Γραφείο προϋπολογισμού Βουλής: Κίνδυνος χρεοκοπίας χωρίς ελάφρυνση χρέους.
Τις μεγάλες χρηματοδοτικές ανάγκες μετά το 2021 επισημαίνει το γραφείο στην τριμηνιαία έκθεσή του. Μιλά για εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών και βραδύτητα σε μεταρρυθμίσεις, παρά το καλύτερο κλίμα στις σχέσεις με τους δανειστές. Οι εννέα συστάσεις προς την κυβέρνηση.
Πρόοδο στις σχέσεις της χώρας με τους θεσμούς, συμπεριλαμβανομένου εκ πρώτης όψεως και του ΔΝΤ, βλέπει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην τριμηνιαία έκθεσή του και υπό το πρίσμα της ολοκλήρωσης της β' αξιολόγησης, αν και δηκτικά σημειώνει ότι «θα ήταν ασφαλέστερο να είχαν συμβεί όλα αυτά νωρίτερα».
Γενικός στόχος της κυβέρνησης είναι να πετύχει «καθαρή έξοδο στις αγορές», δηλαδή να εξυπηρετεί τα δάνεια της χώρας χωρίς τη διακρατική βοήθεια του ΕΜΣ (και οριακά του ΔΝΤ). Πρόκειται για έναν θεμιτό στόχο γιατί, αν επιτευχθεί, θα έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, το τέλος της αυστηρής και σε βάθος εποπτείας που συνοδεύει τα μνημόνια, ενώ θα ανοίξει και τον δρόμο για ελάφρυνση του χρέους.
Τονίζει ωστόσο ότι η έξοδος στις αγορές δεν σημαίνει είσοδο σε μια κατάσταση χωρίς δημοσιονομικούς (και άλλους) περιορισμούς. Η Ελλάδα, ακόμα και αν όλα πάνε καλά, θα υπάγεται στους ισχύοντες για τα κράτη-μέλη περιορισμούς της δημοσιονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ και ειδικά της Ευρωζώνης.
Το Γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής καταγράφει τις προοπτικές ανάκαμψης αλλά και τη μείωση της ανεργίας, αλλά σημειώνει ότι όπως δείχνουν τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, είναι υψηλό το ποσοστό των απασχολούμενων μερικής απασχόλησης και οι μέσες μεικτές αποδοχές τους ανέρχονται σε 394,13 ευρώ.
Όπως επισημαίνει, «κατά την εκτίμησή μας δεν έχει αποκατασταθεί εκείνη η εμπιστοσύνη της οικονομίας από την οποία εξαρτώνται οι πραγματικά παραγωγικές επενδύσεις. Ο κρατικός μηχανισμός με το τωρινό νομικό σύστημα εξακολουθεί να φέρνει εμπόδια σε μεγάλα επενδυτικά σχέδια. Η ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτεί παραγωγικές επενδύσεις στην οικονομία εξακολουθεί να περιορίζεται από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (κόκκινα δάνεια). Ορισμένες μεταρρυθμίσεις υλοποιούνται, αλλά γενικά διαπιστώνουμε βραδύτητα».
Οι φόροι
Το γραφείο προϋπολογισμού, αναλύοντας την πορεία των εσόδων, διαβλέπει «εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, δημιουργώντας ταυτόχρονα εύλογες αμφιβολίες για τη δυνατότητα επίτευξης των φιλόδοξων δημοσιονομικών στόχων των επόμενων ετών».
Σημειώνει δε ότι δεν συνιστά «εμμονή στον στόχο της υπέρβασης των προβλεπόμενων από τις συμφωνίες με τους θεσμούς πρωτογενών πλεονασμάτων. Θεωρούμε ότι συνολικά «πνίγουν» την ανάπτυξη καθώς στηρίζονται κυρίως σε φόρους. Αν πάλι θεωρηθούν οι υπερβάσεις αναγκαίες, τότε θα πρέπει πραγματικά να εξετασθεί ο τρόπος δικαιότερης αναδιανομής τους, ώστε να ωφεληθούν αυτοί που το έχουν πραγματικά ανάγκη».
Η ελάφρυνση χρέους
Καμπανάκι σημαίνει και για το θέμα του χρέους. Όπως επισημαίνει, η ομαλή εφαρμογή του προγράμματος ως τον Αύγουστο 2018 είναι προϋπόθεση για να γίνει το επόμενο βήμα ελάφρυνσής του. Αυτή η ελάφρυνση είναι αναγκαία όχι τόσο γιατί σήμερα η επιβάρυνση του προϋπολογισμού για πληρωμή τόκων είναι δύσκολα διαχειρίσιμη (όπως δείχνει η συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα), αλλά και διότι θα εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη μετά το 2021. «Χωρίς σοβαρή ελάφρυνση, η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει», τονίζει καθώς την εξαετία 2021-2026 οι πληρωμές μόνο των τόκων φτάνουν τα 84,3 δισ. ευρώ.
Οι συστάσεις
Το ΓΠΚΒ θα συνιστούσε τα εξής στην κυβέρνηση:
1) Να επιταχύνει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας, στη διάχυση της καινοτομίας και, επομένως, της δυνητικής παραγωγικής ικανότητας.
2) Να εντείνει τις προσπάθειες για ρύθμιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
3) Να συνεχίσει τις προσπάθειες για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, μειώνοντας το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής στα ασθενέστερα εισοδηματικά στρώματα.
4) Να ολοκληρώσει την επανεξέταση των κρατικών δαπανών (spending review).
5) Να εντείνει τις προσπάθειες κατά της φοροδιαφυγής, αρχίζοντας από τις εμφανέστερες και μεγάλες ευκαιρίες για φοροδιαφυγή που συνδέονται με τη διακίνηση του πετρελαίου.
6) Να ενθαρρύνει σαφή πρόοδο στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να αρχίσει σταδιακά να αποκαθίσταται η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος στη χώρα, παρέχοντας την απαιτούμενη ρευστότητα στην οικονομία.
7) Να αξιοποιήσει πλήρως, εγκαίρως και αποτελεσματικά όλες οι δυνητικές πηγές ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
8) Να εκτελεί ομαλά τον προϋπολογισμό, τόσο από την πλευρά των εσόδων όσο και από την πλευρά των δαπανών, ώστε να αποφευχθεί η ανάγκη λήψης επιπλέον δημοσιονομικών μέτρων.
9) Να συνεχίσει την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου, χωρίς τη μαζική συσσώρευση νέων.
6/11/2017
ΣΧΕΤΙΚΑ
ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ:
ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙA ΕΚΘΕΣΗ-ΙΟΥΛΙΟΣ – ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2017.
file:///C:/Users/user/Downloads/%CE%A4%CE%A1%CE%99%CE%9C%CE%97%CE%9D%CE%99%CE%91%CE%99%CE%91%20%CE%95%CE%9A%CE%98%CE%95%CE%A3%CE%97%20%CE%99%CE%9F%CE%A5%CE%9B%CE%99%CE%9F%CE%A3-%CE%A3%CE%95%CE%A0%CE%A4%CE%95%CE%9C%CE%92%CE%A1%CE%99%CE%9F%CE%A3%202017.pdf
Η παρούσα έκθεση εξετάζει την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων της ελληνικής οικονομίας, που τίθενται στον Κρατικό Προϋπολογισμό και στα Μεσοπρόθεσμα Δημοσιονομικά Πλαίσια Στρατηγικής, τα οποία έχουν ψηφιστεί από τη Βουλή των Ελλήνων. Επικεντρώνεται στο τρίτο τρίμηνο του 2017. Η έκθεση συντάχθηκε με βάση το σημερινό πλαίσιο πολιτικής, όπως αυτό διαμορφώνεται από τις συμφωνίες που έχει πραγματοποιήσει η κυβέρνηση με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΕΕ), τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ΕΜΣ) και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Λαμβάνει, επίσης, υπόψη της όλη την τρέχουσα συζήτηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με την αναθεώρηση της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικότερα της Ευρωζώνης.
Ο Συντονιστής και τα Μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής αναγνωρίζουν ότι γενικά στην οικονομική πολιτική αντιπαρατίθενται διαφορετικές οικονομικές φιλοσοφίες και πως ό,τι είναι αναγκαίο με οικονομικά κριτήρια δεν είναι απαραίτητα εφικτό με πολιτικά. Επίσης, ό,τι είναι επιθυμητό πολιτικά δεν είναι πάντοτε οικονομικά αποτελεσματικό.
Καταβάλουμε κάθε προσπάθεια να αναδεικνύουμε τα προβλήματα και να εκθέτουμε τις απαντήσεις που δίνονται σε αυτά όχι μόνο στο κυρίως σώμα της έκθεσης, αλλά και σε ειδικό κεφάλαιο στο τέλος της. Στην παρούσα έκθεση το ειδικό κεφάλαιο αφορά στη «Φορολογία και Ανάπτυξη στην Ελλάδα». Ελπίζουμε ότι με τον τρόπο αυτό θα συνεισφέρουμε καλύτερα στις εργασίες των αρμόδιων Επιτροπών της Βουλής, στην ενημέρωση του Κοινοβουλίου και των πολιτών της χώρας γενικότερα.