Γιατί έπεσαν έξω οι προβλέψεις για τον ρυθμό ανάπτυξης.


Οι προβλέψεις της Κομισιόν, του ΔΝΤ και κατά συνέπεια και της ελληνικής κυβέρνησης το φθινόπωρο του 2016 για το ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ ήταν στο 2,7% ή και λίγο μεγαλύτερο. Από τότε έχουμε προβλέψεις που συνεχώς μειώνουν το ρυθμό μεγέθυνσης του ελληνικού ΑΕΠ το 2017.

Οι φθινοπωρινές προβλέψεις για την εξέλιξη των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών της ΕΕ που είδαν πρόσφατα (8-11-2017) το φως της δημοσιότητας δείχνουν μια περισσότερο συγκρατημένη εικόνα για τα μεγέθη το έτος 2017 σε σχέση με τις αντίστοιχες εαρινές προβλέψεις της ΕΕ, αλλά και με τον προϋπολογισμό του 2017.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Κομισιόν ο ρυθμός μεγέθυνσης για το 2017 θα είναι 1,6%. Αυτό το απέδιδε  στο ότι –με βάση τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου που είχε στη διάθεσή της– διαπίστωνε  μικρότερη επέκταση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Επίσης, μια καθυστέρηση, ειδικά το δεύτερο τρίμηνο, των επενδύσεων. Τελικά αυτό το ρυθμό μεγέθυνσης  ενέγραψε και η ελληνική κυβέρνηση στον Προϋπολογισμό του 2018.

Η πρόβλεψη του Μεσοπρόθεσμου

Η προηγούμενη πρόβλεψή της, τον Μάρτιο του 2017, ήταν 2,1%. Αν κρίνουμε τις εξελίξεις με το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα που κατέθεσε η κυβέρνηση έως το 2020 είναι πιο κοντά οι προβλέψεις του. Το Μεσοπρόθεσμο προβλέπει 1,8% το 2017, μεγέθυνση της ιδιωτικής κατανάλωσης 1,3% και αύξηση των επενδύσεων κατά 5,9%.

Και είμαστε πολύ πιο μακριά από την πρόβλεψη του Προϋπολογισμού για το 2017, που είχε καταθέσει η κυβέρνηση πριν έναν χρόνο. Εκεί, προβλεπόταν ρυθμός μεγέθυνσης 2,7% για το 2017, αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,8% και αύξηση των επενδύσεων κατά 9,1%.

Τα προσωρινά στοιχεία (το υπογραμμίζω) της ΕΛΣΤΑΤ, για το τρίτο τρίμηνο του 2017, δείχνουν ρυθμό μεγέθυνσης 1,3% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2016. Καθιστούν, δηλαδή, δύσκολο να επιτευχθεί ο στόχος του 1,6%. Η λογική υπαγορεύει πως για να πιαστεί ο στόχος για ρυθμό ανάπτυξης 1,6% φέτος θα πρέπει η οικονομική δραστηριότητα της περιόδου Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2017 να αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα πάνω.

Μόνο  έτσι θα γίνει εφικτή η επίτευξη του στόχου με ένα λογικό ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας το τελευταίο τρίμηνο του 2017. Δηλαδή, θα πρέπει να γίνει κάτι το αντίστοιχο με αυτό που συνέβη το 2ο τρίμηνο φέτος, όπου ο αρχικός ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης διπλασιάσθηκε στο 1,6% από 0,8%.

Η καταναλωτική δαπάνη

Συγκεκριμένα: Από τα επιμέρους στοιχεία του ΑΕΠ του 3ου τριμήνου προκύπτει ότι η τελική καταναλωτική δαπάνη ήταν μειωμένη σε σύγκριση με το ίδιο τρίμηνο το 2016 (-1% ) και σε σύγκριση με το 2ο τρίμηνο του 2017 (-0,1%). Αυτό οφείλεται στη στασιμότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης (0%) και στη μείωση της δημόσιας (-2,2%) το 3ο τρίμηνο του 2017 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2016. Επίσης, σε σχέση με το 2ο τρίμηνο του 2017 η ιδιωτική κατανάλωση παρουσιάζει μείωση (-0,3%), ενώ αντίστοιχα η δημόσια κατανάλωση παρουσιάζει αύξηση (0,9%).

Η μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης χρειάζεται μεγαλύτερη διερεύνηση διότι:

Πρώτον, δεν ακολουθεί την ανοδική τάση του 1ου και του 2ου τριμήνου το 2017 σε ετήσια βάση (δηλαδή σε σχέση με τα αντίστοιχα τρίμηνα του 2016). Σύμφωνα με τα στοιχεία, η καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά 0,9% και 1% σε ετήσια βάση, σε κάθε ένα από τα δυο προηγούμενα τρίμηνα του 2017. Το αποτέλεσμα  ήταν η τελική καταναλωτική δαπάνη να αυξηθεί κατά 0,4% και 0,5%, παρότι η δημόσια δαπάνη κατέγραψε μείωση (-3,5%) το 3ο τρίμηνο και (-2,1%) το 2ο τρίμηνο του 2017.

Δεύτερον, η ιδιωτική κατανάλωση δεν επωφελείται το 3ο τρίμηνο από το ισχυρό τουριστικό ρεύμα που φέτος συνοδεύεται από ανάλογη αύξηση της τουριστικής δαπάνης. Πιο συγκεκριμένα, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις αυξήθηκαν σωρευτικά κατά 970 εκατ. ευρώ περίπου το 3ο τρίμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας Ελλάδος. Είναι δύσκολο να δεχθούμε ότι μέρος των συγκεκριμένων πόρων δεν οδηγήθηκαν στην κατανάλωση, ακόμη κι αν λάβουμε υπόψη τους αυξημένους φόρους, και τις γενικότερες υποχρεώσεις των πολιτών.

Ζητείται εξήγηση

Αν  δεν προκύψει αναθεώρηση προς τα πάνω της ιδιωτικής και συνολικής καταναλωτικής δαπάνης το 3ο τρίμηνο που θα αποτυπωθεί στο ΑΕΠ, τότε τα πράγματα θα είναι πάρα πολύ δύσκολα για την ελληνική οικονομία. Με δεδομένο, βεβαίως, το μίγμα της οικονομικής πολιτικής που ακολουθεί μέσα στο στενό πλαίσιο του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Αναφέρομαι προφανώς στα υπέρμετρα πρωτογενή πλεονάσματα πέρα και πάνω από τους στόχους του προγράμματος δημοσιονομικής πολιτικής.

Τώρα σε σχέση με τον Ακαθάριστο Σχηματισμό Παγίου Κεφαλαίου παρατηρούμε ότι τα στοιχεία του 3ου τριμήνου 2017 σε ετήσια βάση δείχνουν μείωση 8,1%. Τα δύο πρώτα τρίμηνα, πάντα σε ετήσια βάση, ο Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου είχε παρουσιάσει αύξηση 17% στο 1ο τρίμηνο και 1% στο 2ο τρίμηνο. Η πρόβλεψη για ρυθμό ανάπτυξης 1,6% για το 2017 προϋποθέτει ρυθμό αύξησης των επενδύσεων 5,1%, σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό του 2018.

Θα πρέπει, όμως να περιμένουμε την περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση των στοιχείων για ασφαλή συμπεράσματα. Ένα, όμως, είναι σχεδόν σίγουρο: η μεγέθυνση του ΑΕΠ δεν θα είναι 2,7% αλλά γύρω στο 1,5%. Το υπουργείο Οικονομικών θα έπρεπε να δώσει κάποια  εξήγηση για τους λόγους που παρατηρήθηκε αυτή η μείωση. Λόγους όχι περιγραφικούς αλλά αξιολογικούς.

Τι δεν πήγε καλά; Υπάρχει λάθος στο μίγμα της οικονομικής πολιτικής ή όχι; Η δική του συμμετοχή αξιολογείται ως σωστή; Η “ταξική”(!) πολιτική που ακολουθεί μήπως έχει επιπτώσεις στη μεγέθυνση του ΑΕΠ; Τέλος πάντων κάτι πρέπει να μας πει για να εξηγήσει την απτή πραγματικότητα.



 13 Δεκεμβρίου 2017