Μακεδονία το “όν ούκ άνευ” των Ελλήνων και του παγκόσμιου πολιτισμού: Ανοικτή επιστολή.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Μακεδονικό, ή αλλιώς περί προοδευτικότητας και άλλων δαιμονίων.
(2) Στο γύρισμα της Ιστορίας.






 Προς Τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Εξοχώτατο 
κ.κ. Προκόπη Παυλόπουλο 
Τους Αρχηγούς των ελληνικών κομμάτων 
Τους Έλληνες Βουλευτές 
Τους απανταχού Έλληνες και Φιλέλληνες 

Αν σήμερα ασελγήσουμε στήν ιστορία καί παραχωρήσουμε το Ελληνικό όνομα της Μακεδονίας σε μή Ελληνικό κράτος, αύριο θα αντιστραφούν τα πράγματα και θα κατηγορηθούμε πώς είμεθα εισβολείς και ότι πρέπει να αποχωρήσουμε από όλη την Μακεδονία.

 Γιά αυτό θεωρούμε πως η πραγματική συναδέλφωση και ειρηνική – δημοκρατική συμβίωση ανθρώπων και λαών, γειτονικών ή μακρινών, επιτυγχάνεται μόνο μέσα από τον σεβασμό και την κατανόηση της αλήθειας και της ιστορίας κάθε λαού. Ακόμη, μια υγιής ενότητα και δημοκρατική ενοποίηση ανθρώπων και λαών μπορεί να επιτευχθεί μόνον διαμέσου του σεβασμού και της ειλικρινούς συζήτησης και αναγνώρισης της ιστορικής πραγματικότητας κάθε ανθρώπου, κάθε λαού και κάθε πολιτισμού. 

Όσα επομένως ακολουθούν, όχι μόνον δεν συνιστούν άρνηση στήριξης ενός γειτονικού μας λαού, όπως οι Σλάβοι κάτοικοι της FYROM αλλά και οι Αλβανοί κάτοικοι τόσο της FYROM όσο και της Αλβανίας. Ήδη, η άλλοτε τεταμένη σχέση Ελλάδος και Βουλγαρίας έχει σήμερα αντικατασταθεί από πραγματικές σχέσεις φιλίας, συνεργασίας και δημιουργικής συμβίωσης σε κάθε επίπεδο. Το ίδιο ευχόμεθα να συμβεί με τη FYROM και την Αλβανία. 

Η Ελλάδα υποχρεούται να προσφέρει σε κάθε άνθρωπο και κάθε λαό τον διαχρονικό πολιτισμό της, όπως έχει πράξει επανειλημμένα από τους αρχαίους χρόνους μέχρι και σήμερα. Δεν υποχρεούται όμως να συναινεί στην πλαστογράφηση της ιστορίας και να αποδέχεται ότι η Μακεδονία δεν ήταν ανέκαθεν ελληνική γη και ελληνική πατρίδα όπως τόσες άλλες. Η ελληνική γλώσσα ήταν πάντοτε η κοινώς ομιλουμένη γλώσσα της Μακεδονίας, από τους μυθικούς χρόνους μέχρι σήμερα. Η σλαβική γλώσσα εμφανίζεται  βόρεια  της Μακεδονίας μαζί με την εμφάνιση των σλαβικών φύλων σχεδόν χίλια χρόνια μετά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Αυτό το παραδέχονται όλοι οι ιστορικοί, ακόμη και μεγάλοι Σκοπιανοί ιστορικοί ή πολιτικά πρόσωπα από το κράτος της FYROM, όπως ο Γκλιγκόροφ και άλλοι. Όσα, λοιπόν, ακολουθούν, εκφράζονται επί της βάσης μιας υγιούς, αληθινά δημοκρατικής και ειλικρινούς ανάπτυξης φιλίας και συνεργασίας με τους βόρειους γείτονές μας. Αν σήμερα ασελγήσουμε στήν ιστορία καί παραχωρήσουμε το ελληνικό όνομα της Μακεδονίας σε μή Ελληνικό κράτος, αύριο θα αντιστραφούν τα πράγματα και θα κατηγορηθούμε πώς είμεθα εισβολείς και ότι πρέπει να αποχωρήσουμε από όλη την Μακεδονία. 

Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας, 
Αγαπητοί φίλοι και συμπατριώτες,

 Ποιός αλήθεια, είτε Έλληνας, είτε όποιος άλλος που γνωρίζει ιστορία, αγνοεί πως η Μακεδονία είναι ελληνική πατρίδα όπως η Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάδα η Κρήτη, η Ήπειρος, η Θράκη, η Θεσσαλία και τα νησιά μας; Και αν η Μακεδονία είναι σαφώς ελληνική και μάλιστα ελληνικότατη ιστορική πραγματικότητα εξαρχής, που δεν την κατακτήσαμε από κάποιους άλλους λαούς, ως Έλληνες ή Μακεδόνες, αλλά εδώ έχουμε υπάρξει από τους μυθικούς και προϊστορικούς ακόμη χρόνους, ποιός Έλληνας πολιτικός, ή όποιος άλλος, μπορεί να υπογράψει και να αποδεχθεί κράτος ονομαζόμενο Μακεδονία χωρίς Έλληνες; Ποιός, αλήθεια, Έλληνας, ή όποιος άλλος, μπορεί με πραγματικά ιστορικά, εθνολογικά, λαογραφικά, πολιτιστικά, γεωπολιτικά ή άλλα κριτήρια, να αρνηθεί ότι η Μακεδονία είναι διαχρονικά παρούσα στην ελληνική ιστορία, στους Αρχαίους, τους Ελληνιστικούς, τους Ρωμαϊκούς, τους Βυζαντινούς, τους Οθωμανικούς ή τους νεώτερους χρόνους; 

Η άρνησή μας να υπάρξει κράτος εκτός της Ελλάδος αλλά γειτονικά της Ελλάδος με ελληνική ονομασία, έστω και συνθετικά, όπως Βόρεια ή Σλαβική – ή ό,τι άλλο – Μακεδονία, δεν είναι προϊόν εθνικιστικής μονομέρειας, φυλετικής ή ρατσιστικής αντίληψης και ιδεολογίας. Αντιθέτως, είναι προϊόν επιστημονικής, ιστορικής και γεωπολιτικής συνείδησης και αγωνίας για την ειρήνη, την συνεργασία, την συμβίωση  και την δημοκρατία όλων των λαών στα Βαλκάνια. 

Είναι σαφές ότι η όποια αποδοχή εκ μέρους της Ελλάδος ενός συνθετικού, έστω, ελληνικού μακεδονικού ονόματος για το κράτος των Σκοπίων, την επόμενη ημέρα θα σημάνει σαφώς εδαφικές διεκδικήσεις και αρχή νέων ωδινών, όμοιων με αυτές της Κύπρου ή του Αιγαίου, ενώ θα ακολουθήσει αντίστοιχη εδαφική διεκδίκηση και στην Ήπειρο. Αυτά που δεν μπόρεσε να πετύχει εναντίον της ελληνικής αλλά και της βαλκανικής πραγματικότητας το Τρίτο Ράϊχ με τον Πρώτο και Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, επιδιώκει τώρα να τα πετύχει μέσω της οικονομικής κρίσης. Δηλαδή, τον προπηλακισμό και την εξαφάνιση ιστορικών λαών που του αντιστάθηκαν και το εμπόδισαν να επιβάλει μία φασιστική, ρατσιστική, φεουδαρχική και αντιδημοκρατική πραγματικότητα.

 Είναι σαφές πως η Τουρκία, αλλά και η FYROM και η Αλβανία, ως φανεροί ή αφανείς «δορυφόροι» του γερμανικού μεγαλοϊδεατισμού και κρυπτο-φασισμού, από τον οποίο εμπνέονται τον δικό τους αλύτρωτο φασιστικό και ρατσιστικό μεγαλοϊδεατισμό, αποτελούν το κεντρικό όχημα και άρμα αλλαγής συνόρων στα Βαλκάνια. Αυτό συμβαίνει, μάλιστα, προκειμένου η γερμανική κατοχή που εμποδίστηκε στους δύο Παγκόσμιους, κατ’ ουσίαν γερμανικούς, πολέμους του 20ου αιώνα, να πραγματοποιηθεί με ειρηνικό και δήθεν δημοκρατικό τρόπο στον 21ο αιώνα.

 Ουδείς των Ελλήνων πολιτικών ανδρών δύναται να διαχειρίζεται την ελληνική ιστορία χιλιετηρίδων και μια ελληνική πολιτιστική κληρονομιά με παγκόσμιο και διαχρονικό αντίκτυπο, ωσάν όλα αυτά να είναι δική του ατομική ή οικογενειακή ιδιοκτησία και περιουσία. Οι Έλληνες πολιτικοί άνδρες και τα ελληνικά κόμματα δεν έχουν κανένα άλλο δικαίωμα πάνω στην ματωμένη ιστορία του λαού μας παρά μόνον να την σέβονται και να την υπηρετούν με κάθε ειρηνικό και δημοκρατικό τρόπο× αλλά και να την προστατεύουν από κάθε ξένη επιβουλή και αλλότρια δεσποτική επιβολή.

 Χωρίς να εμφορούμεθα από οιασδήποτε μορφής ελληνικό μεγαλοϊδεατισμό, απλά και μόνον από ιστορικό ρεαλισμό, θυμίζουμε στους Έλληνες πολιτικούς άνδρες και στα κόμματά των πως εξαιτίας του πολιτικού ανταγωνισμού των προκατόχων των καταστράφηκαν και εξαφανίστηκαν, εντός δύο αιώνων, από τον παγκόσμιο χάρτη, ελληνικές πόλεις και ελληνικές πατρίδες, με εκατομμύρια αυτόχθονες Έλληνες με ιστορία χιλιετηρίδων, όπως η Ιωνία, η Ανατολική Θράκη, ο Πόντος, η Καππαδοκία, η Βόρειος Ήπειρος. 

Τα ελληνικά κόμματα και οι Έλληνες πολιτικοί άνδρες, εγκλωβισμένοι είτε στην αγγλική είτε την γερμανική, ή όποια άλλη δυτική, αποικιοκρατική πολιτική, δεν μπόρεσαν να συνθέσουν στις αρχές του 20ου αιώνα μία ρεαλιστική ελληνική εξωτερική πολιτική. Έτσι, μέσω αλλεπάλληλων ουτοπικών και ανεδαφικών μεγαλοϊδεατισμών οδήγησαν τον ελληνικό λαό στην μεγαλύτερη ιστορική καταστροφή του. Καταστροφή μεγαλύτερη ακόμη κι από αυτήν της Αλώσεως της Κωσταντινουπόλεως το 1453 και της Οθωμανικής λεηλασίας των ελληνικών πατρίδων. Διότι τότε, τουλάχιστον, δεν εξαφανίστηκαν οι ελληνικές πατρίδες και οι Έλληνες κάτοικοί των, όπως αυτό συνέβη στις αρχές του 20ου αιώνα. 

Σήμερα τα ελληνικά κόμματα και οι Έλληνες πολιτικοί άνδρες σύρονται από τους ανέμους της σύγχρονης παγκόσμιας αποικιοκρατικής πολιτικής σε μία νέα μορφή εθνικού αμοραλισμού, εθνικής αμνησίας και εθνικής καταστροφής. Έτσι, είναι έτοιμοι να χαρίσουν αναμφισβήτητα και παγκόσμια κατοχυρωμένα ελληνικά ονόματα, όπως αυτό της Μακεδονίας, σε ένα λαό τον οποίο κανείς σοβαρός μελετητής της ιστορίας και της γεωπολιτικής επιστήμης δεν αμφισβητεί πως είναι σαφώς μη ελληνικός και σαφέστατα σλαβικός. Σεβόμεθα κάθε πολίτη της FYROM και κάθε πολίτη της Αλβανίας. Αλλά συγχρόνως σεβόμεθα και τον δικό μας λαό και την δική του ελληνική ιστορία. 

Οι Έλληνες πολιτικοί οφείλουν να κινηθούν στον χώρο της αλήθειας και όχι των προκατασκευασμένων ιστορικών και γεωπολιτικών ψευδών και μυθευμάτων. Εάν και όσοι Έλληνες πολιτικοί άνδρες δεχθούν γειτονικό, σαφώς σλαβικό, κράτος με πλαστογραφημένο ωστόσο, από τους ίδιους τους Έλληνες, ελληνικό όνομα, θα καταγραφούν στην παγκόσμια ιστορία ως οι πλέον ανιστόρητοι και ανεύθυνοι πολιτικοί «άνδρες» που συνειδητά ή ασυνείδητα, εκόντες ή άκοντες, θα έχουν συμπράξει στην μεγαλύτερη εθνική καταστροφή. Μία εθνική καταστροφή ισότιμη με αυτές της Μικράς Ασίας ή της Κύπρου, αρχές και μέσα, ή λίγο μετά από τα μισά, του 20ου αιώνα.

 Διότι σήμερα, ούτε παγκόσμιος πόλεμος μάς παρασύρει σε λάθη αλλά ούτε και ξενόδουλη και ανεδαφική στρατιωτική Χούντα ηγείται της εθνικής μοίρας μας. Σήμερα, η αποποίηση των ελληνικών ονομάτων, όπως αυτό της Μακεδονίας, από ελληνικά κόμματα και Έλληνες πολιτικούς άνδρες, μόνον ως ναυάγιο εν γαλήνη μπορεί να θεωρηθεί. Δηλαδή, Δημοκρατική Αποποίηση της Ελληνικής Δημοκρατίας και Δημοκρατικός Δούρειος Ίππος για την αμφισβήτηση της ελληνικής γεωγραφίας, της ελληνικής ιστορίας και της ελληνικής ανεξαρτησίας. 

Εάν ο πρόσφατος διασυρμός και καταδίκη του ελληνικού λαού στην κόλαση των μνημονίων, που λειτουργούν ακόμη ως διωγμός των Ελλήνων από την Ελλάδα και την ιστορία, ήταν, είναι και έχει καταγραφεί από την ιστορία ως μία εθνική προδοσία, τουλάχιστον οι Έλληνες πολιτικοί ας μην επιτρέψουν στους εαυτούς των σήμερα μία νέα μορφή εθνικής καταστροφής και προδοσίας, ή ενός νέου διωγμού των Ελλήνων από την Ελλάδα και την Μακεδονία, όπως ακριβώς θα συμβεί με την αποδοχή εκ μέρους των ενός νέου κράτους με όνομα ελληνικό στα σύνορα της Ελλάδος και με αναμφισβήτητες επεκτατικές βλέψεις εις βάρος όλης της βορείου Ελλάδος. 

Μπορεί οι φίλοι μας στα Σκόπια να ονομάζουν όπως θέλουν τον εαυτό των. Εμείς όμως δεν θα γίνουμε το άλλοθί των για την μεγαλύτερη γεωπολιτική και ιστορική απάτη που επιβάλλουν μέσω αυτών τα σύγχρονα νεο-φεουδαρχικά και νεο-φασιστικά κέντρα αποφάσεων για τον περαιτέρω κατακερματισμό των Βαλκανίων, αρχής γενομένης με την Σερβία και τον σερβικό λαό. Και ναι μεν, στην Σερβία υπήρχαν αυτόχθονες φυγόκεντρες τάσεις που απλώς ενισχύθηκαν από τον γερμανικό μεγαλοϊδεατισμό και δεσποτισμό, όμως στην παρούσα κατάσταση οι Έλληνες πολιτικοί άνδρες και τα κόμματά των θα έχουν την ιστορική ευθύνη για την έξωθεν εισαγωγή αυτών των δυναμικών τεμαχισμού της ελληνικής πατρίδας και της ελληνικής γεωγραφίας που θα οδηγήσει αλυσιδωτά σε αμφισβήτηση όλων όσων με θυσία και αίμα επιτεύχθησαν στο παρελθόν. Δηλαδή, της πρόσφατης κατά τον 20ο αιώνα απελευθέρωσης από την Οθωμανική δεσποτεία και τυραννία ιστορικών ελληνικών πατρίδων, όπως η Μακεδονία, η Θράκη, η Ήπειρος, τα Δωδεκάνησα. 

Δεν δικαιούνται οι Έλληνες πολιτικοί άνδρες και τα κόμματά των από μόνοι των να κυπροποιήσουν την Μακεδονία, την Θράκη και την Ήπειρο, όπως συνέβη κατά τις μοιραίες συνθήκες της Ζυρίχης και του Λονδίνου, όπου οι Έλληνες ξαναέβαλαν με δικές τους υπογραφές την Τουρκία στην Κύπρο. Μπορεί ο ελληνικός λαός να υπομένει μέχρι σήμερα την δουλεία των μνημονίων και την οικονομική εξαθλίωσή του και απεμπόληση του ελληνικού εθνικού πλούτου, με κυρία ευθύνη των ελληνικών πολιτικών ανδρών και των πολιτικών κομμάτων των, όμως δεν θα υπομείνει την απεμπόληση του μέγιστου πλούτου του, που δεν είναι άλλος από την ιστορία του, τη γεωγραφία του, τη γλώσσα του, την παιδεία του και τον πολιτισμό του.

 Με τιμή και εκτίμηση, 
Καθηγ. φυσικής και φιλοσοφίας ΔΠΘ 
Ξάνθη, 15 Ιανουαρίου 2018 

ΠΗΓΗ: http://www.anixneuseis.gr/?p=183171









     ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ     

1.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:



2.
Μακεδονικό, ή αλλιώς περί προοδευτικότητας και άλλων δαιμονίων.

Οι ελλαδικές ελίτ αποδέχονται απροβλημάτιστα μια σύνθετη ονομασία για τα Σκόπια, η οποία θα περιέχει τον όρο Μακεδονία. Κάποιοι, μάλιστα, προχωρούν παραπέρα: θεωρούν ότι η Ελλάδα οφείλει να αναγνωρίσει το γειτονικό κράτος με το συνταγματικό του όνομα. Η στάση τους πηγάζει από τη μεταμοντέρνα αντίληψη ότι το έθνος είναι, έτσι και αλλιώς, μια «φαντασιακή κατασκευή» χωρίς πραγματική βάση.

Σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, δεν υπάρχει μία ενιαία και αντικειμενικά προσδιορίσιμη ιστορία, αλλά πολλαπλές και υποκειμενικές αναγνώσεις του ιστορικού παρελθόντος. Άρα, δεν μπορεί να υπάρχει αποκλειστική διεκδίκηση από πλευράς της Ελλάδας της ονομασίας και συνακόλουθα και της αρχαίας μακεδονικής κληρονομιάς, αφού κάθε ιστορική ανάγνωση είναι το ίδιο σωστή με την άλλη. Στην πραγματικότητα, αυτή η ακραία υποκειμενικότητα μόνον προοδευτική δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Αντιθέτως, αποτελεί βάση έδρασης μισαλλόδοξων αναγνώσεων της ανθρώπινης ιστορίας.

Για να ξεκινήσουμε τη συζήτησή μας θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η διεκδίκηση του ονόματος της Μακεδονίας από τα Σκόπια συμβαδίζει και συνυπάρχει με μια δικής τους ανάγνωση της Ιστορίας. Σύμφωνα με αυτήν, τα Σκόπια αποτελούν τον άμεσο και αποκλειστικό, ή έστω σημαντικότερο, κληρονόμο και συνεχιστή της αρχαίας Μακεδονίας, την οποία διαχωρίζουν από την ευρύτερη ελληνική ιστορία και πολιτισμό. Όμως, η άποψη αυτή είναι τόσο αυθαίρετη και ατεκμηρίωτη όσο και οι αντιλήψεις σύμφωνα με τις οποίες ο αρχαίος ελληνικός και ρωμαϊκός πολιτισμός γεννήθηκαν, κλέβοντας τις ιδέες αρχαίων μαύρων διανοητών από τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, όπως υποστήριξαν ακραίοι αφροκεντριστές ιστορικοί στις ΗΠΑ.

Στην έξοχη μελέτη του Michael Shermer «Γιατί οι άνθρωποι πιστεύουν σε παράξενα πράγματα;» (στα ελληνικά από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) οι παρανοϊκές αυτές αντιλήψεις εντάσσονται στην ίδια κατηγορία με τις απόψεις των αρνητών του Ολοκαυτώματος. Ή των φονταμενταλιστών προτεσταντών στις ΗΠΑ που δεν δέχονται τη θεωρία της εξέλιξης και υποστηρίζουν ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε πριν από μερικές χιλιάδες χρόνια.

Δεν είναι λοιπόν όλες οι ιστορικές αναγνώσεις το ίδιο έγκυρες. Υπάρχουν αυτές που βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία και άλλες που είναι αυθαίρετες, οι οποίες πολλές φορές επιδιώκουν να επιβάλλουν μισαλλόδοξες και σκοταδιστικές πολιτικές, κοινωνικές και πολιτισμικές αντιλήψεις. Άρα, ή είσαι με τις μεν ή με τις δε. Αν δέχεσαι τον ιστορικό ανορθολογισμό σε μία περίπτωση, εμμέσως πλην σαφώς τον δέχεσαι και στις υπόλοιπες. Από τη στιγμή, λοιπόν, που η θεωρία της «μακεδονικότητας» των Σκοπίων είναι αυθαίρετη και ιστορικά ατεκμηρίωτη, η αποδοχή της συνεισφέρει στην αποδοχή και παγίωση των μισαλλόδοξων και ανορθολογικών ιστορικών αναγνώσεων γενικώς.

Τα φαντάσματα του «από Βορρά κινδύνου»

Υπάρχουν και κάποιες «ρεαλιστικές» αντιλήψεις Ελλήνων πολιτικών και διαμορφωτών γνώμης, σύμφωνα με τις οποίες τα Σκόπια είναι «φυσικός μας σύμμαχος», αφού αποτρέπουν τη δημιουργία «Μεγάλης Βουλγαρίας». Άρα θα πρέπει να πριμοδοτηθούν με κάποια ελληνική «συμβιβαστική στάση» στο θέμα του ονόματος. Κι αυτές δεν ξεκινούν από προοδευτικές βάσεις.

Συγκεκριμένα, αποτελούν εκσυγχρονισμένες εκδοχές της θεωρίας περί «σλαβικού κινδύνου», η οποία κυριαρχούσε στις ελληνικές πολιτικές ελίτ από τα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου και μετά, σε συνδυασμό με το ότι στα υπόλοιπα κράτη των Βαλκανίων κυριάρχησαν κομμουνιστικά καθεστώτα. Έτσι διαμορφώθηκε η πολιτικοφυλετική αντίληψη του «από Βορρά κινδύνου».

Αυτές ακριβώς τις φοβικές αναγνώσεις της πραγματικότητας υπηρετεί η αντιμετώπιση των Σκοπίων ως χρήσιμου buffer state στα βόρεια σύνορά μας. Παρεμπιπτόντως, ακόμη και στο πλαίσιο των πιο ακραίων σεναρίων που μπορεί να πλάσει η φαντασία μας, μια Βουλγαρία, μικρή ή μεγάλη, δεν αποτελεί κίνδυνο για την Ελλάδα σήμερα. Πρωτίστως για πολιτικούς λόγους αλλά και για λόγους στρατιωτικής ισχύος.

Και εν πάση περιπτώσει, ακόμη και αν η ιστορία των Βαλκανίων ακολουθήσει στο μέλλον απρόβλεπτες ατραπούς, μια άμεση απειλή από τη Βουλγαρία ή οποιαδήποτε άλλη βαλκανική χώρα, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με ένα πλέγμα πολιτικών και στρατιωτικών μέσων. Όμως, η αποδοχή από το ελληνικό πολιτικό σύστημα της «μακεδονικότητας» των Σκοπίων είναι εντελώς διαφορετικό και πολύ πιο επικίνδυνο ζήτημα.

Εθνική ταυτότητα

Συγκεκριμένα, η αποδοχή αυτή εξ αντικειμένου θα συνιστούσε έμμεση αλλά αποφασιστική αμφισβήτηση της ελληνικής ιστορικής ταυτότητας. Στο αυθαίρετο πλαίσιο της ιστορικής ανάγνωσης που έχουν επιλέξει τα Σκόπια, η ιστορία της αρχαίας Μακεδονίας διαχωρίζεται από αυτήν της Ελλάδας, ακόμη και με βάση τις πιο «μετριοπαθείς» αντιλήψεις που προβάλει η κυβέρνηση Ζάεφ.

Αυτή η (αυτό)αμφισβήτηση της ελληνικής ιστορίας θα έχει επικίνδυνα αρνητικές συνέπειες για την ελληνική εθνική ταυτότητα. Κάθε λαός διαμορφώνει την εθνική του ταυτότητα πάνω σε μια αίσθηση κοινού πεπρωμένου, η οποία με τη σειρά της εδράζεται σε μια αντίληψη κοινής ταυτότητας και ιστορικής πορείας. Όταν, λοιπόν, αμφισβητείς το παρελθόν αμφισβητείς και το μέλλον σου και η εθνική ταυτότητα τίθεται εν κινδύνω. Βέβαια, αυτό ακριβώς είναι που επιδιώκει ένα κομμάτι των ελληνικών ελίτ, δηλαδή την αποεθνοποίηση της Ελλάδας. Όπως προαναφέραμε, γι’ αυτούς η ίδια η έννοια του έθνους αποτελεί μια αυθαίρετη «φαντασιακή κατασκευή», δεν έχει πραγματική βάση και πρέπει να την εγκαταλείψουμε.

Αυτή η άποψη, όμως, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Κατά κανόνα, τα έθνη ανά τον πλανήτη έχουν προκύψει ως αποτέλεσμα απόλυτα αντικειμενικών, και καθόλου αυθαίρετων, εθνοτικών και πολιτισμικών ζυμώσεων στο πέρασμα της Ιστορίας και δεν κατασκευάστηκαν. Υπάρχουν και χώρες, όπως το Βέλγιο, που δημιουργήθηκαν από εξωτερικές δυνάμεις στο πλαίσιο γεωπολιτικών αρχιτεκτονικών. Και εκεί κατόπιν επιδιώχθηκε να αναπτυχθεί μια εθνική συνείδηση. Αυτές, όμως, είναι η εξαίρεση του κανόνα και όχι ο κανόνας.

Στη δε περίπτωση της Ελλάδας, κάθε στοιχειωδώς ορθολογική ανάγνωση της Ιστορίας δείχνει ότι το ελληνικό έθνος δεν αποτελεί κατασκευή. Μόνο και μόνο το γεγονός ότι κατάφερε να διατηρήσει ζωντανά τα «κορδόνια» που το κρατάνε σε επαφή με το απώτατο παρελθόν του, όπως είναι η γλώσσα, μέσα σε ένα εχθρικό ιστορικό πλαίσιο με πολέμους, διωγμούς, δουλεία, γενοκτονίες και εθνοκαθάρσεις εναντίον του ελληνικού στοιχείου, δείχνει ότι βασίζεται σε κάτι πολύ περισσότερο από το «συλλογικό φαντασιακό».

Ακόμη όμως και αυτοί που αμετανόητα θεωρούν ότι δεν υπάρχει ελληνικό έθνος, παρά μόνο ως κατασκευή, θα πρέπει να αναρωτηθούν αν πράγματι θέλουν να θέσουν εν αμφιβόλω την ελληνική εθνική ταυτότητα αυτήν ακριβώς την στιγμή. Συγκεκριμένα, το έθνος είναι μέχρι στιγμής η πιο λειτουργική συλλογική ταυτότητα που έχει καταφέρει να διαμορφώσει η Ανθρωπότητα, ώστε να μπορεί το διεθνές σύστημα να λειτουργεί ως τέτοιο.

Ξεπερασμένο το έθνος;

Βέβαια, από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου μέχρι πριν λίγο καιρό, είχαν επικρατήσει κάποιες ανεδαφικές θεωρίες, σύμφωνα με τις οποίες το έθνος ήταν πλέον ξεπερασμένο και αναμενόταν να αντικατασταθεί από ευρύτερες γεωπολιτικές δομές, οι οποίες θα προέκυπταν στο ασαφές πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Στην περίπτωση της Γηραιάς Ηπείρου πιο ρεαλιστική εμφανιζόταν η προοπτική μιας πανευρωπαϊκής ενοποίησης, που θα ενσωμάτωνε τα επιμέρους ευρωπαϊκά κράτη σε μια μεταεθνική συλλογική ταυτότητα.

Όμως, η διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης δείχνει αυτήν τη στιγμή να έχει βαλτώσει, αν δεν έχει οδηγηθεί οριστικά στο ντουλάπι των χαμένων ονείρων. Η δε παγκοσμιοποίηση αντικαθίσταται με ραγδαίους ρυθμούς από ένα άκρως ανταγωνιστικό εθνοκεντρικό διεθνές σύστημα. Μέσα σε αυτό το νέο παγκόσμιο σύστημα η εθνική ταυτότητα ανατέλλει εκ νέου ως το βασικό υποκείμενο διαμόρφωσης των διεθνών σχέσεων. Έτσι, από την Κίνα και το Ιράν έως το Βιετνάμ και τη Βραζιλία, οι χώρες που θέλουν να ευδοκιμήσουν, ή έστω να επιβιώσουν στον δυναμικό πολυπολικό κόσμο, επενδύουν στην ενδυνάμωση της εθνικής τους ταυτότητας και τη διαμόρφωση εθνοκεντρικών στρατηγικών.

Άρα, οι ελλαδικές ελίτ που επιμένουν στην αποδυνάμωση της εθνικής ταυτότητας και την αποδυνάμωση των εθνοκεντρικών γεωπολιτικών στρατηγικών, δεν συμβαδίζουν με τον ιστορικό χρόνο. Έχουν μείνει μερικά επεισόδια πίσω. Γι’ αυτό και οι «συμβιβαστικές» τους θέσεις για το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων είναι ανεδαφικές και επικίνδυνες.

Πιο συγκεκριμένα, αν το ελληνικό πολιτικό σύστημα επιμείνει στη «χαλαρή» του στάση στο θέμα του ονόματος θα έχει διαπράξει ένα βαρύτατο γεωπολιτικό σφάλμα. Ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο που οι εθνικές ταυτότητες και οι εθνοκεντρικές γεωπολιτικές στρατηγικές επανέρχονται δυναμικά στη διεθνή σκηνή. Και η Ιστορία θα είναι πολύ αυστηρή με όσους ταυτίσουν το όνομα και την πολιτική τους πορεία με αυτήν την επιλογή. Αντίθετα με ό,τι δείχνουν να πιστεύουν, μάλλον δεν θα περάσουν στη συλλογική μνήμη ως «μετριοπαθείς ρεαλιστές», αλλά ως αρνητές της ελληνικότητας. Η επιλογή είναι δική τους.

Κωνσταντίνος Γρίβας 

 [Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην ευρύτερη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.]

https://slpress.gr/idees/makedoniko-ii-allios-peri-proodevtikotitas-allon-daimoniwn/


  23 Ιανουαρίου 2018 



3.
Στο γύρισμα της Ιστορίας.

Το μήνυμα ήταν εκκωφαντικό για να κάνουν κάποιοι πως δεν καταλαβαίνουν. Το συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη ήταν απροσχημάτιστο, ογκώδες και πολιτικά πολυσήμαντο. Η ουσία του μηνύματος που εξέπεμψε προς κάθε κατεύθυνση είναι ότι ο Ελληνισμός δεν θα ανεχθούν συμφωνίες, οι οποίες αντιβαίνουν τα καλώς εννοούμενα εθνικά συμφέροντα. Συμφωνίες που μεθοδεύονται με υποχωρήσεις από το ευρύτερο πολιτικό σύστημα.
Οι Έλληνες, όποτε τους δίνετε η δυνατότητα, δηλώνουν την επιθυμία τους για τον επαναπροσδιορισμό της ισχύος της χώρας, ουσιαστικά την εμπιστοσύνη τους στην έννοια του εθνικού κράτους. Αυτό το νόημα προσδίδουν και στον τερματισμό της μνημονιακής περιόδου. Θεωρούν το εθνικό κράτος, με όλα τα προβλήματά του, εγγύηση για την ζωή, την εργασία, την περιουσία, τις αξίες, την οντότητα και την προοπτική τους ως λαού.

Τούτο δεν σημαίνει ότι ο κορμός του ελληνικού λαού επιθυμεί την έξοδο από την ΕΕ ή από το ΝΑΤΟ. Ούτε επιδιώκουν την ανατροπή των παραδοσιακών συμμαχιών της Ελλάδας. Βγήκαν και πάλι μετά από χρόνια στους δρόμους ουσιαστικά για να ζητήσουν διακυβέρνηση που να εγγυάται τα εθνικά συμφέροντα.

Το «κράτος των Αθηνών»

Πέρα από πολιτικούς-κομματικούς διαχωρισμούς, οι Έλληνες διεκδικούν μια νέα εθνική στρατηγική. Δεν ζητούν ένα εσωστρεφή ελληνοκεντρισμό. Ζητούν έναν κοσμοπολιτισμό, ο οποίος, όμως, να σέβεται και την αξιοπρέπεια και τα θεμιτά εθνικά συμφέροντα. Αυτά τα ζητούν πρωταρχικά από το εγχώριο σύστημα εξουσίας, από την κυβέρνηση και τα κόμματα, από τους διπλωμάτες και τους στρατιωτικούς, αλλά και από τα ΜΜΕ και από τους μεγάλους επιχειρηματίες.

Ο τρόπος που συνολικά το σύστημα εξουσίας αντιμετώπισε το συλλαλητήριο επιβεβαίωσε δυστυχώς τις κατηγορίες για παρακμιακό “κράτος των Αθηνών”. Όχι μόνο αδυνατούσε να αφουγκρασθεί την κοινωνία, αλλά και προσπάθησε εμμέσως πλην σαφώς να την φιμώσει. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς το γεγονός ότι όλα σχεδόν τα κατεστημένα ΜΜΕ –δημόσια και ιδιωτικά– υποβάθμισαν σε σκανδαλώδη βαθμό ένα μείζονος σημασίας πολιτικό γεγονός. Ακόμη και η κορυφή της Εκκλησίας επεδίωξε να διαχειριστεί εκ προοιμίου και αποτρεπτικά τις διαθέσεις του λαού.

Στην πραγματικότητα, το συλλαλητήριο αποτελεί εκδήλωση του αντιστασιακού πνεύματος των Ελλήνων, όπως και άλλα γεγονότα του παρελθόντος που συνδέονται ή με λαϊκές μαζικές συγκεντρώσεις ή και με τις κάλπες δημοψηφισμάτων. Έστειλε το μήνυμα ότι δεν πάει άλλο. Οι Έλληνες έχουν πληρώσει με το εισόδημα, τις περιουσίες, τα όνειρα τους, την ελπίδα για τα παιδιά τους τα ολέθρια λάθη των κυβερνήσεων και την “κλεπτοκρατική” πρακτική των επιχειρηματικών κύκλων, των τραπεζιτών, των τεχνοκρατών, των διεφθαρμένων κρατικών αξιωματούχων και των κάθε είδους κομισάριων.

Και εάν κάποιος αντιτείνει ότι και οι πολίτες έχουν ευθύνες, η απάντηση είναι ότι τουλάχιστον αυτοί πλήρωσαν πανάκριβα τη δική τους μικροαστική αμετροέπεια. Αντιθέτως, οι κυρίως υπεύθυνοι μόνο κατ’ εξαίρεση κατέβαλαν τίμημα και συνήθως συγκριτικά μικρό.

Θεωρίες περί «ρεαλισμού»

Οι Έλληνες, λοιπόν, μαζεύονται στις πλατείες για να πολεμήσουν και να νικήσουν. Δεν δέχονται άλλες ήττες ούτε σε οικονομικό, ούτε σε διπλωματικό, ούτε σε στρατιωτικό επίπεδο. Δεν ανέχονται άλλους ριψάσπιδες ηγέτες, χωρίς όραμα και σχέδιο για την πατρίδα και την κοινωνία, ηγέτες που καλύπτουν την εμμονή τους στα προσωπικά-κομματικά συμφέροντα και σε σχέσεις εξάρτησης με θεωρίες περί “ρεαλισμού”.

Το συλλαλητήριο απέδειξε για μία ακόμα φορά ότι το σύστημα εξουσίας σε όλες τις εκδοχές του έχει αποκοπεί από τον λαό. Δεν καταλαβαίνουν ότι στην κοινωνία κυοφορούνται εξελίξεις. Μιλούν και πάλι  για τις πλατείες των “αγανακτισμένων”, για εθνικιστές, θρησκόληπτους και ακροδεξιούς με σκοπό να τρομάξουν το πλήθος. Προς την ίδια κατεύθυνση λειτούργησαν και οι κουκουλοφόροι.


Το κλίμα, όμως, αλλάζει. Το “τέλος των Μνημονίων” μπορεί να μην σημαίνει τέλος και στα προβλήματα που συσσώρευσε η προηγούμενη περίοδος, αλλά είναι ένα βήμα. Είναι μία βάση για ανάταξη. Κυρίως μία ανάταξη στο επίπεδο του εθνικού-λαϊκού φρονήματος. Το κρίσιμο ερώτημα που θα τεθεί στις διάφορες ελίτ είναι εάν θα προχωρήσουν προς τα εμπρός μαζί με το πλήθος για μια επόμενη Ελλάδα, ή θα συνεχίσουν να λειτουργούν σαν ιστορική τροχοπέδη με τον μανδύα των “πεφωτισμένων”, με αποτέλεσμα να χαθούν στο γύρισμα της ιστορίας.

  Μένιος Τασιόπουλος 

[Ο Μένιος Τασιόπουλος είναι δημοσιογράφος με μακρά πορεία σε εφημερίδες και περιοδικά σε επιτελικούς ρόλους και ως αρθρογράφος. Έχει σπουδάσει πολιτικές επιστήμες και νομικά στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη με μεταπτυχιακά στη διεθνή πολιτική στο Βέλγιο. Έχει συνεργασθεί ως ειδικός σύμβουλος στα υπουργεία Εξωτερικών και Δημόσιας Τάξης σε θέματα ενημέρωσης και διαχείρισης κρίσεων. Στον ιδιωτικό τομέα είχε εμπλοκή σε διαφημιστικές και συμβουλευτικές εταιρείες.]

https://slpress.gr/ethnika/sto-girisma-tis-istorias/

23/1/2018