ΒΙΒΛΙΑ: Hans Jacob Christoffel Von Grimmel-Shausen: Σιμπλίκιος Σιμπλικίσιμος.
Προσωπογραφία του Hans Jakob Christoffel Von Grimmelshausen
(Χανς Γιάκομπ φον Γκριμελσχάουζεν)
Hans Jacob Christoffel Von Grimmel-Shausen
Σιμπλίκιος Σιμπλικίσιμος
Μετάφραση από τα γερμανικά του 17ου αιώνα Γιάννης Κοιλής
Εκδόσεις Εξάντας, 2017
σελ. 864, τιμή 20 ευρώ
Το κορυφαίο έργο του γερμανικού μπαρόκ.
Μια συναρπαστική αφήγηση των περιπετειών ενός παρία στην Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του 17ου αιώνα, τον καιρό του Τριακονταετούς Πολέμου, για πρώτη φορά στα ελληνικά.
Ελάχιστα γνωρίζουμε στη χώρα μας για το γερμανικό μπαρόκ, όπως και για την επίδρασή του στη γερμανική (κατά συνέπεια και στην ευρωπαϊκή) λογοτεχνία. Η έκδοση του Σιμπλίκιος Σιμπλικίσιμος επομένως, του σημαντικότερου έργου αυτής της εποχής, του Χανς Γιάκομπ φον Γκριμελσχάουζεν είναι εκδοτικό γεγονός ιδιαίτερης σημασίας, που ξεπερνά το ιστορικό ή γραμματολογικό ενδιαφέρον, διότι το βιβλίο αυτό πέραν των παραπάνω έχει αντέξει στον χρόνο και, μολονότι πέρασαν τρεισήμισι αιώνες από την πρώτη του έκδοση, διαβάζεται με μεγάλο ενδιαφέρον και από τον σημερινό αναγνώστη. Με το ίδιο ενδιαφέρον που διαβάζει κανείς τον Θάνατο του Αρθούρου του Τόμας Μάλορι ή ακόμη και τον Δον Κιχώτη - χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι είναι της ίδιας αξίας με το αριστούργημα του Θερβάντες.
Θέλω να τονίσω εξαρχής την εξαιρετική δουλειά του μεταφραστή Γιάννη Κοιλή. Μετέφερε ένα δύσκολο κείμενο σε μια γλώσσα αντίστοιχη με το ιδίωμα του πρωτοτύπου και μας προσέφερε έτσι μέσω των δικών μας γλωσσικών προτύπων μια αίσθηση της εποχής συνδυάζοντας λόγια και λαϊκά στοιχεία που βοηθούν ώστε να αποδοθεί όχι μόνο το ύφος του συγγραφέα αλλά και - κυρίως - η βαθύτατη ειρωνεία με την οποία αντιμετωπίζει τη ζωή, τον κόσμο και τον εαυτό του. Το βιβλίο αυτό δεν είναι απλώς ένα καλειδοσκόπιο της εποχής και ένα κείμενο προδρομικό αλλά και ένα εξαιρετικά διασκεδαστικό ανάγνωσμα.
Εξαιρετικό είναι και το επίμετρο του Κοιλή, όπου εξηγεί πώς ένας συγγραφέας που δεν ανήκε σε κάποια ακαδημαϊκή κοινότητα, ένας παρίας τελικά, κατάφερε να μας δώσει ένα έργο αναφοράς. Και για εμάς τους μεσογειακούς είναι το καλύτερο μέσον για να εισέλθουμε «στον κόσμο του γερμανικού μπαρόκ» και να οικειοποιηθούμε μια εποχή και μια κουλτούρα που στα μάτια μας φαντάζουν μακρινές και ξένες.
Το βιβλίο είναι εν μέρει αυτοβιογραφία, εν μέρει μυθιστόρημα και εν μέρει ταξιδιογραφία. Το πώς συνδυάζονται όλα αυτά, πώς ο αναγνώστης διαβάζει ένα πεζογράφημα με αναμφισβήτητο αφηγηματικό τέμπο, πώς δεν ξεστρατίζει μέσα στις άπειρες αναφορές για πλείστα όσα αλλά τις εισπράττει ως οργανικό μέρος της αφήγησης εξηγεί την επιτυχία και το αξιανάγνωστο του κειμένου αυτού που έχει χωριστεί σε πολύ μικρά κεφάλαια, τα περισσότερα από τα οποία δεν ξεπερνούν τις τέσσερις σελίδες μικρού σχήματος.
Εξωφρενικές περιπέτειες
Ποιος είναι όμως αυτός ο Σιμπλίκιος; Είναι ένας τύπος που κατάγεται από οικογένεια χωρικών αλλά τον υιοθετεί αργότερα κάποιος ερημίτης που ζει στο δάσος. Αυτός τον μαθαίνει να γράφει και να διαβάζει και του δίνει το όνομα Σιμπλίκιος. (Το όνομα είναι, φαντάζομαι, ειρωνικό, γιατί παραπέμπει όχι μόνο στον «απλό» αλλά και στον Σιμπλίκιο του 6ου αιώνα μ.Χ., μέλος της Πλατωνικής Ακαδημίας και λαμπρό σχολιαστή του Αριστοτέλη.)
Οταν ο ερημίτης πεθαίνει, ο ήρωάς μας κατατάσσεται στον στρατό. Είναι η περίοδος του Τριακονταετούς Πολέμου (1618-1648). Από εδώ και πέρα αρχίζουν οι περιπέτειές του. Διατρέχει μεγάλο μέρος της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ταξιδεύει ακόμη και στη Γαλλία και στη Ρωσία, παίρνει μέρος σε μάχες, γίνεται ληστής στα δάση και ζει άλλα παρόμοια εξωφρενικά, πραγματικά και φανταστικά γεγονότα. Ο ρεαλισμός, η φαντασία και η εξοντωτική ειρωνεία παρουσιάζονται σε μια καταιγιστική διαδοχή. Το ειρωνικό στοιχείο είναι εμφανέστατο όχι μόνο στις περιγραφές αλλά και στους υπότιτλους κάθε κεφαλαίου, όπως, λ.χ., «Τον Σιμπλίκιο τον οδηγάνε τέσσερις διαόλοι στην κόλαση, και τονε φιλεύουνε σπανιόλικο κρασί», ή ακόμη το εξίσου εξωφρενικό «Ο Σιμπλίκιος μεταμορφώνεται από αγόρι σε κοπέλα και διάφοροι του γυρεύουνε αγάπες».
Πολυφωνικό ανάγνωσμα
Το Σιμπλίκιος Σιμπλικίσιμος χαρακτηρίζεται γενικά ως πικαρέσκο μυθιστόρημα αλλά, όπως τονίζει ο μεταφραστής, μόνο από τα δύο των έξι βιβλίων που το απαρτίζουν θα το χαρακτηρίζαμε ως τέτοιο. Πικαρέσκο, ας σημειώσουμε, είναι είδος μυθιστορήματος που αναπτύχθηκε στην Ευρώπη τον 16ο και τον 17ο αιώνα, όπου ο φτωχός, αμόρφωτος και κουτοπόνηρος ήρωας «έρχεται αντιμέτωπος με την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής του». Αν όμως δεν είναι πικαρέσκο μυθιστόρημα, ερωτική παρωδία, αυτοβιογραφία, ηθογραφία, ταξιδιωτική λογοτεχνία ή φανταστική λογοτεχνία, τότε τι είναι; Πρόκειται για πολυφωνικό ανάγνωσμα που μας παρουσιάζει έναν πολυμορφικό ήρωα, έναν άλλοτε σκληρό πολεμιστή, άλλοτε τυχοδιώκτη από πεποίθηση ή κατά συγκυρία, τη μια στιγμή έναν ερωτύλο που αργότερα μεταμορφώνεται σε ευλαβή αναχωρητή, ένα πλάσμα που δεν μπορείς να το «πιάσεις» από πουθενά. Και ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το ότι πουθενά δεν σου δίνεται η εντύπωση πως κάθε μεταμόρφωση του Σιμπλίκιου δεν είναι αλλαγή προσωπείου και πως έτσι περίπου θα πρέπει να ήταν εκείνη την εποχή τόσο ο ίδιος όσο και οι άνθρωποι που συναναστρέφεται.
Πού οδηγούν όμως οι απανωτές περιπέτειες τον ήρωα στο τέλος; Στη διαπίστωση ότι ο κόσμος αυτός είναι διαφθαρμένος και ότι εκείνο στο οποίο θα πρέπει να ελπίζει κανείς είναι ένα ήρεμο τέλος, όπως όταν ο Σιμπλίκιος απαρνείται τα εγκόσμια και τα αποχαιρετά με τα παρακάτω λόγια: «Αντίο κόσμε, αφού με σένα κανένας δεν είναι ευχαριστημένος και ικανοποιημένος. Αμα είναι φτωχός, τότε θέλει να έχει. Αμα είναι πλούσιος, θέλει κύρος. Αμα είναι καταφρονεμένος, τότε θέλει ψηλά να ανέβει. Αμα τον προσβάλανε, θέλει να εκδικηθεί. Αμα έχει την εύνοια, θέλει πολλά να ορίζει. Αμα είναι αμαρτωλός, τότε θέλει μόνο να διασκεδάζει».
Αλλά το βιβλίο δεν τελειώνει εδώ. Συμπληρώνεται από τη Συνέχεια του περιπετειώδους Σιμπλικίσιμου ή το τέλος αυτού. Οπου συμβαίνουν πολλά και εξίσου εξωφρενικά σε σχέση με τα όσα προηγήθηκαν, αφήνοντας τον αναγνώστη με το γοητευτικό ερώτημα: και τι τελειώνει στ' αλήθεια;
Από τον κύκλο των δέκα έργων του Σιμπλίκιου και συγκεκριμένα από την Αλήτισσα Μάνα Κουράγιο εμπνεύσθηκε ο Μπρεχτ τη δική του Μάνα Κουράγιο, ενώ και ο Γκίντερ Γκρας χρησιμοποίησε ορισμένα γνωρίσματα του Σιμπλίκιου για τον κεντρικό του ήρωα στο Τενεκεδένιο ταμπούρλο.
Βιστωνίτης Αναστάσης
8/10/2017