Πλήγμα στην εθνική ασφάλεια η νέα ολιγωρία στην αναβάθμιση των μαχητικών F-16.
Η γνωστή ελληνική προχειρότητα σε συνδυασμό με την επίσης γνωστή αμετροέπεια λόγων που χαρακτηρίζει την ελληνική πολιτική τάξη, προκαλούν σημαντική βλάβη στην ελληνική εθνική ασφάλεια, θέτοντας σε κίνδυνο το πρόγραμμα της αναβάθμισης των μαχητικών αεροσκαφών F-16, ενώ πριν λίγη ώρα έγινε γνωστό ότι ο Αμερικανός πρεσβευτής, Τζέφρι Πάιατ, ανέβαλε τη μεσημβρινή επίσκεψή του στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, όπου θέμα συζήτησης θα ήταν και τα F-16. Άγνωστο το γιατί.
Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί θέτει σε κίνδυνο ακόμα και οφέλη που έχει αποσπάσει η ελληνική αμυντική βιομηχανία, καταδικάζοντας την ΕΑΒ, που πλέον κινδυνεύει να απολέσει «κεκτημένα» υψηλής αξίας, ενώ άπαντες κόπτονται για το μέλλον της… Θα επανέλθουμε στη συνέχεια.
Οι τελευταίες ειδήσεις για το μέλλον του προγράμματος των F-16 είναι αρνητικές. Η δήλωση της Ντόρας Μπακογιάννη για «σκιές» υποτίθεται στο πρόγραμμα (το «υποτίθεται» αφορά την απουσία οποιασδήποτε τεκμηρίωσης), μπορεί να ήταν η κορφή του παγόβουνου, όμως έχει και πολιτικές επιπτώσεις, καθώς πληροφορίες θέλουν την αμερικανική πλευρά να είναι από δυσαρεστημένη… έως εξοργισμένη.
Κι αν η προοπτική κυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία ή τον ΣΥΡΙΖΑ είναι παγερά αδιάφορο όταν το επίμαχο ζήτημα είναι η ασφάλεια της χώρας, το πρόβλημα που έχει ανακύψει, είναι ότι το νοσηρό πολιτικό κλίμα με την πολιτική σπέκουλα που αναπτύσσεται για το θέμα της αναβάθμισης, δείχνει να έχει καταφέρει να το «τελειώσει» όσον αφορά το 2017 και βλέπουμε για το 2018.
Ο ρυθμός υλοποίησης των διαδικασιών που θα οδηγήσουν στην τελική υπογραφή σύμβασης και έναρξη της υλοποίησής της, δεν προσφέρονται για τη διατύπωση αισιόδοξων εκτιμήσεων. Η τελική μορφή της LOA (Letter of Offer and Acceptance) δεν έχει φθάσει ακόμα στην Αθήνα με την καθυστέρηση να μην οφείλεται στο αμερικανικό Πεντάγωνο.
Αυτό οφείλεται στο ότι η ελληνική πλευρά που οφείλει να απαντήσει επισήμως πόσα χρήματα σκοπεύει να επενδύσει στο πρόγραμμα, ώστε η αμερικανική κυβέρνηση, το Πεντάγωνο εφόσον μιλάμε για διακρατική σύμβαση μέσω των πιστώσεων FMS (Foreign Military Sales), δεν το έχει πράξει ακόμα.
Η υπόθεση γεννά ερωτήματα, διότι από τις δημόσιες δηλώσεις γνωρίζουμε ήδη το ποσό του 1,1 δισεκατομμυρίων ευρώ, το οποίο μπορεί να το συζητούν όλοι, να το διακηρύσσουν ακόμα και μέσα στη Βουλή, επίσημη απάντηση όμως δε στέλνουν. Όλες οι πηροφορίες συντείνουν ότι το τελικό κόστος δεν είναι πολύ μεγαλύτερο αν πάρουμε το πλέον δυσμενές σενάριο.
Άγνωστο εάν ο λόγος είναι οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της «αριστερής πτέρυγας» του ΣΥΡΙΖΑ η οποία παραδοσιακά δεν είχε και μεγάλη σχέση με την πραγματικότητα στα θέματα εθνικής ασφάλειας. Εάν όμως αυτό ισχύει, τότε η οργή του Πάνου Καμμένου και η διατύπωσή της μέσω ανάρτησης στο Twitter μετά την επίμαχη δήλωση της Ντόρας Μπακογιάννη, ήταν προσχηματική.
Κι αυτό, ασχέτως του πόσο βλαπτική ήταν για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, με τον υπουργό Εθνικής Άμυνας να συνεχίζει το πολιτικό «παιχνίδι», επιχειρώντας να ρίξει την ευθύνη στη Νέα Δημοκρατία. Δυστυχώς, κυβέρνηση και αντιπολίτευση εμφανίζονται κατώτερες των περιστάσεων, για μια ακόμη φορά, «κρεμώντας» τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Την ίδια στιγμή, η μοναδική πλευρά που έχει κάνει τη δουλειά της είναι η Πολεμική Αεροπορία. Έμαθε τον προϋπολογισμό που διακήρυξαν, δηλαδή το 1,1 δισεκατομμύριο ευρώ, «ή και λίγο παραπάνω», όπως έχουν σχετικά δηλώσεις κυβερνητικά στελέχη, μηδέ του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα εξαιρουμένου και ξεκαθάρισε ποια είναι η επιλογή της, ποια αεροσκάφη δηλαδή θα αναβαθμίσει και σε ποια διαμόρφωση.
Όλα δείχνουν ότι για μια ακόμη φορά θα κάτσει και θα παρακολουθεί τη συνήθη πολιτική κλοτσοπατινάδα, με προβλήματα που η ίδια αντιμετωπίζει να έχει φθάσει στο απροχώρητο, ενώ είναι λογικό να ακούγονται πλέον φωνές που επισημαίνουν ότι η ανικανότητα του πολιτικού συστήματος να πάρει αποφάσεις, χρεώνει κάθε μέρα που περνά, περισσότερο τον λογαριασμό. Ας το εξηγήσουμε λοιπόν…
Ο ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΕΑΒ ΠΟΥ ΟΛΟΙ ΞΕΧΝΟΥΝ…
Η αποσπασματική μνήμη και η εν γένει αδιαφορία για προγραμματισμό και ορθολογική αντιμετώπιση των ζητημάτων της εθνικής άμυνας από τον πολιτικό κόσμο της χώρας, δεν τους επέτρεψε ποτέ να «τυπώσουν» στο μυαλό τους ότι η Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ), στις αρχές της δεκαετίας του 2010 συμμετείχε στον διαγωνισμό για την αναβάθμιση των μαχητικών αεροσκαφών F-16 Block 40/50 τα οποία χρησιμοποιούν οι αμερικανικές δυνάμεις που είναι αναπτυγμένες στην Ευρώπη (USAFE: US Air Forces Europe).
Όχι μόνο συμμετείχε λοιπόν, αλλά τον κέρδισε. Τα χρόνια που ακολούθησαν, αναβάθμισε με εντυπωσιακή επιτυχία, η οποία αναγνωρίστηκε τόσο από την αμερικανική Αεροπορία (USAF), συνολικά 90 μαχητικά αεροσκάφη της. Η ελληνική πλευρά είχε χάσει μια μεγάλη ευκαιρία.
Το πρόγραμμα της αναβάθμισης των ελληνικών F-16 είχε ξεκινήσει να συζητιέται σοβαρά περίπου γύρω στο 2009, αν και σχετικές διερευνητικές συζητήσεις είχαν γίνει και νωρίτερα. Εάν η Ελλάδα είχε λάβει την απόφαση να ξεκινήσει αμέσως μετά (γύρω στο 2006) την αναβάθμιση των δικών της F-16, μετά την ολοκλήρωση αυτής των αμερικανικών μαχητικών, θα είχε επωφεληθεί από τα ακόλουθα:
Το πρώτο είναι ότι οι τεχνικοί της ΕΑΒ θα είχαν πολύ πρόσφατα τα πάντα και θα μπορούσαν να εμπλακούν στην αναβάθμιση των ελληνικών μαχητικών με πολύ μεγάλη ευκολία. Το δεύτερο είναι, ότι εάν κανείς υπολογίσει ότι ο λογαριασμός επιβαρύνεται σε ετήσια βάση περίπου 4-5%, είναι εύκολο κανείς να υπολογίσει πόσο χαμηλότερα του ενός δισεκατομμυρίου ευρώ θα κόστιζε στη χώρα η αναβάθμιση.
Εάν το αντεπιχείρημα είναι ότι τότε δεν θα συζητούσαμε για την τοποθέτηση στα ελληνικά μαχητικά ραντάρ ηλεκτρονικής σάρωσης (AESA), η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη, ότι σήμερα θα συζητούσαμε αποκλειστικά την τοποθέτηση ενός πολύ προηγμένου ραντάρ και όχι όλων των υπολοίπων, με το κόστος να μειώνεται σημαντικά από τα χρήματα που θα είχαν εξοικονομηθεί εάν είχαμε ξεκινήσει εγκαίρως…
Η κατάσταση αυτή χρήζει πολιτικής και μόνο παρέμβασης, με την επίδειξη υπευθυνότητας από την πλευρά τόσο της κυβέρνησης όσο και της αντιπολίτευσης. Είναι αδιάφορο εάν την πρωτοβουλία θα την αναλάβει ο Πάνος Καμμένος ή ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Τα δεδομένα είναι εξαιρετικά σαφή. Σαφέστερα δεν μπορούν να γίνουν.
Το επείγον της άμεσης υλοποίησης του προγράμματος δεν αμφισβητείται από κανέναν, οπότε είναι διπλά γελοίο το ότι η Πολεμική Αεροπορία «φτάνει στην πηγή και δεν μπορεί να πιει νερό»… Όλοι γνωρίζουν καλά τι πρέπει να πράξουν και δικαιολογίες για τη νέα ολιγωρία δεν υπάρχουν.
Στα δεδομένα του προβλήματος που οφείλουν να συνυπολογίσουν, να προσθέσουν και ένα ακόμα. Η ΕΑΒ, είναι γνωστό ότι μετά την επιτυχία της αναβάθμισης των αμερικανικών μαχητικών F-16 που σταθμεύουν στην Ευρώπη, απέσπασε από την κατασκευάστρια Lockheed Martin κι άλλα προγράμματα.
Επί παραδείγματι, έχει ενταχθεί στην «εφοδιαστική αλυσίδα» (supply chain) του μεταφορικού αεροσκάφους C-130J και παραδίδει σε συνεχή βάση τμήματα του αεροσκάφους, διασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτό θέσεις εργασίας, κάτι για το οποίο όλοι οι Έλληνες πολιτικοί κόπτονται.
Αντιλαμβάνονται ότι το μεγάλο στοίχημα της Lockheed Martin πλέον είναι η προώθηση των F-16 στην Ινδία, όπου υπάρχουν σκέψεις ακόμα και για τη συνολική μεταφορά για οτιδήποτε σχετίζεται με το μαχητικό στην ινδική υποήπειρο, καθώς οι ανάγκες για μονοκινητήριο μαχητικό αεροσκάφος της ινδικής Αεροπορίας ανέρχονται σε τουλάχιστον 200 μονάδες.
Με πιο απλά λόγια, αντιλαμβάνονται ότι τα αντισταθμιστικά ωφελήματα που θα προσφερθούν στη μακρινή χώρα θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο ακόμα και τα προγράμματα που έχει εξασφαλισμένα αυτή τη στιγμή η ΕΑΒ;
Ειδικά όταν η δυσαρέσκεια της αμερικανικής πλευράς δεν περιορίζεται πλέον μόνο στην αδυναμία κατάληξης μιας διαδικασίας που κοντεύει τη δεκαετία, αλλά εκτείνεται και στο πολιτικό επίπεδο, ενώ το συνολικό ποσό της ελληνικής «συνεισφοράς» του ελληνικού προγράμματος (γύρω στο 1 δισ. ευρώ) είναι ήσσονος σημασίας για τα δεδομένα του παγκόσμιου αεροναυπηγικού κολοσσού Lockheed Martin; Έως πότε θα συνεχίσουμε να «πυροβολούμε τα πόδια μας»;
Του ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
7/11/2017