Εγκώμιο των συνόρων.

«Ο ​​​​οικονομολόγος, ο κοινωνιολόγος, ο δημογράφος πραγματεύονται επιστημονικά τον πληθυσμό και πολύ καλά κάνουν. Ενας λαός, απεναντίας, είναι υπόθεση γεμάτη φαντασία και δαιμονικά στοιχεία: μια υπόθεση μύθων και μορφών. Χρειάζεται ένας θρύλος και ένας χάρτης. Πρόγονοι και εχθροί. Ο λαός είναι ένας πληθυσμός συν περιγράμματα και αφηγήσεις». Απόσπασμα από το «Εγκώμιο των Συνόρων» του Ρεζίς Ντεμπρέ που κυκλοφορεί στα ελληνικά από το Βιβλιοπωλείο της Εστίας σε μετάφραση Αντώνη Καραβασίλη. Πρόκειται για την ανάπτυξη μιας διάλεξης που είχε δώσει ο Ντεμπρέ στην Ιαπωνία.

Εξυπακούεται πως μόλις έπεσε στα χέρια μου άρχισα να το διαβάζω και δεν σταμάτησα παρά μόνον όταν έφτασα στην τελευταία του σελίδα. Λιγότερο για τον συγγραφέα του και περισσότερο για το θέμα του. Ο Ντεμπρέ, που έγινε γνωστός ως συνοδοιπόρος του Τσε Γκεβάρα και του Σαλβαντόρ Αλιέντε, στη δεκαετία του ’80 υπήρξε σύμβουλος του Φρανσουά Μιτεράν και είναι πολυγραφότατος. Θεωρεί εαυτόν ιδρυτή μιας νέας επιστήμης, της Μιντιολογίας. Το τελευταίο του ογκώδες έργο είναι το Civilisation που δεν έχει ακόμη κυκλοφορήσει στα ελληνικά, αν δεν κάνω λάθος. Μαζί με τον Πίντερ και τον Πέτερ Χάντκε υπήρξαν από τους ελάχιστους Ευρωπαίους διανοουμένους που καταδίκασαν τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, με αποτέλεσμα να δεχθεί καταιγισμό αναθεμάτων από τους ομοφύλους του. Στις πρόσφατες εκλογές υποστήριξε τον Μελανσόν. Τι να κάνουμε; Κανείς δεν είναι τέλειος.

Με ποια επιχειρήματα μπορεί κάποιος να υπερασπίζεται τα σύνορα σε έναν κόσμο όπου η κατάργησή τους θεωρείται ως η ύψιστη ηθική αρχή, η τελευταία ενσάρκωση του καλού; Κατάργηση των γεωγραφικών, των πολιτικών, των πολιτισμικών συνόρων, κατάργηση του συνόρου ανάμεσα στο δημόσιο και στο ιδιωτικό, ανάμεσα στο αρσενικό και στο θηλυκό, στην εφηβεία και στην ωριμότητα. Σύνορα πουθενά, γιατί τα σύνορα απαγορεύουν, κλείνουν, περιορίζουν. Είναι συντηρητισμός ή σκέτη οπισθοδρόμηση να τα υπερασπίζεσαι; Οι απαντήσεις που δίνει είναι ένα κράμα θεωρητικών αρχών, εμπειρικών παρατηρήσεων και ιστορικών αναφορών. Συμπυκνώνω και επεκτείνω. Τα όρια διαγράφουν τη μορφή. Χωρίς μορφή δεν υπάρχει ζωή. Η ζωή γεννιέται από τη στιγμή που ένα μέσα ξεχωρίζει από ένα έξω. Η αντίληψη των ορίων, των συνόρων, συνοδεύει την πορεία των πολιτισμών. Η Ρώμη ιδρύθηκε με το χάραγμα ενός κύκλου από τον Ρωμύλο, η Αθήνα και ο ελληνικός πολιτισμός της πόλης-κράτους δεν θα υπήρχαν χωρίς τα τείχη. Η δημοκρατία γεννήθηκε και υπάρχει χάρη στον ορισμό του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Οπως και τα σύγχρονα έθνη κράτη, όπως και οι υπερεθνικοί οργανισμοί. Και όπως σημειώνει ο Ντεμπρέ, το πρόβλημα της Ε.Ε. σήμερα είναι ότι δεν έχει ορίσει τα σύνορά της, τα όριά της, ποιος είναι Ευρωπαίος και ποιος δεν είναι, ποιος αποδέχεται τους θρύλους και τους μύθους του ευρωπαϊκού πολιτισμού;

Οταν λες είμαι Ελληνας ή είμαι Ιταλός, στη συνείδησή σου έχεις μια γλώσσα, ένα τοπίο, την παιδική σου ηλικία, πρόσωπα, έχεις όμως και μια εικόνα στον χάρτη. Και τώρα επιστρέφω στο ζήτημα που με απασχόλησε την περασμένη Κυριακή και νομίζω θα μας απασχολεί για καιρό. Πρόκειται για την Ιστορία, την Ιστορία ως έρευνα –που είναι και η αρχική σημασία της λέξης στα ελληνικά– ως αφήγηση, και ως διδασκαλία και μάθηση. Αναφέρθηκα στον αγαπημένο μου Παπαρρηγόπουλο, κυρίως δε, πέρα από την αξία του ως συγγραφέα, στην οργάνωση του συλλογικού μας μύθου, αυτού που παρ’ ότι ο ίδιος έχει σχεδόν ξεχαστεί εξακολουθεί να είναι ενεργός, την περιοδοποίηση της συνέχειας του Ελληνικού Εθνους σε αρχαιότητα, Βυζάντιο και σύγχρονους χρόνους. Η ιστορική αφήγηση, εκτός των άλλων, πλάθει τα όρια της συλλογικής ύπαρξης. Δημιουργεί τους θρύλους, κοινώς συλλογική συνείδηση.

Αν το ζητούμενο είναι να δημιουργήσουμε Ελληνόπουλα τα οποία έχουν συγχρόνως και ευρωπαϊκή συνείδηση, τότε ποια Ιστορία θα διδάσκεται στο σχολείο; Κατ’ αρχάς να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Θεωρώ ότι η αντιδιαστολή Ελληνα και Ευρωπαίου είναι μια εφεύρεση επικαιρικού και πολιτικάντικου τύπου. Στη σοβαρή σκέψη του σύγχρονου ελληνισμού ποτέ δεν ίσχυσε το ρήγμα, σε αντίθεση με το ρήγμα Ελληνα - Οθωμανού, ή Ελληνα - Βαλκάνιου. Ευτυχώς τα έργα που έχει παράγει είναι φυματικά οπότε το πιθανότερο είναι να εξαλειφθεί μαζί με τη συγκυρία που τη γέννησε.

Αν η Ιστορία δημιουργεί όρια για τη συλλογική συνείδηση, άρα της δίνει μορφή, τότε πού θα ξεκινάει και πού θα σταματάει η δική μας Ιστορία; Η διάπλαση ευρωπαϊκής συνείδησης, όχι μόνον δεν καταργεί, αλλά επικυρώνει και εκσυγχρονίζει την ανάγκη της εθνικής συνείδησης. Ο ευρωπαϊκός αποπροσανατολισμός ξεκίνησε από τότε που εγκαταλείφθηκε η ιδέα της Ενωσης των ευρωπαϊκών Εθνών προς χάριν μιας πολυπολιτισμικότητας η οποία δημιουργεί και συμβολικές αλλά και πραγματικές εκρήξεις. Η Ευρώπη οφείλει να βρει τα όρια της δικής της Ιστορίας, να χαράξει βαθιά τα πολιτισμικά της σύνορα ώστε να εντάξει μέσα σ’ αυτά τις Ιστορίες των Εθνών της. Οσο παραμένει στην αοριστία της πολυπολιτισμικής ισοπέδωσης τόσο περισσότερο θα μοιάζει με ασπόνδυλο μαλάκιο του οποίου τα όρια περιορίζονται από τον χώρο και μόνον.

Η διδασκαλία της Ιστορίας ξεκινά από τη διδασκαλία της αξίας των συνόρων, είτε στον χρόνο είτε στον χώρο. Σύνορα που κλείνουν, περιορίζουν, αλλά και ανοίγουν συγχρόνως, δημιουργούν προοπτική. Το κέντρο της Αθήνας δίνει μια εύγλωττη εικόνα του εφιάλτη που είναι ο κόσμος χωρίς σύνορα. Συνύπαρξη στον ίδιο χώρο ανθρώπων που δεν καταλαβαίνουν και δεν θέλουν να καταλάβουν ο ένας τον άλλον.

Τάκης Θεοδωρόπουλος  


11/6/2017


 Chinatown in Toronto. Photograph: Angelo Cavalli/Getty

 France-Calais Μigrants 


''Μια θεμελιώδης αυτή αντίφαση  του έμπλεου αντιφάσεων μεταμοντέρνου κόσμου μας, ο οποίος καλείται ακριβώς να συμβιβάσει δύο ασυμβίβαστες (;) πραγματικότητες: από τη μία την πραγματικότητα του σύγχρονου κράτους –με τα σύνορά του, πάντα– που είναι και η μόνη οντότητα που μπορεί να διασφαλίσει σήμερα στα υποκείμενα τα βασικά πολιτικά δικαιώματα. Και από την άλλη, την πανίσχυρη ιδεολογία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (ένα κολοσσιαίο ζήτημα), βασικό μέρος των οποίων είναι ότι το εκ γενετής ελεύθερο υποκείμενο μπορεί να μετακινείται χωρίς περιορισμούς στον χώρο, εντέλει στον πλανήτη στον οποίο γεννήθηκε. Η έκδηλη αμηχανία τής Ευρώπης απέναντι στο κύμα των προσφύγων που την κατακλύζει, εκκινεί από αυτή την κατανοητή αδυναμία συγκερασμού δύο πανίσχυρων ευρωπαϊκών παραδόσεων. Ανάμεσα στα περιοριστικά σύνορα και στα απεριόριστα δικαιώματα, πώς μπορεί να βρεθεί μέση οδός;''


            ΣΧΕΤΙΚΑ           




Ρεζίς Ντεμπρέ (Debray Regis): 
Εγκώμιο των συνόρων 
Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2015,104 σελ.


 Ασύνορος, μπερδεμένος κόσμος 

«Εγκώμιο των συνόρων» του Ρεζίς Ντεμπρέ, Εκδ. Εστία, σελ. 104 

 Με το ένα πόδι στο έδαφος και το άλλο στο κενό, ακριβώς πάνω από την τρίχρωμη γραμμή που ορίζει το διαχωρισμό της Ελλάδας από τους γείτονές της, ο αξιωματικός στο «Μετέωρο βήμα του πελαργού» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, αποφαίνεται: «Ξέρετε τι είναι σύνορα; Αν κάνω ένα βήμα είμαι αλλού ή πεθαίνω».

Αν αυτή είναι η δραματουργική διάσταση της άποψης που έχει ο Γάλλος διανοούμενος Ρεζίς Ντεμπρέ για τα σύνορα, τότε ένα απλό «όπερ έδει δείξαι» αρκεί για να συγκεφαλαιώσει την προβληματική που αναπτύσσει στο δοκίμιο «Εγκώμιο των συνόρων».

Ως κλασικός contra torrentem, o Ντεμπρέ υμνεί αυτές τις διαχωριστικές γραμμές, νοητικές, πραγματικές, γεωγραφικές, αλλά και πολιτισμικές. Πάντα θα υπάρχει ένα «εδώ» και ένα «εκεί». Ένα ανήκειν και ένα φάσμα αποξένωσης αν ενταχθείς στο νεωτεριστικό χυλό της κατάργησης των συνόρων.

Λίαν προσφάτως, η Κομισιόν όρισε, θεωρητικά πάντα, ένα νέο «όπλο» κατά της αθρόας εισόδου Σύρων μεταναστών και προσφύγων που έχουν κατακλύσει την Ευρώπη το τελευταίο διάστημα, δίνοντας στην προσφυγική κρίση τον χαρακτήρα του επείγοντος. Έκανε λόγο για «έξυπνα σύνορα», ένας ορισμός που αν δεν συγκεφαλαιώνει την μικρόνοια των γραφειοκρατών στις Βρυξέλλες, μάλλον μας βάζει με θρηνητικά περιπαικτικό τρόπο στην ουσία του θέματος που πραγματεύεται ο Ντερμπέ. Αν υπάρχουν «έξυπνα» σύνορα να υποθέσει κανείς πως υπάρχουν και αντίστοιχα… χαζά;

Τι είναι άραγε τα σύνορα; Ποια η χρεία του; Και γιατί να μιλάμε για μια σαφή και απολύτως ευδιάκριτη χάραξη ανάμεσα στα εδάφη μιας χώρας έναντι μιας άλλης; Μήπως αυτού του είδους οι αναγνώσεις του γεωγραφικού χάρτη ανήκουν σε έναν άλλο παλαιό κόσμο και έχουν ελάχιστη, ου μην και μηδαμινή, σημασία στον μετανεωτερικό κόσμο του 21ου αιώνα όπου τα πάντα χαρτογραφούνται εξαρχής και προβάλλεται ολοένα και πιο έντονα το αίτημα για άνοιγμα των θυρών πίσω από τις οποίες οχυρώνεται ένα κράτος; Μήπως οι διάφορες οργανώσεις… χωρίς σύνορα, πέραν της πρακτικής σημασίας τους, είναι μια ουτοπική και ακόμη χειρότερα υποβολιμαία πράξη διατάραξης του υπάρχοντος «καλώς έχειν» του κόσμου; Κι όλα αυτά προς χάριν μιας κερδώας παγκοσμιοποίησης που επιθυμεί να εντάξει σε μια τεράστια χοάνη τους πάντες και τα πάντα.

Ο Ντεμπρέ τάσσεται, ουσιαστικά, με την δεύτερη άποψη γι’ αυτό και εγκωμιάζει -παντί τρόπω- τα σύνορα και εστιάζει στην ανάγκη αυτά να παραμείνουν στο δεδομένο status quo.

Παρά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο δοκίμιο, ουσιαστικά είναι ένας λόγος που εκφώνησε ο Ντεμπρέ μπρος σε ιαπωνικό ακροατήριο, μπορεί να σηκώσει θύελλα διαμαρτυριών από τους ακραιφνείς των ανοιχτών συνόρων-κοινωνιών, οφείλουμε να πιστώσουμε στον Γάλλο διανοητή ότι δεν εμφορείται από καμία εθνικιστική ιδεοληψία που έλκει την καταγωγή της από την ακροδεξιά δεξαμενή σκέψης (;). Κοινώς, δεν φθέγγεται υπέρ της καθαρότητας της φυλής. Για τον Ντεμπρέ η έννοια του συνόρου έχει τη σημασία της εν σπέρματι διαφοροποίησης ενός λαού από τον άλλον. Κάτι που όχι μόνο δεν κατακριτέο, αλλά είναι αναγκαίο για τη διατήρηση της ποικιλομορφίας της πανίδας που κατοικεί αυτόν τον πλανήτη. Είναι ένα αντιθετικό σχήμα που μπορεί να λειτουργήσει σε ειρηνική μορφή: εμείς και οι άλλοι και όχι εμείς και οι άλλοι που είναι εχθροί, αλλά διαφορετικοί. Ο Ντεμπρέ επισημαίνει ότι ακόμη και μέσα στο Παρίσι τέτοιου είδους ποιοτικές και καθοριστικές διαφοροποιήσεις απαντώνται από Διαμέρισμα σε Διαμέρισμα. Τα πάντα καθορίζονται βάσει ενός ορίου ευδιάκριτου: το πεζοδρόμιο από το δρόμο – κάτι που δεν το διαβαίνεις απρόσκοπτα. Ακόμη και το δέρμα του σώματος δεν είναι τίποτα άλλο από ένα πρωτοεπίπεδο σύνορο που χωρίζει τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου (κυριολεκτικώς) από τον εξωτερικό.

Τα σύνορα αντέχουν στο χρόνο παρά τις όποιες διαφοροποιήσεις έχουν υποστεί με τα χρόνια. Υπό άλλες συνθήκες, θα έχουμε να κάνουμε με τα μεταμοντέρνα καράβια που δεν αντέχουν στο πρώτο φύσημα του ανέμου. Εξ ου και αναζητούν μια οικεία φωλιά-λιμάνι σε παραδοσιακές σημάνσεις που προσφέρει το παρελθόν, η θρησκεία, τα όπλα του πολέμου. Οποιαδήποτε προσπάθεια να υπερκεράσει κανείς τα σύνορα και να θεωρήσει πως δεν πρέπει να υφίστανται διότι φυλακίζουν τον απεριόριστο κόσμο, καταλήγει να γίνεται ένας γενικευμένος ναρκισσισμός. Μια αρνητική εικόνα φιλαυτίας όπου ουδείς γνωρίζει σε ποιο κράτος ανήκει, σε ποια φυλή, σε ποια γλώσσα και σε ποια κοινωνική τάξη. Τα σύνορα βοηθούν ώστε να βλέπει κανείς πέρα από τη μύτη του, είναι μια μηχανή ανύψωσης του βλέμματος, Δίχως το «εκεί» δεν μπορεί να τονωθεί η αίσθηση της ενότητας του «εδώ». Παρά το γεγονός ότι τα παραγόμενα του σύγχρονου πολιτισμού είναι ετεροκαθορισμένα και τείνουν προς μια γενίκευση και ομαδοποίηση όλων μέσα σε όλους (βλ. την επίδραση της αμερικανικής ποπ κουλτούρας), αυτό δεν θα πρέπει να μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα σύνορα εξυπηρετούν έναν κόσμο που πλέον δεν υπάρχει. Αντιθέτως, ενισχύσουν την άποψη της εθνικής εκπροσώπησης (όπως κάνουν οι εθνικές ομάδες ποδοσφαίρου) και μέσω αυτής, ή μόνο μέσω αυτής, μπορεί να σφυρηλατηθεί η κοινή μοίρα που ενώνει συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων από άλλες που έχουν –ή οφείλουν να έχουν-, με τη σειρά τους, συνείδηση της δικής τους κοινής μοίρας.

Αν υπάρχει ζωή πέραν των συνόρων; Ο Ντεμπρέ λέει «ναι» αρκεί κανείς να σκεφτεί τις δικαστικές διαμάχες που διεξάγονται στο δικαστικό σώμα του ΟΗΕ για να κατανοήσει το μπλέξιμο. «Τα σύνορα είναι τα εμβόλια κατά των τοίχων», αποφαίνεται θεωρώντας πως όπου καταπέφτουν, αίφνης, ένα τείχος ορθώνεται να διαχωρίσει τους ανθρώπους. Φυσικά, ο Ντεμπρέ δεν αναφέρεται σε ένα κύκλωμα που θα λειτουργεί μέσα στο δικό του περίκλειστο οργανισμό δίχως εξωτερική επίδραση. Κάνει λόγο για συνθήκες καλής γειτονίας – μια σκέψη, πάντως, που δεν πατάει στην πραγματικότητα αν σκεφτεί κανείς πόσοι πόλεμοι διεξάγονται ανά τη γη για ένα διαφιλονικούμενο βουνό ή ποτάμι.

Από την άλλη, όποιος ονειρεύεται συνθήκες απόλυτης ελευθερίας και πλήρους χειραφέτησης με την κατάργηση των συνόρων, αν δεν είναι αφελής, μάλλον έχει πλανηθεί από μια ιδεοληψία, κατάλοιπο παλαιότερων κυριαρχικών συστημάτων (Ναπολέων, Στάλιν, ναζί), τα οποία, όντως, διέλυσαν τα σύνορα όχι με τον μανδύα της απελευθέρωσης, αλλά της κατάφορης υποδούλωσης.

Η εύστοχη μετάφραση και οι άκρως χρηστικές σημειώσεις ανήκουν στον Αντώνη Καραβασίλη.

  Διονύσης Μαρίνος 


http://fractalart.gr/debray-regis/

5/11/2015