Ο ανόητος κύριος Βίζερ.
Είναι αδύνατον να επιμερίσει κανείς τις ευθύνες της εκ του αποτελέσματος καταστροφικής διαπραγμάτευσης του πρώτου εξαμήνου, ενοχοποιώντας μόνο τον κ. Βαρουφάκη – αφού το σχέδιο του, καλώς ή κακώς, δεν εφαρμόσθηκε τελικά.
«Ο κ. T. Wieser, ο πρώην επικεφαλής του Euro WorkingGroup έχει γεννηθεί στο Maryland, από Αυστριακό πατέρα και Βρετανίδα μητέρα – ενώ είναι αυτός που συνέταξε την τρίτη δανειακή σύμβαση της Ελλάδας το 2015, ύψους 86 δις €, έχοντας την ευθύνη της πιστής εφαρμογής της. Η δεύτερη θέση απασχόλησης του ήταν η διεύθυνση της οικονομικής και χρηματοπιστωτικής επιτροπής του ευρωπαϊκού συμβουλίου – την οποία κατείχε από το 2000 έως το 2001 ο σημερινός πρόεδρος της ΕΚΤ κ. M. Draghi.Βοήθησε στο σχεδιασμό της τραπεζικής ένωσης της Ευρωζώνης, ενώ δραστηριοποιήθηκε επίσης σε εκείνους τους μηχανισμούς που δημιουργήθηκαν για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους, όπως το EFSF και το ESM. Τέλος, θεωρείται όργανο του κ. Σόιμπλε και της καγκελαρίου – αν και στην πραγματικότητα όλοι αυτοί υπηρετούν έμμισθα τις διεθνείς ελίτ«.
.Άποψη
Ο παραπάνω κύριος, σε πρόσφατη συνέντευξη του, δήλωσε πως το πρώτο εξάμηνο που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο Σύριζα, δεν κόστισε στην Ελλάδα 100 δις €, αλλά τα διπλά – ενώ δεν έφταιγε μόνο ο τότε υπουργός οικονομικών, αλλά ολόκληρη η κυβέρνηση (πηγή). Συγκεκριμένα είπε τα εξής:
«Για να είμαι ειλικρινής, πιστεύω ότι μάλλον στοίχισε τα διπλά: η οικονομική συρρίκνωση, η δυσπιστία των επενδυτών, τα πλήγματα που δέχθηκαν οι ελληνικές τράπεζες… Αλλά δεν ήταν μόνο ο Βαρουφάκης: ολόκληρη η ελληνική κυβέρνηση φέρει την ευθύνη«.
Βέβαια κατηγόρησε τον κ. Βαρουφάκη περί πραγματικής και πλήρους ανοησίας για όσα έχει γράψει στο βιβλίο του – αμφιβάλλοντας έμμεσα για τις διανοητικές του ικανότητες και χαρακτηρίζοντας ως πυροτεχνήματα τα γραπτά του. Μεταξύ άλλων είπε πως η Ελλάδα βρέθηκε μόνη της με την πλάτη στον τοίχο – ενώ το ευρώ θα επιζούσε με ή χωρίς τη χώρα μας. Εύλογα λοιπόν αναρωτιέται κανείς εάν πράγματι το κόστος του εξαμήνου ήταν 200 δις €, ίσο με το 60% του σημερινού μας χρέους, ύψους πλέον περί τα 330 δις € – ή μήπως πρόκειται για ένα πυροτέχνημα!
Ξεκινώντας από την οικονομική συρρίκνωση, το ΑΕΠ διαμορφώθηκε στα 179 δις € το 2014, έχοντας περιορισθεί στα 173,7 δις € το 2015 (πηγή) – οπότε παρουσίασε μείωση ύψους 5,3 δις €. Εάν υποθέσουμε εδώ πως η οικονομία μας θα αναπτυσσόταν με 3% κατά τις τότε προβλέψεις, το ΑΕΠ το 2015 θα διαμορφωνόταν στα 184,5 δις € περίπου – οπότε η απώλεια ήταν περί τα 10,8 δις €. Τα έσοδα του δημοσίου το 2014 ήταν 51,35 δις € (πηγή), οπότε ίσα με το 28,7% του ΑΕΠ – γεγονός που σημαίνει ότι, η απώλεια 10,8 δις € του ΑΕΠ κόστισε στο κράτος έσοδα της τάξης των 3 δις €.
Όσον αφορά τώρα τη δυσπιστία των επενδυτών, δεν πιστεύουμε πως είχαν ανακτήσει έως τότε την εμπιστοσύνη τους – ενώ η βασική αιτία ήταν η αναίρεση της υπόσχεσης της Γερμανίας από το 2012, για την ελάφρυνση του χρέους. Με δεδομένο δε το ότι, έχουμε την πάγια άποψη πως χωρίς μία ονομαστική διαγραφή του 50% του χρέους (εναλλακτικά το άτοκο πάγωμα ενός αντίστοιχου ποσοστού για δέκα έτη) δεν πρόκειται να επενδύσει κανένας, δεν νομίζουμε ότι κόστισε κάτι ιδιαίτερο στην Ελλάδα.
Συνεχίζοντας στις τράπεζες, το θέμα είναι εξαιρετικά προβληματικό, σχετικά με το ποιός ευθύνεται για την πράγματι μεγάλη καταστροφή που υπέστησαν το 2015 – αφού το σταμάτημα της παροχής ρευστότητας εκ μέρους της ΕΚΤ ήταν παράνομο και φυσικά εκβιαστικό(ανάλυση). Σε κάθε περίπτωση όμως χάθηκαν περί τα 38 δις € που επιβάρυναν το δημόσιο χρέος – ενώ αφελληνίσθηκαν έναντι μόλις 6-7 δις €, παρά το ότι ελέγχουν ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία αξίας 300-400 δις € που έχουν ως εγγύηση για τα δάνεια τους (ακίνητα, οικόπεδα, επιχειρήσεις).
Εν προκειμένω, κατά τη δική μας άποψη τα 38 δις € είναι κόστος του κ. Βαρουφάκη, επειδή δεν φρόντισε να τις θωρακίσει έγκαιρα, επιβάλλοντας ελέγχους κεφαλαίων αμέσως μετά την εκλογή της νέας κυβέρνησης – με αποτέλεσμα να διαφύγουν καταθέσεις στο εξωτερικό ύψους περί τα 35 δις €, να έχουν μεγάλες ανάγκες ELA οπότε να είναι σε θέση να τις εκβιάζει η ΕΚΤ κοκ. (ανάλυση).
Από την άλλη πλευρά όμως, είναι αστείο να ισχυρίζεται κανείς πως η τρίτη δανειακή σύμβαση, τα 86 δις € που ακόμη δεν εισπράξαμε (έχουμε λάβει περί τα 40 δις € έναντι), πρέπει να προστεθούν σε αυτά που κόστισε στην Ελλάδα το πρώτο εξάμηνο του 2015 – εν πρώτοις επειδή το επί πλέον έλλειμμα που θα έπρεπε να χρηματοδοτηθεί ήταν ίσο με τα λιγότερα έσοδα που είχε η χώρα, ύψους 3 δις €, όπως αναλύσαμε προηγουμένως.
Εάν δεν δανειζόταν η Ελλάδα αυτά τα 86 δις € από τους Ευρωπαίους πιστωτές της (40 δις € ουσιαστικά), θα έπρεπε να τα ζητήσει από τις αγορές – αφού διαφορετικά δεν θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της. Επομένως δεν θα άλλαζε κάτι σημαντικό, εκτός από το ότι οι ανάγκες της θα ήταν κατά 3 δις € λιγότερες – ή ενδεχομένως τα μέτρα λιτότητας, τα οποία δεν θα ήταν ίσως 14,5 δις € αλλά 11 δις €.
Συμπερασματικά λοιπόν το κόστος του πρώτου εξαμήνου δεν θα μπορούσε να υπολογισθεί πάνω από 50 δις € – ενώ ο αφελληνισμός των τραπεζών δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί από κανέναν. Θεωρούμε δε πως θα συνέβαινε έτσι ή αλλιώς – αφού ο στόχος των πιστωτών ήταν η υφαρπαγή της ιδιωτικής περιουσίας και η χρησιμοποίηση της για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
Επομένως ο κ. T. Wieser είπε πραγματικές και πλήρεις ανοησίες – όχι όμως λόγω διανοητικής ανεπάρκειας, αλλά επειδή αυτό εξυπηρετεί τους εντολοδόχους του. Τις αγορές και τους ελίτ δηλαδή, τους οποίους υπηρετεί έμμισθα, όπως επίσης ο κ. Σόιμπλε, η καγκελάριος κοκ. – τονίζοντας ξανά πως όταν αναφερόμαστε στη Γερμανία δεν εννοούμε ποτέ τους Πολίτες της, αλλά την κυβέρνηση της.
Άλλωστε οι Γερμανοί Πολίτες πληρώνουν επίσης ακριβά την κρίση, μεταξύ άλλων λόγω των μηδενικών επιτοκίων της ΕΚΤ που εξαϋλώνουν σταδιακά τις καταθέσεις τους – υπενθυμίζοντας πως όπως οι Έλληνες επιλέγουν τα ακίνητα για να αποταμιεύουν, έτσι οι Γερμανοί τις καταθέσεις (ενώ τόσο η μία μορφή αποταμίευσης, όσο και η άλλη, έχουν τεθεί στο στόχαστρο των κερδοσκόπων). Εκτός αυτού δεν θα είναι μόνο οι Πολίτες του ευρωπαϊκού νότου αυτοί που θα πληρώσουν το λογαριασμό του ευρώ – αλλά, επίσης, οι Γερμανοί μέσω του Target 2, οι Γάλλοι κλπ.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, είναι αδύνατον να επιμερίσει κανείς τις ευθύνες της εκ του αποτελέσματος καταστροφικής διαπραγμάτευσης του πρώτου εξαμήνου, ενοχοποιώντας μόνο τον κ. Βαρουφάκη – αφού το σχέδιο του, καλώς ή κακώς, δεν εφαρμόσθηκε τελικά. Ειδικότερα, ο πρωθυπουργός υποσχέθηκε τη σύγκρουση με τους πιστωτές και κυρίως με τη Γερμανία πριν εκλεγεί – ενώ η εκλογική του επιτυχία σημαίνει πως είχε την έγκριση αυτών που τον ψήφισαν. Λογικά λοιπόν θα είχε σχεδιάσει προσεκτικά τις ενέργειες του μαζί με τον κ. Βαρουφάκη, έχοντας πεισθεί για την ορθότητα τους – ενώ είναι αδύνατον να περίμενε πως θα επρόκειτο για έναν εύκολο και ανώδυνο περίπατο.
Εκτός αυτού ο κάθε νοήμων άνθρωπος γνωρίζει πως όταν υποχωρήσει την τελευταία στιγμή, οι συμβιβασμοί που θα του επιβληθούν θα είναι κατά πολύ περισσότεροι – οπότε το κόστος για τους Πολίτες της χώρας του πολύ μεγαλύτερο. Με απλά λόγια, είτε τελειώνει κανείς έναν πόλεμο που έχει ξεκινήσει, είτε δεν τον επιχειρεί καν – αφού το αντίθετο είναι συνώνυμο με το άκρον άωτο της ανοησίας.
Στα πλαίσια αυτά, η κήρυξη του πολέμου εναντίον των πιστωτών (της πρωσικής κυβέρνησης ουσιαστικά) και η μετέπειτα άτακτη υποχώρηση ήταν ένα τραγικό λάθος – αφού εκτός των τεραστίων ζημιών που υπεστήκαμε, καθώς επίσης τον εξευτελισμό μας με τη συνέχιση της πολιτικής της διεθνούς επαιτείας, των υποκλίσεων και της υποτέλειας, δώσαμε την ευκαιρία στον κ. Σόιμπλε να αναιρέσει την υπόσχεση για το χρέος το Μάιο του 2016.
Δυστυχώς δε τα τερατώδη λάθη συνεχίζονται από την κυβέρνηση, η οποία πυροδότησε με το Σκοπιανό, κυρίως όμως με το (υπαρκτό φυσικά) σκάνδαλο της Novartis μία πολιτική κρίση, έτσι όπως την αντιλαμβάνονται οι επενδυτές, λίγο μετά τη δοκιμαστική έκδοση του επταετούς ομολόγου – με αποτέλεσμα να αυξηθούν τα επιτόκια του αμέσως μετά (=μείωση της απόδοσης τους), προκαλώντας ζημίες στους αγοραστές του, οπότε να ακολουθήσει η πτώση του χρηματιστηρίου, καθώς επίσης να επιδεινωθούν αρκετά οι προοπτικές των μελλοντικών εκδόσεων.
Εμείς φυσικά δεν συμφωνούμε με την έξοδο στις αγορές, πόσο μάλλον χωρίς τη στήριξη της ΕΚΤ – αφού δεν έχει κανένα νόημα ο δανεισμός μας με 3,5% όταν υπολείπονται ακόμη πάνω από 40 δις € από την τρίτη δανειακή σύμβαση με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο. Εν τούτοις, όταν το επιχειρεί κανείς, οφείλει να προσέχει την πολιτική σταθερότητα στη χώρα του – οπότε να μην δίνει στη δημοσιότητα σκάνδαλα που την υποθάλπουν, απλά και μόνο για ανόητες πολιτικές σκοπιμότητες.
Σε κάθε περίπτωση όμως, απέναντι στους ξένους πρέπει να είμαστε ενωμένοι, χωρίς να επιτρέπουμε σε κανέναν κύριο Βίζερ να μιλάει εξευτελιστικά για κάποιον Έλληνα – ή να διασπείρει ανοησίες για την όποια κυβέρνηση μας, όπως τα δήθεν 200 δις € που κόστισε το πρώτο εξάμηνο της θητείας της.