Εθνικό Συμβούλιο Χρέους.
Αποτελεί πρώτη προτεραιότητα της Ελλάδας η ίδρυση ενός τέτοιου υπερκομματικού οργανισμού, πριν ακόμη οι ιθαγενείς εξαθλιωθούν εντελώς, χάνοντας όσα έχουν και δεν έχουν – με τελική κατάληξη να μετατραπούν σε φθηνούς σκλάβους χρέους των νέων ιδιοκτητών της πατρίδας τους ή σε οικονομικούς μετανάστες.
ΑΝΑΛΥΣΗ
Όπως ακούγεται η Ελλάδα αποφάσισε επιτέλους, κυρίως λόγω των τουρκικών εξελίξεων, να ιδρύσει ένα διακομματικό Συμβούλιο Ασφαλείας για τα εθνικά της θέματα, με τη συμμετοχή στρατιωτικών και λοιπών εξειδικευμένων Ελλήνων – κάτι που έχουν κάνει πάρα πολλές άλλες χώρες στο παρελθόν. Το γεγονός αυτό είναι ασφαλώς εξαιρετικά θετικό, αφού τα εθνικά θέματα πρέπει να εξαιρούνται από τις (ανόητες κατά την άποψη μας) εσωτερικές συγκρούσεις των κομμάτων – τα οποία δυστυχώς δεν έχουν ξεφύγει καθόλου από τις μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις των τελευταίων δεκαετιών, παρά τα τεράστια οικονομικά προβλήματα της Ελλάδας.
Εν τούτοις δεν αρκεί μόνο η δημιουργία ενός στρατιωτικού συμβουλίου ασφαλείας, αφού η διατήρηση της εδαφικής μας ακεραιότητας εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την οικονομική μας κατάσταση – μεταξύ άλλων επειδή μία χρεοκοπημένη χώρα δεν είναι σε θέση να προμηθεύεται τον απαιτούμενο στρατιωτικό εξοπλισμό, ενώ οι γείτονες της αποθρασύνονται επαληθεύοντας το ρητό «Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται».
Στα πλαίσια αυτά, με δεδομένο το ότι τα οικονομικά μας δεν πρόκειται ποτέ να εξυγιανθούν όσο τα χρέη μας, δημόσια και ιδιωτικά, είναι στα ύψη, ενώ η πολιτική των μνημονίων έχει χαρακτηρισθεί από τους πάντες ως η νούμερο ένα αποτυχημένη διάσωση όλων των εποχών (ανάλυση), απαιτείται ένα αντίστοιχο «Εθνικό Συμβούλιο Χρέους» – αφού η ονομαστική διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και είναι η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που τη δικαιούται, με κριτήριο την αποδοχή της αποτυχίας των μέτρων από το ΔΝΤ (άρθρο).
Εν προκειμένω υπενθυμίζουμε πως δεν το ισχυριζόμαστε μόνο εμείς, αφού πολλοί διεθνείς οικονομολόγοι, όπως ο Γάλλος T. Piketty ή ο Αμερικανός J. Sachs, ο γνωστός δόκτορας του σοκ, καθώς επίσης αρκετοί Γερμανοί (Haring), υποστηρίζουν ακριβώς το ίδιο – αναφερόμενοι στη συμφωνία διαγραφής του χρέους της Γερμανίας, η οποία υπεγράφη στο Λονδίνο το 1953 και από την Ελλάδα.
Ειδικότερα, εκείνη την εποχή το δημόσιο χρέος της Γερμανίας μειώθηκε από τα 30 δις μάρκα στα 14 δις μάρκα παραμένοντας στο εθνικό της νόμισμα (ενώ το δικό μας είναι σε ευρώ που φυσικά δεν μπορούμε να τυπώσουμε), με την εξυπηρέτηση του να περιορίζεται στο 3% των εξαγωγικών εσόδων – όπου ο επικεφαλής της διαπραγμάτευσης, ο Γερμανός J. Abs, δήλωσε τα εξής:
«Με τη ρύθμιση των χρεών η Γερμανία δεν ανάκτησε μόνο την πιστοληπτική της ικανότητα αλλά, επίσης, ο πλανήτης άρχισε ξανά να την εμπιστεύεται».
Αυτό ακριβώς θεωρούμε και εμείς ως απαραίτητη προϋπόθεση για να ξεφύγει η Ελλάδα από την κρίση – δηλαδή, (α) την ανάκτηση της πιστοληπτικής της ικανότητας, την οποία έχει χάσει ήδη από το 2010 το δημόσιο, ενώ αμέσως μετά οι τράπεζες με το PSI, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, καθώς επίσης (β) να αρχίσει ξανά να την εμπιστεύεται ο υπόλοιπος πλανήτης, για να πάψει να ευρίσκεται στον ορό της Γερμανίας υφιστάμενη συνεχείς προσβολές.
Εάν δεν συμβεί κάτι τέτοιο, όπου είναι αδιάφορο κατά τη γνώμη μας εάν επιτευχθεί με το ευρώ ή με τη δραχμή, τότε η πατρίδα μας δεν έχει μέλλον – γεγονός που σημαίνει ότι, αυτό που προέχει είναι η διαγραφή, σε συνδυασμό με την εξυπηρέτηση του υπολοίπου χρέους με ρήτρα εξαγωγών. Όσον αφορά την επίτευξη της, θα έπρεπε να συσταθεί μία ειδική διαπραγματευτική ομάδα από τους ικανότερους στον τομέα – η οποία να στηρίζεται από όλα τα κόμματα, καθώς επίσης από το σύνολο της κοινωνίας, αφού θα επρόκειτο για μία εθνική στρατηγική, χωρίς κομματικές αποχρώσεις.
Η σύγκριση με τη Γερμανία
Περαιτέρω, θα αναρωτηθεί ίσως κανείς εάν η κατάσταση της Ελλάδας είναι συγκρίσιμη με αυτήν της Γερμανίας το 1953 – λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ότι, η Ελλάδα έκανε μεν πολλά λάθη, αλλά δεν αιματοκύλισε τον πλανήτη. Επίσης πως πλήρωσε πανάκριβα τα λάθη της με τα εσφαλμένα μνημόνια που της επιβλήθηκαν – όπου οι ζημίες που προκλήθηκαν στην οικονομία της είναι μεγαλύτερες από αυτές κατά το βομβαρδισμό της Γερμανίας το 1944. Εν προκειμένω, ο δόκτορας του σοκ που διδάσκει σήμερα στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, δήλωσε τα εξής:
«Ο καθένας, ο οποίος μελέτησε προσεκτικά την αριθμητική του ελληνικού χρέους γνωρίζει ότι η χώρα, με χρέος σήμερα της τάξης του 170% του ΑΕΠ της, δεν είναι σε θέση να το πληρώσει ποτέ πίσω» (J. Sachs).
Ως εκ τούτου, η κατάσταση της Ελλάδας είναι απολύτως συγκρίσιμη με αυτήν της Γερμανίας του 1953, πόσο μάλλον όταν το δημόσιο χρέος της πλησιάζει πλέον στο 190% του ΑΕΠ της (άρθρο) και το κόκκινο ιδιωτικό έχει υπερβεί το 130% – ενώ όλοι οι ιστορικοί της οικονομίας είναι πεπεισμένοι σχετικά με το ότι, η διαγραφή του χρέους ήταν αυτή που επέτρεψε στη Γερμανία να εξυγιανθεί και όχι το Marshall Plan. Στο θέμα αυτό ο γνωστός Γερμανός καθηγητής του LSE κ. A. Ritschl, ο οποίος έχει κατηγορήσει επανειλημμένα τη χώρα του για την άθλια συμπεριφορά της σχετικά με τις πολεμικές επανορθώσεις που οφείλει στην Ελλάδα, είπε τα παρακάτω:
«Η δυτική Γερμανία οφείλει το οικονομικό της θαύμα, τη σταθερότητα του νομίσματος της (μάρκο), καθώς επίσης την υγιή εξέλιξη των δημοσίων οικονομικών της αποκλειστικά και μόνο στη μαζική διαγραφή χρεών» (A. Ritschl).
Συνεχίζοντας, οι γνωστοί οικονομολόγοι Carmen Reinhart και Ken Rogoff, ερευνώντας διεξοδικά τις 45 μεγαλύτερες διαγραφές χρεών από το 1920 και μετά, διαπίστωσαν πως το ΑΕΠ των χωρών αυτών αυξήθηκε κατά μέσον όρο περί το 20% τα πρώτα πέντε χρόνια – ενώ το δικό μας μειώθηκε σχεδόν κατά 30% από την κυλιόμενη χρεοκοπία που βιώνουμε, με την οικονομία μας να παραμένει ουσιαστικά στάσιμη στο βυθό.
Από την άλλη πλευρά τέσσερις άλλοι Αμερικανοί ερεύνησαν τα αποτελέσματα της διαγραφής χρέους της Δυτικής Γερμανίας με εμπειρικές στατιστικές – βασιζόμενοι στο γνωστό σύγγραμμα του Keynes σχετικά με τις πολεμικές επανορθώσεις που επιβλήθηκαν στη Γερμανία με τη συνθήκη των Βερσαλλιών, οι οποίες θεωρούνται ως η βασική αιτία του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.
Στη μελέτη τους με τον τίτλο «Οι οικονομικές συνέπειες της συμφωνίας χρεών του Λονδίνου από το 1953» διαπίστωσαν πως η διαγραφή επηρέασε στην αρχή τις δημόσιες δαπάνες, οι οποίες αυξήθηκαν σημαντικά – εύλογα, αφού για να αναπτυχθεί μία χώρα προηγούνται οι επενδύσεις του δημοσίου τομέα της, έτσι ώστε να αυξηθεί η ζήτηση και να ακολουθήσει ο ιδιωτικός τομέας. Όταν όμως στην Ελλάδα επιβάλλονται μνημόνια και απαγορεύεται ουσιαστικά να επενδύσει το δημόσιο, είναι αδύνατες οι ιδιωτικές επενδύσεις – οπότε η χώρα καταρρέει σταδιακά και σταθερά.
Η διαγραφή αύξησε επίσης σημαντικά την πιστοληπτική ικανότητα της Γερμανίας, οπότε η κυβέρνηση είχε τη δυνατότητα να αυξήσει τις δαπάνες της στηρίζοντας την ανάπτυξη και χρηματοδοτούμενη με νέα δάνεια χαμηλού επιτοκίου – υπενθυμίζοντας πως από το ξεκίνημα της διαπραγμάτευσης το 1951 έως την ολοκλήρωση της τα επιτόκια των γερμανικών δεκαετών ομολόγων μειώθηκαν κατά περίπου 50% στο 1,8%. Εκτός αυτού η διαγραφή σταθεροποίησε το νόμισμα, ενώ από τη μείωση των επιτοκίων ωφελήθηκε επίσης ο ιδιωτικός τομέας – ο οποίος άρχισε να επενδύει δανειζόμενος πολύ φθηνότερα.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, φαίνεται από παντού ότι, το νούμερο ένα πρόβλημα της Ελλάδας σήμερα είναι το δυσθεώρητο χρέος της, λόγω του οποίου έχει χάσει εντελώς την εθνική της κυριαρχία – ενώ ουσιαστικά οι απειλές που δέχεται η εθνική της ακεραιότητα είναι απότοκος αυτού του προβλήματος. Ως εκ τούτου αποτελεί πρώτη προτεραιότητα της η ίδρυση ενός Εθνικού Συμβουλίου Χρέους – πριν οι ιθαγενείς εξαθλιωθούν, χάνοντας όσα έχουν και δεν έχουν, καταλήγοντας σκλάβοι χρέους των νέων ιδιοκτητών της πατρίδας τους ή οικονομικοί μετανάστες.