Ανθρώπινη φύση και εξουσία


Αραγε, το διαζύγιο ανάμεσα στην έμφυτη-βιολογική και την επίκτητη-πολιτισμική «φύση» μας είναι υποχρεωτικό και αναπόφευκτο; Και έχουν δίκιο όσοι διατείνονται ότι υπάρχει απόλυτος διαχωρισμός ανάμεσα στα τυπικά ανθρώπινα κοινωνικά-ιστορικά φαινόμενα και τις βιολογικές-εξελικτικές προϋποθέσεις τους;

Η απάντηση σε αυτά τα βασανιστικά ερωτήματα που, εδώ και αιώνες, στοιχειώνουν τη σκέψη των ανθρώπων στον Δυτικό κόσμο δεν είναι διόλου απλή ούτε βέβαια προφανής.

Ισως έτσι δικαιολογείται το γιατί χρειάστηκε να αφιερώσουμε τόσα πολλά άρθρα της στήλης «Μηχανές του Νου» απλώς και μόνο για να θέσουμε -και όχι βέβαια για να επιλύσουμε- το πρόβλημα της ανθρώπινης φύσης. 

Πάντως, οριστικές και πλήρεις «απαντήσεις» στον γρίφο της ανθρώπινης ιδιαιτερότητας μπορούν να βρεθούν μόνο στη θεολογία ή στις ποικίλες ανθρωπολογικές ιδεολογίες, οι οποίες, ως γνωστόν, βασίζονται στην πίστη και όχι στην ελέγξιμη και δυνητικά διαψεύσιμη γνώση.

Το δυστύχημα είναι ότι, συνήθως, η σφοδρή επιθυμία μας για άμεσες και οριστικές απαντήσεις υπερισχύει (άραγε εκ φύσεως;) της ζωτικής μας ανάγκης για τεκμηριωμένη αλλά αποσπασματική γνώση. 



Μεταφυσικές και ιδεολογικές προϋποθέσεις της απανθρωποποίησης 

Στο παράτολμο εγχείρημά μας να εξετάσουμε την επιστημονική έννοια της ανθρώπινης φύσης στην εποχή μας, η στρατηγική που ακολουθήσαμε ήταν αφενός να περιγράψουμε τις διαφορετικές πτυχές της και αφετέρου να αναδείξουμε το πώς ο σύγχρονος επιστημονικός λόγος, επαναδιατυπώνοντας κάποια πανάρχαια μεταφυσικά ερωτήματα, οδηγήθηκε σε κάποιες εύλογες και εμπειρικά ελέγξιμες απαντήσεις.

Αυτές οι απαντήσεις σχετικά με την προέλευση και τις ιδιαίτερες λειτουργίες της ανθρώπινης φύσης, μολονότι ικανοποιούν τα αυστηρά επιστημονικά κριτήρια, δεν θα πρέπει να θεωρούνται οριστικές και ακόμη λιγότερο πλήρεις. 

Με οδηγητικό μίτο την επαρκώς επιβεβαιωμένη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης, η σύγχρονη Βιολογία και οι πιο πρόσφατες επιστήμες του εγκεφάλου και του νου (Νευροεπιστήμη, Γνωστική και Εξελικτική Ψυχολογία) μιας προσφέρουν πλέον μία αρκετά σαφή εικόνα της ανθρώπινης φύσης.

Πρόκειται για μια σειρά από κοινά σε όλους τους ανθρώπους βιολογικά χαρακτηριστικά, τα οποία δεν προέκυψαν από κάποιο υπερφυσικό «θαύμα» αλλά διαμορφώθηκαν σταδιακά κατά τη βιολογική μας εξέλιξη.

Τα πιο σημαντικά από αυτά τα κοινά σε όλους τους ανθρώπους χαρακτηριστικά είναι: η όρθια στάση, η δίποδη βάδιση και η απελευθέρωση των χεριών που επέτρεψε την επινόηση και τη χρήση των λίθινων εργαλείων, την τιθάσευση της φωτιάς.

Με άλλα λόγια, η τυπικά ανθρώπινη τεχνολογία σε συνδυασμό με την ανάπτυξη του προφορικού λόγου και της γλώσσας ως ιδιαίτερα περίπλοκου μέσου επικοινωνίας αποτέλεσαν τα εξελικτικά και ταυτόχρονα κοινωνικά άλματα που με τη σειρά τους επηρέασαν αναδραστικά τους ήδη υπερδιογκωμένους εγκεφάλους του είδους μας, συμβάλλοντας στην περαιτέρω υπερτροφική ανάπτυξη των ιδιαίτερων νοητικών και των κοινωνικών γνωρισμάτων του ανθρώπινου είδους. 

Βέβαια θα μπορούσε κάνεις κάλλιστα να αμφισβητήσει αυτή την εμπειρικά τεκμηριωμένη και, στην πραγματικότητα, τη μοναδική επιστημονική εξήγηση που διαθέτουμε, σήμερα, για τη φυσική καταγωγή και τη λειτουργία της ανθρώπινης φύσης.

Για να το κάνει, όμως, αυτό οφείλει να αντιπροτείνει ένα εξίσου εύλογο και επαρκώς τεκμηριωμένο εξηγητικό σχήμα.

Στην αντίθετη περίπτωση, οφείλει να παραδεχτεί ότι πρόκειται για μία ανεπιβεβαίωτη -αν και όχι αυθαίρετη πολιτισμικά!- μεταφυσική ή υπερφυσική δοξασία που εξυπηρετεί όχι τις γνωστικές αλλά τις προσωπικές του ανάγκες και αδυναμίες! 



Μεταφυσική ανθρωπολογία 

Στο περίφημο βιβλίο της «Η ανθρώπινη κατάσταση», η κορυφαία κοινωνική φιλόσοφος Χάνα Αρεντ έκρινε απαραίτητο να διευκρινίσει ότι: «...η ανθρώπινη κατάσταση δεν ταυτίζεται με την ανθρώπινη φύση και ότι το συνολικό άθροισμα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων και ικανοτήτων, οι οποίες αντιστοιχούν στην ανθρώπινη κατάσταση, δεν συνιστούν κάτι παρόμοιο με την ανθρώπινη φύση».

Γιατί όμως, έκρινε απαραίτητο να διαφοροποιήσει εξ αρχής την ανθρώπινη «κατάσταση» από την ανθρώπινη «φύση»; Επειδή, όπως η ίδια παραδέχεται το πρόβλημα της ανθρώπινης φύσης «μοιάζει να μην επιδέχεται λύση, τόσο από ψυχολογική όσο και από τη γενική φιλοσοφική του άποψη». 

Σε τελευταία ανάλυση, το μεταφυσικό ερώτημα περί της ανθρώπινης φύσης επιδέχεται μόνο θεολογική απάντηση, αφού για να απαντηθεί από την πεπερασμένη ανθρώπινη σκέψη θα έπρεπε αυτή να υπερβεί τα όριά της: «θα έμοιαζε σαν να ξεκολλούσαμε με ένα άλμα από τη σκιά μας», όπως πολύ χαρακτηριστικά επισημαίνει η Αρεντ.

Αυτό το ηττοπαθές και γνωσιακά απαγορευτικό συμπέρασμα δεν είναι καθόλου πρωτότυπο, αφού παραπέμπει στη μακρά μεταφυσική-θεοκρατική παράδοση της Δυτικής σκέψης: από τον Πλάτωνα μέχρι τον Αγιο Αυγουστίνο και τον Καρτέσιο μέχρι τον Φουκό.

Το πρόβλημα με τις αμιγώς μεταφυσικές προσεγγίσεις της ανθρώπινης φύσης είναι ότι αποτελούν τη θεωρητική προϋπόθεση για μια σειρά από εξουσιαστικά ιδεολογήματα σχετικά με τη διαχείριση των ανθρώπινων σχέσεων, και συνεπώς δεν είναι ποτέ κοινωνικά ουδέτερες ή αθώες. 

Στο προηγούμενο άρθρό μας αναφέραμε ως παράδειγμα την εξηγητική αρχή της οικουμενικότητας στην έκφραση των συγκινήσεων -όχι μόνο μεταξύ των ανθρώπων αλλά και στα άλλα πρωτεύοντα- που είχε πρώτος υποστηρίξει ο Δαρβίνος χωρίς όμως μεγάλη επιτυχία, δεδομένου ότι κατά τον 19ο αιώνα η επίσημη ψυχολογική και ανθρωπολογική άποψη θεωρούσε ότι οι εκφράσεις του προσώπου και των συναισθημάτων εξαρτάται αποκλειστικά από πολιτιστικούς και φυλετικούς παράγοντες. 

Οπως ακριβώς μια εθνική γλώσσα, έτσι και η «γλώσσα» των εκφράσεων του προσώπου σε κάθε διαφορετικό ανθρώπινο πληθυσμό όφειλε να αντανακλά τις διαφορές από χώρα σε χώρα και από πολιτισμό σε πολιτισμό!

Πρόκειται κατά βάθος για κρυπτορατσιστικές προκαταλήψεις που ακόμα και σήμερα επηρεάζουν βαθύτατα την ανθρώπινη αυτογνωσία. 

Το παράδοξο είναι ότι, αντίθετα από το παρελθόν, αυτές οι δήθεν φιλελεύθερες αντιρρήσεις δεν διατυπώνονται από συντηρητικούς ακροδεξιούς, αλλά από κάποιους προοδευτικούς ανθρωπολόγους και εθνολόγους που, τουλάχιστον θεωρητικά, αυτοπροσδιορίζονται ως αντιρατσιστές! 

Ανάμεσα στους αντιπάλους μιας κοινής σε όλους τους ανθρώπους βιολογικής φύσης είναι οι θεωρητικοί του «πολιτισμικού σχετικισμού» (cultural relativism), όπως οι διάσημοι ανθρωπολόγοι Margaret Mead, Gregory Bateson, ο γλωσσολόγος-ανθρωπολόγος Ray Birdwhistell και πιο πρόσφατα ο Marshall Sahlins, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η ανθρώπινη κοινωνική συμπεριφορά διαφέρει ριζικά από τη ζωική, επειδή καθορίζεται -πρωτίστως ή και αποκλειστικά- από εξωγενείς κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες. 

Πέρα από τις βιολογικές και κοινωνικές μαριονέτες 

Με άλλα λόγια, σύμφωνα με τον πολιτισμικό σχετικισμό, στην ανθρώπινη κατάσταση δεν υπάρχει τίποτα το έμφυτο, αλλά τα πάντα εξαρτώνται από το κοινωνικό-πολιτισμικό περιβάλλον και κάθε συμπεριφορά μας καθορίζεται και διαμορφώνεται αποκλειστικά από εξωγενείς παράγοντες.

Επομένως, η ανθρώπινη φύση είναι ένα φυσιοκρατικό μύθευμα και οι άνθρωποι δεν είμαστε τίποτε άλλο από εύπλαστες... κοινωνικές μαριονέτες! 

Πρόκειται για μία εμφανώς μεροληπτική και ιδεολογική άποψη, την οποία η διάσημη ανθρωπολόγος Margaret Mead συνοψίζει ως εξής: «Είμαστε υποχρεωμένοι να συμπεράνουμε πως η ανθρώπινη φύση είναι σχεδόν απίστευτα εύπλαστη και ανταποκρίνεται πιστά και με αντίθετο τρόπο σε αντιτιθέμενες πολιτισμικές συνθήκες», όπως μας υπενθυμίζει ο Πολ Εκμαν στον εκτενή επίλογο που έγραψε για την τρίτη έκδοση του «Η έκφραση των συγκινήσεων» (βλ. ελληνική έκδοση σελ. S26). 

Πιο πρόσφατα, μάλιστα, ο ανθρωπολόγος Marshall Sahlins στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του «Η δυτική ψευδαίσθηση της ανθρώπινης φύσης», κυκλοφορεί από τις εκδ. του Εικοστού Πρώτου, θα διατυπώσει μια ακόμη πιο ακραία άποψη, γράφει: «Ο πολιτισμός είναι παλαιότερος από τον Homo sapiens, πολλές φορές παλαιότερος, και ο πολιτισμός ήταν η βασική συνθήκη για τη βιολογική ανάπτυξη του είδους»!

Με άλλα λόγια, υποστηρίζει ότι στον πολιτισμό και όχι στη βιολογία μας θα πρέπει να αναζητήσουμε την ανθρώπινη φύση, αν βέβαια αποδεχτούμε ότι υπάρχει κάτι τέτοιο. 

Ελπίζουμε να έγινε σαφές το γιατί θεωρούμε αυτή τη σχετικιστική προσέγγιση εξίσου μεροληπτική και ανακριβή με τη γονιδιοκεντρική εξήγηση της ανθρώπινης φύσης.

Οχι, η βιολογία μας δεν είναι ούτε δευτερεύουσα ούτε σχετική, αλλά η θεμελιώδης προϋπόθεση για την ιστορική ανάδυση της ποικιλόμορφης και ευμετάβλητης πολιτισμικής και κοινωνικής ύπαρξής μας. 

Το κατά πόσο η συμπεριφορά μας καθορίζεται ή, έστω, επηρεάζεται από την ατομική μας ιστορία (από την κοινωνική, οικογενειακή, πολιτιστική πραγματικότητα) και κατά πόσο από τη βιολογική εξέλιξη του είδους μας (από τα γονίδια, την ιδιαίτερη ανάπτυξη του εγκεφάλου μας και τις προσαρμογές του οργανισμού μας σε ένα δεδομένο περιβάλλον) ποικίλλει ανάλογα με το ποια πτυχή της συμπεριφοράς μας εξετάζουμε. 

Στις μέρες μας, πάντως, η διαζευκτική αντιπαράθεση της φύσης-βιολογίας στην ανατροφή-πολιτισμό φαίνεται να κλίνει μάλλον προς τη φύση-βιολογία, εισάγοντας μια «νέα» ανθρωπολογική προσέγγιση που τείνει να βιολογικοποιεί κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά: να αναζητά δηλαδή αποκλειστικά στα γονίδιά μας ή, πιο πρόσφατα, στις εγκεφαλικές δομές μας τις οριστικές εξηγήσεις για κάθε φυσιολογική ή παραβατική ανθρώπινη συμπεριφορά.

Στο επόμενο άρθρο θα εξετάσουμε τις βιοπολιτικές συνέπειες της στείρας αντιδιαστολής της ανθρώπινης φύσης στον πολιτισμό. 



Η διένεξη του Νόαμ Τσόμσκι με τον Μισέλ Φουκό 

Ηταν η πρώτη και μοναδική φορά που ο κορυφαίος Αμερικανός γλωσσολόγος Νόαμ Τσόμσκι και ο διάσημος Γάλλος αντιανθρωπιστής φιλόσοφος Μισέλ Φουκό διασταύρωσαν τα διανοητικά «ξίφη» τους γύρω από το επίμαχο ζήτημα της ανθρώπινης φύσης. Η συνάντηση έλαβε χώρα στην Ολλανδία το 1971. Αφορμή για αυτόν τον πολύ ενδιαφέροντα διάλογο ήταν η πρόσκληση για μια τηλεοπτική συζήτηση (που βρίσκεται πλέον εύκολα στο Διαδίκτυο). 

Στο επίκεντρο αυτού του διάλογου υπήρξαν δύο μόνο θέματα: η έννοια της ανθρώπινης φύσης και η σχέση της με την πολιτική. Σύμφωνα με τον Νοαμ Τσόμσκι, πατέρα της καθολικής γραμματικής, η έννοια της ανθρώπινης φύσης θεωρείται όχι απλώς θεμελιώδης αλλά και αναγκαία: κάθε ανθρώπινο ον διαθέτει εγγενώς κάποιες πολύ χαρακτηριστικές νοητικές ικανότητες, κάποια οργανωτικά πρότυπα που καθοδηγούν την ατομική πνευματική και κοινωνική του ζωή.

Επικαλείται, μάλιστα, ο Τσόμσκι τις πενιχρές, εκείνη την εποχή, κατακτήσεις της Γνωστικής Ψυχολογίας και της Βιοανθρωπολογίας για να τεκμηριώσει την άποψή του για την ύπαρξη της καθολικής και άρα βιολογικής παρουσίας αυτών των πανανθρώπινων νοητικών προτύπων.

Και ακριβώς αυτή η καθολική ύπαρξη αυτών των εγκεφαλικών προδιαθέσεων διασφαλίζει την ισότητα μεταξύ όλων ανθρώπινων πληθυσμών σε κάθε ιστορική εποχή: «...Θεωρώ βέβαιο ότι, από βιολογικής και ανθρωπολογικής απόψεως, η φύση της ανθρώπινης νοημοσύνης δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά από την εποχή των ανθρώπων του Κρο-Μανιόν»! 

Το ακριβώς αντίθετο θα υποστηρίξει ο Μισέλ Φουκό. Ανταπαντώντας στα φυσιοκρατικά επιχειρήματα του Τσόμσκι θα ισχυριστεί ότι καμία κοινωνική πολιτική δεν μπορεί να θεμελιωθεί στις βιολογικές προκείμενες της ανθρώπινης ύπαρξης.

Καμία κοινωνία και καμία δίκαιη κοινωνική πρακτική, υποστηρίζει, δεν μπορεί να στηριχθεί στην έρευνα των «βιολογικών αληθειών» σχετικά με το ανθρώπινο είδος.

Συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο: η επικράτηση αυτών των «βιολογικών αληθειών» λειτουργεί ως το μέσο για την άσκηση κάποιων εξουσιαστικών πρακτικών που οδηγούν στον έλεγχο της ζωής των ανθρώπων! 

«Μου είναι δύσκολο να αποδεχτώ ότι αυτές οι βιολογικές κανονικότητες συνδέονται με την ανθρώπινη νόηση ή φύση»... «θεωρώ πως χρειάζεται να τις επανεντάξουμε στο εσωτερικό άλλων ανθρώπινων πρακτικών, όπως είναι οι οικονομικές, τεχνολογικές, πολιτικές, κοινωνικές πρακτικές, οι οποίες λειτουργούν ως προϋποθέσεις και ως πρότυπα για τη διαμόρφωση και την εκδήλωση αυτών των συμπεριφορών». 

Οι επιστημονικές εξελίξεις στη έρευνα της ανθρώπινης φύσης, τις επόμενες δεκαετίες, θα επιβεβαιώσουν, εν μέρει, τις θέσεις και των δύο αυτών μεγάλων στοχαστών.

Οι μεταγενέστερες νευροεπιστημονικές μελέτες θα εντοπίσουν επακριβώς τις κοινές σε όλους τους φυσιολογικούς ανθρώπους εγκεφαλικές δομές που εμπλέκονται άμεσα στη εμφάνιση των όντως καθολικών ανθρώπινων συμπεριφορών που είχε διαισθανθεί ο Νόαμ Τσόμσκι.

Ταυτόχρονα όμως, η βιοπολιτική εκμετάλλευση αυτών των επιστημονικών κατακτήσεων, επιβεβαιώνει -με τον χειρότερο τρόπο- την πρόβλεψη του Μισέλ Φουκό: ότι δηλαδή είναι πλέον ορατός ο κίνδυνος να θεωρήσουμε την ανθρώπινη φύση ως κάτι βιολογικά αμετάβλητο και συνεπώς οριστικά παγιωμένο. 




3/2/2018