Οι Κούρδοι, η Τουρκία και Εμείς.

 Διαδήλωση υπέρ του δημοψηφίσματος ανεξαρτησίας στο Erbil, την πρωτεύουσα της ημιαυτόνομης Κουρδικής Περιφερειακής Κυβέρνησης, στις 20 Σεπτεμβρίου 2017. (AFP PHOTO/SAFIN HAMED)

   Οι Κούρδοι, η Τουρκία και Εμείς (Α’ Μέρος)    

Η Άνοδος των Κούρδων

Χάρη στην Αραβική Άνοιξη και τον επακόλουθο Ισλαμικό Χειμώνα, η καθεστηκυία τάξη πραγμάτων στην Εύφορη Ημισέληνο ανατρέπεται άρδην. Περίπου έναν αιώνα μετά την ατυχή Συνθήκη Ειρήνης των Σεβρών, οι Κούρδοι έχουν ιδρύσει δύο de facto ανεξάρτητα κρατίδια στη Συρία και το Ιράκ – αμφότερα χάρη στην έμπρακτη (πλην όμως αμφίθυμη) υποστήριξη της υπερδύναμης. Το δημοψήφισμα στο Ιρακινό Κουρδιστάν φιλοδοξεί να μετατρέψει την de facto ανεξαρτησία σε du jure.

Και όμως, η ανάδυση του Κουρδιστάν στη διεθνή κονίστρα δεν ήταν προεξοφλημένη. Οι αγώνες των Κούρδων στον 20ο αιώνα για ανεξαρτησία απέτυχαν οικτρά – όπως διεκτραγωδεί η αιματηρή κατάλυση της Δημοκρατίας του Ararat στην Τουρκία (1927-19390) και της Δημοκρατίας της Mahabad στο Ιράν (1946). Γιατί όμως απέτυχαν οι Κούρδοι διαδοχικώς; Μα φυσικά επειδή οι Μεγάλες Δυνάμεις (πλην των ΗΠΑ επί της βραχύβιας προεδρίας του ιδεαλιστή Ουίλσον) ουδέποτε τους υποστήριξαν. Ενδεικτικώς της ολικής «έκλειψης» των Κούρδων από το διεθνές γίγνεσθαι, το Κουρδικό Ζήτημα ήταν terra incognita εν σχέσει με το Παλαιστινιακό Ζήτημα. Η διεθνής κοινή γνώμη ξάφνου «ανακάλυψε» τον πολυπληθέστερο απάτριδα πληθυσμό της υφηλίου το 1990 – όχι, βέβαια, όταν η σύμμαχος της Δύσης Τουρκία εξόντωνε χιλιάδες Κούρδους πολίτες της αλλά όταν ο εχθρός της Δύσης Σαντάμ Χουσεϊν εξαπέλυσε χημικά αέρια εναντίον των Κούρδων του Ιράκ. Δεύτερη φορά η διεθνής κοινή γνώμη «ανακάλυψε» τους Κούρδους το 2015 όταν οι τζιχαντιστές του ISIS διέπραξαν εθνοκάθαρση εναντίον των Yezidi Κούρδων. Εν αντιθέσει με το Παλαιστινιακό Ζήτημα, δεν υπάρχει ένα μαζικό λαϊκό κίνημα στη Δύση υπέρ των Κούρδων παρ’ όλο που υπέστησαν ως λαός μακράν χειρότερες θηριωδίες από τους Παλαιστινίους.[1]

Η άνοδος των Κούρδων οφείλεται στην ευθυγράμμισή τους με τις «επιλογές» της Ουάσινγκτον στην Μέση Ανατολή. Οι Κούρδοι του Ιράκ συμμάχησαν με τις ΗΠΑ κατά τον Α’ και Β’ Πόλεμο του Κόλπου ενώ οι Κούρδοι της Συρίας πράττουν το ίδιο κατά τον Πόλεμο της Συρίας. Ο «bellum omnium contra omnes» στη Συρία άνοιξε το Κουτί της Πανδώρας στην Εγγύς Ανατολή και αναβάθμισε τους Κούρδους από «στρατιωτάκια» σε «στρατηγούς» στην περιφερειακή σκακιέρα. Ενδεικτικώς της παρούσας ισχύος τους, οι Κούρδοι της Συρίας ελέγχουν το 25% του εδάφους της Συρίας και το 50% των πετρελαιοπηγών της χώρας, ενώ οι Κούρδοι του Ιράκ ελέγχουν το ¼ της χώρας και το Κιρκούκ – την «Ιερουσαλήμ των Κούρδων» με τα μεγαλύτερα κοιτάσματα πετρελαίου στην Μεσοποταμία. Γιατί όμως, οι Κούρδοι και όχι οι περιφερειακοί σύμμαχοι (ιδίως η Τουρκίας) αναβαθμίστηκαν σε εντολοδόχους των ΗΠΑ;

Χάρτης της Le Monde Diplomatique με τα όρια του Κουρδιστάν ανά ιστορικές περιόδους.

Οι Κούρδοι της Συρίας και του Ιράκ ωφελούν τις ΗΠΑ στον υπό εξέλιξη πόλεμο δια αντιπροσώπων[2] διττώς: πρώτον, σφυροκοπούν τους τζιχαντιστές του ISIS ως το χερσαίο σκέλος της διεθνούς (υπό την ηγεσία των ΗΠΑ) εκστρατείας εναντίον του Ισλαμικού Χαλιφάτου δίχως τα «ανατολίτικα παζάρια» και «καψώνια» του Ερντογάν και, δεύτερον, παρεμβάλλονται στον υπό διαμόρφωση «Σιιτικό Άξονα» της Εγγύς Ανατολής (Τεχεράνη-Βαγδάτη-Δαμασκός-Βηρυτός) ως «σφήνα» και, ως εκ τούτου, προσφέρουν ανεκτίμητες υπηρεσίες στο Ισραήλ και τις ΗΠΑ. Ειδικότερα, όμως, οι Κούρδοι της Συρίας υιοθέτησαν μια Realpolitik που τους ωφέλησε έως σήμερα: δυτικά του Ποταμού Ευφράτη, οι Κούρδοι συνεργάζονται με τους Ρώσους και τον Άσαντ ενώ ανατολικά του ποταμού συμπολεμούν με τις ΗΠΑ (υπό την ομπρέλα των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων).[3] Προσφάτως, μάλιστα, οι Κούρδοι της Συρίας παγίωσαν την  συμμαχία τους με τις ΗΠΑ έτι περαιτέρω: προήλασαν προς την Deir er-Zor (ύστερα από την άρση της 3ετούς πολιορκίας της από τον Άσαντ) ώστε να στερήσουν στον Άσαντ τις πετρελαιοπηγές της επαρχίας και τη χερσαία σύνδεση με τους ομόθρησκούς του στο Ιράκ.

Τα Κουρδικά Αδιέξοδα της Τουρκίας

Η Τουρκία παρατηρεί τα τεκταινόμενα με δικαιολογημένη ανησυχία. Δίχως ουδεμία αμφιβολία, η Τουρκία ανήκει στους ηττημένους του Πολέμου της Συρίας εξαιτίας της συγκρότησης μια ανεξάρτητης Κουρδικής οντότητας στο «μαλακό υπογάστριό» της – παρ’ όλο που «επένδυσε» ακριβά στη νίκη του αντι-Σιιτικού άξονα. Η Τουρκία αυτοεγκλωβίστηκε σε μια μονολιθική σεχταριστική πολιτική στην Εγγύς Ανατολή την επαύριον της Αραβικής Άνοιξης υπέρ των πάσης φύσεως Σουννιτών Μουσουλμάνων (έστω ισλαμιστών ή τζιχαντιστών) με οδυνηρά αποτελέσματα.

Ως προς το Κουρδικό Ζήτημα, ο Ερντογάν παρουσίασε οβιδιακές μεταμορφώσεις και πρωτοστάτησε σε πρωτοβουλίες για την ειρηνική επίλυση του Κουρδικού Ζητήματος όσο κανένας εκ των προκατόχων του. Πραγματοποιώντας μια κυβίστηση 180 μοιρών, ο Ερντογάν υπερέβη την «Κουρδοφοβία» της Τουρκίας και προσέγγισε τον Μπαρζανί ούτως ώστε να εξισορροπήσει την επιρροή του PKK επί των Κούρδων εντός και εκτός Τουρκίας και να διασπάσει την ενότητα του (κυριαρχούμενου εκ των Σιιτών) Ιράκ. Συν τοις άλλοις, ο Ερντογάν τόλμησε να διαπραγματευτεί απευθείας (άλλοτε υπογείως, άλλοτε ανοικτώς) με τον Οτσαλάν και το PKK – με αποκορύφωμα τη «διαδικασία επίλυσης» (Çözüm süreci) από το 2013 έως το 2015. Μεθυσθέντες εκ της αίγλης της πρωτοβουλίας αυτής, Νταβούντογλου και Ερντογάν φλέρταραν με την ιδέα της ανασύστασης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δια της δορυφοριοποίησης των Κούρδων του Ιράκ (μέσω Μπαρζανί) και της Συρίας (μέσω Οτσαλάν). Η αύξηση, όμως, της ισχύος των Κούρδων κατά το πρώτο ήμισυ του 2015 εντός και εκτός Τουρκίας (ήτοι, η ένωση των δύο Κουρδικών θυλάκων στη βόρεια Συρία μετά την κατάληψη της κωμόπολης Tell Abyad και ο θρίαμβος του Κουρδικού κόμματος στις εκλογές) ανησύχησε ευλόγως τον Ερντογάν και τον ώθησε να κηρύξει έναν παρεμποδιστικό πόλεμο (preventive war) εναντίον του PKK και του αδελφού PYD στη Συρία.[4]

«Μήλον της έριδος» μεταξύ του PYD και της Τουρκίας ήταν η λωρίδα ξηράς των 100 χιλιομέτρων μεταξύ των Καντονιών του Αφρίν και του Κομπάνι· η κατάληψή της από το PYD θα δημιουργούσε μια ενιαία Κουρδική οντότητα στη βόρεια Συρία και θα ενέγραφε «υποθήκες» για έξοδο των Κούρδων στην Μεσόγειο Θάλασσα, ενώ η κατάκτησή της από την Τουρκία θα απομόνωνε το Καντόνι του Αφρίν έτι περαιτέρω. Η Επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη» ήταν επί της ουσίας ένας παρεμποδιστικός πόλεμος εκ μέρους της Τουρκίας που μόλις εν μέρει επιτέλεσε τον αντικειμενικό σκοπό της: το Καντόνι του Αφρίν συνδέεται με το Καντόνι του Κομπάνι βορείως του Χαλεπίου, χάριν παρασκηνιακής συνεννόησης με τον Άσαντ, και η εδαφική ακεραιότητά του διασφαλίζεται από «κυανόκρανους» της Ρωσίας. Παρά τις όποιες (πολιτικές και πολιτισμικές γαρ) διαφορές μεταξύ των Κούρδων της Συρίας και του Ιράκ, το όραμα της ανεξαρτησίας τους ενώνει. Οπότε η Τουρκία δεν θα αντιμετωπίσει μόνο το Ιρακινό Κουρδιστάν αλλά και το (εχθρικό προς τον Μπαρζανί) PYD.

Παρά τους λεονταρισμούς του Ερντογάν, η Τουρκία δεν διαθέτει την «πολυτέλεια» να κηρύξει έναν νέο παρεμποδιστικό πόλεμο εναντίον του Κούρδων του Ιράκ εξαιτίας πλείστων παραγόντων. Πρώτον, οι ΤΕΔ έχουν υποστεί ισχυρά πλήγματα εξαιτίας των «προγραφών» του Ερντογάν την επαύριον του άτυχου στρατιωτικού πραξικοπήματος. Οι peshmerga του βορείου Ιράκ και της βορείου Συρίας αριθμούν περί τις 160.000 και 60.000 μπαρουτοκαπνισμένους μαχητές αντιστοίχως – με βαρύ οπλισμό μάλιστα ελέω …θείου Σαμ. Συν τοις άλλοις, οι ΤΕΔ υπερεξαπλώθηκαν με την ανάπτυξη μιας εκστρατευτικής δύναμης στη βόρεια Συρία. Μια ενδεχόμενη επίθεση των ΤΕΔ εναντίον του βορείου Ιράκ ίσως προκαλέσει μια ολομέτωπη αντεπίθεση των Κούρδων εναντίον της στρατιωτικής βάσης Bashiqa πλησίον της Μοσούλης και της εκστρατευτικής δύναμης στα πέριξ της Al Bab. Κατά δεύτερον, η Τουρκία ευθύνεται εν πολλοίς για την αυτονόμηση του Ιρακινού Κουρδιστάν από τη Βαγδάτη και έχει «επενδύσει» από οικονομικής και πολιτικής απόψεως στον Μπαρζανί. Ενώ έχει ήδη διαταράξει τις σχέσεις της με τον Νο. 1 εμπορικό (και ουχί μόνον) εταίρο της (την Γερμανία), η Τουρκία μάλλον δεν θα διακινδυνεύσει να διαρρήξει τις σχέσεις της με τον υπ’ αριθμόν 3 εμπορικό εταίρο της.

Τεθωρακισμένα οχήματα του Τουρκικού Στρατού στη Σιλώπη, κοντά στη συνοριακή διάβαση Χαμπούρ, στις 26 Σεπτεμβρίου 2017. Αναφερόμενος στο χθεσινό δημοψήφισμα, ο πρόεδρος της Τουρκίας απείλησε με επιβολή εμπορικού αποκλεισμού, λέγοντας πως «οι Κούρδοι θα πεινάσουν όταν τα φορτηγά σταματήσουν να πηγαίνουν στο Βόρειο Ιράκ και κλείσουν οι αγωγοί πετρελαίου».

Τρίτον και κυριώτερον, η Τουρκία συνειδητοποιεί πως οι ΗΠΑ υποστηρίζουν (πλέον ένθερμα) τους Κούρδους ως τους κατ’εξοχήν συμμάχους τους στην Εύφορη Ημισέληνο. Που οφείλεται η νέα τάση στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ; Μα φυσικά στην ιδιόρρυθμη προεδρία του Τραμπ. Για πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ, μια «τριανδρία» στρατιωτικών (Kelly, Mattis, McCaster) έχει αναλάβει τα ηνία της προεδρίας και το Πεντάγωνο πλέον διαμορφώνει εν πολλοίς την εξωτερική πολιτική έναντι του Foggy Bottom – του υποστελεχωμένου Υπουργείου Εξωτερικών με τους τόσους φιλότουρκους και αντιρώσους αξιωματούχους-λομπίστες. Το Πεντάγωνο απεφάνθη προ μηνών: οι Κούρδοι αποτελούν τα «boots on the ground» της υπερδύναμης – όχι η Τουρκία με την αντισημιτική και αντιδυτική ηγεσία που εκμαυλίζεται από τις ιδέες του «Ευρασιανισμού». Εξ ου η πρόσφατη προσέγγιση της Άγκυρας με τους δύο άσπονδους ιστορικά εχθρούς της: την Μόσχα και την Τεχεράνη. Η Άγκυρα απεδέχθη ακόμη την συνκηδεμόνευση της Ειρηνευτικής Διαδικασίας της Αστάνα (εκτός των υπολοίπων συμφωνιών με τη Ρωσία όπως η αγορά των S-400) μήπως εξασφαλίσει το πράσινο φως για την εισβολή στο Καντόνι του Αφρίν.

Δυστυχώς για την Άγκυρα, οι επιλογές αντίδρασής της στο δημοψήφισμα περιορίζονται δραματικά στην επιβολή ενός (αμοιβαία καταστροφικού) εμπορικού αποκλεισμού (embargo) στο Κουρδιστάν και την ενίσχυση της εδρεύουσας δύναμης στη στρατιωτική βάση Bashiqa. Η Μόσχα δεν θα συγκατανεύσει σε μια επίθεση εναντίον των Κούρδων – παρά τις όποιες διαφορές με αυτούς και τον προστάτη τους. Η Μόσχα, άλλωστε, χρησιμοποίησε τους Κούρδους της Συρίας ως μοχλό πίεσης εναντίον της Τουρκίας την περίοδο όξυνσης των διμερών σχέσεών τους.[5] Επίσης, η Μόσχα συνήψε προ ημερών μια συμφωνία για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων του Ιρακινού Κουρδιστάν. Χάρη στο Κιρκούκ και τον ορυκτό πλούτο του, το Κουρδιστάν αποτελεί μια «πολύφερνη νύφη» για μια χώρα που διεκδικεί την επάνοδό της στο καθεστώς της υπερδύναμης διαμέσω του ελέγχου της ενέργειας. Πώς θα αντιδράσει το Ιράν όμως; Η Τεχεράνη αντιτίθεται μεν στον αλυτρωτισμό των Κούρδων, θα αντιδράσει δε εμμέσως. Θα υπονομεύσει τη συνοχή του Ιρακινού Κουρδιστάν δια των συμμάχων του – την φατρία Ταλαμπανί. Άλλωστε ο φιλικά διακείμενος προς την Τουρκία και τη Δύση Μπαρζάνι έχει υπερβεί το όριο της θητείας του και σταδιακά πληθαίνουν οι φωνές για την απομάκρυνσή του από τον προεδρικό θώκο. Ίσως η ηγεσία των Κούρδων του Ιράκ τότε να περιέλθει στα χέρια του Ταλαμπανί ή του Gorran – ενός κόμματος φιλικά διακείμενου προς το PKK και, άρα εξ ορισμού, εχθρικό προς τον Μπαρζανί. Περί Ιράκ, ούτε καν λόγος. Οι Ιρακινές ένοπλες δυνάμεις απεδείχθησαν κατώτερες των περιστάσεων στον αγώνα εναντίον του ISIS και δίχως τη βοήθεια των ΗΠΑ δεν θα είχαν ανακατάλβει την Μοσούλη – παρά την αθρόα υποστήριξη εκ μέρους του Ιράν από το 2014 και έπειτα.

Αρκετοί εγχώριοι «αναλυτές» παρερμήνευσαν τα πρόσφατα «έπεα πτερόεντα» του Τραμπ προς τον Ερντογάν ως ένδειξη της συγκεκαλυμμένης υποστήριξης των ΗΠΑ στα σχέδια της Τουρκίας για εισβολή στο Κουρδιστάν. Παρά ταύτα, οι ΗΠΑ δεν θα απεμπολήσουν απλώς μια «επένδυση» τριών δεκαετιών στο όνομα μιας κενού περιεχομένου «στρατηγικής συνεργασίας» με την Τουρκία. Ούτε βέβαια το Τελ Αβίβ προτίθεται να πράξει το ίδιο. Η προδοσία των Κούρδων του Ιράκ τη δεκαετία του 1970 από το Ιράν του Σάχη και τις ΗΠΑ δημιούργησε ένα βαθύ τραύμα στη συλλογική συνείδηση των Κούρδων που μόλις πρόσφατα επουλώθηκε. Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού. Επίσης, οι ΗΠΑ ίσως επιβάλλουν λίαν συντόμως κυρώσεις στην Τουρκία λόγω της παραβίασης της νομοθεσίας των ΗΠΑ για τις κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας. Τότε θα διαπιστώσουμε εάν ο Τραμπ, δέσμιος ενός αντιρωσικού Κογκρέσου και μιας φιλοκουρδικής στρατιωτικής τριανδρίας, αποκαλέσει εκ νέου τον Ερντογάν «καλό φίλο». 

Υποσημειώσεις:

[1] Spyridon Plakoudas: «A  New Philhellenism? The Phenomenon of the Pro-Kurdish Western Volunteers», Al Bawaba News, 27/8/2017 https://www.albawaba.com/news/feature-new-philhellenism-phenomenon-pro-kurd-western-volunteers-1014674

[2]  Spyridon Plakoudas: «The Syrian Civil War and Peace in the Middle East: A Chimera?», KEDISA, σσ. 2-3. 29/12/2016. Πλήρες Κείμενο: https://www.academia.edu/31274624/The_Syrian_Civil_War_Prospects_for_Peace

[3] Spyridon Plakoudas: «The Syrian Kurds and the PYD: The Outsider in the Syrian War», Mediterranean Quarterly, Τόμος 28, Τεύχος 1 (2017), σσ. 109-110. Πλήρες Κείμενο: https://www.academia.edu/34548781/The_Syrian_Kurds_and_the_PYD

[4] Simon Waldman and Emre Caliskan: The New Turkey and its Discontents (London: Hurst, 2016). σσ. 179-195.

[5] Aaron Stein: «How Russia Beat Turkey in Syria», Atlantic Council, 20/3/2017 http://www.atlanticcouncil.org/blogs/syriasource/how-russia-beat-turkey-in-syria

  Δρ Σπυρίδων Πλακούδας ,
 επίκουρος καθηγητής Στρατηγικής και Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο των Εμιράτων και αντιπρόεδρος του ΚΕΔΙΣΑ.


26 Σεπτεμβρίου 2017  


Κούρδοι μαχητές των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) πανηγυρίζουν την απελευθέρωση της Ράκα στην Συρία, στις 17 Οκτωβρίου 2017.


    Οι Κούρδοι, η Τουρκία και Εμείς  (B’ Μέρος)    

Οι Δύο Σχολές Σκέψης

Οι εξελίξεις στη Συρία και το Ιράκ δημιουργούν το εύλογο ερώτημα: η Ελλάδα πώς πρέπει να δράσει επ’ αυτού; Δηλαδή, μας αφορά ο ένοπλος αγώνας των Κούρδων για ανεξαρτησία ή απλώς μας απασχολεί ο εν λόγω αγώνας αντανακλαστικά λόγω των τεταμένων σχέσεων με τον «εξ ανατολών κίνδυνο»; Στην χώρα μας υπάρχουν δύο σχολές σκέψης επ’ αυτού.

Η πρώτη σχολή σκέψης υποστηρίζει πως δεν πρέπει να προσεταιρισθούμε τους πρώην σφαγείς των Ελλήνων της Μικράς Ασίας κατά την ατυχή Μικρασιατική Εκστρατεία. Βέβαια, η εν λόγω σχολή πάσχει σε δύο σημεία. Πρώτον, οι Κούρδοι δια του Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP), πολιτικού βραχίονα του PKK, έχουν απολογηθεί δημοσίως για τη συμμετοχή τους στην Αρμενική και Ελληνική Γενοκτονία. Και δεύτερον, στις διεθνείς σχέσεις δεν υπάρχουν έχθρες ή φιλίες. Οι Βούλγαροι συνιστούν έναν αειθαλέστερο εχθρό των Ελλήνων αφού οι πρώτες συγκρούσεις μεταξύ Βουλγάρων και Ρωμιών συνέβησαν τον 7ο αιώνα μ.Χ. Δεν σημαίνει τούτο όμως πως δεν συνεργαστήκαμε με τους Βουλγάρους κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο (1912-1913) ή κατά την κρίση του Σισμίκ (1987). Τρανό παράδειγμα μιας αποτυχημένης εξωτερική πολιτικής λόγω συναισθηματισμών αποτελεί η Τουρκία: από την πολιτική «μηδενικών προβλημάτων» με τους γείτονες στην πολιτική των …«ανοικτών μετώπων» λόγω της μοναδιάστατης πολιτικής του Ερντογάν υπέρ του Σουνιτικού Ισλάμ – ιδίως της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.

Σε αυτή τη σχολή σκέψης ανήκει και το εξής επιχείρημα: η Ελλάδα δεν πρέπει να υποστηρίζει έναν μη κρατικό δρώντα όπως το PKK που επιδιώκει την απόσχιση λόγω των ανοιχτών μετώπων στην Κύπρο και τη Δυτική Θράκη. Επ’ αυτού, χρίζουν ιδιαίτερης μνείας τα εξής 2 σημεία. Πρώτον, η Τουρκία, παρά τους προφανείς κινδύνους μιας τέτοιας πολιτικής, δεν διστάζει να υποστηρίξει τα αποσχιστικά κινήματα στην Ευρώπη (π.χ. Κόσοβο) ή Ασία (π.χ. Ιρακινό Κουρδιστάν μέχρι πρότινος). Δεύτερον, η νομικίστικη θέση της Ελλάδας περί διεθνών σχέσεων έχει αναγάγει το Διεθνές Δίκαιο ως τον ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής πολιτικής της χώρας μας μετά το 1974 ενώ ως γνωστόν η Ισχύς αποτελεί την ultima ratio στις Διεθνείς Σχέσεις από την εποχή του Διαλόγου των Μηλίων. Μήπως εν τέλει το εν λόγω επιχείρημα δεν αποτελεί παρά μια συγκεκαλυμμένη προσπάθεια απόκρυψης της ατολμίας και έλλειψης φαντασίας στην εξωτερική πολιτική μας;

Η δεύτερη σχολή σκέψης συνοψίζεται στο εξής επιχείρημα: οι Κούρδοι θα διαλύσουν την Τουρκία οπότε εμείς πρέπει να τους υποστηρίξουμε και να δρέψουμε τις δάφνες και τους καρπούς της βοήθειάς μας στο εγγύς μέλλον. Η εν λόγω άποψη αποτελεί έναν άκρατο ευσεποθισμό του λαού μας – ο οποίος ούτως ή άλλως αρέσκεται σε τέτοιες φαντασιώσεις περί επικείμενης διάλυσης του προαιώνιου αντιπάλου από εξωτερικούς εχθρούς (π.χ. η συλλογική φαντασίωση με το «ξανθό γένος» από τον 18ο αιώνα έως τις ημέρες μας). Ο ανταρτοπόλεμος αποτελεί πρωτίστως έναν παρατεταμένο πόλεμο φθοράς («ο πόλεμος της ψείρας») όπου η ασυμμετρία μεταξύ των ανταρτών και των κυβερνήσεων ως προς την ισχύ δυσκολότατα υπερπηδάται.[1] Οι αντάρτες του PKK ΔΕΝ διαθέτουν την ισχύ να ανατρέψουν το status quo στην Τουρκία – αλλά ούτε η Τουρκία, αντιστρόφως, δύναται να εκμηδενίσει το PKK (ιδίως μετά την ισχυροποίηση του τελευταίου στη Συρία και, δευτερευόντως, στο Ιράκ).

Το αποτέλεσμα πυροδότησης Αυτοσχέδιου Εκρηκτικού Μηχανισμού (IED) από αντάρτες του ΡΚΚ κατά τη διέλευση τεθωρακισμένου οχήματος Kirpi του Τουρκικού Στρατού σε οδικό άξονα της Άμιδας (Diyarbakir) στις 3 Ιουνίου 2016. Οι τουρκικές αρχές αποδίδουν τη δραματική αύξηση της χρήσης IEDs στον περιορισμό της επιχειρησιακής ευελιξίας των Κούρδων ανταρτών.

Η Ρεαλιστική Προσέγγιση

Όπως είχα υποστηρίξει στο παρελθόν, οι Κούρδοι αποτελούν έναν «φυσικό» σύμμαχο της Ελλάδας στην Μέση Ανατολή – υπό προϋποθέσεις βέβαια.

Οι Κούρδοι της Συρίας και του Ιράκ έχουν ήδη ιδρύσει δύο de facto ανεξάρτητα κράτη υπό την αιγίδα των ΗΠΑ με αφετηρία τον αγώνα εναντίον του ISIS. Παρ’ όλο που προ ημερών οι Κούρδοι του Ιράκ υπέστησαν ένα ισχυρότατο πλήγμα από το Ιράκ και το Ιράν, το Ιρακινό Κουρδιστάν θα συνεχίσει να υφίσταται ως «κυματοθραύστης» του Ισραήλ και των ΗΠΑ έναντι του Ιράν. Με τους Κούρδους στη Συρία, η κατάσταση περιπλέκεται καθώς το παρακλάδι του PKK «παίζει σε διπλό ταμπλό» (Ρωσία και ΗΠΑ) με αρκετή επιτυχία έως σήμερα.

Τον Δεκέμβριο του 2016, είχα υποστηρίξει δια της πένας πως οι Κούρδοι της Συρίας και του Ιράκ προσφέρουν στη χώρα μας ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί έναντι της Τουρκίας:

Κατά τη γνώμη μου, οι Τούρκοι θα αποχωρήσουν οικειοθελώς από την Κύπρο μόνο εφόσον εξασφαλίσουν ανταλλάγματα. Άραγε τι πρέπει να προσφέρουν ως αντάλλαγμα στους Τούρκους η Ελλάδα και η Κύπρος δίχως να υποστούν «εκπτώσεις» ως προς την κρατική κυριαρχία τους; Πρέπει η Ελλάδα και η Κύπρος να δημιουργήσουν εκ του μηδενός ένα τέτοιο «βαρύ αντάλλαγμα». Το Κουρδικό Ζήτημα αποτελούσε και αποτελεί την Αχίλλειο Πτέρνα της Τουρκίας. Η Άγκυρα, επί του παρόντος, έχει εμπλακεί σε έναν αγώνα επιβίωσης εναντίον των Κούρδων σε τρία μέτωπα: νοτιο-ανατολική Τουρκία, βόρεια Συρία και βόρειο Ιράκ. Οι Κούρδοι και, ειδικότερα, το PKK αυξάνουν δραματικά τη στρατιωτική και διπλωματική ισχύ τους στη διεθνή κονίστρα ελέω του αγώνα εναντίον του ISIS. Ήδη χώρες της Δύσης, πρωτοστατούντων των ΗΠΑ, υποστηρίζουν στρατιωτικά τους Κούρδους της βόρειας Συρίας και του βορείου Ιράκ – προς γενική δυσαρέσκεια της Τουρκίας λόγω της περίοπτης θέσης του PKK στη βόρεια Συρία. Γιατί, λοιπόν, η Ελλάδα να μην υιοθετήσει τις πρακτικές τόσων χωρών που ανοιχτά ή διακριτικά υποστηρίζουν τους Κούρδους; Γιατί να μην ενθααρρύνει η η Ελλάδα το PYD να ανοίξει ένα «προξενείο» στην Αθήνα όπως στην Μόσχα; Γιατί να μην προωθήσει η Ελλάδα (σε συνεννόηση πάντοτε με τους συμμάχους της – πρωτίστως τις ΗΠΑ) οπλισμό στους Κούρδους του βορείου Ιράκ (την πολιτοφυλακή των Γιεζίντι Κούρδων και την Κουρδική Περιφερειακή Διοίκηση) όπως η Γερμανία; Γιατί να μην ακολουθήσει τα βήματα αυτά η Κύπρος σε σύμπνοια με την Ελλάδα και τους υπόλοιπους εταίρους της εντός της ΕΕ; […]Σημειωτέον πως η Τουρκία απέσυρε εν έτει 2016 για πρώτη φορά στα χρονικά τμήμα των κατοχικών δυνάμεών της ώστε να ενισχύσει τις δυνάμεις της στον αγώνα εναντίον του PKK στη νοτιο-ανατολική Τουρκία [ …][2]

Η δεύτερη επέμβαση της Τουρκίας στη βόρεια Συρία ίσως δημιουργήσει τις συνθήκες για το Βιετνάμ αλά Τούρκα. Η υποστήριξη προς τους Κούρδους, είτε υλική είτε ηθική, προϋποθέτει πρωτίστως την εκ βάρθρων αναμόρφωση της Ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Η Ελλάς πρέπει να υιοθετήσει ένα «δόγμα εκτεταμένης αποτροπής» (extended deterrence doctrine) – όπως το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου (1994 – 1999). Μόνο που αυτή την φορά, τα όρια του δόγματος αυτού δεν θα σταματούν στις ακτές της Μεγαλονήσου αλλά θα εκτείνονται έως τα όρη και τις ερήμους του Κουρδιστάν.Οπότε ή αδράττουμε την ευκαιρία που ανέλπιστα μας προσφέρει ο Πόλεμος στη Συρία ή απλά δορυφοριοποιούμαστε έναντι της αναθεωρητικής γειτονικής δύναμης έτι περαιτέρω.

Σημείωση:

Παρ’ όλο που στο πρώτο μέρος του άρθρου είχα σημειώσει πως το Ιράν θα χρησιμοποιήσει την φιλο-Ιρανική φατρία Ταλαμπανί σε μια κλασσική τακτική «διαίρει και βασίλευε», δεν ανέμενα πως οι Κούρδοι του Ιράκ θα παρέδιδαν αμαχητί το Κιρκούκ αλλά και τόσες περιοχές (π.χ. Σιντζάρ) που απέκτησαν με αίμα. 

Υποσημειώσεις:

[1] Περί στρατηγικής και τακτικής στον ανταρτοπόλεμο, δείτε εδώ: Σπυρίδων Πλακούδας «Ανταρτοπόλεμος: Το Ορφανό Παιδί της Στρατηγικής», Διακλαδική Επιθεώρηση, Τεύχος 30 (Ιούλιος-Οκτώβριος 2014), σσ. 7-18. Ολόκληρο το κείμενο εδώ.

[2] Σπύρος Πλακούδας: «Πως θα φύγει ο Αττίλας από την Κύπρο;», Liberal, 24/12/2016, http://www.liberal.gr/arthro/102883/amyna–diplomatia/2016/pos-tha-fugei-o-isonattilassin-apo-tin-kupro.html

  Δρ Σπυρίδων Πλακούδας,
επίκουρος καθηγητής Στρατηγικής και Διεθνών Σχέσεων στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο των Εμιράτων και αντιπρόεδρος του ΚΕΔΙΣΑ.


24 Οκτωβρίου 2017