Γιατί οι ΗΠΑ "ερωτεύτηκαν" την Ελλάδα.

Γιατί οι ΗΠΑ "ερωτεύτηκαν" την Ελλάδα.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Τι είπαν, τι συμφώνησαν Τσίπρας - Τραμπ.




Το ότι ένας ηγέτης που αυτοτοποθετείται στην Αριστερά, και δη τη ριζοσπαστική, ανακαλύπτει τα "θέλγητρα" του προέδρου των ΗΠΑ, που συμβαίνει μάλιστα να είναι ο (άλλοτε "διαβολικός" κατά Τσίπρα) Ντόναλντ Τραμπ, θα μπορούσε να θεωρηθεί αξιοπερίεργο – ή απλώς δείγμα ενός κυνισμού χωρίς αναστολές. Όμως το ότι και η υπερδύναμη πέραν του Ατλαντικού συμμετέχει από την πλευρά της σε αυτό το "τανγκό" δείχνει το μέγεθος των γεωπολιτικών ανατροπών που σημειώνονται το τελευταίο διάστημα με επίκεντρο την περιοχή μας.

Πράγματι, η Ουάσινγκτον έχει λόγους να "ανακαλύπτει" την Αθήνα. Και μάλιστα επείγοντες, αν αναλογιστεί κανείς πόσο γρήγορα ρυθμίστηκαν εντέλει τα πράγματα, ενώ όλους τους θερινούς μήνες η ελληνική διπλωματία διεκδικούσε μια συνάντηση κορυφής και η αμερικανική απαντούσε ότι το βεβαρυμένο πρόγραμμα του Ντόναλντ Τραμπ δεν θα επέτρεπε κάτι περισσότερο από μια συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον αντιπρόεδρο, Μάικ Πενς.

Αλλά, βέβαια, τίποτε δεν "χαρίζεται", όπως φρόντισε να καταστήσει σαφές ο ίδιος ο Τραμπ, προβάλλοντας με κάθε δυνατό τρόπο, κατά τις κοινές δηλώσεις με τον Αλέξη Τσίπρα, τις θέσεις εργασίας που θα δημιουργήσει στην Αμερική η συμφωνία των 2,4 δισ. δολαρίων, όπως την υπολόγισε, για την αναβάθμιση του ελληνικού στόλου μαχητικών αεροσκαφών F-16. Παράλληλα, είχε τη χαιρέκακη ικανοποίηση να παρακολουθήσει τον φιλοξενούμενό του να προβαίνει (έπειτα από ερώτηση δημοσιογράφου του Fox News) σε μια σχοινοτενή και εμφανώς αμήχανη "απολογία" για τα όσα απαξιωτικά για τον νυν πρόεδρο των ΗΠΑ είχε αναφέρει Έλληνας πρωθυπουργός πριν από τις αμερικανικές εκλογές. Για τον Τραμπ, ο οποίος έσπευσε με δηκτικό χιούμορ να παρατηρήσει ότι δεν γνώριζε αυτές τις δηλώσεις του φιλοξενούμενού του όταν τον υποδεχόταν με μια θερμή εισαγωγική τοποθέτηση, η πολιτική ορθότητα α λα ευρωπαϊκά πρέπει να πατάσσεται...

Τα δύο "ανοίγματα"

Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις προσδιορίζονται, βέβαια, από ορισμένες αμετάβλητες σταθερές – είτε αυτές αφορούν τη συμμαχική σχέση εντός του ΝΑΤΟ, είτε την επιδίωξη της Ουάσινγκτον για διαφοροποίηση της ενεργειακής τροφοδοσίας της Ευρώπης, είτε την προσδοκία της Αθήνας για μια περισσότερο αποφασιστική υπερατλαντική παρέμβαση στα θέματα της Ευρωζώνης, και δη της ελάφρυνσης χρέους.

Σε αυτά, όμως, ήρθαν προσφάτως να προστεθούν νέα δεδομένα: αυτά που δημιουργεί η ραγδαία επιδείνωση των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας αλλά και αυτά που, σε δεύτερο πλάνο, προκύπτουν από τον όλο και λιγότερο προβλέψιμο χαρακτήρα των σχέσεων της υπερδύναμης με τους Ευρωπαίους εταίρους, και δη τη Γερμανία. Πρόκειται για δύο "ανοίγματα" στα οποία η ελληνική πλευρά αναγνωρίζει ευκαιρίες αναβάθμισης στα μάτια της Ουάσινγκτον, καθώς η υπερδύναμη επείγεται να καλύψει τα νώτα της στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου απέναντι σε όσους (βλ. Βερολίνο) αναπτύσσουν αυτοτελείς φιλοδοξίες ή όσους (βλ. Άγκυρα) κινούνται όλο και πιο ανταγωνιστικά προς τους Δυτικούς μέχρι τούδε συμμάχους τους.

Τα συμφραζόμενα

Αρκεί και μόνο να υπενθυμίσει κανείς ότι η επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στο Σικάγο και στην Ουάσινγκτον συμπίπτει με μια συγκυρία ραγδαίων και δραματικών αλλαγών στον ευρύτερο περίγυρο: η κατάληψη της Ράκα στη βόρεια Συρία από τις υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ αραβοκουρδικές δυνάμεις σηματοδοτεί το ουσιαστικό τέλος του Ισλαμικού Κράτους ως εδαφικής οντότητας, ενώ την ίδια στιγμή η ανακατάληψη του Κιρκούκ από τον ιρακινό κυβερνητικό στρατό και τη σιιτική πολιτοφυλακή (με τη στήριξη του Ιράν και την πιθανή συνέργεια της κουρδικής φατρίας των Ταλαμπανί) τραυματίζει θανάσιμα τα σχέδια που είχε ο ηγέτης του Ιρακινού Κουρδιστάν, Μασούντ Μπαρζανί, μετά το δημοψήφισμα της 25ης Σεπτεμβρίου με το ερώτημα της ανεξαρτητοποίησης.

Την ίδια στιγμή, οι Ευρωπαίοι αρνούνται να ακολουθήσουν τον Ντόναλντ Τραμπ στην οδό της αντιπαράθεσης με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν ετοιμάζεται να μεταβεί στην Τεχεράνη στις αρχές Νοεμβρίου και συνομιλεί και με κάθε άλλο παίκτη της περιοχής, από τον Ερντογάν μέχρι τον Νετανιάχου και τον βασιλιά Σαλμάν της Σαουδικής Αραβίας, με κύριο δέλεαρ τις πωλήσεις συστημάτων S-400. Η ουσιαστική αποτυχία του εγχειρήματος "αλλαγής καθεστώτος" στη Δαμασκό δημιουργεί νευρικότητα στους παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, ενώ η Τουρκία, ειδικότερα, προσεγγίζει ολοένα και περισσότερο τη Μόσχα και (λόγω του "κουρδικού κινδύνου") την Τεχεράνη, προαναγγέλλει στρατιωτικές επιχειρήσεις στη βόρεια Συρία και στο βόρειο Ιράκ και εμπλέκεται στον ανήκουστο μεταξύ συμμάχων "πόλεμο της βίζας" με τις ΗΠΑ.

Εκ των υστέρων η αναφορά στα κρίσιμα

Όλα αυτά εξηγούν την ανανέωση του αμερικανικού ενδιαφέροντος για τα ελληνικά πράγματα. Δεν προδιαθέτουν, όμως, απαραιτήτως για ουσιαστικά κέρδη για την ελληνική πλευρά. Οι Αμερικανοί ιθύνοντες με τους οποίους συναντήθηκε η αντιπροσωπία του πρωθυπουργού υπήρξαν, βέβαια, επαινετικοί ως προς τις προσπάθειες που καταβάλλει για την ανάκαμψή της η Ελλάδα (τονίζοντας, παράλληλα, την ανάγκη επιμονής στην οδό των μεταρρυθμίσεων), ενώ εξήραν το γεγονός ότι η χώρα μας συγκαταλέγεται στις λίγες μεταξύ των συμμάχων του ΝΑΤΟ που εκπληρώνουν τον στόχο για αμυντικές δαπάνες ύψους 2% του ΑΕΠ.

Όμως, λ.χ., ο Ντόναλντ Τραμπ απέφυγε οποιαδήποτε δημόσια αναφορά σε θέματα άμεσου ελληνικού ενδιαφέροντος, όπως το Αιγαίο ή το Κυπριακό, ενώ δεν αξιολόγησε τον ρόλο της χώρας στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εμφανής αυτή παράλειψη διορθώθηκε εκ των υστέρων, με την ανακοίνωση του γραφείου του αντιπροέδρου Πενς για την υποστήριξη των δύο ηγετών "στην ευρωατλαντική ενσωμάτωση της Τουρκίας και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων", στη "συνεχιζόμενη υποστήριξη των ΗΠΑ σε μια συνολική διευθέτηση για την επανένωση της Κύπρου ως διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας" και στην ικανοποίησή του "για την αυξανόμενη συνεργασία της Ελλάδας με το Ισραήλ, την Κύπρο και την Αίγυπτο".

Από τα F-16, στη "δεύτερη Σούδα"

Η αναβάθμιση, πιθανότατα επέκταση, καθώς και μακροχρόνια παραχώρηση της βάσης της Σούδας ήταν γνωστό, πριν καν από την άφιξη του Αλέξη Τσίπρα στην Ουάσινγκτον, ότι βρισκόταν στο επίκεντρο του αμερικανικού ενδιαφέροντος, καθώς αποτελεί προϋπόθεση αποτελεσματικής προβολής της στρατιωτικής ισχύος των ΗΠΑ στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή. Όμως η υπόθεση δεν σταματά εκεί.

Σύμφωνα με πηγές που επικαλείται το αμερικανικό δίκτυο CNBC, εξετάζεται το ενδεχόμενο δημιουργίας και δεύτερης στρατιωτικής βάσης στη νότια Κρήτη (ή, κατ' άλλους, στην Κάρπαθο). Βεβαίως, μένει να φανεί πως θα ανταποκριθεί η ελληνική πλευρά.

Σημειώνεται ότι, αν και διαψεύσθηκε επισήμως το σενάριο της μεταφοράς του αμερικανικού οπλισμού από τη βάση του Ιντσιρλίκ στην Τουρκία, είναι ισχυρό. Πρόσφατο δημοσίευμα των "New York Times" χαρακτήριζε επιβεβλημένη μια τέτοια κίνηση (μετά την ολοκλήρωση των επιχειρήσεων ανακατάληψης της Ράκα στη Συρία), λόγω των φόβων που προκαλεί ο τουρκοαμερικανικός "πόλεμος της βίζας". Ήδη πέρσι τουρκικές δυνάμεις είχαν αποκλείσει για ένα 24ωρο το Ιντσιρλίκ, εν μέσω υποψιών ότι η βάση έπαιξε ρόλο στο αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016.

Την ίδια στιγμή, η υπόθεση της αναβάθμισης των μαχητικών F-16 (ελάχιστο βήμα υπεράσπισης των ισορροπιών στο Αιγαίο, τη στιγμή που η Τουρκία διαπραγματεύεται με τις ΗΠΑ την αγορά έως και 100 υπερσύγχρονων stealth F-35) όχι μόνο δίνει λαβή για αμφισβητήσεις και εσωτερικές κόντρες με την αντιπολίτευση, αλλά ενδεχομένως και για αυριανές τριβές με τους "θεσμούς".

2,4 ή 1,1 δισ. το κόστος;

Ήδη η Ν.Δ. ζητά την άμεση ενημέρωση της Βουλής για όλες τις πτυχές της συμφωνίας για τα F-16, ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, δήλωσε πως η αποπληρωμή θα γίνει σταδιακά στα επόμενα 10 χρόνια και χαρακτήρισε "ολίγον υπερβολική" τη "φασαρία".Σύμφωνα με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας, Πάνο Καμμένο, το εκτιμώμενο κόστος των 2,4 δισ. δολαρίων που επικαλείται η αμερικανική πλευρά δεν αφορά μόνο την αναβάθμιση των F-16, για την οποία, κατά τον ίδιο, η οροφή στον προϋπολογισμό είναι 1,1 δισ., αλλά συμπεριλαμβάνει προγράμματα βοήθειας και αντισταθμιστικά. Μέχρι στιγμής, πάντως, η αμερικανική πλευρά έχει κάνει γνωστό ότι κάθε συμφωνία για τα αντισταθμιστικά (που αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει) θα είναι αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και την ανάδοχο εταιρεία.

Σημειώνεται ότι η ευρωπαϊκή πλευρά φαίνεται να μην έχει ενημερωθεί και να αναμένει λεπτομέρειες για τους όρους και το χρονοδιάγραμμα της συμφωνίας για τα F-16. Το Μνημόνιο, πάντως, θέτει όρια στα επίπεδα των δημοσιονομικών δαπανών, συμπεριλαμβανόμενων των αμυντικών, και συνεπώς οι δανειστές θα πρέπει το επόμενο διάστημα να δώσουν τη συμφωνία τους.

Γερμανική ενόχληση

Μολονότι πρόκειται για πάγια αμερικανική θέση, η επαναβεβαίωσή της από στόματος Ντόναλντ Τραμπ δεν προκάλεσε ενθουσιασμό στο Βερολίνο. "Και εμείς στηρίζουμε, από κοινού με τους Ευρωπαίους εταίρους μας, την Ελλάδα", δήλωσε ο Γερμανός κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέφεν Ζάιμπερτ, κληθείς να σχολιάσει τη συνηγορία του Αμερικανού προέδρου στην ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Ο εκπρόσωπος της καγκελαρίας ισχυρίστηκε ότι δεν γνωρίζει ολόκληρη τη δήλωση του Αμερικανού προέδρου, ανέφερε ωστόσο ότι ο ίδιος έχει επανειλημμένα τονίσει τη θέση της γερμανικής κυβέρνησης, η οποία, όπως είπε, αποτελεί και θέση του Eurogroup και δεν υπάρχει κάτι νεότερο.

Σε κάθε περίπτωση, και μόνο η υπενθύμιση από την Ουάσινγκτον του γεγονότος ότι έχει άποψη και λόγο για τα θέματα της Ευρωζώνης, την ώρα που δεν συγκαταλέγεται στους πιστωτές της Ελλάδας, αποτελεί σημαντική "ψηφίδα" στο μωσαϊκό των υπόγειων γερμανοαμερικανικών τριβών.

Σε ερώτημα σχετικά με τη συμφωνία για την αναβάθμιση των ελληνικών μαχητικών αεροσκαφών F-16, ο Στέφεν Ζάιμπερτ περιορίστηκε να αναφέρει ότι η γερμανική κυβέρνηση δεν έχει, βεβαίως, τίποτα να σχολιάσει σε ό,τι αφορά το πώς η Αθήνα λαμβάνει τις αποφάσεις της στον τομέα της αμυντικής πολιτικής.

Αργά ή γρήγορα, πάντως, η Αθήνα προορίζεται να βρεθεί αντιμέτωπη με την αντίφαση που θα δημιουργούν οι ταυτόχρονες δεσμεύσεις της απέναντι σε μια αμερικανική και μια ευρωπαϊκή πλευρά που διαρκώς θα αποκλίνουν. 

Ο "πόλεμος της βίζας" με την Τουρκία συνεχίζεται

Δεν είναι απλό ατύχημα και δεν προέκυψε απλώς σε υπηρεσιακό επίπεδο. Ο "πόλεμος της βίζας" που έχει ξεσπάσει μεταξύ της Τουρκίας και των ΗΠΑ αποδόθηκε από τον Ταγίπ Ερντογάν στον αποχωρούντα (λόγω μετάθεσης στην Καμπούλ) Αμερικανό πρεσβευτή στην Άγκυρα, Τζον Μπας, προκειμένου με την εξεύρεση του κατάλληλου αποδιοπομπαίου τράγου να κλείσει το συντομότερο η δυσάρεστη παρένθεση στις σχέσεις των δύο χωρών.

Όμως η απόφαση για διακοπή της έκδοσης βίζας στις αμερικανικές αποστολές στην Τουρκία ελήφθη στο επίπεδο του αντιπροέδρου, Μάικ Πένς, του υπουργού Εξωτερικών, Ρεξ Τίλερσον, και του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, ενώ η υποτιθέμενη "παρένθεση" κάθε άλλο παρά κλείνει, όπως έδειξε και η αποστολή αμερικανικής αντιπροσωπίας στην Τουρκία για την επίλυση του θέματος.

Οι όροι που έθεσε η αντιπροσωπία ήταν σαφείς: να δοθούν αποδείξεις για τους δύο Τούρκους υπαλλήλους του αμερικανικού προξενείου που έχουν συλληφθεί, να ενημερωθούν οι ΗΠΑ για τις σχετικές έρευνες και να διευκρινιστεί εάν οι ενοχοποιητικές επαφές των εργαζομένων είναι εναρμονισμένες με τη θέληση των ΗΠΑ.

"Δεν θα υποχωρήσουμε στις επιβολές", ήταν η απάντηση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, ο οποίος πρόσθεσε: "Εάν ένα άτομο διέπραξε έγκλημα, δεν είναι στο χέρι μας να το αλλάξουμε. Το δίκαιο κάνει αυτό που πρέπει. Η κρίση της βίζας για μας ήταν μια αχρείαστη κρίση. Δεν είναι μια στάση ώριμη στη διπλωματία", ανέφερε.

Την ίδια στιγμή, ωστόσο, ο εκπρόσωπος του Τούρκου προέδρου, Ιμπραχίμ Καλίν, επέμενε ότι οι συνομιλίες με την αμερικανική αντιπροσωπία στο θέμα των θεωρήσεων κινούνται "σε θετική κατεύθυνση" και "σύντομα η κρίση θα έχει λυθεί".

Στην πραγματικότητα, ακόμα και όταν το συγκεκριμένο επεισόδιο τερματιστεί, οι σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας δεν θα είναι όπως πριν. Οι τριβές κορυφώνονται μεν από τις προσπάθειες της Άγκυρας να ενοχοποιήσει με κάποιον τρόπο τον αμερικανικό παράγοντα για το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, όμως προκύπτουν βαθύτερα από τη νευρικότητα της τουρκικής πλευράς μετά την αποτυχία των τυχοδιωκτισμών της στη Συρία, την ενδυνάμωση και σε αυτό το μέτωπο του κουρδικού στοιχείου (με τη στήριξη των ΗΠΑ) και την παρεπόμενη προσπάθεια μιας "στροφής" της πολιτικής της γείτονος προς τη Ρωσία και το Ιράν.

Του Κώστα Ράπτη


22/10/2017


              ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ           


Ο Αλέξης Τσίπρας και ο Ντόναλντ Τραμπ λίγο προτού ξεκινήσει η κοινή συνέντευξη Τύπου προς τους δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο. Η αμυντική συνεργασία ΗΠΑ - Ελλάδας αποτέλεσε πολύ σημαντικό κομμάτι των συνομιλιών

Τι είπαν, τι συμφώνησαν Τσίπρας - Τραμπ.

Οι επιδιώξεις και η ικανοποίηση των Αμερικανών για τη βάση της Σούδας, τα εξοπλιστικά, οι εξελίξεις στη Βαλκανική και το ενδιαφέρον για τα ενεργειακά και τον σταθμό LNG στην Αλεξανδρούπολη

Σε περιπτώσεις όπως η επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στις Ηνωμένες Πολιτείες, η λογική του «άσπρου-μαύρου» σπανίως ισχύει και ακόμα σπανιότερα αποδίδει την πραγματικότητα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η «διπλωματικά άκομψη» αποστροφή Τραμπ περί της αναβάθμισης των F-16 επισκίασε τα όποια οφέλη προέκυψαν από την επίσκεψη του Πρωθυπουργού στην Ουάσιγκτον και τις συναντήσεις του τόσο με τον Ντόναλντ Τραμπ όσο και με τον αντιπρόεδρο Μάικ Πενς. Από την άλλη πλευρά όμως, δεν μπορεί να αγνοηθεί το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας συνάντησε, μέσα σε σχεδόν έναν χρόνο, τόσο τον νυν όσο και τον πρώην αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα.

Τι ζήτησαν οι ΗΠΑ, τι έδωσε η Αθήνα

Αναμφίβολα, η αμερικανική πλευρά προσήλθε σε αυτές τις συνομιλίες με σαφή προσανατολισμό και δίνοντας έμφαση σε δύο σημεία: πρώτον, στην ενίσχυση της αμυντικής/στρατιωτικής συνεργασίας και, δεύτερον, στην προώθηση των ενεργειακών σχεδίων και projects που θεωρεί κρίσιμα για την ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Από εκεί και πέρα, θα φανεί κατά πόσο η Αθήνα θα αποκομίσει κάποια ουσιαστικά κέρδη από τη μετάβαση του Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ. Η επιθυμία του να προβάλει την Ελλάδα ως ελκυστικό επενδυτικό προορισμό θα καθοριστεί όχι από τα λόγια αλλά από την ικανότητα των θεσμών της χώρας να διαμορφώσουν το πλαίσιο εκείνο που θα πείσει υποψήφιους επενδυτές. Σε διαφορετική περίπτωση, οι όποιες επενδύσεις θα ενδυθούν απλώς γεωπολιτικό μανδύα. Και στο πλαίσιο αυτό, οι Αμερικανοί έχουν ήδη αρχίσει να κοιτούν πολύ προσεκτικά την επιθυμία του Πεκίνου να ενισχύσει την επενδυτική παρουσία του στην Ελλάδα. Οσο για το ζήτημα του χρέους, οι ψύχραιμοι αναλυτές επιμένουν ότι η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση δεν πρόκειται να αφιερώσει χρόνο σε αυτή την υπόθεση.

Το story των επενδύσεων και τα ενεργειακά

Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, ο κ. Τσίπρας εξέφρασε τόσο στον κ. Τραμπ όσο και στον κ. Πενς την άποψη ότι η Βόρεια Ελλάδα και γενικότερα η χώρα μας μπορεί να αποτελέσει ενεργειακό κόμβο. Η πρόσφατη συμφωνία της ΔΕΠΑ να συμμετάσχει στο επενδυτικό σχήμα για την κατασκευή του πλωτού τερματικού σταθμού επαναεριοποίησης στην Αλεξανδρούπολη, που προωθεί η Gastrade του ομίλου Κοπελούζου, κρίνεται σημαντική. Τούτο δε καθώς φαίνεται να υπάρχει συμφωνία για αγορά επιπλέον ποσοτήτων υγροποιημένου φυσικού αερίου για την περίοδο 2018-2020 από αμερικανικές εταιρείες (Cheniere, Tellurian) που θα ανοίξουν τον δρόμο για εισαγωγές σχιστολιθικού αερίου στην Ευρώπη. Η κίνηση αυτή, σε συνδυασμό με τον αγωγό φυσικού αερίου ΤΑΡ, τον ελληνοβουλγαρικό διασυνδετήριο αγωγό IGB, τη σχεδιαζόμενη κατασκευή ανάλογου κάθετου άξονα από την Ελλάδα προς την πΓΔΜ, κρίνεται απαραίτητη για τη σταδιακή απεξάρτηση των Βαλκανίων και των ανατολικοευρωπαϊκών χωρών από το ρωσικό αέριο, εν όψει και της σύγκρουσης που αναμένεται για την κατασκευή του αγωγού Nord Stream II από τη Ρωσία προς τη Γερμανία.

Στο ευρύτερο επενδυτικό σκέλος, η ελληνική πλευρά αποδίδει μεγάλη σημασία στη σύσταση μιας ομάδας εργασίας υπό τον αμερικανό υπουργό Εμπορίου Γουίλμπουρ Ρος και τον υπουργό Οικονομίας Δημήτρη Παπαδημητρίου για τον συντονισμό των δύο πλευρών. Φαίνεται ότι υπάρχει ενδιαφέρον από συγκεκριμένα ελληνοαμερικανικά επιχειρηματικά συμφέροντα για τα Ναυπηγεία Νεωρίου Σύρου, για επενδύσεις σε δίκτυα οπτικών ινών, αλλά και για ενδεχόμενη αγορά αεροσκαφών της Aegean από την αμερικανική Boeing. 

Η Σούδα, η γεωπολιτική και η αμυντική συνεργασία 

Πολύ σημαντικό κομμάτι των συνομιλιών επικεντρώθηκε στην αμυντική συνεργασία. Παρά τα όσα ορισμένοι επέμεναν να αναπαράγουν περί πενταετούς ανανέωσης της συμφωνίας για τη βάση της Σούδας στις Ηνωμένες Πολιτείες το θέμα αυτό δεν υπήρχε ως τέτοιο στην ατζέντα. Οι Αμερικανοί ικανοποιήθηκαν από την έγκαιρη μονοετή ανανέωση του περασμένου Αυγούστου αλλά και από την κατανόηση ότι μπορούν να προχωρήσουν σε όποια επένδυση κρίνουν αναγκαία για την αναβάθμιση της σπουδαιότερης βάσης της Μεσογείου.

Ηδη από τον περασμένο Αύγουστο έχουν ολοκληρωθεί οι εργασίες για την επέκταση του υποστέγου στάθμευσης αεροσκαφών, των εγκαταστάσεων υγρού οξυγόνου, καθώς του χώρου φόρτωσης μαχητικών αεροσκαφών. Πρόκειται για μια επένδυση που στοίχισε περίπου 13 εκατ. ευρώ και θα επιτρέπει, μεταξύ άλλων, τη στάθμευση ως και πέντε περισσότερων μεταγωγικών αεροσκαφών C-17 και την καλύτερη μεταφορά καυσίμων. Με αμερικανικούς πόρους θα κατασκευαστεί και η υποδομή για ένα αντιμαγνητικό καλώδιο που θα αποκαθιστά τον απομαγνητισμό των αισθητήρων σε πολεμικά πλοία. Το ζήτημα της στάθμευσης μη επανδρωμένων αεροσκαφών (UAVs ή drones) στο γειτονικό αεροδρόμιο του Καστελλίου παραμένει επιθυμία των Αμερικανών, αλλά το ζήτημα έχει άλλου τύπου ευαισθησίες. 

Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» για περαιτέρω εμβάθυνση της ελληνοαμερικανικής αμυντικής συνεργασίας είναι η τουρκική αναθεωρητικότητα και παραβατικότητα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ο κ. Τσίπρας έθεσε το ζήτημα στον πρόεδρο Τραμπ, αλλά η αντίδραση του τελευταίου υπήρξε μάλλον χλιαρή. Ο Πρωθυπουργός επέδωσε non paper στον αντιπρόεδρο Πενς για την τουρκική στάση, με τον τελευταίο να κατανοεί πολύ καλύτερα πού θα μπορούσε να οδηγήσει τα πράγματα ο απρόβλεπτος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αλλά η γενικότερη εντύπωση είναι ότι οι Αμερικανοί θα κινηθούν προσεκτικά έναντι της Αγκυρας σε αυτή τη φάση, καθώς το Πεντάγωνο δεν αγνοεί τη σημασία της βάσης του Ιντσιρλίκ για τις επιχειρήσεις στη Συρία. 

Το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων θεωρείται ότι θα επανέλθει προσεχώς πιο δυναμικά στο προσκήνιο και ήδη κυκλοφορεί σε διπλωματικούς διαδρόμους ότι το όνομα που προωθείται είναι το «Νέα Μακεδονία», χωρίς να υπάρχουν περισσότερες λεπτομέρειες. Οι Αμερικανοί θα ευνοούσαν μια λύση που θα επέτρεπε στην πΓΔΜ να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, αλλά δεν έχουν εκδηλωθεί με σαφήνεια. Δημοσίως, αμερικανοί αξιωματούχοι όπως ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ εξαίρουν τον ρόλο που μπορεί να παίξει η Ελλάδα στη Βαλκανική. Η Αθήνα δεν βιάζεται στο θέμα αυτό, καθώς η άποψη που επικρατεί είναι ότι το δυσκολότερο μέτωπο είναι αυτό των σχέσεων με τη Αλβανία, οι οποίες σήμερα βρίσκονται σε σημείο μηδέν.

Η αναβάθμιση και οι ανάγκες της χώρας 

Η δημόσια δήλωση του προέδρου Τραμπ περί της αναβάθμισης των μαχητικών αεροσκαφών F-16 της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας ξένισε πολλούς. Η πραγματικότητα είναι ότι είναι σπάνιο για έναν πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών να αναδεικνύει τόσο έντονα μια επιχειρηματική συμφωνία, αλλά δεν πρέπει να λησμονείται ότι ο πρόεδρος Τραμπ μοιάζει να κινείται, σε πολλά ζητήματα, με μια καθαρά επιχειρηματική λογική. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ίσως δεν έπρεπε να δώσει τόση έμφαση στη δημιουργία θέσεων εργασίας στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά να επισημάνει και το γεγονός ότι το μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της εργασίας θα πραγματοποιηθεί στην Ελληνική Αμυντική Βιομηχανία (ΕΑΒ) όπου ουσιαστικά θα αποσυναρμολογηθούν και θα επανασυναρμολογηθούν όσα αεροσκάφη τελικώς αναβαθμιστούν από τον συνολικό στόλο των 155 F-16 που διαθέτει η χώρα μας.

Επειτα από χρόνια κωλυσιεργίας, η Ελλάδα έχει φθάσει πλέον σε ένα σημείο που η αναβάθμιση των F-16 έχει καταστεί αδήριτη αναγκαιότητα. Η ισορροπία ισχύος με την Τουρκία στον εναέριο χώρο του Αιγαίου τείνει να ανατραπεί ολοκληρωτικά και μεσοπρόθεσμα, με τη σταδιακή απόκτηση αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35, θα μπορούσε να καταστεί μη αναστρέψιμη. Η αναβάθμιση θα έπρεπε να έχει γίνει νωρίτερα, είναι το κοινό συμπέρασμα όσων γνωρίζουν, καθώς θα μπορούσε να στοιχίσει και αρκετά λιγότερο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι η πρώτη συζήτηση περί αναβάθμισης έγινε επί υπουργίας Σπήλιου Σπηλιωτόπουλου και κυβέρνησης Καραμανλή, όταν η χώρα μας αγόρασε 30 F-16 Block 52+ Advanced. Γνωρίζοντες και μη εκφράζουν απόψεις και ιδέες χωρίς σαφή γνώση των διαδικασιών ως την τελική έγκριση του προγράμματος αναβάθμισης από τις αμερικανικές και ελληνικές Αρχές.

Αγοροπωλησίες και σχέδια για τα F-16

Τον Φεβρουάριο του 2017 ο υπουργός Εθνικής Aμυνας Πάνος Καμμένος έστειλε αίτημα στις αμερικανικές Αρχές ζητώντας να ενημερωθεί για προσφορές επί του συνόλου του ελληνικού στόλου F-16. Σημειώνεται ότι τα 155 αεροσκάφη αυτού του τύπου που διαθέτει η Πολεμική Αεροπορία χωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες. Υπάρχουν κατ’ αρχήν τα 32 F-16 Block 30 του προγράμματος Peace Xenia I που η κυβέρνηση σχεδιάζει να πουλήσει με σκοπό να καλύψει και ένα μέρος του κόστους της αναβάθμισης. Για αυτά φέρεται να υπάρχει εκπεφρασμένο ενδιαφέρον από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με ένα ποσό που φθάνει τα 450 εκατ. ευρώ, ενώ η Κροατία έχει δείξει ενδιαφέρον για την αγορά 12 εξ αυτών με ένα ποσό που εκτιμάται ότι προσεγγίζει τα 200 εκατ. ευρώ.

Στο πλαίσιο των προγραμμάτων Peace Xenia II, III και IV εντάσσονται αντιστοίχως: α) 38 F-16 Block 50, β) 55 F-16 Block 52+ και γ) 30 F-16 Block 52+ Advanced. Η Πολεμική Αεροπορία αναζητεί τη βέλτιστη λύση για να αναβαθμίσει 85-95 αεροσκάφη από αυτές τις τρεις κατηγορίες σε F-16 Viper, με βασικά χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων, το υπερσύγχρονο ραντάρ AESA και το σύστημα Link 16. Το ποσό των 2,4 δισ. δολαρίων στο οποίο αναφέρθηκε ο πρόεδρος Τραμπ είναι το ποσό που περιλαμβάνεται στο ενημερωτικό σημείωμα που οι υπηρεσίες του αμερικανικού Πενταγώνου έστειλαν στις αρμόδιες Επιτροπές του Κογκρέσου. Οι βουλευτές-γερουσιαστές έχουν 15 ημέρες στη διάθεσή τους να μελετήσουν την πρόταση και στη συνέχεια θα αποσταλεί στην ελληνική πλευρά το επονομαζόμενο Letter of Offer and Acceptance (LOA), πιθανότατα ως τα τέλη Οκτωβρίου.

Τα F-16, το κόστος και τα αντισταθμιστικά

H τιμή των 2,4 δισ. δολαρίων είναι η ανώτατη τιμή που δεν πρέπει να υπερβεί το πρόγραμμα και καλύπτει όλες τις πιθανές επιλογές. Από το «μενού» αυτό θα κάνει την τελική της επιλογή η Αθήνα. Επιπλέον, δεν πρέπει να αγνοηθεί ότι ένα, όχι ευκαταφρόνητο, μέρος του ποσού θα καταβληθεί, για διοικητικά και άλλα έξοδα, στην αμερικανική κυβέρνηση. Στην πρόσφατη επίσκεψή του στις Ηνωμένες Πολιτείες, που προηγήθηκε εκείνης του Πρωθυπουργού, ο αναπληρωτής υπουργός Εθνικής Αμυνας Δημήτρης Βίτσας έκανε εκτενείς διαπραγματεύσεις για την τιμή και το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής. Η εκτίμηση ενημερωμένων παραγόντων είναι ότι η τελική τιμή θα είναι σίγουρα χαμηλότερη των 2,4 δισ. δολαρίων αλλά πιθανότατα και υψηλότερη του 1,1 δισ. δολαρίων στο οποίο αναφέρθηκε η ελληνική πλευρά. Ολα φυσικά θα εξαρτηθούν από το πόσα αεροσκάφη θα αναβαθμιστούν και ίσως η ελληνική πλευρά επιλέξει μικρότερο αριθμό για να περιορίσει το κόστος.

Υπάρχουν ακόμη δύο ζητήματα. Το πρώτο αφορά τα αντισταθμιστικά ωφελήματα, που έχουν και αμαρτωλό παρελθόν, και το δεύτερο τις σκέψεις που έχουν διατυπωθεί για απόκτηση από την Πολεμική Αεροπορία ενός αριθμού F-35. Είναι σαφές ότι τα αντισταθμιστικά ωφελήματα είναι μέρος της πρότασης της εταιρείας Lockheed Martin προς το υπουργείο Εθνικής Αμυνας. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, η αξία των αντισταθμιστικών ωφελημάτων ανέρχεται σε περίπου 120% της αξίας του προγράμματος. Οι υπηρεσίες του τελευταίου έστειλαν στην εταιρεία έναν τεράστιο κατάλογο offsets που αριθμούσαν τα 140 προγράμματα (!) με κόστος δυσθεώρητο. Κάποια εξ αυτών αφορούν υποδομές, προμήθεια μηχανολογικού εξοπλισμού για την ΕΑΒ, την αναβάθμιση άλλων οπλικών συστημάτων, όπως των ελικοπτέρων του Πολεμικού Ναυτικού, την κατασκευή ενός «εξομοιωτή» για αλεξιπτωτιστές που θα επιθυμούσε ο Ελληνικός Στρατός ή και κοινωνικά προγράμματα, όπως η προμήθεια ρομποτικών μηχανημάτων για τα στρατιωτικά νοσοκομεία.


Σε ό,τι αφορά τα F-35, η ελληνική πλευρά άρχισε να ανησυχεί μάλλον καθυστερημένα για την προμήθεια από την Τουρκία. Μαζί με το LOR για τα F-16, το υπουργείο Εθνικής Αμυνας έστειλε LOR για να πληροφορηθεί την τιμή και τη διαθεσιμότητα και για τα F-35. Μάλιστα, πριν από περίπου τέσσερις μήνες ήλθε στην Ελλάδα εξαμελής ομάδα από τις Ηνωμένες Πολιτείες για συνομιλίες επί του θέματος. Κατεγράφησαν περί τα 90 ερωτήματα και η αποστολή αναμένεται να επανέλθει περί τα τέλη του έτους. Είναι σαφές, σύμφωνα με τους γνωρίζοντες, ότι η προμήθεια F-35 έχει πολύ υψηλό κόστος για τον ελληνικό προϋπολογισμό, καθώς κάθε αεροσκάφος κοστίζει περίπου 120 εκατ. δολάρια. Σημειώνεται επίσης ότι η προμήθεια τέτοιων μαχητικών από την Τουρκία δεν θα γίνει απότομα, αλλά σταδιακά. Ουσιαστικά, η κανονική προμήθεια εκκινεί από το 2020. Συνολικά, η Τουρκία θα προμηθευθεί 24 F-35 την τριετία 2020-2022.

Αθανασόπουλος Αλ. Άγγελος

http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=909704

  22/10/2017