Κίνδυνος νέου πολέμου πλανάται πάνω από τη Μέση Ανατολή.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
 Η Τουρκία, το Ιράν και ο κίνδυνος μετωπικής σύγκρουσης.


Κίνδυνος να μετατραπεί η Συρία –και πιθανότατα ο Λίβανος– σε πεδίο μάχης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, σε έναν πόλεμο πολύ πιο καταστροφικό. Οι κόκκινες γραμμές των δυο πλευρών και ο μόνος παίκτης που μπορεί να παρέμβει ουσιαστικά.

Η κατάρριψη ενός ισραηλινού αεροπλάνου από την αεροπορική άμυνα της Συρίας, αφότου το Ισραήλ ανακοίνωσε ότι κατέρριψε ιρανικό drone που ξεκίνησε από τη Συρία και μπήκε στον ισραηλινό εναέριο χώρο, είναι το είδος κεραυνού που σηματοδοτεί την ανησυχητική πιθανότητα ενός νέου περιφερειακού πολέμου που θα παρατείνει τη δίνη του εμφυλίου πολέμου στη Συρία.

Οποιοσδήποτε νέος πόλεμος μεταξύ ισραηλινών και ιρανικών δυνάμεων και των συμμάχων τους, δεν θα ξεκινήσει τώρα. Όμως, όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για να πυροδοτηθεί είναι στη θέση τους και με βάση τις σημερινές τάσεις, φαίνεται αμείλικτος.

Η ισραηλινή αεροπορία, μακράν κυρίαρχη στους ουρανούς της Μέσης Ανατολής εκτιμάται έχασε αεροσκάφος τελευταία φορά το 1982, τη χρονιά που το Ισραήλ εισέβαλε στον Λίβανο στο απόγειο του εμφυλίου πολέμου της γειτονικής χώρας. Αυτό το Σαββατοκύριακο ανταπέδωσε με μια ντουζίνα αεροπορικών επιδρομών στη Συρία, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων, που είπε ότι ήταν ιρανικοί στόχοι.

Ξεκινώντας από το 2011, στο πλαίσιο της αλυσιδωτής επανάστασης που χαρακτηρίστηκε αισιόδοξα ως Αραβική Άνοιξη, ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας έχει τραβήξει περιφερειακούς και παγκόσμιους παράγοντες, από την Τουρκία ως το Ιράν και από τις ΗΠΑ στη Ρωσία.

Η παρέμβαση στο Ιράν και οι σύμμαχοί της, όπως η Χεζμπολάχ, η ισχυρή παραστρατιωτική δύναμη του Λιβάνου που προέκυψε από την εισβολή του Ισραήλ το 1982, ευθυγραμμισμένη με τη ρωσική αεροπορία από το 2015, έσωσαν το μειονοτικό καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσσαντ από το να υποκύψει σε μια κυρίως σουνίτικη εξέγερση.

Εδώ και επτά χρόνια, ο Πρόεδρος Ασσαντ παραμένει πιο πολύ στη θέση του παρά στην εξουσία, υπό την κηδεμονία δύο κρατών: της Ρωσίας και του Ιράν. Η Ρωσία ελέγχει το μεγαλύτερο μέρος του εναέριου χώρου της δυτικής Συρίας. Το Ιράν, μέσω του Σώματος της Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς, της Χεζμπολάχ και της ιρακινής και αφγανικής σιιτικής πολιτοφυλακής, εδραιώνει την παρουσία του στο έδαφος – μέρος της προσπάθειας της Τεχεράνης να οικοδομήσει έναν σιιτικό αραβικό άξονα και γέφυρα από τα Ορη Ζάγκρος προς τη Μεσόγειο. Το Ισραήλ αυτό το θεωρεί στρατηγικά απαράδεκτο.

Το Ισραήλ, σποραδικά σε πόλεμο με τη Χεζμπολάχ για περισσότερα από 30 χρόνια, έχει αποφύγει να εμπλακεί άμεσα στον πόλεμο της Συρίας. Ωστόσο από το 2013, πραγματοποίησε περισσότερες από 100 αεροπορικές επιθέσεις στη Συρία, λέγοντας ότι είχε στόχο ιρανικά όπλα που προορίζονταν για τη Χεζμπολάχ και πρόσφατα αυτό που χαρακτήρισε «ιρανική βάση». Εξάλλου, το Ισραήλ δήλωσε ότι δεν μπορεί και δεν θα δεχτεί δυο ενδεχόμενα.

Πρώτον, εάν το Ιράν και η Χεζμπολάχ εγκαθιδρύσουν μόνιμη στρατιωτική παρουσία στη Συρία, αυτό θα αποτελέσει casus belli, καθώς θα ανοίξει ένα νέο μέτωπο ενάντια στο Ισραήλ στο Βορρά, δίπλα στα σύνορα με το Λίβανο. Δεύτερον, από τότε που η Χεζμπολάχ πολέμησε για πέντε εβδομάδες το 2006, η πολιτοφυλακή του Λιβάνου δημιούργησε ένα μεγάλο οπλοστάσιο από ρουκέτες που προμηθεύτηκαν από το Ιράν και μπορούν να φτάσουν βαθιά στο Ισραήλ. Το Ισραήλ λέει ότι αυτό το απόθεμα - και οι εγκαταστάσεις κατασκευής πυραύλων που υποστηρίζουν ότι έχει ανιχνεύσει στο Λίβανο - υπερβαίνει την στρατηγική ανοχή του.

Αυτό, όπως και τα παιχνίδια κοντά στα σύνορα του Ισραήλ, καθιστά έναν πόλεμο πιο πιθανό από το να μη γίνει, μετατρέποντας τη Συρία – και πιθανότατα τον Λίβανο – σε πεδίο μάχης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν.

Ενας τέτοιος πόλεμος θα ήταν πολλές τάξεις μεγέθους πιο καταστροφικός από το υφιστάμενο χάος στους πολυσύχναστους ουρανούς της Συρίας και τη διαφιλονικούμενη επικράτεια της: Εκτός από το ισραηλινό αεροσκάφος που καταρρίφθηκε, ρωσικό αεροσκάφος έπεσε από τζιχαντιστές στο Ιντλίμπ και τουρκικό ελικόπτερο καταστράφηκε από σύρους κούρδους μαχητές (υποστηριζόμενοι από τις ΗΠΑ, αλλά υπό επίθεση από τον σύμμαχο του ΝΑΤΟ την Τουρκία) στη βορειοδυτική Συρία. Όλα αυτά συνέβησαν την περασμένη εβδομάδα.

Επίσης την περασμένη εβδομάδα και πιο ανατολικά, στην κοιλάδα του Ευφράτη, οι αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ εξαφάνισαν δύναμη του Άσσαντ, κυρίως αποτελούμενη από πολιτοφυλακή αφγανών σιιτών και άραβες φυλετικούς μαχητές, καθώς κινήθηκε ενάντια στους κούρδους συμμάχους της Ουάσινγκτον.

Προς το παρόν, ούτε το Ισραήλ ούτε το Ιράν φαίνονται έτοιμοι να προσθέσουν σε αυτό το χάος. Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπέντζαμιν Νετανιάχου, επικεφαλής ενός ακροδεξιού εθνικιστικού συνασπισμού, αποστρέφεται τον κίνδυνο περισσότερο από ότι δείχνει η φιλοπόλεμη ρητορεία του. Το καθεστώς του Ιράν κυριαρχούμενο από ιερείς, θα παλέψει, αλλά πιθανότατα δεν επιθυμεί να διακινδυνεύσει τα περιφερειακά του κέρδη.

Υπάρχει ακόμα ο κίνδυνος εσφαλμένου υπολογισμού. Το Ισραήλ και το Ιράν πιστεύουν στην χρησιμότητα της δύναμης για την επίτευξη των στόχων τους. Το Ισραήλ επιπλέον παρακινείται από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, που φαίνεται ότι υπονομεύει το σύμφωνο περιορισμού πυρηνικών που το Ιράν συμφώνησε με έξι παγκόσμιες δυνάμεις το 2015, και ενθαρρύνεται κρυφά από ένα σουνιτικό αραβικό στρατόπεδο υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας που προσπαθεί να μειώσει την ιρανική επιρροή στον Λίβανο και τον Κόλπο.

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Ρεξ Τίλερσον ξεναγείται στη Μέση Ανατολή την επόμενη εβδομάδα και πιθανώς θα συστήσει αυτοσυγκράτηση στο Ισραήλ. Αλλά είναι η Ρωσία, η οποία υπό τον Πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν έχει θρέψει τις σχέσεις της με το Ισραήλ, αν και έχει ευθυγραμμιστεί με τον εχθρό της το Ιράν, ο μόνος παίκτης με την ικανότητα να μιλήσει αποτρέψει στους δύο ανταγωνιστές, σε σχέση με αυτό που θα μπορούσε να αποτελέσει μια μηχανική κλιμάκωση προς τον πόλεμο.




 14/2/2018


   ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ    





 Η Τουρκία, το Ιράν και ο κίνδυνος μετωπικής σύγκρουσης.

Οι πολεμικές επιχειρήσεις που διεξάγει η Τουρκία στα συριακά εδάφη τη φέρνουν «αντιμέτωπη» και με το Ιράν, τονίζει το Stratfor. Oι τεταμένες σχέσεις των δύο χωρών και οι επιδιώξεις τους. Πώς περιπλέκουν οι ισορροπίες.

Μπορεί η προσοχή να είναι επικεντρωμένη στην τουρκική «Επιχείρηση Κλάδος Ελαίας» στην Αφρίν, στη βορειοδυτική Συρία, όμως μια εξίσου σημαντική τουρκική στρατιωτική ενέργεια βρίσκεται σε εξέλιξη στη γειτονική περιφέρεια Ιντλίμπ.

Εκμεταλλευόμενη την αυξανόμενη προθυμία της Ρωσίας να «παγώσει» τη σύγκρουση μεταξύ της κυβέρνησης και των ανταρτών στη Συρία, και αποφασισμένη να αποτρέψει την περαιτέρω προέλαση των φιλοκυβερνητικών δυνάμεων κοντά στα σύνορά της, η Τουρκία έχει ενισχύσει τις προσπάθειές της να τοποθετήσει στρατεύματα για να δημιουργήσει «σφήνα» μεταξύ των ανταρτών και των φιλοκυβερνητικών δυνάμεων στην Ιντλίμπ.

Αυτή η επιχείρηση όχι μόνο βαθαίνει την εμπλοκή της Τουρκίας στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, αλλά προκαλεί ακόμα μεγαλύτερη ένταση στις σχέσεις της με το Ιράν. Το Ιράν και η Τουρκία είναι αντίπαλοι, με την Εγγύς Ανατολή, το Ιράκ και μεγάλο μέρος της ευρύτερης Μέσης Ανατολής να είναι ιστορικά μια περιοχή έντονου ανταγωνισμού μεταξύ των δύο αυτών περιφερειακών δυνάμεων. Η περαιτέρω επέκταση της Άγκυρας στη Συρία απλώς θα εντείνει τον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν στη Συρία.

Ωστόσο, δεδομένης της σημασίας της οικονομικής τους σχέσης, η κοινή αντίθεσή τους προς τις κουρδικές αυτονομιστικές τάσεις και η αυξανόμενη ανησυχία του Ιράν για ένα ευρύτερο μέτωπο εναντίον του που στηρίζεται από τις ΗΠΑ, η σύγκρουση δι’ αντιπροσώπων μεταξύ της Τουρκίας και του Ιράν είναι απίθανο να κλιμακωθεί και να γίνει μια ξεκάθαρα εχθρική σχέση. Αντιθέτως, το Ιράν και η Τουρκία θα προσπαθήσουν να χωρίσουν τη σύγκρουσή τους σε τομείς ανταγωνισμού και συνεργασίας στην ευρύτερη περιοχή.

Ζώνες αποκλιμάκωσης και αντίποινα.

Τις τελευταίες εβδομάδες, αρκετά τουρκικά στρατιωτικά κομβόι έχουν φτάσει μέσω της επαρχίας Ιντλίμπ στις πρώτες γραμμές των συγκρούσεων μεταξύ των ανταρτών και των φιλοκυβερνητικών δυνάμεων. Για να εξηγήσει την ανάπτυξη αυτή, η Άγκυρα παρέπεμψε στο πλαίσιο «αποκλιμάκωσης» το οποίο συμφωνήθηκε με τη Ρωσία κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων στην Αστάνα, που στόχο είχαν να δημιουργηθεί και να παρακολουθείται μια ζώνη κατάπαυσης πυρός στη Συρία. Μέσω της ειρηνευτικής διαδικασίας του Σότσι, η Ρωσία προσπάθησε να διασφαλίσει μια πολιτική λύση στον πόλεμο που θα είναι προς τα δικά της συμφέροντα.

Η αποτυχία της ειρηνευτικής διαδικασίας του Σότσι, όμως, ώθησε τη Ρωσία να ενισχύσει τη δευτερεύουσα στρατηγική της έναντι της Τουρκίας, δηλαδή να «παγώσει» τη σύγκρουση, μέσω ζωνών αποκλιμάκωσης όπως αυτή στην Ιντλίμπ.

Δεδομένου ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις της Συρίας και οι σύμμαχοί τους βρίσκονται στο χείλος της περαιτέρω προέλασης στην Ιντλίμπ, η Τουρκία είναι όλο και πιο πρόθυμη να συνεργαστεί με τη Ρωσία στη στρατηγική αυτή, προκειμένου να εμποδίσει τα οποιαδήποτε περαιτέρω εδαφικά κέρδη των φιλοκυβερνητικών δυνάμεων προς τα σύνορά της.  

Αν και η Τουρκία και η Ρωσία συμφωνούν όλο και περισσότερο ως προς τη ζώνη αποκλιμάκωσης στην Ιντλίμπ (παρά το ότι εξακολουθούν να υπάρχουν αρκετές διαφορές μεταξύ των δύο χωρών για το θέμα του πολέμου), ο άλλος βασικός σύμμαχος της κυβέρνησης της Συρίας, το Ιράν, δεν είναι τόσο πρόθυμο να διευκολύνει  μεγαλύτερη τουρκική εμπλοκή στη χώρα και στον πόλεμο.

Τα τουρκικά στρατιωτικά κομβόι, κινούμενα μέσα από την Ιντλίμπ, έχουν δεχθεί πολλές φορές επίθεση. Στις 6 Φεβρουαρίου, ένας Τούρκος στρατιώτης σκοτώθηκε και πέντε ακόμα τραυματίστηκαν από επίθεση, η οποία φαίνεται πως ξεκίνησε από φιλοκυβερνητικές δυνάμεις που τελούσαν υπό τις διαταγές στελέχους του Ιρανικού Σώματος της Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς (IRGC) στην περιοχή Χαντέρ, νότια του Χαλεπιού. Η επίθεση αυτή σηματοδοτεί την πρώτη φορά που σκοτώθηκε Τούρκος στρατιώτης στη Συρία από δυνάμεις που διευθύνονται από το Ιράν, και πιθανότατα αποτελεί απλώς μια «προεπισκόπηση» των όσων έπονται.

Το Ιράν έχει επενδύσει τεράστιους πόρους στην ενίσχυση της προσπάθειας της κυβέρνησης της Συρίας να καταστείλει την ανταρσία και είναι πολύ πιο πρόθυμο να επιδιώξει μια απόλυτη στρατιωτική νίκη στη Συρία απ’ ό,τι είναι η Ρωσία. Επιπλέον, το Ιράν θεωρεί την Τουρκία ως σημαντικό περιφερειακό ανταγωνιστή και είναι απρόθυμο να παραμείνει άπραγο, την ώρα που η Άγκυρα αυξάνει την επιρροή της στη Συρία. Ακόμα και πριν τις τελευταίες επιθέσεις έναντι του τουρκικού κομβόι, αυτό ήταν εμφανές στην προσέγγιση που τηρούσαν το Ιράν και η Δαμασκός έναντι  των Κουρδικών Δυνάμεων Λαϊκής Προστασίας (YPG).

Αν και οι φιλοκυβερνητικές δυνάμεις έχουν πολεμήσει κατά καιρούς το YPG -πιο πρόσφατα στις 8 Φεβρουαρίου στην Ντέιρ αλ Ζορ-, οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις και αντάρτες που στηρίζονται από το Ιράν δεν έχουν διστάσει να στηρίξουν το YPG, όταν οι Κούρδοι αντάρτες πολεμούσαν κατά των τουρκικών δυνάμεων και των συμμάχων τους. Η επιχείρηση της Αφρίν δίνει ένα πρόσφατο ορατό παράδειγμα, με την κυβέρνηση της Συρίας να επιτρέπει στους μαχητές του YPG να κινηθούν στις περιοχές της για να αντιμετωπίσουν τις τουρκικές δυνάμεις. Επιπλέον, υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις πως η Δαμασκός και η Τεχεράνη προμηθεύουν το YPG στην Αφρίν με όπλα.  

Πέραν της Συρίας, η αυξανόμενη οργή του Ιράν για τις τουρκικές καταπατήσεις θα μπορούσε να οδηγήσει την Τεχεράνη να αυξήσει την επιρροή της στη Βαγδάτη, προκειμένου να απωθήσει τις τουρκικές επιχειρήσεις στο Ιράκ.

Η Τουρκία τόνισε πρόσφατα την επιθυμία της να επιδιώξει μια συνδυαστική τουρκο-ιρακινή επίθεση κατά ομάδων που σχετίζονται με το PKK στην περιοχή Σιντζάρ του Ιράκ. Αν και το Ιράκ και το Ιράν έχουν στενή σχέση, ωστόσο η σχετικά αδύναμη γεωπολιτική θέση του Ιράκ σημαίνει πως πρέπει να διατηρεί μια ρεαλιστική σχέση και με την Τουρκία, ενώ Άγκυρα και Βαγδάτη έχουν βρει κοινό έδαφος μετά το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία των Κούρδων στα τέλη του 2017.

Το Ιράν έχει κίνητρο να προσπαθήσει να αποτρέψει την όποια σχέση Άγκυρας-Βαγδάτης θα μπορούσε να απειλήσει τις σχέσεις Άγκυρας-Τεχεράνης. Όχι μόνο θα μπορούσε το Ιράν να κινηθεί ώστε να τοποθετήσει Ιρανούς αντάρτες σε θέσεις που θα εμπόδιζαν την όποια νότια κίνηση της Τουρκίας, αλλά θα μπορούσε επίσης να πιέσει την ιρακινή κυβέρνηση να μη συνταχθεί με τους Τούρκους σε ένα τέτοιο εγχείρημα.

Αντίσταση και διευκόλυνση.

Την ώρα που το Ιράν προσπαθεί να τιμωρήσει την Τουρκία για τη μεγαλύτερη άμεση εμπλοκή της στη Συρία, όμως, υπάρχουν λόγοι για τους οποίους η Τεχεράνη μπορεί να επιζητήσει να περιορίσει σε μεγάλο βαθμό τα αντίποινά της στον χώρο των μαχών στη Συρία και, σε πολύ μικρότερο βαθμό, στο Ιράκ. Και αυτοί οι λόγοι θα μπορούσαν να οδηγήσουν το Ιράν να ακολουθήσει μια πολύ πιο πραγματιστική προσέγγιση έναντι των τουρκικών φιλοδοξιών, η οποία θα διαχωρίζει τη σχέση τους σε τομείς διαμάχης και σε τομείς συνεργασίας.

Πρώτον, το Ιράν και η Τουρκία έχουν μια αναπτυσσόμενη οικονομική σχέση, με τον όγκο του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών να ξεπερνά τα 8 δισ. δολάρια. Επιπλέον, η Τουρκία εισάγει περίπου το 20% του αργού πετρελαίου και των συμπυκνωμάτων από το Ιράν, και περίπου το 16% των αναγκών της σε φυσικό αέριο. Το Ιράν ιδιαίτερα θα ήθελε να μη διακινδυνεύσει την οικονομία του σε μια περίοδο αυξανόμενων διαδηλώσεων στο εσωτερικό της χώρας, που έχουν οικονομικά κίνητρα.

Επιπλέον, το Ιράν και η Τουρκία μοιράζονται κάποιους κοινούς στόχους σε ό,τι αφορά τις κουρδικές αυτονομιστικές προσπάθειες. Άρα, αν και Τουρκία και Ιράν είναι πρόθυμες να συνεργαστούν με διάφορες κουρδικές ομάδες στην περιοχή, ωστόσο και οι δυο χώρες προσέχουν οι προσπάθειές τους να στρέψουν τη μια κουρδική ομάδα κατά της άλλης, να μην υπονομεύσουν τον ευρύτερο στόχο τους για αποτροπή της δημιουργίας ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Υπάρχουν επίσης αυξημένες προσπάθειες συνεργασίας μεταξύ της Άγκυρας και της Τεχεράνης πρόσφατα, για να ενισχύσουν την ασφάλεια στα αμοιβαία σύνορά τους.

Το σημαντικότερο, ίσως, είναι πως το Ιράν γνωρίζει ότι υπάρχει ένα αντι-ιρανικό μέτωπο που κινητοποιείται στην περιοχή. Αυτό το μέτωπο εκδηλώνεται μέσω μιας αυξανόμενης ευθυγράμμισης μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, με τη στήριξη μιας πιο επιθετικά αντι-ιρανικής κυβέρνησης στις ΗΠΑ. Η Τεχεράνη ήδη προσπαθεί να σώσει τη συμφωνία για τα πυρηνικά και υπάρχουν ενδείξεις πως το Ιράν έχει ήδη λάβει μέτρα για να μειώσει κάποιες από τις προκλητικές ενέργειές του -όπως για παράδειγμα έχει σταματήσει τις παρενοχλησεις του IRGC στον Περσικό Κόλπο κατά των αμερικανικών πολεμικών πλοίων από τον Αύγουστο του 2017.

Για την Τεχεράνη, μια επιθετική στρατηγική κατά της Τουρκίας, την ώρα που αντιμετωπίζει τις προσπάθειες απώθησης σε όλη την περιοχή, είναι απίθανο να αποτελεί έναν επιθυμητό δρόμο για τη συνέχεια. Δεν αποτελεί έκπληξη, τότε, που η Τουρκία και το Ιράν αυξάνουν τις προσπάθειές τους να διαχειριστούν τις σχέσεις τους εν μέσω εντάσεων στη Συρία, με τον Τούρκο υπουργό Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου να επισκέπτεται στην Τεχεράνη τον Ιρανό ομόλογό του Τζαβάντ Ζαρίφ στις 7 Φεβρουαρίου και με πληροφορίες περί πιθανής συνάντησης μεταξύ του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Ιρανό πρόεδρο Χασάν Ρουχανί.

Η αυξανόμενη εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία θα οδηγήσει το Ιράν σε αντίποινα, όμως διάφοροι λόγοι θα περιορίσουν τον εντεινόμενο πόλεμο δι’ αντιπροσώπων μεταξύ των δύο αυτών περιφερειακών δυνάμεων στο πεδίο της μάχης, ιδιαίτερα στη Συρία και στο Ιράκ.

Κατά τον ίδιο περίπου τρόπο που η Τουρκία και η Ρωσία μπόρεσαν να βελτιώσουν τις σχέσεις τους, αν και βρίσκονται σε αντίπαλες πλευρές στον πόλεμο της Συρίας, έτσι και η Τουρκία και το Ιράν έχουν λόγους να συνεργαστούν σε ορισμένους τομείς, την ώρα που θα συνεχίσουν να αντιμάχονται σε άλλους.



http://www.euro2day.gr/specials/topics/article/1595135/
h-toyrkia-to-iran-kai-o-kindynos-metopikhs-sygkroy.html

14/2/2018