Η κρίση στον Κόλπο και η στρατηγική του Πεκίνου στη Μέση Ανατολή. Το τέλος της κινέζικης ουδετερότητας;


Μέρος Ι. 
Η κινέζικη στρατηγική μπροστά σε σταυροδρόμι.

Η απόρριψη από το Κατάρ του τελεσίγραφου της 24ης Ιουνίου, με το οποίο απαιτούνταν η συμμόρφωση του με τις απαιτήσεις τις συμμαχίας που αποτελείται από την Σαουδική Αραβία το Μπαχρέιν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Αίγυπτο, σηματοδοτεί την τελευταία κλιμάκωση ενός ακήρυχτου πολέμου ιδεολογικής και πολιτικής επιρροής στον Κόλπο.

Για την Κίνα αυτή η κλιμάκωση είναι μια εξαιρετικά ανεπιθύμητη επιπλοκή. Το Πεκίνο διατηρεί διπλωματικές σχέσεις με το σύνολο των κρατών του Κόλπου και έχει σημαντικές σε μέγεθος οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές. Κινέζικες προσπάθειες ετών, όπως η Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου με το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου, την οποία το Πεκίνο επιδιώκει από το 2004, βρίσκονται σε κίνδυνο, ενώ έχουν διακοπεί προσωρινά διμερείς συνομιλίες για την προώθηση του σχεδίου «Ένας Δρόμος - Μια Ζώνη».

Δεδομένης της μέχρι σήμερα επιτυχημένης διείσδυσης της Κίνας στη Μέση Ανατολή μια σύντομη εξέταση της θέσης του Πεκίνου στην παρούσα κρίση προσφέρεται για να υπενθυμίσει κάποιες πτυχές της αφανούς κινέζικης στρατηγικής στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και για να εκτιμήσει τη δυνατότητα του Πεκίνου να επιμείνει στην πολιτική ουδετερότητας και ελιγμών που εφαρμόζει με επιτυχία.

Η Κίνα έχει πετύχει να ισορροπεί μεταξύ του δίπολου Σαουδικής Αραβίας - Ιράν διατηρώντας ένα υψηλό επίπεδο διμερών σχέσεων με τις δύο χώρες, τους συμμάχους τους, αλλά τις άλλες μείζονες δυνάμεις της περιοχής (Ισραήλ, Αίγυπτος). Την επιτυχία της την οφείλει σε μια στρατηγική σταθμισμένης εμπλοκής ανάλογα με το πεδίο: στο οικονομικό πεδίο επιλέγει την κατηγορία «βαρέων βαρών», στο πολιτικό τη «μεσαία κατηγορία» και στο στρατιωτικό πεδίο τη «κατηγορία φτερού». Η παραπάνω στρατηγική στηρίζεται σε δυο βασικούς πυλώνες: τις διακριτές διμερείς οικονομικές/πολιτικές σχέσεις και τη σταθερή άρνηση του Πεκίνου να προβεί σε μια διακήρυξη κινέζικης στρατηγικής για τη Μέση Ανατολή.
Οι διμερείς σχέσεις της Κίνας με τα κράτη του Κόλπου διαφοροποιούνται ποιοτικά ανάλογα με τον βαθμό σπουδαιότητας που αποδίδει το Πεκίνο σε κάθε κράτος ξεχωριστά. Εξετάζοντας τους τίτλους των διακρατικών συμφωνιών που έχει υπογράψει διακρίνουμε, κατά φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας, τρεις βασικές μορφές. Οι παλαιότερες, σύνθετες και πολυεπίπεδες σχέσεις, δηλαδή αυτές μεταξύ Κίνας - Σ. Αραβίας και Κίνας - Ιράν, ορίζονται από τις Συμφωνίες Εκτεταμένης Στρατηγικής Συνεργασίας. Αμέσως μετά διακρίνουμε τις σχέσεις της Κίνας με το Κατάρ, το Ιράκ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα οι οποίες ορίζονται από τις Συμφωνίες Στρατηγικής Συνεργασίας και τέλος εντοπίζουμε τις Φιλικές Σχέσεις Συνεργασίας που έχουν συναφθεί με το Μπαχρέιν, το Ομάν και το Κουβέιτ.
Από την παραπάνω κατάταξη μπορούμε να εξάγουμε κάποια ευρύτερα συμπεράσματα σχετικά με την κινέζικη οπτική για την περιοχή, ορισμένα εκ των οποίων φαίνεται καταρχήν να έχουν άμεση εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίοδο κρίσης. Ειδικότερα βλέπουμε ότι η Σ. Αραβία και το Ιράν εκτιμώνται εξίσου ως σύμμαχοι από το Πεκίνο, αλλά το Κατάρ φαίνεται να διακρίνεται έναντι των συμμάχων της Σ. Αραβίας που έχουν συνασπιστεί εναντίον του.

Μια ανάγνωση των συνθηκών και των δημοσίων δηλώσεων που συνοδεύουν τις υπογραφές μας δείχνει ότι καθορίζονται από δυο βασικούς παράγοντες: τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας και, κυρίως μετά το 2013, διμερείς συνεργασίες στο πεδίο της ασφάλειας. Τα παραπάνω πλαισιώνονται με συμφωνίες οικονομικού χαρακτήρα όπως οι πρόσφατες του σχεδίου «Μια Ζώνη - Ένας Δρόμος». Τα παραπάνω σε συνδυασμό με μια γενική, ευέλικτη πολιτική συνεργασίας «με όλους σε όλα τα αμοιβαία επωφελή πεδία» και την αποφυγή άμεσης εμπλοκής σε διαμάχες, οδήγησαν σε μια επιτυχημένη διείσδυση στην περιφέρεια της Μέσης Ανατολής. Βέβαια οι υφέρπουσες εντάσεις της περιοχής επιβάλλουν πολύ λεπτούς χειρισμούς, κατά συνέπεια η πολιτική της Κίνας στην περιοχή κινούνταν πάντοτε επί ξυρού ακμής.

Την παρούσα περίοδο η ισορροπία φαίνεται πως διαταράσσεται εξαιτίας δυο παραγόντων. Ο πρώτος αφορά στη διαφαινόμενη επιλογή του Πεκίνου να ενισχύσει τις σχέσεις του με το Ιράν για μια σειρά από λόγους που σχετίζονται κυρίως με την περιφερειακή και την εσωτερική πολιτική ασφαλείας της Κίνας και συνδέονται επίσης με το σχέδιο «Μια Ζώνη - Ένας Δρόμος». Ο δεύτερος αφορά στην εκτιμώμενη, σταδιακή, μεταβολή των ενεργειακών αναγκών της Κίνας και την συνεπαγόμενη αλλαγή του μείγματος καυσίμων: μείωση αναγκών για πετρέλαιο και πιθανός διπλασιασμός των αναγκών της σε υγροποιημένο φυσικό αέριο. Δεδομένου ότι η Σαουδική Αραβία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου στον Κόλπο και το Ιράν μοιράζεται με το Κατάρ το μεγαλύτερο γνωστό απόθεμα αερίου και συνεκτιμώντας το γεγονός ότι το χερσαίο σκέλος του σχεδίου «Μια Ζώνη - Ένας Δρόμος» διασχίζει το Ιράν, καθίσταται ορατό το ενδεχόμενο η Κίνα να επιδιώξει την εφαρμογή μιας νέας, όχι τόσο ισορροπημένης, πολιτικής.

Η εξέλιξη της αραβικής κρίσης μπορεί να φέρει την περίφημη πολιτική ουδετερότητας της Κίνας μπροστά σε διλήμματα για τα οποία δεν είναι βέβαιο ότι έχει προετοιμαστεί, αναγκάζοντας το Πεκίνο να συνειδητοποιήσει ότι η άνοδος στη διεθνή ιεραρχία των δυνάμεων ενίοτε συνεπάγεται επώδυνες επιλογές.

Ανδρέας Λιούμπας  
Στρατιωτικός, Υποψήφιος Δρ. Διεθνών Σχέσεων, ειδικευόμενος στην Κίνα
*Οι θέσεις του κειμένου είναι προσωπικές απόψεις του συγγραφέα.


  12/07/2017