Η λογική της κατηφόρας είναι ο πάτος.

Η λογική της κατηφόρας είναι ο πάτος.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
1.Θέλουν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να ζήσουν μαζί;
2.Για την Άγκυρα το Κυπριακό δεν είναι θέμα προστασίας των Τουρκοκυπρίων, αλλά κρίσιμο ζήτημα γεωπολιτικής.


Η πολιτική η οποία ακολουθήθηκε για δεκαετίες στο Κυπριακό και εντάθηκε μετά το 2008 ναυάγησε στο Κραν Μοντάνα. Παρά ταύτα διάφορες δυνάμεις εντός και εκτός Κύπρου επιμένουν σε άμεση επανάληψη των συνομιλιών και ολοκλήρωση της προσπάθειας.

Τα δεδομένα είναι πολύ πιο πολύπλοκα απ’ ό,τι εκ πρώτης όψεως φαίνονται. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να αντλούμε χρήσιμα διδάγματα από την ιστορία.

Τις μέρες αυτές συμπληρώνονται 40 χρόνια από τον θάνατο του Προέδρου Μακαρίου. Ακόμα και σήμερα, όμως, διάφορες πολιτικές δυνάμεις προσπαθούν να επεξηγήσουν κατά το δοκούν και να νομιμοποιήσουν τις θέσεις τους επικαλούμενες τον Μακάριο. Στην ουσία διαστρεβλώνουν και την ιστορία και τον Μακάριο.

Στο άρθρο αυτό θα αναφερθώ στο περιεχόμενο του ιστορικού/οδυνηρού συμβιβασμού και του μακροχρόνιου αγώνα. Σημειώνω ότι ενώ πρέπει πάντοτε να κοιτάζουμε μπροστά είναι απρονοησία και εθνικά επιζήμιο να λησμονούμε την ιστορία.

Η συμφωνία του 1977

Στις 12 Φεβρουαρίου του 1977 ο Πρόεδρος Μακάριος κατέληξε σε συμφωνία με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς παρουσία του τότε Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Κουρτ Βαλντχάιμ. Η συμφωνία προνοούσε:

«1. Επιζητούμε μια ανεξάρτητη, αδέσμευτη δικοινοτική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία.

2. Το έδαφος υπό τη διοίκηση της κάθε κοινότητας πρέπει να συζητηθεί υπό το φως της οικονομικής βιωσιμότητας ή παραγωγικότητας και της ιδιοκτησίας γης.
3. Θέματα αρχών, όπως η ελευθερία διακίνησης, ελευθερία εγκατάστασης, το δικαίωμα περιουσίας και άλλα εξειδικευμένα ζητήματα, είναι ανοικτά για συζήτηση, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη θεμελιώδη βάση ενός δικοινοτικού ομοσπονδιακού συστήματος και ορισμένες πρακτικές δυσκολίες, οι οποίες μπορεί να προκύψουν για την τουρκοκυπριακή κοινότητα.

6. Οι εξουσίες και οι αρμοδιότητες της κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα είναι τέτοιες, ώστε να διασφαλίζουν την ενότητα της χώρας, λαμβανομένου υπ’ όψιν και του δικοινοτικού χαρακτήρα του κράτους».

  Στη συμφωνία του 1977 δεν υπήρχε πρόνοια για παρθενογένεση, για τις τέσσερις βασικές ελευθερίες για Τούρκους υπηκόους και για εκ περιτροπής προεδρία. Ούτε ετίθετο θέμα δημιουργίας συνιστώντων κρατών και νέας σημαίας για το κράτος.

Ο διορατικός Μακάριος

Η ιστορική παραχώρηση έγκειτο στην αποδοχή δημιουργίας περιφέρειας υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση. Ο Μακάριος ήλπιζε ότι οι περισσότεροι πρόσφυγες θα επέστρεφαν υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση. Ταυτόχρονα, ήθελε να κατοχυρώσει το δικαίωμα επιστροφής των υπόλοιπων προσφύγων υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση.

Δεν υπάρχει σύγκριση του τι αποδέχθηκε ο Μακάριος με το τι συζητείται σήμερα. Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελληνοκυπρίων θα αποδεχόταν λύση με βάση τον συμβιβασμό του 1977. Όταν, όμως, η ελληνοκυπριακή πλευρά (με τον διαπραγματευτή Τάσσο Παπαδόπουλο) κατέθεσε  την Άνοιξη του 1977 χάρτη και θέσεις με βάση αυτή τη συμφωνία, η στάση της τουρκο(κυπριακής) πλευράς ήταν άκρως αρνητική. Υπενθυμίζω ότι ο Μακάριος είχε λάβει υποσχέσεις και διαβεβαιώσεις από τον Αμερικανό διπλωμάτη Κλάρκ Κλίφορντ, απεσταλμένο του Αμερικανού Προέδρου Τζίμι Κάρτερ, ότι θα υπήρχε ανταπόκριση από τουρκικής πλευράς.

Στην τελευταία του ομιλία στις 20 Ιουλίου 1977 ο Μακάριος κατήγγειλε την τουρκική αδιαλλαξία και υπογράμμισε την αναγκαιότητα του μακροχρόνιου αγώνα. Το μήνυμα ήταν ότι ο μακροχρόνιος δεν ήταν επιλογή, αλλά αναγκαιότητα ως αποτέλεσμα της τουρκικής πολιτικής. Ο Μακάριος διευκρίνισε, επίσης, ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά είχε προβεί σε οδυνηρούς συμβιβασμούς, αλλά δεν υπήρξε ανταπόκριση.

Κίνδυνος εθνικού διχασμού

Στα χρόνια που ακολούθησαν, σταδιακά αλλά σταθερά, η ελληνοκυπριακή ηγεσία προέβη σε νέες παραχωρήσεις. Στο πηδάλιο του κράτους βρέθηκαν όχι μόνο ο Σπύρος Κυπριανού και ο Τάσσος Παπαδόπουλος, αλλά και οι Γιώργος Βασιλείου, Γλαύκος Κληρίδης, Δημήτρης Χριστόφιας και από το 2013 ο Νίκος Αναστασιάδης. Παρά τις επιπρόσθετες παραχωρήσεις που έγιναν δεν κατέστη δυνατό να υπάρξει λύση.

Στη σημερινή συγκυρία, εάν ολοκληρωθεί ένα σχέδιο λύσης με βάση το υφιστάμενο πλαίσιο συζητήσεων, θα επέλθει ένα νέος εθνικός διχασμός, μεγαλύτερος από αυτό που έλαβε χώρα το 2002-2004. Πέραν τούτου, ακόμα και να εγκριθεί σε ένα δημοψήφισμα θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο, εάν όχι αδύνατο, να υπάρξει ένα λειτουργικό κράτος.

Ως εκ τούτου, θα πρέπει να σκεφθούμε πολύ προσεκτικά για τα επόμενά μας βήματα. Είναι με αυτό το σκεπτικό που στα πλαίσια μιας νέας στρατηγικής, η εξελικτική προσέγγιση, με την εμπλοκή της Τουρκίας αλλά και άλλων δυνάμεων, προβάλλει σήμερα ως επιτακτική αναγκαιότητα.

Ανδρέας Θεοφάνους, 
  καθηγητής πολιτικής Οικονομίας και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του πανεπιστημίου Λευκωσίας.


 10 Αυγούστου 2017   


   ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ   




1.
Θέλουν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να ζήσουν μαζί;

Η συνεχής μετατόπιση των ελληνοκυπριακών θέσεων προς στις τουρκικές θέσεις από το 1977 μέχρι σήμερα, αλλά και τα τελευταία τολμηρά βήματα του Προέδρου Αναστασιάδη, δεν στάθηκαν ικανά να οδηγήσουν σε περίγραμμα λύσης του Κυπριακού.

Αναδείχθηκε για άλλη μια φορά η αδιαλλαξία της Άγκυρας στο μείζον θέμα της ασφάλειας και των εγγυήσεων. Και τούτο παρά την προσπάθεια του Ειδικού Συμβούλου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ Έσπεν Μπαρθ Άιντε να δημιουργήσει θετικές εντυπώσεις για τη στάση της Τουρκίας.

Η Τουρκία θα αποδεχόταν λύση, η οποία θα νομιμοποιούσε και θα εμβάθυνε τον στρατηγικό της έλεγχο επί της Κύπρου. Δεν είναι μόνο τα στρατεύματα και οι εγγυήσεις. Είναι η αλλαγή του δημογραφικού χαρακτήρα της Μεγαλονήσου και πάνω απ’ όλα η προώθηση τέτοιων συνταγματικών δομών που καμιά απόφαση δεν θα λαμβάνεται χωρίς την έγκριση της τουρκοκυπριακής πλευράς.

Άλλο είναι να ικανοποιηθούν οι εύλογες ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων και άλλο οι επεκτατικοί στόχοι της Τουρκίας. Εν ολίγοις, με την υφιστάμενη στάση της Άγκυρας είναι δύσκολο έως αδύνατο να υπάρξει λύση που να βελτιώνει το status quo. Έτσι, ακόμα και εάν η Τουρκία αποδεχόταν την κατάργηση των εγγυήσεων και οδικό χάρτη για αποχώρηση όλων των στρατευμάτων κατοχής, είναι αμφίβολο κατά πόσον μια τέτοια συμφωνία θα εγκρινόταν σε ένα δημοψήφισμα.

Μη βιώσιμη λύση

Το ζήτημα της παρθενογένεσης, η εκ περιτροπής προεδρία, οι τέσσερις βασικές ελευθερίες για Τούρκους πολίτες, το εδαφικό, το περιουσιακό είναι μεταξύ των ζητημάτων που δημιουργούν τεράστιο προβληματισμό, αλλά και ανησυχίες στους Ελληνοκύπριους. Επιπρόσθετα, εάν ληφθούν επίσης υπ’ όψιν και τα οικονομικά δεδομένα, είναι αμφίβολο κατά πόσον μια τέτοια διευθέτηση θα ήταν λειτουργική και βιώσιμη.

Αντίθετα, τυχόν υλοποίηση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας όπως συζητείται σήμερα, θα οδηγήσει σε επιδείνωση του status quo και σε κατάρρευση. Είναι γι’ αυτό το λόγο που ένα μεγάλο μέρος των Ελληνοκυπρίων ένοιωσε ανακούφιση από τη μη κατάληξη σε περίγραμμα λύσης στο Κραν Μοντάνα. Υπό αυτά τα δεδομένα θα πρέπει να επαναξιολογηθεί η υφιστάμενη διαδικασία καθώς διαφαίνεται ότι έχει αποτύχει συνολικά η πολιτική των τελευταίων ετών.

Θέλουν να ζήσουν ενωμένοι;

Βασική υπόθεση εργασίας για την οικοδόμηση ενός ομοσπονδιακού κράτους ήταν ότι η πλειοψηφία και στις δύο κοινότητες επιθυμεί τη συμβίωση σε ένα κράτος. Όμως, δεν είναι σίγουρο κατά πόσον σήμερα η πλειοψηφία Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων επιθυμούν να ζήσουν μαζί.

Άλλωστε, υπάρχουν ξεχωριστά αφηγήματα, παραστάσεις, αξιακά συστήματα, καθώς και διαφορετικά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά δεδομένα. Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι το τι λαμβάνει χώρα κάθε 20 Ιουλίου στην Κύπρο: από τη μια πανηγυρισμοί και θριαμβολογίες και από την άλλη θρήνος και οδύνη…

Επιπρόσθετα, υπενθυμίζεται ότι για μια λύση απαιτούνται τρία βασικά στάδια:

Πρώτον, συμφωνία εφ’ όλης της ύλης σε πολιτικό επίπεδο.
Δεύτερον, έγκριση σε δημοψηφίσματα.
Τρίτον, η λειτουργικότητα του όλου πλαισίου.
Θεωρώ ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να προχωρήσουμε σήμερα και στα τρία στάδια με επιτυχία.

Απαιτείται  σοβαρότητα

Το επίσημο διαχρονικό αφήγημα ήταν ότι απαιτείτο ένας οδυνηρός συμβιβασμός για την αποφυγή της διχοτόμησης.  Και όταν κατ’ επανάληψιν κατατέθηκε η θέση ότι αυτό που συζητείτο ήταν χειρότερο από τη διχοτόμηση δεν υπήρξε περαιτέρω διερεύνηση.

Αντίθετα επεκράτησε στρουθοκαμηλισμός και ιδεολογικοποίηση του Κυπριακού. Τα δεδομένα αυτά έχουν οδηγήσει σε βαθιές συγχύσεις, αντιφάσεις αλλά και σε ένα κατακερματισμένο εσωτερικό μέτωπο. Υπογραμμίζεται ότι όσες φορές ήταν ορατό το ενδεχόμενο συμφωνίας υπήρχαν τεράστιες αντιπαραθέσεις. Τα παραδείγματα είναι πολλά: οι Ιδέες Γκάλι, το Σχέδιο Ανάν, και τώρα πρόσφατα η διάσκεψη στο Κραν Μοντάνα.


Προφανώς, είναι πολύ σημαντικό να επιχειρηθεί μια εις βάθος ενδοσκόπηση της κατάστασης για να αξιολογήσουμε τα επόμενα βήματά μας με σοβαρότητα και νηφαλιότητα. Στην περίπτωση της Κύπρου, με το όλο βεβαρυμένο ιστορικό υπόβαθρο, δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλα λάθη. καθώς τα αποτελέσματα θα είναι οδυνηρά και μη αναστρέψιμα.

Ανδρέας Θεοφάνους, 
  καθηγητής πολιτικής Οικονομίας και πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων του πανεπιστημίου Λευκωσίας.

https://stavroslygeros.gr/ethnika/theloun-ellinokyprioi-kai-tourkokyprioi-na-zisoun-mazi/

 31 Ιουλίου 2017 

ΣΚΙΤΣΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΓΚΟΥΜΑ


2.
Για την Άγκυρα το Κυπριακό δεν είναι θέμα προστασίας των Τουρκοκυπρίων, αλλά κρίσιμο ζήτημα γεωπολιτικής.

Μέχρι το 2015, το ζήτημα των εγγυήσεων δεν ήταν πρόβλημα για την επίτευξη λύσης στο Κυπριακό. Και οι δύο πλευρές θεωρούσαν ότι με κάποιον αναθεωρημένο τρόπο αυτές θα διατηρούνταν. Πρόβλημα ήταν η αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων, αλλά και σ’ αυτό είχε διαμορφωθεί ένα πεδίο σύγκλισης. Ο μεγάλος όγκος θα αποχωρούσε στο πλαίσιο ενός πολύχρονου χρονοδιαγράμματος και θα παρέμεναν δύο αποσπάσματα, όπως περίπου προβλεπόταν στις συμφωνίες 1959-60.

Όταν η Αθήνα επιτέλους υιοθέτησε τη θέση για κατάργηση των εγγυήσεων και για την πλήρη αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων (στο πλαίσιο ενός σφιχτού χρονοδιαγράμματος), προσέκρουσε στον σκληρό πυρήνα της τουρκική στρατηγικής για την Κύπρο.

Για την Άγκυρα το Κυπριακό δεν είναι θέμα προστασίας των Τουρκοκυπρίων, αλλά κρίσιμο ζήτημα γεωπολιτικής. Η ανακάλυψη, μάλιστα, ενεργειακών κοιτασμάτων ενισχύει τη βούλησή της να είναι πολιτικά-στρατιωτικά παρούσα και να ασκεί έμμεσο έλεγχο στη Μεγαλόνησο.

Με άλλα λόγια, η Τουρκία δεν συζητάει το ενδεχόμενο να αποσυρθεί από την Κύπρο, όποια υποχώρηση και αν κάνουν οι Ελληνοκύπριοι στα άλλα ζητήματα. Αυτό φάνηκε καθαρά όταν στην πρόσφατη Πενταμερή Διάσκεψη ο πρόεδρος Αναστασιάδης κατέθεσε μία πρόταση που στη λεγόμενη εσωτερική πτυχή ικανοποιούσε σε πολύ μεγάλο βαθμό τις τουρκοκυπριακές απαιτήσεις. Ο Τσαβούσογλου παρέμεινε ανένδοτος και έφθασε να δηλώσει ότι ο τουρκικός στρατός θα μείνει στην Κύπρο και ίσως χρησιμοποιηθεί.

Δεδομένου ότι δεν πρόκειται για θέση του Ερντογάν, αλλά για εθνική τουρκική θέση, η προοπτική συμφωνίας συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες όσο τουλάχιστον η Αθήνα θα παραμείνει αμετακίνητη στη δική της σημερινή γραμμή. Γι’ αυτό και έχει κρίσιμη σημασία η ΝΔ και τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης να ξεκαθαρίσουν από τώρα εάν υιοθετούν ή όχι την πολιτική που ακολούθησε ο Κοτζιάς.

Εάν ναι, θα ήταν χρήσιμο αυτό να επικυρωθεί από μία σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών και ακόμα καλύτερα από ένα ψήφισμα της Βουλής. Αυτό θα προσέδιδε αυξημένη νομιμοποίηση και θα απέτρεπε την άσκηση πιέσεων στην Ελλάδα (σήμερα και αύριο) για αλλαγή στάσης.

Του Σταύρου Λυγερού

 stavroslygeros.gr

https://www.apopseis.com/gia-tin-agkyra-to-kypriako-den-ine-thema-prostasias-ton-tourkokyprion-alla-krisimo-zitima-geopolitikis/