Ελένη Καραΐνδρου.




Ελένη Καραΐνδρου: «Η μελαγχολία είναι λυτρωτική».

Η σπουδαία, διεθνούς φήμης μουσικός μιλάει για τις τελευταίες θεατρικές δουλειές της, για τον θρίαμβο που έζησε πρόσφατα στο Παρίσι αλλά και για την άγνωστη, ανάλαφρη, κωμική πλευρά της.

 Η Ελένη Καραΐνδρου θα μπορούσε άνετα να πρωταγωνιστεί σε καμπάνια κατά της συνταξιοδότησης, κυριολεκτικής ή μεταφορικής, καθώς εύκολα την περνάει κανείς για γυναίκα με τα μισά της χρόνια, έτσι όπως περιφέρεται σαν σίφουνας και αραδιάζει αναμνήσεις, ονόματα και χρονολογίες με την άνεση καλά προετοιμασμένης παίκτριας σε τηλεπαιχνίδι γνώσεων. Σίγουρα έχει ευλογηθεί με αειθαλή γονίδια, όμως το μεγάλο μυστικό της αιώνιας νεότητάς της είναι προφανώς στην περίπτωσή της η έντονη σχέση της με τη δημιουργία, αλλά και μια σπάνια παλικαριά (δεν βρίσκω άλλη λέξη να περιγράψω την αύρα που την περιβάλλει), η οποία γίνεται αντιληπτή αμέσως μόλις βρεθείς στον ίδιο χώρο μαζί της.

Τους τελευταίους μήνες τρέχει σαν τρελή. «Είμαι πολύ ευτυχής» εξηγεί η ίδια. «Είναι μια εποχή που είμαι τρομακτικά γεμάτη, πάρα πολύ περήφανη, και η κούραση που θα έπρεπε να νιώθω δεν με καταβάλλει. Εχω μεγάλη χαρά για τις δύο μουσικές που με πολύ μεράκι και αγάπη έφτιαξα πέρυσι. Η μία ήταν για το "Γλυκό πουλί της νιότης" σε σκηνοθεσία της Νικαίτης Κοντούρη - ξανασυνάντησα εκεί τον Τένεσι Γουίλιαμς μετά τον "Γυάλινο κόσμο" του 1988. Η δεύτερη ήταν για την παράσταση "Πόθοι κάτω από τις λεύκες" σε σκηνοθεσία Αντώνη Αντύπα στο Εθνικό Θέατρο. Αυτό το έργο του Ευγένιου Ο' Νιλ με αφορούσε τρομερά γιατί αγγίζει την ψυχοσύνθεση των ιρλανδών μεταναστών στην Αμερική. Το άλλο μιλάει για πολύ διαφορετικά θέματα: τον χρόνο, την τέχνη, τη φθορά, όλα αυτά βέβαια σε ένα πλαίσιο ρατσισμού στην Αμερική του Νότου». Τα αναλύει όλα αυτά πιο διεξοδικά στο σημείωμα της καλαίσθητης έκδοσης που έχει κυκλοφορήσει με την επιμέλεια της Μικρής Αρκτου. Αναφέρεται στην «επιστροφή στο Εθνικό μετά από 29 χρόνια (τελευταία φορά ήταν το 1988 με τον "Γλάρο" του Τσέχοφ σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασσέν)», και επιδίδεται γενναιόδωρα σε τιμητική αναφορά όλων των πολύτιμων συνεργατών της.

Η προετοιμασία για μια κυκλοφορία με τη μουσική από δύο παραστάσεις που έχουν ολοκληρώσει εδώ και μήνες τον κύκλο τους δεν δικαιολογεί φυσικά τη σχεδόν απόλυτη έλλειψη ελεύθερου χρόνου. Εδώ μπαίνουν στο παιχνίδι δύο συνεργασίες που ξεπερνούν τα σύνορα της χώρας μας. «Είχε έρθει και με είχε βρει εδώ στην Αθήνα το 2016, λίγο καιρό αφότου ανέλαβε καθήκοντα ως καλλιτεχνικός διευθυντής του φημισμένου La Colline - Théâtre National στο Παρίσι, ένας νέος άνθρωπος, ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης, ο Ουαζντί Μουαουάντ» θυμάται. Γνωστός από το θεατρικό του «Μέσα στις φλόγες» που έχει μεταφερθεί στον κινηματογράφο και έφτασε στις υποψηφιότητες των ξενόγλωσσων Οσκαρ, ο λιβανέζικης καταγωγής Μουαουάντ έχει ανεβάσει στο Ηρώδειο το καλοκαίρι του 2011 την παράσταση «Γυναίκες: Τραχίνιες, Ηλέκτρα, Αντιγόνη». Ο 49χρονος δημιουργός δεν άφησε πολλά περιθώρια στην Ελένη Καραΐνδρου να αρνηθεί την πρότασή του να δουλέψουν μαζί. «Με συγκίνησε το γεγονός ότι με είχε ανακαλύψει την εποχή που έκανα το "Βλέμμα του Οδυσσέα". Εγραψα τη μουσική για την παράστασή του που λέγεται "Tous des oiseaux", ζήσαμε μια καταπληκτική περιπέτεια, και στις 17 Νοεμβρίου που πραγματοποιήθηκε η πρεμιέρα ήμουν παρούσα σε αυτό που λέμε θρίαμβο».

Την ίδια εντύπωση μεταφέρουν και οι έγκριτες γαλλικές εφημερίδες που κάνουν λόγο στις κριτικές τους για μια παράσταση σημαντική και παθιασμένη: «Το έργο μιλάει για την ταυτότητα, όπως ο Αγγελόπουλος είχε πάθος να μιλάει για τα σύνορα, έτσι κι αυτός εξερευνά την έννοια της ταυτότητας. Με πήρε και ο Κώστας Γαβράς τηλέφωνο όταν είδε την παράσταση ενθουσιασμένος από το αποτέλεσμα. Η μουσική θα κυκλοφορήσει κατά πάσα πιθανότητα του χρόνου. Τώρα τελειώνω το σάουντρακ μιας ταινίας που έχει ως προσωρινό τίτλο τη λέξη "Bomb" και μιλάει για τους βομβαρδισμούς στο Ιράν από το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν. Την έχει σκηνοθετήσει ο ιρανός ηθοποιός και σκηνοθέτης Πεϊμάν Μααντί». Ούτε ο Μααντί είναι φυσικά μια τυχαία περίπτωση. Πρωταγωνιστούσε στην αριστουργηματική ταινία του Ασγκάρ Φαραντί «Ενας χωρισμός» και τον είδαμε πρόσφατα στην τηλεοπτική σειρά «A Night Οf».

Θα άξιζε εδώ να σημειώσουμε ότι αν ζούσε ακόμη ο Αγγελόπουλος, ίσως να μην είχαν το θάρρος αυτοί οι καλλιτέχνες να προσεγγίσουν την Καραΐνδρου. Και είναι φυσικό και επόμενο, αφού τη σπουδαία συνθέτρια την έχουμε ταυτίσει οι περισσότεροι με τον κινηματογράφο του. Εχει γράψει όμως μουσικές για περισσότερες από 55 θεατρικές παραστάσεις. Τα τραγούδια από τον «Γλάρο» ή το «Χάθηκα μέσα στη ζωή μου» από το έργο «Διαμάντια και μπλουζ» θεωρούνται κλασικά. Είναι διαφορετική η διαδικασία της σύνθεσης στη μία και στην άλλη περίπτωση; Προτιμά η ίδια κάτι από τα δύο; «Δεν υπάρχει διαφορά, όλα τα απολαμβάνω. Η μουσική είναι μια ιστορία εντελώς ελεύθερη, ανεξέλεγκτη, ποιος μπορεί να την καθοδηγήσει; Oλα γίνονται διαισθητικά. Το θέατρο έχει κάτι πιο γοητευτικό σε σχέση με το σινεμά, γίνονται όλα μπροστά στα μάτια σου. Το σινεμά είναι μια πιο σκοτεινή υπόθεση, με την έννοια ότι δεν ξέρεις πώς θα καταλήξει, πρέπει να μπει ο σκηνοθέτης στην αίθουσα του μοντάζ και να ενώσει τα κομμάτια του παζλ. Μου αρέσει το θέατρο πολύ και το αγαπάω, έχω γράψει τη μουσική για σχεδόν 60 παραστάσεις, είναι μια υπέροχη περιπέτεια, μια περίοδος έντονης δημιουργικότητας με συνεργάτες τους ηθοποιούς, τον σκηνοθέτη και τον συγγραφέα, του οποίου τον κόσμο καλείσαι να αγκαλιάσεις. Υπάρχει κάτι πολύ ανθρώπινο σε αυτή τη διαδικασία. Και το σινεμά έχει μια μεγάλη δική του γοητεία που σου αποκαλύπτεται αργότερα».

Εχοντας συνεργαστεί τόσο στενά με τον Αντώνη Αντύπα και έχοντας την τύχη να δει πολλούς ταλαντούχους ηθοποιούς να καταθέτουν σώμα και ψυχή επάνω στη σκηνή, ποιες στιγμές ξεχωρίζει; «Εχω κάνει πάρα πολλές παραστάσεις με τον Αντώνη στο Απλό Θέατρο και πάντα πιστεύω ότι όταν δουλεύεις με έναν σκηνοθέτη πολύ, βαθαίνει η σχέση και αποκαλύπτονται σπουδαία πράγματα. Πολλές ερμηνείες θα μου μείνουν αξέχαστες: η Αλέκα Παΐζη στη "Διήγηση της υπηρέτριας Τσερλίνε". Ηταν απίστευτη. Ο Αρης Λεμπεσόπουλος που ήταν εκπληκτικός στην παράσταση "Ενας σύζυγος". Ηταν τόσο καλός που όταν ήρθαν και τον είδαν ο Μάνος Χατζιδάκις με τον Δημήτρη Χορν, αυτά τα δύο θηρία, ήταν τόσο συγκινημένοι που πήγαν και του ζήτησαν αυτόγραφο. Η Μάνια Παπαδημητρίου στη "Μόλλυ Σουήνη". Δεν ξεχνιέται, σου σηκώνεται η τρίχα να τη σκέφτεσαι. Η Ράνια Οικονομίδου, η οποία ήταν εκπληκτική σε όλα της, αλλά στο "Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα" ήταν το κάτι άλλο. Δεν νομίζω να έχει παιχτεί ποτέ ξανά αυτός ο ρόλος με τέτοιον τρόπο. Μια άλλη περίπτωση είναι ο Καταλειφός, έξοχος σε πολλές δουλειές, τον θυμάμαι στον "Επιστάτη" του Πίντερ. Ολοι οι Πίντερ που έχει ανεβάσει ο Αντώνης ήταν πολύ ωραίες δουλειές, γι' αυτό και γεννήθηκε αυτή η φιλία μεταξύ τους και μας καλούσε κάθε χρόνο στο σπίτι του στο Λονδίνο». Υπενθυμίζουμε πως το 2006, με εισήγηση του νομπελίστα Χάρολντ Πίντερ, ο Αντώνης Αντύπας αντιπροσώπευσε την Ελλάδα στο Συμπόσιο για τη βράβευση του συγγραφέα (Ευρωπαϊκό βραβείο θεάτρου) στο Τορίνο, συμμετέχοντας στο πάνελ μαζί με εξέχοντες σκηνοθέτες άλλων χωρών.

 Σε μια τόσο μεγάλη πορεία είναι αναμενόμενο ότι θα υπάρχουν και ορισμένες απογοητεύσεις. Οχι για τις αποτυχίες, αλλά για εκείνα που χάθηκαν χωρίς λόγο. «Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν επτά χρόνια στο Τρίτο Πρόγραμμα κι επειδή μας αγαπούσε και μας εκτιμούσε κάλεσε εμένα, τον Νίκο Κυπουργό, τον Γιώργο Κουρουπό, τον Αντώνη Κοντογεωργίου, τον Δημήτρη Μαραγκόπουλο και διάφορους άλλους και γίναμε η ομάδα του. Εχω κάνει μάλιστα μια συγκλονιστική έρευνα με λαϊκούς οργανοπαίχτες, τον Χαλκιά, τον Στεφανίδη, που δεν είχα χρήματα τότε να την κρατήσω σε αντίγραφα. Oλα αυτά έχουν χαθεί. Εδώ βέβαια δεν έχουν κρατηθεί τα σχόλια του Μάνου. Ελάχιστα διασώθηκαν. Διότι οι επόμενοι δεν πόνεσαν τη δουλειά και τον κόπο μας. Δεν σεβάστηκαν καν την παράδοσή μας, διότι αυτοί οι άνθρωποι έφυγαν από τη ζωή και δεν θα ξανάρθει να παίξει και να αυτοσχεδιάσει ο Τάσος Χαλκιάς, ο Νίκος Στεφανίδης ή ο Γιάννης Σούλης. Με θλίβει αυτό. Πρέπει να γίνουμε πιο πατριώτες και να σεβόμαστε το λιθαράκι που έβαλε ο άλλος». Ποια είναι η ρίζα αυτών των φαινομένων; «Αυτές οι συμπεριφορές είναι αποτέλεσμα μιας διαστρέβλωσης κοινωνικής. Επικρατεί ένας βαθύτατος ανταγωνισμός σε όλους τους τομείς ο οποίος εμφανίζεται με πολλές μορφές. Ο ανταγωνισμός και ο φθόνος προκαλούν ζημιά στον τόπο. Είμαι όμως αισιόδοξη, προχωράω, δημιουργώ, δεν το βάζω κάτω. Χρειάζεται όμως να αναδυθεί κάποιου τύπου αλληλεγγύη, αλλιώς δεν προοδεύουμε. Το γεγονός ότι υπάρχει διχασμός για όλα και μια ανυπομονησία να κατεδαφίσουμε ό,τι βρούμε μπροστά μας με προβληματίζει. Θα έπρεπε τώρα, πιο πολύ από ποτέ, να έχουμε ομοψυχία».

Επί σειρά ετών η Καραΐνδρου κτίζει ένα μετρημένο, «σοβαρό» προφιλ. Τόσο που ξαφνιάζεσαι όταν τη γνωρίζεις από το πόσο επιρρεπής είναι στο πείραγμα. «Η μουσική μου κανονικά, αν την ψάξεις βαθιά, θα έπρεπε να αποκαλύπτει και τον χαρακτήρα μου. Αυτό που δεν φαντάζονται οι πιο πολλοί είναι ότι συχνά είμαι ο μεγαλύτερος κωμικός. Ορισμένοι που δεν με γνωρίζουν το υποψιάζονται ωστόσο. Κάποιος έγραψε στο Facebook: "Αμα είσαι πεσμένος, άκου Ελένη Καραΐνδρου και θα φτιάξει η διάθεσή σου". Αρα η μουσική μου τους ανεβάζει, δεν έχει σημασία που έχει μελαγχολία, η μελαγχολία είναι λυτρωτική. Αν δεν στενοχωρηθείς και λίγο, πώς θα χαρείς όταν δεις ένα ωραίο ηλιοβασίλεμα; Ημουν πάντα θετικός άνθρωπος, δημιουργική μέχρι τρέλας, δίνομαι με μανία σε ό,τι κι αν κάνω και δίνω τη μεγαλύτερη σημασία στις σχέσεις τις ανθρώπινες. Δεν αισθάνομαι ότι είμαι ένας ταγμένος καλλιτέχνης που πατάει επί πτωμάτων για την επιτυχία και την αναγνώριση. Αυτό που με απασχολεί είναι να υπάρχουν άνθρωποι που τους έδωσα κάτι με τη μουσική μου: oμορφιά, παρηγοριά... Γιατί η τέχνη αυτό κάνει, παρηγορεί. Αγαπώ και τη φύση πολύ. Και είναι λογικό, αφού μεγάλωσα σε χωριό έως τα επτά μου χρόνια, ξυπόλυτη, μέσα στο δάσος, και είμαι εξοικειωμένη με το φυσικό περιβάλλον. Και μια καλή υγεία που έχω εκεί τη χρωστάω, νομίζω».  

Είναι ωραίο να μιλάς μαζί της για αυτά που την κάνουν να γελάει. «Ο κωμικός που με έκανε να πεθαίνω στα γέλια ήταν ο Ντάνι Κέι, δεν θα αναφέρω τον Χοντρό και τον Λιγνό ή τον Μπάστερ Κίτον - αυτούς εννοείται πως τους είχα για ψωμοτύρι, αλλά ο Κέι μου άρεσε γιατί δεν έκανε πολλά. Για να γελάσω δεν χρειάζομαι κόλπα, δεν θέλω να μου το υπογραμμίζει ο άλλος. Φυσικά είχαμε καταπληκτικούς κωμικούς και στον ελληνικό κινηματογράφο, τον Βασίλη Αυλωνίτη ή τον Ντίνο Ηλιόπουλο, για παράδειγμα. Δεν έχω προκαταλήψεις. Ούτε στη μουσική. Αγαπώ πολλά είδη, την κλασική, την προκλασική, την τζαζ, αλλά και τη σύγχρονη - αρκεί να μη με κοροϊδεύει. Διότι είμαι αρκετά έξυπνη και καλλιεργημένη για να καταλάβω την απάτη».

Της ζητάω να μου αποκαλύψει ένα μεγάλο όνομα που θεωρεί απάτη αλλά αρνείται. «Δεν θέλω να είμαι αρνητική και να εστιάζω στις απάτες. Τα τελευταία χρόνια έχω αγαπήσει έναν εικαστικό, τον Γκέρχαρντ Ρίχτερ. Οι άνθρωποι που έχουν περάσει από μια μεγάλη ταλαιπωρία εμφανίζουν συχνά ιδιαίτερες ευαισθησίες. Αυτός έζησε το φρικτό πρόσωπο του ναζισμού ως παιδί. Είδε την αγαπημένη του θεία, που ήταν σχιζοφρενής, να εξολοθρεύεται από το καθεστώς του Χίτλερ. Τα σκέφτεσαι και απορείς. Η Ιστορία της ανθρωπότητας είναι γεμάτη από τρέλα. Και συνεχίζεται. Βλέπω τον Κιμ Γιονγκ Ουν της Βόρειας Κορέας ή και τον Τραμπ ακόμη και αναρωτιέμαι, πώς φτάσαμε ως εδώ; Και πού θα φτάσουμε ακόμη... Ενας πολιτικός που αγαπούσα πολύ ήταν ο Νέλσον Μαντέλα. Υπήρξε υπόδειγμα η στάση ζωής του. Μόνο έτσι, μόνο ένας ταγμένος στο καθήκον πολιτικός μπορεί να είναι σεβαστό πρόσωπο. Ο Καποδίστριας έδειξε έγνοια για αυτόν τον τόπο, όμως οι φατρίες, τα συμφέροντα, δεν τον άφησαν να ολοκληρώσει το έργο του. Οι άνθρωποι είμαστε περίεργα ζώα και θα ήθελα να αρχίσουμε να βάζουμε λίγο μυαλό, αν και καμιά φορά αμφιβάλλω γι' αυτό. Ας κρατήσουμε όμως μια αισιόδοξη προοπτική. Υπάρχει άλλωστε πρόοδος στην επιστήμη, στη φιλοσοφία, στην τεχνολογία. Και η τέχνη έχει να δώσει λαμπρά παραδείγματα σήμερα, όμως όλα αυτά γίνονται ερήμην της πολιτικής». 

Νάστος Γιώργος    


18/12/2017





 ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ -ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΠΗΓΕΣ 

Γεννήθηκε στο Τείχιο της Φωκίδας. Σπούδασε πιάνο και θεωρητικά στο Ελληνικό Ωδείο τελείώσε την Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και με υποτροφία της Γαλλικής Κυβέρνησης (1967) συνέχισε τις σπουδές της στο Παρίσι: εθνομουσικολογία στη Σορβόννη, ενορχήστρωση και διεύθυνση Ορχήστρας στη Scuola Cantorum. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1975, κυκλοφορεί τον πρώτο της δίσκο σε ποίηση Κ.Χ. Μύρη, την Μεγάλη Αγρυπνία (ΕΜΙ) με την Μαρία Φαραντούρη και παράλληλα συνεργάζεται με τον Μάνο Χατζιδάκι για τη δημιουργία του Τρίτου Προγράμματος στο ραδιόφωνο.


Από το 1975 έχει υπογράψει τη μουσική σε 50 θεατρικές παραστάσεις, 22 κινηματογραφικές ταινίες και 15 τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά προγράμματα, συνεργαζόμενη με κορυφαίους Έλληνες και ξένους σκηνοθέτες.


(1) Ελένη Καραΐνδρου

(3) Eleni Karaindrou: www.musicolog.com 

(4) https://www.discogs.com/artist/890766-Eleni-Karaindrou

(5)  Ελένη Καραΐνδρου Μουσικός-πιανίστρια. Γεννήθηκε στο Τείχιο Δωρίδας. Ζει στο Μετς. Συνήθως θυμάται μόνο τα καλά. 


Ελένη Καραΐνδρου | Μη μου μιλάς γι'αγάπη {Ο Γλάρος}
Eleftheria Anthi 

Γυάλινος Κόσμος - Ελένη Καραίνδρου


Eleni Karaindrou - Adagio (Oboe solo)
Lina López Loro 


Kontserto - Eleni Karaindrou (Thema Alexandrou)
ahmtalex 


Eleni Karaindrou - Ulysses' Gaze
Karvna 






 Η Ελένη Καραΐνδρου θυμάται το γρατζουνισμένο πρώτο πιάνο της
 και άλλα πολλά.

«Με το που είδα την πρώτη φορά σινεμά, τρύπωσα πίσω από τη μεγάλη οθόνη και άρχισα να ψάχνω τι μαγικό υπάρχει εκεί»… Η γυναίκα που έντυσε με τη μουσική της βραβευμένα έργα τιμημένων σκηνοθετών θυμάται για το Protagon, με αφορμή την έκδοση μουσικών της για το θέατρο από τη Μικρή Άρκτο

Θα ξεκινήσουμε με μια μικρή χριστουγεννιάτικη ιστορία (ή κάπως έτσι). Για ένα κοριτσάκι από ένα ορεινό χωριό, που το έλεγαν και Λυκοχώρι, επειδή το κύκλωναν κάποτε λύκοι. Ενα επτάχρονο παιδί, που από τη μυρωδιά του πεύκου βρέθηκε στη μυρωδιά της βενζίνης, κάπου στους Αμπελόκηπους. Μεσοτοιχία με το Σινέ Φλερύ, που έβαζε στο πλάνο της μαγικές εικόνες και άρωμα από αγιόκλημα. Κάτω από τις σχολικές αίθουσες, όπου δίδασκε ο μαθηματικός πατέρας της.

Χάνοντας την μητέρα της και τον κόσμο της εκεί στα βουνά, ένιωθε σαν χαμένη στο νέο της σπίτι. Ανεβαίνοντας λοιπόν μια μέρα τη σκάλα προς τις σχολικές αίθουσες, βρέθηκε μπροστά σε ένα παμπάλαιο πιάνο. Κάτι άγνωστο και παράξενο, όπως φάνταζε στα μάτια της. Και άρχισε να το γρατζουνάει – ναι, να το γρατζουνάει – για ώρες κάθε μέρα. Ακόμη και να διώξει τα ποντίκια… Αίφνης από την κορνίζα του παραθύρου στην αίθουσα με το πιάνο, πάνω που είχε σκοτεινιάσει όσο γρατζουνούσε τα πλήκτρα, βρέθηκε μπροστά σε ένα ακόμη θαύμα: τις κινηματογραφικές εικόνες. Εκείνη, που δεν είχε ούτε ηλεκτρικό, εκεί στο ορεινό χωριό. Το Τείχιο, της επαρχίας Δωρίδος, στη Φωκίδα.

Α, δεν σας σύστησα. Το κοριτσάκι ονομαζόταν Ελένη. Ελένη Καραΐνδρου. Και έτσι, λίγο χριστουγεννιάτικα, ξεκινάει η ξενάγηση σε μια ζωή γεμάτη μουσική και σινεμά (το παλιό πιάνο και το Σινέ Φλερύ, τα δύο μικρά θαύματα που την βρήκαν στα μικράτα της). Σαν εκείνη της Ελένης Καραΐνδρου. Και είναι η δική της αφήγηση που κάνει ακόμη πιο γοητευτική την ιστορία μας.

Μην βιάζεστε. Θα καταλήξουμε και στο – διεθνές – Σήμερα εκείνου του κοριτσιού που γρατζουνούσε το παλιό πιάνο. «Με το που είδα την πρώτη φορά αυτό που έλεγαν σινεμά, την άλλη μέρα τρύπωσα πίσω από την οθόνη στο Φλερύ και άρχισα να ψάχνω τι μαγικό υπάρχει εκεί», θυμάται, καθισμένη στο ολόφωτο σπίτι της, σήμερα, η Ελένη Καραΐνδρου. «Εκεί είδα και πέντε και έξι φορές την “Άννα Καρένινα” με τη Βίβιαν Λι. Δεν καταλάβαινα, βέβαια, και πολλά, αλλά καταλάβαινα πως κάτι κακό συμβαίνει με το τρένο», συνεχίζει με αφοπλιστική ειλικρίνεια, σαν εκείνη πιθανότατα του επτάχρονου κοριτσιού που βρέθηκε ενώπιον δύο μικρών θαυμάτων. Στους Αμπελοκήπους του 1948. Στον Εμφύλιο. 



Αφοπλιστικά και ειλικρινή και τα μάτια της καθώς σε κοιτούν την ώρα που αφηγείται: «Τα νεύρα μου είχαν γίνει τσατάλια που έχασα τον παράδεισό μου και τη μητέρα μου και έτσι αναγκάζονταν να με δένουν στο κρεβάτι. Το πιάνο και το σινεμά ήταν μόνη μου παρηγοριά… (Παύση) Ακούγοντάς με να γρατζουνάω το πιάνο, ο πατέρας μου βρήκε μια δασκάλα που άρχισε να μου μαθαίνει μουσική. Στην αρχή βαριόμουν. Όταν όμως ανακάλυψα πάνω σε ένα τραγουδάκι που μου έδωσε ότι με πειθαρχία και δουλειά μπορώ να κάνω πραγματάκια, αφέθηκα. Στα δέκα μου ο πατέρας μου ξαναπαντρεύτηκε μια άλλοτε αρχόντισσα από την Πάτρα. Και στο σπίτι της βρέθηκα αντιμέτωπη με ένα μεγάλο πιάνο με χρυσά κηροπήγια από πάνω. Εντυπωσιάστηκα. Και είπα στον μπαμπά μου, ο οποίος από τότε που χήρεψε με πήγαινε σε όλες τις υποψήφιες νύφες: αυτήν να την παντρευτείς!»

Χάρη στη δασκάλα της, την κυρία Ματαράγκα, βρέθηκε στο Ελληνικό Ωδείο και χρόνια μετά έφτασε στις τελικές εξετάσεις. «Είχα ετοιμάσει το Κοντσέρτο του Σούμαν, που το λατρεύω». Μου το τραγουδάει, με στόμφο. «Ημασταν όμως στα χρόνια της χούντας και δεν πρόλαβα να δώσω τελικά εξετάσεις. Άλλωστε είχαμε άλλες, σημαντικότερες ασχολίες. Να βοηθάμε και να κρύβουμε ανθρώπους. Μέχρι που με πιάσανε. Ήμουν φίλη με την κόρη της Λιλής Ζωγράφου, που παρακολουθούσαν το τηλέφωνό της». Ετσι, βρέθηκε μπροστά στον φοβερό και τρομερό βασανιστή της Χούντας, Κωνσταντίνο Καραπαναγιώτη (τότε Αστυνόμο Β’ στην Υποδιεύθυνση Γενικής Ασφάλειας Αθηνών). Μαζί με τον, πολύ μικρό τότε, γιο της. «Άρχισε να ωρύεται», θυμάται. «Ο γιος μου φώναξε: Η μαμά μου είναι καλή, να την αφήσετε. Εκείνος ούρλιαξε: Πάρτε το παιδί… Τέλος πάντων, ο πατέρας μου, λυκειάρχης πλέον τότε, είχε έναν συγγενή Καραΐνδρο, που ήταν αν θυμάμαι καλά οδηγός στην Ασφάλεια. Και κατάφερε να με βγάλει με προσωρινή εντολή να ξαναγυρίσω. Κι εγώ πήρα το αεροπλάνο, με το παιδί μου και μια κιθάρα και έφυγα».

Στο Παρίσι. «Οταν έφτασα εκεί, ακόμη και με το λίγο τουριστικό μου συνάλλαγμα, νοίκιασα ένα πιάνο. Στο σπίτι που νοίκιαζα και ήταν και καταφύγιο της Μαρίας Φαραντούρη. Στο μεταξύ, είχα προλάβει, πριν τη Χούντα να πάρω δίπλωμα Ιστορίας -Αρχαιολογίας, με λίαν καλώς. Που στα γαλλικά ήταν tres bien και μου έφερε μια υποτροφία. Για να κάνω διδακτορικό στην εθνομουσικολογία, που ασχολείται με την μουσική της προφορικής παράδοσης. Χάρη στην καθηγήτριά μου, την Κλοντί Μαρσέλ – Ντιμπουά, κατάφερα και να διδάσκω και μαζί με άλλους εφτά ερευνητές, από την Τουρκία και άλλες χώρες, εκδώσαμε και έναν τόμο. Όταν έφτασα να παρουσιάσω το διδακτορικό μου, είχα πλέον βγάλει τη “Μεγάλη Αγρύπνια” με τη Μαρία Φαραντούρη (σ.σ.: σε στίχους Κ.Χ.Μύρη) και είχα ήδη συνεργαστεί με την πολύ διάσημη τότε Νάνα Μούσχουρη. Μια συνεργασία αρκετά ζωογόνο, που μας βοήθησε να ζούμε και να μεγαλώσω το παιδί (σ.σ.: σήμερα πενηντάρη και καθηγητή Πολιτικών Επιστημών). Σκέψου ότι με ένα και μόνον τραγούδι έβγαζα πολλά χρήματα. Πρώτο που έγραψα για τη Νάνα Μούσχουρη ήταν το “On Ne Sait Jamais”, σε στίχους του Σερζ Λαμά. Η τεράστια επιτυχία όμως, το 1972, που πούλησε 500.000 δισκάκια, ήταν το “Je Finirai Par l‘Oublier”, σε στίχους του Μισέλ Ζουρντάν. Το τραγούδι μιλούσε για μια κοπέλα που την εγκατέλειψε ο εραστής της και θυμάμαι, στο Ολυμπιά, εκατοντάδες νεαρές να διονυσιάζονται, τραβώντας τα μαλλιά τους!»

Πού είμαστε; Στο Παρίσι. Και στην τεράστια επιτυχία. Σαν να μιλάμε για το Σήμερα της Ελένης Καραΐνδρου. Πάλι στο Παρίσι, χάρη στην παράσταση «Tous des Oiseaux» του νέου διευθυντή του γαλλικού Εθνικού Θεάτρου, του πολυσυζητημένου Ουαϊντί Μουαουάντ, μεγάλου και δεδηλωμένου θαυμαστή της. Παράσταση που γνώρισε κάθε νύχτα την αποθέωση και τουλάχιστον ένα δεκαπεντάλεπτο χειροκρότημα από ενθουσιασμένους όρθιους θεατές και τώρα ξεκινάει παγκόσμια περιοδεία για να επιστρέψει και πάλι στην σκηνή La Colline του Εθνικού Θεάτρου της Γαλλίας.

Εχει και ο Μουαουάντ την δική του ιστορία, που έφτασε ως το κατώφλι της Ελένης Καραΐνδρου, για το θεατρικό του σχέδιο αυτό, που το δούλευε δέκα χρόνια. «Ηθοποιάρα, σκηνοθέτης δεινός και σπουδαίος συγγραφέας», όπως μου συστήνει εκείνη τον 48άρη δημιουργό, «πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια, καθώς έζησε – Χριστιανός ών – τον εμφύλιο στο Λίβανο. Έφυγε με τους γονείς του στη Γαλλία, αλλά εκεί τους παρείχαν άδεια παραμονής και βρέθηκαν στον Καναδά, όπου ο Ουαϊντί ξεκίνησε να δουλεύει και έφτασε σύντομα να βραβευτεί από τη Γαλλική Ακαδημία. Πριν από ενάμιση χρόνο τον κάλεσαν για να διευθύνει το Εθνικό τους Θέατρο. Μόλις τον έκαναν διευθυντή, ήρθε και με βρήκε. Και μου είπε ότι ήταν χρόνια πολλά όνειρό του η συνεργασία του μαζί μου. Και ότι έγραφε τα έργα του ακούγοντας τη μουσική μου. Πήγαμε και στο Εθνικό και είδε πως δούλευε ο Αντώνης (σ.σ.: Αντύπας, ο σύζυγός της) τους “Πόθους κάτω από τις λεύκες” και συνάντησε και τον διευθυντή και τα δύο θέατρα φαίνεται πως σε κάτι θα συνεργαστούν». Στο μεταξύ, αυτές τις ημέρες κυκλοφορούν από τη δραστήρια «Μικρή Άρκτο» σε ένα εξαιρετικά καλαίσθητο βιβλιαράκι οι μουσικές της για τους «Πόθους» κατά Αντώνη Αντύπα στο Εθνικό και για το «Γλυκό πουλί της νιότης» σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη, στο Θέατρο Δανδουλάκη. 



Οσο για το «Tous des Oiseaux», η Ελένη Καραΐνδρου το θεωρεί έργο πολιτικό «όμως με μια διάθεση συμφιλίωσης. Και δίχως τίποτα το διδακτικό». Μιλάμε για μια ιστορία, σε στυλ Ρωμαίου και Ιουλιέτας. Εκείνος είναι εβραίος γενετιστής. Εκείνη είναι Μαροκινή και κάνει το διδακτορικό της πάνω σε έναν άραβα διπλωμάτη. Συναντιούνται στη Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης και η συνέχεια της ιστορίας τους γράφεται στο Ισραήλ, στα χρόνια που, όπως το θέτει η Ελένη Καραΐνδρου, «επυρπολείτο όλη η περιοχή». Εντυπωσιακό: το έργο είναι γραμμένο σε τέσσερις γλώσσες, αραβικά, εβραϊκά, γερμανικά και αγγλικά. Αλλά όχι σε γαλλικά. Και όμως οι Γάλλοι κριτικοί – πέρα από το κοινό – παραληρούσαν.

Ο Μουαουάντ δεν είναι ο μόνος δημιουργός, της ηλικίας του, που ζει χρόνια με τη μουσική της Ελένης Καραΐνδρου. Είναι και ο ιρανός ηθοποιός, βραβευμένος στο Φεστιβάλ Βερολίνου για την ερμηνεία του στην ιρανική κινηματογραφική έκπληξη «Ενας χωρισμός» (2011), Πέιμαν Μοάντι. Που έφτασε επίσης ως το κατώφλι της, όσο εκείνη δούλευε μεθοδικά τη μουσική για το «Tous des Oiseaux» για να της πει ότι δούλευε με τη μουσική της για παρέα και δημιουργική έμπνευση επί 25 χρόνια! Και ότι όνειρό του είναι η συνεργασία τους στην ταινία που ετοιμάζει, για να προβληθεί στην επόμενη Μπερλινάλε, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου. Ο προσωρινός, τουλάχιστον, τίτλος της ταινίας του είναι εκρηκτικός: «Bomb». Και η Ελένη Καραΐνδρου είπε το «Ναι» για να την ντύσει μουσικά στα μέσα Ιανουαρίου. Η ιστορία διαδραματίζεται στην Τεχεράνη, την περίοδο που ο Σαντάμ Χουσεΐν βομβάρδιζε ανελέητα. Και αυτό μέσα από τη σχέση ενός ζευγαριού, που βρίσκεται συχνά στα καταφύγια. Και μέσα από τα μάτια ενός 12χρονου αγοριού, που γοητεύεται… αθεράπευτα από μια μικρή γειτονοπούλα του. Τόσο πολύ που στην προσευχή του παρακαλάει τον Θεό: Πες στο Σαντάμ να βομβαρδίζει για να βλέπω τη μικρή μου αγαπημένη…

Πέρα από την πολύφερνη παράσταση και την ταινία, η ελληνίδα συνθέτρια έχει στο καρνέ της συναυλίες στην Κωνσταντινούπολη και τη συμμετοχή της, το φθινόπωρο, σε ένα Φεστιβάλ Τζαζ κοντά στην Στουτγάρδη, όπου και θα ανοίξει τον εορτασμό των 50 ετών της έγκυρης γερμανικής δισκογραφικής εταιρείας ECM, στο δυναμικό της οποίας ανήκει. Και την οποία διευθύνει ο φίλος της πλέον Μάνφρεντ Άιχερ, που μαζί της και κυρίως με τα κινηματογραφικά της έργα (κατά κύριο λόγο για ταινίες του αείμνηστου Θόδωρου Αγγελόπουλου) είχε κάνει από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του. Πέρα από τις παλιές, με τον Κιθ Τζάρετ ή με τον Γιαν Γκαρμπάρεκ.

Είπαμε όμως Γιαν Γκαρμπάρεκ και για αυτή τη μνημειώδη συνεργασία η Ελένη Καραΐνδρου είχε μία ακόμη ενδιαφέρουσα ιστορία να μου διηγηθεί. Προτού καν περάσει στο δυναμικό της ECM, θέλησε να συναντήσει τον Γκαρμπάρεκ καθώς πίστευε ότι ένα θέμα – μετέπειτα το περίφημο Θέμα του Αποχαιρετισμού στον «Μελισσοκόμο» του Αγγελόπουλου. «Από το 1974 είχα λιώσει τον δίσκο του Γκαρμπάρεκ “Places” στην ECM. Τον έπαιρνα μαζί μου παντού. Ένιωθα ότι ξεπερνούσε τα όρια του σαξοφώνου και σε πήγαινε αλλού. Όταν, γράφοντας όπως πάντα αυτοσχεδιαστικά στο πιάνο, το θέμα σκέφτηκα πως θα του ταίριαζε, θέλησα να τον ψάξω. Έμαθα πως έγραφε μουσική για το Εθνικό Θέατρο στο Όσλο, βρήκα το τηλέφωνο, τους κάλεσα και ζήτησα το τηλέφωνό του. Με τα πανάθλια τότε αγγλικά μου – γιατί ήμουν του γαλλικού – του τηλεφώνησα και του εξήγησα πως έγραψα κάτι που ήταν για κείνον. “Great” μου απάντησε κι έπειτα σιωπή. Δεν ήξερα τι να πω. Στο τέλος, του είπα: Θα έρθω να στο δείξω. Ξανά: “Great”. Πήρα το αεροπλάνο και πήγα στο Όσλο, χωρίς καν να το ξέρει ο Θόδωρος Αγγελόπουλος που έκανε γυρίσματα στη Φλώρινα. Δεν ήξερα καν αν θα του αρέσει…» 

Οταν έφτασε στο Οσλο, όπου την περίμενε στο αεροδρόμιο ο Γιαν Γκαρμπάρεκ με τη σύζυγό του, πήρε μαζί της εκείνη την κασέτα με το Θέμα του Αποχαιρετισμού, που παραλίγο να το σβήσει όπως έγραφε κάθε αυτοσχεδιασμό της. Πήρε μαζί και το «Ταξίδι στα Κύθηρα» και το «Καλή πατρίδα, σύντροφε». Μόλις έφτασαν στο σπίτι τους, έβαλαν τα ειδικά καλτσάκια τους – θυμάται – και βολεύτηκαν. «Μιλούσαμε για ώρες. Και στο τέλος πήγαμε στο στούντιο. Μου ζήτησε να του το τραγουδήσω πρώτα δύο φορές για να πιάσει το ρυθμό μου. Και έπαιξε κάτι τόσο θεϊκό… Ακόμη το έχω σε κασέτα, αν δεν έχει σβηστεί από το χρόνο (σ.σ.: είμαστε άλλωστε στο 1986). Ήμουν τόσο χαρούμενη που δεν με ένοιαζε πλέον αν θα μπει στην ταινία ή όχι». 

Εδώ όμως ήταν το θέμα. «Επρεπε να το ακούσει και ο Θόδωρος. Που το άκουσε μία φορά αλλά δεν ήταν καθόλου σίγουρος ότι το θέλει για τον “Μελισσοκόμο”. Η πρώτη αντίδρασή του δε για τον Γκαρμπάρεκ ήταν: «Δεν υπάρχει άλλος πιο κοντά;». Πιο κοντά από το Όσλο. «Και τι δεν είχα κάνει γι’ αυτή την ταινία: “Το Βαλς του Γάμου”, το “Ροκ της Καντίνας”, το “I’ll Hit The Roads” με την Τζούλι Μασίνο. Και πλέον το Θέμα του Αποχαιρετισμού με τον Γκαρμπάρεκ. Είχε τόσα και ήταν σαν αυτό να του περίσσευε. Όπως ήταν σαν να περίσσευε στην αρχή και το Κοντσέρτο από το “Ταξίδι στα Κύθηρα”, αλλά στο τέλος το έβαλε στην ταινία εφτά φορές!»

Σε μια γιορτή, με το Θόδωρο Αγγελόπουλο, το Μαρτσέλο Μαστρογιάνι, τη Μαρία Φαραντούρη και άλλους στο σπίτι της Μαίρης Παπαλιού, θυμάται η Ελένη Καραΐνδρου, όπου ο σκηνοθέτης τραγούδησε το «Χάρτινο το φεγγαράκι», ήταν και ο Γκαρμπάρεκ αλλά δίχως το σαξόφωνό του. «Οταν έφυγε, ξαναρώτησα το Θόδωρο, αλλά ακόμη δεν το αποφάσιζε. Ένιωθε πως ήταν σαν φρι τζαζ το θέμα και δεν ήξερε αν κολλάει. Του πήρε άλλους δύο μήνες να το αποφασίσει. Αργότερα το έλεγε: είχα άδικο και είχε δίκιο η Ελένη».

Cut, τελευταία σκηνή: Χριστούγεννα, στους δρόμους της Αθήνας. Η Ελένη Καραΐνδρου με τον Γιαν Γκαρμπάρεκ. Νέοι άνθρωποι τους σταματάνε και αγγίζουν τον νορβηγό σαξοφωνίστα. Και την συνθέτρια. Τους σφίγγουν το χέρι. «Είστε όντως εσείς; Είστε εδώ» τον ρωτούν. Χαμόγελα… Κλείνει το πλάνο. Με ένα μουσικό θέμα της Ελένης Καραΐνδρου, για πιάνο και σαξόφωνο. Τίτλοι τέλους.


Ελένη Καραΐνδρου  Μάνος Χατζιδάκις




Info:
Ελένη Καραΐνδρου, Μουσική για τις θεατρικές παραστάσεις «Πόθοι κάτω από τις λεύκες» & «Γλυκό πουλί της νιότης».Πρωτότυπες ηχογραφήσεις 2016-2017, από τις Εκδόσεις Μικρή Άρκτος.
Παίζουν: Σαξόφωνο (David Lynch), όμποε (Βαγγέλης Χριστόπουλος), φαγκότο (Αλέξανδρος Οικονόμου), κλαρινέτο (Αλέξανδρος Αρκαδόπουλος), κόρνο (Αντώνης Λαγός), κιθάρα (Γιώργος Λιμάκης), βιολοντσέλο (Γιώργος Καλούδης), βιολί (Κώστας Λώλος) και Human Touch (David Lynch, σαξόφωνο τενόρο, Σταύρος Λάντσιας, πιάνο, Γιώτης Κιουρτσόγλου, μπάσο ηλεκτρικό), κλαρινέτο (Αλέξανδρος Αρκαδόπουλος), κιθάρα (Μπάμπης Τυρόπουλος), ακορντεόν (Ντίνος Χατζηϊορδάνου).

 Παύλος Ηλ. Αγιαννίδης

 http://www.protagon.gr/epikairotita/apo-to-gratzounismeno-piano-ws-tin-vomva-44341537294

22 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2017



To Vals Tou Gamou - Eleni Karaindrou
ahmtalex 


Eleni Karaindrou - Tango Of Love
Beatriz


Το Βαλς της Βροχής | Ελένη Καραΐνδρου
Mikri Arktos 


Θέμα της Φωτιάς | Ελένη Καραΐνδρου
 Mikri Arktos 


Παιχνιδίσματα | Ελένη Καραΐνδρου
 Mikri Arktos 


Το Χασάπικο του 10 | Ελένη Καραΐνδρου
 Mikri Arktos 


Romance | Ελένη Καραΐνδρου


Γάμος - χασαποσέρβικο | Ελένη Καραΐνδρου
 Mikri Arktos 


Χαμένα Όνειρα | Ελένη Καραΐνδρου
 Mikri Arktos 


Eleni Karaindrou - Eternity And a Day
Alemgişti