ΘΕΣΕΙΣ-ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ-ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ: Ποιοι κατέστρεψαν τους αρχαίους Ναούς;



(1) Ποιοι κατέστρεψαν τους αρχαίους Ναούς;
(2) Βιομηχανική Επανάσταση στην Αρχαία Ελλάδα: 
Μια Επανάσταση που δεν έγινε ποτέ!
(3) Περί της Φιλοσόφου Υπατίας.  
(4) Ο Μύθος για την καταστροφή αρχαίων μνημείων από τους χριστιανούς. 
(5) Η Ιστορία που δεν διδαχτήκαμε.
Ο πυρήνας της αποτυχίας του ελληνικού κράτους.
(6)  Ορθοδοξία Ελληνισμός και Ρωμιοσύνη  

ΘΕΣΕΙΣ-ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ. ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ;



      
1.
Ποιοι κατέστρεψαν τους αρχαίους Ναούς;

Πολλά από τα «νεοεθνικά» ρεύματα, που δραστηριοποιούνται και στην Ελλάδα, ισχυρίζονται συχνά, ότι oι χριστιανοί κατέστρεψαν τους ναούς, τα ιερά και τα αγάλματα της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, καταστρέφοντας, έτσι, έργα τέχνης και μνημεία πολιτισμού. Για να στηρίξουν αυτό τον ισχυρισμό τους, επιστρατεύουν μεμονωμένα περιστατικά και προβάλλουν περιπτώσεις ακραίας συμπεριφοράς ως την επίσημη γραμμή της Χριστιανικής Εκκλησίας κατά της αρχαίας θρησκείας.

«Η Ορθοδοξία κατέστρεψε τους ναούς μας», λένε1. Σε ερώτηση: «Τι πρόσφερε η Ορθοδοξία στους Έλληνες;», δίδεται η απάντηση: «Την καταστροφή όλων των ναών, των έργων τέχνης και των βιβλιοθηκών»2. Οι χριστιανοί «έκαψαν όσα βιβλία δεν τους βόλευαν, βεβήλωσαν τα ελληνικά ιερά, κομμάτιασαν τα αγάλματα, γκρέμισαν τους ελληνικούς ναούς, καταλήστεψαν τον εθνικό πληθυσμό»3. Σε συκοφαντικό άρθρο κατά του Χριστιανισμού, υποστηρίζεται για τους χριστιανούς, ότι «Η πρώτη τους κίνηση ήταν να καταστρέφουν τους ναούς και τα αγάλματα των Ελλήνων στερώντας έτσι τον κόσμο από ανεπανάληπτα δημιουργήματα της αρχαίας τέχνης, για να μη μείνει ίχνος από τη "βδελυρή θρησκεία των ειδώλων"»4. Υπήρχε, λένε, ένα κατευθυντήριο «σχέδιο», το οποίο κατηύθυνε τις «χριστιανικές μάζες» ώστε να καταστρέψουν ό,τι ελληνικό. «Δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε εμείς οι Έλληνες», γράφουν, «ότι τα ακρωτηριασμένα αγάλματα που θαυμάζουμε σήμερα στα μουσεία, οι ερειπωμένοι ναοί μπροστά στους οποίους εκστασιάζονται οι καλλιτεχνικές φύσεις και οι αρχαιόφιλοι... δεν είναι παρά τα φτωχικά λείψανα τρομερoύ μακελλειoύ που σπάραξε την ελληνική χώρα (και όχι μόνο αυτή) από τον 4ο ως τον 6ο τουλάχιστο αιώνα της χρονολογίας μας»5.

      Συχνά, για να ενοχοποιήσουν το Βυζάντιο, επικαλούνται τις επιδρομές του Αλάριχου κατά της Ελλάδος το 396 μ.Χ. και τις καταστροφές που προξένησε στους αρχαίους ναούς6. Όμως, ένα τέτοιο «επιχείρημα» αποδεικνύεται έωλο, «δείγμα της πιο χονδροειδούς προπαγάνδας ή άγνοιας» εκ μέρους των «νεοεθνικών». Και τούτο διότι, αποκρύπτουν ότι ο Αλάριχος δεν ήταν Βυζαντινός αλλά Γότθος, όπως και oι μοναχοί που τον συνόδευαν στις καταστροφές ήταν αιρετικοί αρειανοί, τους οποίους ο ίδιος ο Θεοδόσιος είχε καταδιώξει ένα χρόνο πρίν7.

Βεβαίως, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι υπήρξαν, κατά την πορεία της επικράτησης του Χριστιανισμού, και περιπτώσεις ανεξέλεγκτης εκδικητικής συμπεριφοράς των επί αιώνες καταδιωκομένων Χριστιανών κατά των θρησκευτικών συμβόλων των πρώην διωκτών τους. Ή, ακόμη, και αυστηρές αυτοκρατορικές αποφάσεις εναντίον εκπροσώπων της αρχαίας ειδωλολατρικής θρησκείας ή νόμοι που επέβαλλαν το κλείσιμο των ειδωλολατρικών ναών. Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Β' υπέγραψε και νόμο με εντολή καταστροφής ναών και ιερών της αρχαίας θρησκείας. Όμως, όλα αυτά, δεν ήταν ούτε μια γενικευμένη τακτική έναντι των αρχαίων ναών, ούτε πολύ περισσότερο η στάση της Εκκλησίας.

     Ο Χριστιανισμός αρχίζει να επικρατεί στα χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Το ερώτημα, λοιπόν, που τίθεται είναι: από τότε και στο εξής καταστράφηκαν oι αρχαίοι ναοί ή μήπως πολλοί απ' αυτούς ήταν ήδη κατεστραμένοι ή εγκαταλελειμμένοι; Γιατί, για να μιλήσει κανείς για καταστροφές αρχαίων ναών από τους χριστιανούς προ του Μ. Κωνσταντίνου είναι εξ ολοκλήρου παράλογο.
Σ' αυτό το ερώτημα έχουν απαντήσει ειδικοί και εγκρατείς των ιστορικών πραγμάτων επιστήμονες. Εμείς εδώ θα περιοριστούμε να επιστρατεύσουμε κείμενα που προέρχονται από τους ίδιους τους οπαδούς και εκπροσώπους του σύγχρονου πολυθεϊσμού, μέσα από τα οποία αποδεικνύεται περίτρανα, ότι πολλοί ναοί και Ιερά της αρχαίας ελληνικής θρησκείας είχαν υποστεί ολοκληρωτικές καταστροφές και βανδαλισμούς αιώνες πριν την εμφάνιση του Χριστιανισμού.

Και πρωτίστως, θα επικαλεσθούμε κείμενα επιφανούς εκπροσώπου του «Υπάτου Συμβουλίου των Ελλήνων Εθνικών», ο οποίος καίτοι τάσσεται μ' εκείνους που ισχυρίζονται, ότι oι χριστιανοί κατέστρεψαν τα αρχαία μνημεία, εν τούτοις, ομολογεί, καταγράφοντας Ιστορικά γεγονότα, ποια ήταν πράγματι η κατάσταση των αρχαίων ελληνικών Ιερών μερικούς αιώνες πριν ο Χριστιανισμός εδραιωθεί, ως η επικρατούσα θρησκεία. Και βεβαίως, η γνώμη του είναι ιδιαιτέρως βαρύνουσα, γι' αυτό θα μεταφέρουμε εδώ αυτούσια τα δικά του κείμενα.

Ο συγγραφέας, λοιπόν, στο τρίτομο έργο του «Υπέρ της των Ελλήνων νόσου», τόμ. Γ', «Η συρρίκνωση της αρχαίας ψυχής», (ο τρίτος τόμος του βιβλίου φέρει τόν υπότιτλο «Ες έδαφος φέρειν»), μας πληροφορεί ότι ήδη από τον 3ο π. Χ. αιώνα αρχίζει η καταστροφή ελληνικών πόλεων και ιερών από επιδρομείς. Επικαλούμενος τον Κυρ. Σιμόπουλο, γράφει ότι πρώτοι οι Αιτωλοί, τον 3ο π.Χ. αιώνα, «απογύμνωσαν ή κατέστρεψαν τα ιερά και τους τόπους λατρείας που αποτελούσαν τον κυριότερο συνδετικό ιστό, τον θρησκευτικό δεσμό μεταξύ των κρατουπόλεων... Το 219 π. Χ. ο στρατηγός της αιτωλικής Συμπολιτείας Σκόπας, κυριεύει το Δίον την ιερή πόλη των Μακεδόνων και καταστρέφει τα πάντα. Γκρεμίζει όλα τα κτίσματα, πυρπολεί και τους χώρους λατρείας. Τα ίδια και στο ιερό της Δωδώνης από τον στρατηγό των Αιτωλών Δωρίμαχο. Καταπάτησε κάθε ιερό και όσιο γράφει ο Πολύβιος»8.

Στην συνέχεια, ο Φίλιππος με τους Μακεδόνες του, σε αντίποινα, «πυρπόλησαν και κατεδάφισαν τα ιερά και ανέτρεψαν η κατέστρεψαν 2.000 ανδριάντες». Και δεν περιορίστηκαν μόνο στην Αιτωλία, αλλά προχώρησαν και στην Αττική, το 200 π. Χ., όπως εξιστορεί ο Λίβιος, όπου «Κατέστρεψαν και τα μνημεία και ανέσκαψαν τους τάφους διασκορπίζοντας τα οστά των νεκρών»9.
Ακολουθούν οι επιδρομές των Ρωμαίων, που κράτησαν δύο ολόκληρους αιώνες και έφεραν πράγματι «ες έδαφος» πόλεις, ναούς, ιερά και αγάλματα σε ολόκληρη την Ελλάδα. Το 194 π. Χ., ο Τίτος Φλαμίνιος, μετά την νίκη του κατά του Φιλίππου, «στέλνει καραβιές ολόκληρες από κλεμμένα μαρμάρινα και χάλκινα αγάλματα για να κοσμήσουν το θρίαμβο του στη Ρώμη»10.

Το 189 π.Χ., «ο Μάρκος Φούλβιος Νοβιλίορ λεηλατεί σύμφωνα με την καταγραφή του Πολύβιου την Αμβρακία συμπεριλαμβανομένων και των Ιερών της και στέλνει τα λάφυρα στη Ρώμη, αγάλματα, επιγραφές και θησαυρούς»11. Το 181 π.Χ., «η Σύγκλητος είχε ρίξει στην πυρά τα έργα των Πυθαγορείων»12.

Το 87 π.α.χ.χ.13, «ο άξεστος Σύλλας, καταστρέφει την Αθήνα που είχε συμπαραταχθεί με τον Μιθριδάτη, και αμέτρητα αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής και θησαυροί, γίνονται αντικείμενα λεηλασίας και μεταφέρονται στη Ρώμη, συμπεριλαμβανομένης της ονομαστής βιβλιοθήκης του Απελλικώνος και του περίφημου πίνακα του Ζεύξιδος... Ο ίδιος άρπαγας στρατοκράτης ήταν επίσης αυτός που άρπαξε το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς του Αλαλκομένειου ιερού της Βοιωτίας, έβαλε χέρι στα ιερά της Επιδαύρου... της Ολυμπίας και των Δελφών»14.

Το 55 π.α.χ.χ., «ο φοβερός Βέρρης... λεηλάτησε τα καλλιτεχνήματα και τους θησαυρούς όλης της νότιας Ελλάδας, έκλεψε το χρυσό από τον Ναό της Αθηνάς στην Αθήνα... άρπαξε από την Τένεδο το λατρευτικό άγαλμα του τοπικού ημίθεου Τέννητος, καταλήστεψε τον πανάρχαιο Ναό της Ήρας στη Σάμο, το Ναό της Αρτέμιδος στην Πέργαμο, λεηλάτησε όλα τα μνημεία της Ασπένδου στην Παμφυλία»15.

«Ο Αύγουστος... κλέβει από την Τεγέα και μεταφέρει στη Ρώμη το περίφημο άγαλμα της Αλέας Αθηνάς... Ο Καλιγούλας διάλεγε ελληνικές προτομές και πρόσταζε να τις αποκεφαλίζουν και να προσθέσουν σε αυτές το δικό του κεφάλι... Ο Νέρωνας, κλέφτης επίσης πεντακοσίων χάλκινων γλυπτών από τους Δελφούς...»16.

     Συμπερασματικά, ο εν λόγω συγγραφέας μας πληροφορεί ότι οι Ρωμαίοι «μέσα σε λιγώτερο από δύο αιώνες τη μετέτρεψαν (την Ελλάδα) σε ερειπωμένη επαρχία τους, σε μια χώρα όπου "οι λίθοι μόνον" θύμιζαν "τη σεμνότητα και το μέγεθος της Ελλάδος" (Δίων Χρυσόστομος)». Και καταλήγει: «ο Παυσανίας (σσ. 2ος μ. Χ. αι.) ουσιαστικά θα δει και θα περιγράψει μια χώρα ερειπωμένη και ολιγάνθρωπη, της οποίας αρκετές πόλεις είναι ήδη έρημες, τα δε ιερά είναι κατά πλειοψηφία χορταριασμένα και με γκρεμισμένες τις στέγες... Ο Ρωμαίος ποιητής Γιουβενάλλης... θα γράψει επίσης και τα εξής:... Σήμερα δεν μπορείς να αρπάξεις από αυτούς, όταν πατήσεις το φτωχό τους τόπο, τίποτε άλλο από μερικά βόδια και φοράδες, τους εφέστιους Θεούς από το σπιτικό τους και κανένα περίεργο άγαλμα, αν έχει μείνει κανένα στα ιερά τους...»17.

Αυτά εξιστορεί με εθνικό πόνο ο εκπρόσωπος του Τ.Σ.Ε.Ε. και μας βρίσκει συμπάσχοντας, γιατί έχει απόλυτο δίκιο. Όμως, πως συμβιβάζονται όλα αυτά μ' εκείνα τα «αποφθεγματικά» που ακούσαμε πιο πάνω, ότι οι χριστιανοί «έκαψαν όσα βιβλία δεν τους βόλευαν, βεβήλωσαν τα ελληνικά ιερά, κομμάτιασαν τα αγάλματα, γκρέμισαν τους ελληνικούς ναούς, καταλήστεψαν τον εθνικό πληθυσμό», και ότι η Ορθοδοξία προσέφερε «Την καταστροφή όλων των ναών, των έργων τέχνης και των βιβλιοθηκών»;

Παρόμοιες «ομολογίες» συναντάμε και σε άλλα περιοδικά. Επιλεκτικά μεταφέρουμε εδώ δύο ακόμη αντιπροσωπευτικά κείμενα που προέρχονται από περιοδικά του «νεοεθνικού» νεοπολυθεϊστικού «χώρου»: «Οι πληροφορίες που παραδίδουν ο Παυσανίας, ο Στράβων και ο Πολύβιος για τις εκτεταμένες επιχειρήσεις αρπαγής ελληνικών έργων τέχνης εντυπωσιάζουν, όσον αφορά στους αριθμούς και την αξία των μνημείων, που μεταφέρθηκαν στη Ρώμη. Πεντακόσια αγάλματα από τους Δελφούς, τρεις χιλιάδες από τη Ρόδο και εκατοντάδες γλυπτά και έργα ζωγραφικής από την Κόρινθο έγιναν λεία κατακτητών. Ό,τι είχε απομείνει μέχρι την επικράτηση του Χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας του Βυζαντίου, έγινε στόχος για καταστροφή από το νέο μισελληνικό καθεστώς, με την ανοχή και τις ευλογίες του οποίου «αλώνιζαν» ορδές βαρβάρων και λαφυραγωγούσαν, ό,τι εύρισκαν στο δρόμο τους. Εκτός απ' αυτούς όμως και οι χριστιανοί του ελλαδικού χώρου δεν ήταν άμοιροι μιαρών πράξεων. Όχι μόνον κατέστρεφαν κτήρια και ακρωτηρίαζαν αγάλματα, αλλά πωλούσαν "δι' ολίγα τάλλαρα" τα τεμάχιά τους σε ξένους επισκέπτες»18.

Τα ίδια επαναλαμβάνει και άλλο περιοδικό του «χώρου»: «Η λεηλασία του Ελληνικού πολιτισμού προσλαμβάνει δραματικές διαστάσεις επί Νέρωνος, ο οποίος "Πεντακόσιας θεών τέ αναμίξ αφείλετο και ανθρώπων εικόνας χαλκάς" (Παυσανίας, Φωκικά 71). Μεταξύ των κλοπιμαίων ήσαν και η πασίγνωστη Κόρη του Anzio, η Κασσάνδρα, ο έρως του Πραξιτέλους, ο θνήσκων Γαλάτης, ο ο Απόλλων του Σκόπα, η «εύκνημα» Αμαζόνα του Στρογγυλίωνος και ένα μικρό άγαλμα του Αλεξάνδρου, το οποίο είχε επιχρύσωση... Οι αυτοκράτορες και οι πλούσιοι Ρωμαίοι, αφού πρώτα έσβηναν τα επιγράμματα από τις βάσεις των αγαλμάτων, έκοβαν τα κεφάλια και στη θέση τους έβαζαν το μαρμάρινο ομοίωμα του δικού τους κεφαλιού»19.

Ας σημειωθεί, ότι η μαρτυρία του Παυσανία πρέπει να θεωρηθεί ως ιδιαιτέρως βαρύνουσα, αφού το έργο του «Περιήγησις της Ελλάδος», έχει γραφεί μεταξύ των ετών 160 και 180 μ. Χ.

     Αυτά, λοιπόν, μας πληροφορούν οι ίδιοι οι εκπρόσωποι των ελληνικών «νεοεθνικών» ρευμάτων, οι όποιοι στη συνέχεια καταγγέλλουν τον Χριστιανισμό ως τον μοναδικό διώκτη και καταστροφέα αρχαίων ναών, αγαλμάτων και βιβλιοθηκών. Δηλαδή, οι Ρωμαίοι δεν κατέστρεψαν τους αρχαίους ναούς αφήνοντας «μόνον τους λίθους»; Οι ρωμαίοι αυτοκράτορες δεν αποκεφάλιζαν τα αγάλματα για να αντικαταστήσουν τις κεφαλές τους με τα ομοιώματα των δικών τους «άμυαλων» κεφαλών; Δεν έκαψαν βιβλία και βιβλιοθήκες20, δεν έφεραν «ες έδαφος» τα αριστουργήματα της ελληνικής τέχνης, αλλά και αυτόν το ίδιο τον ελληνικό πολιτισμό; Και όλα αυτά τα έκαναν μόνον οι Βυζαντινοί αυτοκράτορες και οι χριστιανοί; Αν είναι δυνατόν αυτό να λέγεται ιστορία και αντικειμενικότητα!

Και δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι Χριστιανοί, μέχρι και τις ημέρες του Μ. Κωνσταντίνου, όχι μόνον βρίσκονταν κάτω από φρικτούς και αιματηρούς διωγμούς, που ανέδειξαν 11 εκατομμύρια μάρτυρες της Πίστεως μέσα στους τρεις πρώτους χριστιανικούς αιώνες, αλλά και αποτελούσαν τον 4ο μ. Χ. αιώνα το 5% μόνον του πληθυσμού της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ποσοστό που δεν άλλαξε σημαντικά ακόμη και τους πρώτους χρόνους μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού. Διερωτάται κανείς: άραγε τον 4ο αιώνα, που άρχισε να επικρατεί ο Χριστιανισμός, όλοι αυτοί οι κατεστραμένοι ναοί, τα ιερά, και τα αγάλματα είχαν πάλι ανακατασκευαστεί;

Η ιστορική αλήθεια όμως είναι ότι, όσοι σώζονται από τους αρχαίους ναούς οι περισσότεροι το οφείλουν στο γεγονός ότι πέρασαν στη χρήση των Χριστιανών. Αν σώζεται σήμερα ο Παρθενώνας το σπουδαιότερο αρχαιοελληνικό μνημείο ο ναός του Ηφαίστου (Θησείο), το Ερεχθείο, το ωρολόγιο του Κυρρήστου και τόσοι άλλοι ναοί στον Ελλαδικό χώρο και έξω απ' αυτόν, αυτό οφείλεται στο ότι μετατράπηκαν σε χριστιανικούς ναούς. Πολλά δε από τα αριστουργήματα τέχνης που διασώθηκαν και κυρίως αγάλματα, οφείλουν τη διάσωση τους στη μεταφορά τους στην Κωνσταντινούπολη για τη διακόσμησή της.

Παρατηρεί ο κ. Ιωάν. Τσέντος: «Οι Βυζαντινοί φύλασσαν όλους αυτούς τους θησαυρούς ευλαβικά, και τους θεωρούσαν στολίδι της πρωτεύουσάς τους, πράγμα που αποδεικνύει πρώτον μεν ότι δεν έτρεφαν αυτό το υποτιθέμενο μίσος προς ό,τι το αρχαίο, αλλά θεωρούσαν αυτά τα αγάλματα μέρος της πολιτιστικής τους κληρονομιάς, και δεύτερον ότι είχαν την αισθητική που τους επέτρεπε να εκτιμήσουν την ομορφιά και την αξία τους... δεν θα ήταν υπερβολή να πει κανείς πως όποιο μνημείο τον αρχαίου ελληνικού πολιτισμού σώζεται σήμερα στην Ελλάδα, οφείλει τη σωτηρία του στην προστατευτική ασπίδα τον Βυζαντίου»21.

Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να καταλογισθεί η ευθύνη των σημερινών ερειπίων αρχαίων ναών στους Χριστιανούς. Μήπως δεν υπάρχουν σήμερα και αναρίθμητοι Χριστιανικοί ναοί ερειπωμένοι ή εξαφανισμένοι; Από τα μέσα του 4ου αι. έως και τον 6ο αι. μ. Χ., μόνο στην Αθήνα και τα περίχωρα, υπήρχαν είκοσι δύο χριστιανικές Βασιλικές. Πολλές απ' αυτές είναι γνωστές σήμερα μόνον από τα ερείπιά τους. Ασφαλώς οι παλαιοχριστιανικές αυτές Βασιλικές δεν οφείλουν την ερήμωσή τους σε αντιχριστιανικούς διώκτες και καταστροφείς. Ο χρόνος, η φθορά, τα φυσικά φαινόμενα συνετέλεσαν στην ερήμωσή τους, καίτοι οι χριστιανοί που τις οικοδόμησαν, όχι μόνον υπήρχαν τότε για να τους χρησιμοποιήσουν στη λατρεία τους, αλλά και αποτέλεσαν πλέον το μόνο θρησκευτικό στοιχείο της Ελλάδος. Ως παραδείγματα μερικών από τις πολλές ερειπωμένες παλαιοχριστιανικές Βασιλικές, που δεν υπάρχουν σήμερα, αναφέρομε τις Βασιλικές της Αγ. Τριάδος (δυτικά του Παρθενώνα), του Ασκληπιείου (νότια του βράχου της Ακρόπολης), του Αγ. Διονυσίου του Αρεοπαγίτη (δυτικά της Ακρόπολης), του Ιλισσού (ανατολικά των Στηλών του Ολυμπίου Διός Αρδηττού), του Ολυμπιείου (βόρεια των Στήλων του Ολυμπίου Διός), της Παναγιάς της Πέτρας (στον Ιλισσό) κ.α.22.

Θέλουν να αγνοούν, δηλαδή, οι σύγχρονοι «παγανιστές» ότι οι περισσότεροι αρχαίοι ναοί, όπως και οι παλαιοχριστιανικοί αργότερα, καταστράφηκαν από κατακτητές, από πολεμικές συγκρούσεις, από λεηλασίες και πυρκαγιές, από σεισμούς και θεομηνίες και άλλα φυσικά φαινόμενα.

Οι ισχυρισμοί όμως των σημερινών πολυθεϊστών, αποδεικνύονται μεροληπτικοί, αντιϊστορικοί, προκατειλημμένοι, και αστήρικτοι. Γενικεύουν αυθαίρετα ακραία και μεμονωμένα περιστατικά και διαστρεβλώνουν βάναυσα την ιστορική αλήθεια. Επαναλαμβάνομε, ότι δεν αρνούμαστε περιπτώσεις βίαιης συμπεριφοράς και φανατισμού από μέρους του Χριστιανικού όχλου και καταστροφές ναών και αγαλμάτων. Υπάρχουν περιπτώσεις που οι καταπιεσμένοι Χριστιανοί κατέστρεψαν αρχαίους ναούς και αγάλματα. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να γενικοποιούμε τα πράγμα τα και να αποδίδουμε την φυσική φθορά της αρχαιοελληνικής θρησκείας και των ιερών της σε μια τακτική και σ' ένα «σχέδιο» του Χριστιανισμού για την επικράτησή του.

Όπως σημειώνει ο κ. Ιωάν. Τσέντος, «είναι εντελώς σαφές ότι κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενον να υπήρξαν εκείνη την εποχή και κάποιες εκδηλώσεις φανατισμού. Ο ισχυρισμός όμως ότι οι χριστιανοί και το Βυζάντιο προέβησαν φερ' ειπείν σε συστηματική καταστροφή των αρχαίων αγαλμάτων, αποτελεί ασύστολο ψεύδος»23.

     Ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χριστόδουλος παρατηρεί: 
«Οπωσδήποτε, οι καταστροφές των ειδωλολατρικών ναών στην Ελλάδα δεν οφείλονταν σε θρησκευτικές συγκρούσεις. Η Ελλάδα είχε σε πολύ μεγάλο βαθμό ρημάξει και καταστραφεί, πριν την αναγνώριση του χριστιανισμού ως θρησκείας, όταν ακόμη οι χριστιανοί ήσαν θύματα μεγάλων διωγμών ή και δεν είχαν καν εμφανισθεί στην ιστορία. Ήδη στην ελληνιστική εποχή, δεν είναι λίγες οι πόλεις που είχαν μετατραπεί σε μικρή ομάδα χαμόσπιτων, με σπασμένα αγάλματα και ερειπωμένους ναούς».

«Το μαντείο της Δωδώνης είχε σταματήσει προ πολλού να λειτουργεί και ήταν ερείπια, μας πληροφορεί ο Στράβων στα Γεωγραφικά του, τα οποία είχαν ήδη ολοκληρωθεί περίπου το 7 π.Χ. Ο Στράβων, επισημαίνει μάλιστα ότι όχι μόνο το μαντείο της Δωδώνης, αλλά και όλα τα άλλα μαντεία της Ελλάδος είχαν ουσιαστικά σβήσει στα χρόνια του»24.

Ο καθηγητής κ. Βασ. Μπακούρος ση μειώνει: «Όπως αποδεικνύει η έγκυρη επιστημονική έρευνα με βάση αρχαιολογικά ευρήματα (...., βλ. Ν. Παπαχατζή, Η θρησκεία στην αρχαία Ελλάδα, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1996) τα περισσότερα ειδωλολατρικά ιερά ή ναοί δεν καταστράφηκαν ούτε μετασκευάστηκαν σε χριστιανικά τεμένη, απλώς εγκαταλείφθηκαν»25.

Και ο π. Γεώργ. Μεταλληνός υπογραμμίζει: «Τις παρατηρούμενες καταστροφές αποδίδουν οι αρχαιολόγοι στους σεισμούς, τις βαρβαρικές επιδρομές (4ο 6ο αι.) και την εγκατάλειψη. Τα αρχαία μνημεία των Αθηνών και των Δελφών έμειναν απείραχτα από τους χριστιανούς. Η μετατροπή τους σε χριστιανικές εκκλησίες δείχνει περίτρανα τη συνείδηση της ιστορικής συνέχειας. Όσο και αν αυτό δεν ικανοποιεί τους σημερινούς αρχαιολάτρες26».

Σε επιστολή του προς τον π. Γεώργιο Μεταλληνό, ο αρχαιολόγος Άγγ. Χωρέμης γράφει: «Αυτό που πράγματι έγινε είναι καταστροφές και ακρότητες σε τοπικό επίπεδο, από φανατικούς εκκλησιαστικούς και πολιτικούς παράγοντες, κυρίως εναντίον αγαλμάτων αρχαίων θεοτήτων με συνηθέστερο το φαινόμενο της ρινοκοπής και καταστροφής των προσώπων. Οι άνθρωποι αυτοί εξαγρίωναν τον όχλο, πράγμα όχι δύσκολο, αν σκεφτούμε ότι μόλις 7580 χρόνια χώριζαν την εποχή αυτή από τους φοβερούς διωγμούς των Διοκλητιανού και Γαλερίου (+311) και 55-60 χρόνια από τον "ηπιότερο" διωγμό τον Λικινίου (310-324)• τον εξαγριωμένο αυτόν όχλο τον εξαπέλυαν να κάψει και να καταστρέψει ο,τιδήποτε "εθνικό" εύρισκε μπροστά του. Αυτό όμως ουδέποτε υπήρξε πολιτική τον Μεγάλου Θεοδοσίου και, όταν έγινε, προσπάθησε να το σταματήσει και να το θεραπεύσει»27.

Κλείνομε την σύντομη αυτή επισκόπηση με τις επισημάνσεις του κ. Θαν. Παπαθανασίου, σε εμπεριστατωμένη μελέτη του δημοσιευμένη στο περιοδικό «Σύναξη». Μεταξύ των άλλων, γράφει: «σε όλο το σώμα των ιερών κανόνων... απουσιάζουν απολύτως κανόνες που να επιβάλλουν τον "εκχριστιανισμό" των εθνικών και σχεδόν απολύτως κανόνες που να επιτάσσουν την καταστροφή των παγανιστικών ιερών». Για τις διατάξεις νη' και πδ' της Συνόδου της Καρθαγένης (419 μ.Χ.), με τις οποίες ζητείται από τους βασιλείς να εξαλείψουν «τα εγκαταλείμματα των ειδώλων τα κατά πάσαν την Αφρικήν», παρατηρεί ότι «πρόκειται για τοπικού χαρακτήρα πρωτοβουλία, που αφορούσε συγκυρίες της λατινικής Εκκλησίας στη Βόρεια Αφρική». Η ίδια σύνοδος, εξ' άλλου, ζητούσε από τους επισκόπους να καταστρέψουν και τα «χριστιανικά ναΐδρια», που είχαν ανεγερθεί αυθαίρετα από δεισιδαίμονες χριστιανούς (κανών πγ')28.

Είναι, λοιπόν, φανερό ότι εθελοτυφλούν, οι σύγχρονοι «εθνικοί», προσπαθώντας επίμονα να βρουν οργανωμένο «σχέδιο» των Χριστιανών για την καταστροφή των αρχαίων ναών και μεθοδεύσεις

1. Περιοδ. «Διϊπετές», τ. 31, σ. 34δ.
2. Στο ίδιο, τ. 43, σ. 36.
3. Περιοδ. «Άβατον», τ. 6, σ. 44.
4. Μάρ. Πλωρίτης, εφημ. «Το Βήμα», 11.6.2000.
5. Περιοδ. «Διϊπετές», τ. 27, σσ. 2627. Βλ. και περιοδ. «Απολλώνειο Φως», τ. 70, σ. 66.
6. Βλ. Στεφ. Μυτιληναίου, Ο Μονοθεϊσμός στην αρχαία Ελλάδα..., σσ. 11 εξ.
7. Βλ. περισσότερα και αναίρεση αυτού του ισχυρισμού στο Στ. Φανού, Οδηγός βιβλίων για την αρχαία Ελλάδα, τόμ. Β', σσ. 318 εξ.
8. Βλ. Ρασσιά, Υπέρ της των Ελλήνων νόσου, τόμ Β', Η συρρίκνωση της αρχαίας ψυχής, σ. 50.
9. Αυτόθι, από το βιβλίο του Κυρ. Σιμόπουλου, Ξενοκρατία, Μισελληνισμός και Ύποτέλεια, Αθήνα, 1990.
10. Αυτόθι, σ. 58.
11. Αυτόθι, σ. 60.
12. Αυτόθι.
13. Πριν. απαρχήν. χριστιανικής. χρονολογίας.
14. Αυτόθι, σ. 61, (υπογραμμίσεις δικές μας).
15. Αυτόθι.
16. Αυτόθι, σ. 62.
17. Αυτόθι, σσ. 6263, (και δικές μας υπογραμμίσεις).
18. Μάρ. Μαμανέα, Η λεηλασία μιας αμύθητης καλλιτεχνικής κληρονομιάς. Η αργυρολογία και απολιτισιά των Ρωμιών, περιοδ. «Δαυλός», τ. 241, σσ. 155-534.
19. Βασ. Μισύρη, Οι βάρβαροι κτυπάνε την Ελλάδα, «Ές έδαφος φέρειν», περιοδ. «Ιχώρ», τ. 27, σ. 52.
20. Για την τύχη των Βιβλιοθηκών, βλ. άρθρο: Έκαψαν οι Χριστιανοί την περίφημη Βιβλιοθήκην της Αλεξάνδρειας από μένος, μίσος και λύσσαν κατά της αρχαίας ελληνικής και λατινικής γραμματείας;, περιοδ. «Εκ του περισσού της καρδίας», διμην. περιοδικόν φυλλάδιον Ι. Ν. Αγ. Στεφάνου Ν. Ιωνίας, τ. 28.
21. Ιωάν. Τσέντου, Χριστιανισμός και αρχαία ελληνική τέχνη, περιοδ. «Ακτίνες», τ. 624, σσ. 256257.
22. Βλ. ένθετο του περιοδικού «Τόλμη», «Παλαιοχριστιανικές Βασιλικές Αθηνών». Και π. Βασ. Γεωργόπουλου, Οι νεοπαγανιστικές φαντασιώσεις και τα ιστορικά δεδομένα, μέρη Η' και Θ', εφημερ. «Στύλος Ορθοδοξίας», α.φ. 89, 90.
23. Ένθ. ανωτ. σ. 255.
24. Χριστοδούλου Παρασκευαΐδη Αρχιεπ. Αθηνών, Ελληνισμός προσήλυτος. Η μετάβαση του Ελληνισμού από την αρχαιότητα στο χριστιανισμό, σ. 111.
25. Βασ. Μπακούρου, Απάντηση σε επιστολές, περιοδ. «Τρίτο Μάτι», τ. 93, ένθετο σ. 9.
26. π. Γεωργ. Μεταλληνού, Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;, σ. 132.
27. Αυτόθι, σ. 158.
28. Θαν. Παπαθανασίου, (Αυτο)Κριτική ερμηνεία της καταστροφής παγανιστικών ιερών από χριστιανούς, περιοδ. «Σύναξη», τ. 69, σ. 63.

Πρωτοπρ. Κυριακού Τσουρού
Γραμματέως της Σ. Ε. επί των αιρέσεων


  20 Σεπτεμβρίου 2010 


 2.
Βιομηχανική Επανάσταση στην Αρχαία Ελλάδα: 
Μια Επανάσταση που δεν έγινε ποτέ!

 Μιάμιση χιλιετία οπισθοδρόμησης από το χριστιανικό σκότος και έρεβος. Η επίπονη προσπάθεια της εξόδου από τον Μεσαίωνα.

- Η Βιομηχανική Επανάσταση είναι ιστορική περίοδος, καθώς και ένα ιδιαίτερα σύνθετο σύστημα ραγδαίων μεταβολών και ανακατατάξεων - τεχνικών, οικονομικών, κοινωνικών και πολιτισμικών - οι οποίες οδήγησαν στην "εκβιομηχάνηση" (αγγλ.: industrialized) της κοινωνίας στη Μεγάλη Βρετανία μεταξύ των ετών 1760 - 1860. Ιδιαίτερα, επηρεάστηκε η Γαλλία και αργότερα οι ΗΠΑ σε σχέση με το τρόπο λειτουργίας και ανάπτυξης της οικονομίας και της δομής της κοινωνίας. Οι ιδέες του διαφωτισμού που κυριαρχούσαν την εποχή αυτή, ήρθαν να ντύσουν με το πνευματικό μανδύα το σύνολο των μεταρρυθμίσεων και στον ιδεολογικό χάρτη. (Wikipedia)

- Με τον όρο Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας εννοείται η αρχαία βιβλιοθήκη της πόλης της Αλεξάνδρειας, στην Αίγυπτο, η οποία ιδρύθηκε στην Ελληνιστική εποχή επί διακυβέρνησης Πτολεμαίου Α', του επονομαζόμενου Σωτήρος, και έγινε το εκδοτικό κέντρο του τότε γνωστού κόσμου, υπερσκελίζοντας ως προς τον πλούτο των χειρογράφων της κάθε άλλη γνωστή βιβλιοθήκη της εποχής της και του παρελθόντος.

Κατά την εποχή του Δημητρίου οι ελληνικές βιβλιοθήκες ήταν στην πραγματικότητα ιδιωτικές συλλογές χειρογράφων, όπως εκείνη του Αριστοτέλη. Όσον αφορά στην Αίγυπτο, είναι γνωστό ότι στους ναούς υπήρχαν βιβλιοθήκες με θρησκευτικά και κρατικά έγγραφα, όπως σε ορισμένα μουσεία, στην ελληνική επικράτεια. Ήταν η μεγάλη φιλοδοξία του Πτολεμαίου να συσσωρεύσει όλη τη γνώση, που οδήγησε αυτές τις μικρές συλλογές στην επικράτεια μιας αληθινής βιβλιοθήκης.

Ο Τζέτζης αναφέρει, αρκετούς αιώνες αργότερα, ότι ο Καλλίμαχος κατέγραψε 400.000 μικτούς παπύρους (πιθανώς αυτοί που περιείχαν πάνω από ένα κεφάλαιο, έργο ή συγγραφέα) και 90.000 αμιγείς. Σε αυτούς βέβαια θα πρέπει να προσθέσουμε και 42.000 παπύρους που βρίσκονταν στο Σαράπειο. Αρχαίες πηγές αναφέρουν ότι οι τόμοι της ξεπερνούσαν τις 700 χιλιάδες. Η φήμη της σαν ένα σπουδαίο ερευνητικό και φιλολογικό κέντρο ξεπερνούσε τα όρια των ελληνιστικών βασιλείων. Στην Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας εργάστηκαν πολύ σπουδαίοι Αρχαίοι Έλληνες σοφοί, ανάμεσά τους ο Ερατοσθένης, ο Ζηνόδοτος, ο Αρίσταρχος ο Σάμιος, ο Καλλίμαχος κ.α. Στο Αλεξανδρινό Μουσείο που ήταν κτιριακή πτέρυγα της Βιβλιοθήκης δημιουργήθηκε στην ουσία το πρώτο πανεπιστήμιο στον κόσμο. Η Βιβλιοθήκη ήταν χωρισμένη σε τομείς, όπως: ρητορική, νομική, ιστορία, μαθηματικά, ιατρική, ποίηση, που χωριζόταν σε επική, λυρική, τραγική και κωμική.

Οι μέθοδοι που χρησιμοποίησαν οι διάδοχοι του Πτολεμαίου προκειμένου να πετύχουν το σκοπό τους ήταν σίγουρα μοναδικές. Ο Πτολεμαίος Γ΄ συνέταξε μια επιστολή "προς όλους τους ηγεμόνες του κόσμου", ζητώντας να δανειστεί τα βιβλία τους, (Γαλην. 17.1). Όταν οι Αθηναίοι του έστειλαν τα κείμενα του Ευριπίδη, του Αισχύλου και του Σοφοκλή, εκείνος τα αντέγραψε και επέστρεψε πίσω τα αντίγραφα, κρατώντας τα πρωτότυπα για τη Βιβλιοθήκη. Επίσης, όλα τα πλοία που ελλιμενίζονταν στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας, ήταν υποχρεωμένα να υποστούν έρευνα όχι για λαθρεμπόριο, αλλά για παπύρους που αντιγράφονταν και παραδίδονταν πίσω στους κατόχους τους, αν το επιθυμούσαν. Αυτές οι ανορθόδοξες μέθοδοι, στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύουν τον πρώτο συστηματικό τρόπο συλλογής έργων. (Wikipedia)

Αυτό το λαμπρό επίτευγμα του πολιτισμού δεν έμελλε να επιβιώσει. Η καταστροφή έγινε σε τέσσερις διαφορετικές φάσεις. Ένα μεγάλο τμήμα της βιβλιοθήκης καταστράφηκε το 47 π.Χ κατά τον Αλεξανδρινό πόλεμο με την πολιορκία του Ιουλίου Καίσαρα στο Βρουχείον από τον Αχίλα. Αργότερα Βιβλιοθήκη ανοικοδομήθηκε και συμπληρώθηκε από την βιβλιοθήκη της Περγάμου. Η δεύτερη καταστροφή έγινε από τον αυτοκράτορα Καρακάλλα το 215 μ.Χ. Το 391 την εποχή του αυτοκράτορα Θεοδόσιου του Α' ένα μεγάλο τμήμα της βιβλιοθήκης καταστράφηκε από φανατικούς χριστιανούς. Ήταν το τρίτο πλήγμα που η Βιβλιοθήκη δέχτηκε. Η καταστροφή ολοκληρώθηκε τον 7ο και 8ο αιώνα με την αραβική κατάκτηση, όταν διατάχθηκε να ριχτούν όλα τα βιβλία στην πυρά ως καύσιμη ύλη για τα τετρακόσια λουτρά της πόλης.

Η τρίτη μεγάλη καταστροφή έρχεται το 391 από τους βυζαντινούς. Στην Αίγυπτο στα τέλη του 4ου αιώνα και μετά από την κατάργηση της πατρώας Ελληνικής θρησκείας από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α΄ το 391 και την ανακήρυξη του χριστιανισμού ως επίσημης θρησκείας του Βυζαντίου, ξεκινούν κατά το ίδιο έτος γενικευμένες σφαγές των ελλήνων - Εθνικών από τους φανατισμένους χριστιανούς μοναχούς από την έρημο υπό την καθοδήγηση του αρχιεπίσκοπου Αλεξανδρείας Θεόφιλου, με τους πρώτους να καταστρέφουν τους Ελληνικούς ναούς, μεταξύ αυτών και το Σεραπείο, καθώς και πολύ πιθανώς και το ίδιο το μαυσωλείο όπου βρισκόταν ο Τάφος του Αλεξάνδρου. Μαζί με το Σεραπείο καταστράφηκε ολοσχερώς και η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Μια από τις κυριότερες πηγές για τα γεγονότα αυτά είναι ο συνεργάτης του αρχιεπισκόπου Θεόφιλου και εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός στο έργο Εκκλησιαστικαί Ιστορίαι («Σωκράτης ο Σχολαστικός, Εκκλησιαστικαί Ιστορίαι, σελ. 173 ) [Ωστόσο δεν υπάρχει καμία αναφορά για τον ίδιο τον Τάφο ή το Σώμα του Αλεξάνδρου από τους βέβηλους βυζαντινούς, παρά μόνο το ότι ανακάλυψαν ένα μεγάλο θησαυρό από την εποχή του Αλεξάνδρου τον οποίο και χρησιμοποίησαν για την χρηματοδότηση της κατασκευής εκκλησιών στην πόλη (βλ. Saunders 2007, σελ. 104-105)].

Με παρακίνηση του αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεόφιλου, καταστράφηκε ο ναός του Σέραπι, όπου στεγαζόταν μέρος της Βιβλιοθήκης, ως αποκορύφωμα του διατάγματος της 24ης Φεβρουαρίου του ίδιου χρόνου, επί Θεοδοσίου και σε μια περίοδο που ήδη αρκετά ιερά της υπαίθρου αλλά και μερικοί ναοί των πόλεων καταστράφηκαν από χριστιανούς. Στο Ελληνορωμαϊκό Μουσείο υπάρχουν τα τεκμήρια μιας μεγάλης καταστροφής. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία του χριστιανού ιστορικού Ορόσιου, ο οποίος επισκέφτηκε την Αλεξάνδρεια το 415 μ.Χ. : «Στις μέρες μας μπορούμε βέβαια να δούμε ναούς που διέθεταν κάποτε βιβλιοθήκες, αλλά όχι και τις ίδιες τις βιβλιοθήκες, αφού αυτές τις έχουν εκκενώσει κάποιοι από εμάς. Και επ’ αυτού δε χωρεί αμφιβολία» (Historiae adversus paganus 6, 15, 32), αν και η πλειοψηφία των σύγχρονων συγγραφέων συγκλίνει προς την ιστορική αλήθεια της πυρπόλησης, καταλογίζοντας μεροληψία στην αναφορά του χριστιανού Ορόσιου περί «εκκένωσης» των βιβλιοθηκών. «Η βιβλιοθήκη έγινε παρανάλωμα του πυρός» [Deschner, Η εγκληματική ιστορία του Χριστιανισμού, τ. 4, σ. 340, εκδ. Κάκτος], «Η σπουδαία βιβλιοθήκη του Σαραπείου παρεδόθη στις φλόγες» [Βλ. Ρασσιά, Υπέρ της των Ελλήνων νόσου, β’ έκδ. (εκδ. Ανοιχτή πόλη, 2000), τ. 3, σ. 40, Μια Ιστορία Αγάπης, α’ έκδ. (εκδ. Ανοικτή Πόλη, 1999), σ. 45], ότι «οπλισμένοι με φωτιά και τσεκούρια οι μοναχοί (…) παρέδωσαν στην πυρά την Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη των 700.000 τόμων, αρχαιότατης ιστορικής μνήμης, όπως υποστηρίζει ο Σωζομενός στην “Εκκλησιαστική Ιστορία” του» [Σιέττου Γ., Ο ανθελληνισμός στα πατερικά και εκκλησιαστικά κείμενα, σ. 316, εκδ. Εύανδρος], ότι «ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος … το 391 επικεφαλής μοναχών και στρατού ισοπέδωσε το Μουσείο και πυρπόλησε την Αλεξανδρινή Βιβλιοθήκη των 700.000 τόμων (βλ. Σωζομενού, Εκκλησ. Ιστορία, VII)» [Κούτουλα Διαμαντή, Το Βυζάντιο έναντι των Ελλήνων Εθνικών, β’ έκδ., σ. 24, 34, 36, εκδ. Δίον.], ότι «τότε εκάη η βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας» [Μαρίνη Παν., Η ελληνική κοσμοθέασις, σ. 115, εκδ. Νέα Θέσις], ότι «Το 391…Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος, επικεφαλής στρατού και ορδών μοναχών, κατέστρεψε το Μουσείο και έκαψε τη βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας, η οποία περιείχε 700.000 τόμους ,..» [ Αλεξάνδρου Θ., Για τους ελληνικής καταγωγής χριστιανούς, σ. 129, εκδ. Δίον] και ότι «το έτος 391 μ.Χ. κάηκε η βιβλιοθήκη που είχε στεγαστεί στο Σεραπείο της Αλεξάνδρειας» [Κρεββατά Δ., Το Βυζάντιο και ο διωγμός του Ελληνισμού, σ. 247, εκδ. Καστανιώτη.]

Η κατάσταση στην Αλεξάνδρεια άρχισε να αλλάζει για τους έλληνες (προς το χειρότερο) όταν στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξάνδρειας, ανέβηκε ο αιμοσταγής διώκτης των ελλήνων Κύριλλος, ανιψιός του Θεόφιλου, ο οποίος ήταν εξαιρετικά βίαιος και αρχομανής. Στο στόχαστρό του εκτός των ελλήνων μπήκαν και οι εβραίοι της Αλεξάνδρειας, αρπάζοντας τις περιουσίες των συναγωγών και καταδιώκοντας τους εβραίους μακριά από την πόλη (βλ. εκκλησιαστικό συγγραφέα Σωκράτη , 4ος – 5ος αιώνας). Το γνωστότερο θύμα του αιμοσταγούς αυτού διώκτη των ελλήνων της Αλεξάνδρειας ήταν η Υπατία, Ελληνίδα νεοπλατωνική φιλόσοφος, αστρονόμος και μαθηματικός, διευθύντρια της νεοπλατωνικής σχολής στην Αλεξάνδρεια.

[Η Υπατία (Βλ. εικόνα) γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 370 μ.χ και πέθανε στην ίδια πόλη το 415 μ.Χ. Κόρη του Θέωνα, τελευταίου διευθυντή της θρυλικής Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, η Υπατία έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ., όταν επήλθε η παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και ξεκινούσε η επέλαση του χριστιανισμού. Αστρονόμος, μαθηματικός και φιλόσοφος, η Υπατία ήταν μια διάσημη επιστήμονας και σύμβολο της ανοχής στην πατρίδα της την Αλεξάνδρεια. Αν και το επιστημονικό της έργο χάθηκε μαζί με την Βιβλιοθήκη, η εικόνα της που έχει μείνει στην ιστορία είναι αυτή μιας δυνατής γυναίκας που αφιέρωσε τη ζωή της στην έρευνα για την αλήθεια.

Τον Μάιο του 415, ο όχλος υπό τις εντολές του Κύριλλου καθοδηγούμενος από κάποιον φανατικό χριστιανό ονόματι Πέτρος, περίμενε την Υπατία η οποία επέστρεφε σπίτι της μετά από μια βόλτα στην πόλη. Την έβγαλαν βίαια από την άμαξά της και την έσυραν στην εκκλησία Καισάρειον, ένα πρώην ιερό της αυτοκρατορικής λατρείας και τη σκότωσαν με θραύσματα αγγείων (οστράκοις ανείλον). Ύστερα, έσυραν το άψυχο σώμα της σε ένα μέρος έξω από την πόλη το οποίο ονομαζόταν Κίναρον και το παρέδωσαν στην πυρά. Κατά τη διήγηση του Ιωάννη Νικίου: «Ορισμένοι χριστιανοί, οδηγούμενοι από τον Πέτρο, έναν άνθρωπο απόλυτα πιστό στον Ιησού Χριστό, βγήκαν από την πόλη σε αναζήτηση της παγανίστριας. Την βρήκαν καθισμένη σε μια (επιβλητική) καρέκλα να δίνει, κατά τα φαινόμενα, κάποια διάλεξη. Από εκεί την έσυραν στην εκκλησία όπου έσκισαν τα φορέματά της και την κακοποίησαν. Ύστερα την έσυραν μέσα στους δρόμους της πόλης μέχρι να πεθάνει. Τελικά μετέφεραν το σώμα της σε μια τοποθεσία που λεγόταν Κίναρον όπου το έκαψαν».

Ο Ιωάννης Μαλάλας γράφει «Κατ' εκείνον δε τον καιρόν παρρησίαν λαβόντες υπό του επισκόπου οι Αλεξανδρείς έκαυσαν φρυγάνοις αυθεντήσαντες Υπατίαν την περιβόητον φιλόσοφον» , (Ιωάννης Μαλάλας 6ος αι., Χρονογραφία -Λόγος Δ΄, 359.8), ενώ ο Ησύχιος σημειώνει: «(…) έκαναν κομμάτια το σώμα της και το σκόρπισαν σε όλη την πόλη». Ο Φιλοστόργιος, επιρρίπτει το έγκλημα στους ορθόδοξους χριστιανούς και συγκεκριμένα σε μια ομάδα, τους «παραβολάνους», που είχε σχέση με την αλεξανδρινή εκκλησία και τον Κύριλλο. Ο Nain de Tillemont, ήταν ο πρώτος που θεωρεί υπεύθυνους για τον θάνατο της Υπατίας τους «παραβολάνους» και φαίνεται ότι έχει δίκιο. Παραβολάνοι, ονομάζονταν δυνατοί νέοι άνθρωποι της αλεξανδρινής εκκλησίας, έργο των οποίων ήταν να συγκεντρώνουν τους ασθενείς, τους ανάπηρους και τους άστεγους της πόλης και να τους βάζουν σε νοσοκομεία ή εκκλησιαστικά πτωχοκομεία. Σύντομα όμως εξελίχθηκαν σε ένα είδος παραστρατιωτικού σώματος του πατριάρχη Αλεξανδρείας («αγίου»!) Κυρίλλου στους οποίους ανατέθηκε η εξόντωση των Ελλήνων. Σύμφωνα με το ιστορικό δοκίμιο «Υπατία η Αλεξανδρινή» της Maria Dzielska (εκδ. Ενάλιος 1997), «είναι βέβαιο ότι οι παραβολάνοι διέπραξαν τον φόνο της Υπατίας». Αυτοί διέδιδαν τα ψέματα ότι η Υπατία επιδιδόταν σε μαγικές πρακτικές, αυτοί δημιούργησαν τα επεισόδια με τους εβραίους, επηρέασαν τον αλεξανδρινό όχλο και άρχισαν την εκστρατεία εναντίον της.

Όπως γράφει ο Gr. De Nevval, Les Filles du feu, Angelidue: «Η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας και το Σεραπείον κάηκαν και καταστράφηκαν τον 4ο αιώνα από τους χριστιανούς, οι οποίοι σφαγίασαν κι έσυραν στους δρόμους την περίφημη Υπατία, την πυθαγόρεια φιλόσοφο».

Ο περίφημος Άγγλος ιστορικός τού 18ου αιώνα Edward Gibbon (1737-1794), βαθύτατα επηρεασμένος από τις αρχές τού Διαφωτισμού, κινείται και αυτός στο ίδιο ακριβώς πλαίσιο, γράφοντας χαρακτηριστικά ότι ο Κύριλλος «προκάλεσε ή αποδέχθηκε τη θυσία μιας παρθένου, η οποία δίδασκε τη θρησκεία των Ελλήνων» (Edward Gibbon, The history of the decline and fall of the Roman empire, ed. J. B. Bury, vol. 5, Methuen & Co. , London 1898, σελ. 109.).
Χαρακτηριστικός είναι ο μακροσκελέστατος τίτλος τού βιβλίου τού προτεστάντη διανοητή Toland: “Υπατία, ή η ιστορία μιας εξαιρετικά όμορφης, εξαιρετικά ενάρετης, εξαιρετικά μορφωμένης και από κάθε άποψη ολοκληρωμένης Κυρίας, η οποία κομματιάστηκε από τον κλήρο της Αλεξανδρείας, για να ικανοποιηθεί η έπαρση, ο φθόνος και η αγριότητα τού αρχιεπισκόπου, ο οποίος κοινώς αλλά αναξίως επονομάζεται «άγιος» Κύριλλος” (Hypatia, or the history of a most beautiful, most virtuous, most learned, and every-way accomplished Lady, who was torn to pieces by the Clergy of Alexandries, to gratify the pride, emulation, and cruelty of their Archbishop, commonly but undeservedly styled, St. Cyril”).
Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, ο εκ των ηγετών τού Διαφωτισμού Βολταίρος (1694-1778) είδε στο πρόσωπο της Υπατίας το σύμβολο της αντίστασης τού ορθού λόγου ενάντια στη θύελλα τού Χριστιανικού δογματισμού και σκοταδισμού. Κατά τον Βολταίρο, ο φόνος της Υπατίας ήταν «μία κτηνώδης δολοφονία που διεπράχθη από τα χειροτονημένα χέρια τού Κυρίλλου, με μια φανατική συμμορία από πίσω τους».]

Σίγουρα, η πυρπόληση της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, το 391 από τους βυζαντινούς μετά από εντολή του (…Μέγα) Θεοδόσιου, με τους χιλιάδες τόμους χειρογράφων (πάπυροι, περγαμηνές κλπ.) και η δολοφονία από τον αιμοσταγή Κύριλλο της ελληνίδας νεοπλατωνικής φιλοσόφου, αστρονόμου και μαθηματικού, διευθύντριας της νεοπλατωνικής σχολής στην Αλεξάνδρεια, Υπατίας, αποτελούν στίγμα για τον ανθελληνικό βυζαντινοχριστιανισμό, τον πλέον ανηλεή διώκτη που ο Ελληνισμός ποτέ γνώρισε. Σημειωτέων ότι τόσο η ορθόδοξη όσο και η καθολική εκκλησία, την ίδια στιγμή που υποκριτικά κηρύττουν τη μετάνοια, αρνούνται έως σήμερα να παραδεχθούν πως ένας «άγιός» τους, ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύριλλος, την εποχή που ήταν ενωμένες, βαρύνεται με την ηθική αυτουργία της κατακρεούργησης της Υπατίας. Αν οι εκατοντάδες χιλιάδες τόμοι της Βιβλιοθήκης, είχαν διασωθεί, είναι σίγουρο ότι η ιστορία της ανθρωπότητας θα ήταν τελείως διαφορετική. [με πληροφορίες από Wikipedia, «Υπατία η Αλεξανδρινή» της Maria Dzielska, Εφημ. «Το Πρώτο θέμα», «Υπατία: Η Αλεξανδρινή φιλόσοφος και μαθηματικός που δολοφονήθηκε από φανατισμένο όχλο», δημ. 13/05/2017.]

- Ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς (10 - 75) έζησε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου περίπου τον 1ο π.Χ ή 1ο μ.Χ αιώνα και ήταν Έλληνας μηχανικός, εφευρέτης και γεωμέτρης με στενούς δεσμούς με την Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Υπήρξε διευθυντής της περίφημης Ανώτατης Τεχνικής Σχολής της Αλεξάνδρειας, το πρώτο πολυτεχνείο που είχε ιδρυθεί στο Μουσείο για μηχανικούς. Λέγεται ότι ακολουθούσε την θεωρία των ατόμων και τη Μηχανική Σύνταξη του Φίλωνα. Ιδέες του Κτησιβίου ήταν βάση για κάποια από τα έργα του. Ήταν γνωστός και ως Ήρων ο Κτησιβίου (ως μαθητής, πιθανότατα, του μεγάλου μαθηματικού και εφευρέτη Κτησιβίου), και Ήρων ο Μηχανικός.

Ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς αναφερόμενος στο γεωδαιτικό τριγωνισμό των Ελληνικών ναών δεν αφήνει κανένα περιθώριο παρερμηνείας: «Η γεωδαισία ποιείται τας διαιρέσεις ου μόνον εις ισότητας αλλά και κατά λόγους και αναλογίας». [Στις 6 Ιουλίου 2017, σε άρθρο με τίτλο ‘’The mystery behind Greece's temples’’ που δημοσίευσε το έγκυρο βρετανικό δίκτυο BBC αναφέρει ότι, «Η ιδέα του τριγωνισμού του αρχαίου ελληνικού κόσμου δεν είναι καινούργια, αλλά μάλλον ένα παράδειγμα ‘‘ιερής γεωγραφίας’’, ή πώς τα λατρευτικοί χώροι τοποθετήθηκαν σύμφωνα με την αστρονομία ή τη μυθολογία. «(…) "Ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο σχηματίζει τέλειο ισοσκελές τρίγωνο με το ναό του Ηφαίστου στην Αθήνα και το ναό της Αφαίας Αθηνάς στην Αίγινα. Ο Απόλλων στους Δελφούς, η Αφαία στην Αίγινα και ο Παρθενώνας, τα ίδια: όλα σχηματίζουν τέλειο ισοσκελές τρίγωνο’’! (…) Ο ναός της Αφαίας στην Αίγινα λέγεται ότι σχηματίζει ισοσκελή τρίγωνα με αρκετούς άλλους ναούς σε ολόκληρη την Ελλάδα». Το δημοσίευμα του BBC αναφέρεται επίσης “(…) σε 12 τομείς του αρχαίου ελληνικού χώρου που αντανακλούν τα 12 σημεία του ζωδιακού κύκλου, με το Μαντείο των Δελφών ως ομφαλό ή «ομφαλός» της ηπειρωτικής Ελλάδας’’ [BBC, 6 July 2017: ‘’The mystery behind Greece's temples’’, ]

Ο Ήρων ο Αλεξανδρεύς υπήρξε μεγάλος εφευρέτης της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας. Στα έργα που σώθηκαν συγκαταλέγονται σύμφωνα με την Wikipedia τα εξής:

«Πνευματικά Α και Β, με τα αυτόματα πνευματικά και υδραυλικά συστήματα. Αναλυτικότερα, περιγράφεται η λειτουργία της αιολόσφαιρας (Η ΠΡΏΤΗ ΑΤΜΟΜΗΧΑΝΉ), η αυτόματη πόρτα για ναούς ή θέατρα, αυτοματισμοί για το θέατρο του, όπως για παράδειγμα πολλαπλές εναλλασσόμενες σκηνές κινούμενων μορφών που συνοδεύονταν από οπτικά και ηχητικά εφέ». [Η ατμομηχανή σηματοδότησε την έκρηξη της βιομηχανικής επανάστασης 17 αιώνες μετά στην Αγγλία.]

«Στον Ήρωνα αποδίδονται η εφεύρεση και κατασκευή του ΠΡΏΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΖΟΜΕΝΟΥ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΎ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΉ με ένα πολύπλοκο σύστημα γραναζωτών ατράκτων διάστικτων με καβίλιες και δεμένων με σχοινιά που στις άκρες τους είχαν βάρη (σακιά άμμου που άδειαζαν με την πάροδο του χρόνου) και χρησιμοποιείτο στην λειτουργία του αυτόματου θεάτρου του».
«Αυτοματοποιητική. Είναι το αρχαιότερο γνωστό κείμενο με περιγραφές αυτόματων μηχανικών συστημάτων -αυτόματα θέατρα-, ικανών να κάνουν προγραμματισμένες κινήσεις».

«Όροι Γεωμετρίας και Γεωμετρικά, που περιέχουν εφαρμοσμένα γεωμετρικά προβλήματα».

«Στερεομετρικά, με πρακτικά προβλήματα στερεομετρίας».

«Περί διόπτρας, με στοιχεία τοπογραφικών μετρήσεων. Εδώ περιγράφει το οδόμετρο και το ναυτικό δρομόμετρο (παραλλαγή του οδομέτρου για χρήση σε πλοίο)».

«Κατοπτρικά, με στοιχεία οπτικής».

«Μηχανική, από της οποίας διασώθηκαν στα ελληνικά αποσπάσματα μόνο, ενώ το πλήρες κείμενο σώθηκε σε αραβική μετάφραση του Kosta ben Luka. Στο βιβλίο αυτό περιέχεται η θεωρία της στατικής και της κινηματικής των σωμάτων, αναλύονται τα πέντε απλά μηχανικά στοιχεία, ο τροχός, ο μοχλός, το πολύσπαστο, η σφήνα και ο κοχλίας. Εξετάζεται η μετάδοση κίνησης με οδοντωτούς τροχούς, οι ανυψωτικές μηχανές και άλλα συστήματα εφαρμοσμένης μηχανικής».

«Βελοποιικά, το βιβλίο με τα παλαιότερα χειρόγραφα σχήματα, που περιέχουν τη θεωρία της βολής και αναλύει τα ελληνιστικά βαλλιστικά όπλα».

Άλλες σημαντικές εφευρέσεις του Ήρωνα σύμφωνα με την Wikipedia ήταν οι εξής:

Σιντριβάνι που λειτουργούσε με πεπιεσμένο αέρα (στα Πνευματικά),

Σιφώνια (στα Πνευματικά),

Μηχανή κατασκευής σπειρώματος ξύλινων βιδών,

Ύδραυλις,

Μηχανικός κερματοδέκτης που λειτουργούσε με νομίσματα και έδινε νερό,
Χειροκίνητος καταπέλτης,

Οδόμετρο: αυτόνομη κατασκευή, προσαρμόσιμη σε οποιοδήποτε τροχοφόρο (άρμα), αποτελούμενη από ένα σύμπλεγμα από οδοντωτούς τροχούς και ατέρμονες κοχλίες, ικανούς να μεταφέρουν την κίνηση του τροχού του άρματος και να την μετατρέψουν σε μονάδες μέτρησης μήκους, που καταγράφεται από ένα σύστημα δίσκων στο πάνω μέρος της συσκευής,

Κινητό αυτόματο: αυτόνομη συσκευή, ικανή να κινείται από μόνη της.

- Ο κ. Θεοδόσης Τάσιος καθηγητής του ΕΜΠ και ο ομότιμος καθηγητής Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Μιχάλης Τιβέριος αναφέρθηκαν στο σημαντικό τεχνολογικό έργο του Ήρωνα (μάλλον 1ος αι. μ.Χ) , του Κτησίβιου (3ος αι. π.Χ., ιδρυτής της Σχολής Μηχανικών και Μαθηματικών στην Αλεξάνδρεια), του Φίλωνα από το Βυζάντιο (μαθητή του Κτησίβιου) και, οι οποίοι με τις εφευρέσεις τους έδειξαν πόσο προχωρημένη ήταν η ελληνική εφαρμοσμένη επιστήμη και τεχνολογία. Πολλά έργα των ελλήνων μηχανικών, όπως επεσήμανε ο κ. Τιβέριος, διασώθηκαν σε αραβικές μεταφράσεις. Σύμφωνα με τους καθηγητές Τάσιο και Τιβέριο, οι επιστήμονες, μηχανικοί και εφευρέτες της Ελληνιστικής εποχής έφθασαν μια ανάσα πριν την αφετηρία της σύγχρονης Βιομηχανικής Επανάστασης: τη δημιουργία της ατμοκίνητης εμβολοφόρου υδραντλίας. Αυτό ανέφεραν ο σε εκδήλωση στο Μέγαρο Μουσικής με τίτλο «Άραγε είχαν ατμοκίνητη υδραντλία οι Πτολεμαίοι;».

Τι γνώριζαν;

Όπως είπε ο κ. Τάσιος, τον καιρό των Πτολεμαίων, οι μηχανικοί είχαν εφεύρει διαδοχικά όλα τα αναγκαία μηχανολογικά εξαρτήματα (ιμάντες, σωλήνες, γρανάζια, στρόβιλοι κ.α.), που τους επέτρεπαν να αξιοποιούν την ενέργεια του αέρα και του νερού για τη δημιουργία αντλιών, εκμεταλλευόμενοι έτσι τόσο την αιολική, όσο και την υδροδυναμική ενέργεια. Επιπλέον, είχαν κάνει το αρχικό βήμα για την ατμοκίνηση με την μετατροπή της θερμικής ενέργειας σε κινητική, επιτυγχάνοντας την περιστροφική κίνηση μέσω ατμού.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κ. Τάσιου, οι αρχαίοι έλληνες μηχανικοί απείχαν ελάχιστα -από δέκα έως το πολύ 100 χρόνια- από το να εφεύρουν μια κανονική ατμοκίνητη υδραντλία, οπότε θα είχαν εκείνοι ξεκινήσει τη βιομηχανική επανάσταση πολύ πριν την ώρα της. Τελικά, αυτό συνέβη το 1776, όταν ο σκωτσέζος μηχανικός Τζέημς Βατ εφηύρε μια τέτοια ατμοκίνητη αντλία. Αν και ο κ. Τιβέριος επεσήμανε πως από το αρχαία ιστορικά κείμενα έχει διασωθεί μόνο το 2,5% περίπου, συνεπώς δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι ίσως το τελικό βήμα της ατμοκίνησης είχε γίνει, έστω κι αν κατασκευάσθηκε μία μόνο πρωτότυπη αντλία ως παιγνίδι και μετά η σχετική τεχνολογία ξεχάσθηκε, όμως -μέχρι στιγμής τουλάχιστον - δεν υπάρχουν οι σχετικές μαρτυρίες και τα αποδεικτικά στοιχεία.

Πόσο κοντά είμασταν;

Ο κ. Τάσιος -που είναι και πρόεδρος της Εταιρείας Μελέτης της Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας - εκτίμησε ότι οι πρόγονοί μας έφθασαν πολύ κοντά στην «πηγή», χάρη στις εντυπωσιακές επιστημονικές και τεχνολογικές προόδους τους, όμως δεν είχαν τελικά προχωρήσει στην αξιοποίηση του ατμού για την κίνηση μιας αντλίας και τελικά μιας μηχανής. Ο κ. Τάσιος τόνισε το πάθος των αρχαίων Ελλήνων για την τεχνολογία και επεσήμανε ότι, ήδη στα έπη του Ομήρου, γίνεται αναφορά σε αυτόματα και πλοία-ρομπότ. Αργότερα, ο συνδυασμός του κοσμοπολιτισμού (ιδίως στην Αλεξάνδρεια), της ανερχόμενης μεσαίας τάξης και του ενδιαφέροντος των Πτολεμαίων οδήγησε σε σημαντικές εφευρέσεις, όπως δείχνει και ο μηχανισμός των Αντικυθήρων. Αν και παραμένει ερώτημα κατά πόσο αυτές οι τεχνολογίες γνώρισαν ευρύτερη εφαρμογή ή παρέμειναν προνόμιο μιας μικρής ομάδας ανθρώπων. [πηγή: Εφημ. «Το Βήμα», «Η βιομηχανική επανάσταση των αρχαίων Ελλήνων: Οι μηχανικοί εκείνης της εποχής είχαν αναπτύξει την σχετική τεχνολογία» , δημ. 04/02/2016]

Εξάλλου «...ο Watt δεν είχε περισσότερες γνώσεις από τον Αρχιμήδη», έγραψε ο Hobsbawm. Αναφορικά με τη θεωρία παραγωγής κινητικής ενέργειας από τον ατμό, αυτή διατυπώθηκε από τον γάλλο Carnot μετά την κατασκευή της πρώτης ατμομηχανής. Σε σχόλιό του ο φίλος Θανάσης Αλμπάντης σημειώνει ότι στο βιβλίο του Λούτσιο Ρούσο "Η Λησμονημένη Επανάσταση", τεκμηριώνονται ακριβώς τα παραπάνω. Ο Ρούσο τεκμηριώνει, ότι Κοπέρνικος και Νεύτων στηρίχθηκαν σε Αρχαίους Έλληνες. Κατά τον συγγραφέα η Βιομηχανική Επανάσταση καθυστέρησε, επειδή οι Ρωμαίοι ενδιαφέρονταν για ισχυρό κράτος. Η άποψη αυτή συνάδει με την άποψη, ότι δεν υπήρχε ανάγκη μηχανικής δύναμης, αφού υπήρχαν δούλοι.

Μια άλλη άποψη υποστηρίζει ότι ευθύνεται ο χριστιανισμός· ο σκοταδισμός του ‘’πίστευε και μη ερεύνα“ που επέβαλε ο παυλιανισμός (χριστιανισμός) στις επιστήμες, με αποκορύφωμα την κατάργηση των μαθηματικών ως έργο του ‘’σατανά’’, ήταν η πραγματική αιτία που η Βιομηχανική Επανάσταση δεν έγινε στην Αρχαία Ελλάδα. Κατά την άποψη των ιστορικών είναι δύσκολο να εντοπιστούν οι πραγματικοί λόγοι, με σημερινά δεδομένα, της αιτίας που η Βιομηχανική Επανάσταση δεν εκδηλώθηκε στην Αρχαία Ελλάδα. Πάντως οι δύο βασικοί ύποπτοι παραμένουν οι δούλοι και ο χριστιανισμός.

Δοθέντος ότι η ελληνική εφαρμοσμένη επιστήμη και τεχνολογία ήταν σε πολύ προχωρημένο στάδιο, από 10-100 χρόνια πριν την αξιοποίηση του ατμού για την κίνηση μιας αντλίας και τελικά μιας ολοκληρωμένης ατμομηχανής που θα πυροδοτούσε τη Βιομηχανική έκρηξη, τίθεται το ερώτημα αν θα μπορούσε η Βιομηχανική Επανάσταση να γίνει στην Αρχαία Ελλάδα. Αν υπήρχαν δλδ οι κατάλληλες προϋποθέσεις για την είσοδο της ανθρωπότητας στη Βιομηχανική Εποχή. Η απάντηση στα παραπάνω δύο ερωτήματα είναι καταφατική. Οι αρχές της Δημοκρατίας ήταν γνωστές, υπήρχε αναπτυγμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα, όπως, τράπεζες, δάνεια, τόκος, υπήρχε εκτεταμένη βιοτεχνική παραγωγή καθώς και ανεπτυγμένο χερσαίο και ναυτικό «διεθνές» εμπόριο. Συνεπώς οι συνθήκες ήταν ώριμες για την είσοδο της ανθρωπότητας στη Βιομηχανική Εποχή 1500 τουλάχιστον χρόνια πριν την σύγχρονη Βιομηχανική Επανάσταση στην Αγγλία. 

Ειδικότερα:

- Η Αθηναϊκή δημοκρατία

Η Αθηναϊκή δημοκρατία ήταν το διαρκώς εξελισσόμενο σύστημα κατανομής της εξουσίας, που κατέληξε να εφαρμόζεται ως αποτέλεσμα τουλάχιστον 170 ετών διενέξεων και διαφορών μεταξύ των κατοίκων του μεγαλύτερου τμήματος της Αττικής. Εφαρμόστηκε στην αρχαία πόλη-κράτος των Αθηναίων για 140 έτη, από το 462 π.κ.χ. έως το 322 π.κ.χ. με δύο μικρά διαλείμματα τυραννίδων τις οποίες κατέλυσε. Σύμφωνα με αυτή, αφού η διαβίωση όλων των πολιτών (από τη γέννηση ως το θάνατο τους), διέπεται από νόμους, οι πολίτες είναι οι μόνοι υπεύθυνοι, ώστε να διαμορφώσουν τους νόμους που τους αξίζουν, σύμφωνα με τις κοινές τους πεποιθήσεις (δόξες), τα κοινά τους συμφέροντα και οφείλουν να τους τηρούν. Αποτέλεσμα της εφαρμογής της δημοκρατίας είναι αυτό που σήμερα αποκαλούμε πολιτισμό.

Με πρωτεργάτες τους Εφιάλτη του Σοφωνίδη (δεν πρέπει να συγχέεται με τον Εφιάλτη τον Τραχίνιο που πρόδωσε τον Λεωνίδα) και Αρχέστρατο, όταν, ως αρχηγοί του λαϊκού κινήματος, κατηγόρησαν τους ευγενείς Αρεοπαγίτες για κακοδιαχείριση και η εκκλησία του Δήμου ψήφισε την παραπομπή τους στα δικαστήρια της Ηλιαίας. Οι ποινές για τους αρεοπαγίτες που κρίθηκαν ένοχοι ήταν εξοντωτικές. Έχει ενδιαφέρον να σημειωθεί εδώ ότι η γνωστή σε όλους μας φράση “είδα εφιάλτη”, καθώς και η λέξη "εφιάλτης" με την έννοια του κακού ονείρου, προέκυψε από την κυριολεκτική φράση “είδα τον Εφιάλτη”, καθώς οι Αρεοπαγίτες έβλεπαν στον ύπνο τους να τους κατηγορεί ο Εφιάλτης του Σοφωνίδη και ξυπνούσαν έντρομοι. Συνεπώς δεν έχει σχέση με τις Θερμοπύλες και τον Εφιάλτη του Λεωνίδα, αλλά με τον Εφιάλτη που έστερξε τη Δημοκρατία στην Αθήνα.

Μετά την απελευθέρωση από τον ζυγό του Άρειου Πάγου, οι εξελίξεις στο πολίτευμα είναι συνεχείς και ραγδαίες, με βασικότερο την ισότιμη συμμετοχή όλων των πολιτών σε όλα τα αξιώματα, καθώς κατά την κυρίαρχη άποψη των αρχαίων Αθηναίων (και Ελλήνων γενικότερα) η δημοκρατία δεν απαιτούσε ιδιαίτερες γνώσεις, καθώς η πολιτική δεν εκλαμβανόταν ως επιστήμη αλλά ως χώρος της γνώμης ("δόξας"), όπου όλοι όσοι τους αφορά έχουν ισότιμο δικαίωμα λόγου και συμμετοχής στη λήψη των αποφάσεων. Ο Άρειος Πάγος στα μετέπειτα χρόνια της δημοκρατίας έπαψε να έχει διευρυμένες εξουσίες και είχε περιοριστεί στο να εκδικάζει υποθέσεις δολοφονιών.

Μόνο άρρενες ενήλικοι που είχαν ολοκληρώσει τη διετή (από τα 18 μέχρι τα 20) στρατιωτική τους θητεία είχαν το δικαίωμα να συμμετάσχουν και να ψηφίσουν στη συνέλευση. Επίσης, δεν μπορούσαν να συμμετάσχουν στη συνέλευση, των οποίων τα πολιτικά δικαιώματα είχαν ανασταλεί. Παρ’ όλα αυτά, η αντίθεση με άλλες πόλεις όπου αποφάσιζαν οι βασιλείς - τύραννοι με τους ευγενείς-γερουσία-θεσμοθέτες και απλώς ανακοίνωναν τις αποφάσεις στους "πολίτες" ήταν τεράστια. Το πλήθος των οργάνων με τον αριθμό συμμετεχόντων και το εύρος των αποφάσεων του πολιτικού συστήματος δείχνουν ένα εύρος συμμετοχής που ξεπερνούσε σημαντικά οποιαδήποτε σύγχρονο σύστημα εξουσίας.

Η ιδιότητα του πολίτη μπορούσε να παραχωρηθεί από τη συνέλευση. Ορισμένες φορές παραχωρούνταν σε μεγάλες ομάδες (στους Πλαταιείς το 427 π.Χ., στους Σάμιους το 405 π.Χ.) αλλά από τον 4ο αιώνα μπορούσε να παραχωρηθεί μόνο σε άτομα με ειδικό ψήφισμα, με απαρτία 6.000 ατόμων στην Εκκλησία. Η παραχώρηση γινόταν ως ανταμοιβή για υπηρεσίες προς την πόλη. Ο μέτοικος που είχε πλέον πολιτικά δικαιώματα ονομαζόταν ισοτελής. Σε τέτοια κατάσταση βρισκόταν πολλοί κάτοικοι της Αθήνας. Ανάμεσα σε αυτούς: ο Λυσίας, ο Αριστοτέλης κ.ά. Στην πορεία ενός αιώνα, οι αριθμοί αυτών που συμμετείχαν μεταβάλλονταν.

Ο εκπολιτισμός μέσω της Δημοκρατίας σε τέτοιο πληθυσμιακό μέγεθος δεν συνέβη πουθενά αλλού στον κόσμο, (τουλάχιστον μέχρι την καθιέρωση της "βασικής" εκπαίδευσης περί τον 18ο κ.χ.ε.) παρά μόνο στην Αθήνα της Δημοκρατίας. Δικαιοσύνη, Συγγράμματα, Συμπόσια, Εορτές, Αγώνες, Φιλοσοφία, Θέατρο, εφαρμοσμένες τέχνες δηλαδή οι αρχές όλων των επιστημών κατέστησαν ελεύθερες σε όλους για πρώτη φορά στην Αθηναϊκή Δημοκρατία. (Wikipedia)

- Οικονομία και Τραπεζικό Σύστημα στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο

Σύμφωνα με τον Μιχάλη Τιβέριο καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, οι περισσότεροι άνθρωποι ξαφνιάζονται όταν ακούν για τράπεζες στην αρχαία Ελλάδα. Ο κ. Τιβέριος υπενθυμίζει ότι ο ίδιος ο όρος «τράπεζα» προέρχεται από την αρχαιότητα. Αυτοί που ασχολούνταν με το εμπόριο του χρήματος χρησιμοποιούσαν στις διάφορες συναλλαγές τους ένα τραπέζι, μια τράπεζα, πάνω στην οποία γίνονταν οι διάφορες εμπορικές τους πράξεις. Πίσω από το τραπέζι στεκόταν ο νομισμανταλλάκτης ή αργυραμοιβός προς άσκηση του επαγγέλματός του. Αυτό το τραπέζι είναι που έδωσε το σχετικό όνομα.

Οι πρώτες ενδείξεις που διαθέτουμε για τη δραστηριοποίηση τραπεζών στην αρχαία Ελλάδα ανάγονται στον 6ο αι. π.Χ. Από πολύ νωρίς (πιθανότατα από τον 6ο κιόλας αι. π.Χ.), ορισμένοι ιδιώτες συνήθιζαν να καταθέτουν σε αρχαία ελληνικά ιερά (και ιδιαίτερα σ' αυτά με πανελλήνια αναγνώριση, όπως λόγου χάρη τα ιερά του Απόλλωνος στους Δελφούς και στη Δήλο) διάφορα ποσά για φύλαξη. Το φαινόμενο αυτό γνώριζε ιδιαίτερη έξαρση κυρίως σε περιόδους αναταραχών και πολεμικών συρράξεων. Η ιερότητα και το απαραβίαστο των ορίων των ιερών ήταν σεβαστά από όλους και επομένως τα χρήματα αυτά είχαν εδώ τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια. Έτσι σιγά σιγά στα ιερά συσσωρεύονταν σημαντικά ποσά. Η συνήθεια της κατάθεσης χρημάτων σε ιερά, που πρόσφερε ασφάλεια όχι όμως και αύξηση των σχετικών κεφαλαίων, περιορίστηκε από τη δράση ορισμένων ευφυών ατόμων.

Προσφέροντας τόκο, άρχισαν αυτοί να προσελκύουν τα χρήματα αυτά, αυξάνοντας έτσι το κεφάλαιό τους, πράγμα που σήμαινε και επέκταση του κύκλου των εργασιών τους. Η ενέργεια αυτή, σε συνδυασμό και με την παροχή εκ μέρους τους εντόκων δανείων σε όσους είχαν ανάγκη από «ρευστό», δημιούργησε τις πρώτες τράπεζες. Πολύ γρήγορα και τα ιερά υποχρεώθηκαν στην καθιέρωση τόκων για τις καταθέσεις.

Στις κύριες τραπεζικές εργασίες, εκτός από την ανταλλαγή των νομισμάτων και τον έλεγχο της γνησιότητάς τους, τις έντοκες καταθέσεις και τα έντοκα δάνεια στα οποία ήδη αναφερθήκαμε παραπάνω, συγκαταλέγονταν και άλλες. Ανάμεσά τους η διαχείριση περιουσιών, η συγκατάθεση σε δάνειο, η αποδοχή παρακαταθηκών ­ κυρίως από τις «ιερές τράπεζες» ­, η εντολή πληρωμής προς τρίτους, όπως και η έκδοση πιστωτικών επιστολών που εξοφλούνταν σε άλλη πόλη από κάποιον άλλο τραπεζίτη με τον οποίο συνεργαζόταν η τράπεζα που είχε εκδώσει τη σχετική επιστολή. Αναφέρεται ότι με αυτό τον τρόπο ο Κικέρων κάλυψε κάποτε τα έξοδα του γιου του, όταν αυτός βρισκόταν στην Αθήνα.
Για την ανταλλαγή και τη «δοκιμασία» των νομισμάτων, εργασίες που έκαναν και οι αργυραμοιβοί, η προμήθεια ήταν συνήθως γύρω στο 5%-6% επί της αξίας των νομισμάτων, με μια πρόσθετη επιβάρυνση αν η ανταλλαγή γινόταν ανάμεσα σε νομίσματα κατασκευασμένα από διαφορετικά μέταλλα. Για τις παρακαταθήκες, τη φύλαξη δηλαδή χρημάτων, πολύτιμων αντικειμένων κ.ά., οι τράπεζες δεν φαίνεται να εισέπρατταν «φύλακτρα». Επομένως από τη δραστηριότητα αυτή δεν πρέπει να είχαν κέρδη, δεν έδιναν όμως τόκο για τις βραχυπρόθεσμες καταθέσεις. Για καταθέσεις μεγάλης διάρκειας ξέρουμε π.χ. ότι στην Αθήνα του 4ου αι. π.Χ. το επιτόκιο ήταν γύρω στο 10% ενώ γύρω στο 12% κυμαινόταν το επιτόκιο των δανείων. Ωστόσο αν το κράτος δανειζόταν από ένα δικό του ιερό «πετύχαινε», όπως ήταν φυσικό, πολύ χαμηλότερο επιτόκιο. Οπωσδήποτε τα δάνεια που παρείχαν τα ιερά ήταν τα συμφερότερα, αφού το επιτόκιό τους ήταν κατά κανόνα μικρότερο από αυτό των ιδιωτικών τραπεζών. Οι τραπεζίτες ρύθμιζαν το ύψος του επιτοκίου ανάλογα με το μέγεθος του κινδύνου που διέτρεχε το δανειζόμενο ποσό τους. Τα υψηλότερα επιτόκια τα είχαν τα λεγόμενα ναυτοδάνεια, τα οποία έφταναν ακόμη και στο 100% όταν, σε περίπτωση απώλειας του πλοίου μαζί με το φορτίο του, ο δανειστής δεν είχε καμία αξίωση από τον δανειζόμενο. Γενικά τα δάνεια από τράπεζες δεν συνέφεραν και γι' αυτό οι δανειστές στρέφονταν κυρίως σε ιδιώτες. [πηγή: Εφημ. Το Βήμα, «Τράπεζες και τοκογλύφοι στην αρχαία Ελλάδα», ημ. δημ. 20/06/1999, Μιχάλης Α. Τιβέριος, καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης]

Στην αρχαία Αθήνα οι τραπεζίτες, οι γνωστοί αργυρογνώμονες, οι δοκιμαστές, οι κολλυβιστές (κόλλυβο=νόμισμα), ήταν όλοι "δούλοι", όχι ελεύθεροι Αθηναίοι πολίτες. Στην Αρχαία Αθήνα οι δούλοι κατείχαν την παραγωγή. Οι δούλοι δεν ήταν Αθηναίοι πολίτες και αυτοί είχαν στα χέρια τους την ειδική οικονομία, τα οικονομοτεχνικά έργα, την εργασία και την τεχνική, ενώ οι ελεύθεροι πολίτες είχαν την οργάνωση της πολιτικής και της γενικής οικονομίας. Γνωστοί τραπεζίτες στην αρχαία Αθήνα ήταν ο Πασίων και ο Φορμίων.

Σύμφωνα με μελέτη του Ιταλού Aristide Calderini, καθηγητή του Καθολικού Πανεπιστημίου του Μιλάνου που δημοσιεύτηκε το 1940, υπήρχαν ελληνικές τράπεζες στην αρχαία Αίγυπτο που κυριαρχούσαν σε ολόκληρη τη μεσόγειο. Οι Τράπεζες λειτουργούσαν στους ναούς των αρχαίων επειδή η εκτίμηση και το ιερό δέος απέναντι στους θεούς συμβάδιζε με την τιμιότητα στις χρηματοπιστωτικές σχέσεις που έπρεπε να χαρακτηρίζουν την οικονομική και πολιτική ζωή. Ακόμη και η ιστορία των Αμοιβαίων Κεφαλαίων ανάγεται στην αρχαιότητα. Μετά από τη νικηφόρα για τους Έλληνες έκβαση των Περσικών Πολέμων, ιδρύθηκε η Α' Αθηναϊκή Συμμαχία ή Συμμαχία της Δήλου (478 π.Χ.) με τη συγκέντρωση μιας κοινής περιουσίας, με βασικό σκοπό την προστασία των πόλεων που συμμετείχαν στη συμμαχία από μελλοντικές επιθέσεις. Για το λόγο αυτό τα πρώτα Αμοιβαία Κεφάλαια στην Ελλάδα είχαν ονομασία από την αρχαιότητα όπως “Ερμής” (Εμπορική, 1972), “Δήλος” (Εθνική, 1973) και “Δελφοί” (Κτηματική, 1975) [Φίλιππας, Ν., Αμοιβαία Κεφάλαια: Η ελληνική πραγματικότητα και οι σύγχρονες διεθνείς εξελίξεις, Ιανουάριος 2010, το Θαύμα των Ελλήνων, Σαράντος Καργάκος, Λεξικό οικονομικών όρων Τριανταφύλλης Χρήστος , βλ. και συνοδευτικό κείμενο-μελέτη του οικονομολόγου Νικόλαου Φίλιππα, εδώ ]

Συνάγεται από τα παραπάνω ότι (α) η Αθηναϊκή Δημοκρατία (β) το αναπτυγμένο Τραπεζικό Σύστημα στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο (γ) η τεράστια γνώση της Βιβλιοθήκης και (δ) η ελληνική εφαρμοσμένη επιστήμη και τεχνολογία που ήταν σε πολύ προχωρημένο στάδιο, μόλις 10-100 χρόνια πριν την αξιοποίηση του ατμού για την κίνηση μιας αντλίας και τελικά μιας ολοκληρωμένης ατμομηχανής, ήταν προϋποθέσεις που στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο πληρούνται, ικανές να πυροδοτήσουν τη Βιομηχανική έκρηξη. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ! Γιατί?

- Ο χριστιανικός Μεσαίωνας και η δύσκολη πορεία ως την Αναγέννηση

Η δειλή εμφάνιση του χριστιανισμού κατά τα πρωτοχριστιανικά χρόνια, η παγίωσή του αργότερα στη σύνοδο της Νίκαιας, ο βίαιος εκχριστιανισμός στη συνέχεια τεράστιου αριθμού ελληνόγλωσσων πληθυσμών από τη βυζαντινή θεοκρατία, που ξεκινά από τα εγκαίνια της Κωνσταντινούπολης στις 11 Μαΐου του 330 και φτάνει ως την παράδοση της Κωνσταντινούπολης από τους ανθενωτικούς χριστιανούς ορθόδοξους στους οθωμανούς, στις 29 Μαΐου του 1453, αποτέλεσαν αποφασιστικής σημασίας ιστορικά γεγονότα για την επικράτηση του χριστιανισμού στην Ευρώπη, την κοιτίδα του ανθρώπινου πολιτισμού, οπότε για περισσότερο από μιάμιση χιλιετία η γηραιά ήπειρος βυθίστηκε σε μεσσιανικό σκότος, με την καταστροφική συνέπεια για την ανθρωπότητα την παγίωση αντιεπιστημονικών απόψεων που, εκμεταλλευόμενες τις μεταφυσικές ανάγκες του ανθρώπου, προώθησαν ιδέες για εκλεκτούς και μεσάζοντες μεταξύ θεού και ανθρώπου, καθιερώνοντας απόψεις που αποστράγγισαν και την τελευταία ικμάδα λογικής από τον άνθρωπο. Ειδικότερα:

Κατά την κρατούσα σήμερα άποψη στους κύκλους των μελετητών της Βίβλου, ιδίως των Μυθικιστών, η κατασκευή του χριστιανικού δόγματος έγινε το έτος 325 μ.Χ στη Νίκαια της Βιθυνίας, κατά την σύγκλιση της περιβόητης πρώτης συνόδου της Νίκαιας ή α΄ οικουμενικής συνόδου. Αν και ο διακηρυχθείς στόχος της συνόδου της Νίκαιας ήταν «η ομοιομορφία του χριστιανικού δόγματος» και «η καταπολέμηση των πολυάριθμων αιρέσεων» μέσα από τον κοινό αγώνα αναίρεσης της λανθασμένης, κατά την άποψη της εκκλησίας, θεολογίας, ωστόσο στην κοινότητα των μελετητών που αμφισβητούν την ιστορική αλήθεια των ευαγγελικών παραστάσεων, η κρατούσα άποψη είναι άλλη: Ότι τα φερόμενα ως θεόπνευστα βιβλία της Βίβλου είναι κατασκευασμένα από τη σύνοδο της Νίκαιας, που συγκλήθηκε υπό τον βυζαντινό αυτοκράτορα Flavius Valerius Aurelius Constantinus (γνωστός στους νεοέλληνες ως… «Μέγας» και... «Άγιος Κωνσταντίνος»!), όπου ορίστηκαν τα πάντα για την χριστιανική πίστη, για την "θεϊκότητα" του Ιησού, για την γέννηση, για τη σταύρωση και την ανάσταση, για τον "διάβολο", ακόμη και για το τι θα περιλαμβάνει η Βίβλος. Ότι με το πρόσχημα της ομοιομορφίας του χριστιανικού δόγματος και της καταπολέμησης των πολυάριθμων αιρέσεων, εξυπηρετήθηκε η σκοπιμότητα της κατασκευής ενός ενιαίου θεολογικού δόγματος ταγμένου να υπηρετεί τις αυτοκρατορικές πολιτικές σκοπιμότητες για την εσωτερική ενότητα της - ετερογενούς φυλετικά και πολιτισμικά - αυτοκρατορίας.

Οι υποστηρικτές της άποψης που θέλει το γεγονός της ευαγγελικής σταύρωσης του Ιησού να είναι κατασκευασμένο στη σύνοδο της Νίκαιας (το 325 μ.Χ) αρκετούς αιώνες μετά την «πραγματική» σταύρωση, υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχουν παραστάσεις του εσταυρωμένου Ιησού προ του 5ου αιώνα. Πράγματι. Η παλαιότερη απεικόνιση της σταύρωσης, που απεικονίζει τον Ιησού, είναι μία λειψανοθήκη από ελεφαντόδοντο η οποία χρονολογείται γύρω 420 μ. Χ. Εκτός από τον Ιησού και τους μαθητές του απεικονίζει επίσης τον Ιούδα κρεμασμένο. Φέρει την επιγραφή REX IUD(AEORUM) και σώζεται στο Βρετανικό Μουσείο όπου και εκτίθεται (Dorothy King's PhDiva, 8.20.2011, Early Images of the Crucifixion).

Οι υποστηρικτές της άποψης ότι ο Παύλος είναι αυτός που έθεσε τις βάσεις της κατασκευής του χριστιανικού δόγματος (παίρνοντας την τελική μορφή του στη Νίκαια), τον οποίο αρκετοί θεωρούν ως τον αληθινό εμπνευστή του χριστιανισμού, εξ’ ου και ο όρος «παυλιανισμός» ο οποίος είναι ταυτόσημος του χριστιανισμού, υπερτονίζουν την διδασκαλία του Παύλου περί λυτρωτικής θυσίας, θανάτου και ανάστασης του Ιησού κυρίως, που είναι καθαρά Παύλειας επίνοιας. Η κατασκευή προήλθε από τις μυστηριακές θρησκείες ενός θνήσκοντος και επανερχόμενου στη ζωή θεού κατά τον τύπο του Διόνυσου, του Άδωνι, του Όσιρι κ.λπ., η δε κύρια διδασκαλία του Παύλου, περί ενός θεανθρώπου που πέθανε σταυρικά, για να λυτρώσει τους ανθρώπους, βασίζεται στο πρότυπο των ελληνιστικών μυστηριακών θρησκειών, κυρίως των Διονυσιακών και Ορφικών Μυστηρίων. Η άποψη αυτή στηρίζεται στις ελληνικές επιρροές του Παύλου, ο οποίος ήταν ελληνιστής, από την Ταρσό της Κιλικίας, δηλαδή χρησιμοποιούσε την ελληνική γλώσσα και τις ελληνικές εκφράσεις στο κήρυγμά του, όπως και οι άλλοι ελληνικής καταγωγής χριστιανοί, καθώς επίσης τον συνόδευαν ελληνιστές στα ιεραποστολικά του ταξίδια (Βαρνάβας, Λουκάς, Σίλας, Τιμόθεος κ.λπ.). Τις παραπάνω θέσεις υποστηρίζουν, μεταξύ άλλων, ο ιουδαίος λόγιος Hyam Maccoby με το βιβλίο του, «Ο μυθοποιός: ο Παύλος και η επινόηση της Χριστιανοσύνης (The Mythmaker: Paul and Invention of Christianity)» και Γκέζα Βερμές (G. Vermes), ο οποίος υπονοεί διάσταση μεταξύ των προσώπων Ιησού και Παύλου. (με πληροφορίες από την μελέτη «Χριστιανισμός ή Παυλιανισμός; Ποιος είναι ο πραγματικός ιδρυτής του χριστιανισμού;» του Δημήτρη Τσινικόπουλου). Η κρατούσα σήμερα άποψη μεταξύ των μελετητών της Βίβλου, ιδίως των Μυθικιστών, είναι ότι μύθοι του Ιησού συνδέονται στενά με την λατρεία του θεού Διονύσου. Συγκεκριμένα, τα ευαγγέλια του Ιησού είναι η αντιγραφή της τραγωδίας του Ευριπίδη «Βάκχαι» (Βλ. αναλυτικά εδώ: ]

Το 324 ο Κωνσταντίνος ανακηρύσσει τον χριστιανισμό ως εναλλακτική επίσημη λατρεία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Λεηλατεί το Μαντείο του Διδυμαίου Απόλλωνος και θανατώνει με βασανιστήρια όλους τους ιερείς με τη κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Στο Ιερό Όρος Άθως εξαπολύεται διωγμός κατά των ελλήνων - Εθνικών και καταστρέφονται όλα τα εκεί Ελληνικά Ιερά (Μια Ιστορία Αγάπης - Η Ιστορία Της Χριστιανικής Επικρατήσεως, του Βλάσση Ρασσιά). Με την επικράτηση των βυζαντινών τα Ελληνικά Ιερά εκθεμελιώθηκαν, το πανάρχαιον "Αθώον" -δηλαδή ο βωμός και το μεγαλειώδες άγαλμα του Διός - γκρεμίσθηκε και οι Έλληνες εκδιώχθηκαν έκτοτε διαπαντός από τη χερσόνησο, η οποία στη συνέχεια από μυστικολατρευτικό κέντρο της θεάς της άγριας φύσης και της αγνότητος Αρτέμιδος και άβατο για τους άνδρες, επρόκειτο πολύ σύντομα να καταλήξει "περιβόλι της Παναγίας" και άβατο για οτιδήποτε θηλυκό (Χριστιανισμός: Η Των Ελλήνων Νόσος, Τόμος Τρίτος, "Ές Έδαφος Φέρειν"). Ο Παρθενώνας της Ακρόπολης της Αρτέμιδος στο Άθως βεβηλώνεται, ενώ τα βυζαντινά μοναστήρια κτίστηκαν πάνω στα λείψανα αρχαίων Ελληνικών ναών. Ο ιερομοναχός Γεράσιμος Σμυρνιωτάκης στο βιβλίο του "Το Άγιον Όρος", θα περιγράψει την όλη "μετάβαση" με τρόπο που συντομότερός του δεν θα μπορούσε ίσως να υπάρξει: "Επί μεγάλου Κωνσταντίνου τω 321μ.Χ υπήρχαν εν Άθω ειδωλολάτραι. Καταπεσόντος δ΄είτα του αγάλματος του Διός μετά μικρόν και των επιβωμείων αιμάτων καταπαυσάντων, επέλαμψεν το Χριστιανικό φώς". Έκτοτε η Χερσόνησος του Άθω, από «Άλσος της Αρτέμιδος» και «Άλσος των Μουσών» έγινε «Άγιον Όρος» και «περιβόλι της Παναγίας»! [Η αληθινή Ιστορία του Άλσους της Αρτέμιδος στη χερσόνησο του Άθω, εδώ ]

Στους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους η αρχαιοελληνική παιδεία αποτέλεσε το μέσο για την κατανόηση της ύπαρξης του Ιησού. Για τους χριστιανούς, η θρησκεία και η "Παιδεία τοῦ Χριστοῦ" ήταν έννοιες ταυτόσημες [W. Jaeger, Early Christianity and Greek Paideia, Oxford UP, Harvard 1961, σελ. 12.]. Ο Πλάτων σε αντίθεση με τον Αριστοτέλη ήταν αρεστός από το θεοκρατικό καθεστώς και διδασκόταν κατά προτίμηση, γιατί "ἀπομάκρυνε τὰ μάτια" από τα υλικά και την πραγματικότητα των αἰσθήσεων οδηγώντας τὸν ἄνθρωπο σὲ κόσμους, όπου κατοικούν "οἱ εὐγενέστεροι νόες" της ανθρώπινης φυλής [Ό. π., σελ. 46.]. Επιπλέον, στους πρώτους αιώνες του Βυζαντίου ο χριστιανισμός οικειοποιήθηκε την αρχαία ελληνική παιδεία, επειδή αποτελούσε ασφαλές μέσο για την αντιμετώπιση του κύριου αντιπάλου του: της Ελληνικής Φιλοσοφίας και Σκέψης, που από κατασκευής του στη Νίκαια ως τις μέρες μας αποτελεί τον μεγαλύτερο εχθρό του. [με πληροφορίες από Wikipedia, P. Lemerle, Ὁ πρῶτος Βυζαντινὸς Οὐμανισμός, ἐκδ. ΜΙΕΤ, Ἀθήνα 1985, σελ. 278.]

Περίπου το 500 μ.Χ. η χριστιανική εκκλησία είχε καταφέρει να στρέψει τους περισσότερους ταλαντούχους επιστήμονες της εποχής, σε δραστηριότητες ιεραποστολικές, οργανωτικές, δογματικές, ή καθαρά θεωρητικές. Αυτό είχε σαν συνέπεια τη μη περαιτέρω ανάπτυξη των επιστημών στο ανατολικό ήμισυ της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η εκκλησία θεωρούσε δε, ότι ο ρόλος της Ελληνικής Φιλοσοφίας περιοριζόταν στην προετοιμασία των Ελλήνων για να δεχθούν τον χριστιανισμό. Κατά τους 6 πρώτους αιώνες της δημιουργίας της βυζαντινής αυτοκρατορίας ο αντικειμενικός στόχος της μάθησης ήταν να εκλαϊκεύσει και να διαδώσει τις επιστημονικές θεωρίες και τα συμπεράσματα, αλλά όχι το τεχνικό περιεχόμενο και τις μεθόδους της ελληνικής επιστήμης. [Wikipedia, Φυσικές επιστήμες στο Βυζάντιο]

Κατά τη χιλιόχρονη βασιλεία του, το Βυζάντιο υπήρξε Μέγας Διώκτης του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού. Το Βυζάντιο έκαψε, γκρέμισε, λεηλάτησε τους Ελληνικούς ναούς, κατάσφαξε τους έλληνες Εθνικούς, έκαψε ή πούλησε στους Δυτικούς τα αρχαία ελληνικά συγγράμματα, έκλεισε τις Φιλοσοφικές Σχολές και στη θέση τους διέδωσε τον Σχολαστικισμό (δηλαδή την υποταγή της φιλοσοφίας στη θρησκεία), κατήργησε τα Μαθηματικά και την Ιπποκράτειο Ιατρική ως εργαλεία του “διαβόλου” εισάγοντας μαζικά ως θεραπευτική μέθοδο τους εξορκισμούς, κατήργησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες, αντικατέστησε την χαρά και το Φως της Αρχαίας Ελλάδος με το σκοτάδι της φρίκης, του θανάτου, του ολέθρου, την υποταγή, την υπακοή, την κακοποίηση του σώματος με τον ασκητισμό και τις εξαντλητικές νηστείες που καταβάλουν σώμα και πνεύμα. Η τελευταία πράξη του δράματος ήταν το κλείσιμο της Νεοπλατωνικής Σχολής από τον Ιουστινιανό το 529 μ.Χ.. Ο συγγραφέας Τζόζεφ Μακ Κέϊμπ παραδέχθηκε: «Το Βυζάντιο επί δέκα ολόκληρους αιώνες δεν κατόρθωσε να παράξει ούτε ένα βιβλίο που να διαβάζεται σήμερα από έναν καλλιεργημένο άνθρωπο».

Η άποψη που θέλει τους ορθόδοξους καλόγερους να διασώζουν την Αρχαία Γνώση προς όφελος της Επιστήμης είναι παντελώς αστήρικτη. Μάλιστα ορισμένοι διαστρεβλώνουν την Ιστορία σε βαθμό τέτοιο που φτάνουν στο σημείο να ισχυρίζονται ότι η μεταλαμπάδευση της Ελληνικής Γνώσης στη Δύση έγινε από ορθόδοξους λόγιους και φιλοσόφους! Για την υποτιθέμενη προσφορά του χριστιανισμού στη διάσωση των αρχαίων συγγραμμάτων, που σύμφωνα με την ορθόδοξη χριστιανική παράδοση ορισμένα μοναστήρια λειτούργησαν και ως «κιβωτοί γνώσεων» (!) διαδίδοντας τις ελληνικές επιστήμες των αρχαίων χειρογράφων, ο Γεννάδιος λέγει τα εξής εκπληκτικά: «Τα βιβλία των Ελλήνων τα διέσωζαν οι πατέρες μας για χάρη της γλώσσας και για να ελέγχουν τον παραλογισμό των Ελλήνων και να λάμψει η καθαρότητα της χριστιανικής θεολογίας... οι Έλληνες φιλόσοφοι ζούσαν στο σκοτάδι και τις φλυαρίες τους τις ανέτρεψαν θεόπνευστοι άνδρες όπως ο Μωυσής».

Οι θέσεις του Γεννάδιου εκφράζουν το γενικότερο πνεύμα του βυζαντινού ανθελληνισμού, τις οποίες εκφράζει και ο μεγάλος ανθέλληνας της χριστιανοσύνης, ο προστάτης της παιδείας των σημερινών ελληνόφωνων ιεράρχης Βασίλειος, ο ομολογουμένως πλέον μορφωμένος ιεράρχης, ως εξής: «Τα αγάλματα γκρεμίστηκαν, οι βωμοί έπεσαν, τα δαιμόνια έφυγαν» ενώ στο ίδιο έργο δείχνει για ακόμη μια φορά το πώς σκέφτεται για την παιδεία και τον πολιτισμό των Ελλήνων: «(…) να μην δειλιάζουμε από τους Ελληνικούς λόγους γιατί αυτοί είναι σαν τους δαυλούς που δεν έχουν πλέον την φωτεινότητα του πυρός αλλά καπνίζουν και μαυρίζουν όσους τους ακουμπούν και δακρύζουν τα μάτια όσων πλησιάζουν» (εις Ησαϊαν 7,196,1-9). Στο ίδιο ύφος με τον «μεγάλο» ιεράρχη Βασίλειο ακόμη ένας μεγάλος της ορθοδοξίας ο «μέγας» Αθανάσιος στον «Λόγο κατά Ελλήνων» αλλά και στο «περί ενανθρωπήσεως» θα εκφράζει και αυτός τον αποτροπιασμό των χριστιανών έναντι των Ελλήνων: «το μυαρόν γένος των Ελλήνων... οι ψευάμενοι Έλληνες», αλλά και την απέχθειά του έναντι στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία: «των Ελλήνων σοφία ο Θεός κατήργησε ...μετά την έλευση του Σωτήρος η σοφία των Ελλήνων καταργήθηκε και η λιγοστή που απέμεινε εξαφανίζεται» (Λόγος περί ενανθρωπήσεως), επαναλαμβάνοντας αυτούσιες τις θέσεις που διατυπώνονται στο «εις τον άγιον Ιωάννην τον απόστολο κι ευαγγελιστή» (59,370,7-11) τον μεγάλο της ορθοδοξίας εχθρό του Ελληνισμού, που λέγει τα εξής εκπληκτικά που δείχνουν την απέχθεια και το μίσος του για τον Ελληνικό Πολιτισμό: «Αν κοιτάξεις στα ενδότερα των Ελλήνων θα δεις τέφρα και σκόνη και τίποτα υγιές, αλλά σαν τάφος ανοιγμένος είναι ο λάρυγγας αυτών γεμάτος ακαθαρσίες και πύον και τα δόγματά τους γεμάτα σκουλήκια... εμείς δεν παραιτούμαστε της κατ' αυτών μάχης», χωρίο που η ελληνόγλωσση εκκλησία διατηρεί αυτούσιο στους αφορισμούς και κατάρες κατά ελλήνων που ψάλλονται την Κυριακή της ορθοδοξίας! [Πλήρης κατάλογος με τους αφορισμούς κατά Ελλήνων που χρησιμοποιεί και εγκρίνει ΣΉΜΕΡΑ η εκκλησία τής Ελλάδος, εδώ ]. Για την υποτιθέμενη προσφορά του χριστιανισμού στη διάσωση των αρχαίων συγγραμμάτων, λεκτέο ότι η μονή Πάτμου, χτισμένη στα λείψανα του υπέρλαμπρου ναού αφιερωμένου στη Σκυθία Άρτεμη, κατηγορήθηκε ότι πρωτοστάτησε στο αρχαιοεμπόριο (μαζί με αυτή του Άθωνα). Το 1801 ο ηγούμενος τής μονής Πάτμου, αφού δωροδοκήθηκε από τούς άγγλους, τούς παρέδωσε πανάρχαια χειρόγραφα, μεταξύ των οποίων κι έναν πλατωνικό διάλογο. Τις μονές Πάτμου και Άθωνα στιγματίζει και ο Αδαμάντιος Κοραής, ότι «εγύμνωσαν όλην την Ελλάδα από τα πολύτιμά της αρχαία συγγράμματα» (Προλεγόμενα στην έκδοση τού Ισοκράτη, 1807).

Γιατί η Αναγέννηση δεν έγινε στο Βυζάντιο – γιατί έγινε στη Δύση

“Αναγέννηση” σημαίνει ότι ξαναγεννιέται κάτι που πέθανε. Αυτό που πέθανε ήταν η ελευθερία, και κυρίως η ελευθερία έκφρασης του ανθρώπου. Δηλαδή το να τολμά, το ανθρώπινο πνεύμα, χωρίς εσωτερικές ή εξωτερικές αναστολές, να σκέπτεται, να εκφράζεται και να διαλέγεται ελεύθερα. Αυτό είχε χαθεί με τον Μεσαίωνα σε Ανατολή και Δύση, και αυτό επιτεύχθηκε με την Αναγέννηση στην Δύση και φαίνεται από την φιλοσοφική σκέψη και την τέχνη, την στιγμή που η Ανατολή έμπαινε συνειδητά βαθύτερα σε αυτόν.

Η εποχή από τον Θεοδόσιο ως τον Ιουστινιανό (πρώιμος Μεσαίωνας – έως 8ος αι.), έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό: Την απαγόρευση της αρχαίας λατρείας και όλων των άλλων θρησκευτικών πεποιθήσεων, ακόμα και των διαφορετικών εκφράσεων του Χριστιανισμού. Με τον Ιουστινιανό όμως, που ξεκινάει και η εποχή που αποκαλούμε Μεσαίωνα, πέρα από τις αυστηρές και εντεινόμενες απαγορεύσεις, έχουμε την όλο και περισσότερο ταύτιση της εκκλησίας με το κράτος και τον υποχρεωτικό εκχριστιανισμό όλων, ακόμα και των νηπίων, το κλείσιμο της Ακαδημίας στην Αθήνα και το κάψιμο των βιβλίων του Κέλσου, του Πορφύριου και του Ιουλιανού (που έγιναν νωρίτερα). Έτσι, εξαφανίζεται υποχρεωτικά κάθε άλλη σκέψη και άποψη αντιρρητική ως προς τον χριστιανισμό, ενώ κάθε διαφορετική θεώρηση ακόμα και μέσα στον χριστιανισμό, πατάσσεται αυστηρά σαν αίρεση. Αδίσταχτη χρήση βίας έγινε και στη Δύση, με τον αιματηρό εκχριστιανισμό των παγανιστών, που κατά μία άποψη έδωσε σε κάποιο βαθμό και μια πολιτική σταθερότητα στον Μεσαίωνα.

Από την Μέση Βυζαντινή εποχή και πέρα έχουμε τα γνωστά χαρακτηριστικά του Βυζαντίου: οριστική απομάκρυνση από την Ύστερη Αρχαιότητα, ακολουθεί η Εικονομαχία, αλλά κρατιέται η κρατική δομή και η Εκκλησία βγαίνει κερδισμένη και απόλυτος κυρίαρχος, που ελέγχει από εδώ και πέρα όλο και περισσότερο την κρατική – κοσμική εξουσία.

Στην Δύση, οι ανακατατάξεις δημιούργησαν μια κατακερματισμένη πολιτική σκηνή με πολλούς ηγεμόνες, και έτσι η Εκκλησία αν και έπαιξε έναν συνδετικό ρόλο στον πνευματικό τομέα, δεν είχε την απόλυτη και ξεκάθαρη εξουσία που είχε στην Ανατολή, όσο και αν το προσπάθησε. Η αποδυνάμωση της εκκλησίας στη Δύση έπαιξε το σημαντικότερο ρόλο στην Αναγέννηση.

Ως προς την αρχαία ελληνική γραμματεία, στην Ανατολή λόγω της ελληνικής γλώσσας, υπήρχε μεγαλύτερη εξοικείωση με την αρχαία ελληνική γραμματεία, μόνο που, όπως πρότειναν και οι πατέρες της εκκλησίας, δεν τους ενδιέφεραν οι “σαθρές” Ελληνικές ιδέες, αλλά έπρεπε να επιλέγουν όσα ήσαν συμβατά με την χριστιανική πίστη, και επίσης τους ενδιέφερε η “καλλιέργεια της γλώσσας” («Τα βιβλία των Ελλήνων τα διέσωζαν οι πατέρες μας για χάρη της γλώσσας και για να ελέγχουν τον παραλογισμό των Ελλήνων…» , βλ. Γεννάδιος).

Στην Δύση, αντίθετα, δεν τους ενδιέφερε καθόλου η ελληνική γλώσσα, αλλά η ουσία των κειμένων των αρχαίων φιλοσόφων και πως θα χρησιμοποιούσαν την ουσία αυτή σαν επιχείρημα στην θεολογία τους αρχικά (Αυγουστίνος, Θωμάς Ακινάτης κ.ά.), αλλά αργότερα σταδιακά δούλεψε και στην υπέρβαση ή και αναίρεσή της. Από τους σκοτεινούς χρόνους του Πρώιμου Μεσαίωνα που η γνώση ήταν στα χέρια της Εκκλησίας, η Δύση πέρασε νωρίς στην “Αναγέννηση” του Καρλομάγνου, και έτσι η γνώση μπόρεσε να διαχυθεί και να δημιουργήσει θεσμούς πραγματικής παιδείας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Ο Καρλομάγνος δημιούργησε το “Πανεπιστήμιο του Παλατίνου”, στο Άαχεν στα σύνορα της σημερινής Γερμανίας με την Ολλανδία και το Βέλγιο. Επίσης δημιούργησε νέα σχολεία σε όλη την επικράτεια, εξαρτημένα μεν από καθεδρικούς ναούς, στις κυριότερες πόλεις, αφού οι πρώτοι καθηγητές ήταν εκ των πραγμάτων ιερωμένοι, αλλά εκτός της εκκλησίας και με την διαρκή αιγίδα της πολιτείας, κάτι που θα βοηθήσει αργότερα την ανεξαρτησία τους. Ο Καρλομάγνος πέτυχε αφενός την πρώτη πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης και αφετέρου αυτό που θα χαρακτηρίζαμε «πρώιμο διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους» στη Δύση, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας μακράς περιόδου ως την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό.

Την διάδοση της Ελληνικής Σκέψης στη Δύση που οδήγησε στην Αναγέννηση οφείλουμε ΌΧΙ στους ορθόδοξους χριστιανούς μοναχούς, όπως η παραχαραγμένη από το μεταβυζαντινό υβρίδιο νεοελληνική Ιστορία διδάσκει, αλλά στους άραβες φιλοσόφους και λόγιους ! Στην αραβική φιλοσοφία (9ος-12ος αιώνας) και επίδρασή της οφείλουμε την μεταλαμπάδευση της Ελληνικής Γνώσης στη Δύση, που αποτέλεσε τον προθάλαμο για την είσοδο στη νέα εποχή της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Μεταξύ του 7ου και του 12ου αιώνος, έχουμε μια άνθηση στον αραβικό πολιτισμό που ξεκίνησε από το Χαλιφάτο των Αββασιδών και προήλθε από την αφομοίωση πολιτισμικών στοιχείων των λαών που είχαν κατακτήσει, κυρίως των νεστοριανών χριστιανών πρώην βυζαντινών της σχολής της Συρίας. Σύροι και Άραβες μεταφραστές, μετέφραζαν από τα Συριακά στα Αραβικά, ό,τι θεωρούσαν ότι δεν βλάπτει το δόγμα τους (φιλοσοφία, φυσικές επιστήμες, ιατρική, μαθηματικά), και ακολούθησαν νέες αραβικές μεταγραφές που διαδόθηκαν σε όσες μουσουλμανικές χώρες υπήρχε ανεπτυγμένη παιδεία. Ο σπουδαιότερος μεταφραστής και σχολιαστής ήταν ο Hunain Ibn Ishaq (809- 873) στην Βαγδάτη. Το βασικό κέντρο μετάφρασης των αραβικών συγγραμμάτων, έγινε το μοναστήρι Santa Maria de Ripoll στην Βόρειο Ισπανία, αμέσως μετά την παράδοση του Τολέδο (ισχυρό οχυρό και κέντρο αραβικού πολιτισμού) στους Ισπανούς το 1085. Ακολούθησαν οι (Αριστοτελικοί κυρίως) άραβες φιλόσοφοι: Alfarabi (872 – 950), Avicenna (980-1037), Αβερρόης (1126 – 1198). Επίσης οι εβραίοι φιλόσοφοι Μαϊμονίδης (1135-1204) και ο εβραίος νεοπλατωνιστής φιλόσοφος Αβικέβρων. [πηγή: ανάλυση ανώνυμου συγγραφέα με τίτλο «Η φιλοσοφική σκέψη στον Δυτικό Μεσαίωνα - Γιατί η Αναγέννηση έγινε στην Δύση»]

Κατά τον 9ο και τον 10ο αι. πλήθος χειρογράφων είχε μεταφραστεί από τα Ελληνικά στα Αραβικά [E. Grant, Οι Φυσικὲς Ἐπιστῆμες τον Μεσαίωνα, Πανεπ. ἐκδόσεις Κρήτης, Ἡράκλειο 1994, σελ. 6-25, Wikipedia.]. Ωστόσο οι λατινικές μεταφράσεις των έργων των αρχαίων Ελλήνων ήταν συχνά διαστρεβλωμένες, και αυτό οφειλόταν στο ότι η διαδικασία της μετάφρασης ενός έργου ήταν περίπλοκη, αφού το έργο αυτό δεν μεταφραζόταν απευθείας από τα ελληνικά στα αραβικά και μετά στα λατινικά, αλλά περνούσε από μία σειρά γλωσσών όπως π.χ. από Ελληνικά στα Συριακά, μετά στα Αραβικά, στα Ισπανικά και τέλος στα Λατινικά. Έτσι στη Δύση αρχίζουν να συνθέτουν δειλά - δειλά δικά τους επιστημονικά εγχειρίδια, τα οποία ήταν σαφώς κατώτερα από τα αντίστοιχα Ελληνικά, αφού τα περισσότερα προέρχονταν από λογοκλοπή και χαρακτηρίζονταν από ασάφειες και λάθη στη μετάφραση από τα αραβικά. Μάλιστα οφείλουμε να εκτιμήσουμε το γεγονός ότι, έχοντας επίγνωση της ανεπάρκειάς τους οι Λατίνοι κατά τον 12ον αι. μετέφραζαν σωρηδόν από τα αραβικά στα λατινικά τα χειρόγραφα που έφθαναν σε αυτούς. Παρ' όλα αυτά έγιναν σημαντικές προσπάθειες στον τομέα της επιστήμης και δε θα ήταν υπερβολική η άποψη ότι αξίζουν συγχαρητήρια στους Λατίνους για την προσπάθειά τους να περισώσουν και να διαδώσουν την Αρχαία Ελληνική Γνώση. [Wikipedia, Φυσικές επιστήμες στο Βυζάντιο]

Έτσι φτάνουμε ως τον 13ο αιώνα περίπου, την εποχή που έγινε η δεύτερη αντίστοιχη προσπάθεια «Αναγέννησης» στο Βυζάντιο που λέγεται και “Παλαιολόγεια Αναγέννηση” χωρίς καμμιά απολύτως επιτυχία, παρά τις δύο προσπάθειες που έγιναν τον 10ο και 13ο αιώνα. Αντίθετα στη Δύση έχουμε ένα οργασμό στην διανόηση (13ος-15ος αιώνας). Τότε ξέσπασε στο Βυζάντιο μια τρομερή διαμάχη μεταξύ ‘λογικών’ και ‘ησυχαστών’. Οι πρώτοι ήταν οπαδοί της δυνατότητας της λογικής να κατανοήσει την πραγματικότητα, ενώ οι ησυχαστές υποστήριζαν ότι μόνο με τον διαλογισμό και με την φώτιση του “άκτιστου φωτός” μπορεί να γίνει γνωστή η αλήθεια. Η έριδα έληξε αφού ο αυτοκράτορας πήρε τη θέση των ησυχαστών! Τους ησυχαστές επικύρωσε η απόφαση της Συνόδου, που πρόκρινε την προσευχή εις βάρος της λογικής (!) και που επιβεβαιώθηκε δέκα χρόνια αργότερα (1351). Ήταν και η οριστική ταφόπλακα της δεύτερης προσπάθειας στο Βυζάντιο για μια στοιχειώδη Αναγέννηση. Αυτό θα ενισχύσει και την υπάρχουσα αντιδυτική υστερία και θα βοηθήσει στην ξεκάθαρη στροφή του Βυζαντίου προς τον Σουλτάνο, που θα καταλήξει στην ιστορική φράση Νοταρά "κάλιο τουρκικό σαρίκι, παρά φράγκικο φακιόλι" και την παράδοση της Κωνσταντινούπολης στους οθωμανούς από τους ανθενωτικούς χριστιανούς ορθόδοξους στις 29 Μαΐου 1453.

Την κατάληξη της «αναγέννησης» της ορθόδοξης ανατολικής εκκλησίας είχε και η τελευταία προσπάθεια για μια στοιχειώδη «αναγέννηση» στο ισλάμ κυρίως από τις ιδέες του κορυφαίου άραβα φιλοσόφου Αβερρόη (1126 – 1198), που ήταν σχολιαστής του Αριστοτέλη τον οποίο και λάτρευε. Ο ίδιος ο Αβερρόης κυνηγήθηκε βίαια από το θρησκευτικό μουσουλμανικό σκοταδισμό που κατέστρεψε τα βιβλία του και τον φυλάκισε. Ήταν η τελευταία προσπάθεια για Αναγέννηση στο Ισλάμ και απέτυχε οικτρά. Οι φιλόσοφοι διώχθηκαν και η φιλοσοφία έπαψε να διδάσκεται, ως αντίθετη με τον λόγο του Αλλάχ. Έκτοτε το ισλάμ βούλιαξε σε διαρκή πνευματικό Μεσαίωνα, στον οποίο παραμένει βυθισμένο ως σήμερα.

Στην Δύση αντίθετα τα πράγματα είχαν πάρει το δρόμο τους, αν και ο παπικός σκοταδισμός δεν είχε πει ακόμα την τελευταία του λέξη. Μετά την Αναγέννηση η Ευρώπη βίωσε το κύκνειο άσμα του παπικού σκοταδισμού, τόσο στην Μεταρρύθμιση, όσο και στην αρχή της επιστημονικής έκρηξης που έγινε, με την δράση της «ιεράς Εξέτασης». Το παιχνίδι όμως είχε χαθεί για την «αγία» έδρα · εμφανίστηκαν νέοι φιλόσοφοι όπως ο Καρτέσιος και ο Σπινόζα, ο στοχασμός ελευθερώθηκε, η έλευση του Διαφωτισμού ξεκαθάρισε το τοπίο και περιόρισε την εκκλησία στο χωράφι της και μόνο. Στον αντίποδα, η ανατολική του Χριστού εκκλησία αφορίζει τους διανοητές της ενσάρκωσης του Διαφωτισμού. «Ὁ πατριαρχικὸς ἀφορισμός τοῦ 1793 (Νεόφυτος Β΄) συμπεριελάμβανε ‘’τοὺς Βολταίρους καὶ Φρανκμαζόνας καὶ Ροσσοὺς καὶ Σπινόζας’’ –τοὺς πρωτεργάτες δηλαδὴ τῆς Γαλλικῆς Ἐπανάστασης.» (πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 30/3/2012, «ο τεκτονισμός εις την καθ’ ημάς Ανατολήν», του πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, ομότιμου καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών). Η απόφαση αφορισμού του Διαφωτισμού και, ιδίως, του Βολταίρου, καθόλου τυχαία δεν ήταν. Ο ιστορικός και φιλόσοφος Βολταίρος, ήταν διάσημος για τις επιθέσεις του εις βάρος της καθολικής εκκλησίας και την υπεράσπιση της ανεξιθρησκίας, της ελευθερίας του λόγου και του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους, καθώς επίσης υπήρξε κορυφαίος εκπρόσωπος του ντεϊσμού, της φιλοσοφικής άποψης ότι η λογική, παρά η θεία αποκάλυψη πρέπει να τοποθετούνται στη βάση της πίστης μας στον θεό (Wikipedia). Οι απόψεις Βολταίρου, ιδίως για τον διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους, ήταν για την ανατολική του Χριστού ορθόδοξη εκκλησία κίνδυνος – θάνατος, λόγος για τον οποίο το πατριαρχείο προχώρησε στον αφορισμό του. [28 χρόνια μετά τον αφορισμό της γαλλικής Επανάστασης ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ προχώρησε στον αφορισμό του πατριαρχείου κατά της Φιλικής Εταιρείας και του κινήματος Αλέξανδρου Υψηλάντου και Μιχαήλ Σούτσου. Έτσι μετά την γαλλική Επανάσταση το πατριαρχείο αφόρισε και την επανάσταση των ελλήνων κατά της οθωμανικής Πύλης. Την απόφαση για αφορισμό την έλαβε σώμα 72 εκπροσώπων της ρωμιοσύνης της Κωνσταντινούπολης μεταξύ των οποίων ιερείς και πολιτικοί]

Ο διαχωρισμός εκκλησίας και κράτους στη Δύση, ήδη από τον Μεσαίωνα, ήταν η πραγματική αιτία που η Αναγέννηση έγινε στη Δύση. Ακολούθησε ο Διαφωτισμός. Με τον Διαφωτισμό έχουμε και την ολοκλήρωση του έργου της Αναγέννησης και της εξαιρετικής και επίπονης αυτής προσπάθειας που έγινε μέσα στον Μεσαίωνα και ελευθέρωσε το ανθρώπινο πνεύμα από τα δεσμά του φόβου και του σκότους της χριστιανικής άγνοιας. [Με αναφορές στην εξαιρετική ανάλυση ανώνυμου συγγραφέα με τίτλο «Η φιλοσοφική σκέψη στον Δυτικό Μεσαίωνα - Γιατί η Αναγέννηση έγινε στην Δύση», την μελέτη της οποίας συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όλους. Κατέβασμα από εδώ : ]

[Δύο από τα σημαντικότερα γεγονότα στην Ιστορία της ανθρωπότητας συνέβησαν στις 14 Οκτ. 1529 και στις 11 Σεπτ. 1683. Είναι η πρώτη και δεύτερη αποτυχημένη πολιορκία της Βιέννης από τους τούρκους. Είναι δύο ιστορικές ημερομηνίες για την Ευρώπη και για τον Δυτικό πολιτισμό, που έπαιξαν ρόλο καθοριστικό στο να είμαστε σήμερα αυτοί που είμαστε. Αν η οθωμανική θεοκρατία του ισλάμ καταλάμβανε το «κόκκινο μήλο» όπως ο πολιορκητής Σουλεϊμάν αποκαλούσε την ηρωικά αμυνόμενη Βιέννη, αν το βάρβαρο ισλάμ της πολιτισμικής ένδειας περνούσε τα τείχη της Βιέννης, αν οι απολίτιστοι τούρκοι, το έθνος – ντροπή του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού που στο διάβα του μόνο έσφαξε, έκαψε και γκρέμισε χωρίς τίποτα ποτέ να αφήσει πίσω του που να θυμίζει το πέρασμά τους, αν τα τείχη της Βιέννης δεν άντεχαν, αν οι βιεννέζοι λαγουμιτζήδες δεν έδιναν ηρωικές μάχες στα έγκατα της γης αποτρέποντας την ανατίναξη των τειχών από τις ορδές των 5.000 οθωμανών λαγουμιτζήδων, αν ο (κακός) καιρός δεν ήταν με το μέρος της Δύσης μουλιάζοντας την τουρκική πυρίτιδα κάτω από τα βιενέζικα τείχη, οι τούρκοι θα είχαν καταλάβει όλη την Ευρώπη μέχρι τις όχθες του Ρήνου, και το θαύμα της Αναγέννησης (και στη συνέχεια του Διαφωτισμού και της Βιομηχανικής Επανάστασης) δεν θα είχε συμβεί ποτέ · σήμερα δεν θα ήμασταν εδώ που είμαστε ούτε αυτοί που είμαστε. Η απόκρουση της πρώτης και δεύτερης πολιορκίας της Βιέννης από τις ορδές των βαρβάρων έσωσε την Ευρώπη από την μουσουλμανική δουλεία και τον πολιτισμικό μαρασμό. Η 11η Σεπτεμβρίου 1683 είναι ημέρα μνήμης: η μέρα που το βάρβαρο ισλάμ ηττήθηκε στα τείχη της Βιέννης. Έτσι και η επιλογή της ημερομηνίας 11/9 για το χτύπημα στους Δίδυμους της Νέας Υόρκης καθόλου τυχαία δεν ήταν. Επελέγη από την Αλ Κάιντα συμβολικά λόγω της ήττας του ισλάμ στη Βιέννη στις 11/9/1683. Η Μάχη της Βιέννης είναι η δεύτερη σε σπουδαιότητα που όρισε τη μοίρα της Δύσης και, κατ’ επέκταση, της ανθρωπότητας όλης. Η πρώτη είναι η Μάχη του Μαραθώνα, ανάμεσα σε 6.000 ηρωικούς αθηναίους και στα μιλιούνια των βαρβάρων που συγκροτούσαν τον στρατό των περσών εισβολέων. Η ηρωική νίκη των αθηναίων όρισε το μέλλον της κλασικής Ελλάδας και, κατ' επέκταση, της Ευρώπης και του Δυτικού Πολιτισμού.]

Ήταν το αποτέλεσμα της προσπάθειας των λατίνων μεταφραστών της μετάφρασης των Ελληνικών Γραφών από τα αραβικά, που μεταλαμπάδευσαν στη Δύση όση Ελληνική Σκέψη γλίτωσε από το ανθελληνικό μένος του Βυζαντίου, που οδήγησε στην επιστημονική επανάσταση του 16ου αι. μετά από στασιμότητα 15 αιώνων. Έτσι η Αρχαία Ελληνική Διανόηση ήλθε και πάλι στο προσκήνιο με την Αναγέννηση, που σηματοδότησε την έξοδο της ανθρωπότητας από την μοιρολατρία και στην παθητικότητα του μεσσιανικού χριστιανικού σκοταδισμού. Και κάπως έτσι φτάσαμε στην εκβιομηχάνιση στη Μεγάλη Βρετανία, κάπου στα μέσα του 16ου αι.

Ως κατακλείδα της έρευνας αυτής στο χριστιανικό έρεβος του Μεσαίωνα, κρατώ τα λόγια της Maria Dzielska: «Η καταστροφή της Βιβλιοθήκης και η δολοφονία της Υπατίας ταιριάζει τέλεια με τη θεωρία τού Gibbon ότι η εμφάνιση και εξάπλωση του χριστιανισμού υπήρξε ο αποφασιστικός παράγοντας που επέφερε την πτώση τού Ελληνικού Πολιτισμού.»

Από την Αρχαία Ελληνική Γνώση διασώθηκε μόνο το 2,5%. Αν οι εκατοντάδες χιλιάδες τόμοι τής Βιβλιοθήκης, είχαν διασωθεί, είναι σίγουρο ότι η Ιστορία της ανθρωπότητας θα ήταν τελείως διαφορετική.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΑΛΑΜΠΑΣΗΣ

ΠΗΓΗ:https://www.facebook.com/photo.php?fbid=10214276997816728&set=a.2235346681048.2136244.1169370310&type=3

3.

Περί της Φιλοσόφου Υπατίας  

Σαν σήμερα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου δολοφονείται η φιλόσοφος και μαθηματικός Υπατία από όχλο φανατικών. Το πρόσωπό της, ίσως εξαιτίας της δολοφονίας της κυρίως, τράβηξε το ενδιαφέρον της ιστορίας, της φιλοσοφίας, της θεολογίας και της τέχνης.

 Ο Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός μιλάει για τα ιστορικό πλαίσιο και το πρόσωπο της φιλοσόφου Υπατίας.

8/3/2016, 1ο μέρος: 


 
Ο Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Μεταλληνός μιλάει για τα ιστορικό πλαίσιο και το πρόσωπο της φιλοσόφου Υπατίας.
9-3-2016, 2ο μέρος:




4.
ΜΥΘΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥΣ.

 Από το συνέδριο που οργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη από την εταιρεία Ορθοδόξων Σπουδών με θέμα Φαινόμενα Νεοειδωλολατρείας.

Ένα από τα ηχηρότερα επιχειρήματα των Νεοπαγανιστών εναντίον του Χριστιανισμού είναι το περί συστηματικής και οργανωμένης δήθεν καταστροφής των αρχαίων μνημείων, που έχει προσλάβει την μορφή ενός στερεότυπου μύθου, αναπαραγώμενου κατά της περιστάσεις. Και το ότι, μέσα στο ανταποδοτικό πάθος πολλών «χριστιανών», που τον 4ο αιώνα πέρασαν στην εποχή της «revanche», κατεστράφησαν αρχαιοελληνικά μνημεία, που συντηρούσαν την λατρεία των ειδώλων, είναι γεγονός. Μόνο όμως μέσα στις νοοτροπίες της εποχής είναι δυνατό να επιχειρηθεί στο σημείο αυτό επιστημονική ερμηνεία. Αρκεί να μελετήσει κάποιος το νεανικό έργο του Μ. Αθανασίου «Κατά ειδώλων»(1), για να κατανοήσει το θεολογικό υπόβαθρο τέτοιων ενεργειών. Άλλωστε, η ιστορία δεν ασχολείται με κατάρες, αλλά με ερμηνείες.  Επιστημονική προσέγγιση των πραγμάτων μας προσφέρει δυνατότητες ασφαλέστερων κρίσεων και συμπερασμάτων.

Επικαλούμεθα τα πορίσματα της έρευνας διακεκριμένων αρχαιολόγων, που συνοψίζουν τα δεδομένα μακροχρόνιων επιστημονικών ερευνών, συναδέλφων τους, αλλά και δικών τους. Το 1994 δημοσιεύθηκε μελέτη της κας Πολύμνιας Αθανασιάδη, καθηγήτριας του Παναπιστημίου Αθηνών με τίτλο: «Το λυκόφως των θεών στην Ανατολική Μεσόγειο: Στοιχεία ανάλυσης για τρείς επιμέρους περιοχές»(2). Η κα Αθανασιάδη, με βαθειά γνώση και επιμέλεια, αξιοποιεί τα δεδομένα των ερευνών του χώρου της για το επίμαχο θέμα. Πρώτα επιλέγει «τρεις περιοχές της αυτοκρατορίας με διαφορετική γεωγραφική φυσιογνωμία, ιστορικό υπόβαθρο και δημογραφική σύνθεση», εξασφαλίζοντας έτσι για την έρευνά της μεγαλύτερη αξιοπιστία. Οι περιοχές Δε αυτές είναι η Ελλάδα, η Κωνσταντινούπολη και η Συρία-Παλαιστίνη. Έτσι αντιμετωπίζει εύκολα «τις γενικεύσεις του Λιβανίου»,όσο και τον «υπερβολικά μεγάλο αριθμό φιλολογικών μαρτυριών» σε χριστιανούς και εθνικούς συγγραφείς για την καταστροφή ναών, που καταντά, όπως λέγει, «ύποπτος»! «Στην προσπάθειά τους να ηρωοποιήσουν επισκόπους και αυτοκράτορες, σε μια περίοδο, κατά την οποία ο θρησκευτικός φανατισμός θεωρείται αρετή, συχνά οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς απέδιδαν σ' αυτούς φανταστικές καταστροφές ναών ή, στην καλύτερη περίπτωση, μεγαλοποιούσαν τα ηροστράτεια ανδραγαθήματά τους». Από την άλλη μεριά, επιπολάζει η κινδυνολογία των εθνικών, για να παρουσιάσουν «τους εαυτούς τους ως μάρτυρες και την κοσμοθεωρία τους ως αντικείμενο συστηματικού και βάναυσου διωγμού , που διεξήγετο παράνομα, στο πλαίσιο μιας θεωρητικά ανεξίθρησκης αυτοκρατορίας». Γι' αυτό η αντικειμενική συγγραφέας συνιστά «επιφυλακτική στάση» στις όποιες κρίσεις. Η ανεξιθρησκεία άλλωστε των αυτοκρατόρων, όπως ο Μ. Κωνσταντίνος, είναι αποδεδειγμένη|

Η μεταφορά ειδωλολατρικών μνημείων στην νέα πρωτεύουσα (Κωνσταντινούπολη- Νέα Ρώμη) για την διακόσμησή της ναι μεν εμποδίζει τη συνέχεια τοπικών λατρειών, αλλά τα αναδεικνύει ακόμη περισσότερο στην ίδια την χριστιανική, αργότερα, πρωτεύουσα. Εν τούτοις ο Μ. Κωνσταντίνος «επιδίωξε συστηματικά να εξασφαλίσει για την πόλη του την συνδρομή όλων των θείων δυνάμεων». Έτσι εκτός από χριστιανικούς ναούς ( Αγία Ειρήνη, Άγιοι Απόστολοι) αφιέρωσε και δύο ναούς σε εθνικές θεότητες, τη Ρέα και τη θεά Τύχη. Συνεχίζει όμως η κα Αθανασιάδη: « Σε τόπους όπως η Αθήνα και οι Δελφοί, κανόνας είναι, ότι τα μεταγενέστερα στρώματα έχουν καταστραφεί από τους ίδιους τους αρχαιολόγους στην προσπάθειά τους να φτάσουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα στο κλασικό υπόστρωμα». Τις παρατηρούμενες καταστροφές αποδίδουν οι αρχαιολόγοι στους σεισμούς , τις βαρβαρικές επιδρομές (4ος-6ος αιώνας) και την εγκατάλειψη. Τα αρχαία μνημεία των Αθηνών και των Δελφών έμειναν απείραχτα από τους χριστιανούς. Η μετατροπή τους σε χριστιανικές εκκλησίες δείχνει περίτρανα τη συνείδηση της ιστορικής συνέχειας, όσο και αν αυτό δεν ικανοποιεί τους σημερινούς αρχαιολάτρες. Όπως συνηθίζω να λέγω, Πατέρες όπως οι Τρεις Ιεράρχες, όχι μόνο Έλληνες ήταν, αλλά και φορείς υψηλής ελληνικής παιδείας. Δεν ήταν επήλυδες που ενέσκηψαν στον ελληνικό χώρο, για να «θύσουν και απολέσουν», αλλά Έλληνες, που γνώριζαν να αποτιμούν αντικειμενικά τα πράγματα, έξω από φανατισμούς και εξαλλοσύνες. Τα κριτήριά τους ήταν πνευματικά. Γνώριζαν την ειδωλική πλάνη, αλλά δεν ήταν ικανοί για βιαιότητες.

Την συνείδηση της ιστορικής συνέχειας των Ελλήνων- Χριστιανών, πο δεν απέρριψαν τον πολιτισμό των προγόνων τους, αλλά μόνον την θρησκεία τους - η οποία δεν ήταν παρά νοσταλγία της εν Χριστώ αληθείας, όπως επεσήμανε ήδη ο Απόστολος Παύλος στον Άρειο Πάγο των Αθηνών(3)- υποστηρίζει και η κα Αθανασιάδη: « Οι εκκλησίες και τα παρεκκλήσια, που βρέθηκαν σπαρμένα γύρω και μέσα από το τέμενος του Απόλλωνα (στους Δελφούς), υπογραμμίζουν την συνέχιση της θρησκευτικής παράδοσης του τόπου». Όπως άλλωστε θρησκειολόγοι και λαογράφοι έχουν παραδεχθεί, αν «ξυπνούσε» σήμερα ένας αρχαίος Έλληνας και βρισκόταν σε ένα χριστιανικό πανηγύρι, δεν θα ένιωθε ξένος στο περιβάλλον. Είναι Δε χαρακτηριστικό, ότι πολλοί σήμερα επικριτές της ορθοδόξου λαϊκής θρησκευτικότητας, κυρίως της ελληνικής, σ' αυτό το επιχείρημα καταφεύγουν, λησμονώντας ότι η ελληνική θρησκευτικότητα παρέμεινε ακέραιη, άλλαξε όμως ο προσανατολισμός της. Άλλωστε, η ελληνική πολυθεϊα δεν ήταν, κατά πολλούς θρησκειολόγους (π.χ. Λ. Φιλιππίδης), παρά θεοποιητική υποστασιοποίηση των ιδιοτήτων της μιας θεότητος. «Ο βανδαλισμός ιερών αντικειμένων (από Χριστιανούς Έλληνες) ήταν πράξη σπάνια στην Ελλάδα», δέχεται η κα Αθανασιάδη. Τέτοιες περιπτώσεις ήταν μεμονωμένες. «Η γενική εντύπωση από την Ελλάδα είναι ότι η φθίνουσα αρχαία πίστη ενέπνεε στους νεοφώτιστους χριστιανούς, παρά την δομική μισαλλοδοξία της θρησκείας τους, σεβασμό και συχνά κάποια συγκίνηση». Ακόμη και ο όχι και τόσο ανεξίθρησκος Κωνστάντιος(337-361) «δεν φαίνεται να πείραξε ναούς», αλλά και «οι καλλιεργημένοι Χριστιανοί του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος αντιμετώπισαν τα αρχαία ιερά ως έργα τέχνης και όχι ως κατοικία δαιμόνων».

Οι φανατικοί, βέβαια, δεν έλειπαν - όπως σε κάθε εποχή -, αλλά οι προτροπές τους για καταστροφή , κατά κανόνα, έπεφταν στο κενό. Ως την εποχή του Ιουστινιανού εισέρεαν αρχαία εθνικά μνημεία στην Κωνσταντινούπολη. Μόνο εκεί, που δεν υπήρχε «επαφή με την αστική παιδεία του ελληνορωμαϊκού κόσμου», εκτός δηλαδή του ιστορικού ελληνικού χώρου, και όπου «η παραδοσιακή θρησκεία είχε ισχυρές ρίζες», παρατηρείτε φανατισμός και γίνονται καταστροφές. Αυτό συνέβαινε περισσότερο στην Ανατολή (Συρία - Φοινίκη - Παλαιστίνη). Η κα Αθανασιάδη όμως ερμηνεύει με τα επιστημονικά κριτήριά της τις συμπεριφορές και σε περιοχές, όπως η Συρία: «...Εδώ δεν έχουμε μια αμιγή περίπτωση θρησκευτικού φανατισμού, αλλά ένα ξέσπασμα κοινωνικού και φυλετικού μίσους, ένα υποσυνείδητο εθνικό κίνημα με αμφίεση βέβαια, θρησκευτική». Και αυτό στηρίζεται σε έρευνες διαφόρων ειδικών. Με αυτό το κριτήριο μπορούν να ερμηνευθούν και μεταγενέστερες συμπεριφορές, χωρίς βέβαια, να αγνοούνται και οι προκλήσεις των εθνικών ομάδων. Όπου δεν κυριαρχούν προκλήσεις(προβοκάτσιες), οι συμπεριφορές μένουν ανεξέλεγκτες.

Σκόπιμα βέβαια εκμεταλλευθήκαμε καθ' υπερβολήν την έρευνα της εκλεκτής συναδέλφου, διότι προσφέρει σημαντικές δυνατότητες για την ερμηνεία και κατανόηση πραγμάτων, που η κακοπιστία, κακεντρέχεια, αλλά και ανθελληνική σκοπιμότητα των ξένων κέντρων συστηματικά παρερμηνεύει.

Τα πορίσματα της κας Αθανασιάδη μου επιβεβαίωσε σε μια σπουδαιότατη για μένα, επικοινωνία μας (19-07-2000) και ο γνωστός αρχαιολόγος και αείμνηστος φίλος Άγγελος Χωρέμης, ερμηνεύοντας την περίπτωση του Μ. Θεοδοδίου. Κατά την γραπτή του δήλωση, « το διάταγμα του Θεοδοσίου του Μεγάλου (191-193 μ.χ.) αναφέρει απαγόρευση λατρείας σε αρχαία ιερά και την είσοδο στους ναούς, δεν εντέλλεται όμως την καταστροφή τους. Άλλωστε δεν φαίνεται ανασκαφικά τουλάχιστον τέτοια καταστροφή. Τα μεγάλα κέντρα της αρχαίας λατρείας, εκείνα ακριβώς που θα έπρεπε λογικά να υποστούν την μεγαλύτερη καταστροφή, όπως οι Δελφοί, η Ολυμπία, η Δωδώνη, τα ιερά των Αθηνών κ.α. δεν φαίνεται ανασκαφικά τουλάχιστον να έπαθαν ζημιές από ανθρώπινο χέρι στα τέλη του 4ου αιώνα. Εξάλλου, πολλοί ναοί της αρχαίας λατρείας σώθηκαν ως τις μέρες μας σχεδόν ανέπαφοι, κυρίως στην κάτω Ιταλία και την Σικελία, όπου επίσης βασίλευε ο Μ. Θεοδόσιος, αλλά και στην κυρίως Ελλάδα, όπως το συγκρότημα της Ακροπόλεως των Αθηνών, ο ναός του Ηφαίστου (Θησείον) και ο ναός του Ιλισσού». Μάλιστα στον Θεοδοσιανό Κώδικα (XVI 10,25) «επιτρέπεται στους Χριστιανούς να μετατρέπουν τους αρχαίους ναούς σε χριστιανικούς» και γι' αυτό δεν καταστράφηκαν, αλλά σώθηκαν αυτούσιοι (βλ. τον αρχαίο ναό κάτων από τον ανηγερένο από την Αγία Ελάνη τον δ' αιώνα ναό της Παναγίας της Καταπολιανής ή Εκατονταπυλιανής στην Πάρο που ανεκάλυψε ο μεγάλος αρχαιολόγος Α. Ορλάνδος). Κατά τον επιφανή βυζαντινολόγο Διονύσιο Ζακυνθηνό η διάταξη αυτή έγινε ακριβώς , για να σωθούν οι ναοί. «Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμμία κρατική πολιτική, που να ενθαρρύνει την καταστροφή αρχαίων ιερών». «Αυτό που πράγματι έγινε, είναι καταστροφές και ακρότητες σε τοπικό επίπεδο, από φανατικούς εκκλησιαστικούς και πολιτικούς παράγοντες, κυρίως εναντίον αγαλμάτων αρχαίων θεοτήτων με συνηθέστερο το φαινόμενο της ρινοκοπής και καταστροφής των προσώπων. (Δεν πρέπει πάντως να θεωρούμε ότι κάθε κατεστραμένο άγαλμα μαρτυρεί και χριστιανικό βανδαλισμό. Πολλά κατεστράφησαν από άλλες αιτίες και πάρα πολλά μεταφέρθησαν στην Κωνσταντινούπολη, για τον στολισμό της καινούργιας πρωτεύουσας). Οι άνθρωποι αυτοί εξαγρίωναν τον όχλο, πράγμα όχι δύσκολο, αν σκεφτούμε ότι, μόλις 75-80 χρόνια χώριζαν την εποχή αυτή από τους φοβερούς διωγμούς των Διοκλητιανού και Γαλερίου (311) και 55-60 χρόνια από τον ηπιώτερο διωγμό του Λικίνιου (320-324). Τον εξαγριωμένο αυτό όχλο εξαπέλυαν να κάψει και να καταστρέψει ο,τιδήποτε εθνικό εύρισκε μπροστά του. Αυτό όμως ουδέποτε υπήρξε πολιτική του Μ. Θεοδοσίου και, όπως θα δούμε, όταν έγινε, προσπάθησε να το σταματήσει και να το θεραπεύσει». Και συμπληρώνει ο Άγγελος Χωρέμης: «Στην πορεία προς την νέα θρησκεία, υπάρχει αναμφισβήτητα κάποια πίεση εκ μέρους των Χριστιανών, αλλά όχι κρατικά κατευθυνόμενη βία. Δεν μαρτυρούνται διωγμοί σαν αυτούς που είχαν υποστεί οι ίδιοι οι Χριστιανοί μερικές δεκαετίες πριν, ούτε βίαιοι εκχριστιανισμοί, όπως έγιναν τον καιρό του Καρλομάγνου, της ισπανικής reconquista κ.α. Μαρτυρούνται ακρότητες,συχνά άγριες, αλλά πάντα περιορισμένες τοπικά και χρονικά. Το περίεργο δεν είναι πως έγιναν αγριότητες, το περίεργο είναι πως έγιναν τόσες λίγες μετά από τα μαρτύρια, που είχαν υποστεί οι Χριστιανοί». Εκδηλώσεις, λοιπόν, φανατισμού μεμονωμένων προσώπων παρατηρούνται - και κατά τον Άγγελο Χωρέμη - στο πνεύμα της «revanche», αυτό όμως ουδέποτε υπήρξε πολιτική του Μεγάλου Θεοδοσίου, για να μείνουμε σε ένα τόσο παρεξηγημένο στο σημείο αυτό αυτοκράτορα.

Σώζεται «Λιβανίου του Αντιοχέως λόγος προς Θεοδόσιον τον βασιλέα, Υπέρ των Ιερών» (αρ.30). Ο μεγάλος ρητοροδιδάσκαλος (314-393), επιφανής εκπρόσωπος της φθινούσης ελληνικής αρχαιότητας, διδάσκαλος του ιερού Χρυσοστόμου, έγραψε το 386 το κείμενο αυτό, απευθυνόμενος στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α' (379-395) και παραπονούμενος για την στάση των φανατικών μοναχών (της Αντιόχειας) έναντι των εθνικών ναών (τεμένων).

Για την κατανόηση της στάσης τυ Λιβανίου έναντι του Χριστιανισμού, ας σημειωθεί, ότι ήταν συνεπής οπαδός της ειδωλολατρείας, θυσίαζε στις θεότητες της και μετερχόταν την μαντεία. Είχε μυηθεί εξάλλου σε διάφορα εθνικά μυστήρια. Ο ι. Χρυσόστομος τον ονομάζει «πάντων δεισιδεμονέστατον» (ευσεβέστατον) (4). Πίστευσε στην προσπάθεια του αυτοκράτορα Ιουλιανού και στην ανάσταση του ειδωλολατρικού κόσμου, μολονότι κατά την νεότητά του έδειξε τάσεις φιλοχριστιανικές. Τον επηρέασε όμως ο Ιουλιανός, όπως και αυτός επηρεάστηκε από τον Λιβάνιο, του οποίου μελετούσε τα έργα και έγινε έμμεσα μαθητής του.(5)

Ο λαμπρός γνώστης της αρχαιότητας Άγγελος Χωρέμης σχολιάζει το κείμενο του Λιβανίου με τον ακόλουθο τρόπο: «Ο λόγος του Λιβανίου ‘Υπέρ των ιερών' δεν γράφτηκε λόγω ακροτήτων, που έγιναν εις εφαρμογήν του διατάγματος κατά της αρχαίας θρησκείας. Το διάταγμα εξεδόθη το 391 και το κείμενο του Λιβανίου γράφτηκε το 386, δηλ. πέντε ολόκληρα χρόνια νωρίτερα με άλλη ευκαιρία(6). Ο Θεοδόσιος διόρισε ύπαρχο Ανατολής κάποιον συμπατριώτη και φίλο του, τον Ίβηρα Μάτερνο Κηνύγιο. Ο άνθρωπος αυτός ήταν φανατικός θρησκόληπτος και έξαλλος. Υποκίνησε πράγματι τον όχλο, επικεφαλής του οποίου ήταν φανατικοί καλόγεροι, και άρχισαν να καταστρέφουν τα αρχαία ιερά, στην αρχή κυρίως τα μικρά (και απροστάτευτα) ιερά της υπαίθρου και εν συνεχεία άρχισαν να μπαίνουν και να καταστρέφουν ιερά και μέσα στις πόλεις. Τότε ο Λιβάνιος γράφει τον περίφημο και ωραιότατο λόγο του «Υπέρ των Ιερών». (Η αντίδραση του θρησκόληπτου Θεοδοσίου ήταν να απαγορεύσει την είσοδο των μοναχών μέσα στις πόλεις, προστατεύοντας έτσι τα εθνικά ιερά των άστεων και όταν σε λίγο πέθανε ο Μάτερνος Κηνύγιος τοποθέτησε ως ύπαρχο Ανατολής τον σώφρονα εθνικό Ευτόλμιο Τατιανό, ο οποίος κατάφερε να ηρεμήσει τα πράγματα και να φέρει την καταλλαγή.

Όλα αυτά μαρτυρούν ότι ουδέποτε υπήρξε επίσημη πολιτική του Θεοδοσίου η καταστροφή του αρχαίου κόσμου και μάλιστα με την μορφή των ακραίων βανδαλισμών, όπως λέγεται συνήθως. Μαρτυρούν επίσης το κύρος που είχε ο Λιβάνιος στον θεωρούμενο θρησκόληπτο βασιλέα, κύρος που φάνηκε και όταν με δύο ακόμη λόγους του, τους «Προς Θεοδόσιον τον Βασιλέα περί της στάσεως» και Προς Θεοδόσιον τον Βασιλέα επί ταις διαλλαγαίς», κατόρθωσε να σώσει την Αντιόχεια, η οποία είχε στασιάσει. Σ' αυτήν την προσπάθεια είχε και την συνεπικουρία του επισκόπου Αντιοχείας Φλαβιανού, του οποίου τον λόγο φαίνεται ότι είχε γράψει ένας νεαρός Χριστιανός κληρικός, μαθητής του Λιβανίου, ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι και συνεργασία με χριστιανούς είχε ο Λιβάνιος, όταν κοινοί στόχοι το επέβαλλαν».

Θα επιχειρήσουμε ένα σχόλιο στην υπογραμμιζόμενη, με επιστημονική ευσυνειδησία, από αείμνηστο φίλο, συνεργασία του Λιβανίου με Χριστιανούς. Οι άνθρωποι εκείνοι ζούσαν τα πράγματα μέσα στη φυσικότητά τους και όχι στο τεχνητό κλίμα αντιπαλότητας, που δημιουργούν οι φανατικοί (εκατέρωθεν) των ημερών μας. Μήπως σ' όλη την μακρά διάρκεια του Βυζαντίου/Ρωμανίας δεν έλαβαν χώρα παρόμοιες συνεργασίες και συνυπάρξεις; Η χαρακτηριστικότερη μάλιστα, ήταν η συνεργασία των δύο ιδεολογικά αντιπάλων, που η αντίθεσή τους σκόπιμα και τεχνητά υπερτονίζεται σήμερα, του Οικουμενικού Πατριάρχου Γεννάδιου β' του Σχολαρίου και του σοφού υποστηρικτού της αρχαίας θρησκείας Γεωργίου Πλήθωνος-Γεμιστού. Ο τελευταίος δεν δίστασε να συμμετάσχει στην σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439), ως μέλος της ορθόδοξης αντιπροσωπείας, για να βοηθήσει την Ορθόδοξη Εκκλησία στις τραγικές εκείνες στιγμές γι' αυτήν και το γένος. Εκεί έδωσε μάχη, με τις επιστημονικές του γνώσεις, υπέρ της Ορθοδοξίας (απέδειξε την νοθεία ενός χειρογράφου που παρουσίαζαν οι Λατίνοι) και μαζί με τον πρωταγωνιστή της Ορθοδοξίας Άγιο Μάρκο Ευγενικό (1444), δεν υπέγραψε την Ένωση με τον Παπισμό. Παρά τις διαφορετικές ιδεολογικές-πνευματικές προϋποθέσεις τους και οι δύο θεωρούσαν την ένωση ως υποταγή στον Παπισμό και επιζήμια για τι Γένος/Εθνος. Αλλά έτσι σκέπτονται όσοι αγαπούν το ΄Εθνος. Οι σημερινοί Νεοπαγανιστές, σχεδόν κατά κανόνα δεν αγαπούν το Έθνος και τον Ελληνισμό, παρά τα  λεγόμενά τους, διότι πολεμώντας την Ορθοδοξία, που είναι πια αδιαίρετα ενωμένη με την ελληνικότητα, κατεργάζονται την διάλυσή του.

 Για το θέμα της καταστροφής αρχαίων μνημείων από «Χριστιανούς» παράλληλα με τα συμπεράσματα της κας Αθανασιάδη είναι και εκείνα του αρχαιολόγου Gerasimos Pagoulatow, "The Destruction and conversion of ancient temples o Christian Churches during fourth, fifth and sixth centuries",Θεολογία τ.ΞΕ' (1964), σς152-170 . Είναι Δε χαρακτηριστικό, ότι και στο περιοδικό «Δαυλός» (αρ.138/Ιούνιος 1993,σς.8022/23) σημειώνεται: «Όλοι σχεδόν οι καταστροφείς αρχαίων ελληνικών μνημείων είναι Χριστιανοί εξ Ιουδαίων, δηλαδή Εβραίοι. Οι Χριστιανοί ξ εθνικών, δηλαδή οι Έλληνες, σπάνια μετείχαν σε διωγμούς Ελλήνων».

Σημασία Δε έχει, ότι και ο γνωστός εικονοκλάστης, αλλά σπουδαίος ιστορικός ερευνητής και συστηματικός παρουσιαστής της «αρνητικής πλευράς» Κυριάκος Σιμόπουλος, ενώ μιλά για τις «αποτρόπαιες βαρβαρότητες των Χριστιανών» (σ. 112 ε.ε) στα αρχαία μνημεία, δεν παραλείπει να παρεμβάλει και κεφάλαιο με τον τίτλο: «Ο βυζαντινός άνθρωπος συντηρεί με ευλάβεια την παράδοση της αρχαίας ελληνικής τέχνης» (σ. 208 ε.ε.)(7).

Παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα από το παραπάνω βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου: « Είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι υπήρξε μία παιδευτική και συναισθηματική συνέχεια του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στο Βυζάντιο, όχι μόνο από την διανόηση αλλά και από τον λαϊκό άνθρωπο, ενίοτε και από την εξουσία. Ο αυτοκράτορας της Νίκαιας Θόδωρος Δούκας Λάσκαρις (1254-1258), κατά την επίσκεψή του στην Πέργαμο, νοιώθει συγκίνηση μπροστά στα λείψανα των αρχαίων μνημείων και έργων τέχνης κι εκφράζει ενθουσιασμό και ευλάβεια για τα μεγαλουργήματα των προγόνων. Έχει συνείδηση τι σημαίνει Δύση ύστερα από την εισβολή των στυροφόρων και τον χαλασμό της Πόλης [...].

Ο πρώτος αυτοκράτορας - ο Κωνσταντίνος - φιλοδοξεί να εξομοιώσει τη ‘βασιλεύουσα' με την Ρώμη. Και σπεύδει να την διακοσμήσει με έργα τέχνης, συνεχίζοντας την ρωμαϊκή παράδοση της αρπαγής. Μεταφέρει στην Κωνσταντινούπολή πολυάριθμα αγάλματα, χάλκινα ιδίως, κίονες, κ.α. (8) από τις κυριότερες πόλεις του ανατολικού, αλλά και του δυτικού τμήματος της αυτοκρατορίας - από την Αθήνα, το Αιγαίο, την Ιωνία, την Κύπρο, την Κρήτη, τη Ρώμη, τη Σικελία κ.α.(9) ...(σς. 209-20).

Ο Κωνσταντίνος θα αξιοποιήσει την ελληνική πολιτιστική παράδοση για την προσωπική του αίγλη, ταυτίζοντας το χάλκινο άγαλμα του Απόλλωνα που έστησε πάνω στην περίφημη πορφυρή κολώνα της Αγοράς, τον «κυκλοτερή πορφυρούν κίονα» (10), με το αυτοκρατορικό του μεγαλείο. Στην κεφαλή του αγάλματος, που αφιέρωσε στον εαυτό του, προσέθεσε ακτινωτά ήλους «από τον σταυρό του Χριστού», για να λάμπει σαν τον ήλιο...(σ. 211) (11).

Η παραδοσιακή επομένως αισθητική και η πανάρχαιη λαϊκή ποιλιτιστική παιδεία δεν είχε σβήσει , παρά τους βανδαλισμούς των πρώτων χριστιανών εναντίον των κλασσικών μνημείων. Και δεν θα σβήσει ποτέ στον ελληνικό κόσμο. Έτσι εξηγείται η διατήρηση ανέπαφων τόσων γλυπτών στην Κωνσταντινούπολη ως την επιδρομή των Δυτικών Βαρβάρων. Απώλειες σημειώθηκαν μόνο από σεισμούς, πυρκαγιές και εσωτερικές ταραχές - λαϊκές εξεγέρσεις, συγκρούσεις και καταστολές. Οι Χριστιανοί της πρωτεύουσας θαύμαζαν τα αγάλματα που στόλιζαν την πόλη τους...(σς.212-213)

Οι βυζαντινοί διανοούμενοι - ακόμα και θεολόγοι- έχουν βαθειά γνώση της αρχαίας τέχνης και εκφράζουν χωρίς επιφυλάξεις τον απεριόριστο θαυμασμό τους. Συχνότατες στους βυζαντινούς αιώνες οι αναγωγές στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και τους επιφανείς δημιουργούς του και οι συγκρίσεις της βυζαντινής εικονογραφίας με την κλασσική ζωγραφική που αποκαλύπτουν κοινά οι παράλληλα καλλιτεχνικά ιδεώδη...(σς. 226-227)»   

Αγαπητοί Σύνεδροι,

Το κείμενό μου δεν επεδίωξε να πρωτοτυπήσει, αλλά να αποδείξει, μέσω της έρευνας διακεκριμένων αρχαιολόγων, την αντιεπιστημονικότητα του νεοειδωλολατρικού φανατισμού και των γενικεύσεών του σε ένα θέμα, που έχει κεντρική θέση στην αντιχριστιανική πολεμική του. Οι αυθεντικοί Χριστιανοί, και μάλιστα οι Έλληνες, ετίμησαν την τέχνη των προγόνων τους και κληρονόμησαν το καλλιτεχνικό  πνεύμα τους, για να προχωρήσουν στην δική του - καθαρά ελληνική - καλλιτεχνική δημιουργία.

Σημειώσεις:

1) 318, όχι «Κατά Ελήνων», ο τίτλος αυτός είναι μεταγενέστερος και προσετέθη απ' τους εκδότες.
   
2) Περιοδικό ΕΛΛΗΝΙΚΑ, τ.44, Θεσσαλονίκη 1994, σς. 31-50
3) Πραξ.17,23. Ο Απόστολος Παύλος δεν καταστρέφει ή διαστρέφει την ελληνική θρησκευτικότητα, αλλά την στρέφει προς τον αναμενόμενο Αληθινό Θεό.

4) ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, εις νεωτέραν χηρεύσασαν, 1

5) Βλ. το άρθρο του ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ στη ΘΗΕ, τ.8, 1960, στ. 294-299 με βιβλιογραφία

6) P. Petit, "Sur la date du ‘pro Templis' de Libanius", en Byzantion XXX (1951), fasc Ι. 285-310

 7) Βλ. το βιβλίο του: Η λεηλασία και η καταδρομή των Ελληνικών Αρχαιοτήτων, Αθήνα 1997.

8) « πάντα Δε τα χαλκουργεύματα και τα ξόανα εκ διαφόρων ναών και πόλεων αθροίσας έστησεν αυτά εις διακόσμησιν της πόλεως, ομοίως Δε και τους κίονας των περιπάτων» Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, εκδ. Preger τ. Β', 145

 9) «Ότι από Ρώμης πολλά ενεχθέντα είδωλα έστησαν εν τω Ιπποδρόμω εξαίρετα Δε εξήκοντα, εν οις και είκοσι του Αυγούστου. Από Δε Νικομηδείας στήλαι πολλαί ήκασιν. Ομοίως Δε από Αθηνών και Κυζίκου και Καισαρείας και Τράλλης και Σάρδης και Μωκησού και από Σεβαστείας και Σατάλων και Χαλδείας και Αντιοχείας της μεγάλης και Κύπρου και από Κρήτης και Ρόδου και Χίου και Ατταλείας και Σμύρνης και Σελευκείας και από Τυάνων και Ικονίου και Βιθυνών Νικαίας και από Σικελίας και από πασών των πόλεων ανατολής και δύσεως ήκασι διαφοροι στήλαι παρά του μεγάλου Κωνσταντίνου». Γ. ΚΩΔΙΝΟΣ, Παρεκβολαί εκ της βίβλου του Χρονικού περί των πατρίων της Κωνσταντινουπόλεως, εκδ. Βόννης 1843, σ. 53. Η λέξη «στήλη» σημαίνει άγαλμα. « Ολόχρυσον την στήλην σου στήσουν εις το παλάτιν» Καλλίμαχος και Χρυσορρόη, στ.1172.

10) Κατά τον ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΕΔΡΗΝΟ «πορφυρούς κίων» στήθηκε το 320, κατά το Πασχάλιον Χρονικόν το 328. Το άγαλμα του Απόλλωνα είχε αφαιρεθεί, κατά τον Βυζαντινό χρονογράφο Μιχαήλ Γλύκα, από την Ηλιούπολη της Φρυγίας. Τον ομώνυμο ναό έκλεισε ο Κωνσταντίνος (ΕΥΣΕΒΙΟΣ, Εις τον βίον Κωνσταντίνου Βασιλέως, Γ' 55-56). Κατά τον Μανουήλ Χρυσολωρά στην κορυφή του «πορφυρού κίονος» είχε αρχικά τοποθετηθεί σταυρός. Γράφει « περί του αίροντος τον σταυρόν πορφυρού κίονος, επί της αυλής του μεγάλου Κωνσταντίνου βασιλείων αυτού πηξαμένου και ιδρυμένου, πάντας μεν ανδριάντας πάσας Δε στήλας νικώντος» (Του λογιωτάτου Μανουήλ Χρυσολωρά επιστολή προς τον Ιωάννην βασιλέα εν ή συγκρισις της παλαιάς και νέας Ρώμης).

11) «Δίκην Ηλίου έστησεν αυτήν εις το όνομα αυτού θήσας εν τη κεφαλή ήλους εκ των του χριστού δίκην ακτίνων ως Ήλιος τοις πολίταις εκλάμπων» Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, τ. Β', 174,45. Κατά τον ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΡΟΔΙΟ, το άγαλμα ήταν επιχρυσωμένο, «χρυσώ καταυγάζοντα». Στίχοι Κωνσταντίνου Ασηκρίτη του Ροδίου, σ. 69.

Φαινόμενα Νεοειδωλολατρίας
Δωδεκαθεϊσμός
Υποτίμηση Παλαιάς Διαθήκης
Ολυμπιακοί Αγώνες

Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου
Θεσσαλονίκη 25-27 Μαΐου 2003

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ 



5.

Η Ιστορία που δεν διδαχτήκαμε.
Ο πυρήνας της αποτυχίας του ελληνικού κράτους.
Η ιστορική περίοδος που διανύουμε συνιστά απαρχή ευθείας αμφισβήτησης του μεταβυζαντινού θεοκρατικού μορφώματος, που σκέπασε το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα, στον τόπο που το Φως γεννήθηκε και εκλύθηκε, και βύθισε τους έλληνες σε βαθύ πνευματικό σκοτάδι.
Οι έλληνες, ωσάν άλλοι εβραίοι, ζήσαμε 2000 χρόνια χωρίς πνευματική πατρίδα, αποκομμένοι πλήρως από τις Αρχές και τις Αξίες του το Αρχαίου Ελληνικού Ιδεώδους. Τα τελευταία 200 χρόνια υποστήκαμε βίαιο αφελληνισμό από το νεοβυζαντινό θεοκρατικό μόρφωμα που αυτοαποκαλείται «ελληνικό» κράτος • το ανοσιούργημα αυτό που γεννήθηκε στη βεβήλωση της Δήλου, με την αποξήλωση των ιερών των Δηλιογεννημένων Απόλλων και Άρτεμις, από τα μάρμαρα των οποίων κατασκευάστηκε η εκκλησία της Παναγίας της Τήνου, που κτίστηκε στα λείψανα ναού των Ποσειδώνα και Αμφιτρίτης. Οι μεσαιωνικές ανθελληνικές πρακτικές του βυζαντινοχριστιανικού μιάσματος συνεχίστηκαν ως τις μέρες μας (από το θεοκρατικό υβρίδιο της μεταπολίτευσης), με αιχμή την αποκοπή των ελλήνων από την Αρχαία Ελληνική Κληρονομιά μας, μέσω της αυστηρά ελεγχόμενης παιδείας στα ανθελληνικά σχολεία.

Βυζάντιο: η Αυτοκρατορία του Σκότους
Οι βυζαντινοί, οι χειρότεροι διώκτες του Ελληνισμού, ποτέ δεν αυτοπροσδιορίστηκαν ως έλληνες. Το συνηθισμένο όνομα της αυτοκρατορίας, αυτό που απαντάται στα επίσημα κείμενα της αυτοκρατορίας, στους χρονικογράφους και τους ιστορικούς της εποχής είναι "το Κράτος", "Η Βασιλεία των Ρωμαίων", "Το Χριστιανικό Κράτος", "Το Ορθόδοξον Βασίλειον", "η Ρωμανία». Οι πολίτες της αυτοκρατορίας προσδιορίζονταν ως «ρωμαίοι». «Έλληνας» για τους βυζαντινούς ήταν όρος υβριστικός, επειδή σήμαινε λάτρης της αρχαίας (ελληνικής) θρησκείας. Ο «έλληνας» ως εθνοτικός και φυλετικός προσδιοριστικός όρος είχε ταυτιστεί με την «παλιά» θρησκεία, που λόγω χριστιανισμού έπρεπε να εκριζωθεί βίαια, λόγος για τον οποίο όσοι αυτοπροσδιορίζονταν έλληνες μαρτύρησαν χύνοντας το αίμα τους στο όνομα της βυζαντινής θεοκρατίας. Ο Ελληνισμός επιβίωνε εντός της αυτοκρατορίας χωρίς εθνική υπόσταση, διωκόμενος ανηλεώς ως έθνος και ως πολιτισμός.
Οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου, οι θεωρούμενοι ως εκλεκτοί του χριστιανικού θεού και ηγέτες όλων των υπολοίπων κρατών, οι αιμοσταγείς αυτοί διώκτες των ελλήνων, οι καταστροφείς των ελληνικών ναών, που ο πεπλανημένος λαός μας προσκυνά ως… «αγίους», δεν στερούνταν ελληνικής καταγωγής μόνο, αλλά και ελληνικής συνείδησης. Ήταν βούλγαροι, ίβηρες, αρμένιοι, ίσαυροι, καρδούχοι, ιλλυριοί, σλάβοι, φράγκοι, και ελάχιστοι έλληνες με μικτή καταγωγή (από γονέα έλληνα). Στους πίνακες που ακολουθούν φαίνεται αναλυτικά η εθνική καταγωγή καθενός από τους αλλοεθνείς αυτοκράτορες του Βυζαντίου (δεν κατέστη δυνατό να βρω την πρωτότυπη πηγή καθόσον οι παρατιθέμενοι πίνακες κυκλοφορούν ευρέως στο διαδίκτυο).
Συνεκτικό στοιχείο της αυτοκρατορίας δεν ήταν ανέκαθεν η ελληνική γλώσσα, ούτε, ασφαλώς, η ελληνική συνείδηση, όπως το νεότερο θεοκρατικό μόρφωμα προπαγανδίζει. Συνεκτικός δεσμός του Βυζαντίου ήταν το κοινό θρήσκευμα, η χριστιανική θρησκεία, η οποία επιβλήθηκε από άκρη σε άκρη της αυτοκρατορίας με βίαιο εκχριστιανισμό. Ο χριστιανισμός καθιερώθηκε ως επίσημη θρησκεία μετά το έτος 380, με τον ορθόδοξο χριστιανισμό να επικρατεί απόλυτα μετά το 1054.
Σε ότι αφορά στην κοινή γλώσσα, ήτοι την ομιλούμενη ελληνική ως επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας, πράγματι, η ελληνική καθιερώθηκε μετά το έτος 620 ως επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας κυρίως λόγω του ότι ο χριστιανισμός βασίστηκε και διαδόθηκε στην ελληνική, γεγονός που εξυπηρετούσε τη θεοκρατία • επίσης επειδή στην Ασία και την Αίγυπτο μιλούσαν Ελληνικά από την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου. Ως δεύτερη γλώσσα οι βυζαντινές ελίτ μιλούσαν τα λατινικά, που ήταν η επίσημη γλώσσα πριν το 620. Δεν πρέπει σε καμία όμως περίπτωση να συγχέεται η χρήση της ελληνικής γλώσσας με την ελληνική συνείδηση και καταγωγή. Η κοινή επίσημη (ελληνική) γλώσσα εξυπηρετούσε τις ανάγκες αποτελεσματικής διοίκησης της αχανούς Βυζαντινής αυτοκρατορίας, που από τη φύση της κατείχε εδάφη που κάλυπταν τεράστιες γεωγραφικές περιοχές, με την κάθε περιοχή να έχει τη δική της γλώσσα και ξεχωριστή εθνοτική ταυτότητα. Το γεγονός της χρήσης της ελληνικής (ως επίσημης) από τα κατεχόμενα έθνη, ουδόλως συνεπάγεται ότι οι υπό κατοχή πληθυσμοί είχαν και συνείδηση ελληνική! Για να γίνει αντιληπτό ότι η γλώσσα δεν είναι δηλωτική ούτε εθνικής συνείδησης, πόσο μάλλον εθνικής καταγωγής, αρκεί το παράδειγμα της γαλλόφωνης Αφρικής, ως πρώην γαλλικής αποικίας • το σύνολο σχεδόν των μπανανιών της Αφρικής ομιλεί ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα τη γαλλική αλλά οι πολίτες των μπανανιών δεν είναι γάλλοι ούτε στη συνείδηση ούτε στην καταγωγή. Το ίδιο ισχύει και με τις πρώην ισπανικές και πορτογαλικές αποικίες της Λατινικής Αμερικής. Πορτογαλία και η Ισπανία πρωτοστάτησαν στην ευρωπαϊκή εξερεύνηση του πλανήτη και εγκαθίδρυσαν τεράστιες πολυπληθείς αυτοκρατορίες, στις οποίες επίσημη γλώσσα ήταν η πορτογαλική και ισπανική. Ακόμη και σήμερα οι χώρες της Λατινικής Αμερικής μιλούν την πορτογαλική και την ισπανική (ως μητρική γλώσσα) αλλά οι βραζιλιάνοι και οι αργεντινοί δεν είναι πορτογάλοι και ισπανοί ούτε στη συνείδηση ούτε στην καταγωγή, παρότι έχουν κοινό συνεκτικό δεσμό (πλην της κοινής γλώσσας και) τον καθολικισμό • καθολικοί είναι: 94 % των ισπανών, 86,9% των πορτογάλων, 73,6% των βραζιλιάνων και 78% των αργεντινών. Οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, το Χονγκ Κονγκ, η Ινδία, η Κύπρος, η Μάλτα, η Ζιμπάμπουε, η Νότια Ροδεσία, η Γουιάνα, η Τζαμάικα, τα Μπαρμπάντος και τα υπόλοιπα νησιά της ανατολικής Καραϊβικής, αποτελούσαν μεταξύ άλλων τις κτήσεις, τις αποικίες, τα προτεκτοράτα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (British Empire). Επίσημη γλώσσα ήταν -και στις περισσότερες χώρες εξακολουθεί να είναι- η αγγλική γλώσσα. Μάλιστα οι ανομοιογενείς εθνοτικά πληθυσμιακές ομάδες των παραπάνω περιοχών, που μεταξύ 1945 και 1965 αριθμούσαν τα 700 εκατομμύρια πληθυσμό, ήταν όλοι πολίτες υπό βρετανική κυριαρχία έξω από το Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι προφανές ότι, οι αγγλόγλωσσοι πολίτες των παραπάνω χωρών δεν ήταν και δεν είναι βρετανοί ούτε στη συνείδηση ούτε στην καταγωγή, παρότι οι περισσότεροι από αυτούς εξακολουθούν να είναι (και) χριστιανοί στο θρήσκευμα. Τέτοια ακριβώς περίπτωση ήταν και η ελληνική γλώσσα (ως επίσημη) στη βυζαντινή αυτοκρατορία.
Σε ότι αφορά την άποψη σύμφωνα με την οποία τους τελευταίους τρεις αιώνες της αυτοκρατορίας η κυριαρχούσα συνείδηση ήταν η ελληνική, λεκτέα τα εξής: Μετά τους πρώτους τέσσερις αιώνες της αυτοκρατορίας οπότε και εκριζώθηκε βίαια ο Αρχαίος Ελληνικός Πολιτισμός, οι διωγμοί κατά των ελλήνων Εθνικών σταδιακά περιορίστηκαν. Αργότερα, έχοντας ο χριστιανισμός επικρατήσει πλήρως έναντι τις «παλιάς» θρησκείας, οι διωγμοί σταμάτησαν. Έκτοτε θεμέλιο της βυζαντινής αυτοκρατορίας αποτέλεσε η χριστιανοσύνη υπό την ελληνική γλώσσα, ενώ από το 1054 και μετά ορθοδοξία και ελληνική γλώσσα αποτέλεσαν θεμέλιο της αυτοκρατορίας (ανάλογα, θεμέλιο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας αποτέλεσε το Στέμμα και η αγγλική γλώσσα). Όσοι επικαλούνται «κυρίαρχη ελληνική συνείδηση» στο Βυζάντιο, ιδίως τους τελευταίους τρεις αιώνες της αυτοκρατορίας, ΔΕΝ την εννοούν ως «ελληνική» με την έννοια των Αρχών και των Αξιών του Αρχαίου Ελληνικού Ιδεώδους, ΑΛΛΑ την εκλαμβάνουν ως αμιγώς «ελληνοχριστιανική» (ορθόδοξη χριστιανική πίστη + ελληνική γλώσσα) ΑΠΟΚΛΕΙΟΜΈΝΩΝ ΠΛΉΡΩΣ ΤΩΝ ΑΡΧΏΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΞΙΏΝ ΤΟΥ ΑΡΧΑΊΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΎ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΎ · σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται η παραχάραξη της Ιστορίας: ελληνισμός = ορθόδοξος χριστιανισμός με βίαιη αποκοπή της Αρχαίας Ελληνικής Κληρονομίας από την έννοια «Ελληνισμός». Αυτή ακριβώς είναι και η ιδεολογία που κυριάρχησε στις κοσμικές και θρησκευτικές ελίτ του θεοκρατικού «ελληνικού» μορφώματος που ιδρύθηκε μετά την επανάσταση του 1821. Όταν η εγχώρια θεοκρατία λέει «Βυζάντιο = ελληνισμός», στην πραγματικότητα εννοεί την τελική επικράτηση του ελληνοχριστιανισμού επί των Αρχών και των Αξιών του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού. Επίσης ότι, «ΠΟΤΕ δεν παραιτούμαστε από τη μάχη κατά του Αρχαίου Ελληνικού Ιδεώδους και όσα αυτό πρεσβεύει». Αυτό είναι και το πραγματικό δράμα του Ελληνισμού, η μεγάλη συμφορά που βρήκε τον Ελληνισμό. Η ουσία του δράματος του Ελληνισμού αποτυπώνεται στις θέσεις που διατυπώνονται στο «εις τον άγιον Ιωάννην τον απόστολο κι ευαγγελιστή» (59,370,7-11), που λέγει τα εξής εκπληκτικά που δείχνουν την απέχθεια και το μίσος του για τον ελληνικό πολιτισμό: «Αν κοιτάξεις στα ενδότερα των Ελλήνων θα δεις τέφρα και σκόνη και τίποτα υγιές, αλλά σαν τάφος ανοιγμένος είναι ο λάρυγγας αυτών γεμάτος ακαθαρσίες και πύον και τα δόγματά τους γεμάτα σκουλήκια... εμείς δεν παραιτούμαστε της κατ' αυτών μάχης». Το «ΕΜΕΙΣ ΔΕΝ ΠΑΡΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΑΧΗΣ» αποτέλεσε τον ιδεολογικό και θεολογικό πυρήνα του βυζαντινού μιάσματος, όπως εξάλλου και των συνεχιστών του ως την περίοδο της ύστερης μεταπολίτευσης.
Την επαναφορά του όρου «έλληνας» οφείλουμε εν πολλοίς στην εμμονή των Δυτικών να μην ταυτίζονται οι βυζαντινοί (οι οποίοι αυτοαποκαλούνταν «ρωμαίοι») με την εκχριστιανισμένη «Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία». Μετά το σχίσμα των εκκλησιών, οι Δυτικοί αποκαλούσαν την «Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία» ως “Royaume de Grece” (“Emperum Graecorum”) διότι θεωρούσαν ύβρη να χρησιμοποιείται το όνομα της Αυτοκρατορίας από τους «σχισματικούς».
Το «ελληνικό» θεοκρατικό μόρφωμα ως συνεχιστής του Βυζαντίου
Από την ίδρυση του «ελληνικού» υβριδίου μετά την επανάσταση του 1821, η ελληνόγλωσση ορθόδοξη εκκλησία, ύστερα από 400 χρόνια στενής συνεργασίας του Πατριαρχείου με την Οθωμανική Πύλη, εγκατέστησε στην ελληνική γεωγραφική επικράτεια ένα στυγνό καθεστώς θεοκρατίας που καταδυναστεύει τον Ελληνισμό ως τις μέρες μας. [Ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’ προχώρησε στον αφορισμό του Πατριαρχείου κατά της Φιλικής Εταιρείας και του κινήματος Αλέξανδρου Υψηλάντου και Μιχαήλ Σούτσου. Έτσι αφόρισε την επανάσταση των ελλήνων κατά της Οθωμανικής Πύλης. Την απόφαση για αφορισμό την έλαβε σώμα 72 εκπροσώπων της ρωμιοσύνης της Κωνσταντινούπολης μεταξύ των οποίων ιερείς και πολιτικοί]
Με την ίδρυση του «ελληνικού» κράτους η ελληνόγλωσση θεοκρατία είδε τον εαυτό της ως… συνεχιστή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας!! Υπήρχε όμως σε αυτό ένα ιστορικό πρόβλημα: Καθ’ όλη τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Βυζάντιο και Ελληνισμός ήταν έννοιες ασύμβατες μεταξύ τους • το Βυζάντιο υπήρξε Μέγας Διώκτης του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού. Το Βυζάντιο έκαψε, γκρέμισε, λεηλάτησε τους Ελληνικούς ναούς, κατάσφαξε τους έλληνες Εθνικούς, έκαψε ή πούλησε στους Δυτικούς τα αρχαία ελληνικά συγγράμματα, έκλεισε τις Φιλοσοφικές Σχολές και στη θέση τους διέδωσε τον Σχολαστικισμό (δηλαδή την υποταγή της φιλοσοφίας στη θρησκεία), κατήργησε την Ιπποκράτειο Ιατρική ως εργαλείο του διαβόλου εισάγοντας μαζικά ως θεραπευτική μέθοδο τους εξορκισμούς, κατήργησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες, αντικατέστησε την χαρά και το Φως της Αρχαίας Ελλάδος με το σκοτάδι της φρίκης, του θανάτου, του ολέθρου, την υποταγή, την υπακοή, την κακοποίηση του σώματος με τον ασκητισμό και τις εξαντλητικές νηστείες που καταβάλουν σώμα και πνεύμα. Ο συγγραφέας Τζόζεφ Μακ Κέϊμπ παραδέχθηκε: «Το Βυζάντιο επί δέκα ολόκληρους αιώνες δεν κατόρθωσε να παράξει ούτε ένα βιβλίο που να διαβάζεται σήμερα από έναν καλλιεργημένο άνθρωπο».
[«Διατάσσουμε όλα τα ιερά και οι ναοί των Ελλήνων, όσα βρίσκονται ακόμα άθικτα, να καταστραφούν με διαταγή των τοπικών αρχών και να εξαγνιστούν με την ύψωση του σημείου της σεβαστής χριστιανικής θρησκείας. Αν με επαρκείς αποδείξεις ενώπιον ικανού δικαστή εμφανιστεί κάποιος που έχει παραβλέψει αυτόν τον νόμο, θα τιμωρηθεί με την ποινή του θανάτου». Με αυτό το περιεχόμενο εξεδόθη διάταγμα από τους αυτοκράτορες Θεοδόσιο και Βαλεντιανό προς Ισίδωρον, Έπαρχο Πραιτωρίου, στις 14 Νοεμβρίου 435 μ.Χ.
«Επειδή μερικοί συνελήφθησαν (αν και αξιώθηκαν το χριστιανικό βάφτισμα) διακατεχόμενοι την πλάνη των ανόσιων μυσαρών Ελλήνων, να διαπράττουν εκείνα που δικαιολογημένα εξοργίζουν τον φιλάνθρωπο Θεό μας, αυτοί θα υποβληθούν στην αντίστοιχη τιμωρία και μάλιστα με πνεύμα επιείκειας. Αν επιμείνουν στην πλάνη των Ελλήνων, θα υποβληθούν στην εσχάτη των ποινών. (…) Θεσπίζουμε αυτούς τους νόμους για τους αλιτήριους Έλληνες». (Ιουστινιάνειος κώδικας 1.11.10).
Ο Κωνσταντίνος, ο αποκαλούμενος από τη μεταβυζαντινή θεοκρατία και ως «Μέγας», ο αιμοσταγής αυτός διώκτης των ελλήνων που ο πεπλανημένος λαός μας προσκυνά ως «άγιο» (!), συντρίβει τον ανταγωνιστή του Λικίνιο και αναγνωρίζει τον χριστιανισμό ως εναλλακτική λατρεία της αυτοκρατορίας. Λεηλατεί το Μαντείο του Διδυμαίου Απόλλωνος και της Αρτέμιδας κοντά στην Μίλητο και θανατώνει με βασανιστήρια όλους τους ιερείς του. Στο «άλσος της Αρτέμιδος», το αποκαλούμενο από τους σφετεριστές της Ιστορίας «Άγιον Όρος» και «Περιβόλι της Παναγιάς», εξαπολύει μέγα διωγμό κατά των Εθνικών ελλήνων, καταστρέφονται όλα τα εκεί ελληνικά Ιερά, εκριζώνεται βίαια η λατρεία της Αρτέμιδας, ξεθεμελιώνεται ακόμη και το μεγαλειώδες άγαλμα του Δία που έστεκε στην κορυφή του όρους Άθως (βλ. Χερσόνησος του Άθω: Από «Άλσος της Αρτέμιδος» και «Άλσος των Μουσών» έγινε «Άγιον Όρος» και «περιβόλι της Παναγίας»!  https://www.facebook.com/alampasis.t/posts/10212376304140574
Ο «Μέγας» Κωνσταντίνος ΔΕΝ ήταν έλληνας. Το όνομά του ήταν Flavius Valerius Aurelius Constantinus. Γεννήθηκε στις 27 Φεβρουαρίου του έτους 272 στην πόλη Ναϊσσός της Μοισίας (στην πόλη Νας της σημερινής Σερβίας). Πατέρας του ήταν ο Gaius Flavius Valerius Constantius ο οποίος ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας. Μητέρα του αποκαλούμενου «Μεγάλου» Κωνσταντίνου ήταν η Flavia Iulia Helena Augusta γνωστή στους σύγχρονους έλληνες ως… Αγία Ελένη (!) γεννημένη στη Βιθυνία της σημερινής τουρκικής επαρχίας Γιάλοβα. Ο πατέρας της ήταν ξενοδόχος, ενώ ο Φιλοστόργιος στην Εκκλησιαστική του Ιστορία (Hist. Eccl., 2.16) την κατηγορεί ότι ήταν «κοινή γυναίκα», όχι πολύ διαφορετική από τις πόρνες (Wikipedia).
Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Flavius Theodosius Augustus (379 - 395), γεννημένος στην επαρχία της Γαλικίας στη Βορειοδυτική Ισπανία, ο αποκαλούμενος από την ορθόδοξη θεοκρατία «Άγιος Θεοδόσιος ο Μεγάλος ο βασιλεύς», ο οποίος κατά την ανθελληνική προπαγάνδα «ήταν πρότυπο ηγεμόνος, πλήρης ευσέβειας και δικαιοσύνης και είχε το χάρισμα της ταπεινώσεως και της συνεχούς μετάνοιας», αποτέλεσε τον σκληρότερο διώκτη των ελλήνων και του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού (Wikipedia, Εφημ. Το Βήμα , «Θεοδόσιος A'' ο Μέγας 347-395: Ο διώκτης της ειδωλολατρίας» - σημ: «Ο διώκτης της ειδωλολατρίας» γράφει το εργαλείο προπαγάνδας του ανθελληνικού καθεστώτος, η εφημερίδα «το Βήμα», αντί του ορθού «Ο διώκτης των ελλήνων και του Ελληνικού Πολιτισμού» - Αν όμως έγραφε «ο διώκτης των ελλήνων και του Ελληνικού Πολιτισμού», θα ξεκινούσε πόλεμος από το παρακράτος της Εκκλησίας, αρχής γενομένης με κόψιμο μαχαίρι της διαφήμισης της Εθνικής Τράπεζας από τα έντυπα του ΔΟΛ). Ο Θεοδόσιος φρόντισε για τα μεγαλειώδη ανθελληνικά νομοθετήματα εκριζώνοντας βίαια την Ελληνική θρησκεία κατασφάζοντας τους έλληνες Εθνικούς. Μεγαλοπρεπείς ελληνικοί ναοί καταστράφηκαν, μεταξύ άλλων ο περίφημος ναός του Σεράπιδος στην Αλεξάνδρεια, ο περικαλλής ναός στην Απαμεία και πολλοί άλλοι. Οι τελετουργίες των Αρχαίων Ελλήνων απαγορεύτηκαν, ενώ το 394, κατήργησε διά νόμου, τους Ολυμπιακούς Αγώνες, με το σκεπτικό ότι χρησίμευαν στη διατήρηση της πλάνης των ειδώλων. Ιστορική για τη σκληρότητά της έχει μείνει η σφαγή 15.000 θεσσαλονικέων στον Ιππόδρομο το 390 μ.Χ., με διαταγή του Θεοδοσίου, ως τιμωρία για την εξέγερση εναντίον της φρουράς του, που αποτελούταν από Γότθους υπό τον Βουτέριχο. Όταν ο Θεοδόσιος πληροφορήθηκε τα γεγονότα εξοργίστηκε και αποφάσισε να τιμωρήσει σκληρά τη Θεσσαλονίκη. Η βάρβαρη γοτθική φρουρά της πόλης εκτέλεσε την τιμωρία που διέταξε ο Θεοδόσιος με σατανικό τρόπο. Την επόμενη μέρα ο λαός προσκλήθηκε στον Ιππόδρομο τάχα για να παρακολουθήσει τους αγώνες. Κι όταν το ανυποψίαστο πλήθος συγκεντρώθηκε και παγιδεύτηκε, ξεχύθηκαν μέσα στον ιππόδρομο οι Γότθοι στρατιώτες και άρχισαν να σφάζουν όποιον έβρισκαν μπροστά τους, χωρίς διάκριση. Τα θύματα της φοβερής αυτής σφαγής έφτασαν τις 7.000 ή, κατ’ άλλους, τις 15.000. Αυτό αποτέλεσε ένα από τα τραγικότερα σημεία της Βυζαντινής ιστορίας (Wikipedia). Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Θεοδόσιος τον Φεβρουάριο του 380 καθιέρωσε τον «θρίαμβο της ορθοδοξίας» και υπέβαλε ως επίσημη υποχρεωτική θρησκεία τον χριστιανισμό. Για τις υπηρεσίες που προσέφερε στον χριστιανισμό ο Θεοδόσιος ονομάστηκε «Μέγας».
Σημειωτέων ότι ούτε το όνομα «Κωνσταντίνος» είναι ελληνικό. Το ίδιο ισχύει και το τοπωνύμιο «Κωνσταντινούπολη» (Ιστανμπούλ). Κωνσταντίνος κ. με συγκοπή του -ντίνος: Κώστας κ. Κωστής. Επίσης: Ντίνος, Κωνσταντής κ. Κωσταντάς, διαλ. Κωτίκας κ. Κωστίκας, Κώτσος // θηλ. Κωνσταντίνα κ. Κωνσταντία κ. Κωστάτζα κ. Κωστούλα. Το ΕΛΝΣΤ αυτό όνομα που διαδόθηκε προέρχεται από το λατινικό όνομα Constantinus, το όνομα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, < επίθ. constans και σημαίνει «σταθερός, βέβαιος», οπότε θα σήμαινε «υπομονετικός» ή «αποφασιστικός». Πέραν των λατινικών ονομάτων, κυρίαρχα στην μεταβυζαντινή Ελλάδα είναι και τα εβραϊκά. Είναι ονόματα εβραϊκής προέλευσης που επιβλήθηκαν λόγω της σημασίας τους για τον χριστιανισμό. Σε αυτά περιλαμβάνονται ονόματα: του Χριστού (Εμμανουήλ), της Παναγίας (Μαρία), του Προδρόμου (Ιωάννης), των Αποστόλων (π.χ. Ιάκωβος), και τέλος σημαντικών προσώπων της Παλαιάς Διαθήκης (π.χ. Ηλίας, Δανιήλ). Εβραϊκής προέλευσης είναι τα: Άννα, Εμμανουήλ, Ηλίας, Θωμάς, Ιάκωβος, Ιωάννης, Μαρία, Ματθαίος, Μιχαήλ, Σάββας. Η συντριπτική πλειονότητα των ονομάτων που μάς κληροδότησε η εκκλησιαστική παράδοση ανήκει στην εποχή από τον 3ο αιώνα π.Χ. ως την εποχή του Ιουστινιανού, τον 6ο αιώνα μ.Χ. (που είναι τα όρια της ελληνιστικής περιόδου της ελληνικής γλώσσας). Τα ονόματα που μας κληροδότησε η εκκλησιαστική παράδοση είναι τα: Αθανάσιος, Αικατερίνα, Αναστάσιος, Ανδρέας, Βασίλειος , Γεώργιος , Γρηγόριος, Ελευθέριος, Ευθύμιος, Ευστάθιος , Ευστράτιος, Θεοφάνης, Κυριάκος , Παντελεήμων, Πέτρος, Σπυρίδων, Σωτήριος, Χαραλάμπης, Χρήστος. Ρωμαϊκά είναι τα: Κωνσταντίνος, Λουκάς, Μαρίνα, Παύλος. Μεσαιωνικά είναι τα: Αργύρης, Γεράσιμος, Παναγιώτης, Φανούριος, Σταύρος. Ελληνικά ονόματα από την αρχαία ελληνική παράδοση είναι τα: Αθηνά, Αλέξανδρος, Αλκιβιάδης, Αντιγόνη, Αριστείδης, Ασπασία, Αφροδίτη, Αχιλλεύς, Δημοσθένης, Ερασμία, Ευγενία, Ευριπίδης, Ηρακλής, Θεμιστοκλής, Θρασύβουλος, Ιάσων, Ιφιγένεια, Καλλιόπη, Κλειώ, Κλεοπάτρα, Λεωνίδας, Μελπομένη, Μενέλαος, Μιλτιάδης, Ξενοφών, Οδυσσέας, Περικλής, Πηνελόπη, Πολυξένη, Σωκράτης, Τηλέμαχος, Χαρίκλεια, Χαρίλαος. (Γιώργος Μπάτζιος - Μαρία Γαλάνη, υλικό από ραδιοφωνικές εκπομπές, υπεύθυνος σειράς: Γ. Μπαμπινιώτης, κείμενο στο μονοτονικό)]
Η παραχάραξη της Ιστορίας – Η απέχθεια και το άσβεστο μίσος των εκκλησιαστικών ελίτ για τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό – Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων
Η ουσία του ανυπόστατου και του στερούμενου εθνικής ταυτότητας «ελληνικού» υβριδίου, που ιδρύθηκε ουσιαστικά με συνθήκη του Λονδίνου στις 6 Ιουλίου 1827 υπό τις Μεγάλες Δυνάμεις (Αγγλία , Γαλλία και Ρωσία), βρίσκεται στην απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων, το υβρίδιο να ονομαστεί «Ελλάδα»! Είχε προηγηθεί η «Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος», η οποία υπό την επίβλεψη των Μεγάλων Δυνάμεων ψήφισε το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος» του 1822 . «Η σφραγίς της Διοικήσεως φέρει σημείον χαρακτηριστικόν την Αθηνάν μετά των συμβόλων της φρονήσεως» (σφραγίδα όπου εμφανίζεται η θεά Αθηνά με την ένδειξη «Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος»). Κάτω ακριβώς από τη σφραγίδα που εμφανίζει τη θεά Αθηνά, αναγράφεται «Εν ονόματι της Αγίου και αδιαιρέτου Τριάδος»!!... Παρακάτω αναγράφεται «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος» και ακριβώς από κάτω «Η επικρατούσα θρησκεία στην ελληνική επικράτεια είναι η Ανατολική Ορθόδοξη του Χριστού Εκκλησία». Και ακριβώς από κάτω η σφραγίδα της Προσωρινή Διοίκησης της Ελλάδος με τη θεά Αθηνά! [εικόνα 5]. Το υβρίδιο είχε μόλις γεννηθεί!
Δοθέντος όμως ότι στο Βυζάντιο ο ελληνισμός είχε εκριζωθεί πλήρως από τους τέσσερις πρώτους ήδη αιώνες της αυτοκρατορίας, συνεπώς ο ελληνισμός ως ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ είχε θαφτεί για πάνω από χίλια χρόνια, η απόφαση το υβρίδιο να ονομαστεί «Ελλάδα» ήταν για την ελληνόγλωσση θεοκρατία ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ! Η σφραγίδα της θεάς Αθηνάς στην «Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος» ήταν για την ελληνόγλωσση χριστιανοβυζαντινή ορθοδοξία ΣΟΚ και ΔΈΟΣ! Η έννοια «ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ» ξεθάφτηκε, αναστήθηκε κυριολεκτικά μετά από 9+ αιώνες! ! Αν το υβρίδιο ονομαζόταν «Ρωμαίικο» αντί «Ελλάς», η ελληνόγλωσση θεοκρατία θα πορεύονταν όπως και στο Βυζάντιο: θεμέλιο του νεοσύστατου κράτους θα ήταν η ορθοδοξία και η ελληνική γλώσσα (η έννοια ελληνισμός ΔΕΝ θα υπήρχε ούτε ως ονομαστική αναφορά – ο μεγαλειώδης Ελληνικός Πολιτισμός θα είχε χαθεί στη λήθη της Ιστορίας). Η ονομασία «Ελλάδα» που επιβλήθηκε για το υβρίδιο ήταν Η ΚΊΝΗΣΗ «ΜΑΤ» ΤΩΝ ΜΕΓΆΛΩΝ ΔΥΝΆΜΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΆΣΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΎ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΎ ! Προφανώς οφείλουμε πολλά ως έλληνες στο Μεγάλο Γαλλικό Έθνος, τον «Φύλακα Άγγελο» του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού, στη μυστική διπλωματία μεταξύ των τριών Μεγάλων Δυνάμεων, στις συμφωνίες που έγιναν μεταξύ τους και στα ανταλλάγματα που δόθηκαν (πιθανώς) στην ορθόδοξη -και εκχριστιανισμένη επί Βυζαντίου - Ρωσία ! Όμως:
Δεδομένου (α) της ονομασίας του νεοσύστατου κράτους ως «Ελλάδα» και (β) της θεοκρατίας ως βασικής υπόστασης του κράτους, η ελληνόγλωσση θεοκρατία έπρεπε τώρα να βρει τρόπο ιστορικής ταύτισης «Βυζαντίου» και «Ελληνισμού! Έπρεπε γι’ αυτό η μεταβυζαντινή θεοκρατία να ΠΑΡΑΧΆΡΑΞΕΙ την Ιστορία! Αντικειμενικός στόχος της παραχάραξης ήταν η ταύτιση του «Ελληνισμού» με το «Βυζάντιο» και τον «ορθόδοξο χριστιανισμό» !!! Ταυτόχρονα, η βίαιη αποκοπή του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος και Πολιτισμού από την έννοια «Ελληνισμός»!! Η ονομασία του υβριδίου ως «Ελλάδα» είχε γυρίσει το ρολόι χίλια χρόνια πίσω. Η μάχη της ελληνόγλωσσης θεοκρατίας κατά του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού έπρεπε να ξαναδοθεί (πρέπει να καταστεί σαφές και να γίνει πλήρως αντιληπτό ότι, ο Αρχαίος Ελληνικός Πολιτισμός αποτελεί για τις ελληνόγλωσσες εκκλησιαστικές ελίτ του ορθόδοξου χριστιανισμού εχθρό θανάσιμο, εχθρό μεγαλύτερο του μουσουλμανισμού). Αν το νεοσύστατο κράτος ονομαζόταν «Ρωμαίικο» δεν θα χρειαζόταν καμία παραχάραξη της Ιστορίας • οι διωγμοί κατά του Ελληνισμού θα συνεχίζονταν απροκάλυπτα όπου και όταν αυτό απαιτούνταν. Το γεγονός όμως ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις επέβαλαν το νεοσύστατο κράτος να ονομαστεί «Ελλάδα» – εκτός ότι διέσωσε εν μέρει τον ελληνισμό από ολοκληρωτικό αφανισμό - απαιτούσε πλέον την παραχάραξη της Ιστορίας. Η παραχάραξη της Ιστορίας έγινε κυρίως μέσω της παιδείας, από τα ανθελληνικά σχολεία, εξ ου και το Υπουργείο Παιδείας και.. Θρησκευμάτων. Το «ελληνικό» θεοκρατικό μόρφωμα, το υβρίδιο αυτό που οι κοσμικές και θρησκευτικές ελίτ της χώρας αποκαλούν «ελληνικό» κράτος, συνέχισε τις ίδιες ακριβώς ανθελληνικές πρακτικές υπονόμευσης του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού: παραχάραξη της Ιστορίας, καταστροφές και λεηλασία των αρχαίων Ελληνικών ναών και μνημείων, τηρώντας κατά γράμμα τις πρακτικές του Βυζαντίου, στη βάση του βυζαντινοχριστιανικού θεολογικού δόγματος «ΕΜΕΙΣ ΔΕΝ ΠΑΡΑΙΤΟΥΜΑΣΤΕ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΜΑΧΗΣ» («εις τον άγιον Ιωάννην τον απόστολο κι ευαγγελιστή» 59,370,7-11).
[Χαρακτηριστική των ανθελληνικών πρακτικών του μεταβυζαντινού μορφώματος είναι η ατίμαση των Νεκρών προγόνων μας, στα πλαίσια άτυπης συμφωνίας μεταξύ κοσμικής και θρησκευτικής εξουσίας, με στόχο και σκοπό την αποσιώπηση της ελληνικής Ιστορίας κάθε φορά που η αρχαιολογική σκαπάνη έφερνε στο φως τα τιμημένα κόκαλα των προγόνων μας. Εμβληματικότερη περίπτωση, αυτή της επιβολής απαγόρευσης να «προσκυνήσουμε» οι έλληνες τη σορό του Βασιλέα των Μακεδόνων Φιλίππου, πατέρα του ενδοξότερου των ελλήνων Αλεξάνδρου του Μέγα. Τα οστά του Βασιλέα Φιλίππου έφερε στο φως ο αρχαιολόγος Μανόλης Ανδρόνικος το 1977. Ωστόσο επιβλήθηκε απαγόρευση από τη θεοκρατία να δουν οι έλληνες τον Βασιλιά τους • επειδή η ελληνόγλωσση θεοκρατία αναγνωρίζει ως βασιλιά της ΟΧΙ τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο τον Μέγα, αλλά τον αλλοεθνή Κωνσταντίνο τον «Μέγα», τον αιμοσταγή διώκτη των ελλήνων και ιδρυτή του Βυζαντίου! Επίσης οι περιπτώσεις των οστών στον τάφο του Αγαμέμνονα αλλά και των τιμημένων οστών των 300 ένδοξων Ιερολοχιτών, που όχι μόνο ουδέποτε αφέθηκε να εκτεθούν στις προθήκες των Μουσείων αλλά σαπίζουν στα μπουντρούμια του ανθελληνικού θεοκρατικού μιάσματος, καταδεικνύουν σαφώς ότι στην Ελλάδα εφαρμόστηκαν πολιτικές βίαιης αποκοπής των ελλήνων από το Αρχαίο Ελληνικό Ιδεώδες. Η άτυπη απαγόρευση έκθεσης των οστών των προγόνων μας στις προθήκες των Μουσείων, εδώ:
«Η επίμαχη σκηνή του ντοκιμαντέρ του Κώστα Γαβρά για το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης που ψαλιδίστηκε με παρέμβαση της Ιεράς Συνόδου επειδή απεικόνιζε ρασοφόρους χριστιανούς να σκαρφαλώνουν στις μετόπες του Παρθενώνα και να καταστρέφουν τα φειδιακά ανάγλυφα, επαναλαμβάνεται στις μέρες μας στην Ανάφη, στο μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής – Παναγίας της Καλαμιώτισσας, χτισμένο στα λείψανα του επιφανούς αρχαίου ναού του Απόλλωνα Αιγλήτη» (Εφημ. Ελευθεροτυπία, ηλ. έκδοση 11 Σεπτεμβρίου 2009, "Μοναστήρι της Παναγίας Καλαμιώτισσας: Οι μοναχοί χτίζουν πάνω σε αρχαία - Προφήτης Ηλίας κατά... Απόλλωνα"). «Στις μέρες μας, «ένα πολιτιστικό έγκλημα άνευ προηγουμένου διαπράττεται στο μοναστήρι της Καλαμιώτισσας στην Ανάφη», όπου, σύμφωνα με το δημοσίευμα, «οι μοναχοί επεμβαίνουν στο αρχαίο ιερό του Απόλλωνα Αιγλήτη, προκειμένου να χτίσουν μάντρες, πλακόστρωτα και παρεκκλήσια…» (Η εικόνα 6, που δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία τον Σεπτέμβριο του 2009, είναι από την Ελλάδα του 21ου αιώνα) . «Ουδείς ενημέρωσε για όλα αυτά ωστόσο την Αρχαιολογική Υπηρεσία, πόσο μάλλον να ζητήσει άδεια. Ουδείς δηλαδή έλαβε υπόψη του τον κηρυγμένο με νόμο αρχαιολογικό χώρο, ο οποίος μάλιστα αφορά μεγάλη έκταση». Δηλώσεις στο ΒΉΜΑ έκανε και η τότε προϊσταμένη της Εφορείας Κυκλάδων, κυρία Μαρίζα Μαρθάρη: «Όποιος θα ήθελε να κάνει μια μεγάλη επένδυση, για να είναι νομότυπος θα έπρεπε πρώτα να έλθει στην Αρχαιολογική Υπηρεσία» δήλωσε χαρακτηριστικά. Το δημοσίευμα συνεχίζει, περιγράφοντας πλήθος παραβάσεων των διατάξεων του νόμου από τον ηγούμενο της μονής Δαμασκηνό Γαβαλά.
Σύμφωνα με τα σύγχρονα εκκλησιαστικά συγγράμματα που διδάσκονται στις ιερατικές σχολές της Ελλάδας, οι άγιοι Νικόλαος και Σπυρίδωνας έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: Και οι δυο υμνούνται από την ορθοδοξία, γιατί γκρέμιζαν, έκαιγαν και λεηλατούσαν αρχαίους Ελληνικούς ναούς κι έσπαγαν αγάλματα. Στο βίο του αγίου Σπυρίδωνα (12 Δεκ.) διαβάζουμε: "Ζούσε ακόμη ο άγιος στην επισκοπή του, όταν ο πατριάρχης Αλεξανδρείας κινούμενος από θείο ζήλο και επιποθώντας να ιδή την επαρχία του απαλλαγμένη από τα διάφορα Ελληνικά είδωλα και ξόανα, με τα οποία ήταν γεμάτος ο τόπος, κάλεσε στην επισκοπή του όλους τους αρχιερείς για μια κοινή δέηση. Ήταν συνηθισμένος τρόπος η συντριβή των ειδώλων με την προσευχή των πιστών. Στην πρόσκληση του πατριάρχη έσπευσαν όλοι οι επίσκοποι κι ένας μεγάλος αριθμός πιστών να ανταποκριθούν. Στη μέρα που ωρίστηκε, άρχισε από όλους θερμή η κοινή προσευχή κι οι παρακλήσεις. Το αποτέλεσμα ευλογημένο. Ένα ένα τα διάφορα ειδωλολατρικά σύμβολα με την προσευχή των αγίων πατέρων κατά παραχώρηση θεού άρχισαν να γκρεμίζονται και να γίνονται συντρίμματα."
Μέχρι σήμερα στα μοναστήρια επιβιώνει η απέχθεια και το άσβεστο μίσος της ορθοδοξίας προς τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό και τα κλασικά έργα της αρχαιότητας. Στην εικόνα 6 , σύγχρονο λατρευτικό εικόνισμα του αγίου Νικολάου, που προσκυνούν ορθόδοξοι χριστιανοί έλληνες (!), που απεικονίζει τον άγιο να καταστρέφει ελληνικά γλυπτικά καλλιτεχνήματα. Την εικόνα προσκυνούν οι πιστοί στην μονή Εσφιγμένου στο άγιον Όρος. «Χαίρε, ο εκτεφρώσας τους βωμούς των ειδώλων» ψάλλουν ακόμη και σήμερα στους χαιρετισμούς προς τιμή του αγίου Νικολάου (6 Δεκ.) οι ορθόδοξοι έλληνες ιερείς.
Στην εικόνα 7, το κίτρινο λάβαρο με το δικέφαλο μαύρο αετό, που οι ορθόδοξοι χριστιανοί θεωρούν επίσημη σημαία του Βυζαντίου. Είναι η σημαία του μιαρού Βυζαντίου που η ανθελληνική κρατική προπαγάνδα ταυτίζει με τον ελληνισμό! Είναι η σημαία του Βυζαντίου που κυριαρχεί έξω από όλες σχεδόν της εκκλησίες και τα μοναστήρια της χώρας και έχει υιοθετηθεί ως σύμβολο του Ελληνισμού (!) από την εκκλησία της Ελλάδος. Είναι η σημαία του μιαρού Βυζαντίου, που έκαψε, γκρέμισε, λεηλάτησε τους Ελληνικούς ναούς, κατάσφαξε τους έλληνες Εθνικούς, έκαψε ή πούλησε στους Δυτικούς τα αρχαία ελληνικά συγγράμματα, έκλεισε τις Φιλοσοφικές Σχολές και στη θέση τους διέδωσε τον Σχολαστικισμό (δηλαδή την υποταγή της φιλοσοφίας στη θρησκεία), κατήργησε την Ιπποκράτειο Ιατρική ως εργαλείο του διαβόλου εισάγοντας μαζικά ως θεραπευτική μέθοδο τους εξορκισμούς, κατήργησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στο σημείο αυτό, για την ιστορική αντικειμενικότητα στο ακανθώδες εν λόγω εθνικό ζήτημα, πρέπει για να γίνει ο έξης διαχωρισμός: οι απλοί ορθόδοξοι χριστιανοί δεν φέρουν καμία ευθύνη για το κακό που βρήκε τον Ελληνισμό. Οι απλοί χριστιανοί, οι πιστοί χριστιανοί που δεν διακατέχονται από θρησκευτικό φανατισμό και μισαλλοδοξία, δεν είναι παρά πεπλανημένοι έλληνες, όπως εξάλλου όλοι μας - θύματα της προπαγάνδας του ανθελληνικού νεοβυζαντινού υβριδίου που αποκαλείται «ελληνικό» κράτος. Οι περισσότεροι από αυτούς, άνθρωποι ενάρετοι και οικογενειάρχες, είναι άδολοι πατριώτες που, υπηρετώντας την ιδεολογία του βυζαντινοχριστιανισμού, νομίζουν (εσφαλμένα) ότι υπηρετούν τον Ελληνισμό. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για τις ελληνόγλωσσες θρησκευτικές και κοσμικές «ελίτ» του θεοκρατικού υβριδίου που αποκαλείται «ελληνικό» κράτος. Αυτοί είναι γνήσιοι συνεχιστές του βυζαντινού ανθελληνικού μιάσματος. Είναι ορκισμένοι εχθροί του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού. Έχουν πλήρη επίγνωση της ταυτότητάς τους καθώς και της ιδεολογίας που φανατικά υπηρετούν. Οι εχθροί του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού, είναι και εχθροί του Ελληνισμού.]
Το νεοσύστατο «ελληνικό» υβρίδιο καμία σχέση δεν έχει το Απολλώνιο Ελληνικό Φως. Πρόκειται για στυγνή θεοκρατία, που, αφενός ως γνήσιος συνεχιστής του Βυζαντίου υπονόμευσε συστηματικά το Αρχαίο Ελληνικό Ιδεώδες, αφετέρου δε ως συνεχιστής της παράδοσης της στενής συνεργασίας Εκκλησίας - Οθωμανικής Πύλης υπονομεύει τους ελληνικούς πληθυσμούς της Ελλάδος έως και σήμερα, όπως, τηρουμένων των αναλογιών, συνέβαινε και επί τουρκοκρατίας.
[Δεδομένου του θεσμικού παρακρατικού ρόλου της εκκλησίας στα πολιτικά πράγματα της χώρας (βλ. Χριστόδουλος, ταυτότητες, συλλαλητήρια, αποκεφαλισμός Φίλη και άπειρα άλλα), τίθεται επιτακτικά το ερώτημα, αν η ηγεσία της ελληνικής εκκλησίας διατηρεί θεσμική εξάρτηση από το τουρκικό κράτος και τις υπηρεσίες του. Πρόσφατα διάβαζα ποστ στο διαδίκτυο (που αλλού?) σχετικό με εξαρτήσεις των εν Ελλάδι μητροπολιτών από το τουρκικό κράτος, που πάνω κάτω είχε ως εξής: Προϋπόθεση του εκλέγειν και εκλέγεσθαι των εν Ελλάδι μητροπολιτών στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, είναι (α) η τουρκική υπηκοότητα και (β) η μητρική γνώση της τουρκικής γλώσσας. Οι έλληνες μητροπολίτες που διεκδικούν τον πατριαρχικό θρόνο έχουν υποχρεωτικά την τουρκική υπηκοότητα καθώς και, υποχρεωτικά, γνωρίζουν μητρικά την τουρκική γλώσσα αφού προηγουμένως λάβουν τουρκική παιδεία. Επίσης ότι, η τουρκική κυβέρνηση ελέγχει και εγκρίνει κάθε υποψήφιο για την πατριαρχία και διαγράφει όσους δεν είναι της αρεσκείας της. Ξέρει κάνας χριστιανός αν ευσταθεί, αν έλληνες υπήκοοι που δεν έχουν γεννηθεί στην Τουρκία και που προέρχονται από την Ελλάδα λαμβάνουν από την Τουρκία την τουρκική υπηκοότητα προκειμένου να διεκδικήσουν την πατριαρχία? Αν έλληνες μητροπολίτες λαμβάνουν υποχρεωτικά την τουρκική παιδεία, και αν γνωρίζουν μητρικά την τουρκική γλώσσα. Αν αναλαμβάνουν μυστικά δεσμεύσεις έναντι της Τουρκίας • τι ακριβώς σσημαίνει «διαγράφονται από υποψήφιοι αν δεν είναι αρεστοί στην Τουρκία». Παράδειγμα: αν κάποιος μητροπολίτης αντιδράσει στους σχεδιασμούς Ερντογάν για μαζική προώθηση αφρικανών μεταναστών στην Ελλάδα, και στη συνέχεια αποφασίσει να διεκδικήσει την πατριαρχία, ερωτάται αν θα έθετε τις πατριαρχικές φιλοδοξίες του στον κίνδυνο της διαγραφής από υποψήφιος ως μη αρεστός στην Τουρκία]
Η ταυτότητα του «ελληνικού» υβριδίου και ο ρόλος της Δύσης στη διάσωση του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού
Το νεοελληνικό αποτυχημένο κράτος, το θεοκρατικό εν λόγω «ελληνικό» υβρίδιο, επέλεξε να βασίσει την ταυτότητά του αποκλειστικά στη θεοκρατία που επέβαλαν οι μεταβυζαντινές κοσμικές και θρησκευτικές ηγεσίες. Επιλέχθηκε ο δρόμος του αφελληνισμού, ο ανθελληνική μονοδιάστατη επιλογή η συνοχή του κράτους να βασιστεί στην «Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Xριστού» υπό την ελληνική γλώσσα, τηρουμένων των αναλογιών, όπως και στο Βυζάντιο. Επιβλήθηκε η συνταγματική κατοχύρωση της θεοκρατίας, που διασφαλίζεται από το άρθρο 3 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο «Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Xριστού. H Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας, που γνωρίζει κεφαλή της τον Kύριο ημών Iησού Xριστό, υπάρχει αναπόσπαστα ενωμένη δογματικά με τη Mεγάλη Eκκλησία της Kωνσταντινούπολης (…)». Ταυτόχρονα συνεχίστηκαν οι λυσσώδεις βυζαντινοχριστανικές πρακτικές της αδυσώπητης καταδίωξης του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος.
Το ότι καταφέραμε και κρατήσαμε μία υποτυπώδη επαφή με την Αρχαία Ελληνική Κληρονομιά μας το οφείλουμε στην υποχρεωτική πρόσδεση της χώρας στο δυτικό άρμα και, κυρίως, στις τεράστιες υπηρεσίες πολιτισμού που προσέφεραν τα ξένα Αρχαιολογικά Ινστιτούτα στην Ελλάδα, με προεξέχοντα τη Γαλλική Σχολή Αθηνών, το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών, την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα και το Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών. Τα ξένα Αρχαιολογικά Ινστιτούτα προορίστηκαν από τη Δύση να λειτουργήσουν ως Θεματοφύλακας της Ελληνικής Κληρονομιάς, «Φύλακες Άγγελοι» (κυριολεκτικά) του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού, κόντρα στο θεοκρατικό μεταβυζαντινό καθεστώς που, εν απουσία της Δύσης, θα βανδάλιζε, θα κατέστρεφε και θα βεβήλωνε τους ελληνικούς ναούς που γλίτωσαν από το Βυζάντιο • της πραγματικότητας αυτής η Δύση είχε πλήρη επίγνωση. Αν ο Δυτικός Πολιτισμός δεν τιμούσε και δεν προστάτευε τον Αρχαίο Ελληνικό Πολιτισμό, αναγνωρίζοντάς τον ως θεμέλιο του σύγχρονου πολιτισμένου Κόσμου, η ελληνόγλωσση θεοκρατία θα είχε ξεριζώσει τον Ελληνικό Πολιτισμό από τον ίδιο το τόπο που γεννήθηκε. Αν η Δύση δεν κρατούσε τα γκέμια της ελληνόγλωσσης θεοκρατίας κι αν τα Αρχαιολογικά Ινστιτούτα δεν οριοθετούσαν με σαφήνεια το έδαφος που ήλεγχαν (Κόρινθος = ΗΠΑ , Μυκήνες = Γερμανία, Δήλος = Γαλλία, Αρχαία Αγορά – Στοά Αττάλου = ΗΠΑ, κλπ) καθιστώντας στη θεοκρατία σαφές ότι «χέρι εδώ να βεβηλώσεις ΔΕΝ σηκώνεις», σήμερα δεν θα υπήρχε ένας ελληνικός ναός όρθιος • ως και τους Δελφούς θα μπάζωναν και θα ορθώνανε εκκλησιές και μοναστήρια.
Η Άλωση
Η μονοδιάστατη επιλογή η συνοχή του κράτους να βασιστεί στην «Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Xριστού» υπό την ελληνική γλώσσα, με ταυτόχρονη υπονόμευση του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού, έμελλε να έχει ολέθρια αποτελέσματα. Η επέλαση του δυτικού καταναλωτικού προτύπου, ο εκμοντερνισμός, η μόρφωση ευρύτερων στρωμάτων της κοινωνίας, η κατακόρυφη άνοδος του βιοτικού επίπεδου, το άνοιγμα των ευρωπαϊκών ασύνορων, η είσοδος της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια αλλά και η πλήρης ένταξή της στις δυτικές δομές, που κράτησε τη χώρα όρθια, εμποδίζοντας να διολισθήσει σε θεοκρατία ισλαμικού τύπου, και κυρίως η έκρηξη της ψηφιακής μετάδοσης της πληροφορίας μέσω του διαδικτύου, οδήγησαν από τη δεκαετία του 80 και μετά σε απομάκρυνση της πλειοψηφίας από τις αρχές και τις αξίες της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης και παράδοσης. Ελλείψει άλλου συνεκτικού δεσμού, το κράτος διαλύθηκε στην πρώτη δυσκολία. Την αποσάθρωση του αποτυχημένου ελληνικού υβριδίου επέτεινε η καθολική αποτυχία των θεσμικών πυλώνων της λειτουργίας του κράτους, αποτυχία που είχε ως αποτέλεσμα την ακαριαία αποσύνθεση μόλις οι διεθνείς συνθήκες δυσκόλεψαν. Ο διαχωρισμός εκκλησίας και κράτους θα είναι επίπονος και θα έλθει ως αποτέλεσμα της πτώσης του ελληνικού αποτυχημένου κράτους.
Η συστηματική υπονόμευση του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού, η απομάκρυνση των ελλήνων από τις Αρχές και τις Αξίες του Αρχαίου Ελληνικού Ιδεώδους, η βίαιη αποκοπή των ελλήνων από την Αρχαία Ελληνική Κληρονομιά μας, συνεχίστηκαν ως τις ύστερες μέρες της μεταπολίτευσης. Και κάπως έτσι, οι έλληνες χάσαμε την ελληνική μας ταυτότητα, απωλέσαμε την ελληνική μας συνείδηση, μέχρι που στο τέλος χάσαμε τη συνοχή μας ως ελληνικό έθνος, πολύ πριν ενσκήψει η οικονομική κρίση. Όταν η κρίση χτύπησε τη χώρα, ελλείψει ελληνικής συνείδησης, ο πληθυσμός αντέδρασε με πλήρη αδιαφορία για την τύχη του μεταβυζαντινού μορφώματος. Και κάπως έτσι φτάσαμε ως εδώ: Στην ερώτηση αν θα πολεμούσες για την πατρίδα σου, το 54% των ελλήνων απαντά «ΟΧΙ».
Ο αποκεφαλισμός του υπουργού Φίλη από το θεοκρατικό «ελληνικό» μόρφωμα, επειδή αποτόλμησε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στην παιδεία (που αποτέλεσε διαχρονικά εργαλείο πνευματικού αφελληνισμού και αποκοπής των σύγχρονων ελλήνων από την αληθινή Ιστορία μας), θυμίζει τις τελευταίες ημέρες της βυζαντινής θεοκρατίας. Όπως αναφέρει ο ιστορικός της Άλωσης Γεώργιος Φραντζής στο «χρονικό της Άλωσης», όταν ο Μωάμεθ ετοιμαζόταν να μπει στην Πόλη, εκείνοι μέσα τσακώνονταν αν οι άγγελοι ήσαν αρσενικού ή θηλυκού γένους.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΑΛΑΜΠΑΣΗΣ


19/2/2017

6.


π. Γεώργιος Μεταλληνός – Ορθοδοξία Ελληνισμός και Ρωμιοσύνη 

(μέρος α΄)



π. Γεώργιος Μεταλληνός – Ορθοδοξία Ελληνισμός και Ρωμιοσύνη 

(μέρος β΄) 




           ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ        
    
π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός:
''Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;
Απάντηση στη Νεοπαγανιστική πρόκληση.'' 
Αρμός, 2003,311 σελίδες


Ανδρέας Παναγόπουλος:
''H ελληνική αρχαιότητα και ο χριστιανισμός.'' 
Κριτική στο βιβλίο του π.Γ.Δ. Μεταλληνού: «Παγανιστικός Ελληνισμός ή Ελληνορθοδοξία;». Εκδόσεις «Αρμός», 2003, σελ. 312.
http://www.kathimerini.gr/196437/article/politismos/arxeio-politismoy/h-ellhnikh-arxaiothta-kai-o-xristianismos



Μήπως το πρόβλημα δεν είναι Έλληνες - Χριστιανοί;  
Μήπως το πρόβλημα εστιάζεται στον τρόπο με τον οποίο παράγοντες της Εκκλησίας έδρασαν στο όνομα του Χριστού διαπράττοντας ΑΝΟΣΙΟΥΡΓΗΜΑΤΑ.  Αρκετά από αυτά και κατά των Ελλήνων και του Ελληνικού Πνεύματος. 


 Οι απόψεις,που δημοσιεύονται στα εκάστοτε-χάριν ενημέρωσης και προβληματισμού-αναρτώμενα άρθρα,ή κάθε είδους κείμενα,του ιστολογίου μου, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνο τους αρθρογράφους που επώνυμα τις διατυπώνουν.  Οι ''υπογραμμίσεις'' -χρώμα,μέγεθος γραμματοσειράς και οι εικονογραφήσεις-με εικόνες από το World Wide Web-στις αναρτήσεις γίνονται με ευθύνη του blogger.
 Στο αρχικό  πρωτότυπο κείμενο  παραπέμπεστε μέσω των επισυναπτόμενων ενεργών συνδέσμων.