Σαουδική Αραβία: Λίγες αλλαγές για να μην αλλάξει τίποτα;
Σηματοδοτεί η ταχεία άνοδος του Πρίγκιπα Μουχάμαντ Μπιν Σαλμάν μια νέα εποχή στη Σαουδική Αραβία; Πολλές απροσδόκητες κινήσεις και δηλώσεις του, μετά την διαδοχή τον περασμένο Ιούνιο, δείχνουν ότι φιλοδοξεί να μονοπωλήσει την εξουσία και να μετασχηματίσει την σαουδαραβική κοινωνία. Θέλει να ελέγξει την πολιτική, την οικονομία και την διπλωματία, αλλά για να τα πετύχει όλα αυτά, για να πετύχει, δηλαδή, το στόχο του, πρέπει επίσης να ελέγξει την σημαντικότερη δύναμη του βασιλείου: τη θρησκεία.
Η έκκληση για ένα μετριοπαθές Ισλάμ, η εκχώρηση του δικαιώματος στις γυναίκες να οδηγούν, η άρση της απαγόρευσης των συναυλιών και η επανέναρξη της λειτουργίας των σινεμά θεωρήθηκαν πρωτοφανή ακόμη και επαναστατικά, τόσο σε επίπεδο κυβέρνησης, όσο και κοινωνίας. Αλλά είναι σημαντικό να δει κανείς πίσω από αυτό το ρεύμα και να εξετάσει τους ιστορικούς και κοινωνιολογικούς παράγοντες που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τα ενδεχόμενα σχέδια της ηγεσίας.
Έχουν καταβληθεί προσπάθειες για την τυποποίηση ή την περιθωριοποίηση του θρησκευτικού κινήματος του Ουαχαμπισμού* σε όλη την ταραγμένη ιστορία του βασιλείου. Η θεοκρατία της Σαουδικής Αραβίας, που ιδρύθηκε τον 18ο αιώνα στην κεντρική Αραβία, βασίστηκε σε μια κυριολεκτική ερμηνεία του Κορανίου κι ένα αυστηρό, μεσαιωνικό δόγμα για να νομιμοποιήσει τις ηγεμονικές της φιλοδοξίες.
Ο Ουαχαμπισμός ενσαρκώνει τη νομολογία της Σχολής Χανμπάλι στο σουνιτικό Ισλάμ: ο ιδρυτής του Μουχάμαντ ιμπν Αμπντ αλ - Ουάχαμπ (1703 - 1792) υποστήριζε ότι ο μόνος δρόμος προς την επιτυχία βρίσκεται στην αυστηρή τήρηση των πεποιθήσεων και πρακτικών της Χανμπάλι. Εκείνοι που δεν τους τηρούσαν, συνήθως οι οπαδοί μυστικών σουφικών κινήσεων αποκλείονταν από την κοινότητα. Στα μάτια του αλ - Ουάχαμπ, το τζιχάντ, με την έννοια της μάχης για την υπεράσπιση ή την διάδοση του Ισλάμ, ήταν ο τρόπος για να φέρει κανείς αυτούς που είχαν παραστρατήσει πίσω στην αληθινή πορεία. Αυτό επέτρεψε στο Σαουδικό εμιράτο να νομιμοποιήσει στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα μια πολιτική επέκτασης, η οποία κατέληξε στον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους της Αραβίας.
Μετά την εδραίωση της κοινότητας του και την εξάπλωση του δόγματός του στην Αραβική Χερσόνησο, ο αλ Ουάχαμπ, απάλυνε τις θέσεις του, ειδικά αυτές που αφορούσαν τον αποκλεισμό των εχθρών από την κοινότητα και την σωτηρία προκειμένου να γίνει δεκτός από τους άλλους μουσουλμάνους.
Ισλαμική Εξουσία
Οι κληρονόμοι του, οι οποίοι σύντομα δημιούργησαν ένα θρησκευτικό κατεστημένο που έλεγχε την καθιερωμένη τάξη, προχώρησαν περαιτέρω, μετριάζουν κάποιες πτυχές της διδασκαλίες τους, ειδικά την καταδίκη του Σουφισμού και τον στιγματισμό των άλλων σχολών του Ισλάμ. Αυτές ήρθαν αντιμέτωπες με μια άνευ προηγουμένου κατάσταση: το Σαουδαραβικό εμιράτο, δεν ήταν πλέον μια οριακή οντότητα αλλά μια ισλαμική εξουσία, χάρη στην κατάκτηση της Μέκκας και της Μεντίνας στις αρχές του 19ου αιώνα. Ο Ουαχαμπισμός δεν ήταν πλέον ένα περιφερειακό φαινόμενο, αλλά μια πραγματικότητα μέσα στη μουσουλμανική κοινότητα.
Η πρώτη προσπάθεια μετριασμού του δόγματος πάντως απέτυχε εξαιτίας της μάχης ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ακολούθησε μια δογματική σκλήρυνση. Για να πολεμήσουν τον μουσουλμάνο αντίπαλό τους και να διατηρήσουν την ενότητά τους και την ομοιογένεια του Σαουδικού εμιράτου, οι Ουλεμάδες - ανώτατοι κληρικοί - ανέπτυξαν εξαιρετικά συντηρητικές ιδέες τον 19ο αιώνα. Ο Αμπντούλ Αζίζ, τον οποίο ευνόησαν οι συνθήκες και μετέτρεψε την Σαουδική Αραβία σε βασίλειο, το οποίο κυβέρνησε μέχρι τον θάνατό του το 1953, εμπνεύστηκε από αυτές τις ιδέες.
Η σταθερή συμμαχία του Αμπντούλ Αζίζ και των Ουλεμάδων δεν τον εμπόδισε να έχει τη γνώση ότι ήταν επικεφαλής μιας από τις λίγες ανεξάρτητες μουσουλμανικές χώρες εκείνη την περίοδο, μιας χώρας όμως που ήταν εθνοτικά και θρησκευτικά ετερογενής. Για να αποφύγει τις κρίσεις, υιοθέτηση μια διττή προσέγγιση: προσπάθησε να καταστήσει πιο εύπεπτο τον Ουαχαμπισμό παντρεύοντάς τον με ένα ευρύτερο, πιο μετριοπαθές και πιο μοντέρνο πολιτικό - θρησκευτικό κίνημα, τον ισλαμικό ρεφορμισμό.
Προσπάθησε αντί να αποδυναμώσει τους κληρικούς να τους ωθήσει σε μια αναδιαμόρφωση και να επιδείξει την προσαρμοστικότητά τους. Έτσι ήταν σε θέση να διατηρήσουν μια κεντρική θέση κάνοντας κάποιες παραχωρήσεις αναφορικά με την εκπαίδευση και τη διοίκηση, καθώς και μερικές αλλαγές στο δόγμα για το τζιχάντ και τις σχέσεις με τους μη μουσουλμάνους. Πρόκειται για μια αντανάκλαση της ηθικής ευθύνης του Μαξ Βέμπερ: την ικανότητα να σκεφτόμαστε και να ενεργούμε με βάση τις συνθήκες και τις σχέσεις εξουσίας για να διατηρήσουμε τα βασικά στοιχεία αυτού που θεωρείται ως η αλήθεια. Αυτή η ευελιξία επέτρεψε στον Ουαχαμπισμό να ξεπεράσει τις κρίσεις, να εδραιώσει την κυριαρχία του και να ενισχύσει τις φιλοδοξίες του από την βασιλεία του Φαϊσάλ (1964 - 1975) και μετά.
Κατά τη δεκαετία του 1950 και 1960, η Σαουδική Αραβία αντιμετώπισε πολλές εσωτερικές και εξωτερικές προκλήσεις και ιδιαίτερα τις φιλοδοξίες της Αιγύπτου του Νάσερ. Για να επιβιώσει, η μοναρχία εκσυγχρόνισε το κράτος. Αυτό, ωστόσο, ήταν κάτι που ερχόταν σε αντίθεση με τα συμφέροντα των Ουλεμάδων. Η εκπαίδευση για όλους (ιδιαίτερα για τα κορίτσια), η μαζική εισροή ξένου εργατικού δυναμικού, η μαζική ψυχαγωγία (τηλεόραση και κινηματογράφος), οι μειώσεις στον προϋπολογισμό και τις εξουσίες της θρησκευτικής αστυνομίας και η δημιουργία χώρων με λιγότερους περιορισμούς οδήγησαν σε τριβές μεταξύ των κληρικών και της εξουσίας. Μάλιστα οι πρώτες τηλεοπτικές εκπομπές είχαν οδηγήσει σε ταραχές και στην σκληρή τους καταστολή.
Απορροφώντας την τεχνογνωσία των «άπιστων»
Πάντως για ακόμη μια φορά οι Ουλεμάδες υπονόμευσαν τις εντάσεις και απέφυγαν την περιθωριοποίηση ακολουθώντας μια στρατηγική που συνδυάζοντας παραχωρήσεις, αμφιλογίες και πιέσεις. Επωφελήθηκαν από την μάχη εναντίον της Αιγύπτου και την εισροή χρημάτων από το πετρέλαιο. Αν και υπερβολικά συντηρητική, απορρόφησαν την τεχνογνωσία - και ιδιαίτερα την οργανωτική - των «άπιστων», οικοδομώντας ιδρύματα ικανά να αντισταθούν στην άκρατη νεωτερικότητα. Κολέγια, ιδρύματα, σχολεία, διοικητικά όργανα, δικαστήρια, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και μέσα μαζικής ενημέρωσης εμφανίστηκαν μέσα σε λίγα χρόνια. Η ηγεσία των Ουλεμάδων δημιούργησε επίσης πανισλαμικές οργανώσεις και ιδρύματα (Μουσουλμανικός Παγκόσμιος Σύνδεσμος, Ισλαμικό Πανεπιστήμιο της Μεντίνα κλπ.) για να αντιμετωπίσουν τον κοσμικό χαρακτήρα και να προωθήσουν τον Ουαχαμπισμό ως τη νέα ισλαμική ορθοδοξία.
Οι ανώτεροι κληρικοί επωφελήθηκαν από το δίλημμα που αντιμετώπιζε η μοναρχία, ανάμεσα στα δυο αντίθετα αυτά μονοπάτια και κέρδισαν επιρροή την οποία χρησιμοποίησαν όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν. Το 1979 υπήρξε αναταραχή: η ισλαμική επανάσταση του Ιράν, η ομηρία στο Μεγάλο Τζαμί της Μέκκας και η σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν. Τα προβλήματα στον προϋπολογισμό έναν χρόνο αργότερα δεν βελτιώσαν την κατάσταση. Οι Ουλεμάδες, υποστηριζόμενοι από ανώτερα στελέχη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, που ήταν παρόντα στη χώρα ήδη αρκετά χρόνια, εμβάθυναν στον παραδοσιακό χαρακτήρα του βασιλείου.
Η σαουδαραβική κοινωνία έγινε πιο συντηρητική με το κλείσιμο των κινηματογράφων και άρχισαν οι περιορισμοί στον διαχωρισμό των φύλων στους δημόσιους χώρας. Το πάντρεμα του Ουαχαμπισμού και των διαφόρων ρευμάτων της Μουσουλμανικής Αδελφότητας δημιούργησε τον Σαουδικό Ισλαμισμό (το κίνημα Sahwa ή το κίνημα της Αφύπνισης) και το τζιχάντ, με χρηματοδότηση εν μέρει από ιδιωτικές δωρεές πλούσιων οικογενειών.
Από την 11η Σεπτεμβρίου η Σαουδική Αραβία βρέθηκε εν μέσω πυρών. Η κοινωνική αλλαγή, η πτώση των τιμών του πετρελαίου, η αμερικανική πίεση και η απειλή των τζιχαντιστών οδήγησαν τις αρχές να υιοθετήσουν μια πολιτική αποσυμπίεσης. Ένας από τους πυλώνες της ήταν η προώθηση ενός «μετριοπαθούς», «ανοιχτού» και «ανεκτικού» Ισλάμ. Κάποιοι δημοσιογράφοι και διανοούμενοι είχαν την ευχέρεια να επικρίνουν ανοιχτά τον Ουαχαμπισμό, οι αρμοδιότητες της θρησκευτικής αστυνομίας μειώθηκαν, ξεκίνησε ένας θρησκευτικός διάλογος, τόσο εσωτερικός όσο και στο εξωτερικό, παιδιά πήγαν να σπουδάσουν στο εξωτερικό, άνοιξε η συζήτηση για τη θέση των γυναικών με αποτέλεσμα αυτή να βελτιωθεί - αν και ελάχιστα - μέσω της μεγαλύτερης πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, εμφανίστηκαν νέες μορφές και χώροι ψυχαγωγίας και δημιουργήθηκαν χώροι με λιγότερους περιορισμούς ενώ οι ξένοι ερευνητές έγιναν αποδεκτοί στη χώρα.
Μέσα σε αυτή την ευφορία, οι παρατηρητές άρχισαν να μιλάνε για την «άνοιξη του Ριάντ» και για τον «μετα - Ουαχαμπισμό». Αλλά τελικά απογοητεύτηκαν. Καθώς η οικονομία βελτιώθηκε και η πολιτική κατάσταση έγινε πιο καθαρή, σταδιακά το καθεστώς σταμάτησε τη φιλελεύθερη πορεία. Μετά το 2011 αυτή τη τάση επιταχύνθηκε.
Η Σαουδική Αραβία ξεκίνησε μια προληπτική αντεπανάσταση, με επικεφαλής τους υποστηρικτές του Ουαχαμπισμού. Ο θρησκευτικός προϋπολογισμός αυξήθηκε και οι λαϊκές και ισλαμικές αντιθέσεις φιμώθηκαν. Το καθεστώς επέδειξε επίσης την υποταγή του προς την ορθοδοξία του Ουαχαμπισμού ανοιχτά, κυρίως μέσω της θανατικής ποινής και των άλλων σωματικών τιμωριών, και προωθώντας παράλληλα έναν αντι - σιιτικό λόγο. Οι Ουλεμάδες έκαναν μόνο μια μικρή παραχώρηση: οι γυναίκες είχαν δικαίωμα να ψηφίζουν στις δημοτικές εκλογές - τις μοναδικές εκλογές που γίνονται στο βασίλειο και να καταλαμβάνουν θέσεις σε ορισμένα κυβερνητικά όργανα.
Μεταμορφώνοντας το βασίλειο
Από το 2015 υπήρξαν σημαντικές πολιτικές αλλαγές. Με τη βοήθεια του πατέρα του, ο πρίγκιπας Μουχάμαντ Μπιν Σαλμάν κατόρθωσε να εξαλείψει τους αντιπάλους του, τουλάχιστον προσωρινά και να επιτύχει ένα πρωτοφανές μονοπώλιο εξουσίας. Για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό και να κερδίσει νομιμοποίηση, διατρανώνει συχνά ότι προτίθεται να μεταμορφώσει το βασίλειο, συμπεριλαμβανομένου και του θρησκευτικού πεδίου.
Το 2018 οι γυναίκες επιτρέπεται να οδηγούν και οι κινηματογράφοι λειτουργούν ξανά μετά από 35 χρόνια. Στις 24 Οκτωβρίου ο πρίγκιπας είχε καταγγείλει τις «εξτρεμιστικές ιδέες», υποσχόμενος να τις «καταστρέψει» και ισχυριζόμενος ότι αυτό θα επιτρέψει στη Σαουδική Αραβία να επιστρέψει στο σημείο «μιας χώρας με μετριοπαθές Ισλάμ που είναι ανοιχτή σε όλες τις θρησκείες, τις παραδόσεις και όλους τους λαούς του κόσμου».
Πώς πρέπει όμως να ερμηνευτούν αυτές οι δεσμεύσεις και πράξεις, που κάποιοι θεωρούν ως ένα διάλειμμα από τον Ουαχαμπισμό, ο οποίος είναι τόσο σημαντικός για την Σαουδική Αραβία όσο το πετρέλαιο; Αρχικά ο πρίγκιπας μίλησε για «μετριοπαθές Ισλάμ» - το οποίο σε όλες σχεδόν τις σχολές του σουνιτικού Ισλάμ, ειδικά τις πιο συντηρητικές, υποτίθεται ότι αποσκοπεί στην αποστασιοποίηση από το τζιχάντ - χωρίς όμως να διευκρινίζει τι ακριβώς σημαίνει «μετριοπαθές».
Αργότερα, ήταν πολύ πιο σαφής, λέγοντας ότι οι πηγές του εξτρεμισμού βρισκόταν στα γεγονότα του 1979 και το κίνημα Sahwa, το οποίο ήταν ουσιαστικά ένα υβρίδιο του Ουαχαμπισμού και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Ο πρίγκιπας θέλει να εξαλείψει την Αδελφότητα και την επιρροή της, ειδικά σε ότι αφορά στο τζιχάντ. Αυτό μπορεί μόνο να ευχαριστήσει τους υποστηρικτές του Ουαχαμπισμού, καθώς θα καθαρίσει την εικόνα τους.
Η πολιτική του πρίγκιπα για τις γυναίκες καθοδηγείται από τον οπορτουνισμό και από διαρθρωτικούς περιορισμούς. Το να επιτρέπεται στις γυναίκες να οδηγήσουν, μια συνέχεια της πολιτικής του βασιλιά Αμπντάλα, θα του εξασφαλίσει την υποστήριξη των γυναικών και ορισμένων Σαουδαράβων και θα καλυτερεύσει την εικόνα του καθεστώτος στη Δύση. Η εξαίρεση των γυναικών από την αγορά εργασίας είναι σπατάλη: είναι όλοι και πιο μορφωμένες και ειδικευμένες και θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν ορισμένους ξένους εργαζόμενους, ειδικά στις υπηρεσίες.
Οι υποστηρικτές του Ουαχαμπισμού προσαρμόζονται. Οι Ουλεμάδες θα μπορούσαν να διατηρήσουν τα συμφέροντά τους, μέσα από μια μικρή μεταστροφή, συμφωνώντας σε παραχωρήσεις σε θέματα που θεωρούν δευτερεύοντα και θέτοντας τους δικούς τους όρους. Ηγέτες του θρησκευτικού σώματος είχαν πει πριν από μερικά χρόνια ότι το να οδηγούν οι γυναίκες δεν είναι θρησκευτικό αλλά κοινωνικό ζήτημα που θα μπορούσε να εξελιχθεί. Προς τον παρόν, οι γυναίκες θα μπορούν να οδηγούν μόνο με άδεια από τον πατέρα τους ή από τον νόμιμο κηδεμόνα τους.
Είναι αδύνατο να προβλεφθεί πώς θα εξελιχθούν οι σχέσεις μεταξύ της μοναρχίας και της θρησκευτικής ηγεσίας, αλλά προς το παρόν δεν υπάρχει πρόκληση για την ιστορική τους συμμαχία - όπως φαίνεται από τη στάση του πρίγκιπα και των Ουλεμάδων. Για να επιβιώσουν από την σημερινή μετατόπιση του καθεστώτος, οι κληρικοί του Ουαχαμπισμού δείχνουν για μια ακόμη φορά να συμφωνούν με μερικές καινοτομίες - ίσως για να αποτρέψουν την οποιαδήποτε πραγματική αλλαγή.
* Άρθρο του Ναμπίλ Μουλίν για την ''Le Monde Diplomatique''.
Ο Ναμπίλ Μουλίν είναι ιστορικός στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικής Έρευνας της Γαλλίας (CNRS) και συγγραφέας των βιβλίων «Το Χαλιφάτο: Η πολιτική ιστορία του Ισλάμ» (Flammarion, 2016) και «Πολιτικό Ισλάμ: ρεύματα, διδάγματα και ιδεολογίες».
———
* Ο Ουαχαμπισμός έχει περιγραφεί ποικιλοτρόπως ως υπερσυντηρητικό, φονταμενταλιστικό, πουριτανικό, ισλαμικό μεταρρυθμιστικό κίνημα, με σκοπό την αποκατάσταση της καθαρής μονοθεϊστικής λατρείας (ταουχίντ) από μελετητές και υποστηρικτές, αλλά και ως εξτρεμιστικό ψευδοσουνιτικό κίνημα, από τους αντιπάλους του. Οι υποστηρικτές του κινήματος συχνά αντιτίθενται στον όρο «Ουαχαμπισμός» θεωρώντας τον υποτιμητικό και προτιμούν να αποκαλούνται Σαλαφιστές ή μουαχίντ.
4/2/2018