Δεξιότερα, σκληρότερα, ασταθέστερα η Γερμανία.

Δεξιότερα, σκληρότερα, ασταθέστερα η Γερμανία.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Η εποχή των τεράτων στο Βερολίνο  
 (2) Μήπως διαβάζουμε λάθος τις γερμανικές εκλογές;.
 (3) Όταν η «αιώνια λιακάδα» του γερμανικού κατεστημένου σκοτεινιάζει…
(4) Το μήνυμα των γερμανικών εκλογών και ο πολιτικός γρίφος για την Merkel.




Αν η ερώτηση είναι το τι θα αλλάξει στην πολιτική της Γερμανίας απέναντι στην Ελλάδα από αύριο, η απάντηση είναι: Τίποτε. Η γερμανική κυβέρνηση υπό οποιοδήποτε από τα μεγάλα κόμματα θα εξακολουθούσε να ασκεί την οικονομική πολιτική που αποδίδει στη Γερμανία πάνω από 1 δις ευρώ κέρδη μόνο από την Ελλάδα, και, φυσικά, έχει τη σφραγίδα του επικυρίαρχου. Η αλλαγή στη Γερμανία, αν υπάρξει, θα είναι μόνο προς το χειρότερο!

Οι δεξιοί Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ έχασαν χτες περίπου 8% και από το 40% που είχαν πέφτουν στο 32%. Ταυτόχρονα, οι ακροδεξιοί ανεβαίνουν από το περίπου 5% στο 13%, κερδίζοντας όσο ποσοστό χάνει η Μέρκελ! Υπάρχει μετατόπιση των δεξιών Γερμανών προς την ακροδεξιά; Αναμφισβήτητα. Αλλά, δεν είναι η μόνη.

Οι Σοσιαλδημοκράτες του Σούλτς χάνουν περίπου 4,5% και πέφτουν στο 20% θρηνώντας! Πού πήγαν οι ψήφοι τους; Οι Πράσινοι και το αριστερό Die Linke παραμένουν στα ποσοστά τους. Δεν έφυγαν προς τα εκεί οι ψηφοφόροι τους.

Οι Φιλελεύθεροι, όμως, διπλασίασαν τα ποσοστά τους και πήραν περίπου 10%! Οι Φιλελεύθεροι είναι πολιτικά συγγενείς των Χριστιανοδημοκρατών. Είναι λιγότερο συντηρητικοί, αλλά, πάντως, συντηρητικοί.

Η μεγάλη εικόνα μας δείχνει μια αναμφισβήτητη πραγματικότητα: Υπάρχει μια δεξιά στροφή στη Γερμανία ή, για να το πούμε με άλλους όρους, η γερμανική κοινωνία γίνεται πιο συντηρητική, λιγότερο ανεκτική και πολύ λιγότερο ενοχική από το παρελθόν. Δεν ντρέπεται πια να ψηφίζει ναζί.

Υπάρχουν δύο παράγοντες κύριοι που δημιουργούν αυτό το φαινόμενο. Υπάρχουν και δευτερεύοντες. Οι κύριοι, όμως, είναι η μικρότερη ανοχή στη βία που προέρχεται από την ισλαμική τρομοκρατία και ο αντίστοιχος φόβος από την ανεξέλεγκτη διόγκωση του αριθμού των μεταναστών από τη Μέση Ανατολή στη Γερμανία. Διόγκωση που προκάλεσε η πολιτική ανοιχτών συνόρων της Μέρκελ με την στόχευση σε 1.000.000 μετανάστες ως εργατικό δυναμικό. Αλλά και τα αιματηρά χτυπήματα του ISIS μέσα στη χώρα.

Η δημιουργία εργατικού δυναμικού από τους μετανάστες, όμως, ήταν μια πρόκληση για τους κατοίκους της Ανατολικής Γερμανίας τουλάχιστον, που ακόμα πλήττονται από ανεργία, χαμηλότερα μεροκάματα και πιο υποβαθμισμένη ζωή σε σχέση με τους «δυτικούς». Η εξίσωση των δύο Γερμανιών δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο εδώ και 26 χρόνια!

Δεν είναι τυχαίο ότι τη μεγαλύτερη αύξηση την έχουν οι ακροδεξιοί σ αυτήν ακριβώς την περιοχή: Στην Ανατολική Γερμανία.

Ο αναγνώστης ίσως παρατηρήσει ομοιότητες στα αίτια της ανόδου της ακροδεξιάς και στις τρεις χώρες, Ελλάδα, Γερμανία, Γαλλία. Δεν είναι μόνο ρατσισμός και ξενοφοβία. Είναι ανασφάλεια διαβίωσης. Η ανεργία στην Ελλάδα είναι στα ύψη, αλλά και η Γαλλία δεν πάει πίσω, κυρίως στις υποβαθμισμένες περιοχές. Όσοι νομίζουν ότι η Γερμανία είναι ένας εργασιακός παράδεισος απατώνται! Η άνεργοι είναι περίπου 2.500.000, το 5,5% του εργατικού δυναμικού, ποσοστό πολύ χαμηλό σε σχέση και με το παρελθόν, αλλά…

Αλλά, το μεγαλύτερο μέρος των ανέργων είναι συγκεντρωμένο στις ανατολικές περιοχές, ενώ οι ευέλικτες μορφές εργασίας δίνουν και παίρνουν σε όλη τη χώρα. Η ανασφάλεια της παγκόσμιας οικονομίας δημιουργεί ανασφάλεια και στις επιμέρους οικονομίες, όσο ανθηρές κι αν είναι. Δεν ζουν στις μεταπολεμικές δεκαετίες της αισιοδοξίας για το μέλλον. Και η οικονομία είναι κατ αρχήν ΚΛΙΜΑ.

Ενώ, λοιπόν, για την Ελλάδα τίποτε δεν θα αλλάξει προς το ηπιότερο ως προς τη γερμανική στάση και τις γερμανικές απαιτήσεις στα μνημόνια, τα προαπαιτούμενα, τις αξιολογήσεις, στον υπόλοιπο κόσμο η στάση της νέας γερμανικής κυβέρνησης θα είναι σαφώς συντηρητικότερη και σκληρότερη.

Οι απώλειες της Μέρκελ και των Χριστιανοδημοκρατών καθώς και των σοσιαλδημοκρατών  είναι προς τα δεξιά. Κερδισμένοι είναι οι ακροδεξιοί και οι συντηρητικοί Φιλελεύθεροι αντίστοιχα. Το πιθανότερο σενάριο είναι η δημιουργία ενός κυβερνητικού συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών- Φιλελεύθερων- Πράσινων, οι οποίοι δεν έχουν καμιά σχέση με την επαναστατικότητα των πρώτων χρόνων. Ο κόσμος θυμάται με πόσο πάθος στήριξαν τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ!

Επομένως, η επανάκτηση της λαϊκής αποδοχής για την κ. Μέρκελ και η σταθεροποίηση των Φιλελεύθερων στη Βουλή περνάει μέσα από μια και μοναδική πολιτική: Δεξιότερα, σκληρότερα, σε σχέση με τη συγκυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών- Σοσιαλδημοκρατών που υπήρχε μέχρι σήμερα.

Τα μαντάτα είναι άσχημα. Μια συντηρητικότερη Γερμανία και μια θεαματική άνοδος της ακροδεξιάς εκεί είναι τα χειρότερα μηνύματα για όσους ελπίζουν σε μια οικονομική και κοινωνική πολιτική λιγότερης λιτότητας και λιγότερης βίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Οι Γερμανοί ακροδεξιοί είναι ένα λάβαρο για να ξεθαρρέψουν και οι Έλληνες και οι Γάλλοι ομοϊδεάτες τους. Θα το δούμε σύντομα. Ήδη πανηγυρίζει η Λεπέν. Και η μεν Γερμανία και η Γαλλία έχουν δυνάμεις να τους αντιμετωπίσουν. Εδώ έχουμε μια κυβέρνηση που εχθρεύεται εμπράκτως και ξηλώνει ο, τιδήποτε έχει σχέση με πατρίδα και θρησκεία, χωρίς διάλογο με την κοινωνία, φτωχοποιεί ταυτόχρονα τους πιο αδύνατους, δεν έχει μεταναστευτική πολιτική και αυξάνει την αμορφωσιά στα σχολεία. Η τέλεια συνταγή  για την αύξηση της ακροδεξιάς! Χωρίς να φταίει η Γερμανία! 

Γ. Παπαδόπουλος- Τετράδης


 25 Σεπτεμβρίου 2017 


ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

'

 1.
Η εποχή των τεράτων στο Βερολίνο  

Το 25% των Γερμανών πήγε πιο δεξιά από την δεξιά της Μέρκελ και του Σόιμπλε, 1 εκατομμύριο ψηφοφόροι των Χριστιανοδημοκρατών μετακινήθηκαν στο ακροδεξιό AfD και η ξενοφοβική και ρατσιστική Εναλλακτική για την Γερμανία μπαίνει στην Μπούντεσταγκ ως τρίτη πολιτική δύναμη με τουλάχιστον 80 έδρες.

Δεν είναι καλα νέα ούτε για την Ευρώπη, ούτε για την Ελλάδα καθώς αμφότερες έρχονται αντιμέτωπες με το χειρότερο δυνατό σενάριο που μπορούσαν να βγάλουν οι γερμανικές κάλπες: Την εκτίναξη της σκληρής και της άκρας δεξιάς, την παράλληλη αποδυνάμωση της Μέρκελ, την κατάρρευση των Σοσιαλδημοκρατών του Σουλτς, και την προοπτική ενός κυβερνητικού συνασπισμού με ελάχιστες δυνατότητες - ενδεχομένως και προθέσεις - να ηγηθεί ουσιαστικού και προοδευτικού ευρωπαϊκού μετασχηματισμού.

Ένας κυβερνητικός συνασπισμός "Τζαμάικα" - Χριστιανοδημοκράτες, Φιλελεύθεροι και Πράσινοι - είναι το πιθανότερο σενάριο μετα το χθεσινό εκλογικό αποτέλεσμα, με όλους τους αναλυτές να προεξοφλούν ήδη πολύ δύσκολες και μακρόχρονες διαπραγματεύσεις έως την τελική συμφωνία. Οι άλλες δύο εκδοχές είναι είτε μια κυβέρνηση μειοψηφίας Χριστιανοδημοκρατών και Πρασίνων με την ανοχή του SPD,  είτε η νέα προσφυγή στις κάλπες.

Την τελευταία εκδοχή φάνηκε να αποκλείει ήδη η Άνγκελα Μέρκελ σπεύδοντας να δηλώσει χθες το βράδυ "λάβαμε εντολή να σχηματίσουμε κυβέρνηση." Το σενάριο της κυβέρνησης μειοψηφίας μοιάζει επιςης εξαιρετικά δύσκολο καθώς η ψήφος ανοχής του SPD θα έχει υψηλό πολιτικό κόστος για την ήδη βαριά ηττημένη σοσιαλδημοκρατικά, ενώ ταυτόχρονα θα έδινε ντε φάκτο ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης στο ακροδεξιό AfD. Το "ηθικό ζήτημα" άλλωστε, ήτοι η μη εκχώρηση στο AfD του θεσμικού ρόλου της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ήταν και ένας από τους βασικούς παράγοντες που ώθησε το SPD να ανακοινώσει ρητά, αμέσως μόλις έκλεισαν οι κάλπες, ότι δεν θα μετάσχει στην κυβέρνηση και ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση ανανέωσης του "μεγάλου συνασπισμού" με τους Χριστιανοδημοκράτες.

Ο έτερος παράγοντας είναι απλώς το ένστικτο της πολιτικής επιβίωσης, καθώς - με τον Μαρτιν Σουλτς να φέρει και προσωπικά το ιστορικό βάρος - οι Σοσιαλδημοκράτες κατέγραψαν στις χθεσινές εκλογές το χαμηλότερο ποσοστό τους απο το 1933. 

Ως εκ τούτων,  η κυβερνητική σύμπραξη με τους Φιλελεύθερους (FDP) και τους Πράσινους μοιάζει μονόδρομος για την Μέρκελ με όλες τις πολιτικές στρεβλώσεις που μπορεί να συνεπάγεται ένα τέτοιο σχήμα. Η ίδια η Γερμανίδα καγκελάριος άλλωστε οδεύει προς την τεταρτη θητεία της εξαιρετικά αποδυναμωμένη - για "Πύρρειο νίκη" κάνει λόγο το Spiegel-, οι Χριστιανοδημοκράτες κατέγραψαν επίσης το χαμηλότερο ποσοστό τους απο το 1949, και η πολιτική ατζέντα στη Γερμανία δείχνει ήδη καταδικασμένη σε σκληρή δεξιά μετατόπιση.

Με αυτά τα δεδομένα, λίγοι στην Ευρώπη μπορούν να είναι σήμερα ευτυχείς. Το σχέδιο Μακρόν για τη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική , έστω και στην πιο ήπια εκδοχή του, τίθεται υπό την αίρεση των νέων απρόβλρπτων ισορροπιών στην γερμανική καγκελαρία, η ανοιχτή πολιτική της Μέρκελ στο προσφυγικό δείχνει ήδη να αποτελεί παρελθόν με βάση και τις χθεσινοβραδινές δηλώσεις της ίδιας, και το δόγμα "Πρώτα η Γερμανία" ισχυροποιείται με την ψήφο τόσο στο AfD όσο και στο FDP.

Το αυτό φαινεται να ισχύει και για το δόγμα Σόιμπλε - το μοντέλο της σκληρής λιτότητας - είτε παραμείνει ο ίδιος στο υπουργειο Οικονομικών, είτε τον διαδεχθεί ο Κρίστοαν Λίντνερ, ο ηγέτης των Φιλελεύθερων. Η θέση των Φιλελεύθερων για την Ελλάδα, άλλωστε, ήταν σταθερά κσι ρητά υπέρ του Grexit. Κι όσο κι αν η προεκλογική τους ρητορική αμβλυνθεί εάν μετάσχουν στην κυβέρνηση, το βέβαιο είναι πως το FDP δεν θα διευκολύνει ούτε την συζήτηση για ελάφρυνση του χρέους, ούτε τα σχέδια για εμβάθυνση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης...

Νικόλ Λειβαδάρη

http://tvxs.gr/news/ellada/i-epoxi-ton-teraton-sto-berolino

25/9/2017



2.
 Μήπως διαβάζουμε λάθος τις γερμανικές εκλογές;.

Η γενική εκτίμηση στα άρθρα που διαβάζουμε σήμερα για τις γερμανικές εκλογές είναι ότι η Άνγκελα Μέρκελ κέρδισε μια πύρρειο νίκη, το SPD υπέστη καθίζηση και οι ακροδεξιοί του AfD είναι οι κερδισμένοι των εκλογών, με το 13% που συγκέντρωσαν.

Και, όταν, μάλιστα, την περίοδο που βρίσκεται στην εξουσία διαχειρίζεται μια από τις χειρότερες οικονομικές κρίσεις, μια τεράστια προσφυγική εισβολή και τη μεταβατική περίοδο προς νέες μορφές παγκοσμιοποίησης. Είναι σαφής νίκη. Αν μετά από 12 χρόνια στην εξουσία ένα κόμμα εμφανιζόταν χωρίς απώλειες τότε θα είχαμε ανατροπή όλων των στατιστικών δεδομένων που έχουν σχέση με την πολιτική. Η Μέρκελ κέρδισε τις εκλογές όπως αναμενόταν, και το SPD έχασε, όπως και πάλι αναμενόταν. Το ποσοστό δε του ακροδεξιού AfD ήταν απολύτως αναμενόμενο.

Η Γερμανία είναι σήμερα μια χώρα δημοκρατική, αλλά η χώρα που οδήγησε την Ευρώπη σε δύο παγκόσμιους πολέμους είναι αδύνατον να μην έχει στους κόλπους της ένα ποσοστό ανθρώπων με ακραίες αντιλήψεις. Και –για να είμαστε αντικειμενικοί στις προσεγγίσεις μας– το AfD μπορεί να είναι ξενοφοβικό και αντιευρωπαϊκό, δεν έχει δώσει δείγματα ωστόσο ότι είναι ναζιστικό. Οι πολιτικές αναλύσεις δεν γίνονται στη βάση ενός βολονταρισμού του αναλυτή.

Το SPD πήρε το μήνυμα

Θα περάσει στην αντιπολίτευση. Έπρεπε να το κάνει εδώ και καιρό. Τα 15 από τα τελευταία 19 χρόνια βρίσκεται στην κυβέρνηση. Η διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας δεν του άφηνε περιθώριο να σκεφτεί την ταυτότητά του. Τι είναι και τι εκπροσωπεί. Στην αντιπολίτευση θα πρέπει να επαναπροσδιορίσει την ιδεολογία, την πολιτική και τους στόχους του. Είναι το μεγαλύτερο σοσιαλιστικό κόμμα στην Ευρώπη, και αυτό από το οποίο, ενδεχομένως, να υπάρξει μια νέα σοσιαλδημοκρατική πρόταση. Αυτό το κενό, της νέας Σοσιαλδημοκρατίας, δεν μπορεί να το καλύψει ούτε η ελληνική Αριστερά, ούτε η κατακερματισμένη πια ιταλική, ούτε από ό,τι φαίνεται η διαλυμένη γαλλική. Πέφτει στους ώμους της γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας η οποία έχει βαριά ιστορία.

Χρειάζεται πολιτικούς αλλά και διανοουμένους. Μέχρι σήμερα δεν έχουν εμφανιστεί ούτε οι μεν ούτε οι δε.

Το 1998 το 49% των ψηφοφόρων της εργατικής τάξης προτιμούσε το SPD και το 29% το CDU, στις εκλογές της Κυριακής τα ποσοστά αυτά μειώθηκαν σε 25% και 23% αντίστοιχα. Η εργατική τάξη εγκαταλείπει τα παραδοσιακά κόμματα που υποστήριζε, αλλά πρώτα τα κόμματα αυτά εγκατέλειψαν την εργατική τάξη. Η απάντηση της Σοσιαλδημοκρατίας στην παγκοσμιοποίηση ήταν ο «αριστερός νεοφιλελευθερισμός». Η διαχρονική εκλογική επιτυχία του κόμματος της Μέρκελ οφείλεται στα νεοφιλελεύθερα μέτρα που πήρε ο σοσιαλδημοκράτης Σρέντερ, όταν ήταν στην εξουσία. Αλλά, η δυναμική των μέτρων εκείνων εξαντλήθηκε. Όπως και εξέλιπε η παραδοσιακή εργατική τάξη. Δεν υπάρχει ο γνωστός προλετάριος. Και σε λίγα χρόνια θα αλλάξει εντελώς και ο εργαζόμενος. Η επανάσταση της ρομποτικής τεχνολογίας θα είναι καταλυτική. Αυτά που έχουμε βιώσει ως σήμερα δεν είναι τίποτε μπροστά στις αλλαγές που έρχονται στην παραγωγή σε πέντε με δέκα χρόνια. Και εκεί παίζεται το παιχνίδι. Με άλλους όρους, ίσως καταστεί επίκαιρο αυτό που είπε ο Λένιν το 1922 κρίνοντας το σύνθημα «δημοκρατία στην παραγωγή», που υποστήριζε ο Μπουχάριν: «Η παραγωγή είναι πάντοτε αναγκαία, η δημοκρατία όχι…» είπε ο ηγέτης της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Αυτή η σχέση κοινωνίας, δημοκρατίας και παραγωγής επαναπροσδιορίζεται με τις νέες τεχνολογικές εξελίξεις.

Η Γερμανία κινείται πολύ αργά

Το θέμα αυτό δεν το έχει αντιληφθεί ούτε το κόμμα της Μέρκελ. Οι αλλαγές που επιφέρει η τεχνολογία είναι ταχύτατες, και η Γερμανία κινείται πολύ αργά. Έτσι θα συνεχίσει να κινείται και στο μέλλον. Αν και η ελίτ της αντιλαμβάνεται πως μπορεί, σήμερα, να βρίσκεται στην διεθνή πρωτοπορία σε ό,τι αφορά την παραγωγή προϊόντων, η εποχή αυτή, όμως, φθάνει στο τέλος της διότι οι ανταγωνιστές της την πλησιάζουν.

Η Γερμανία πρέπει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και η προσαρμογή αυτή θα γίνει διότι διαθέτει ισχυρή και σκληρή αστική τάξη.

Όταν η τάξη αυτή ενοχλήθηκε από τα μέτρα που πήγε να πάρει ο Όσκαρ Λαφοντέν ως υπουργός Οικονομικών, ο ισχυρός Γερμανός πολιτικός εξαφανίστηκε εν μια νυκτί. Την επομένη δεν πήγε στο υπουργείο του και εξήγηση δεν δόθηκε καμιά. Συνεπώς, είναι αβάσιμο να λέγεται πως οι ιδεοληψίες οποιουδήποτε μικρού ή μεγαλύτερου κόμματος θα καθορίσουν τη γερμανική πολιτική. Η πολιτική αυτή θα στραφεί προς τα εκεί που θα συμφέρει τη χώρα.

Ποιο θα είναι, λοιπόν, το συμφέρον της Γερμανίας στο επόμενο διάστημα; Από την απάντηση που θα δοθεί στο ερώτημα αυτό θα εξαρτηθούν οι γερμανικές επιλογές. Όχι από το τι λέει ο κάθε βουλευτής ή μικροστέλεχος των κομμάτων.

Το τέλος του μεγάλου συνασπισμού και η νέα κυβέρνηση
Η Γερμανία δεν μπορούσε να προχωρήσει άλλο με τον μεγάλο συνασπισμό. Ο κόσμος εγκαταλείπει τα μεγάλα παραδοσιακά κόμματα και τον κόσμο αυτό θα πρέπει να τον συσπειρώσει ένα κόμμα στο οποίο θα μπορέσουν να πιστέψουν οι δυσαρεστημένοι. Το κόμμα αυτό, όμως, θα πρέπει να είναι αποδεκτό και από το κατεστημένο. Οι σοσιαλδημοκράτες μπορούν να επιτελέσουν το ρόλο αυτόν. Αν τα καταφέρουν, η επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα είναι δική τους.

Το πιθανότερο κυβερνητικό σενάριο στη Γερμανία είναι τα χρώματα της σημαίας της Τζαμάικας: Χριστιανοδημοκράτες, Φιλελεύθεροι, Πράσινοι.

Δύο εταίροι των Χριστιανοδημοκρατών που θα αλληλοεξουδετερώνονται, οπότε η τελική απόφαση θα βρίσκεται στα χέρια της Μέρκελ.

Το μέλλον της Ευρώπης

Η Ευρώπη συμφέρει, ακόμη, στη Γερμανία. Αν και οι ίδιοι οι Γερμανοί κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν όταν τους το επισημαίνεις, η Γερμανία μόνη της είναι μικρή δύναμη στη διεθνή σκηνή. Ως ηγεμονεύουσα της Ευρώπης διαδραματίζει ρόλο στην πρώτη γραμμή. Δεν φαίνεται να έχει λόγους να εγκαταλείψει την Ευρώπη. Ποια Ευρώπη, όμως; Ούτε η σημερινή αλλά ούτε και η Ευρώπη του Μακρόν. Μια Ευρώπη στην οποία θα συγκλίνει ο γαλλογερμανικός άξονας και της οποίας τα χαρακτηριστικά δεν είναι, ακόμη, αδρά.

Το ερώτημα, για εμάς, είναι αν αυτή η Ευρώπη θα περιλαμβάνει και την Ελλάδα. Με όσα είναι αυτήν τη στιγμή γνωστά, η απάντηση είναι θετική.

Η Γερμανία στη νέα πολιτική της θα έχει προβλήματα διαφορετικής φύσεως με διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Με την Ελλάδα οικονομικά, με την Ουγγαρία και την Πολωνία διαχείρισης των προσφύγων, με άλλες χώρες διάφορα άλλα. Θα πρέπει να συνθέσει. Δεν είναι σίγουρο ότι μπορεί.

Και η αστική της τάξη και η διανόησή της και οι πολιτικοί της αλλά και ο λαός της έχουν την άποψη πως θα πρέπει να είναι πρώτοι και μόνοι. Να ωφελούνται αυτοί και οι άλλοι ας χάνουν. Οι χθεσινές εκλογές κατέδειξαν ότι και με αυτό ως δεδομένο οι ψηφοφόροι δεν ήταν ικανοποιημένοι από την κυβέρνησή τους. Τι επιθυμούν;

Όσοι γνωρίζουν καλά τη Γερμανία –και το ακούσαμε και στις συζητήσεις που έγιναν στην τηλεόραση– υποστηρίζουν πως η χώρα έχει προβλήματα στις υποδομές της, στο εκπαιδευτικό σύστημά της, στο σύστημα υγείας κτλ. Το μεταναστευτικό ήταν ένα επιπλέον πρόβλημα.

Οι γερμανοτουρκικές σχέσεις

Θα μπορέσει να τα διαχειριστεί αυτά η Άνγκελα Μέρκελ; Οι Χριστιανοδημοκράτες φαίνονται φειδωλοί στο θέμα των οικονομικών παροχών, αν και το θησαυροφυλάκιο της χώρας πρέπει να είναι γεμάτο. Στο θέμα των μεταναστών θα υπάρξουν εξελίξεις που ίσως ευνοήσουν και την Ελλάδα, σε περίπτωση που το Βερολίνο επιβάλλει την κατανομή τους στις ευρωπαϊκές χώρες. Αλλά θα πρέπει να διαμορφώσει καλές σχέσεις και με την Τουρκία, διότι το προσφυγικό είναι ένα ζήτημα που μπορεί να το χρησιμοποιήσει ο αδίστακτος ο Ερντογάν. Με τεταμένες τις γερμανοτουρκικές σχέσεις τα πράγματα θα είναι δύσκολα και για την Ελλάδα.

Θα θελήσει η Μέρκελ να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Άγκυρα; Πώς θα αντιδράσουν οι Φιλελεύθεροι ως κυβερνητικός της εταίρος;

Η Τουρκία έχει παραδοσιακά καλές σχέσεις με τη Γερμανία και οι γερμανικές βιομηχανίες έχουν αναπτύξει σημαντικές εργασίες με την Τουρκία. Βελτίωση στις σχέσεις των δύο χωρών θα υπάρξει, έστω και αν πάρει χρόνο. Δεν είναι σίγουρο όμως πως η Τουρκία χωράει στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική.


Τέλος, εκεί που θα κληθεί να απαντήσει η νέα γερμανική κυβέρνηση είναι τι μέτρα θα πάρει για να κρατηθεί η Γερμανία στην κορυφή του νέου παγκόσμιου περιβάλλοντος. Δεν αποκλείεται η Μέρκελ να προσπαθήσει να χρονοτριβήσει στο θέμα αυτό και να αφήσει τη νέα σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση το 2022 να τα χρεωθεί.
 
του ΠΑΝΤΕΛΗ ΣΑΒΒΙΔΗ

http://www.anixneuseis.gr/?p=175973

25/9/17



3.
 Όταν η «αιώνια λιακάδα» του γερμανικού κατεστημένου σκοτεινιάζει…

Οι κλαυθμοί, λυγμοί και οδυρμοί για την άνοδο μιας σκληρής ακροδεξιάς στις γερμανικές εκλογές, που πραγματοποιήθηκε από μια μάλλον πληβειακή εκλογική κινητοποίηση όπως αποτυπώνεται στην γεωγραφία των εκλογικών αποτελεσμάτων, δεν ωφελούν, ούτε χρησιμεύουν σε τίποτα –πέραν μιας ναρκισσιστικής αυτοαναφορικότητας που θέτει ως μέτρο του πολιτικά ορθού την δημόσια έκφραση αναθεμάτων σε κάθε δυνατό τόνο και έκφραση.

Αν δεν βγει κανείς από την ριζοσπαστικά φιλελεύθερή του σαπουνόφουσκα και κοιτάξει πως μετατρέπει η παγκοσμιοποίηση τις κοινωνίες σε ‘κοιλάδες των δακρύων’, οπισθοδρομώντας σε καθεστώτα εντατικής εκμετάλλευσης και κερδοφορίας, τσακίζοντας τους μηχανισμούς της λαϊκής κυριαρχίας, και διαλύοντας κάθε έννοια πολιτιστικής συνοχής, τότε δεν θα κατανοήσει ποτέ το γιατί αυτή η άνοδος φάνταζε εδώ και πολύ καιρό αναπόφευκτη, μιας και το αντιδραστικό ρεύμα είχε προ πολλού εξασφαλίσει ρόλο προνομιακού συνομιλητή με εκείνους που αυτό ακριβώς το καθεστώς έχει ρημάξει, και βρίσκονται στις χαμηλότερες κλίμακες, στα ‘υπόγεια’ της γερμανικής κοινωνίας.

Πράγμα που συνέβη, μπροστά στα μάτια μας τα τελευταία χρόνια, ενόσω η αριστερά «πετούσε αετό» στην αιώνια λιακάδα του δικαιωματισμού, κλείνοντας το μάτι σε αυτό ακριβώς το καθεστώς άγριας λεηλασίας, και μεμονωμένες φωνές από αυτήν, όπως της Σάρα Βάνεγκεχτ, υπήρξαν εν τέλει πολύ ‘λίγες’ όσο συγκροτημένες κι αν είναι, για να αποτρέψουν την ολοκληρωτική ενσωμάτωση μέσα στο σύστημα.

Το AfD, λοιπόν, βγήκε δεύτερο στην Ανατολική Γερμανία, που αποτελεί την ‘σκοτεινή πλευρά’ του γερμανικού θαύματος –και πρώτο στην Σαξονία. Η ιστορική προοπτική των τελευταίων 20 ετών φωτίζει τα αίτια του αποτελέσματος: Το κυβερνών CDU, και συγκεκριμένα ο Σόιμπλε ήταν εκείνος που διαπραγματεύτηκε τους επαχθείς όρους της επανένωσης, τσακίζοντας τις κοινωνικές υποδομές της Πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας με την διαβόητη Τρόιχαουντ –τον προπάτορα του δικού μας υπερταμείου. Η κυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών-Πρασίνων ήταν εκείνη που προκάλεσε την πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, με τις περίφημες μεταρρυθμίσεις Hertz στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Οι πολιτικές αυτές μετέβαλαν την Ανατολική Γερμανία σε «έρημη χώρα», οι περισσότεροί της νέοι την εγκατέλειψαν αφήνοντας πίσω, μόνον τους no-future της γενιάς τους, οι μεγαλύτεροι λύγισαν μέσα στην κατάθλιψη της ανεργίας, και την δυσπραγία μιας πρόνοιας που διαρκώς συρρικνώνεται.

Άμεση συνέπεια αυτών των πολιτικών, οι οποίες οδήγησαν το γερμανικό κράτος και το κεφάλαιο στο να ηγεμονεύσει εντός της Ευρώπης, και δημιούργησαν το πλαίσιο ευημερίας για τα δυτικο γερμανικά μεσοστρώματα, ήταν να περιθωριοποιήσουν ολάκερες περιοχές της ‘γερμανικής ενδοχώρας’ που κείται στα Ανατολικά. Αφού πρώτα την ξεζούμισαν, βεβαίως, στο πλαίσιο της πρώτης φάσης ‘άγριας συσσώρευσης’ της γερμανικής επέκτασης, για να ακολουθήσουν τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης και εκείνα της βόρειας Βαλκανικής.

Η τελευταία πράξη αυτού του κοινωνικού δράματος, και η θρυαλλίδα ανόδου της ακροδεξιάς παίχτηκε με την μερκελική Willkommenskultur, την πολιτική που επικροτεί και εκθειάζει το παγκοσμιοποιητικό μπλοκ σε όλες του τις εκφράσεις, από τον Σόρος μέχρι την… Βανέσα Ρέντγκρεηβ. Χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τα εκατομμύρια των προσφύγων που συνωστίζονται από την Συρία και την λοιπή Μέση Ανατολή, την Βόρεια Αφρική και την Κεντρική Ασία στον προθάλαμο της Ευρώπης, το γερμανικό κράτος και το κεφάλαιο θα αποπειραθούν να «αλλάξουν λαό»: Να αποσύρουν τους ‘ρημαγμένους’ στα αζήτητα της γερμανικής πολιτικής και κοινωνικής ζωής, εισάγοντας ένα δυναμικό πολυπολιτισμικό πλήθος που «θα λύσει το δημογραφικό», θα αποσυμπιέσει προσωρινά τα ταμεία, και, το κυριότερο θα αποτελέσει την μελλοντική κάστα εργαζόμενων μηδαμινών διεκδικήσεων και προοπτικών, καθώς θα παραμείνουν εγκλωβισμένοι στα δικά τους πολιτισμικά γκέτο:

Ο ολοκληρωτικός κοινωνικός διαχωρισμός που επιτυγχάνεται μέσω του πολυπολιτισμικού μετασχηματισμού[1], επιδιώκεται πλέον ανοιχτά καθώς θρυμματίζει την ενότητα της λαϊκής κυριαρχίας, απελευθερώνοντας τις ελίτ από την δέσμευση να υπηρετούν έστω και προσχηματικά την εντολή που τους παραδίδει η κοινωνία, η οποία πλέον κομματιάζεται: Είναι το σημείο όπου η προοπτική της ομοσπονδιακής Ευρώπης των περιφερειών που προωθούν οι άρχουσες τάξεις, συμπίπτει έστω αυθόρμητα και συγκυριακά με εκείνην του ευρωπαϊκού Ισλάμ, το οποίο συγκροτείται εξ ίσου περιφερειακά, σε αναφορά με την υπερεθνική θρησκευτική κοινότητα της ούμμα, για την οποία είχαν την οικονομίστικη αυταπάτη ότι θα μπορούσαν να ενσωματώσουν σχετικά εύκολα στην νέα παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα.

Σήμερα γνωρίζουμε ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει, όπως γνωρίζουμε επίσης και ότι αυτή η πολιτική της Μέρκελ αποτέλεσε το ‘σημείο τελικής ρήξης’ πλατιών κοινωνικών στρωμάτων με το πολιτικό κατεστημένο, ρήξη που τροφοδότησε και την άνοδο του AfD το οποίο δεν είναι απλώς ‘ακροδεξιό’, αλλά γυρεύει ακόμα και να εξωραΐσει ορισμένες πλευρές του ναζιστικού καθεστώτος.

Η ιστορική σημασία ένταξης ενός τέτοιου σχηματισμού στο γερμανικό κοινοβούλιο δεν έχει συζητηθεί όσο της πρέπει, σε μια δημόσια σφαίρα όπου όπως είπαμε κυριαρχούν θεαματικές, και γι’ αυτό κροκοδείλιες εκφράσεις αναθεμάτων. Όμως, αυτό που καταδεικνύεται από την επιτυχία του ΑfD δεν είναι τίποτε λιγότερο από την οριστική διάρρηξη της γερμανικής μεταπολεμικής συναίνεσης, το τέλος ενός καθεστώτος που αναζητούσε σημείο ισορροπίας δια της ενσωμάτωσης των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων, και όχι δια του αποκλεισμού και της υποκατάστασης των αναλώσιμων όπως κάνει σήμερα ο κοινωνικός δαρβινισμός του γερμανικού οικονομικού φιλελευθερισμού: Τα φαντάσματα, λοιπόν, εισβάλουν στο παρόν ακριβώς γιατί διερράγησαν οι δικλείδες ασφαλείας που τα εξανάγκαζαν να μείνουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας από μια πολιτική διαχείριση που δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα κοινωνικών και πολιτιστικών αντιθέσεων, το οποίο σχίζει την κοινωνία στα δύο, για να ξεπηδήσει όλη εκείνη η δυναμική του αρνητικού που φωλιάζει στο ιστορικό της υπόστρωμα.

Αυτό που συνέβη στις χτεσινές εκλογές, είναι ότι επισημάνθηκε και εκλογικά η ύπαρξη δύο παράλληλων κόσμων που διατηρούν αντίστροφες προοπτικές: Επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης, ή επιβράδυνσή της και ενδυνάμωση του εθνικού κράτους; Η ‘γερμανική Ευρώπη’ της ευρωπαϊκής Γερμανίας εναντίον της παρατημένη ενδοχώρας της Ανατολής. Το ότι  μάλιστα η αντίθεση εκφράζεται δια του AfD, με τα χαρακτηριστικά που προείπαμε, και καταγράφεται επιπλέον ως ανερχόμενη, την ίδια στιγμή που όλες οι εκφράσεις του κατεστημένου μετρούν απώλειες, έχει θέσει σε συναγερμό τις ιθύνουσες τάξεις του γερμανικού θαύματος.

Προφανώς και μιλάμε για την Γερμανία, το πολιτικό της σύστημα, το πολύπλοκο οικοδόμημα της εξουσίας, σχεδιασμένο έτσι ώστε να εξασφαλίζει πάντοτε ένα σημείο ισορροπίας. Το AfD δεν ανέρχεται ως διεκδικητής της εξουσίας, αλλά ως κόμμα διαμαρτυρίας που επιθυμεί να παίξει τον ρόλο καταλύτη και να αντιστρέψει την ατζέντα των γερμανικών ελίτ, αφού τους πιέζει να εγκαταλείψουν τον μέχρι χθες ηγεμονικό κοσμοπολίτικο φιλελευθερισμό των αγορών. Έπειτα από την παγκοσμιοποιητική Belle Époque των δεκαετιών 1990 και 2000, η ευρωπαϊκή πολιτική τάξη σκοτεινιάζει, γιατί πλέον η άνοδος του γενικού κοινωνικού και πολιτικού κόστους της ίδιας της παγκοσμιοποίησης, απειλεί να θρυμματίσει τις ίδιες τις συναινέσεις πάνω στις οποίες είναι εγκαθιδρυμένο το παρόν σχέδιο διακυβέρνησης. Άρα τι θα κάνει;

Η αναδίπλωση που απαιτείται, προς μορφές οικονομικού και κοινωνικού προστατευτισμού, οι οποίες θα επουλώσουν κάποια από τα ρήγματα της παγκοσμιοποίησης, και θα στείλουν ξανά την άκρα δεξιά στο πολιτικό περιθώριο,  δεν είναι εύκολη: Είναι το ίδιο το γερμανικό κεφάλαιο που έχει ανάγκη την εισαγωγή ξένων εργατικών χεριών, ή την «ήπια μεταχείριση» (sic!) απέναντι στην Ελλάδα ώστε να ξεζουμίσει τις υποδομές της. Εκείνο που εν τέλει ποντάρει σε μια ομοσπονδιακή Ευρώπη, καθώς γνωρίζει καλά πως αυτή θα είναι πολύ περισσότερο ‘γερμανική’ από την σημερινή. Υπάρχει, δηλαδή, ένα πραγματικό πρόβλημα μετάβασης, που εδράζεται στην αντιφατικότητα των οικονομικών και των πολιτικών συμφερόντων που διαποτίζει τον ‘οικονομικό γίγαντα’ της Ευρώπης. Και αυτό ακριβώς αποτυπώνει ο χάρτης των χτεσινών εκλογικών αποτελεσμάτων: Την ταυτόχρονη ύπαρξη ενός κοινωνικού μπλοκ που απαιτεί την επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης για την υπέρβαση της κρίσης, και ενός άλλου που απαιτεί την εγκατάλειψή της για την αποκατάστασή του από αυτήν.

Μια αντίφαση προοπτικών που ενδέχεται να καταγραφεί ακόμα και στην σύνθεση του ίδιου του κυβερνητικού σχηματισμού, στην περίπτωση που επιβεβαιωθεί το σενάριο ‘τζαμάικα’– Χριστιανοδημοκράτες / χριστιανοκοινωνιστές, Φιλελεύθεροι, Πράσινοι. Οι τελευταίοι, ως το κόμμα των οργανικών διανοούμενων και των διευθυντών της παγκοσμιοποίησης, αξιώνουν αυτήν την επιτάχυνση για την οποία μιλήσαμε· οι φιλελεύθερο, αλληθωρίζουν προς την ατζέντα του AfD, και καθ όλη την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου γύρεψαν να την αποσπάσουν, για να του πάρουν από τα χέρια του την τρίτη θέση· το μεγάλο κόμμα του Συνασπισμού, ισορροπεί πάνω σε τεντωμένο σχοινί ανάμεσα στην ‘σκληρή ατζέντα’ του Σόιμπλε, και την παγκοσμιοποιητική της Μέρκελ.

Η κρίση στο εσωτερικό των ελίτ βαθαίνει. Πολλαπλασιάζονται οι τάσεις αστάθειας και αβεβαιότητας, πίσω από την φαινομενική επιβεβαίωση της μερκελικής παντοδυναμίας. Πρόκειται για συνθήκες μέσα στις οποίες αρέσκεται να καταφεύγει σε αποδιοπομπαίους τράγους, μετακυλώντας την έντασή της πάνω τους. Και ένας από αυτούς είμαστε εμείς, που τελούμε σήμερα υπό γερμανικό diktat, και άρα επηρεαζόμαστε έμμεσα από τις χτεσινές εκλογικές εξελίξεις.  Το αποτέλεσμά τους, έτσι, σαφέστατα συνηγορεί υπέρ της εφαρμογής ακόμα σκληρότερων όρων κυριαρχίας επάνω μας.


[1] Μπορούμε να λύσουμε το μυστήριο της ταύτισης πολυπολιτισμικής και ανοιχτής κοινωνίας στον σημερινά κυρίαρχο λόγο, μόνον αν αναλογιστούμε την δραματική έλλειψη ιστορικής και κοινωνικής συνείδησης που χαρακτηρίζει την εποχή μας: Στο 99% των περιπτώσεων ανάδυσης πολυπολιτισμικών κοινωνιών μέσα στην ιστορία, αυτές συγκροτούνται από την κατάκτηση ενός πολιτισμού από έναν άλλον: Η συνύπαρξη είναι εκείνην που σφυρηλατείται μεταξύ του Κυρίου και του Δούλου. Η δε Αμερική των αρχών του 20ου αιώνα, μ’ έναν πολυπολιτιστικό ρομαντισμό που αφηγείται ότι οι μετανάστες θα πραγματοποιήσουν την εποποιία της ταχείας εκβιομηχάνισης και του καπιταλιστικού εκσυγχρονισμού, τελούσε στην πραγματικότητα υπό ένα καθεστώς άγριας και εντατικής εργασιακής εκμετάλλευσης, το οποίο συνοδευόταν από έντονο πολιτιστικό κατακερματισμό, σκληρές διαπολιτισμικές συγκρούσεις, και την ανάδυση ισχυρών ρατσιστικών αντανακλαστικών. Ο βαθμός «ανοιχτότητας» που επιδεικνύει ο εκάστοτε πολιτισμός στον ‘πολιτισμικά άλλο’ εξαρτάται από το ίδιο το περιεχόμενο των αξιών του, το τι δηλαδή πρεσβεύει, και όχι από το εάν είναι έτοιμος να σχετικοποιήσει ή ακόμα και να αμφισβητήσει αυτές τις αξίες στ’ όνομα της φιλοξενίας.

Του Γιώργου Ρακκά,
 δρ. κοινωνιολογίας, μέλος του κινήματος Άρδην.

http://www.anixneuseis.gr/?p=175970

25/9/17   



 4.
Το μήνυμα των γερμανικών εκλογών και ο πολιτικός γρίφος για την Merkel.

Όσο οι χώρες της ευρωζώνης έβλεπαν τα προηγούμενα χρόνια την οικονομική κρίση να αποδυναμώνει τα πολιτικά τους συστήματα, να συρρικνώνει άλλοτε κραταιά κόμματα διακυβέρνησης και να φέρνει στα όριά τους τις κοινωνικές αντοχές, τόσο η Γερμανία φάνταζε ως "ευτυχής εξαίρεση”, ως ένα "λιμάνι σταθερότητας και ευημερίας μέσα σε μια ταραγμένη Ευρώπη”.

Η εικόνα αυτή αποκαλύπτεται, μετά τις χθεσινές βουλευτικές εκλογές, ότι θα πρέπει να αποδοθεί σε αυταρέσκεια ή απλώς σε "διαφορά φάσης”.

Το γερμανικό πολιτικό σύστημα βγαίνει πολύ αποδυναμωμένο, ενώ η Γερμανία συναντά το δικό της όριο υπό τη μορφή του εθνικισμού.

Η καγκελάριος Merkel εξασφαλίζει βέβαια μία τέταρτη θητεία στην καγκελαρία, καθώς η Χριστιανική Ένωση αποσπά το 32,9% της ψήφου (σύμφωνα με την τελευταία εκτίμηση αποτελέσματος της Infratest dimap για λογαριασμό του καναλιού ARD) και κατατάσσεται και πάλι πρώτη, με προβάδισμα 12,4 ποσοστιαίων μονάδων. Το τίμημα της νίκης όμως είναι η υποχώρηση κατά 8,7% και η προσγείωση στο δεύτερο χειρότερο μεταπολεμικό αποτέλεσμα της Χριστιανοδημοκρατίας. Ειδικά δε το αδελφό κόμμα των Χριστιανοκοινωνιστών της Βαυαρίας (το οποίο σε λίγους μήνες θα δώσει τη μάχη των εκλογών στο κρατίδιο που κυβερνά ανελλιπώς τις τελευταίες δεκαετίες) είχε απώλειες άνω του 11% και καταγράφει το χειρότερο αποτέλεσμά του από το 1949.

Οριακή είναι η κατάσταση και στους μέχρι σήμερα συγκυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες. Η αρχαιότερη πολιτική δύναμη της Γερμανίας απώλεσε 5,3% της δύναμής της και καθηλώθηκε στο 20,4%, συνεχίζοντας μια πορεία σχεδόν αδιάπτωτου εκλογικού μαρασμού που κρατά από την αναμέτρηση του 2005, στον απόηχο των μεταρρυθμίσεων Hartz IV που έπληξαν την σχέση του κόμματος με την παραδοσιακή εργατική του βάση. Η άμεση αντίδραση του ηγέτη του SPD Martin Schulz ήταν η ανακοίνωση ότι νέος "μεγάλος συνασπισμός” δεν θα υπάρξει και το κόμμα θα περάσει στην αντιπολίτευση. Το νέο αυτό έγινε δεκτό από τους οπαδούς των Σοσιαλδημοκρατών με ανακούφιση.

Ούτως ή άλλως τίποτε το "μεγάλο” δεν υπάρχει στον συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών, καθώς τα δύο κόμματα συγκέντρωσαν αθροιστικά μόλις το 53,2% της ψήφου και με αυτό τον ρυθμό δεν θα επαρκούν στο μέλλον για την διαμόρφωση κυβερνητικής πλειοψηφίας.

Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι το SPD που χρονολογείται από τον καιρό του Bismarck προηγείται κατά μόλις 7,4 μονάδες του τρίτου κόμματος, το οποίο ιδρύθηκε το 2013. Με ποσοστό 13% (ήτοι αυξημένο κατά 8,3% σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές) η "Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD) αποτελεί το φαινόμενο αυτής της αναμέτρησης, πόσω μάλλον που από δημιούργημα ευρωσκεπτικιστών οικονομολόγων καθηγητών έχει μετατραπεί, ιδίως μετά την προσφυγική κρίση του 2015, σε ξεκάθαρα ακροδεξιό μόρφωμα, πολύ ριζοσπαστικότερο των αντίστοιχων άλλων ευρωπαϊκών χωρών (λ.χ. στο θέμα της διατήρησης του ευρώ η Marine Le Pen ταλαντεύεται).

Η επιμονή των μέσων ενημέρωσης να αναδεικνύουν την προσφυγική κρίση ως την κύρια αιτία της ανάδυσης τηςAfD είναι εν πολλοίς παραπλανητική, καθώς οι εισροές έχουν εδώ και ενάμιση χρόνο μηδενιστεί, ενώ το ανατολικό τμήμα της Γερμανίας, όπου η ακροδεξιά αναδείχθηκε δεύτερη δύναμη, φιλοξενεί περί το 8% των προσφύγων όλης της χώρας.

Στην πραγματικότητα, η AfD γνώρισε ενδιαμέσως μεγάλους εσωτερικούς κλυδωνισμούς που δημιούργησαν την εντύπωση ότι επίκειται συρρίκνωσή της. Η εκλογική της επιτυχία οικοδομήθηκε τις τελευταίες ημέρες και θα πρέπει περισσότερο να αποδοθεί σε μια διάθεση τμήματος του εκλογικού σώματος (αυτού που πιστεύει ότι "η φωνή του δεν ακούγεται”) να τιμωρήσει την αυταρέσκεια του πολιτικού προσωπικού και να κλυδωνίσει ένα σκηνικό όπου όλες οι δυνάμεις έμοιαζαν να κινούνται δορυφορικά προς την Angela Merkel και δεν λειτουργούσε πια η πολιτική εναλλαγή. Η αποτυχία του SPD αποτελεί την πίσω όψη της ανάδυσης της AfD, ενώ η επίκληση της προσφυγικής κρίσης αποτέλεσε την ρωγμή από την οποία διοχετεύτηκε στον πολιτικό λόγο κάθε συσσωρευμένη δυσαρέσκεια και νομιμοποιήθηκε ένα εμπρηστικό στυλ αντιπαράθεσης, ξένο προς τις παραδόσεις της (φοβικής απέναντι στις εντάσεις) μεταπολεμικής Γερμανίας.

Επιπλέον, η τάση της Merkel να οικειοποιείται θέσεις από όλους τους χώρους, δημιούργησαν σε τμήμα του χώρου της Χριστιανοδημοκρατίας (από τον οποίο προέρχονται τα περισσότερα στελέχη της AfD) ταυτοτικό "κενό” και ζήτηση για καθαρή έκφραση των συντηρητικών αξιών.

Η κατεύθυνση που υπαγορεύουν οι ψηφοφόροι είναι αυτή της απομάκρυνσης από το κέντρο. Ήδη για τους Σοσιαλδημοκράτες η αναζήτηση μιας αριστερής στροφής αποτελεί όρο επιβίωσης, ενώ και για τη Χριστιανοδημοκρατία η επίκληση της ανάγκης να "μην δαιμονοποιηθεί”, να "αποκτήσει φωνή”, να "μην χαριστεί στους ακραίους” και να "ξανακερδηθεί” ο κόσμος που ψήφισε την AfD θα σημάνει τη σταδιακή ενσωμάτωση της ατζέντας της ακροδεξιάς όπου αυτό είναι εφικτό – λ.χ. στα θέματα νόμου και τάξης.

Ενδεχομένως αυτό να είναι το έργο του κόμματος των Ελευθέρων Δημοκρατών (FDP), που παρά τα θρυλούμενα ότι θα διεκδικήσει το υπουργείο Οικονομικών, ενδέχεται να επικεντρώσει την παρουσία του στην αυριανή συγκυβέρνηση σε θέματα άσχετα με τη δημοσιονομική πολιτική που αποτέλεσε την αιτία της εκλογικής συντριβής του το 2009.

Άλλωστε, παρά τη θέση του στην πολιτική γεωγραφία, ακόμη και το FDP έχει μετατοπισθεί σε λιγότερο κεντρώες τοποθετήσεις. Στην πραγματικότητα, οι ηχηρές καταγγελίες της AfD ως "νεοναζιστικής”, συσκοτίζουν το "συνεχές” που έχει διαμορφωθεί ανάμεσα στο νεότευκτο σχηματισμό, τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές και τοFDP, με κύριο χαρακτηριστικό τον (οικονομικό και όχι μόνο) εθνικισμό.

Το πώς σε αυτό το τοπίο θα προκύψει η "σταθερή κυβέρνηση” που οραματίζεται η Angela Merkel είναι μέγα ερώτημα. Όλες οι ενδείξεις παραπέμπουν σε μια λύση τύπου "Τζαμάικα”, με τη συνεργασία CDU, FDP και Πρασίνων. Οι τελευταίοι, οι οποίοι ενισχύθηκαν κατά 0,6% στο 9%, εμφανίζονται να θέτουν ως "κόκκινες γραμμές” απλώς τον σεβασμό του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας και την μείωση της εξάρτησης από τον άνθρακα. Με άλλα λόγια, δείχνουν μάλλον έτοιμοι να κλείσουν τον 12ετή κύκλο της απομάκρυνσής τους από την εξουσία.

Την εικόνα συμπληρώνει το κόμμα της Αριστεράς (Die Linke), το οποίο δεν μπόρεσε να διατηρηθεί στην τρίτη θέση, αλλά πάντως ενισχύθηκε κατά 0,5% στο 9,1%.


Συνολικά μιλώντας, η κατάσταση που διαμορφώνεται την επόμενη ημέρα προοιωνίζεται μια μακρά και δύσκολη περίοδο διαπραγματεύσεων για το σχηματισμό νέου κυβερνητικού συνασπισμού, ενώ η καγκελάριος θα είναι περισσότερο ευάλωτη και δύσκολα θα εξαντλήσει την νέα τετραετία της. Το γερμανικό πολιτικό σκηνικό θα γίνει περισσότερο δύσκαμπτο ως προς την αναμόρφωση της ευρωζώνης ή το προσφυγικό (ζητήματα άμεσου ελληνικού ενδιαφέροντος αμφότερα), η γερμανική κοινωνία θα εκδηλώσει τάσεις απαναπολιτικοποίησης, υπό το βάρος του σοκ της ανάδυσης της AfD, ενώ η άμβλυνση των γεωγραφικών και κοινωνικών ανισοτήτων καθώς και η ενίσχυση των επενδύσεων οφείλουν να έρθουν στο προσκήνιο εάν η πολιτική ηγεσία έχει όντως λάβει το μήνυμα του χθεσινού αποτελέσματος.

Του Κώστα Ράπτη

http://www.capital.gr/germania-ekloges/3242347/to-minuma-ton-germanikon-eklogon-kai-o-politikos-grifos-gia-tin-merkel

25/9/2017


 Οι απόψεις,που δημοσιεύονται στα εκάστοτε-χάριν ενημέρωσης και προβληματισμού-αναρτώμενα άρθρα,ή κάθε είδους κείμενα,του ιστολογίου μου, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνο τους αρθρογράφους που επώνυμα τις διατυπώνουν.  Οι ''υπογραμμίσεις'' -χρώμα,μέγεθος γραμματοσειράς και οι εικονογραφήσεις-με εικόνες από το World Wide Web-στις αναρτήσεις γίνονται με ευθύνη του blogger.

 Στο αρχικό  πρωτότυπο κείμενο  παραπέμπεστε μέσω των επισυναπτόμενων ενεργών συνδέσμων.