'Οταν φύλακες θεωρούν εαυτούς ιδιοκτήτες.

«Τον Σεπτέμβριο του ’16 σε συνεργασία με τα τουριστικά πρακτορεία φτιάξαμε ένα ειδικό γραφείο ώστε κανένα ομαδικό εισιτήριο να μην εκδίδεται πια από τους αρχαιοφύλακες στην Ακρόπολη. Αποτέλεσμα; Από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο, είχαμε θεαματικότατη μείωση των δωρεάν εισιτηρίων», εξηγεί η κ. Λούβη.

Ασπασία Λούβη: 'Ομηρος συμφερόντων η υπουργός.

Στο τέλος αυτής της συνέντευξης, ο αναγνώστης θα έχει μια πολύ καλή εικόνα για το πώς λειτουργεί εδώ και δεκαετίες το ελληνικό Δημόσιο. Οσα αποκαλύπτει σήμερα στην «Κ» η τέως πρόεδρος του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων, κ. Ασπασία Λούβη, στη μεγάλη κλίμακα αντανακλούν τη συνολική παθογένεια, δυσλειτουργία και αναποτελεσματικότητα του κράτους, που έπειτα από σχεδόν 8 χρόνια μνημονίων, συνεχίζει να υποφέρει από «αποστήματα» διαπλοκής.

Η κ. Λούβη μιλάει για όλα τα φλέγοντα θέματα του ΤΑΠ, από το ηλεκτρονικό εισιτήριο μέχρι τα αναψυκτήρια στους αρχαιολογικούς χώρους, θέτει όμως και σοβαρά ερωτήματα για το αν υπάρχει η πολιτική βούληση να επέλθει «κάθαρση» σε ένα Ταμείο το οποίο αν εξυγιανθεί και εκσυγχρονιστεί μπορεί να συνεισφέρει στο ελληνικό Δημόσιο έως και 300 εκατομμύρια ευρώ τον χρόνο.


– Στα μέσα Αυγούστου παυθήκατε από πρόεδρος του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων, θέση την οποία κατείχατε από τον Απρίλιο του 2015. Με την ίδια απόφαση, η υπουργός Πολιτισμού κ. Λυδία Κονιόρδου, άλλαξε το διοικητικό συμβούλιο. Μεταξύ άλλων, σας καταλογίζει καθυστερήσεις στο θέμα του ηλεκτρονικού εισιτηρίου. Τι έχετε να απαντήσετε;

– Η επίλυση όλων των μεγάλων θεμάτων του ΤΑΠ, συνδέεται με τον καινούργιο Οργανισμό λειτουργίας. Χωρίς αυτόν, τίποτα δεν μπορεί να προχωρήσει. Εμείς. ως Δ.Σ., είχαμε έτοιμο τον νέο Οργανισμό από τον Ιούνιο του 2016, όταν και τον παραδώσαμε στον τότε υπουργό Πολιτισμού Αριστείδη Μπαλτά. H κ. Κονιόρδου παρέλαβε την επεξεργασμένη από αυτόν μορφή του Οργανισμού, αλλά αποφάσισε να τον κρατήσει στα συρτάρια της.

– Είχε καταλάβει ότι αν δεν προχωρήσει δεν θα προχωρήσουν και τα μεγάλα θέματα;

– Δεν θα μπορούσα να το εξηγήσω καλύτερα. Εχω κάνει τα πάντα. Παρ’ όλα αυτά, στις πρώτες πιέσεις που της ασκήσαμε ως διοικητικό συμβούλιο –είχαμε πάει τέσσερα μέλη στο γραφείο της και της είπαμε «πρέπει να γίνει ο Οργανισμός, αλλιώς δεν θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε τίποτα»– μας απάντησε ότι ο Οργανισμός χρειάζεται επεξεργασία γιατί έχει «δεσμευθεί απέναντι στους αρχαιοφύλακες». Ο νοών νοείτω.

– Πώς ερμηνεύετε αυτή τη δέσμευση;

– Τη συνδυάζω με την επανειλημμένη απαίτηση των αρχαιοφυλάκων να μη μεταφερθεί η πληρωμή των υπερωριών τους στο υπουργείο Πολιτισμού, παρ’ όλο που αυτά τα χρήματα βάσει του νέου Οργανισμού θα συνεχίσουν να προέρχονται από το ΤΑΠ.

– Ο νέος Οργανισμός προβλέπει αυτή τη μεταφορά;

– Ναι, και αυτή ήταν η μεγάλη μας διαφωνία με την κ. Κονιόρδου. Υποχώρησε στο αίτημα των αρχαιοφυλάκων. Ολη η δουλειά που έγινε, πραγματοποιήθηκε με την πολιτική κάλυψη δύο υπουργών της ίδιας κυβέρνησης, του Νίκου Ξυδάκη και του Αριστείδη Μπαλτά. Εμείς, ως Δ.Σ., δεν μπορούσαμε να διανοηθούμε ότι θα έρθει ένας τρίτος υπουργός που δεν θα έχει τον ίδιο στόχο της εξυγίανσης και του εκσυγχρονισμού του Ταμείου. Αν λοιπόν αυτό είναι το σφάλμα μας, έκανε πολύ καλά που μας έδιωξε η υπουργός.

– Πιστεύετε ότι μπορεί να είναι όμηρος συμφερόντων;

– Εχω πολύ σοβαρές ενδείξεις για ορισμένα πράγματα. Θέλω να ξεκαθαρίσω κάτι: Ο Οργανισμός που φτιάξαμε δεν μπορεί να μπει σε εφαρμογή αύριο το πρωί. Είναι όμως η βάση για την ανανέωση του TAΠ σε βάθος χρόνου για να αποκτήσει το Ταμείο ένα σύγχρονο προφίλ, ώστε να εισπράττει και να πουλάει υπέρ του Δημοσίου, δηλαδή του υπουργείου Πολιτισμού. Στο υπουργείο φοβάμαι ότι υπάρχει μερίδα υπαλλήλων που έχει βολευτεί θαυμάσια με το κάρβουνο που έκαιγε το ΤΑΠ, αφού έχει παγιωθεί ένα όχι απολύτως θεσμικά προβλεπόμενο καθεστώς λειτουργίας του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων. Δηλαδή: Mέχρι σήμερα το 40% των εισπράξεων του ΤΑΠ αποδίδεται στο υπουργείο για τις λειτουργικές ανάγκες των Εφορειών Αρχαιοτήτων σε όλη την Ελλάδα. Ενα τμήμα από τα υπόλοιπα έσοδα έχει μεταγγιστεί σε διάφορους κωδικούς πληρωμών του ΤΑΠ και όχι του υπουργείου, χωρίς αυτοί οι κωδικοί να αφορούν τη λειτουργία του ΤΑΠ. Κωδικός πληρωμής είναι τα εξαιρέσιμα, δηλαδή οι υπερωρίες των αρχαιοφυλάκων, που είναι υπάλληλοι του ΥΠΠΟΑ, κωδικός πληρωμής είναι και το Ταμείο Αλληλοβοήθειας και διάφορα άλλα κονδύλια που φτάνουν από το υπουργείο Πολιτισμού στο ΤΑΠ με τη μορφή σχεδόν εντολών πληρωμής, τις οποίες δεν έχουμε την αρμοδιότητα να τις ελέγξουμε. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, έχει διαπιστωθεί ότι, προφανώς διαχρονικά, έλεγχος δεν γινόταν από το υπουργείο.

Θα σας θέσω ένα συγκεκριμένο ερώτημα. Το υπουργείο Πολιτισμού απασχολεί 1.500 μόνιμους αρχαιοφύλακες. Κατά τη θερινή περίοδο προστίθενται οι εποχιακοί. Μέχρι τώρα οι υπερωρίες τους ανέρχονταν στο πολύ μεγάλο ποσό των 15 εκατ. ευρώ τον χρόνο και φέτος έφτασαν τα 17 εκατ. Εμείς ως Δ.Σ. είναι φυσιολογικό να αναρωτηθούμε αυτό που θα αναρωτηθεί κάθε αναγνώστης σας. Πώς δίνονται αυτά τα χρήματα; Και πολύ λογικά να σκεφτούμε ότι αφού δεν είναι δική μας αρμοδιότητα να κάνουμε τον έλεγχο, γιατί να μην αποδώσουμε το σύνολο βεβαίως των απαιτούμενων χρημάτων στο υπουργείο Πολιτισμού, να το διαχειριστεί κατά την κρίση του, εγγράφοντας το ποσό στον δικό του προϋπολογισμό και όχι στον προϋπολογισμό του ΤΑΠ; Ερχονται λοιπόν οι αρχαιοφύλακες και λένε ότι εάν εγγραφούν τα σχετικά ποσά στον προϋπολογισμό του υπουργείου, θα υποστούν τον έλεγχο του υπουργείου Οικονομικών, τον οποίο δεν θέλουν. Γιατί να μην τον θέλουν αν είναι πραγματικές οι υπερωρίες τους;

– Η υπουργός εκβιάστηκε με το γνωστό «θα σου κλείσω την Ακρόπολη»;

– Αυτή η φράση είναι γνωστή και επαναλαμβάνεται πολλά χρόνια όπως επίσης και το άλλο κλισέ: «Μην τα βάλεις με τους αρχαιοφύλακες γιατί έχουν ισχυρό συνδικαλιστικό όργανο» – αν και δεν πρέπει να τους τσουβαλιάσουμε όλους, υπάρχουν πολλοί αρχαιοφύλακες που τιμούν τον κλάδο τους. Η υπουργός επιθυμεί εργασιακή ειρήνη. Το καταλαβαίνω. Ομως, πρέπει από τη μεριά μου, βάσει των σοβαρών ευθυνών που είχα αναλάβει, να καταστήσω σαφές ότι όλα αυτά καταλήγουν εις βάρος του Δημοσίου. Με αυτά τα δεδομένα λοιπόν ήρθαμε σε σοβαρή ρήξη με την υπουργό, η οποία αναγκάστηκε να μας αποπέμψει.

– «Πέρυσι τον Αύγουστο είχαμε μόνο στην Ακρόπολη περί τους 350-400.000 επισκέπτες. Κάτι λιγότερο από 200.000 ήταν τα μηδενικά εισιτήρια. Θεωρητικά θα είχαμε παιδομάνι πάνω στον Βράχο, αλλά οι εκπαιδευτικές σχολικές αποστολές τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδος δεν λαμβάνουν χώρα τον Αύγουστο». Αυτά δήλωσε ο Γιάννης Καρλόπουλος, μέλος του Δ.Σ. που απομάκρυνε η υπουργός. Τα ψάξατε όλα αυτά; Και αν υπάρχουν στοιχεία γιατί δεν αποστέλλονται στον εισαγγελέα;

– Για το τελευταίο, το μόνο που γνωρίζω είναι ότι το γραφείο του προηγούμενου υπουργού είχε στοιχεία για τα οποία επανειλημμένως ενημέρωσα την κ. Κονιόρδου ότι μπορεί να τα ζητήσει από τον κ. Μπαλτά. Δεν ξέρω αν το έκανε. Στην ερώτησή σας, όμως, αν ψάξαμε όλα αυτά έχω να πω ότι όχι μόνο τα ψάξαμε, αλλά και αντιδράσαμε. Τον Σεπτέμβριο του 2016 σε συνεργασία με τα τουριστικά πρακτορεία φτιάξαμε ένα ειδικό γραφείο ώστε κανένα ομαδικό εισιτήριο να μην εκδίδεται πια από τους αρχαιοφύλακες στην Ακρόπολη. Αποτέλεσμα; Από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον Δεκέμβριο, είχαμε θεαματικότατη μείωση των δωρεάν εισιτηρίων. Αρα, έχουμε στα χέρια μας τη λύση: Για να αποφύγεις τη διαφυγή εισιτηρίων, ελέγχεις τουλάχιστον τα ομαδικά εισιτήρια. Αυτό έχει κάνει καλό και στις ουρές των εκδοτηρίων που φυσικά θα παύσουν μόνο με το ηλεκτρονικό εισιτήριο.

Το ΤΑΠ λειτουργεί όπως το 1977

– Σας κατηγορούν ότι ενώ όλα ήταν έτοιμα, δεν προχώρησε ο διαγωνισμός για το ηλεκτρονικό εισιτήριο.

– Επισημαίνω ότι όταν παραλάβαμε, τίποτα δεν ήταν έτοιμο, ενώ υπήρχαν σημαντικά προβλήματα. Παρ’ όλα αυτά βγήκαμε γρήγορα στον διαγωνισμό και φυσικά αποτύχαμε. Εάν οι υπηρεσίες σου δεν έχουν ηλεκτρονική οργάνωση και ένα σύγχρονο λογιστικό και λογισμικό σύστημα, εάν δεν έχεις λογιστές και ειδικούς πληροφορικής, είσαι χαμένος από χέρι.

– Γιατί δεν επιλέξατε μια εξωτερική εταιρεία να «τρέξει» το ηλεκτρονικό εισιτήριο και το Ταμείο να έχει τον έλεγχο;

– Αυτό δεν είναι τόσο εύκολο βάσει των κανόνων του δημοσίου λογιστικού. Το ΤΑΠ είναι ΝΠΔΔ με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Καταφύγαμε σε δύο χορηγούς, οι οποίοι κατάλαβαν το πρόβλημά μας εις βάθος. Στο Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος και στην Εθνική Τράπεζα. Πρώτα όμως έπρεπε να λυθεί το πρόβλημα στη βάση του.

Κι εκεί προέκυψε η δεύτερη μεγάλη διαφωνία με την κ. Κονιόρδου, η οποία παρακολουθούσε από κοντά την εξέλιξη του ηλεκτρονικού εισιτηρίου, που καθυστερούσε και από την πλευρά των χορηγών, καθώς οι χορηγοί για να προχωρήσουν στη δωρεά απαίτησαν –και με το δίκιο τους– να είναι απολύτως βέβαιοι ότι γίνεται σοβαρή δουλειά. Το ΤΑΠ, όμως, ακόμα δεν διαθέτει τα τελευταία προαπαιτούμενα εχέγγυα, δηλαδή το κατάλληλο προσωπικό που θα χειριστεί το ηλεκτρονικό εισιτήριο μετά την αποχώρηση των συμβασιούχων ορισμένου χρόνου, οι οποίοι θα φύγουν τον επόμενο Φεβρουάριο-Μάρτιο.

Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο επίμονα πιέζαμε την κ. Κονιόρδου να ξεμπλοκάρει τον Οργανισμό που προέβλεπε τις απαιτούμενες θέσεις. Ολα ξεκινούν και καταλήγουν στο νέο οργανόγραμμα του ΤΑΠ.

– Το οποίο έχει το ίδιο σύστημα εργασίας από το 1977;

– Σωστά. Το 1977 δεν υπήρχε πληροφορική στην Ελλάδα και χωρίς πληροφορική ηλεκτρονικό εισιτήριο δεν υπάρχει. Οταν παραλάβαμε τα ετήσια έσοδα, ήταν περίπου στα 45 εκατομμύρια και τα φτάσαμε στα 88 εκατομμύρια.

Από την πρώτη στιγμή προσπαθήσαμε να αποκτήσουμε τρεις μόνιμους λογιστές και τρεις πτυχιούχους πληροφορικής, πράγμα αδύνατον με βάση τον ισχύοντα οργανισμό. Προσπαθήσαμε να φέρουμε μια εταιρεία για να κάνει αυτήν τη δουλειά, δεν πήραμε έγκριση από το Ελεγκτικό Συνέδριο, γιατί μη νομίζετε, βλέπουν κι αυτοί ότι υπάρχουν 200 άτομα στο ΤΑΠ. Από αυτά, όμως, τα 100 δουλεύουν για το υπουργείο Πολιτισμού και όχι για το Ταμείο, και από τα υπόλοιπα 100, επαρκή προσόντα έχουν μόνο τα 10, πλην αυτών της τεχνικής υπηρεσίας του ΤΑΠ. Η εικόνα του λογιστηρίου ήταν τραγελαφική.Καταφέραμε και αποσπάσαμε έναν λογιστή από το ΥΠΠΟ, ο οποίος μπήκε αμέσως στο πνεύμα των προβλημάτων. Καταλαβαίνετε ότι για να κάνουμε τις ριζικές αλλαγές που εξ αρχής τέθηκαν ως στόχοι –η εξυγίανση του Ταμείου, ώστε να καταστεί κερδοφόρος για το ελληνικό Δημόσιο οργανισμός-, έπρεπε να γίνει πλήρης αναδιάρθρωση.

Από το 1977 έχουν αλλάξει δραματικά τα πραγματικά δεδομένα. Δεν έχουμε στην ελληνική επικράτεια τους ίδιους αρχαιολογικούς χώρους και τα μουσεία που υπήρχαν τότε. Εχουν προστεθεί λόγω των ευρωπαϊκών χρημάτων πάρα πολλά ακόμη, και θα σας έλεγα ότι μερικές φορές άκριτα πολλά απ’ αυτά, μικρά και μεγάλα, έχουν αποκτήσει αναψυκτήρια και πωλητήρια, χωρίς κανείς να υπολογίσει τη βιωσιμότητα αυτών των δύο χώρων που είναι καθαρά εμπορικοί. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, η εξυγίανση που είχαμε ευαγγελιστεί ήταν μια βαθιά μελέτη στο τι φταίει και τι πρέπει να γίνει, ώστε το Ταμείο να καταστεί σύγχρονο.

Κι εδώ πρέπει να τονίσω ότι τα προηγούμενα Δ.Σ. είχαν προσπαθήσει προς αυτήν την κατεύθυνση, απλώς είχαν μικρότερη τύχη γιατί υπήρξαν κάποια που έμειναν μόνον τρεις ή έξι μήνες. Εμείς, ως Δ.Σ. είχαμε την τύχη να κληρονομήσουμε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μελέτη, τη μελέτη Μακένζι, η οποία συνέθετε τις αδυναμίες και έθετε τις προϋποθέσεις, ξεκαθάριζε τους στόχους και μάλιστα στόχευε στην είσπραξη 300 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Είναι πολλά τα χρήματα. Απαιτείται όμως η έγκριση του νέου οργανισμού.

Υπάλληλοι που διεκδικούν ποσοστά!

– Τι γίνεται με το άλλο, μεγάλο θέμα, αυτό των αναψυκτηρίων στους αρχαιολογικούς χώρους;

– Τα αναψυκτήρια είναι 80 σε όλη τη χώρα. Παρουσιάζουν όμως ουσιαστικό εμπορικό ενδιαφέρον μόνο τα 15 που βρίσκονται στους μεγάλους αρχαιολογικούς χώρους και συγκεντρώνουν περίπου το 80% των επισκεπτών. Αυτά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, εκμισθώνονται σε τρεις οικογένειες εδώ και δεκαετίες. Είναι αμετακίνητες. Συμμετείχαν στους διαγωνισμούς και κέρδιζαν με μισθώματα εξωπραγματικά.

Για την Ακρόπολη π.χ., 57 χιλιάδες ευρώ ενοίκιο τον μήνα. Επειτα από μερικούς μήνες πήγαν στο δικαστήριο, το οποίο τους δικαίωσε κατεβάζοντας το μίσθωμα στις 35 χιλιάδες ευρώ. Υπάρχουν αναψυκτήρια για τα οποία έχει λήξει η σύμβασή τους, μας κάνουν διεθνώς ρεζίλι διότι δεν πουλάνε εμφιαλωμένα νερά ή έχουν άθλια προϊόντα τα οποία διαθέτουν πανάκριβα, και δεν μπορούμε να τους βγάλουμε γιατί καταφεύγουν διαρκώς στη Δικαιοσύνη, και αυτή –όπως αντιλαμβάνεστε– είναι μια εξαιρετικά αργή διαδικασία.

Καταλάβαμε λοιπόν ότι πρέπει να γίνει διαγωνισμός και να ανοίξει η βεντάλια. Πρέπει να σας πω ότι έχω στο αρχείο μου έγγραφο ανθρώπου, ο οποίος στο παρελθόν προσπάθησε να πάρει μέρος στον διαγωνισμό και καταγγέλλει ότι υπέστη ξυλοδαρμό προκειμένου να αποσυρθεί. Επίσης, υπάρχουν μισθωτές αναψυκτηρίων, που ενώ έχουν καταφέρει μέσω της δικαστικής οδού να μειώσουν το μίσθωμα, δεν το καταβάλλουν ποτέ. Ολοι κόπτονται, δήθεν, για τα έσοδα από τα αναψυκτήρια του ΤΑΠ, τα οποία όμως είναι ελάχιστα. Ξέρετε γιατί; Γιατί το ΤΑΠ αναγκάζεται να προβαίνει σε καταλογισμούς όλων αυτών που δεν πληρώνουν τα μισθώματα και φυσικά μετά τον καταλογισμό αναλαμβάνει η οικονομική εφορία. Αυτά τα χρήματα όμως έχουν χαθεί διά παντός από το ΤΑΠ.

Ολο αυτό λειτουργεί ουσιαστικά εις βάρος του υπουργείου Πολιτισμού. Εκεί θα έπρεπε να έχουμε το υπουργείο δίπλα μας. Οι νυν μισθωτές των μεγάλων αναψυκτηρίων πολεμάνε με νύχια και με δόντια. Δεν θέλουν τον διαγωνισμό, ο οποίος όμως έχει προχωρήσει και απ’ ό,τι φαίνεται από την ανακοίνωση της υπουργού δεν θα τον σταματήσει. Παρήγορο. Απ’ αυτά που σπείραμε ας ανθίσει κάτι.

– Ταμείο Αλληλοβοήθειας. Εχει παραγγελθεί διαχειριστικός έλεγχος; Και αν ναι, σε τι φάση βρίσκεται;

– Θα σας πω ό,τι γνωρίζω. Το 2,5% των εισπράξεων του ΤΑΠ πήγαινε σ’ αυτό το Ταμείο, το οποίο έχει κοινωνικό χαρακτήρα καθώς στηρίζει έναν παιδικό σταθμό για κάποια παιδιά, όχι πάρα πολλά απ’ ό,τι ξέρω, και κάποιες κατασκηνώσεις για τα παιδιά των εργαζομένων στο υπουργείο Πολιτισμού. Γνωρίζω επίσης ότι συγκρίνοντας το κόστος λειτουργίας των παιδικών σταθμών του δήμου ή άλλων υπουργείων, διαπιστώθηκε ότι το κόστος λειτουργίας του συγκεκριμένου παιδικού σταθμού ήταν αρκετά υψηλό. Πάντως, εμείς αυτό παραλάβαμε. Και ενημερωθήκαμε ότι από το γραφείο του τότε υπουργού έχει παραγγελθεί διαχειριστικός έλεγχος για το Ταμείο Αλληλοβοήθειας. Βάσει του ισχύοντος ακόμη 2,5% των εσόδων του 2016, το ΤΑΠ πρέπει να καταβάλει 2,5 εκατομμύρια ευρώ στο Ταμείο Αλληλοβοήθειας. Αντιδράσαμε, και προκειμένου να μην κλείσει ο παιδικός σταθμός και να λειτουργήσουν οι θερινές κατασκηνώσεις, καταβάλαμε έναντι ποσά έως ότου ολοκληρωθεί η έρευνα.

Θέσαμε το ζήτημα στην κ. Κονιόρδου, η οποία μας είπε ότι δεν θα μειώσει το ποσοστό, αλλά θα καθορίσει ένα στάνταρ ποσό. Της απαντήσαμε ότι μέχρι να αποφασίσει τι θα κάνει, εμείς αποκλείεται να δώσουμε άλλα χρήματα. Λίγο μετά, μας ήρθε έγγραφο από το Ταμείο Αλληλοβοήθειας, το οποίο απαιτούσε το ποσό – και δικαίως, καθώς δεν είχε αλλάξει τίποτα. Στο παρελθόν μάλιστα, λόγω καθυστερήσεων που επέβαλε η διερεύνηση του θέματος από την τότε πολιτική ηγεσία του υπουργείου, για την καταβολή των δόσεων συνδικαλιστές εισέβαλαν, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Δ.Σ., απειλώντας μας αν δεν τους δώσουμε τα χρήματα.

Σημειώνω ότι ο διαχειριστικός έλεγχος του Ταμείου Αλληλοβοήθειας είχε διαταχθεί από τους προηγούμενους υπουργούς, αλλά στην πορεία δεν ξέρω τι έγινε.

– Τι είναι αυτό το 12% επί των εισπράξεων των πωλητηρίων που διεκδικούν οι αρχαιοφύλακες;

– Οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν επιτρέψει στους εκδότες κυρίως αρχαιολογικών οδηγών να αποδίδουν στους αρχαιοφύλακες το 12% επί των πωλήσεων στους αρχαιολογικούς χώρους. Το θεωρώ απαράδεκτο, διότι το ΤΑΠ ως προς αυτούς τους εκδοτικούς οργανισμούς λειτουργεί με τους όρους της αγοράς, δηλαδή με το 40%-45% επί των εισπράξεων. Οταν το 12% αφαιρείται από το 45%, αυτό αποτελεί πράξη εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου.

Ευτυχώς το 12% καταργήθηκε το 2011. Το συνδικαλιστικό όργανο των αρχαιοφυλάκων όμως προσέφυγε στα δικαστήρια και επί των ημερών μου ως προέδρου του Ταμείου, είχε οριστεί η δικάσιμος. Ο πρόεδρος του Σωματείου μού είπε τότε, και επανέλαβε προσφάτως ενώπιον μέλους του Δ.Σ., να ζητήσω από τη δικηγόρο του ΤΑΠ να χάσει τη δίκη. Τρελά πράγματα. Το δικαστήριο τελικά απέρριψε την αγωγή του Σωματείου. Εχω επίσης χαρτιά στα χέρια μου, με τα οποία οι αρχαιοφύλακες διεκδικούν το 12% όχι μόνο από τις παρακαταθήκες των άλλων εκδοτικών οργανισμών, αλλά ποσοστά επί του συνόλου των πωλήσεων, δηλαδή όλων των προϊόντων του ΤΑΠ. Αντιλαμβάνεσθε ότι οι αρχαιοφύλακες, ενώ είναι δημόσιοι υπάλληλοι του ΥΠΠΟΑ με μισθό, διεκδικούν και ποσοστό από τις πωλήσεις!

Και γι’ αυτό αλλά και για τα υπόλοιπα θέματα, από τη στιγμή που ως Δ.Σ. δεν διαθέτουμε πια την πολιτική κάλυψη για την εξυγίανση του ΤΑΠ, δεν είναι δυνατόν να συμπράττουμε στη διαιώνιση των αδιεξόδων του, με βαριές συνέπειες για τη χώρα. Οσο με αφορά προσωπικά, ως Ελληνίδα πολίτης που αποφάσισε να βρεθεί στον λάκκο των λεόντων μόνο και μόνο για να βοηθήσει τον τόπο, θεωρώ υποχρέωσή μου, εδώ που φτάσαμε, να υπερασπιστώ την αλήθεια. Και είμαι έτοιμη να αντιμετωπίσω οποιονδήποτε τολμήσει να διαψεύσει όσα λέω.

ΓΙΟΥΛΗ ΕΠΤΑΚΟΙΛΗ


4/9/2017


          ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ        





'Οταν φύλακες θεωρούν εαυτούς ιδιοκτήτες.

Ο​​ι πληγές που μαστίζουν τον χώρο του πολιτισμού, όπως τις περιγράφει η τέως πρόεδρος του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων Ασπασία Λούβη σε συνέντευξη στην «Καθημερινή» (Τέχνες και Γράμματα, σελ. 1), προκαλούν απελπισία. Οπως φαίνεται, μέσα στα χρόνια της κρίσης, όταν η πλειονότητα των Ελλήνων έχει υποστεί σοβαρότατα πλήγματα σε όλους τους τομείς, μικρές ομάδες που είχαν την τύχη να βρεθούν σε θέσεις-κλειδιά στο Δημόσιο συνεχίζουν να εκβιάζουν το σύνολο για να διατηρήσουν τα προνόμιά τους. Εδώ δεν μιλάμε με όρους ιδεολογικούς, με το καλό/κακό Δημόσιο και τον καλό/κακό ιδιωτικό τομέα, μιλάμε με όρους ηθικής, με όρους πολιτισμού. Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο ότι οργανωμένες ομάδες όπως αυτή των αρχαιοφυλάκων δεν κατανοούν την ανάγκη να υπηρετούν το δημόσιο καλό και όχι το αντίθετο – η σοβαρότερη διάσταση του προβλήματος είναι ότι εδώ και χρόνια κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν να αναμετρηθούν με τέτοιες ομάδες, να εξυγιάνουν το κράτος σε όφελος των πολλών.

Το μόνο παρήγορο σε όσα αναφέρει η κ. Λούβη στη Γιούλη Επτακοίλη είναι ότι τα λέει. Η καταγραφή και μόνο είναι καταγγελία. «Οσο με αφορά προσωπικά, ως Ελληνίδα πολίτης που αποφάσισε να βρεθεί στον λάκκο των λεόντων μόνο και μόνο για να βοηθήσει τον τόπο, θεωρώ υποχρέωσή μου, εδώ που φτάσαμε, να υπερασπιστώ την αλήθεια. Και είμαι έτοιμη να αντιμετωπίσω οποιονδήποτε τολμήσει να διαψεύσει όσα λέω», δηλώνει η κ. Λούβη. Εάν περισσότεροι άνθρωποι που βρέθηκαν σε θέσεις ευθύνης έδειχναν την ίδια αποφασιστικότητα και θάρρος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι τουλάχιστον κάποιοι σπόροι πραγματικής αγανάκτησης φύτρωσαν και απαιτούν λύσεις.

Η σχέση των αρχαιοφυλάκων με τα μνημεία και τα μουσεία είναι μεταφορά για τη σχέση των Ελλήνων με την κληρονομιά μας. Ασκούμε απόλυτη εξουσία πάνω σε πράγματα που συχνά δεν καταλαβαίνουμε, ζούμε απ’ αυτά αλλά δεν τα σεβόμαστε, αυτοί που έχουν την τύχη να ελέγχουν την πρόσβαση σε δημόσια αγαθά τα θεωρούν κτήμα τους και συμπεριφέρονται αναλόγως. Ούτε σεβόμαστε τους ξένους που έρχονται από μακριά να «προσκυνήσουν» τα μνημεία «μας», όταν βρίσκουν κλειστές πύλες, είτε για συνδικαλιστικούς λόγους είτε ως αποτέλεσμα διοικητικής ανικανότητας. Ετσι, αντί η αρχαία κληρονομιά να αξιοποιείται με τον καλύτερο τρόπο, διαιωνίζεται η μιζέρια. Εκκρεμεί ο καινούργιος οργανισμός λειτουργίας του ΤΑΠ, ο οποίος θα επέτρεπε τη διευθέτηση σειράς προβλημάτων του Ταμείου, στερώντας χρήματα από το Δημόσιο. Η απάντηση της υπουργού Λυδίας Κονιόρδου όταν το Δ.Σ. του ΤΑΠ πίεζε να υιοθετηθεί ο νέος Οργανισμός ήταν, σύμφωνα με την κ. Λούβη «ότι ο Οργανισμός χρειάζεται επεξεργασία γιατί έχει “δεσμευθεί απέναντι στους αρχαιοφύλακες"». Το ηλεκτρονικό εισιτήριο, το οποίο θα έθετε τέλος στο φαινόμενο μεγάλου αριθμού «δωρεάν» εισόδων σε αρχαιότητες, καθώς και στις ουρές επισκεπτών, εκκρεμεί. Οι αρχαιοφύλακες αντιδρούν, μεταξύ άλλων, και στο ενδεχόμενο να χάσουν το 12% που εισπράττουν από τις πωλήσεις βιβλίων και άλλων προϊόντων του ΤΑΠ. Από τα 80 αναψυκτήρια σε αρχαιολογικούς χώρους, μόνο 15 συγκεντρώνουν περίπου το 80% των επισκεπτών. «Αυτά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, εκμισθώνονται σε τρεις οικογένειες εδώ και δεκαετίες. Είναι αμετακίνητες. Συμμετείχαν σε διαγωνισμούς και κέρδιζαν με μισθώματα εξωπραγματικά», σύμφωνα με την κ. Λούβη.

Οσο και αν πρέπει να αποφεύγουμε τις γενικεύσεις, τα προβλήματα είναι τόσα και η αντίσταση στη βελτίωση τόσο σθεναρή που και περισσότεροι να είναι οι καλοί και τίμιοι, χρωματίζονται όλοι από τη συμπεριφορά του κλάδου ως σύνολο. Εχουμε δει αρχαιοφύλακες που τιμούν την αποστολή τους με ευγένεια και σοβαρότητα, όπως έχουμε δει άλλους να συμπεριφέρονται σαν βλοσυροί ιδιοκτήτες των αρχαιοτήτων. Φυσικό είναι άνθρωποι να μη θέλουν να χάσουν προνόμια του παρελθόντος και δη σε μια τόσο δύσκολη εποχή. Ευθύνη της πολιτείας, όμως, είναι να λύσει προβλήματα χωρίς να λογαριάζει απειλές όπως «θα σου κλείσω την Ακρόπολη». Για να φθάσουμε σε αυτό το σημείο, όμως, τόσο υπάλληλοι όσο και υπουργοί πρέπει να καταλάβουν ότι ούτε ο ένας ούτε ο άλλος είναι ιδιοκτήτες μιας περιουσίας που οφείλουν να προστατεύουν και να τιμούν με κάθε τους πράξη.

 ΝΙΚΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΑΣ


  03.09.2017