Ήταν το μεγάλο μυστικό της Τουρκίας επειδή ευνοείτο η Ελλάδα: Αλιεία, η μεγάλη ξεχασμένη της ΑΟΖ.


File Photo: Φωτογραφία που δόθηκε στη δημοσιότητα από το ΓΕΝ και εικονίζει πολεμικά πλοία να παίρνουν μέρος στην άσκηση ΑΡΙΑΔΝΗ. ΑΠΕ-ΜΠΕ, Γραφείο Τύπου ΓΕΝ, STR


Ήταν το μεγάλο μυστικό της Τουρκίας. Η Τουρκία πολέμησε κυρίως το θέμα της ΑΟΖ και των νησιών όλα τα εννιά χρόνια της Τρίτης Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), γιατί γνώριζε ότι τα άρθρα της ΑΟΖ που ασχολούνται διεξοδικά με τα θέματα της αλιείας ευνοούσαν τα νησιά του Αιγαίου πελάγους.

Γνωρίζουμε αρκετά καλά τα θέματα και τα προβλήματα των ηπείρων της Γης, αλλά για εκατοντάδες χρόνια τώρα δεν δώσαμε την κατάλληλη προσοχή στα θέματα που αφορούν τις θάλασσες και ιδιαίτερα στα θέματα της αλιείας. Όλα άλλαξαν εκείνο το απόγευμα της Παρασκευής 30 Απριλίου 1982, όταν τα περισσότερα κράτη του ΟΗΕ ψήφισαν υπέρ της νέας Σύμβασης του Δίκαιου της Θάλασσας (UNCLOS ). Έχουν ήδη περάσει τέσσερις δεκαετίες από τότε και πολλά πράγματα έχουν αλλάξει, ενώ η έννοια της ΑΟΖ παίζει έναν καθοριστικό και σημαντικό ρόλο.

Πρέπει να επισημάνουμε εδώ ότι ο κύριος λόγος δημιουργίας της ΑΟΖ δεν ήταν άλλος από την προσπάθεια των αναπτυσσόμενων κρατών να προστατεύσουν την αλιεία τους. Ήταν καλό σημάδι το ότι τα περισσότερα κράτη κατάλαβαν νωρίς την αξία της ΑΟΖ και άρχισαν γρήγορα να την ανακηρύσσουν μετά το 1982. Ήταν επίσης σημαντικό ότι τα τρία μεγάλα παράκτια κράτη, οι ΗΠΑ, η τότε Σοβιετική Ένωση και η Κίνα, ανακήρυξαν γρήγορα ΑΟΖ, διότι γνώριζαν ότι αυτή θα έπαιζε έναν σημαντικό ρόλο για την προστασία της αλιείας τους και για την εξόρυξη υδρογονανθράκων.

Κατά τη διάρκεια της διάσκεψης (1973-1982) στο θέμα της αλιείας πρωτοστάτησαν τα κράτη της Λατινικής Αμερικής, τα οποία είχαν και την ιδέα της δημιουργίας ΑΟΖ. Το κύριο άρθρο του UNCLOS που αναφέρεται στην αλιεία είναι το άρθρο 61, το οποίο περιλαμβάνει τα κύρια σημεία για τους έμβιους πόρους των θαλασσών και των ωκεανών:

  • Άρθρο 61: Διατήρηση των ζώντων πόρων:

1. Το παράκτιο κράτος καθορίζει το επιτρεπτό όριο αλίευσης των έμβιων πόρων στην αποκλειστική οικονομική ζώνη.
2. Το παράκτιο κράτος, λαμβάνοντας υπόψη τα πλέον αξιόπιστα επιστημονικά δεδομένα που έχει στη διάθεσή του, διασφαλίζει, με κατάλληλα μέτρα προστασίας και διαχείρισης, ότι η διατήρηση των έμβιων πόρων μέσα στην αποκλειστική οικονομική ζώνη τους δεν κινδυνεύει από την υπερεκμετάλλευση. Το παράκτιο κράτος και οι αρμόδιοι διεθνείς οργανισμοί, υποπεριφερειακοί και περιφερειακοί, συνεργάζονται προς αυτόν τον σκοπό κατά τον πλέον αρμόζοντα τρόπο.
3. Τα μέτρα αυτά αποσκοπούν επίσης στην διαχείριση και στην αποκατάσταση των πληθυσμών των αλιευμάτων σε επίπεδα που να καθιστούν δυνατή τη μέγιστη βιώσιμη απόδοση, λαμβάνοντας υπόψη τους σχετικούς περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες, περιλαμβανομένων των οικονομικών αναγκών των παράκτιων αλιευτικών κοινοτήτων και των ειδικών αναγκών των αναπτυσσόμενων κρατών, και λαμβάνοντας επίσης υπόψη τις αλιευτικές μεθόδους και τεχνικές, την αλληλεξάρτηση των αποθεμάτων και τις τυχόν γενικώς προτεινόμενες διεθνείς ελάχιστες προδιαγραφές, υποπεριφερειακού, περιφερειακού ή παγκόσμιου χαρακτήρα.
4. Κατά τη λήψη των μέτρων αυτών το παράκτιο κράτος θα λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις σε οργανισμούς που συνδέονται ή εξαρτώνται από τα αλιευόμενα είδη, με σκοπό τη διατήρηση ή αποκατάσταση των πληθυσμών αυτών των οργανισμών σε βιώσιμα.
5. Διαθέσιμες επιστημονικές πληροφορίες, στατιστικά στοιχεία που αφορούν τον όγκο των αλιευμάτων και την αλιευτική δραστηριότητα, καθώς και άλλα στοιχεία σχετικά με την διαχείριση και διατήρηση των αποθεμάτων ιχθύων παρέχονται και ανταλλάσσονται σε τακτική βάση μέσω των αρμόδιων διεθνών οργανισμών, υποπεριφερειακών, περιφερειακών, όπου αρμόζει σχετικά, και με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων κρατών, συμπεριλαμβανομένων των κρατών των οποίων οι υπήκοοι δικαιούνται να αλιεύουν στην αποκλειστική οικονομική ζώνη.

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΛΙΕΙΑ

Η αλιεία στην Ελλάδα έχει μια πολύ αρχαία παράδοση. Διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα και γραπτά έχουν βρεθεί στην Κρήτη και αλλού, καθώς και περιγραφές από διάσημους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, όπως είναι ο Αισχύλος, ο Ησίοδος και ο Ξενοκράτης, που δείχνουν ότι η αλιεία έχει παίξει έναν σημαντικό ρόλο στη ζωή των Ελλήνων, τουλάχιστον από το 2000 π.Χ.

Κατά τη διάρκεια της Ομηρικής περιόδου η ελληνική αλιεία είχε σχεδόν εξαφανιστεί, διότι οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν την αλιεία κατώτερη και χωρίς αξία δραστηριότητα. Ο Πλάτωνας είχε ισχυριστεί, στα γραπτά του, ότι η αλιευτική δραστηριότητα είναι μια απασχόληση ανάξια ευγενών ανδρών, διότι χρησιμοποιεί κατεργαριά αντί δεξιοτεχνίας, και επομένως δεν παράσχει στους νέους την ευκαιρία να εξασκήσουν τα κορμιά τους, όπως θα έκαναν εάν κυνηγούσαν άγρια ζώα.

Οι ελληνικές θάλασσες αναμφίβολα έπαιξαν βασικό ρόλο στην ιστορία μας, αλλά μια νέα μελέτη δείχνει ότι η ιστορία της αλιείας στο Αιγαίο άρχισε πριν από έντεκα χιλιάδες χρόνια!

Όπως αναφέρει αυτή η επιστημονική εργασία:*
  • «Η σχέση αυτή άρχισε εντατικά τουλάχιστον από την ενδέκατη χιλιετία πριν από σήμερα και απλώθηκε σε όλων των ειδών τα οικοσυστήματα. Παρατηρείται μεγάλη ποικιλία αλιευτικών τρόπων και επιλογών διαχείρισης των υδάτινων πόρων, που αντανακλούν τον χαρακτήρα των τοπικών οικοσυστημάτων, το πολιτιστικό περιβάλλον στο οποίο η διαχείριση αυτή λάµβανε χώρα, αλλά και τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα και τις προτεραιότητες των κατά τόπους κοινωνιών. Ωστόσο παρατηρούνται ορισμένα σταθερά χαρακτηριστικά που επαναλαμβάνονται μέσα στους αιώνες και που επιβιώνουν ακόμη και στις μέρες µας. Τα είδη των ψαριών που καταναλώνονται πιο συχνά, τα αλιευτικά εργαλεία, αλλά και οι τρόποι μεταποίησης των αλιευμάτων είναι κάποια από αυτά. Στην παρούσα εργασία γίνεται μια σύντομη επισκόπηση της αλιείας στο Αιγαίο κατά τους προϊστορικούς χρόνους, την εποχή δηλαδή που διαμορφώθηκαν τα βασικά της χαρακτηριστικά, πολλά εκ των οποίων επιβιώνουν ως τις μέρες µας».


Οι Έλληνες ψαράδες μέχρι την Ελληνική Επανάσταση του 1821 ήταν πολύ λίγοι και χρησιμοποιούσαν αρχαίες μεθόδους ψαρέματος, με μοναδικό σκοπό να προμηθεύσουν τροφή στις οικογένειές τους. Το πρώτο βασιλικό διάταγμα, το 1834, επέτρεπε το ψάρεμα σαρδελών (sardines) όχι μόνο από τους Έλληνες, αλλά και από τους ψαράδες άλλων κρατών.

Η Ελλάδα σε ολόκληρη την ιστορία της υπήρξε ένα μεγάλο θαλάσσιο κράτος, αλλά πάντα ήταν φημισμένη για τον εμπορικό της στόλο και όχι για την αλιεία. Πράγματι η αλιεία έχει παίξει έναν πολύ μικρό ρόλο στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η αλιευτική παραγωγή ήταν περίπου 8.000 τόνους το 1922 και αυξήθηκε σταδιακά στους 38.000 τόνους το 1938 κυρίως από τις προσπάθειες των Ελλήνων ψαράδων που ήρθαν πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922. Αυτοί οι ψαράδες έφεραν μαζί τους τα καράβια τους και τα αλιευτικά τους εργαλεία, αλλά πάνω απ’ όλα έφεραν τις αλιευτικές τους ικανότητες, μιας και θεωρούντο οι πιο ικανοί ψαράδες της Μικράς Ασίας.

Τα χρόνια μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο ο ελληνικός αλιευτικός τομέας σταδιακά καλυτέρευσε και εκείνη την περίοδο η αλιευτική βιομηχανία απασχολούσε περίπου 20.000 άτομα. Βέβαια η εγχώρια παραγωγή δεν ήταν ικανή να καλύψει τη ζήτηση σε αλιευτικά προϊόντα και έτσι είχαν εισαγάγει 21.500 τόνους. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου και της Κατοχής το μεγαλύτερο μέρος του αλιευτικού στόλου της χώρας είχε καταστραφεί. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο η ανάπτυξη του αλιευτικού τομέα έγινε με τη βοήθεια των Συμμάχων. Έτσι το 1989 ο ελληνικός αλιευτικός στόλος ήταν πάνω από 12.000 πλοία, στα οποία εργάζονταν πάνω από 39.000 άτομα. Από τότε οι Έλληνες αλιείς άρχισαν να δρουν πέρα από τα παραδοσιακά τους πεδία και επέκτειναν τις δραστηριότητές τους προς τις ακτές της βόρειας και της δυτικής Αφρικής και σε μερικές περιπτώσεις έφτασαν μέχρι τις ακτές της Αργεντινής.

Η τελευταία έκθεση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για τον Ελληνικό Αλιευτικό Στόλο αναφέρει:

  • Ο ελληνικός αλιευτικός στόλος, ως ο πολυπληθέστερος στην ΕΕ, απαρτίζεται κυρίως από σκάφη μικρής παράκτιας αλιείας, με εκτεταμένη χρήση επιλεκτικών εργαλείων, αλλά και με σημαντική διαφοροποίηση των εργαλείων τοπικά, αλλά και χρονικά. Ο έλεγχος της αλιευτικής δραστηριότητας των σκαφών μικρής παράκτιας αλιείας παρουσιάζει αυξημένες απαιτήσεις και υψηλό διοικητικό κόστος, λόγω της εκτεταμένης διασποράς τους στην παράκτια και νησιωτική περιοχή της χώρας μας.

O ελληνικός αλιευτικός στόλος, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Αλιευτικού Μητρώου περιλάμβανε κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016 συνολικά 15.183 ενεργά αλιευτικά σκάφη με συνολική χωρητικότητα 71.762,13 GT και ισχύ 430.812,49 KW.

Από την ανάλυση που έκανε το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης βγαίνουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:

O αριθμός των σκαφών, ο συνολικός αριθμός απασχολούμενων, η αλιευτική προσπάθεια και η παραγωγή του κλάδου ακολουθούν πτωτική πορεία. Παρά το γεγονός αυτό το καθαρό κέρδος όπως και οι περισσότεροι οικονομικοί δείκτες παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση.

Μία ερμηνεία των αποτελεσμάτων αυτών μπορεί να αφορά την έξοδο από τον κλάδο της θαλάσσιας αλιείας των λιγότερο κερδοφόρων αλιευτικών σκαφών αλλά και την βελτίωση της αποτελεσματικότητας των ενεργών σκαφών. Η βελτίωση των οικονομικών αποτελεσμάτων και των οικονομικών δεικτών παρατηρείται τόσο στην αλιεία μικρής όσο και στην αλιεία μεγάλης κλίμακας παρά το γεγονός ότι, στην αλιεία μικρής κλίμακας το καθαρό κέρδος συνεχίζει να είναι αρνητικό. Άλλωστε, όπως έχει ήδη επισημανθεί, το κέρδος και η αμοιβή της τεκμαρτής εργασίας είναι θετικά για τα σκάφη της αλιείας μικρής κλίμακας, γεγονός που σημαίνει ότι η δραστηριότητα προσφέρει στους αλιείς ένα θετικό εισόδημα.

Αξίζει ακόμη να επισημανθεί ότι από την ανάλυση των οικονομικών δεδομένων για το 2015, προκύπτει μια σημαντική μείωση των ενεργειακών δαπανών σε σχέση με το 2014, που οφείλεται κυρίως στη μειωμένη τιμή των καυσίμων. Αυτό αποτελεί μια θετική εξέλιξη για την βιωσιμότητα του κλάδου και ειδικά για την αλιεία μεγάλης κλίμακας.

Η ΑΛΙΕΥΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ

Η Τουρκία, αντίθετα από την Ελλάδα, δίνει ιδιαίτερη σημασία στον τομέα της αλιείας. Το κοινωνικό και οικονομικό σχέδιο με τίτλο «Vision 2023» προβλέπει ότι η Τουρκία θα γίνει ο μεγαλύτερος παραγωγός αλιείας στην ΕΕ όταν η Τουρκία γίνει πλήρες μέλος της την επόμενη δεκαετία.

Βέβαια το ότι η Τουρκία θα γίνει πλήρες μέλος της ΕΕ δεν είναι καθόλου σίγουρο. Οι Τούρκοι αρνούνται να προσχωρήσουν στη Σύμβαση του Δίκαιου της Θάλασσας, πράγμα που αποτελεί έναν από τους όρους για την πλήρη ένταξή της στην ΕΕ. Όταν συζητείτο το θέμα της ΑΟΖ στον ΟΗΕ, η Τουρκία κατάλαβε πολύ νωρίς ότι αυτή η έννοια εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Ελλάδας στα θέματα αλιείας στο Αιγαίο πέλαγος.

Η ελληνική κυβέρνηση, δυστυχώς, πίστευε, λανθασμένα, ότι το πρόβλημα της Τουρκίας ήταν το θέμα των υδρογονανθράκων στην περιοχή.
Η τουρκική παραγωγή αλιείας υπολογίζεται να αυξηθεί πάνω από 65% την επόμενη δεκαετία και να ξεπεράσει το 1 εκατομμύριο τόνους ετησίως σε σύγκριση με τους 600.000 τόνους τον χρόνο σήμερα. Η θαλάσσια αλιεία και η υδατοκαλλιέργεια θα αυξηθούν τα επόμενα χρόνια χάρη στην υποστήριξη της κυβέρνησης και στην επενδυτική πρωτοβουλία του ιδιωτικού τομέα. Το μεγαλύτερο μέρος της αλιευτικής παραγωγής θα προέρχεται κυρίως από την υδατοκαλλιέργεια και θα τριπλασιαστεί σε σχέση με τη σημερινή παραγωγή των 200.000 τόνων, φτάνοντας στους 300.000 τόνους μέσα σε μια δεκαετία.

Αυτή η αυξημένη παραγωγή θα οδηγήσει στην καλυτέρευση της τυπικής τουρκικής δίαιτας, η οποία αποτελείται κυρίως από κρέας, που είναι η κύρια πηγή πρωτεΐνης, ιδιαίτερα στην ενδοχώρα. Η κυβέρνηση έχει υπολογίσει ότι σήμερα ο πληθυσμός των 80 εκατομμυρίων καταναλώνει, κατά κεφαλήν, 10,3 κιλά κρέας ετησίως, ενώ οι Έλληνες τα διπλάσια. Η θαλάσσια και η εσωτερική υδατοκαλλιέργεια παράγουν την ίδια ποσότητα αλιευμάτων, αλλά η διαφορά τους έγκειται στον αριθμό των επιχειρήσεων, μιας και οι εσωτερικές υδατοκαλλιέργειες είναι αρκετά μικρότερες σε έκταση και είναι γύρω στις 350, ενώ οι θαλάσσιες ξεπερνούν τις 25.000 και ο αριθμός τους συνεχώς αυξάνεται, μιας και η Τουρκία σήμερα κατέχει την τρίτη θέση στην παγκόσμια αύξηση στον τομέα της υδατοκαλλιέργειας και σχεδιάζει να συνεχίσει αυτή την ανοδική τάση.

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, όλοι οι αλιείς της ΕΕ πρέπει να συμμορφώνονται με τους κανονισμούς της ΚΑΠ, οι οποίοι είναι αρκετά αυστηροί και έχουν σχέση με την ορθή περιβαλλοντική διαχείριση του θαλάσσιου πλούτου και την αύξηση των αποθεμάτων. Το μεγάλο πρόβλημα στο Αιγαίο πέλαγος είναι οι Τούρκοι ψαράδες, οι οποίοι, ενώ είναι υποχρεωμένοι να σέβονται τις θάλασσες της ΕΕ, αλωνίζουν το Αιγαίο χωρίς άδειες, παραβιάζοντας τα μέτρα διαχείρισης και την αλιευτική νομοθεσία, και δεν δίνουν στοιχεία για την αλιευτική τους δραστηριότητα.

Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι παραβιάζουν συνεχώς τα ελληνικά χωρικά ύδατα σε ημερήσια βάση και πολλές φορές συνοδεύονται από τουρκικές ακταιωρούς. Η Ελλάδα βέβαια θέτει κάπου κάπου το ζήτημα στην ΕΕ, ζητώντας από αυτή να παρέμβει και να ζητήσει από την Τουρκία να προσχωρήσει στη Σύμβαση του Δίκαιου της Θάλασσας, που είναι υποχρέωσή της, αλλά εκείνη συνεχώς αγνοεί αυτή τη σύσταση.

Βέβαια από το 2010 έχει ξεκινήσει ένας διάλογος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με την Τουρκία για τα ζητήματα αλιείας, ώστε η Τουρκία να υιοθετήσει σταδιακά κοινοτικές ρυθμίσεις, αλλά μέχρι στιγμής έχουν μείνει στη συζήτηση. Η Τουρκία θέλει να συνεχίσει την παράνομη αλιευτική τακτική της και γι’ αυτό υπήρξε πάντοτε εχθρός της έννοιας της ΑΟΖ, η οποία θα εξασφάλιζε καθοριστικά τους Έλληνες ψαράδες στο Αιγαίο πέλαγος και στην Ανατολική Μεσόγειο.

  • Δήμητρα Μυλωνά, «Αλιεία και αλιευτικά προϊόντα στο προϊστορικό Αιγαίο», Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας για την Ανατολική Κρήτη (INSTAP), Πανελλήνιο Συνέδριο Ιχθυολόγων, Θεσσαλονίκη, Οκτώβριος 2013.


 Θεόδωρος Καρυώτης


 11 Αυγούστου 2017