Ο προγραμματισμένος υπεράνθρωπος δεν είναι πια επιστημονική φαντασία.


Ο δημοφιλής Γάλλος συγγραφέας Πιερ Ασουλίν 
Photo Francesca Mantovani © Editions Gallimard

Μας έκανε, το ξέραμε-δεν το ξέραμε, να παθιαστούμε με την ιστορία του θρυλικού πολυτελούς παρισινού «Ξενοδοχείου Lutetia». Εβαλε το «Πορτρέτο» της βαρόνης Μπέτι Ρότσιλντ από τον Ενγκρ να διηγηθεί τις περιπέτειες της διάσημης δυναστείας τραπεζιτών. Ακολούθησε στο «Ενας Πύργος στη Γερμανία, Ζιγκμαρίνγκεν» τον Σελίν, τον Πετέν και άλλα πρωτοπαλίκαρα της δωσιλογικής κυβέρνησης του Βισί στο φευγιό τους στη χώρα του Χίτλερ.

Ο Γάλλος συγγραφέας Πιερ Ασουλίν (όλα τα βιβλία του από τις εκδόσεις Πόλις), εβραϊκής καταγωγής και γεννημένος στο Μαρόκο, έγινε σιγά σιγά οικείο και αγαπητό πρόσωπο των Ελλήνων αναγνωστών -βοήθησαν και τα συχνά του ταξίδια στην Ελλάδα.

Αυτός ο συναρπαστικός μπλόγκερ για θέματα βιβλίου («La Republique des livres»), αλλά και κριτικός, αρθρογράφος, εκδότης και συνεργάτης σημαντικών λογοτεχνικών περιοδικών και μέλος της Ακαδημίας Goncourt, βάλθηκε με το πιο πρόσφατο μυθιστόρημά του, το «Γκόλεμ» (πάλι από τις εκδόσεις Πόλις, σε μετάφραση Μαρίζας Ντεκάστρο), να δείξει μια νέα πλευρά όχι του ταλέντου του, αλλά της ανησυχίας του και του εύρους των ενδιαφερόντων του.


Το βιβλίο φέρει, βέβαια, το όνομα του θρυλικού τέρατος της εβραϊκής παράδοσης, που υποτίθεται ότι δημιουργήθηκε στα τέλη του 16ου αιώνα από τον ραβίνο της Πράγας για καλούς σκοπούς, για να προστατεύει τους διωκόμενους Εβραίους, αλλά ξέφυγε κι αυτό από τον έλεγχο του δικού του Φρανκενστάιν. Είναι, όμως, τελικά το «Γκόλεμ» ένα σούπερ σύγχρονο αστυνομικό (όσο το επιτρέπει, φυσικά, ο εκλεπτυσμένος Ασουλίν), με φόνους, μυστήρια, κυνηγητά στο Παρίσι και σε όλη την Ευρώπη και μια σέξι αστυνομικίνα.

Ο ήρωάς του, ο Γκιστάβ Μεγέρ, σταρ του παγκόσμιου σκακιού και Εβραίος όπως ο συγγραφέας, ανακαλύπτει ότι ο εγκέφαλός του, στη διάρκεια συμβατικής εγχείρησης για αθώους, θεραπευτικούς σκοπούς (πάσχει από επιληψία), ενισχύθηκε κρυφά με διάφορα ηλεκτρόδια, που του αύξησαν ακόμα περισσότερο τις ήδη τεράστιες διανοητικές του ικανότητες.

Ναι, γίνονται σήμερα τέτοια πράγματα. Ναι, μπορεί να δημιουργηθούν τέτοια «τέρατα», μας λέει ο Ασουλίν και μας ανοίγει τα μάτια σε έναν κόσμο που μοιάζει -αλλά δυστυχώς δεν είναι- επιστημονική φαντασία. Με αχρείους επιστήμονες και γκουρού της τεχνολογίας, με ολόκληρα κινήματα ζηλωτών του τεχνητά ενισχυμένου ανθρώπου. Και από κοντά ο ευαίσθητος, μοναχικός, τίμιος Γκιστάβ Μεγέρ, με τα προσωπικά του φαντάσματα και τις παλιομοδίτικες αρχές του, να ψάχνει την αλήθεια και τη λύτρωση.

Πώς αρχίσατε να ενδιαφέρεστε για τη νευρολογία και κυρίως τις δυνατότητες που έχει σήμερα, χάρη στην τεχνολογία, να επεμβαίνει στον εγκέφαλό μας αυξάνοντας τις ικανότητές του; Αυτό το κίνημα του «τρανσουμανισμού», που πιστεύει στη δημιουργία υπερανθρώπων, όντως υπάρχει; Το αγνοούσα και, μάλιστα, στην αρχή του βιβλίου νόμιζα ότι είναι προϊόν της συγγραφικής σας φαντασίας.

Αρχισα να ενδιαφέρομαι προοδευτικά (σταδιακά) για τη νευρολογία, όταν «δούλευα» πάνω στον εγκέφαλο του ήρωά μου, αυτόν τον πρωταθλητή του σκακιού με τις τεράστιες ικανότητες. Κι όσο έσκαβα και εμβάθυνα στο θέμα, έπεσα πάνω στον τρανσουμανισμό, ένα κίνημα που όχι μόνο υπάρχει και με το παραπάνω, αλλά που, από την εποχή που βγήκε το βιβλίο μου, απέκτησε μάλιστα και μεγάλο βάρος στον δημόσιο διάλογο πάνω στον «αυξημένο» άνθρωπο, έναν διάλογο που είναι πια «έντονος», τουλάχιστον στη Γαλλία, στις ΗΠΑ και αλλού. Εχει μέχρι και πολιτικές προεκτάσεις, αφού εμπλέκει επικίνδυνα αδιάλλακτες αξίες, που θα οδηγήσουν στην αύξηση των ανισοτήτων και στη δημιουργία δύο κατηγοριών ανθρώπινων όντων.

• Μέσω του ήρωά σας, που έχει πέσει θύμα ενισχυτικής εγχείρησης στον εγκέφαλο, αλλά καθόλου δεν θέλει να επωφεληθεί, το αντίθετο, βασανίζεται θεωρώντας ότι έγινε ένα «τέρας», παίρνετε και σεις θέση στο πρόβλημα. Μήπως, όμως, η συγκεκριμένη κατάχρηση εξουσίας από επιστήμη και τεχνολογία αφορά το μακρινό μας μέλλον; Μήπως μεγεθύνετε τον κίνδυνο;

Μα νομίζω ότι ήδη βρισκόμαστε στην εποχή του προγραμματισμένου υπερανθρώπου. Δεν ανήκει πια στη δικαιοδοσία και αρμοδιότητα της επιστημονικής φαντασίας, αφού στις ΗΠΑ είναι κάτι που επιτρέπεται, αντίθετα με τη Γαλλία, όπου επαγρυπνά η Επιτροπή Δεοντολογίας.

Το Γκόλεμ στη μεγαλη οθόνη. Σκηνη απο την εξπρεσιονιστική ταινία του Πάουλ Βέγκενερ «Golem» (1920), που στοιχειώνει εδώ και χρόνια τον Πιέρ Ασουλίν | 

Στη χώρα μου οι εγχειρήσεις που σκοπεύουν στην αύξηση της μνήμης, της όρασης, της ακοής κ.λπ. δεν επιτρέπονται παρά μόνο για λόγους θεραπευτικούς, για την αντιμετώπιση ασθενειών (Πάρκινσον, Αλτσχάιμερ, επιληψία). Αντίθετα, στις ΗΠΑ είναι ελεύθερες με μοναδικό σκοπό να αποδώσουν πάνω σε υποκείμενα απολύτως υγιή. Να λοιπόν ο κίνδυνος, είναι μπροστά μας. Κυρίως όταν ξέρουμε ποιοι είναι οι κύριοι χρηματοδότες των ερευνών πάνω στην τεχνική νοημοσύνη: η Google, η Microsoft, η Amazon…

• Είναι προφανές ότι το Γκόλεμ σας εμπνέει υπερβολικά. Γιατί;

Το Γκόλεμ δεν με εμπνέει απλώς υπερβολικά. Είναι η κύρια έμπνευσή μου. Χωρίς αυτό, απλούστατα το βιβλίο δεν θα υπήρχε. Ξεκίνησα με την επιθυμία περισσότερο παρά με την ιδέα (γιατί ένα μυθιστόρημα δεν είναι απλώς μια ιδέα, καλή ή κακή) να διασκευάσω, να προσαρμόσω το Γκόλεμ στους σύγχρονους καιρούς μας. Γιατί είναι ένας μύθος, ένα μυθιστόρημα και μια ταινία που με στοιχειώνουν από παλιά. Σιγά σιγά, όλα πήραν τη θέση τους, ο πρωταγωνιστής απέκτησε σχήμα με δικά μου, αυτοβιογραφικά στοιχεία, τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.

• Το «Γκόλεμ» ξεκινάει σαν τυπικό αστυνομικό μυθιστόρημα, αλλά εξελίσσεται σε ένα θαυμάσιο μεικτό, δοκιμιακό σχεδόν είδος, γεμάτο ενδιαφέρουσες αναφορές σε καλλιτέχνες, ταινίες, ιδέες (από τον Ρόθκο και τον Πρίμο Λέβι μέχρι το σκάκι του Μπέκετ και το ποίημα «Γκόλεμ» του Μπόρχες). Είναι αυτό το κομμάτι της συγγραφής που περισσότερο αγαπάτε και απολαμβάνετε;

Είμαι παιδί των αναγνωσμάτων μου. Το μυθιστόρημά μου, χωρίς να είναι λόγιο, είδος από το οποίο σαν αναγνώστης φεύγω τρέχοντας, είναι φυσικά γεμάτο με κλεισίματα ματιού σε πρόσωπα, κείμενα, συγγραφείς. Eνα εξασκημένο μάτι τα εντοπίζει. Αλλά κι εκείνοι που τα προσπερνούν, δεν χάνουν τίποτα από την κατανόηση του μυθιστορήματος. Αυτή η προσέγγιση είναι, ίσως, λίγο «happy few» και ελιτίστικη, αλλά ένας συγγραφέας δεν μπορεί να την αρνηθεί, να την απαγορεύσει στον εαυτό του. Πρέπει πότε πότε να του φέρεται λίγο φιλικά.

• Οταν ο Γκιστάβ Μεγέρ γίνεται φυγάς, επιστρέφει στα μέρη της Ευρώπης όπου οι πρόγονοί του Εβραίοι έζησαν και βρήκαν τον θάνατο. Προς το τέλος, όμως, εγκαταλείπει αυτή την εμμονή του με τη μνήμη και τη νοσταλγία του πολιτισμού τους, που δεν υπάρχει πια. «Πρέπει να πάψουμε να σέρνουμε πίσω μας ένα ολόκληρο νεκροταφείο», λέει. Συμφωνείτε μαζί του; Δεν είστε υπερβολικά δεμένος με την εβραϊκή σας ταυτότητα;

Τις εμμονές και τα φαντάσματά σου δεν τα διαλέγεις. Ο χαρακτηρισμός «υπερβολικό» δεν έχει θέση σ’ αυτά. Αλλιώς θα σήμαινε ότι υπάρχει μια μεζούρα, που μας επιτρέπει να βρίσκουμε το καλό και να διακρίνουμε το «υπερβολικό» από το «όχι αρκετό»! Αλλά η εβραϊκή μου ταυτότητα δεν υπακούει σε μια επιλογή συνειδητή και μετά από σκέψη. Δεν προέρχεται από μια αντικειμενική προσέγγιση -όχι περισσότερο από τον οποιονδήποτε Ελληνα, που έχει συνείδηση της γενεαλογίας του, των ριζών του και της καταγωγής του.

'H την έχει ή αδιαφορεί. Ετσι είναι. Ενας καλλιτέχνης, λοιπόν, είναι και ο ίδιος υλικό για το έργο του. Βρίσκω κι εγώ, όπως και ο ήρωάς μου, ότι μερικές φορές το εβραϊκό παρελθόν είναι μεγάλο βάρος για να το μεταφέρω, αλλά δεν το παρουσιάζω και σαν τραγωδία. Λίγη μόνο μελαγχολία εκφράζω για τον εξαφανισμένο εβραϊκό πολιτισμό της Ευρώπης.

Να είστε σίγουρη ότι διαχειρίζομαι περίφημα την αγάπη μου για τη μνήμη και τη ροπή μου στη μελαγχολία. Είναι πιο γόνιμο και δημιουργικό απ’ όσο φαίνεται. Η ταυτότητά μου δεν είναι ούτε μοναδική ούτε εθνικιστική, αλλά πολλαπλή, πλουραλιστική και κοσμοπολίτικη: γαλλική, σεφαραδίτικη, δεμένη με το Μαρόκο -και όπως το Μαρόκο, εξίσου μεσογειακή με ατλαντική-, αγγλόφιλη, ερωτευμένη με την Ελβετία και βαθιά ευρωπαϊκή!

• Γιατί διαλέξατε για κεντρικό πρόσωπο του βιβλίου έναν διεθνή μετρ του σκακιού;

Γιατί παίζω κι εγώ σκάκι από τα νεανικά μου χρόνια. Γιατί λατρεύω το σκάκι, παρά τις χαμηλές μου επιδόσεις. Γιατί τίποτα δεν αξίζει όσο μια παρτίδα σκάκι, αν θες να γνωρίσεις καλά, από τα μέσα, τον χαρακτήρα ενός ανθρώπου. Και γιατί υπάρχουν περισσότεροι κίνδυνοι και περιπέτειες πάνω σε μια σκακιέρα από όλους τους ωκεανούς!

• Πώς βρίσκετε τα θέματα των βιβλίων σας; Είναι όλα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, αν και στα περισσότερα η Ιστορία δίνει τον τόνο.

Δεν τα βρίσκω: με αρπάζουν, με κυριεύουν, ωριμάζουν για καιρό μέσα μου, απαιτούν να τα μηρυκάσω με μυστικότητα, και μια μέρα μού επιβάλλονται χωρίς όρους, με τρόπο επιτακτικό. Ολα είναι θέμα τάιμινγκ. Κάθε βιβλίο έρχεται στην ώρα του, σε μια συγκεκριμένη ηλικία της ζωής σου και θα ήταν μάταιο να αποφασίσεις διαφορετικά.

Τρία φιλοχιτλερικά κείμενα του Σελίν 
κι ένα εκδοτικό σκάνδαλο στη Γαλλία

  • Είναι ανάγκη να γνωρίζουν οι νέοι το ειδεχθές πρόσωπο του αντισημιτισμού.
Και ξαφνικά, στις 19 Δεκεμβρίου του 2017, ο Πιερ Ασουλίν μαζί με τον εκδότη Αντουάν Γκαλιμάρ κλήθηκαν από τον Φρεντερίκ Ποτιέ, επικεφαλής του διυπουργικού κυβερνητικού οργάνου της Γαλλίας που συντονίζει τη μάχη εναντίον του ρατσισμού, του αντισημιτισμού και της ομοφοβίας, να κουβεντιάσουν για ένα βιβλίο. Πρωτοφανές γεγονός.

Μα ασχολούνται οι κυβερνήσεις με τα σχέδια των εκδοτών; Απ’ ό,τι φαίνεται ναι, αφού το εν λόγω βιβλίο ήταν η επανέκδοση τριών υστερικά αντισημιτικών και φιλοχιτλερικών φυλλαδίων του Λουί-Φερντινάν Σελίν, γραμμένων πριν και κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.


Ο συγγραφέας τού «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας» είχε απαγορεύσει την επανέκδοσή τους μετά το 1945 που πρωτοκυκλοφόρησαν. Απόφαση που σεβόταν μέχρι πρόσφατα και η χήρα του, η 104χρονη σήμερα Λισέτ Ντετούς. Μόλις όμως αυτή έδωσε το πράσινο φως και ο ιστορικός εκδοτικός οίκος Γκαλιμάρ ανακοίνωσε την πρόθεσή του να τα βγάλει, το σκάνδαλο ξέσπασε.

Μέχρι και ο πρωθυπουργός Εντουάρ Φιλίπ εξέφρασε την ανησυχία του, όχι τόσο για την ίδια την έκδοση, όσο για το πώς θα παρουσιάζονταν τα κείμενα. Μόνο με μια απλή «φιλολογική, λογοτεχνική» προσέγγιση, δηλαδή με μια εισαγωγή του Πιερ Ασουλίν όπως σχεδίαζε ο Γκαλιμάρ, ή με μια ολοκληρωμένη, «ιστορική» κυρίως ανάλυση του ακραίου, χυδαίου αντισημιτισμού ενός κορυφαίου συγγραφέα;

Περιττό να πούμε ότι οι εβραϊκές οργανώσεις της Γαλλίας θεώρησαν την έκδοση «επίθεση» εναντίον τους, ενώ και ο πνευματικός κόσμος διχάστηκε. Ακόμα και πολιτικοί αισθάνθηκαν την ανάγκη να πάρουν θέση, ας πούμε ο βουλευτής Αλεξίς Κορμπιέρ, πρωτοπαλίκαρο του Ζαν-Λικ Μελανσόν, ο οποίος είδε στην πρόθεση του οίκου Γκαλιμάρ «εμπορικά παιχνίδια» που δεν πρέπει να αφεθούν ελεύθερα «να διευκολύνουν το ρίζωμα του αντισημιτισμού στην κοινωνία μας».

Το περίεργο πάντως είναι πως τα τρία αυτά κείμενα του Σελίν («Bagatelles pour un massacre» - 1937, «L’ ecole des cadavres» - 1938 και «Les Beaux Draps» - 1941) δεν είναι απαγορευμένα στη Γαλλία, απλώς βρίσκονται εκτός εμπορίου. Οσοι ενδιαφέρονται μπορούν πανεύκολα να τα διαβάσουν στο ίντερνετ ή να τα ανακαλύψουν σε κάποιο παλαιοβιβλιοπωλείο, ενώ δεν λείπουν και κάποιες πειρατικές εκδόσεις από αντισημιτικούς κύκλους.

Το θέμα φάνηκε να λήγει όταν αναπάντεχα, στις 11 Ιανουαρίου, με μια λακωνική ανακοίνωση ο οίκος Γκαλιμάρ άλλαζε γνώμη. Η επανέκδοση των αντισημιτικών λιβέλλων του Σελίν πάγωσε, «γιατί λείπουν οι προϋποθέσεις μεθόδου που θα επέτρεπαν την ήρεμη αντιμετώπισή τους». Τι πιστεύει λοιπόν για το θέμα ο Πιερ Ασουλίν, τόσο στενά δεμένος μαζί του;

• Γιατί χρειάζεται η έκδοση αυτών των αντισημιτικών κειμένων του Σελίν;

Κατ’ αρχάς να σας τονίσω ότι ο Γκαλιμάρ δεν εγκατέλειψε την έκδοση, απλώς την ανέβαλε. Το βιβλίο θα βγει λοιπόν. Το ελπίζω. Θα είναι τότε ακόμα πιο αναγκαίο, για να δείξει στους αναγνώστες, ιδιαίτερα τους νέους σε ηλικία, το πιο ειδεχθές και ελεεινό πρόσωπο της τέχνης των αντισημιτικών λιβέλλων, όπως αυτή ασκούνταν στη Γαλλία στη διάρκεια της δεκαετίας του ’30.

• Σηκώνει όντως κεφάλι στη Γαλλία και παντού ο αντισημιτισμός;

Ναι, πιστευω ότι το φαινόμενο επιστρέφει στην Ευρώπη -γιατί στον μουσουλμανικό κόσμο ποτέ δεν είχε εξαφανιστεί. Το επανενεργοποιούν κυρίως οι ισλαμιστικοί κύκλοι στη Γαλλία και το Βέλγιο.

Βένα Γεωργακοπούλου



3/2/2018