Η φυσική ιστορία της ανθρώπινης ηθικής.


Η φυσική ιστορία της ανθρώπινης ηθικής.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Ιδιοτελώς αλληλέγγυοι, εκ φύσεως.



 Η φυσική ιστορία της ανθρώπινης ηθικής

΄Οπως όλα δείχνουν, η εντυπωσιακή πρόοδος στην κατανόηση των βιολογικών προϋποθέσεων της ανθρώπινης συμπεριφοράς μάς επιβάλλει πλέον να αναθεωρήσουμε πολλές ιδεοληπτικές βεβαιότητες του παρελθόντος, όπως την αποκλειστικά πολιτισμική προέλευση των ηθικών προτύπων μας.

Μέχρι πρόσφατα, ο όρος «φυσική ιστορία» συνδεόταν μόνο με τις φυσικές εξελικτικές διεργασίες που διαμορφώνουν τα βιολογικά φαινόμενα, τα οποία θεωρούσαμε (εσφαλμένα) ότι καμία σχέση δεν έχουν με τα ανθρώπινα κοινωνικά-πολιτισμικά φαινόμενα.

Πώς αλλάζουν τη ναρκισσιστική αυτοεικόνα μας οι προσπάθειες κατανόησης- με επιστημονικούς και όχι με μεταφυσικούς όρους- της βιολογικής καταγωγής και των ορίων της ανθρώπινης ηθικής συμπεριφοράς; 

Οπως είδαμε, η επιστημονική έρευνα της αλτρουιστικής και της ιδιοτελούς συμπεριφοράς των ανθρώπων μάς αποκαλύπτει την ύπαρξη εντυπωσιακών ομολογιών με τις αντίστοιχες συμπεριφορές των άλλων κοινωνικών ζώων. Συμπεριφορές που επιλέχθηκαν και διατηρούνται από την εξέλιξη επειδή συμβάλλουν στην επιβίωση των κοινωνικών ζώων και του ανθρώπου.

Συνεπώς, η ιδέα της βιολογικής προέλευσης των ηθικών μας προδιαθέσεων δεν θα έπρεπε να στιγματίζεται ως αναγωγιστική ή ως φυσιοκρατική πλάνη.

Αναζητώντας την «ανθρώπινη φύση» 
μεταξύ επιστήμης και ιδεολογίας 
(V)

Από εξελικτική σκοπιά η ανθρώπινη ηθική είναι μια μορφή διευθέτησης και κωδίκευσης των συνεργατικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων.

Πρόκειται για μια ειδική έκφραση της έμφυτης ανθρώπινης κοινωνικότητας και συνεργασίας, η οποία συνοδεύεται από ρητούς κανόνες καθώς και από ένα αίσθημα υποχρέωσης απέναντι στον εαυτό μας στους άλλους. 

Συνήθως ταυτίζουμε την ηθικότητα με την ηθική, όμως η «ηθικότητα» (morality, αγγλιστί) είναι μια λατινογενής έννοια που αναφέρεται στις πράξεις των ανθρώπων που θεωρούνται ηθικά ορθές ή εσφαλμένες, ενώ η αρχαιοελληνική έννοια της «ηθικής» σχετίζεται με το «ήθος», δηλαδή με το πώς και με το αν ο ιδιαίτερος χαρακτήρας ενός ανθρώπου ανταποκρίνεται στα κοινωνικά επιβεβλημένα πρότυπα συμπεριφοράς. 

Οι μεγαλύτεροι στοχαστές του είδους μας επιχείρησαν μάταια να διαμορφώσουν ένα ισχυρό -φιλοσοφικό, θεολογικό, πολιτειακό- ηθικό σύστημα σκέψης που θα διασφάλιζε την εύρυθμη λειτουργία των ανθρώπινων σχέσεων.

Η αποτυχία αυτών των μεγαλειωδών πνευματικών προσπαθειών οφείλεται στη μεταφυσική, υπερφυσική και τελικά αφύσικη σύλληψη ενός άυλου προκοινωνικού ηθικού υποκειμένου.

Οφείλεται δηλαδή στην εμφανή ιστορική και γνωσιακή αδυναμία των στοχαστών του παρελθόντος να προσδιορίσουν τις φυσικές-βιολογικές προϋποθέσεις που μας επιτρέπουν να είμαστε τα υποκείμενα κάθε ηθικής δράσης-αντίδρασης.

Εχει λοιπόν όχι μόνο επιστημονικό αλλά και πολιτικό ενδιαφέρον η προσπάθεια κατανόησης της ανθρώπινης ηθικής όχι μέσω της ιστορικής-πολιτισμικής γενεαλογίας της αλλά και μέσω της βιολογικής εξέλιξης των ηθικών δραστών: πώς δηλαδή εξελίχθηκαν και εκδηλώθηκαν οι προ-ανθρώπινες ηθικές προδιαγραφές του είδους μας. 

Το προπατορικό αμάρτημα του «ανθρωποκεντρισμού» 

Παρ' όλα αυτά, οι περισσότεροι μελετητές των ανθρωπιστικών επιστημών θεωρούν ότι κάθε προσπάθεια να ανασυγκροτήσουμε τη βιολογική και δήθεν «προ-κοινωνική» εξέλιξη του ηθικού αισθήματος των ανθρώπων είναι προκαταβολικά καταδικασμένη σε αποτυχία.

Γιατί, όπως πιστεύουν, η βιολογική φύση μας δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την ιδιαίτερη κοινωνική συμπεριφορά μας, η οποία, σαν την πλαστελίνη, διαπλάθεται αποκλειστικά από τις εκάστοτε ιστορικές, πολιτιστικές και κοινωνικές συνθήκες.

Ομως, η αυθαίρετη διαφοροποίηση της φυσικής-βιολογικής από την κοινωνική-πολιτισμική πραγματικότητα των ανθρώπων γεννά μια σχιζοειδή συνείδηση, η οποία εξυπηρετεί εμφανώς τη βιοπολιτική διαχείριση της ζωής μας. 

Το επιχείρημα της «ασυνέχειας» μεταξύ της βιολογικής και της πολιτισμικής «φύσης» των ανθρώπων έχει μια μακρά προϊστορία και ανάγεται στη δυϊστική μεταφυσική παράδοση που επέβαλε στη δυτική σκέψη το οριστικό διαζύγιο του σώματος από την ψυχή ή, πιο πρόσφατα, του νου από τον εγκέφαλο.

Μια κρυπτοθεολογική φιλοσοφική παράδοση που διαφοροποιεί τη δήθεν θεόπλαστη ανθρώπινη ηθική συμπεριφορά από τη ζωική κτηνωδία και το είδος μας από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο.

Πρόκειται για τον αυτοεπιβεβαιωτικό μύθο της αποκρουστικής Φύσης με «ματωμένα δόντια και νύχια», σύμφωνα με την ιδιαίτερα υποβλητική εικόνα του Βρετανού ποιητή Αλφρεντ Τένισον, η οποία αναπαριστά την αντιπαράθεση της ζωικής με την ανθρώπινη «ειδυλλιακή» ύπαρξη. 

Ομως, οι αδυναμίες του δυϊστικού ιδεολογήματος Φύση-Πολιτισμός αναπαράγονται εξίσου και στις απόψεις των αντιπάλων του, τους εξελικτικούς βιολόγους που πιστεύουν εσφαλμένα ότι μπορούν να εξηγήσουν μέσω των γονιδίων και του αδυσώπητου ανταγωνισμού όλα τα εξελικτικά φαινόμενα.

Διάσημοι επιστήμονες οι οποίοι θεωρούν όχι μόνο εφικτή τη βιολογικοποίηση της ηθικής αλλά και επιχειρούν να την υλοποιήσουν καταφεύγοντας σε υπεραπλουστευτικές εκδοχές της δαρβινικής θεωρίας. Ομως για τις παρανοήσεις των εξελικτικών ιδεών θα πούμε περισσότερα στο επόμενο άρθρο. 


Από τον ζωικό αμοραλισμό στην ανθρώπινη ηθικότητα 

Ο πρώτος που τόλμησε να αντιμετωπίσει ως επιστημονικό πρόβλημα την παρουσία των ηθικών αισθημάτων και συμπεριφορών στον άνθρωπο ως συνέχεια της εξέλιξης των κοινωνικών ενστίκτων στα ανώτερα πρωτεύοντα ήταν ο Κάρολος Δαρβίνος.

Παρά τα ανεπαρκή επιστημονικά εργαλεία και δεδομένα της εποχής, ο πατέρας της σύγχρονης εξελικτικής θεωρίας γνώριζε καλά ότι η φυσική επιλογή ως ο βασικός εξελικτικός μηχανισμός δεν λειτουργούσε ποτέ τελεολογικά ή σχεδιαστικά αλλά, αντίθετα, ήταν μια τυφλή φυσική διεργασία που βασιζόταν στη διαφορική ικανότητα επιβίωσης και αναπαραγωγής ενός ζωικού πληθυσμού. 

Στο ερώτημα πώς λοιπόν μπορεί η ιδιοτελής επιβίωση και αναπαραγωγή να παράγει τις αλτρουιστικές και συνεργατικές συμπεριφορές που παρατηρούμε σε όλα τα πρωτεύοντα θηλαστικά, ο Δαρβίνος επιχείρησε να απαντήσει, το 1871, με το δεύτερο σημαντικό βιβλίο του «Η καταγωγή του ανθρώπου», στο οποίο βρίσκουμε κάποιες ενδιαφέρουσες ιδέες για τον εξελικτικό μηχανισμό των συλλογικών συνεργατικών συμπεριφορών.

Περιγράφοντας το «κοινωνικό ένστικτο» στον άνθρωπο διαπιστώνει ότι αυτό το ένστικτο συνδέεται στενά και προάγει άλλες κοινωνικές ικανότητες, όπως η αλληλεγγύη, η συνεργασία και η συμπόνια. 

Κοινωνικά «ένστικτα», δηλαδή έμφυτες συμπεριφορές που, μολονότι δεν είναι ιδιοτελείς και ανταγωνιστικές, ενισχύονται από τη φυσική επιλογή επειδή είναι επωφελείς για την οικογενειακή ή την κοινωνική ομάδα, και ευρύτερα για τη φυλή και τον πληθυσμό που ανήκουν οι μεμονωμένοι οργανισμοί! Μια πολυεπίπεδη, ευέλικτη και αντιδογματική περιγραφή των εξελικτικών μονάδων πάνω στις οποίες ασκείται η φυσική επιλογή.

Δυστυχώς, οι περισσότεροι σύγχρονοι και επίγονοι του Δαρβίνου δεν διδάχτηκαν πολλά από την επιστημολογική ευελιξία του δασκάλου τους. 

Για παράδειγμα, ο Αλφρεντ Ράσελ Ουάλας (A. R. Wallace), που μαζί με τον Δαρβίνο ανακάλυψε τον μηχανισμό της φυσικής επιλογής, μέχρι το τέλος της ζωής του ήταν πεπεισμένος ότι η διεργασία της εξέλιξης δεν θα καταφέρει ποτέ να εξηγήσει το μυστήριο του ανθρώπινου πνεύματος.

Ομως, ακόμη και ο Τ. Χ. Χάξλεϊ, ο επονομαζόμενος και «μπουλντόγκ» του Δαρβίνου, δεν πίστευε ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα ερμηνείας των αλτρουιστικών συμπεριφορών στον άνθρωπο ή στα ζώα, επειδή θεωρούσε τη συνεργατικότητα και την αλληλεγγύη υποκριτικές συμπεριφορές που κρύβουν βαθύτερες ιδιοτελείς σκοπιμότητες. 

Μια τυπική ιδεολογική εμμονή της βικτοριανής Αγγλίας αλλά και ευρύτερα της δυτικής σκέψης τον 18ο-19ο αιώνα, με την ανταγωνιστικότητα και την απάνθρωπη βιαιότητα της Φύσης, που όπως θα δούμε στο επόμενο άρθρο, οδήγησε σε εσφαλμένες κοινωνικές αντιλήψεις για την ανθρώπινη φύση, όπως ο κοινωνικός δαρβινισμός και ο ρατσισμός. 


Λευτέρης Ζούρος: 
Η βιολογική εξέλιξη είναι ηθοπλαστική 

Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης, ιδρυτικό μέλος του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών «Βιοηθική» του ιδίου Πανεπιστημίου και αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, ο Λευτέρης Ζούρος είναι κορυφαίος Ελληνας εξελικτικός βιολόγος και συγγραφέας δύο αξιόλογων βιβλίων: του «Ας συμφιλιωθούμε με τον Δαρβίνο» και του «Σε αναζήτηση σκοπού σε έναν κόσμο χωρίς σκοπό», που κυκλοφορούν από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

Ως ένα έγκυρο σχόλιο στα όσα υποστηρίξαμε στα τελευταία μας άρθρα σχετικά με το βιολογικό ρίζωμα της ανθρώπινης ηθικής, προτείνουμε ένα μέρος της συνέντευξης που μας είχε παραχωρήσει ο Λ. Ζούρος με αφορμή την έκδοση του τελευταίου βιβλίου του. 

● Γιατί στο βιβλίο σας «Σε αναζήτηση σκοπού σε έναν κόσμο χωρίς σκοπό» υποστηρίζετε ότι είναι όχι μόνο εφικτή αλλά και απαραίτητη η διεύρυνση της βιολογικής έρευνας ώστε να συμπεριλάβει τη διαχρονική ανάγκη του είδους μας για ηθική και ποιες συνέπειες θα έχει για τα ανθρώπινα ήθη η συνειδητοποίηση ότι αποτελούν το προϊόν μιας, εξ ορισμού, τυφλής και άσκοπης εξελικτικής διεργασίας; 

Στο βιβλίο με τη λέξη «ηθική» εννοώ ένα σύνολο κανόνων συμπεριφοράς. Για άλλους η λέξη σημαίνει πολύ περισσότερα. Θεωρώ ότι η συμπεριφορά είναι εκ του κόσμου τούτου για τον κόσμο τούτον, αποτελεί δηλαδή φυσικό χαρακτηριστικό για κάθε μορφή ζωής, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου. 

Αν δεν τη θεωρήσω φυσικό προϊόν, τότε αυτομάτως την τοποθετώ έξω από τον χώρο της επιστήμης και το βιβλίο μου είναι «εκτός θέματος», αφού από την αρχή ξεκαθαρίζω ότι θα καταπιαστώ με την ηθική που επιδέχεται επιστημονική προσέγγιση. 

Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτό αποτελεί μια αξιωματική θέση. Για να συμφωνήσω θα πρέπει να με πείσει ότι υπάρχει και άλλος, μη επιστημονικά ανιχνεύσιμος, δρόμος προς την ηθική.

Νομίζω όμως ότι αυτή η θέση είναι περισσότερο «αξιωματική» από τη δική μου. 

Για παράδειγμα, κάποιες ράτσες σκυλιών είναι πιο υποτακτικές, πιο πιστές, πιο φιλικές από κάποιες άλλες. Και δεν αμφιβάλλουμε ότι αυτά αποτελούν φυσικά χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς των σκύλων, γιατί κληρονομούνται με την ίδια πιστότητα όπως και το χρώμα των μαλλιών τους. 

Ισως κάποιοι να διαμαρτυρηθούν ότι βάζω τον άνθρωπο στην ίδια «μοίρα» με τον σκύλο! Θα κρατήσω τη «σκληρή» γραμμή και θα τους αντιτείνω: Γιατί όχι; Στο ερώτημα αυτό αναμένω μια απάντηση που δεν θα ερωτοτροπεί με υπερβατικές ανησυχίες. 

Γιατί, άραγε, να επιμένουμε σ’ έναν κόσμο όπου επικρατεί ένα αγεφύρωτο χάσμα, από τη μια μεριά όλες οι μορφές της ζωής και από την άλλη μόνο ο άνθρωπος;

Τι έκανε ο Δαρβίνος; Κατέλυσε το χάσμα. Εμείς, αντίθετα, προσπαθούμε να το κρατήσουμε. Μολονότι ξέρουμε ότι αυτό δεν ισχύει για το πώς κυκλοφορεί το αίμα στις φλέβες μας, επιμένουμε ότι ισχύει για τον «πνευματικό μας κόσμο», οτιδήποτε κι αν αυτό σημαίνει.

Ποια από τις δύο θέσεις που ανέφερα προηγουμένως είναι πιο συνεπής με την πορεία της βιολογικής μας ιστορίας;

Μήπως, εν τέλει, αυτή που εγώ πρεσβεύω δεν είναι καν αξιωματική, αλλά η μόνη δυνατή; 

Οσο για το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, ας πάμε πίσω στο 1859 όταν δημοσιεύτηκε το καταλυτικό βιβλίο του Δαρβίνου «Περί της καταγωγής των ειδών». Και τότε τέθηκε ακριβώς η ίδια εναγώνια ερώτηση με αυτήν που θέτετε.

Ρωτώ: Είμαστε χειρότεροι ως κοινωνία τώρα που γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος και ο χιμπατζής είχαν έναν κοινό πρόγονο που έζησε πριν από περίπου 6 εκατομμύρια χρόνια; Η απάντησή μου είναι ότι είμαστε καλύτεροι. 

Ως βιολόγος καταφεύγετε στην εξελικτική θεωρία για να εξηγήσετε την προέλευση και την παρουσία όλων των βιολογικών φαινομένων, άρα και των ανθρώπινων. Υπάρχουν άραγε κάποιες ιδιαίτερες ανθρώπινες συμπεριφορές -ατομικές ή συλλογικές- που είτε εξαιρούνται από αυτή την εξηγητική αρχή είτε δεν επιδέχονται (ακόμη;) μια εξελικτική ερμηνεία; 

Η σύντομη απάντηση είναι όχι. Θα πρέπει όμως να κάνω μια διευκρίνιση. Στην ερώτησή σας αντικαθιστώ το «εξελικτική ερμηνεία» με το «επιστημονική ερμηνεία».

Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει άλλος επιστημονικός δρόμος να ερμηνεύσουμε οποιαδήποτε ιδιότητα της ζωής παρά μόνο μέσα από την εξέλιξη. 

Για να εξαιρέσω κάποιες ανθρώπινες δραστηριότητες θα πρέπει να δεχθώ ότι δεν εμπίπτουν στο φαινόμενο της ζωής. Αυτό μας οδηγεί στην προηγούμενη ερώτηση.

Φυσικά δεν μπορώ να αποκλείσω ότι κάποια στιγμή θα προκύψει ένα εντελώς διαφορετικό επεξηγηματικό μοντέλο. Στην επιστήμη δεν μιλούμε με βεβαιότητες.

Πάντως, μέχρι σήμερα το εξελικτικό μοντέλο έχει αποδειχτεί τόσο ισχυρό όσο πολύ λίγες άλλες θεωρίες στο σύνολο των επιστημών.




20/10/2017


                 ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ                 




Ιδιοτελώς αλληλέγγυοι, εκ φύσεως.

Εθελοντές που ρίχνονται στη φωτιά μιας πυρκαγιάς για να σώσουν οικογένειες ή στα ταραγμένα νερά των ποταμών και της θάλασσας για να περισυλλέξουν ναυαγούς, φαντάροι που θυσιάζονται στη μάχη για να σώσουν τους συμπολεμιστές τους. Αλλά και οι δωρητές οργάνων και οι αιμοδότες που προσφέρουν ένα πολύτιμο «κομμάτι» του σώματός τους για τη θεραπεία ενός αγνώστου.

Αραγε μπορούν να εξηγηθούν -και πώς ακριβώς;- από τη βιολογική ιστορία του είδους μας τέτοιες καθημερινές πράξεις αλληλεγγύης, αυταπάρνησης ή και αυτοθυσίας για τη σωτηρία της ζωής συνανθρώπων μας, τους οποίους ούτε καν γνωρίζουμε;

Απ’ ό,τι φαίνεται λοιπόν η κοινωνική μας ζωή δεν ταυτίζεται πάντα με την αιμοχαρή εικόνα της «άγριας ζούγκλας» ή του ιδιοτελούς «πολέμου όλων εναντίον όλων». Και όπως θα δούμε, η αλληλεγγύη, ο αλτρουισμός και η αυτοθυσία δεν αποτελούν αποκλειστικά ανθρώπινα «ηθικά προνόμια», αλλά εμφανίζονται και σε πολλά άλλα, δήθεν κατώτερα, ζωικά είδη. Συνεπώς ο αλτρουισμός και η κοινωνική αλληλεγγύη δεν είναι μια αμιγώς ηθική, αλλά μια βιολογική επιταγή.

Αναζητώντας την «ανθρώπινη φύση» 
μεταξύ επιστήμης και ιδεολογίας
 (ΙV)

Mέχρι πρόσφατα η δυτική σκέψη επέμενε να αποκλείει ή να υποβαθμίζει επιδεικτικά κάθε δυνατότητα βιολογικής εξήγησης της σκέψης, των συναισθημάτων και της κοινωνικής συμπεριφοράς των ανθρώπων, παρότι ο Κάρολος Δαρβίνος είχε παρουσιάσει -ήδη από το 1872!- στο βιβλίο του για την «Εκφραση των συγκινήσεων στον άνθρωπο και τα ζώα» ένα σχεδόν πλήρες επιστημονικό πρόγραμμα έρευνας, το οποίο ήταν αφενός θεωρητικά στιβαρό, αφού βασιζόταν στη θεωρία της εξέλιξης μέσω της φυσικής επιλογής, και αφετέρου εμπειρικά θεμελιωμένο, δεδομένου ότι προέκυψε από πλήθος παρατηρήσεων σε ανθρώπινους και ζωικούς πληθυσμούς.

Τα αίτια αυτής της υποτίμησης της βιολογικής φύσης μας θα πρέπει να αναζητηθούν όχι τόσο στην έλλειψη των κατάλληλων ερευνητικών εργαλείων, αλλά μάλλον στη μεταφυσική προκατάληψη περί της «ψυχικής ιδιαιτερότητας» του ανθρώπινου είδους, η «ανωτερότητα» του οποίου ερμηνευόταν (εσφαλμένα) ως το προϊόν της θεϊκής δημιουργίας και όχι βέβαια της «ταπεινής» βιολογικής εξέλιξης από κατώτερα βιολογικά είδη.

Η αποδόμηση των κοινότοπων -αλλά ιδιαίτερα επίμονων- ψευδαισθήσεων σχετικά με την ανωτερότητα και τη μοναδικότητα του ανθρώπινου είδους θα ξεκινήσει δειλά δειλά τον εικοστό αιώνα χάρη σε μια σειρά από εντυπωσιακές επιστημονικές εξελίξεις.

Ετσι η εντυπωσιακή πρόοδος της Εξελικτικής Βιολογίας, της Βιοψυχολογίας, των Νευροεπιστημών και της Φυσικής Ανθρωπολογίας έκανε σαφές όχι μόνο το πόσο εντελώς ανυπόστατη είναι η ανθρώπινη βιολογική υπεροψία, αλλά επίσης και πόσο γνωσιακά στείρα είναι η αντιδιαστολή Φύσης-Ανατροφής (Nature-Nurture).

Από τον βιολογικό στον κοινωνικό αλτρουισμό

Στις μέρες μας μάλιστα, το δίπολο «Φύση-Ανατροφή» ή, αν προτιμάτε, «Βιολογία-Πολιτισμός» κλίνει σαφώς προς τον πόλο Φύση-Βιολογία, με συνέπεια την προσπάθεια «βιολογικοποίησης» κάθε ανθρώπινης συμπεριφοράς: την αναζήτηση δηλαδή στα γονίδιά μας ή, πιο πρόσφατα, στις εγκεφαλικές μας δομές των εξηγήσεων για κάθε φυσιολογική ή παραβατική ανθρώπινη συμπεριφορά.

Ωστόσο ένα από τα πιο δυσεξήγητα βιολογικά φαινόμενα ήταν -και εξακολουθεί να είναι- η επίμονη παρουσία της αλληλεγγύης και του αλτρουισμού όχι μόνο μεταξύ των ανθρώπων, αλλά και στα άλλα είδη κοινωνικών ζώων.

Επί σειρά ετών οι πολυάριθμές εκδηλώσεις αλτρουισμού και αυτοθυσίας στο ζωικό βασίλειο αντιμετωπίζονταν με μεγάλη δυσπιστία από τους ζωολόγους, ηθολόγους και εξελικτικούς βιολόγους.

Για παράδειγμα, πώς εξηγείται εξελικτικά η αυτοκτονική συμπεριφορά της εργάτριας μέλισσας όταν κεντρίζει όποιον πλησιάζει στην κυψέλη, με αποτέλεσμα να πεθαίνει η ίδια;

Ανάλογες ακραίες συμπεριφορές αλτρουιστικής αυτοθυσίας παρατηρούνται όχι μόνο στα «ανόητα» δίπτερα, αλλά και στα πολύ πιο ευφυή ανώτερα θηλαστικά, στους πιθήκους, στους ελέφαντες, στα δελφίνια και στους ανθρώπους.

Αν η φυσική επιλογή ευνοεί και επιβραβεύει μόνο τους οργανισμούς που ζουν και συμπεριφέρονται σύμφωνα με τα προσωπικά τους ιδιοτελή συμφέροντα, τότε πώς δικαιολογείται η αλτρουιστική συμπεριφορά και, σε ακραίες περιπτώσεις, η αυτοθυσία προς όφελος των άλλων;

Γιατί η βιολογική εξέλιξη των κοινωνικών ζώων επέλεξε και συντηρεί τέτοιες ανιδιοτελείς και εμφανώς επιζήμιες αλτρουιστικές συμπεριφορές, ενώ δεν προσφέρουν κανένα άμεσο ή εμφανές όφελος στον αλτρουιστή;

Για να εξηγηθεί επιστημονικά η φαινομενικά παράλογη αλτρουιστική συμπεριφορά έχουν προταθεί, μέχρι σήμερα, τέσσερα διαφορετικά μοντέλα.

Τα μοντέλα αυτά διαφοροποιούνται ανάλογα με το αν ο αλτρουιστής διαθέτει εμφανή κοινωνικά κίνητρα ή κατά πόσο επωφελείται ο ίδιος ή κάποιος στενός συγγενής του από την πράξη του.

Σύμφωνα με το πρώτο μοντέλο μη συνειδητού λειτουργικού αλτρουισμού, που ισχύει για τα περισσότερα απλά κοινωνικά είδη ζώων, αυτή η συμπεριφορά εκδηλώνεται αυτόματα χωρίς καμία αποτίμηση του κόστους ή του οφέλους της αλτρουιστικής συμπεριφοράς.

Σε πιο περίπλοκα κοινωνικά θηλαστικά η αλτρουιστική συμπεριφορά εκδηλώνεται μετά από έκφραση ικεσίας για βοήθεια από κάποιο μέλος της ομάδας (κοινωνικά πυροδοτούμενος αλτρουισμός).

Το μοντέλο της εκούσιας και, ώς ένα βαθμό, συνειδητής επιλογής της αλτρουιστικής συμπεριφοράς εκδηλώνεται αποκλειστικά στα ανώτερα θηλαστικά που διαθέτουν έναν μεγάλο εγκέφαλο (ελέφαντες, δελφίνια, πίθηκοι και άνθρωποι).

Τέλος υπάρχει και ένα σχετικά σπάνιο μοντέλο όπου ο αλτρουισμός εκδηλώνεται μόνο όταν ο αλτρουιστής προσβλέπει σκοπίμως σε έμμεσα ανταποδοτικά οφέλη, μια ιδιοτελής στρατηγική που αναλύεται επαρκώς από τη μαθηματική θεωρία των παιγνίων.

Πίσω από αυτά τα διαφορετικά περιγραφικά μοντέλα κάποιοι εξελικτικοί βιολόγοι διαβλέπουν μια βαθύτερη βιολογική αναγκαιότητα για την ύπαρξη αλτρουιστικών συμπεριφορών, τις οποίες συνήθως ερμηνεύουν με γενετικούς ή γονιδιακούς όρους.

Για παράδειγμα ο Bill Hamilton, ένας κορυφαίος ερευνητής αυτών των φαινομένων, πρότεινε κατά τη δεκαετία του 1960 ότι ο αλτρουισμός θα μπορούσε να εξηγηθεί εύλογα από την «επιλογή των συγγενών».

Διατύπωσε μάλιστα και έναν κανόνα, τον περίφημο «κανόνα του Hamilton»: η φυσική επιλογή ευνοεί μια αλτρουιστική συμπεριφορά όταν το κόστος που αυτή έχει για τον αλτρουιστή δεν υπερβαίνει το όφελος για τον αποδέκτη πολλαπλασιασμένο επί τον δείκτη γενετικής συγγένειας μεταξύ αλτρουιστή και αποδέκτη.

Με άλλα λόγια, είμαστε περισσότερο αλτρουιστές με τους πιο στενούς συγγενείς μας (γονείς, αδέλφια) και λιγότερο με τους πιο μακρινούς συγγενείς μας (πρώτα ή δεύτερα ξαδέλφια).

Συνεπώς, σύμφωνα με τον κανόνα του Hamilton, η προβλεπόμενη από τη φυσική επιλογή εμφάνιση της αλτρουιστικής συμπεριφοράς είναι ευθέως ανάλογη της γενετικής συγγένειας μεταξύ του αλτρουιστή με τον αποδέκτη.

Δυστυχώς, πολλά παραδείγματα αλτρουισμού παραβιάζουν καταφανώς αυτόν τον κανόνα και για αυτό άλλοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να επεκταθεί η μονάδα άσκησης της φυσικής επιλογής για τον αλτρουισμό: από τα γονίδια και τους μεμονωμένους οργανισμούς στις κοινωνικές ομάδες ή και ευρύτερα στα βιολογικά είδη.

Πάντως η καθολική και η επίμονη παρουσία των αλτρουιστικών συμπεριφορών θεωρείται η θεμελιώδης βιολογική μηχανή για την παραγωγή συνεργατικότητας σε όλα τα κοινωνικά είδη ζώων: από τα έντομα και τα μυρμήγκια μέχρι τους ανθρώπους.

Ειδικότερα το είδος μας θεωρείται το πλέον συνεργατικό: χάρη κυρίως στην πολύπλοκη γλώσσα επικοινωνίας που απέκτησε σταδιακά και η οποία με τη σειρά της διευκόλυνε την εγγενή ανάγκη του είδους μας για συνεργατικότητα και αλληλεγγύη.

Μια κοινή βιολογική ανάγκη που εκφράζεται -κάθε ιστορική εποχή διαφορετικά- στην πολιτική οργάνωση των ανθρώπινων κοινοτήτων.

Μυθεύματα περί «ιδιοτελούς» ζωής

Η σύγχρονη εξελικτική θεωρία -από τη γέννησή της και προγραμματικά- ήταν η φιλόδοξη προσπάθεια ενοποίησης των όσων γνωρίζουμε σχετικά με τη βιολογική και την κοινωνική συμπεριφορά όχι μόνο των ανθρώπων, αλλά και των υπόλοιπων ζώων.

Με άλλα λόγια, η εξελικτική προσέγγιση ως η ενιαία επιστημονική εξήγηση όλων των ζωικών φαινομένων στοχεύει στην ανάδειξη της θεμελιώδους ενότητας του ανθρώπου με τον υπόλοιπο έμβιο κόσμο και εμμέσως στην επανενοποίηση των δύο αυστηρά οριοθετημένων και αλληλοαποκλειόμενων μέχρι σήμερα «πολιτισμών»: του επιστημονικού με τον ανθρωπιστικό.

Δεδομένου ότι πολλοί «ανθρωπιστές» φιλόσοφοι και κοινωνιολόγοι υποστήριζαν -και δυστυχώς εξακολουθούν σεχταριστικά να υποστηρίζουν- την απόλυτη αυτονομία και διαφορετικότητα της ανθρώπινης κατάστασης, κάποιοι «εξελικτικοί» θεώρησαν απολύτως νόμιμο το να αναγάγουν -εξίσου μονόπλευρα και απλοϊκά!- το κοινωνικό στο βιολογικό.

Ετσι όμως η ζωτική ανάγκη υπέρβασης αυτού του κατάδηλα αυθαίρετου διαχωρισμού των βιολογικών από τις κοινωνικές συμπεριφορές εκφράστηκε από ορισμένους επιφανείς εξελικτικούς βιολόγους με τρόπο ανεπαρκή και μεροληπτικό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι προσπάθειες ορισμένων σύγχρονων κοινωνιοβιολόγων, ηθολόγων και γενετιστών να εξηγήσουν μέσω των γονιδίων τα κυρίαρχα σήμερα κοινωνικά πρότυπα συμπεριφοράς των ανθρώπων.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο όμως αυτοί οι ειδικοί οδηγήθηκαν -με ή παρά τη θέλησή τους- στο να νομιμοποιούν «επιστημονικά» τις πιο ανθρωποκτόνες οικονομικές πολιτικές και τις πιο ιδιοτελείς κοινωνικές αξίες, οι οποίες βέβαια πολύ απέχουν από το να αντιστοιχούν ή να ικανοποιούν τις πραγματικές βιολογικές μας ανάγκες!

Πράγματι, η κοινωνική ζωή των ανθρώπων δεν ταυτίζεται πάντα με την αιμοσταγή εικόνα της «άγριας ζούγκλας» ή με την ιδιαίτερα δημοφιλή στις μέρες μας εικόνα του ιδιοτελούς «πολέμου όλων εναντίον όλων».

Επιπλέον, όπως είδαμε, η αλληλεγγύη, ο αλτρουισμός και η αυτοθυσία δεν αποτελούν αποκλειστικά ανθρώπινα «ηθικά προνόμια», αλλά εμφανίζονται και σε πολλά άλλα, δήθεν κατώτερα, ζωικά είδη.

Συνεπώς ο αλτρουισμός, η φιλαλληλία και η κοινωνική αλληλεγγύη δεν είναι μια αμιγώς ηθική αλλά μια βιολογική επιταγή, η οποία προέκυψε κατά τη βιολογική εξέλιξη και διατηρείται από τη φυσική επιλογή επειδή προφανώς συμβάλλει αποφασιστικά στην επιβίωση των περισσότερων κοινωνικών ζωικών ειδών, του ανθρώπου μη εξαιρουμένου.

Η πρόσφατη επιστημονική κατανόηση των βιολογικών προϋποθέσεων και της ζωικής καταγωγής της ανθρώπινης ηθικής ίσως να αποδειχτεί στο μέλλον η βασιλική οδός για να αντιμετωπίσουμε πιο αποτελεσματικά τα βαθύτερα βιολογικά αίτια των τυπικά ανθρώπινων κοινωνικών δυσλειτουργιών.

Ομως στο «καυτό» κοινωνικο-επιστημονικό πρόβλημα της εξέλιξης της ανθρώπινης ηθικής θα αφιερώσουμε το επόμενο άρθρό μας.

'Ενα μαθηματικό μοντέλο των αλτρουιστικών και ιδιοτελών στρατηγικών

Πώς η Θεωρία των Παιγνίων μελετά το φαινομενικό παράδοξο της εμφάνισης αλτρουιστικών συμπεριφορών από μέρους των ιδιοτελών παικτών;

Αυτή η μαθηματική θεωρία είναι ένα πολύτιμο εργαλείο αν θέλουμε να αναλύσουμε τη δυναμική λήψης αποφάσεων σε δύσκολες κοινωνικές καταστάσεις, π.χ. την επιλογή συνεργασίας ή εγωιστικής ιδιοτέλειας σε μια οικονομική ή πολιτική διαμάχη.

Πρόκειται για μια τυπική ανάλυση και προβλέψη όλων των δυνατών κινήσεων ή επιλογών που έχει ο κάθε παίκτης.

Εφαρμόζοντας μετά το 1950 τη Θεωρία των Παιγνίων στο πρόβλημα της επιλογής της συνεργασίας ή όχι, οι Αμερικανοί Μερίλ Φλαντ και Μέλβιν Ντρέσερ διατύπωσαν πρώτοι ένα πολύ ενδιαφέρον παίγνιο, που ο καθηγητής Αλμπερτ Τάκερ του έδωσε την τελική του μορφή και ονομασία, το περίφημο «Δίλημμα του φυλακισμένου».

Το δίλημμα του φυλακισμένου

Σε αυτό το πανέξυπνο παίγνιο δύο ληστές τραπεζών συλλαμβάνονται, χωρίς επαρκείς αποδείξεις, για τη ληστεία μιας τράπεζας.

Οι ύποπτοι κρατούνται σε χωριστά κελιά και δεν μπορούν να επικοινωνήσουν.

Ο αστυνομικός ανακριτής προτείνει χωριστά σε κάθε έναν προφυλακισμένο το εξής δίλημμα:

«Ξέρουμε ότι λήστεψες την τράπεζα, αλλά βάσει των διαθέσιμων στοιχείων δεν μπορούμε να σε καταδικάσουμε. Αν προδώσεις τον συνεργό σου και αυτός δεν κάνει το ίδιο, τότε θα σε αφήσουμε αμέσως ελεύθερο και στον άλλο ύποπτο θα επιβάλουμε 10 χρόνια φυλάκιση. Αν όμως δεν τον προδώσεις εσύ, αλλά σε καρφώσει αυτός, τότε εσύ θα πας φυλακή 10 χρόνια και αυτός θα αφεθεί ελεύθερος. Αν καρφώσετε ταυτοχρόνως ο ένας τον άλλον, τότε και οι δύο θα τιμωρηθείτε με 4 χρόνια φυλάκισης. Αν όμως και οι δύο δεν προδώσετε, τότε αμφότεροι θα φυλακιστείτε για 1 χρόνο, χωρίς αναστολή».

Το παίγνιο αυτό στην πραγματικότητα αποτελεί μια επαναδιατύπωση του προβλήματος της επιλογής μεταξύ ιδιοτελούς και αλτρουιστικής συμπεριφοράς.

Οταν το παιχνίδι παίζεται μόνο μία φορά, τότε υπολόγισαν ότι η βέλτιστη στρατηγικά επιλογή είναι η προδοσία και συμφέρει τον κάθε φυλακισμένο να καταδώσει πρώτος τον συνεργάτη του.

Οταν όμως το ίδιο παιχνίδι παίζεται περισσότερες φορές με τους ίδιους παικτές, τότε αναμφίβολα ο κάθε ένας παίκτης λαμβάνει υπ’ όψιν του τη στρατηγική του αντιπάλου του και απαντά άλογα.

Στην περίπτωση του επαναλαμβανόμενου παιχνιδιού η βέλτιστη στρατηγική είναι πάντα το «μία σου και μία μου». Μια στρατηγική που για ιδιοτελείς σκοπούς ευνοεί συνεργατικές και αλτρουιστικές επιλογές.

Σύμφωνα με τους ειδικούς της Θεωρίας των Παιγνίων στα εφάπαξ παίγνια σε έναν μικτό πληθυσμό από ιδιοτελείς και αλτρουιστές η αναμενόμενη και πιο σταθερή στρατηγική είναι η μαζική επιλογή της ιδιοτελούς και όχι της αλτρουιστικής συμπεριφοράς.

Οταν όμως το παιχνίδι παίζεται κατ’ επανάληψη από τον ίδιο πληθυσμό, τότε τα πράγματα αλλάζουν άρδην!




14/10/2017



                 ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ                

Ζούρος, Λευτέρης
http://www.biblionet.gr/author/8979/%CE%96%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%BF%CF%82,_%CE%9B%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%AD%CF%81%CE%B7%CF%82



''Σε αναζήτηση σκοπού σε έναν κόσμο χωρίς σκοπό.
Σκέψεις για μια ρεαλιστική ηθική.''
Ζούρος Λευτέρης
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2014
206 σελ.

Ο σκοπός είναι τροφή, σαν το ψωμί. Το να λέμε ότι το ψωμί είναι για το σώμα και ο σκοπός για την ψυχή είναι λάθος. Γιατί δεν υπάρχει σώμα χωρίς ψυχή και ψυχή χωρίς σώμα· πρόκειται για "ένα και το αυτό". Η διαφορά είναι ότι για το ψωμί γνωρίζουμε τις φυσικές και βιολογικές ιδιότητές του· γνωρίζουμε το "πώς" λειτουργεί ως τροφή. Μας πήρε κάποιες χιλιάδες χρόνια να φτάσουμε ώς εκεί. Για τον σκοπό δεν έχουμε φτάσει ακόμα στο σημείο αυτό, αλλά είναι ζήτημα χρόνου. Γνωρίζουμε όμως κάτι πολύ σημαντικό: ότι το Σύμπαν πορεύεται χωρίς σκοπό· ότι ο σκοπός είναι έξω από τη φύση· ότι είναι απλώς μια ταμπέλα που εμείς κολλήσαμε επάνω της. Σ’ αυτό δεν διαφέρουμε πολύ από το τετράχρονο παιδί και τον Άγιο Βασίλη που κατεβαίνει από την καμινάδα. Σε λίγα χρόνια ο Άγιος Βασίλης θα αποτελεί για το παιδί μια ευχάριστη ανάμνηση μιας αυταπάτης. Δεν είναι τόσο εύκολο με τον σκοπό. Γιατί από τη στιγμή που ο σκοπός αναγνωριστεί ως αυταπάτη θα έχει χάσει την αξία του ως τροφή. Φθάνουμε έτσι μπρος στο μεγάλο δίλημμα. Απ’ τη μια είναι η «χωρίς σκοπό» πραγματικότητα. Απ’ την άλλη είναι η βιοτική μας ανάγκη για σκοπό. Δεν βοηθάει να επιβάλουμε στον εαυτό μας την εντύπωση ότι υπάρχει σκοπός· το να ζούμε σε μια "ενσυνείδητη" αυταπάτη δεν είναι λύση. Τι μας απομένει; Το βιβλίο προτείνει ότι υπάρχουν υποκατάστατα του σκοπού και καλεί τον αναγνώστη να τα ανακαλύψει.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ






''Ας συμφιλιωθούμε με τον Δαρβίνο.
Ας συμφιλιωθούμε με τη φύση μας και με τη Φύση.''
Λευτέρης Ζούρος
Επιμέλεια σειράς: Στέφανος Τραχανάς
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2009
397 σελ.
 
Η εξέλιξη της ζωής είναι γεγονός. Ο νεοδαρβινισμός -η θεωρία που το ερμηνεύει- έχει για τη βιολογία και για τις συναφείς επιστήμες την ίδια ερμηνευτική ισχύ που η θεωρία της Κβαντομηχανικής έχει για τη Φυσική. Ποιος λοιπόν ο λόγος για μια αντιγνωμία που συνεχίζεται αμείωτη επί 150 χρόνια; Η απάντηση είναι απλή: ο Δαρβίνος απομυθοποίησε τον άνθρωπο, τον έβαλε μέσα στον φυσικό κόσμο, τον έκανε αντικείμενο της επιστημονικής προσέγγισης - και αυτό είναι κάτι που πολλοί από εμάς δεν θέλουμε να δεχτούμε... Το βιβλίο επιχειρεί να δείξει ότι η άρνηση της ιδέας της εξέλιξης είναι κατάλοιπο της ιστορίας μας που σήμερα δεν εξυπηρετεί κανέναν σκοπό, ούτε καν τη συντήρηση της ιδέας μιας μεταφυσικής δύναμης. Ότι λειτουργεί ως τροχοπέδη στην καλλιέργεια μιας πανανθρώπινης αντίληψης για τον άνθρωπο και μιας αρμονικής συνύπαρξής του με τον πλανήτη. Ότι, αντίθετα, η παραδοχή πως είμαστε κι εμείς ένα προϊόν της ίδιας διαδικασίας με την οποία δημιουργήθηκε κάθε άλλη μορφή ζωής είναι, πέρα από την επιστημονική της ορθότητα, η αληθινή πηγή ταπεινότητας και συνυπευθυνότητας μπροστά στο κοινό μέλλον μας... Η απληστία υπονομεύει τη βάση της βιολογικής μας υπόστασης, το φυσικό μας περιβάλλον. Ο φανατισμός υπονομεύει τη βάση της κοινωνικής μας υπόστασης, την πολιτισμική μας διαφορετικότητα. Μέσα από τη θεωρία της εξέλιξης μπορούμε να δούμε ολοκάθαρα ποιες ήταν οι δυνάμεις που μας έφεραν στο σημείο που είμαστε, να τις κατανοήσουμε και να τις τιθασεύσουμε.

ΚΡΙΤΙΚΕΣ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ