Πού αποβλέπει η βαλκανική τριμερής της Θεσσαλονίκης.


 Σε σχέση με προκατόχους του ο κ. Τσίπρας έχει  επιδείξει μεγαλύτερο –έστω και τυπικό– ενδιαφέρον για τη Θεσσαλονίκη. Οι διμερείς ή τριμερείς επαφές που γίνονται δίνουν ένα περιφερειακό ενδιαφέρον για την πόλη και οι οικονομικές και πολιτικές εξελίξεις ίσως την ξαναβάλουν στο χάρτη των σημαντικών περιφερειακών αστικών κέντρων.

Η τριμερής Ελλάδας, Σερβίας και Βουλγαρίας είναι μια από αυτές τις ενδιαφέρουσες συναντήσεις στη Θεσσαλονίκη που εστίασε μεν στον τομέα των υποδομών, της ενέργειας και της ασφάλειας, αλλά είχε και το σημαντικό για τα Βαλκάνια γεωπολιτικό ενδιαφέρον.
Ζητούμενο στην περιοχή των Βαλκανίων είναι η σταθερότητα, η συνεργασία και ο διάλογος, και στον τομέα αυτό η τριμερής επιδίωξε να συμβάλει. Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δοθεί στην επανειλημμένη επισήμανση από τους τρεις ηγέτες αλλότριων συμφερόντων στα Βαλκάνια και προσπάθειας επηρεασμού τους, κάτι που επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες. Ποιες είναι οι δυνάμεις που επιχειρούν στην περιοχή και γιατί ανησυχούν οι τρεις σημαντικότερες βαλκανικές χώρες;
Δεδομένου ότι η παρουσία και των ΗΠΑ και της Ρωσίας έχει χρονικό βάθος και οι βαλκανικές χώρες θέλουν να ενταχθούν στην ΕΕ, την ανησυχία τους μάλλον εγείρει η παρουσία και κυρίως οι κινήσεις της Τουρκίας οι οποίες φαίνεται να μην είναι επιθυμητές με τον τρόπο που εκδηλώνονται.
Οι τρεις βαλκανικές χώρες αποφάσισαν να κινηθούν όπως και η κεντροευρωπαϊκή ομάδα Βίζεγκραντ. Τα μέλη της ανήκουν στην ΕΕ συναντώνται όμως και μεθοδεύουν τις πολιτικές τους. Το είπε άλλωστε ρητά ο Σέρβος πρόεδρος Αλεξάνταρ Βούτσιτς.
Βασικοί παράγοντες αστάθειας είναι ο αλβανικός και σλαβομακεδονικός εθνικισμός, το ξεθώριασμα του ευρωπαϊκού οράματος για τα δυτικά Βαλκάνια και ο ρόλος που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν οι βαλκανικές χώρες σε μια Ευρώπη των 40.
Η προκλητική, πολλές φορές, αλβανική συμπεριφορά αποτελεί συχνά αντικείμενο απασχόλησης των βαλκανικών χωρών. Ιδιαιτέρως η περίπτωση του Κοσσυφοπεδίου απασχόλησε τις συναντήσεις της Θεσσαλονίκης, με τον Σέρβο πρόεδρο να αναφέρει, ρητώς, πως η χώρα του δεν έδειξε αρκετό σεβασμό στη συμπαράσταση που της παρείχε, σε δύσκολες στιγμές, η Ελλάδα. Ο Βούτσιτς εννοούσε πως ενώ η Ελλάδα δεν αναγνώρισε το Κοσσυφοπέδιο, η χώρα του, η Σερβία, αναγνώρισε τα Σκόπια με το όνομα «Μακεδονία». Δήλωση που επιβεβαίωσε όσα πριν λίγες ημέρες είπε στην Αθήνα ο υπουργός Εξωτερικών της Σερβίας Ίβιτσα Ντάσιτς.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός εξέφρασε τη σταθερή θέση της χώρας στο θέμα του Κοσσυφοπεδίου, επισημαίνοντας παράλληλα πως η Αθήνα υποστηρίζει το διάλογο Βελιγραδίου-Πρίστινας.
Ανεξαρτήτως του εάν η Σερβία, παρά την αναγνώριση του λάθους της, δεν υπαναχωρεί στην επιλογή της ως προς τα Σκόπια, οι δηλώσεις του Σέρβου προέδρου αποτελούν μια πίεση προς το αφήγημα του «Μακεδονισμού».
Μια δεύτερη πίεση προς το ίδιο αφήγημα αποτελούν όσα φαίνεται πως θα συνομολογήσουν στο Σύμφωνο Καλής Γειτονίας που αναμένεται να υπογράψουν στις 2 Αυγούστου, ημέρα εορτής του Ίλιντεν (Προφήτη Ηλία) η Σόφια με τα Σκόπια.
Στο σύμφωνο αυτό η Βουλγαρία δεν αναγνωρίζει «μακεδονικό έθνος», και στο ζήτημα της γλώσσας η κάθε πλευρά διατηρεί τη θέση της. Ρυθμίζονται, επίσης, ζητήματα που έχουν να κάνουν με ισχυρισμούς περί μειονοτήτων, ενώ προβλέπονται κοινές γιορτές, όπως του Ίλιντεν. Η αναγνώριση αυτή, ότι το Ίλιντεν αποτελεί και γιορτή των Βουλγάρων, είναι ένα ακόμη κτύπημα στο «μακεδονικό» αφήγημα, αφού η εξέγερση του Ίλιντεν, το 1903, θεωρείται η σημαντική «μακεδονική» εξέγερση κατά των Τούρκων. Οι Βούλγαροι υποστηρίζουν πως οι εξεγερθέντες ήσαν ομοεθνείς τους.
Τη Βαλκανική σταθερότητα υπονομεύει, επίσης, η έλλειψη προόδου στην ευρωπαϊκή τους προοπτική. Η τριμερής Ελλάδας-Σερβίας-Βουλγαρίας επιδιώκει να συμβάλει προς αυτήν την κατεύθυνση στο πλαίσιο της «Ατζέντας της Θεσσαλονίκης», του 2003, για όλα τα Βαλκάνια και ειδικότερα για τη Σερβία.
Η ελληνική πλευρά, διά του πρωθυπουργού, εξέφρασε την υποστήριξή της στην ευρωπαϊκή πορεία της Σερβίας, ενώ ο Σέρβος πρόεδρος επαναλάμβανε μονίμως πως η χώρα του ζητά συγκεκριμένο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας. Δεν ζητά να γίνει μέλος της Ένωσης χωρίς να ικανοποιήσει τους όρους, αν και, όπως είπε, το 2007 η Βουλγαρία, όταν έγινε μέλος της Ένωσης, ικανοποιούσε λιγότερους όρους από ό, τι σήμερα η Σερβία.
Ο Βούτσιτς έθεσε το ερώτημα «τι αν ικανοποιήσουμε, και πότε, θα προχωρήσει η διαδικασία ένταξης»;
Αν προσεγγίσει κανείς αναλυτικά και σε βάθος όλο το πλαίσιο των ενεργειακών υποδομών και των διασυνδέσεων στα Βαλκάνια, θα διαπιστώσει πως η προσπάθεια έχει σαφή στόχευση: τη διαμόρφωση των προϋποθέσεων για την ένταξη στις ευρωπαϊκές υποδομές. Και αυτό έχει να κάνει με μια άλλη γεωπολιτική παράμετρο στην περιοχή. Τη ρωσική παρουσία και επιρροή.
Μπορεί ο σιδηροδρομικός άξονας Πειραιάς-Θεσσαλονίκη-Βελιγράδι και από εκεί Βουδαπέστη να είναι σχέδιο του κινεζικού δρόμου του μεταξιού, αλλά τα κινεζικά ενδιαφέροντα και συμφέροντα ουδόλως ταυτίζονται με τα ρωσικά. Οι ενεργειακοί δε αγωγοί που αναφέρθηκαν από τον Έλληνα πρωθυπουργό –ο TAP, o IGB προς τη Βουλγαρία και ίσως ο IGS προς τη Σερβία– είναι αγωγοί «Δυτικών συμφερόντων».
Αναλυτές εκτιμούν πως η ελληνική και βουλγαρική προσέγγιση της Σερβίας στην τριμερή της Θεσσαλονίκης αποβλέπει και στη χαλάρωση της επιρροής της Ρωσίας στη χώρα.
Το ίδιο και η (υπερβολικά αισιόδοξη ως προς την εκτέλεσή της) πλωτή διασύνδεση της Θεσσαλονίκης με το Βελιγράδι μέσω της επαναφοράς ενός σχεδίου που προέβλεπε, από το 1974, τη διασύνδεση του Αξιού, του Μοράβα και του Δούναβη.
Αντιθέτως, ρεαλιστικό θεωρείται το σχέδιο σιδηροδρομικής διασύνδεσης Θεσσαλονίκης, Καβάλας, Αλεξανδρούπολης, Μπουργκάς, Ρούσε, σχέδιο που αποβλέπει και στην αποσυμφόρηση του Βοσπόρου.
Η στόχευση του σχεδίου είναι σαφής. Υπάρχει όμως και μια άλλη στρατηγική στόχευση της συνεργασίας. Η διαμόρφωση και των υποδομών αλλά και των πολιτικών επαφών και συνεννοήσεων για να μπορούν οι βαλκανικές χώρες να διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στο πλαίσιο της Ευρώπης των «40».
Σε μια τέτοια Ευρώπη, το δικαίωμα «βέτο» για μείζονος σημασίας θέματα των χωρών θα έχει περιοριστεί κατά πολύ, και επομένως για τις βαλκανικές χώρες αποτελεί προϋπόθεση η συνεργασία, ο διάλογος και η κοινή δράση.
Προεκτείνοντας τη διαδικασία της τριμερούς, ο Έλληνας πρωθυπουργός, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, παρομοίασε, ευσχήμως, με σκυλί που γαυγίζει τις αντιδράσεις της Άγκυρας στις διεργασίες στην κυπριακή ΑΟΖ.
Η πολιτική διάσταση της αναφοράς έχει να κάνει με τις επισημάνσεις περί ερεισμάτων. Στην ουσία, ο κ. Τσίπρας υπονόησε πως η Κύπρος και η Ελλάδα, χωρίς τυμπανοκρουσίες, εξασφάλισαν τα ερείσματα που απαιτούνταν για να αντιμετωπιστεί η τουρκική προκλητικότητα. Η γαλλική, ισραηλινή και αμερικανική παρουσία στην περιοχή, μάλλον το επιβεβαιώνει.
Η βαλκανική τριμερής συνεργασία, σε συνδυασμό με την τριμερή Ελλάδας-Ισραήλ-Κύπρου και την άλλη τριμερή Ελλάδας-Αιγύπτου-Κύπρου, αναδεικνύουν την Ελλάδα ως παράγοντα σταθερότητας από την Ανατολική Μεσόγειο ως τα Βαλκάνια και διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις για την αντιμετώπιση προκλητικών κινήσεων της Τουρκίας και των ευκαιριακών συμμάχων της.
Το ερώτημα ωστόσο που εγείρεται είναι αν η Τουρκία του Ερντογάν καταφύγει στη ρωσική αγκαλιά, και τι αυτό θα σημάνει για την ισορροπία στην περιοχή.
 ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΣΑΒΒΙΔΗΣ
15/7/2017