Πόλεις της απελπισίας.



Κάθε τέλος του χρόνου έχουμε την τάση να γυρνάμε ασυναίσθητα το βλέμμα μας προς τα πίσω, να συλλογιζόμαστε το παρελθόν. Σαν έναν αυθόρμητο απολογισμό για όλα αυτά που πέρασαν και άφησαν το ίχνος τους στη μνήμη μας, τα σημαντικά και τα ασήμαντα. Την ίδια στιγμή όμως στοχαζόμαστε και γι’ αυτά που πρόκειται να έρθουν, τα άγνωστα.

Και για την αρχιτεκτονική; Τι απολογισμό να κάνει κάποιος για την αρχιτεκτονική; Ωρες ώρες έχεις την αίσθηση ότι ταξιδεύουμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα σ’ ένα αβέβαιο και επισφαλές αύριο. Οι συγκλονιστικές αλλαγές που συντελούνται στον παγκόσμιο χάρτη, οι ορατοί πλέον κίνδυνοι που ελλοχεύουν από την ανεξέλεγκτη ανθρώπινη δραστηριότητα, η συνεχιζόμενη και με αμείωτη ένταση καταστροφή της φύσης, προοιωνίζονται ένα ζοφερό μέλλον που δεν απέχει πολύ από το σήμερα.

Η ψευδαίσθηση των ανθρώπων ότι αποτελούν κάτι ξεχωριστό από το υπόλοιπο φυσικό περιβάλλον, σε συνδυασμό με την εκρηκτική δημογραφική αύξηση, δημιουργούν συνθήκες εξαιρετικά δυσοίωνες για το μέλλον. Πριν από 9 χρόνια, το 2009 –χρονολογία σημαδιακή– ο πληθυσμός των ανθρώπων που ζει στα αστικά κέντρα ξεπέρασε, πρώτη φορά, αυτόν που ζει στην ύπαιθρο.

Οι άνθρωποι εγκαταλείπουν μαζικά τις αγροτικές περιοχές στις οποίες κατοικούσαν εκατοντάδες χρόνια τώρα και συνωθούνται όλο και περισσότερο στις πόλεις. Η ζωή στην πόλη φαντάζει ως παράδεισος στα μάτια των βασανισμένων αγροτών, στην ουσία όμως αποδεικνύεται χειρότερη από την κόλαση.

Τα στατιστικά στοιχεία αποκαλύπτουν την αμείλικτη πραγματικότητα. Μέσα στον 20ό, μόνο, αιώνα, ο πληθυσμός της Γης τετραπλασιάστηκε, ξεπερνώντας στις μέρες μας τα 7,5 δισεκατομμύρια. Οι πόλεις επεκτείνονται με απίστευτους ρυθμούς, καταλαμβάνοντας τεράστιες εκτάσεις αγροτικής και δασικής γης. Η διαβίωση για μεγάλες μάζες ανθρώπων στις πόλεις διαρκώς χειροτερεύει. Οι ταξικές αντιθέσεις είναι πλέον συγκλονιστικές, ενώ απίστευτοι αριθμοί συνανθρώπων μας ζουν στριμωγμένοι μέσα σε τρώγλες, παλεύοντας καθημερινά για την επιβίωσή τους σε συνθήκες ακραίας φτώχειας.

Οι παραγκουπόλεις πολλαπλασιάζονται, με εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων να ζουν σε υποτυπώδη καταλύματα, στερούμενοι στοιχειωδών αναγκών, με κυριότερη αυτή της έλλειψης του πολυτιμότερου αγαθού, του νερού. Φαβέλες ασφυκτικά πυκνοδομημένες δημιουργούνται σε όλες τις μεγάλες πόλεις του κόσμου, όχι μόνον των υπανάπτυκτων χωρών, αλλά ακόμη και στα πολυδιαφημισμένα αστικά κέντρα πλούσιων χωρών. Δίπλα στα πολυώροφα αστραφτερά μέγαρα των πολυεθνικών εταιρειών, στήνονται όπως όπως σκηνές και χαρτόκουτα εξαθλιωμένων αστέγων, φανερώνοντας τη χωρική έκφραση των κραυγαλέων ανισοτήτων.

Οι μεγα-πόλεις μετατρέπονται σταδιακά σε απέραντες αστικές ζούγκλες. Τίποτε δεν μοιάζει ικανό να αποτρέψει τη συσσώρευση τόσων εκατοντάδων εκατομμυρίων απελπισμένων στις φτωχογειτονιές των γιγάντιων αστικών σχηματισμών. Η απόγνωση και η αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα που ξημερώνει είναι έκδηλη και τρομακτική περισσότερο από ποτέ, πιστοποιώντας την παταγώδη αποτυχία του σύγχρονου «πολιτισμού» μας! Χρόνο με τον χρόνο, οι πόλεις γίνονται ολοένα και πιο αβίωτες, ολοένα και πιο εχθρικές.

Μέσα στο χαοτικό αστικό περιβάλλον, στοιβάζονται μικρές πόλεις η μία δίπλα στην άλλη. Πόλεις με εντελώς διαφορετικά κοινωνικά χαρακτηριστικά, περιχαρακωμένες στα δικά τους στενά όρια, στρέφουν η μία την πλάτη στην άλλη. Κόσμοι άγνωστοι, αλλά τόσο κοντινοί! Ο αστικός μεγα-χώρος κατακερματίζεται σε μικρότερες επικράτειες, ασύνδετες, απομονωμένες, εφιαλτικές. Μετατρέπεται έτσι στον απόλυτο τόπο του ανοίκειου.

Απέναντι σ’ αυτά τα εκρηκτικά προβλήματα η αρχιτεκτονική μοιάζει τελείως ανήμπορη να προτείνει λύσεις. Η θλιβερή πραγματικότητα την έχει ξεπεράσει προ πολλού. Από τη μια τα ιλουστρασιόν περιοδικά διαφημίζουν τις πανάκριβες εκκεντρικές «αρχιτεκτονικές δημιουργίες» στα κέντρα των μητροπόλεων και από την άλλη συνεχίζεται ο προαιώνιος (και δυστυχώς διαχρονικός όπως αποδεικνύεται) τρόπος στέγασης των ανθρώπων σε παράγκες που στήνονται με τα υπολείμματα των άχρηστων οικοδομικών υλικών που πετιούνται στις χωματερές.

Με άλλους όρους, όμως, μήπως εκεί στις σύγχρονες αυτές αυτοσχέδιες καλύβες είναι που δικαιώνεται η βαθύτερη ουσία της αρχιτεκτονικής, εκεί όπου επιβεβαιώνεται ξανά η πανάρχαια ιδρυτική της συνθήκη; Κι ας είναι μια αρχιτεκτονική η οποία γίνεται χωρίς αρχιτέκτονες. Μια αρχιτεκτονική, δηλαδή, του απολύτως αναγκαίου και της ανέχειας που χτίζεται από το υστέρημα, απέναντι σε μια φανταχτερή αρχιτεκτονική της ευμάρειας και του πλεονάσματος.

«Οι σύγχρονες μάζες είναι συνάξεις μοναχικών ανθρώπων» μάς λέει ο Οκτάβιο Πας. Συνηθίσαμε να ζούμε ο ένας πάνω στον άλλο, ανάμεσα σε συμπιεσμένους τοίχους, σε ανήλιαγες γωνιές αποπνικτικών ακάλυπτων, σ’ ένα έδαφος στρωμένο με άσφαλτο και τσιμέντο. Μέρα με τη μέρα γινόμαστε ολοένα και πιο ανασφαλείς, εσωστρεφείς, μοναχικοί. Το περιβάλλον που δημιουργήσαμε φαντάζει εχθρικό, σκοτεινό, επικίνδυνο. Κλεινόμαστε έτσι ακόμη περισσότερο στα μικρά ιδιωτικά κελιά μας, όσο το δυνατόν μακρύτερα από τους άλλους. Βυθιζόμαστε στην απόλυτη μοναξιά κι ας βρισκόμαστε δίπλα σε μυριάδες ανθρώπους, πολύ περισσότερους από κάθε προηγούμενη ιστορική συγκυρία.

Μόνη χαραμάδα ελπίδας των απελπισμένων φτωχο-αστών όπου γης, τα κινήματα πολιτών που αυτο-οργανώνονται, διεκδικώντας καλύτερους όρους ζωής μέσα στην κόλαση των μεγαλουπόλεων. Απέναντι στην απομόνωση και τον ατομικισμό, προτάσσουν την αλληλεγγύη και τη συντροφικότητα, αποδεικνύοντας πως τίποτε στη ζωή δεν είναι μονόδρομος. Δημιουργούν ζωντανούς πυρήνες αντίστασης και ελευθερίας, προσπαθώντας να βρουν αυτό που κάποτε μας χαρακτήριζε και τώρα –κατά πώς φαίνεται– έχουμε απολέσει για τα καλά: την ανθρωπιά μας ή, όπως μας προτρέπει ο μεγάλος Μεξικάνος ποιητής, «να αντιτάσσουμε στην πορεία των παγετώνων της ιστορίας το ζωηρό πρόσωπο του ανθρώπου»!

Τάσης Παπαϊωάννου 
 Αρχιτέκτονας - καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ


30/1/2018