Μεταρρυθμιστικές προτάσεις για την Ευρωζώνη – Ευρώπη: ένα γερμανικό δράμα.
Αυτό που αποδεικνύεται στο επίπεδο της ένδειας ιδεών, θα μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να σχετίζεται με το ότι οι Γερμανοί στα χρόνια της σοϋμπλικής ιδιοτροπίας περί πειθαρχίας κατέληξαν σε μία εξωφρενική, φαρισαϊκή αντίληψη περί του είδους της κρίσης που βιώνει η Ευρώπη.
Ο Γάλλος θέλει μόνον τα λεφτά μας. Είτε, εξίσου, μία ένωση μεταβιβάσεων κεφαλαίων, στην οποία εμείς οι καημένοι οι Γερμανοί φορολογούμενοι θα τρέφουμε τους τσαπατσούληδες. Κάπως έτσι μοιάζει η απάντηση που εκφέρεται μέχρι στιγμής από πλευράς Γερμανίας έναντι των προτάσεων του Εμανουέλ Μακρόν για μία διασφάλιση του ευρώ σε βάθος χρόνου. Κατόπιν, πολλή σιωπή. Ξαφνικά ούτε ευρωπροϋπολογισμός, ούτε ΥΠΟΙΚ – και καμία κοινή εξασφάλιση των καταθέσεων!
Όχι, μπα, no. Εκτός ίσως, μια τάση που συνάδει με την Σοϊμπλε – μανία, για περισσότερο έλεγχο μελλοντικά επί των ενεργειών των άλλων κυβερνήσεων. Κορυφαία ιδέα. Γιατί να μην έχουμε μία μεγάλη συνεισφορά προς τις ακροδεξιές, λαϊκιστικές τάσεις σε διεθνές επίπεδο; Γερμανικά οράματα για την Ευρώπη. Νευρωτικά.
Αυτό που αποδεικνύεται στο επίπεδο της ένδειας ιδεών, θα μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να σχετίζεται με το ότι οι Γερμανοί στα χρόνια της σοϋμπλικής ιδιοτροπίας περί πειθαρχίας κατέληξαν σε μία εξωφρενική, φαρισαϊκή αντίληψη περί του είδους της κρίσης που βιώνει η Ευρώπη. Εν συντομία: είμαστε υποδειγματικοί, οι άλλοι είναι μία καταστροφή – υπεύθυνοι οι ίδιοι. Μα, εντάξει, βοηθάμε.
Είναι η στιγμή για επανεπεξεργασία. Ίσως και να μην είναι καθόλου παράξενα τα όσα προτείνει ο Μακρόν επ’ αυτού.
Στα γερμανικά παραμύθια η κρίση εξελίσσεται πάντα ως εξής: υπήρχαν κάποτε κάποιες απαίσιες νότιες κυβερνήσεις, που δημιουργούσαν υπερβολικά χρέη, για αυτό και τιμωρήθηκαν κανονικά από τις χρηματαγορές – και στο τέλος έπρεπε να διασωθούν φιλεύσπλαχνα από μας και να ανακληθούν στην τάξη. Άγιος Σόιμπλε, ξεκάθαρα.
Το όλον θέμα έχει ένα στοιχείο παραίσθησης. Σαφώς και υπήρξαν κάποιες αστοχίες σε άλλες χώρες. Ωστόσο, είναι επίσης αλήθεια ότι κανείς άλλος δεν διέπραξε τόσο βαριά σφάλματα στην ευρωκρίση, όσο ο παλιός μας υπουργός Οικονομικών – και έχει εξαγάγει τόσο λίγα συναρπαστικά διδάγματα.
- Μέχρι το 2013, ο Σόιμπλε πίεζε για το ένα πρόγραμμα λιτότητας μετά το άλλο στις χώρες που διέρχονταν οικονομική κρίση, μέχρι που έγινε σαφές ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πολιτικά βιώσιμο μακροπρόθεσμα, δεν έχει οικονομικό νόημα και θα επιδεινώσει την ύφεση, πράγμα που θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο χρέος.
Όταν η ευρωκρίση άρχισε να κλιμακώνεται στις αρχές του 2010, εν μέσω των δυσάρεστων απότοκων του διεθνούς οικονομικού κραχ του 2008, οι ειδικοί σαν τον νομπελίστα, Τζόζεφ Στίγκλιτς, προειδοποιούσαν ότι σε μία χρηματοπιστωτική κρίση που απειλούσε να καταστεί αυτοτροφοδοτούμενη – καθώς ο φόβος δημιουργεί φόβο -, έπρεπε να υπάρχουν διαθέσιμα εργαλεία ταχείας βοήθειας. Η απάντηση Σόιμπλε: δεν υπάρχουν. Μέχρι το Μάιο η κρίση κλιμακώθηκε τόσο που οι κεντρικοί τραπεζίτες και οι υπουργοί Οικονομικών έπρεπε να κάνουν ακριβώς αυτό μέσα σε ένα δραματικό σαββατοκύριακο, διότι σε διαφορετική περίπτωση θα κατέρρεε το τραπεζικό σύστημα. Εσφαλμένη εκτίμηση Σόιμπλε.
Το υπ. Οικονομικών μας ήταν κατά των χαμηλών επιτοκίων για το ελληνικό χρέος- για να τιμωρήσει τους (Έλληνες) πολιτικούς, μέχρι που έγινε σαφές, ότι τα υψηλά επιτόκια σε μια μεγάλη κρίση επιδεινώνουν την κατάσταση, διότι δυσκολεύουν τη μείωση του χρέους. Πράγμα λογικό.
Αργότερα, η καγκελάριος και ο υπουργός πίεσαν για τη συμμετοχή των ιδιωτών πιστωτών στην αναδιάρθρωση του χρέους, μέχρι που έγινε ξεκάθαρο ότι μια τέτοια απειλή σε περίοδο μεγάλης κρίσης δημιουργεί μεγαλύτερο πανικό και δεν προσφέρει καμία βοήθεια. Αυτό οδήγησε σε κλιμάκωση της κρίσης στην Ιρλανδία, με γερμανική υποστήριξη.
Λίγο μετά ο Σόιμπλε τοποθετήθηκε εναντίον του ενδεχομένου ανακοίνωσης από τον επικεφαλής της ΕΚΤ για διάσωση του ευρώ με κάθε μέσο- μέχρι που ο Μάριο Ντράγκι (ευτυχώς) το 2012 το αγνόησε και σταμάτησε την κλιμάκωση της κρίσης. Grazie.
Οι Γερμανοί υποχωρούσαν πάντα πολύ αργά. Μέχρι το 2013, ο Σόιμπλε πίεζε για το ένα πρόγραμμα λιτότητας μετά το άλλο στις χώρες που διέρχονταν οικονομική κρίση, μέχρι που έγινε σαφές ότι κάτι τέτοιο δεν είναι πολιτικά βιώσιμο μακροπρόθεσμα, δεν έχει οικονομικό νόημα και θα επιδεινώσει την ύφεση, πράγμα που θα οδηγήσει σε μεγαλύτερο χρέος. Μέτρα που επιτείνουν την κρίση. Από τότε οι στόχοι του ελλείμματος αντιμετωπίστηκαν περισσότερο ρεαλιστικά. Και ως εκ θαύματος, η οικονομία των χωρών αυτών άρχισε να σημειώνει άνοδο.
Όλα αυτά τα λάθη τώρα τα παραδέχονται ακόμα και ορθόδοξοι Γερμανοί οικονομολόγοι. Ακόμα και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αναγκάστηκε να υποχωρήσει στο τέλος, συνέβαλε στη διάσωση του Ντράγκι, καθώς και τους νέους στόχους για τις χώρες που διέρχονταν κρίση μόνο πολύ αργά, ώστε ήταν πραγματικά ακριβά.
Καθώς η ευρωζώνη σημειώνει ανάπτυξη και πάλι σήμερα, με τα επιτόκια να έχουν μειωθεί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι και (πρόσφατα ακόμα) και οι Έλληνες δε χρειάζεται να κάνουν μεγάλες περικοπές και να αυξάνουν τους φόρους- ο Ντράγκι διέκοψε το σπιράλ του πανικού το 2012. Αυτοί που θέλουν να ξεπεράσουν τις κρίσεις χρειάζονται εμφατικά μια δημοσιονομική πολιτική.
Η γερμανική ανάγνωση δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα.
Το λάθος είναι, ότι όλα αυτά, δεν οδήγησαν στην αναθεώρηση της γερμανικής άποψης. Αυτή είναι η ουσία του θέματος. Εάν πράγματι (σύμφωνα με την παλιά γερμανική εκδοχή) η κρίση προέρχεται από τις υπερχρεωμένες χώρες του Νότου, τότε η απάντηση είναι λογική: περισσότερη πίεση, περισσότεροι κανόνες και όχι αμοιβαιοποίηση του χρέους ή κοινός προϋπολογισμός.
Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις που συνηγορούν υπέρ του ότι στην ευρω-αποτυχία του 2010 συνέβαλε μάλλον και η προηγούμενη δημοσιονομική κρίση. Και το ότι ενεπλάκησαν όχι απλώς κάποιες απρόσεκτες κυβερνήσεις, αλλά τράπεζες και κερδοσκόποι στον τομέα των ακινήτων- όχι μόνον αυτοί στον Νότο, αλλά και οι δικοί μας.
Η παγίδα είναι ότι και αυτή η ερμηνεία δεν ταιριάζει με την πραγματικότητα. Διαφορετικά οι Ιρλανδοί και οι Ισπανοί δεν θα είχαν εισέλθει εξ΄ αρχής στην κρίση- μάλιστα είχαν πλεονάσματα στον προϋπολογισμό τους μέχρι το 2018. Εξάλλου, η λιτότητα τα πρώτα χρόνια της κρίσης θα βοηθούσε.
Υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις που συνηγορούν υπέρ του ότι στην ευρω-αποτυχία του 2010 συνέβαλε μάλλον και η προηγούμενη δημοσιονομική κρίση. Και το ότι ενεπλάκησαν όχι απλώς κάποιες απρόσεκτες κυβερνήσεις, αλλά τράπεζες και κερδοσκόποι στον τομέα των ακινήτων- όχι μόνον αυτοί στον Νότο, αλλά και οι δικοί μας. Και σήμερα υπάρχουν ορισμένες έρευνες που αποδεικνύουν ότι το πρόβλημα είναι περισσότερα τα χρέη ιδιωτών- κι ότι το δημόσιο χρέος είναι μάλλον απλώς μία παράπλευρη συνθήκη. Κι ότι δεν έχει πάντως νόημα να επιχειρεί κανείς μία δριμεία εξυγίανση εν μέσω ύφεσης.
Εάν αυτό ισχύει, τότε δε βοηθά και πολύ το να μειώνει κανείς συντάξεις ή να αυξάνει τον ΦΠΑ για να αντιμετωπιστεί μια κρίση. Ή το να εφευρίσκει το δέκατο, ακόμη πιο αυστηρό, σύμφωνο σταθερότητας για τα δημόσια οικονομικά. Ή το να απειλεί ότι δεν θα υπάρξει άλλη βοήθεια. Τότε θα ήταν καλύτερα να είχε αντιμετωπιστεί το θέμα με τους Έλληνες ήδη στα τέλη του 2009 αντί να περιμένει κανείς μέχρι την κλιμάκωση του πανικού των τραπεζών. Τότε θα έπρεπε να είχε παρέμβει η ΕΚΤ πολύ νωρίτερα ως διασώστης σε τελευταίο βαθμό, όπως το έκαναν όλες οι κεντρικές τράπεζες του κόσμου μετά το ξέσπασμα της δημοσιονομικής κρίσης. Τότε η κρίση θα είχε ενδεχομένως σταματήσει ήδη το 2010. Ένα γερμανο- ευρωπαϊκό δράμα.
Τότε δεν επαρκεί σίγουρα το να αξιώνει κανείς για τη μελλοντική διασφάλιση της ευρωζώνης ακόμη αυστηρότερους ελέγχους άλλων κυβερνήσεων. Ούτε το να αντικρούει σχεδόν κάθε άλλη πρόταση επιδεικνύοντας τις γερμανικές νευρώσεις.
Όταν σε τέτοιου είδους κρίση υπάρχει ο κίνδυνος να προκαλείται ένας φαύλος κύκλος μέσω των χρεών και της κατάρρευσης τραπεζών, τότε είναι σημαντικό στην ώρα ανάγκης να επεμβαίνει μία κεντρική τράπεζα και να εγγυάται την ασφάλεια του νομίσματος. Τότε είναι πιθανότατα προς το συμφέρον μας, ως Γερμανών, να συμβάλουμε στην διασφάλιση των καταθέσεων όλων εκείνων, με τους οποίους μοιραζόμαστε ένα κοινό νόμισμα. Ποιος ξέρει αν ίσως κι εμείς χρειαστούμε κάποια στιγμή βοήθεια.
Τότε, ίσως είναι και για μας μια καλή ιδέα να υποστηρίξουμε έναν κοινό προϋπολογισμό της ευρωζώνης- όχι για να καθιερώσουμε τα μονόπλευρα εμβάσματα (εξάλλου, αυτό δεν το είπε ποτέ ο Μακρόν), αλλά για να μπορέσουμε να προνοήσουμε ότι στην επόμενη δημοσιονομική κρίση οι κυβερνήσεις, ευρισκόμενες σε πανικό, δε θα περικόπτουν μόνο και θα καταστρέφουν έτσι πάλι την ανάπτυξη και τη μείωση του χρέους.
Ένας τέτοιος προϋπολογισμός θα μπορούσε να συμβάλει στο να χρηματοδοτηθούν μεγάλα προγράμματα της ευρωζώνης, π.χ. για την προστασία του κλίματος ή για καλύτερα ψηφιακά δίκτυα- ζητήματα για τα οποία τα παιδιά μας θα μας χρωστούσαν ευγνωμοσύνη (γιατί τότε το δίκτυο wifi θα λειτουργεί παντού καλύτερα).
Τότε ίσως να χρειαζόμασταν κι έναν κοινό υπουργό Οικονομικών, ο οποίος δεν θα ήταν μόνον ένας «μανιακός του ελέγχου», αλλά θα μπορούσε να ξεκαθαρίσει κατά πόσο οι χώρες οδηγούνται σε κρίση λόγω της δικής τους υπερχρέωσης ή όχι.
Για τις λεπτομέρειες σίγουρα θα υπάρχουν διενέξεις. Αλλά το να αδιαφορεί κανείς μπροστά σε τέτοιες ιδέες, διατυπώνοντας ασαφείς υποθέσεις, δείχνει μια επιπολαιότητα. Μια τέτοια ευρωκρίση δεν αντιμετωπίζεται τόσο απλά. Τώρα είναι η ύψιστη στιγμή για οράματα γερμανικής κοπής. Η επόμενη κρίση σίγουρα θα ακολουθήσει.
οικονομολόγος / δημοσιολόγος
(Spiegel online – ΑΠΕ ΜΠΕ)
15/12/2017