Η αρχιτεκτονική ως συνέχεια ή ως ρήξη;

  
 ΤΑΣΗΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ


...είμαστε κάτι που αλλάζει, και κάτι που διαρκεί.
 Είμαστε κάτι θεμελιωδώς μυστηριώδες

                                     Χόρχε Λουίς Μπόρχες

Η αρχιτεκτονική ανέκαθεν καλείτο να επιτελέσει τον προαιώνιο ρόλο της: τη στέγαση της ανθρώπινης ανάγκης που αποτελεί και την ουσιώδη προϋπόθεση της ιδρυτικής της συνθήκης. Σε κάθε περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας αυτό εκφράζει το αρχιτεκτονικό έργο στον χώρο, αυτό σηματοδοτεί στον χρόνο.

Κοιτώντας προς τα πίσω, στο παρελθόν, διαπιστώνουμε αυτό το άρρηκτο μπόλιασμα της αρχιτεκτονικής με τη ζωή ή, μ’ άλλα λόγια, την ίδια τη ζωή που μορφοποιείται σε κτισμένο χώρο μέσω της αρχιτεκτονικής, με αποτέλεσμα, η αρχιτεκτονική αυτή να μην είναι με κανένα τρόπο ενιαία, αλλά να εκφράζει τις κοινωνικές αντιθέσεις που ενυπάρχουν σε κάθε ιστορική συγκυρία.

Ισως πάντοτε ο αρχιτέκτων (και όχι μόνον) ερχόταν αντιμέτωπος μ’ ένα βασανιστικό ερώτημα που ζητούσε επιτακτικά απάντηση. Πώς το νέο αρχιτεκτόνημα έρχεται να σταθεί δίπλα σ’ αυτά που προϋπήρχαν αλλά και σ’ αυτά που πρόκειται να υπάρξουν;

Πώς, δηλαδή, η σύγχρονη ζωή (καινούργιες συνήθειες, ανάγκες, ήθη, έθιμα, πολιτισμός) έρχεται να κατοικήσει δίπλα ή μέσα σε κτίσματα που χτίστηκαν σε άλλες ιστορικές συνθήκες, σε άλλο εν τέλει τρόπο ζωής; Πρέπει, συνεπώς, να υπάρχει ώσμωση ανάμεσα στο νέο και το παλιό ή, αντίθετα, το νέο πρέπει να αγνοεί ό,τι προϋπήρξε και να βασίζεται μόνο στις επιταγές του καιρού του;

Σε μια εποχή διαρκών ανακατατάξεων και συγκλονιστικών αλλαγών και ανατροπών, όπως η δική μας, όπου νιώθεις ότι τίποτα δεν μένει πια σταθερό, τα παραπάνω ερωτήματα είναι επίκαιρα περισσότερο από ποτέ. Απέναντι στην ιδεολογική κυριαρχία της επιβολής -με κάθε κόστος- του «νέου», οφείλει να σταθεί κανείς κριτικά και να αναρωτηθεί: Τι είναι τελικά αυτό που μας παρουσιάζεται ως νέο; Γιατί ο διάλογος ανάμεσα στο νέο και στο παλιό είναι αναπόφευκτος! Και η συνομιλία αυτή θα συνεχίζεται αενάως μέσα στον χρόνο όσο υπάρχει η αρχιτεκτονική· όσο υπάρχει, δηλαδή, και η ζωή.

Η λαίλαπα που κατακλύζει απ’ άκρου εις άκρον τον κόσμο, στο όνομα μιας ξέφρενης και ταχύτατης «ανάπτυξης», είναι σαρωτική. Οι έννοιες της διαρκούς προόδου και της κίνησης προς τα εμπρός έχουν κατισχύσει και εμφανίζονται διεθνώς ως μονόδρομος στις συνειδήσεις των ανθρώπων, χωρίς μάλιστα να διαφαίνεται στον ορίζοντα άλλη επιλογή.

Κάθε σκέψη για την αναζήτηση ενός άλλου, εναλλακτικού δρόμου, χαρακτηρίζεται ύποπτη, επικίνδυνη, οπισθοδρομική. Φυσικά στο κυνήγι της άνευ όρων καινοτομίας που επιβάλλει η λεγόμενη ελεύθερη αγορά, οι επιπτώσεις -πολύ συχνά καταστροφικές- θεωρούνται αμελητέες. Κάτι σαν τις «παράπλευρες απώλειες» μιας πολεμικής σύρραξης.

Πολλοί αρχιτέκτονες σήμερα, ταυτιζόμενοι ακριβώς με αυτό το κυρίαρχο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό μοντέλο, αναζητούν μέσω των έργων τους τη ρήξη με το χθες. Στο πλαίσιο αυτό, σημασία και προτεραιότητα έχει το νέο αρχιτεκτόνημα να εντυπωσιάσει με την πρωτόγνωρη μορφή του, να χαρακτηριστεί πρωτοποριακό και επαναστατικό.

Ως αισθητικό αντικείμενο μόνον και όχι ως χώρος ζωής. Ως φαντασμαγορικό τεχνολογικό επίτευγμα και όχι ως αποτέλεσμα βασανιστικού και ουσιαστικού στοχασμού και μελέτης. Στοχασμού που απαιτεί πολύ χρόνο προκειμένου να καταλάβουμε και να κατανοήσουμε βαθιά το τι κάνουμε και προς τα πού οδηγούμαστε. Που εμπεριέχει πριν απ’ όλα την αυτοκριτική και τον έλεγχο για τις επιπτώσεις των προτάσεών μας τόσο στον κοινωνικό ιστό όσο κυρίως στο φυσικό περιβάλλον.

Γιατί, τελικά, το τι είναι πραγματικά νέο και κοινωνικά επωφελές δεν κρίνεται με όρους ταχύτητας και μάλιστα στην εποχή του, αλλά μετά από πολλά χρόνια κι όταν έχει πια ξεγυμνωθεί από τις μόδες ή τις βεβαιότητες του καιρού του. Από την άλλη, η αναζήτηση του νέου δεν μπορεί παρά να συμβαίνει μέσα στη ζωή και όχι έξω από αυτήν, ειδάλλως είναι αναζήτηση εγκεφαλική, άνευ ουσίας και περιεχομένου, ξένη προς τα καθημερινά προβλήματα και τις ζωτικές ανάγκες των ανθρώπων.

Ισως γιατί το νέο, το πραγματικά και όχι ψευδεπίγραφα νέο, εμφανίζεται μ’ έναν παράξενο τρόπο και ως συνέχεια και ως ρήξη απέναντι σ’ αυτό που χαρακτηρίζουμε παλιό. Συνέχεια σε ό,τι αφορά το βαθύτατο απόσταγμα μιας παράδοσης που είναι ζωοποιός και ρήξη απέναντι σε ό,τι είναι θνησιγενές και άχρηστο. Αυτή η συνισταμένη μιας αναπόφευκτης ρήξης, αλλά και συνέχειας, αναβλύζει μυστηριωδώς μέσα από κάθε καλή αρχιτεκτονική. Ενώ πάνω στις επιφάνειες των χώρων της «τρεμοπαίζουν οι ανταύγειες του μέλλοντος», όπως έλεγε ο Αντρέ Μπρετόν, την ίδια στιγμή ένας αδιόρατος ομφάλιος λώρος τη συνδέει με ό,τι σημαντικότερο έχει υπάρξει στο παρελθόν.

«Ο χρόνος παύει να ‘ναι διαδοχή και ξαναγίνεται αυτό που ήταν αρχικά και που εξακολουθεί να είναι: παρόν, όπου παρελθόν και μέλλον επιτέλους συμφιλιώνονται» μας θυμίζει στοχαστικά ο Οκτάβιο Πας. Εκεί, σ’ αυτό το ακατάληπτο και μυστηριώδες παρόν έρχεται να θεμελιωθεί κάθε φορά το αρχιτεκτόνημα. Ως κάτι που αλλάζει, αλλά και ως κάτι που διαρκεί, ως συνέχεια και ως ρήξη του παρελθόντος, αλλά και του μέλλοντός μας.

αρχιτέκτων-καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ

27/11/2017