Οι πλειστηριασμοί και η κρυφή ατζέντα της Τρόικας.


Μετά από ένα παιχνίδι καθυστερήσεων εκ μέρους όλων των μνημονιακών κυβερνήσεων, η εξαρχής απαίτηση των δανειστών για δραστική εκκαθάριση των κόκκινων στεγαστικών δανείων μέσω πλειστηριασμών έχει τεθεί στο τραπέζι κατά τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια υπεκφυγής. Τα κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια έχουν ήδη πάρει τον δικό τους αντίστοιχο δρόμο. Ακόμα και αν σε πρώτη φάση οι πλειστηριασμοί εστιασθούν κυρίως σε δεύτερες κατοικίες και σε πρώτες κατοικίες με αντικειμενική αξία ανώτερη των 300.000 ευρώ, είναι κοινό μυστικό ότι θα ακολουθήσουν γρήγορα και οι άλλες.

Τα Μνημόνια δεν ήταν απλώς ένας οδηγός δημοσιονομικής εξυγίανσης, όπως τα παρουσιάζουν οι απολογητές τους. Από την πρώτη στιγμή υποστήριζα ότι η κρίση «χρησιμοποιείται ως ευκαιρία για τον βίαιο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας σύμφωνα με τις κυρίαρχες νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες. Το Μνημόνιο περιέχει επιβεβλημένες διατάξεις, αλλά συνολικά λειτουργεί σαν προκρούστεια κλίνη. Γι’ αυτό και εγκλωβίζει την οικονομία σε ανατροφοδοτούμενη ύφεση. Ακόμα κι αν η ψήφιση του Μνημονίου ήταν ο μόνος τρόπος για να κρατήσει η Ελλάδα το κεφάλι έξω από το νερό, δεν συνεπάγεται ότι το Μνημόνιο συνιστά πράγματι αποτελεσματική θεραπεία. Τα αιματηρά μέτρα δεν είναι καθαρτήριο. Το πραγματικό δίλημμα είναι παραγωγικά ή αντιπαραγωγικά μέτρα κι όχι σκληρότερα ή ηπιότερα» (Καθημερινή, 25-6-2010).

Ποιος, λοιπόν, είναι ο βίαιος μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας-κοινωνίας; Στην πραγματικότητα, αυτό που συντελείται όλα αυτά τα χρόνια είναι η βίαιη αποδόμηση του εκτεταμένου κι ανθεκτικού στην Ελλάδα μικροϊδιοκτητικού τρόπου παραγωγής. Στον αγροτικό χώρο κυριαρχεί ο μικρός κλήρος, ενώ στον αστικό η μικρή οικογενειακή επιχείρηση και η αυτοαπασχόληση.

Η άλλη όψη της “μικρομεσαίας θάλασσας”

Η οικονομική αυτή δομή διαμόρφωσε και την αντίστοιχη κοινωνική διάρθρωση. Με άλλα λόγια, ο μικροϊδιοκτητικός τρόπος παραγωγής είναι η άλλη όψη της “μικρομεσαίας θάλασσας” που αποτελεί τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας. Έχει βαθιές ρίζες και έχει συμβάλει καθοριστικά στη διαμόρφωση των κυρίαρχων ιδεολογημάτων, νοοτροπιών και συμπεριφορών του μέσου Έλληνα.

Μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ, η “μικρομεσαία θάλασσα” της αγοράς υπέστη σοβαρά πλήγματα στο οικονομικό πεδίο, παρά το γεγονός ότι απέκτησε πρωτόγνωρη πρόσβαση στην εξουσία και πολιτική ισχύ. Σταδιακά, οι μαζικές εισαγωγές συρρίκνωσαν την ελληνική βιοτεχνική παραγωγή και στον κλάδο του λιανικού εμπορίου κυριάρχησαν οι μεγάλες αλυσίδες. Σε άλλους κλάδους, όμως, ο μοναχικός καβαλάρης και η μικρή οικογενειακή επιχείρηση επέδειξαν αντοχή και επιβίωσαν. Δεν είναι καθόλου σίγουρο, ωστόσο, ότι θα αντέξουν τη συντριπτική πίεση που υφίστανται από τις μνημονιακές πολιτικές.

Όσοι αντιλαμβάνονται την κρίση σαν μια δυσάρεστη παρένθεση αυταπατώνται. Ακόμα και στην πιο ευνοϊκή κατάληξη της κρίσης, η Ελλάδα θα πρέπει για πολλά-πολλά χρόνια να ισορροπήσει σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα. Η πολιτική δημιουργίας ελλειμμάτων, προκειμένου να διατηρηθεί ένα επίπεδο ευημερίας, έχει οριστικά τελειώσει. Η τρέχουσα κρίση δεν μοιάζει με τις προηγούμενες. Στην πραγματικότητα, η ελληνική κοινωνία βιώνει το τέλος μιας εποχής.

Ένας πολύ μεγάλος αριθμός μικρομεσαίων εμπόρων και βιοτεχνών, που επιβίωναν λόγω μεγαλύτερης ή μικρότερης φοροδιαφυγής, θα σαρωθούν. Ακόμα και οι υγιείς μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν πρόκειται να εξασφαλίζουν στους ιδιοκτήτες τους ούτε κατά προσέγγιση την ευημερία που τους εξασφάλιζαν την προηγούμενη περίοδο. Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν για πολλές κατηγορίες ελεύθερων επαγγελματιών. Η υπερφορολόγηση και η μετατροπή των ασφαλιστικών εισφορών σε ιδιότυπο υψηλό φόρο δεν αφήνουν πολλά περιθώρια επιβίωσης. Οι δε αγρότες, που είχαν βολευτεί με ελάχιστη φορολογία και περισσότερες απ’ όσες δικαιούνταν επιδοτήσεις, με κρατικές παροχές και φθηνή μαύρη εργασία παράνομων μεταναστών, έχουν μπει κι αυτοί στη μέγγενη, με αποτέλεσμα πολλοί να περιθωριοποιούνται.

Αντιφατικές επιπτώσεις

Ο μικροϊδιοκτητικός τρόπος παραγωγής είχε αντιφατικές κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις. Από τη μία πλευρά, συχνά εμπόδιζε την αύξηση της παραγωγικότητας, διαμόρφωνε τις τιμές σε σχετικά υψηλά επίπεδα, καλλιεργούσε την περιχαράκωση στον οικογενειακό πυρήνα και παρεμπόδιζε τη συλλογική έκφραση και δράση, τροφοδοτώντας ταυτοχρόνως την έντονη μικροαστική ρητορεία. Από την άλλη πλευρά, όμως, συγκρατούσε την ανεργία, εξασφάλιζε ευελιξία στην αγορά και δυνατότητες ταυτόχρονης πολυαπασχόλησης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργούσε συνθήκες κοινωνικής ευστάθειας και εξασφάλιζε δυνατότητες κοινωνικής κινητικότητας κατά κανόνα προς τα πάνω.

Χρέος του πολιτικού συστήματος ήταν από νωρίς να ωθήσει τους μικρομεσαίους της αγοράς σε κινήσεις εκσυγχρονισμού, με σκοπό την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς τους, την επιβίωση και τη μεγέθυνση όσων είχαν τη δυνατότητα. Αντί γι’ αυτό, το πολιτικό σύστημα τους αντιμετώπισε σαν εκλογική πελατεία, ανεχόμενο την εκτεταμένη φοροδιαφυγή τους και τα φαινόμενα νεοπλουτισμού και ξιπασιάς.

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την κοινή πρακτική των υψηλών τιμών, εξασφάλιζε κατά κανόνα στους μικρομεσαίους ένα εισόδημα μεγαλύτερο απ’ όσο αντιστοιχούσε στην παραγωγική τους δραστηριότητα. Τώρα, η “μικρομεσαία θάλασσα” δεν υφίσταται μόνο την πίεση της κρίσης. Υφίσταται και τα στοχευμένα πλήγματα που υπαγορεύει η Τρόικα.

Τα Μνημόνια είναι ένα πρωτοφανές σε έκταση και ένταση πείραμα “κοινωνικής μηχανικής”, το οποίο αλλοιώνει τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Μπορεί οι μνημονιακές κυβερνήσεις να λειτουργούν ως θλιβερός εφαρμοστής των έξωθεν εντολών, αλλά οι δανειστές είχαν σχέδιο. Έχουν ήδη σε μεγάλο βαθμό μετατρέψει την Ελλάδα σε μεταμοντέρνα αποικία και χώρα φθηνών ευκαιριών για το μεγάλο ευρωπαϊκό κεφάλαιο στο πλαίσιο της γερμανικής Ευρώπης.

Το καθάρισμα του εδάφους

Στο πλαίσιο αυτό, για να ανοίξει ο δρόμος στις μεγάλες εταιρείες επιχειρείται το καθάρισμα του εδάφους με τη συστηματική αποδόμηση σε όλα τα επίπεδα του μικροϊδιοκτητικού τρόπου παραγωγής. Πλήττονται με διάφορους τρόπους η αυτοαπασχόληση, οι κάθε είδους μικρές επιχειρήσεις και η μικρή αγροτική παραγωγή. Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής οι δανειστές έχουν θέσει ως όρο για το κλείσιμο της 3ης αξιολόγησης την έναρξη πραγματοποίησης των πλειστηριασμών.

Η καλύτερη προοπτική με τα Μνημόνια είναι μία τριτοκοσμικού τύπου ανάπτυξη, η οποία θα στηρίζεται στις φθηνές επενδυτικές ευκαιρίες και στη φθηνή εργασία. Γι’ αυτό και επιβάλλουν μέτρα που κατακρημνίζουν τις τιμές των ακινήτων και οδηγούν στη μαζική εκποίησή τους. Γι’ αυτό και περικόπτουν δραστικά μισθούς και συντάξεις. Γι’ αυτό και καταργούν το νομικό πλέγμα προστασίας της εργασίας. Γι’ αυτό και καταλύουν τα υπολείμματα του Κοινωνικού Κράτους. Γι’ αυτό και καταδικάζουν σε ασφυξία μικρομεσαίες, αλλά και μεγαλύτερες επιχειρήσεις.

Η εκκαθάριση των κόκκινων δανείων είναι ο μηχανισμός για την απαλλοτρίωση σημαντικού τμήματος και του επιχειρηματικού ιστού και της στέγης. Το “δικό του σπίτι”, όμως, ήταν και παραμένει κεντρική αξία, παράγοντας ανεξαρτησίας και γι’ αυτό γραμμή άμυνας για τον μικρομεσαίο Έλληνα. Η παραδοσιακή νομισματική ανασφάλεια επί δραχμής ωθούσε τα νοικοκυριά να επενδύσουν τις οικονομίες τους στα ακίνητα, με τη λογική ότι δεν χάνουν ποτέ την αξία τους. Εξ ου και το υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης.

Οι πλειστηριασμοί, λοιπόν, δεν είναι μόνο μία οικονομικού χαρακτήρα διαδικασία που συνδέεται με την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος. Ταυτοχρόνως, πλήττουν τον σκληρό πυρήνα, το αίσθημα ασφάλειας του ελληνικού νοικοκυριού που απειλείται με ξεσπίτωμα. Δεν είναι τυχαίο ότι σε μία περίοδο απουσίας σημαντικών κοινωνικών αντιδράσεων, είναι μόνο οι πλειστηριασμοί από όλα τα επώδυνα μνημονιακά μέτρα που προκαλούν επίμονη και έντονη κοινωνική αντίδραση. Δεδομένου, ότι βρισκόμαστε μόνο στην αρχή, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο το ζήτημα αυτό να λειτουργήσει σαν θρυαλλίδα για την πρόκληση κοινωνικής ανάφλεξης.



 3 Δεκεμβρίου 2017