμητικό πλεονέκτημα και, λόγω της ελληνικής αδράνειας την τελευταία δεκαετία, σε ορισμένους τομείς έχει και το ποιοτικό. Με άλλα λόγια η Τουρκία έχει την ικανότητα και τη δυνατότητα να εκδηλώσει επιθετικές ενέργειες είτε μεμονωμένα (στον Έβρο ή στο Αιγαίο) ή συνδυαστικά σε πολλαπλά σημεία (ταυτοχρόνως στον Έβρο και στο Αιγαίο). Μια τουρκική επίθεση μπορεί να εκδηλωθεί κάτω από οποιοδήποτε πρόσχημα, εφόσον βεβαίως έχουν καλλιεργηθεί και δημιουργηθεί οι κατάλληλες πολιτικές, νομικές και στρατιωτικές συνθήκες.
TO Π.Ν ΔΙΑΔΡΑΜΑΤΙΖΕΙ ΚΑΤΑΛΥΤΙΚΟ ΡΟΛΟ ΣΤΗΝ ΑΜΥΝΑ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ.
Το άλφα και το ωμέγα είναι η στρατηγική προειδοποίηση που προϋποθέτει άριστα οργανωμένο και συγκροτήμενο δίκτυο πληροφοριών. Το πρόσφατο παρελθόν και οι προηγούμενες ελληνοτουρκικές κρίσεις έχουν αποδείξει πως οι Έλληνικές Ένοπλες Δυνάμεις είχαν καλή ενημέρωση αναφορικά με τις τουρκικές κινήσεις. Το θέατρο επιχειρήσεων του Αιγαίου είναι ένα σύνθετο πεδίο επιχειρήσεων στο οποίο πρωταρχικό ρόλο διαδραματίζουν το Π.Ν και η Π.Α ενώ ως πολλαπλασιαστές ισχύος λειτουργούν τα σύγχρονα μέσα διοίκησης και ελέγχου, οι επικοινωνίες (όπως είναι η διασύνδεση και η διαλειτουργικότητα) και φυσικά όπως προαναφέρθηκε η έγκαιρη διάγνωση των τουρκικών προθέσεων.
Ευθύμιος Λάζος
10/7/2017
https://www.thinknews.gr/defence/tourkiki-apili-sto-egeo-i-epichirisiaki-diastasi-photos/?utm_content=bufferf85e9&utm_medium=social&utm_source=facebook.com&utm_campaign=buffer
ΜΠΟΡΕΙ Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΝΑ ΑΙΦΝΙΔΙΑΣΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;
Ένα από τα πλέον αναγκαία ζητούμενα στον πόλεμο είναι η επίτευξη αιφνιδιασμού. Πρόκειται για ένα από τα βασικότερα δόγματα του πολέμου και τα παραδείγματα στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία είναι πολλά: Η Γερμανία αιφνιδίασε τη Γαλλία τον Μάιο του 1940 με αποτέλεσμα την κατάρρευση του Δυτικού Μετώπου μέσα σε ένα μήνα. Τον Ιούνιο του 1941 ο Χίτλερ αιφνιδίασε τον Στάλιν και έφτασε στις πύλες της Μόσχας. Τον Ιούνιο του 1967 το Ισραήλ αιφνιδίασε του Άραβες και κατάφερε μεγάλη νίκη, για να αιφνιδιαστεί με τη σειρά του, τον Οκτώβριο του 1973, από την Αίγυπτο και τη Συρία.
Οι παράγοντες, που αποτρέπουν μια αιφνιδιαστική επίθεση είναι η ποιότητα και η ορθή αξιολόγηση των διαθέσιμων πληροφοριών, καθώς και η αντίληψη της ηγεσίας ως προς τις προθέσεις του αντιπάλου. Βέβαια οι υπηρεσίες πληροφοριών δεν είναι πάντοτες ικανές να αντιληφθούν και να προβλέψουν τα επερχόμενα γεγονότα. Έτσι υπάρχουν πολλά παραδείγματα αποτυχιών (αποτυχία πρόβλεψης της πτώσης του Ιρανού Σάχη το 1979, της ιρακινής εισβολή στο Κουβέιτ το 1990, των μεγάλων τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και μετά, την άνοδο του Ισλαμικού Χαλιφάτου κ.ά.).
Άρα ο αιφνιδιασμός είναι μια υπαρκτή υπόθεση εργασίας. Ωστόσο, αυτό που μπορεί να αποτραπεί είναι ο πλήρης αιφνιδιασμός, ο οποίος συνήθως συνοδεύεται από την σχεδόν ολοκληρωτική κατάρρευση του αμυνομένου. Παλαιότερα, όταν ο πόλεμος ήταν ποιο «αργός», ακόμα και ο πλήρης αιφνιδιασμός μπορούσε να απορροφηθεί εάν υπήρχε «στρατηγικό βάθος». Ότι δηλαδή έγινε στο Ανατολικό Μέτωπο στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (Β’ ΠΠ). Ο πλήρης αιφνιδιασμός της Σοβιετικής Ένωσης πρακτικά απορροφήθηκε από τη μεγάλη έκταση της χώρας. Οι Σοβιετικοί αντάλλαξαν χρόνο με χώρο, μέχρι να απορροφήσουν τις μεγάλες απώλειες τους, να αναδιοργανωθούν και να εξαπολύσουν την αντεπίθεση τους.
Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Τουρκίας αυτή η συνθήκη δεν ισχύει για πολιτικούς λόγους. Ελλάδα και Τουρκία είναι μέλη του ΝΑΤΟ. Εδώ και δεκαετίες το ΝΑΤΟ (κυρίως οι ΗΠΑ) επεμβαίνουν πυροσβεστικά σε κάθε ελληνοτουρκική κρίση, έτσι ώστε να μην γίνει πράξη η εκτίμηση ότι σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου η νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ θα καταρρεύσει. Η γενικότερη εκτίμηση είναι ότι σε περίπτωση που τα πράγματα ξεφύγουν από τον έλεγχο του ΝΑΤΟ και υπάρξει ελληνοτουρκικός πόλεμος, αυτός δεν θα ξεπεράσει σε διάρκεια τις 2-3 ημέρες, διότι με την έναρξη των εχθροπραξιών η Συμμαχία θα «πέσει» πάνω σε Ελλάδα και Τουρκία και να πιέσει ή θα επιβάλει την κατάπαυση του πυρός και την έναρξη διαπραγματεύσεων για την ειρηνική επίλυση της διαφοράς.
Το ερώτημα είναι πως οι Έλληνες επιτελείς μπορούν να ελαττώσουν όσο το δυνατό το φαινόμενο του αιφνιδιασμού. Ένας ριζοσπαστικός τρόπος είναι η αλλαγή δόγματος. Σήμερα το ελληνικό δόγμα είναι αμυντικό. Δηλαδή η Ελλάδα θα αμυνθεί σε περίπτωση επίθεσης (άρα το πλεονέκτημα της έναρξης των εχθροπραξιών βρίσκεται στον αντίπαλο). Εάν το δόγμα μας αλλάξει και γίνει ποιο ευέλικτο, δηλαδή υιοθετηθεί το δόγμα των προληπτικών επιχειρήσεων, τότε η χώρας μας θα έχει το πλεονέκτημα του πρώτου πλήγματος, άρα της εξάλειψης του στοιχείου του αιφνιδιασμού από τον εχθρό. Αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
Άρα τη απομένει; Η βελτίωση της διαδικασίας συλλογής και ανάλυσης όλων των πληροφοριών με στόχο τη μείωση ή τουλάχιστον την ελαχιστοποίηση των σφαλμάτων που προκύπτουν κατά την διαδικασία της αξιολόγησης και της εκτίμησης του μεγέθους της απειλής. Για παράδειγμα, στον τομέα της αεροπορίας, αυτό μεταφράζεται στη διάθεση ενός πυκνού και σύγχρονου δικτύου έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου ή, στον τομέα της παράκτιας άμυνας, της δημιουργίας ενός αντίστοιχου δικτύου επιτήρησης ακτών (φίλιων και εχθρικών).
Η ορθή εκτίμηση και πρόληψη μιας αιφνιδιαστικής επιθετικής ενέργειας είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση, ιδιαίτερα για μια χώρα σαν την Ελλάδα, η οποία, όπως είπαμε, διατηρεί σε ισχύ αμυντικό δόγμα. Η δυσκολία ή το πρόβλημα δεν είναι στο πως θα συλλεχθούν περισσότερες ή έστω περισσότερο αξιόπιστες πληροφορίες, αλλά στο πως αυτές οι πληροφορίες θα αναλυθούν και θα αξιολογηθούν σε επιχειρησιακό επίπεδο. Για παράδειγμα, εάν η Ελλάδα αποκτήσει τα επιχειρησιακά σχέδια της Τουρκίας και γνωρίζει εκ των προτέρων ότι η κύρια επιθετική προσπάθεια της Τουρκίας θα πραγματοποιηθεί στο βόρειο τμήμα των ελληνοτουρκικών συνόρων στον Έβρο, τότε η πληροφορία αυτή δεν αξίζει τίποτα εάν δεν συνοδευτεί με έργα, δηλαδή με την κατάλληλη και αθόρυβη ενίσχυση του υπό απειλή μετώπου.
Η αδυναμία ορθής ανάλυσης πληροφοριών οδηγεί, στις περισσότερες των περιπτώσεων, σε αποτυχίες (π.χ. αδυναμία των ΗΠΑ να προβλέψουν την εισβολή της Βόρειας Κορέας και της Κίνας στη Νότιο Κορέα το 1950, αδυναμία της Ινδίας να προβλέψει την πακιστανική εισβολή το 1965, αδυναμία των αραβικών κρατών να προβλέψουν την ισραηλινή εισβολή του 1967 και του Ισραήλ να προβλέψει την συντονισμένη επίθεση της Αιγύπτου και της Συρίας το 1973 κ.ά.).
Αλλά δεν είναι μόνο οι πληροφορίες. Είναι και η αντίδραση μετά από κάθε αποτυχία. Μετά το 1923, και ιδιαίτερα μετά το 1945, Ελλάδα και Τουρκία έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με πολλές κρίσεις. Ωστόσο, από την επαύριον της κρίσης και μέχρι την επόμενη η Ελλάδα φαίνεται να μην προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα και να επιμένει μονότονα στο αμυντικό της δόγμα, την ίδια στιγμή που η Τουρκία όχι μόνο διατηρεί ένα άκρως επιθετικό δόγμα, αλλά προσαρμόζει τις ελληνοτουρκικές κρίσεις ανάλογα με τις επιδιώξεις της, όπως έγινε στην Κύπρο (το 1974) και στα Ίμια (το 1996). Μόνο στην περίπτωση της κρίσης του 1987 η Τουρκία οπισθοχώρησε μόλις η Ελλάδα κατέστησε σαφές ότι είναι πρόθυμη για γενικευμένο πόλεμο προκειμένου να υπερασπίσει τα εθνικά κυριαρχικά της δικαιώματα στο Αιγαίο.
Υπάρχει και άλλος λόγος για τον οποίο η εκτίμηση και πρόληψη μιας αιφνιδιαστικής επίθεσης είναι μια περίπλοκη υπόθεση. Ο πόλεμος εμπεριέχει την ανάγκη συνεκτίμησης πολλών παραγόντων, διπλωματικών, πολιτικών, στρατιωτικών, οικονομικών, κοινωνικών, ιδεολογικών κ.ά. Βέβαια, με δεδομένο ότι η συλλογή και η ανάλυση πληροφοριών είναι μια διαρκείς και αδιάκοπη διαδικασία, η επιτυχία σε μια χρονική στιγμή δεν εγγυάται και την επιτυχία σε ύστερο χρόνο. Για παράδειγμα, η ορθή αντίληψη και κρίση των ισραηλινών το 1967 και η επιτυχία στον Πόλεμο των Έξι Ημερών οδήγησε σε λανθασμένη αντίληψη και κρίση λίγα χρόνια αργότερα, το 1973 (Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ).
Σε γενικές γραμμές, οι Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες θα έχουν στη διάθεση τους ακριβείς πληροφορίες μεγάλης αξιοπιστίας, θα βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση, δεδομένου ότι θα μπορούν να προβλέψουν με σχετική ακρίβεια τις εχθρικές προθέσεις, άρα και μια αιφνιδιαστική επίθεση. Αλλά ποια είναι η πλέον ακριβής πληροφορία; Η ξεκάθαρη απειλή από τον εχθρό! Και σ’ αυτόν τον τομέα η Ελλάδα είναι «τυχερή» που έχει έναν τόσο φλύαρο και υπερφίαλο αντίπαλο, ο οποίος δεν κρύβει τις προθέσεις του. Έτσι η Ελλάδα γνωρίζει, με σαφή και ξεκάθαρο τρόπο, ότι η Τουρκία θα επιτεθεί στην χώρα μας εάν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια (Casus Belli) ή εάν προσπαθήσουμε να ελευθερώσουμε τα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη. Βέβαια πάντα υπάρχει και το ενδεχόμενο της παραπλάνησης, αλλά στην ελληνοτουρκική περίπτωση οι δηλώσεις της Άγκυρας είναι πραγματικές.
Το ότι η Τουρκία διατηρεί εν ισχύ το Casus Belli στο Αιγαίο μπορεί να δείχνει τετελεσμένο, αλλά σε δεύτερη ανάλυση μπορεί να εξελιχθεί σε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την Ελλάδα, όχι μόνο να προλάβει μια τουρκική αιφνιδιαστική επίθεση, αλλά και να την αποτρέψει αποτελεσματικά. Με μια βασική προϋπόθεση: Την αλλαγή δόγματος!
Η Τουρκία έχει διαμηνύσει ότι η επέκτασης των εθνικών χωρικών υδάτων της Ελλάδας είναι αιτία πολέμου. Θα μπορούσαμε και εμείς να αντιτάξουμε τη θέση, στο πλαίσιο του δόγματος του ισοδύναμου τετελεσμένου που υποτίθεται ότι ισχύει μετά τα Ίμια: «Αφού εσείς θεωρείτε την άσκηση ενός διεθνούς αναγνωρισμένου κυριαρχικού μας δικαιώματος ως αιτία πολέμου και μας απειλείται, τότε και εμείς σας γνωστοποιούμε ότι όταν αποφασίσουμε να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια θα αμυνθούμε των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων με προληπτικά πλήγματα εναντίων σας». Αλλά κάτι τέτοιο, όπως είπαμε, προϋποθέτει αποφασιστική ηγεσία, ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις και αλλαγή επιχειρησιακού δόγματος.
Ευθύμιος Λάζος
6/7/2017
https://www.thinknews.gr/defence/bori-tourkia-na-efnidiasi-tin-ellada/
Ένα από τα πλέον αναγκαία ζητούμενα στον πόλεμο είναι η επίτευξη αιφνιδιασμού. Πρόκειται για ένα από τα βασικότερα δόγματα του πολέμου και τα παραδείγματα στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία είναι πολλά: Η Γερμανία αιφνιδίασε τη Γαλλία τον Μάιο του 1940 με αποτέλεσμα την κατάρρευση του Δυτικού Μετώπου μέσα σε ένα μήνα. Τον Ιούνιο του 1941 ο Χίτλερ αιφνιδίασε τον Στάλιν και έφτασε στις πύλες της Μόσχας. Τον Ιούνιο του 1967 το Ισραήλ αιφνιδίασε του Άραβες και κατάφερε μεγάλη νίκη, για να αιφνιδιαστεί με τη σειρά του, τον Οκτώβριο του 1973, από την Αίγυπτο και τη Συρία.
Οι παράγοντες, που αποτρέπουν μια αιφνιδιαστική επίθεση είναι η ποιότητα και η ορθή αξιολόγηση των διαθέσιμων πληροφοριών, καθώς και η αντίληψη της ηγεσίας ως προς τις προθέσεις του αντιπάλου. Βέβαια οι υπηρεσίες πληροφοριών δεν είναι πάντοτες ικανές να αντιληφθούν και να προβλέψουν τα επερχόμενα γεγονότα. Έτσι υπάρχουν πολλά παραδείγματα αποτυχιών (αποτυχία πρόβλεψης της πτώσης του Ιρανού Σάχη το 1979, της ιρακινής εισβολή στο Κουβέιτ το 1990, των μεγάλων τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και μετά, την άνοδο του Ισλαμικού Χαλιφάτου κ.ά.).
Άρα ο αιφνιδιασμός είναι μια υπαρκτή υπόθεση εργασίας. Ωστόσο, αυτό που μπορεί να αποτραπεί είναι ο πλήρης αιφνιδιασμός, ο οποίος συνήθως συνοδεύεται από την σχεδόν ολοκληρωτική κατάρρευση του αμυνομένου. Παλαιότερα, όταν ο πόλεμος ήταν ποιο «αργός», ακόμα και ο πλήρης αιφνιδιασμός μπορούσε να απορροφηθεί εάν υπήρχε «στρατηγικό βάθος». Ότι δηλαδή έγινε στο Ανατολικό Μέτωπο στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (Β’ ΠΠ). Ο πλήρης αιφνιδιασμός της Σοβιετικής Ένωσης πρακτικά απορροφήθηκε από τη μεγάλη έκταση της χώρας. Οι Σοβιετικοί αντάλλαξαν χρόνο με χώρο, μέχρι να απορροφήσουν τις μεγάλες απώλειες τους, να αναδιοργανωθούν και να εξαπολύσουν την αντεπίθεση τους.
Στην περίπτωση της Ελλάδας και της Τουρκίας αυτή η συνθήκη δεν ισχύει για πολιτικούς λόγους. Ελλάδα και Τουρκία είναι μέλη του ΝΑΤΟ. Εδώ και δεκαετίες το ΝΑΤΟ (κυρίως οι ΗΠΑ) επεμβαίνουν πυροσβεστικά σε κάθε ελληνοτουρκική κρίση, έτσι ώστε να μην γίνει πράξη η εκτίμηση ότι σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου η νότια πτέρυγα του ΝΑΤΟ θα καταρρεύσει. Η γενικότερη εκτίμηση είναι ότι σε περίπτωση που τα πράγματα ξεφύγουν από τον έλεγχο του ΝΑΤΟ και υπάρξει ελληνοτουρκικός πόλεμος, αυτός δεν θα ξεπεράσει σε διάρκεια τις 2-3 ημέρες, διότι με την έναρξη των εχθροπραξιών η Συμμαχία θα «πέσει» πάνω σε Ελλάδα και Τουρκία και να πιέσει ή θα επιβάλει την κατάπαυση του πυρός και την έναρξη διαπραγματεύσεων για την ειρηνική επίλυση της διαφοράς.
Το ερώτημα είναι πως οι Έλληνες επιτελείς μπορούν να ελαττώσουν όσο το δυνατό το φαινόμενο του αιφνιδιασμού. Ένας ριζοσπαστικός τρόπος είναι η αλλαγή δόγματος. Σήμερα το ελληνικό δόγμα είναι αμυντικό. Δηλαδή η Ελλάδα θα αμυνθεί σε περίπτωση επίθεσης (άρα το πλεονέκτημα της έναρξης των εχθροπραξιών βρίσκεται στον αντίπαλο). Εάν το δόγμα μας αλλάξει και γίνει ποιο ευέλικτο, δηλαδή υιοθετηθεί το δόγμα των προληπτικών επιχειρήσεων, τότε η χώρας μας θα έχει το πλεονέκτημα του πρώτου πλήγματος, άρα της εξάλειψης του στοιχείου του αιφνιδιασμού από τον εχθρό. Αλλά κάτι τέτοιο δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
Άρα τη απομένει; Η βελτίωση της διαδικασίας συλλογής και ανάλυσης όλων των πληροφοριών με στόχο τη μείωση ή τουλάχιστον την ελαχιστοποίηση των σφαλμάτων που προκύπτουν κατά την διαδικασία της αξιολόγησης και της εκτίμησης του μεγέθους της απειλής. Για παράδειγμα, στον τομέα της αεροπορίας, αυτό μεταφράζεται στη διάθεση ενός πυκνού και σύγχρονου δικτύου έγκαιρης προειδοποίησης και ελέγχου ή, στον τομέα της παράκτιας άμυνας, της δημιουργίας ενός αντίστοιχου δικτύου επιτήρησης ακτών (φίλιων και εχθρικών).
Η ορθή εκτίμηση και πρόληψη μιας αιφνιδιαστικής επιθετικής ενέργειας είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση, ιδιαίτερα για μια χώρα σαν την Ελλάδα, η οποία, όπως είπαμε, διατηρεί σε ισχύ αμυντικό δόγμα. Η δυσκολία ή το πρόβλημα δεν είναι στο πως θα συλλεχθούν περισσότερες ή έστω περισσότερο αξιόπιστες πληροφορίες, αλλά στο πως αυτές οι πληροφορίες θα αναλυθούν και θα αξιολογηθούν σε επιχειρησιακό επίπεδο. Για παράδειγμα, εάν η Ελλάδα αποκτήσει τα επιχειρησιακά σχέδια της Τουρκίας και γνωρίζει εκ των προτέρων ότι η κύρια επιθετική προσπάθεια της Τουρκίας θα πραγματοποιηθεί στο βόρειο τμήμα των ελληνοτουρκικών συνόρων στον Έβρο, τότε η πληροφορία αυτή δεν αξίζει τίποτα εάν δεν συνοδευτεί με έργα, δηλαδή με την κατάλληλη και αθόρυβη ενίσχυση του υπό απειλή μετώπου.
Η αδυναμία ορθής ανάλυσης πληροφοριών οδηγεί, στις περισσότερες των περιπτώσεων, σε αποτυχίες (π.χ. αδυναμία των ΗΠΑ να προβλέψουν την εισβολή της Βόρειας Κορέας και της Κίνας στη Νότιο Κορέα το 1950, αδυναμία της Ινδίας να προβλέψει την πακιστανική εισβολή το 1965, αδυναμία των αραβικών κρατών να προβλέψουν την ισραηλινή εισβολή του 1967 και του Ισραήλ να προβλέψει την συντονισμένη επίθεση της Αιγύπτου και της Συρίας το 1973 κ.ά.).
Αλλά δεν είναι μόνο οι πληροφορίες. Είναι και η αντίδραση μετά από κάθε αποτυχία. Μετά το 1923, και ιδιαίτερα μετά το 1945, Ελλάδα και Τουρκία έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με πολλές κρίσεις. Ωστόσο, από την επαύριον της κρίσης και μέχρι την επόμενη η Ελλάδα φαίνεται να μην προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα και να επιμένει μονότονα στο αμυντικό της δόγμα, την ίδια στιγμή που η Τουρκία όχι μόνο διατηρεί ένα άκρως επιθετικό δόγμα, αλλά προσαρμόζει τις ελληνοτουρκικές κρίσεις ανάλογα με τις επιδιώξεις της, όπως έγινε στην Κύπρο (το 1974) και στα Ίμια (το 1996). Μόνο στην περίπτωση της κρίσης του 1987 η Τουρκία οπισθοχώρησε μόλις η Ελλάδα κατέστησε σαφές ότι είναι πρόθυμη για γενικευμένο πόλεμο προκειμένου να υπερασπίσει τα εθνικά κυριαρχικά της δικαιώματα στο Αιγαίο.
Υπάρχει και άλλος λόγος για τον οποίο η εκτίμηση και πρόληψη μιας αιφνιδιαστικής επίθεσης είναι μια περίπλοκη υπόθεση. Ο πόλεμος εμπεριέχει την ανάγκη συνεκτίμησης πολλών παραγόντων, διπλωματικών, πολιτικών, στρατιωτικών, οικονομικών, κοινωνικών, ιδεολογικών κ.ά. Βέβαια, με δεδομένο ότι η συλλογή και η ανάλυση πληροφοριών είναι μια διαρκείς και αδιάκοπη διαδικασία, η επιτυχία σε μια χρονική στιγμή δεν εγγυάται και την επιτυχία σε ύστερο χρόνο. Για παράδειγμα, η ορθή αντίληψη και κρίση των ισραηλινών το 1967 και η επιτυχία στον Πόλεμο των Έξι Ημερών οδήγησε σε λανθασμένη αντίληψη και κρίση λίγα χρόνια αργότερα, το 1973 (Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ).
Σε γενικές γραμμές, οι Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες θα έχουν στη διάθεση τους ακριβείς πληροφορίες μεγάλης αξιοπιστίας, θα βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση, δεδομένου ότι θα μπορούν να προβλέψουν με σχετική ακρίβεια τις εχθρικές προθέσεις, άρα και μια αιφνιδιαστική επίθεση. Αλλά ποια είναι η πλέον ακριβής πληροφορία; Η ξεκάθαρη απειλή από τον εχθρό! Και σ’ αυτόν τον τομέα η Ελλάδα είναι «τυχερή» που έχει έναν τόσο φλύαρο και υπερφίαλο αντίπαλο, ο οποίος δεν κρύβει τις προθέσεις του. Έτσι η Ελλάδα γνωρίζει, με σαφή και ξεκάθαρο τρόπο, ότι η Τουρκία θα επιτεθεί στην χώρα μας εάν επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια (Casus Belli) ή εάν προσπαθήσουμε να ελευθερώσουμε τα κατεχόμενα κυπριακά εδάφη. Βέβαια πάντα υπάρχει και το ενδεχόμενο της παραπλάνησης, αλλά στην ελληνοτουρκική περίπτωση οι δηλώσεις της Άγκυρας είναι πραγματικές.
Το ότι η Τουρκία διατηρεί εν ισχύ το Casus Belli στο Αιγαίο μπορεί να δείχνει τετελεσμένο, αλλά σε δεύτερη ανάλυση μπορεί να εξελιχθεί σε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για την Ελλάδα, όχι μόνο να προλάβει μια τουρκική αιφνιδιαστική επίθεση, αλλά και να την αποτρέψει αποτελεσματικά. Με μια βασική προϋπόθεση: Την αλλαγή δόγματος!
Η Τουρκία έχει διαμηνύσει ότι η επέκτασης των εθνικών χωρικών υδάτων της Ελλάδας είναι αιτία πολέμου. Θα μπορούσαμε και εμείς να αντιτάξουμε τη θέση, στο πλαίσιο του δόγματος του ισοδύναμου τετελεσμένου που υποτίθεται ότι ισχύει μετά τα Ίμια: «Αφού εσείς θεωρείτε την άσκηση ενός διεθνούς αναγνωρισμένου κυριαρχικού μας δικαιώματος ως αιτία πολέμου και μας απειλείται, τότε και εμείς σας γνωστοποιούμε ότι όταν αποφασίσουμε να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια θα αμυνθούμε των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων με προληπτικά πλήγματα εναντίων σας». Αλλά κάτι τέτοιο, όπως είπαμε, προϋποθέτει αποφασιστική ηγεσία, ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις και αλλαγή επιχειρησιακού δόγματος.
Ευθύμιος Λάζος
6/7/2017
https://www.thinknews.gr/defence/bori-tourkia-na-efnidiasi-tin-ellada/