Η Βιοοικονομία.
Η Βιοοικονομία θεωρείται διεθνώς η πιο πρόσφατη εκδοχή ανάπτυξης του όψιμου καπιταλισμού, ο οποίος, έχοντας αναγκαστεί να αναγνωρίσει ότι υπάρχουν εγγενή και ανυπέρβλητα οικολογικά-ενεργειακά όρια στην ανθρώπινη οικονομική ανάπτυξη, επιχειρεί να εφαρμόσει ένα εναλλακτικό, πολύ πιο φυσικό-οικολογικό μοντέλο ανάπτυξης της οικονομίας, το οποίο υποτίθεται ότι βασίζεται όχι στην άλογη εκμετάλλευση της φύσης από τον άνθρωπο αλλά στον σεβασμό των φυσικών πόρων και στην υιοθέτηση των βιολογικών μοντέλων ανάπτυξης.
Αραγε, η πολυδιαφημισμένη Βιοοικονομία αποτελεί επαρκή «λύση» ή την πολυπόθητη «έξοδο» από την πλανητική κρίση;
Ζητήσαμε από τον κορυφαίο Ελληνα ειδικό Φραγκίσκο Κολίση, ομότιμο καθηγητή Βιοτεχνολογίας της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ και επί σειρά ετών διευθυντή του Ινστιτούτου Βιολογικών Ερευνών και Βιοτεχνολογίας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, να μας εξηγήσει αναλυτικά τις επιστημονικές προϋποθέσεις αυτής της πρόσφατης βιοκαπιταλιστικής στρατηγικής που αμφισβητεί κάποιες βασικές αλλά αποδεδειγμένα καταστροφικές αρχές της κλασικής νεοφιλελεύθερης Οικονομίας.
• Τι ακριβώς είναι η Βιοοικονομία και ποια είναι, σήμερα, τα πεδία εφαρμογής αυτού του νέου διεπιστημονικού κλάδου;
Βιοοικονομία είναι η οικονομία που στηρίζεται σε οικολογικά ευαίσθητα προϊόντα και υπηρεσίες και γενικά στη μετατροπή της βιομάζας σε μία γκάμα από προϊόντα που περιλαμβάνουν από τρόφιμα και φάρμακα έως βιομηχανικά προϊόντα και ενέργεια. Η βιομάζα είναι ανανεώσιμη πρώτη ύλη και περιλαμβάνει κάθε βιολογικό υλικό σε γη και θάλασσα (φυτά, δένδρα, ζώα, ψάρια, μικρόβια).
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ενωση (Ε.Ε.), η Βιοοικονομία αναφέρεται στη βιώσιμη και κυκλική διαχείριση φυσικών πόρων και αφορά τομείς όπως αγροτοβιομηχανία, ιχθυοκαλλιέργειες, τρόφιμα, υφαντουργία, ειδικά χημικά υλικά, φάρμακα, βιοδιυλιστήρια, βιοενέργεια, διαχείριση αποβλήτων. Ετσι η Ε.Ε., αναγνωρίζοντας επίσημα την ανάγκη η οικονομική ανάπτυξη να βρίσκεται σε αρμονία με την εκλογικευμένη χρήση των φυσικών πόρων, έχει επιλέξει τη Βιοοικονομία ως τομέα στρατηγικής προτεραιότητας για τα επόμενα χρόνια.
Τόσο στην Ευρώπη όσο και αλλού έχει γίνει σαφές πόσο επείγον είναι να αντιμετωπιστούν άμεσα οι τρεις μεγάλες πλανητικές προκλήσεις: (α) η μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, (β) ο περιορισμός των επιπτώσεων των κλιματικών αλλαγών και (γ) η βιώσιμη, επαρκής και ασφαλής διατροφική αλυσίδα.
Να σημειωθεί ότι το 2050 ο πληθυσμός της Γης αναμένεται να ξεπεράσει τα 9 δισεκατομμύρια. Στις παραπάνω προκλήσεις θα πρέπει να προσθέσουμε και την ανάγκη συντήρησης και διάθεσης ζωτικών για τον άνθρωπo αγαθών, όπως είναι η ποιότητα και η επάρκεια του νερού, η ποιότητα του εδάφους και του αέρα, η προαγωγή της δημόσιας υγείας, η δίκαιη κατανομή υγιεινής και θρεπτικής τροφής, ο περιορισμός της κατανάλωσης ενέργειας και η μείωση των αποβλήτων. Ολα αυτά απαιτούν τον σχεδιασμό νέων, βιώσιμων και πιο «καθαρών» τεχνολογιών, εκ των οποίων ως σημαντικότερη έχει αναγνωριστεί η Βιοτεχνολογία.
Στο πλαίσιο της νέας «Οικονομίας της Γνώσης» οι βιοτεχνολογίες αποτελούν κεντρική στρατηγική επιλογή για την ανάπτυξη και η Βιοοικονομία ήδη συμβάλλει στο μεγαλόπνοο σχέδιο μιας αειφόρου ανάπτυξης. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι εξαγωγές που σχετίζονται με τη Βιοοικονομία υπολογίστηκαν για το 2015 σε 2,4 τρισεκατομμύρια USD, ή 12,6% του παγκόσμιου εμπορίου (αύξηση σε σχέση με το 2007 κατά 9,8%).
Για την Ε.Ε. έχει εκτιμηθεί ότι στη Γερμανία μπορεί να αποφέρει έσοδα ύψους 343 δισ., στη Γαλλία 295 δισ., στην Ιταλία 244 δισ., στην Ισπανία 219 δισ. και στη Μ. Βρετανία 170 δισ. ευρώ και έχει ετήσιο τζίρο περισσότερα από 2 τρισ. ευρώ, ενώ έχει δώσει περισσότερες από 20 εκατ. νέες θέσεις εργασίας.
• Οι εφαρμογές της Βιοοικονομίας προβάλλονται ως μια εναλλακτική προσέγγιση στις καταστροφικές οικολογικά και κλιματολογικά συνέπειες των ανθρώπινων οικονομικών δραστηριοτήτων. Πώς η Βιοοικονομία θα μπορούσε να συμβάλει στην ορθολογικότερη διαχείρισή τους;
Για να γίνει αντιληπτό το πώς η οικονομία θα μπορούσε να αναπτυχθεί μέσα από την αξιοποίηση των ανανεώσιμων βιολογικών πρώτων υλών και μέσω βιώσιμων και φιλικών προς το περιβάλλον διεργασιών -τότε μόνο θα μπορούμε να μιλάμε κυριολεκτικά για «Βιοοικονομία»!- πρέπει να εξετάσουμε τι μπορεί να προσφέρει η σημαντικότερη στον τομέα αυτόν τεχνολογία, δηλαδή η Βιοτεχνολογία.
Βιοτεχνολογία είναι η εφαρμογή των αρχών της επιστήμης και της μηχανικής σε διεργασίες που πραγματοποιούνται από βιολογικά συστήματα (κύτταρα μικροοργανισμών, φυτών, ζώων, ολόκληρους οργανισμούς ή από τμήματά τους) με στόχο την παραγωγή αγαθών και την προσφορά υπηρεσιών.
Οι πρώτοι βιοτεχνολόγοι μπορεί να θεωρηθεί ότι ήταν οι αγρότες οι οποίοι κατάφεραν να βελτιώσουν τα είδη φυτών και ζώων μέσω διασταυρώσεων. Στα πρώτα βιοτεχνολογικά προϊόντα πρέπει, λοιπόν, να περιληφθούν το ψωμί, το κρασί, η μπίρα.
Στις μέρες μας, υπάρχουν περισσότερο εξεζητημένες και λεπτεπίλεπτες εφαρμογές. Σήμερα, η Βιοτεχνολογία χωρίζεται (α) στη «Λευκή Βιοτεχνολογία», που ασχολείται με τον σχεδιασμό βιομηχανικών διεργασιών για την παραγωγή χημικών (όπως βιοπλαστικά, βιοδραστικές ουσίες, αμινοξέα, ένζυμα, απορρυπαντικά κ.λπ.), την παραγωγή βιοκαυσίμων, τη βιομηχανία τροφίμων και ποτών κ.ά, (β) στην «Πράσινη», που ασχολείται με την ανάπτυξη σπόρων ανθεκτικών σε παράσιτα, ανάπτυξη ζώων ανθεκτικών σε ασθένειες και άλλα, (γ) την «Μπλε», που εμπλέκεται με οργανισμούς που ζουν σε υδατικά περιβάλλοντα, ή σε διεργασίες με βιομηχανικό ενδιαφέρον που πραγματοποιούνται από θαλάσσιους οργανισμούς (παραγωγή χημικών από φύκια, ενέργεια από μικροφύκη κ.λπ.), (δ) στην «Καφέ» ή περιβαλλοντική, που ασχολείται με την επεξεργασία αποβλήτων, καθαρισμό νερού κ.ά., και (ε) στην «Κόκκινη», που εστιάζει σε βιοϊατρικά προϊόντα, όπως παραγωγή φαρμάκων από ζώα, χρησιμοποίηση βλαστικών κυττάρων για τη δημιουργία νέων ιστών ή οργάνων, και πολλά άλλα.
Στις μέρες μας, οι συνταρακτικές εξελίξεις στον τομέα της βιολογικής έρευνας (χαρτογράφηση του ανθρώπινου γονιδιώματος και πολλών άλλων οργανισμών) μετατόπισαν την έρευνα στη βιολογία στον ποσοτικό προσδιορισμό της ταυτόχρονης συνεργιστικής δράσης πολλών γονιδίων και οδήγησαν στην ανάδυση της Συνθετικής Βιολογίας/Βιοτεχνολογίας, η οποία είναι το ορθολογικό πάντρεμα της βιολογικής επιστήμης με τη μηχανική και αποβλέπει στην ανάπτυξη βιολογικών συστημάτων, που ως τέτοια δεν υφίστανται στη φύση, με απώτερο στόχο την αξιοποίησή τους προς όφελος του ανθρώπου και της κοινωνίας.
Μερικά παραδείγματα: υπάρχουν διεργασίες που στηρίζονται σε μικροοργανισμούς που επιτυγχάνουν τη διάσπαση και των πλέον πολύπλοκων αποβλήτων και τη μετατροπή τους σε ενέργεια ή σε άλλα προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Νέες διεργασίες που στηρίζονται στη χρησιμοποίηση ενζύμων ή κατάλληλα τροποποιημένων μικροοργανισμών για την παραγωγή υλικών, όπως π.χ. βιοπλαστικά, επιφανειοενεργά, και πραγματοποιούνται σε ήπιες συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης αντικαθιστώντας ενεργοβόρες χημικές διαδικασίες.
Με τον τρόπο αυτό μειώνεται η κατανάλωση ενέργειας όσο και η ρύπανση του περιβάλλοντος. Θα πρέπει να σημειωθεί, εδώ, το πόσο σημαντική και επιτακτική είναι η αντικατάσταση των πλαστικών, που έχουν προκαλέσει τεράστια προβλήματα ρύπανσης των εδαφών και της θάλασσας, από τα βιοδιασπώμενα βιοπλαστικά.
• Πώς, όμως, η Βιοοικονομία θα μπορούσε να συμβάλει στην επίλυση των ιδιαίτερα οξυμένων προβλημάτων στον χώρο της Διατροφής, της Υγείας και ευρύτερα στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ανθρώπων; Διαθέτει η σημερινή Βιοοικονομία άμεσα εφαρμόσιμα και εναλλακτικά προγράμματα στην εμφανώς καταστροφική στρατηγική της οικονομικής υπερεκμετάλλευσης σε αυτούς του τομείς;
Εκτός από τα επιτεύγματα της «Κόκκινης Βιοτεχνολογίας», που σχετίζονται με την υγεία του ανθρώπου (νέα διαγνωστικά μέσα, θεραπείες κ.λπ.), η Βιοοικονομία εστιάζει και σε τομείς που αφορούν όλο τον ανθρώπινο πληθυσμό. Οπως, π.χ., η ποιότητα και η ασφάλεια των τροφίμων αλλά και των ζωοτροφών, ένα αντικείμενο υψηλής προτεραιότητας στην ευρωπαϊκή στρατηγική ανάπτυξης ιδιαίτερα στο πλαίσιο της «υγιεινής διατροφής για όλους».
Στο πλαίσιο αυτό, εμπίπτει η βελτίωση των φυτών για την ανάπτυξη βιοδραστικών συστατικών και την παραγωγή τροφίμων υψηλής ποιότητας με στόχο τη δημιουργία υγιεινής και φτηνής τροφής μέσω οικολογικά φιλικών διαδικασιών.
Επιπρόσθετα, η βιοτεχνολογία μπορεί να προσφέρει τα κατάλληλα εργαλεία για την αντιμετώπιση των ασθενειών των ζώων οι οποίες προσβάλλουν τους ανθρώπους. Σε αυτά περιλαμβάνονται η βελτίωση της διαχείρισης των κτηνοτροφείων, ανάπτυξη εμβολίων, σύγχρονες μέθοδοι πρόγνωσης αλλά και θεραπείας (π.χ. γονιδιωματικές μελέτες, μελέτη του ρόλου του μικροβιώματος, μελέτη των λοιμώξεων, νέα διαγνωστικά εργαλεία).
Ενας άλλος τομέας είναι η γενετική τροποποίηση των φυτών για τον σχεδιασμό και τη μαζική παραγωγή φαρμάκων. Ενα παράδειγμα που δείχνει τη συνεισφορά της Συνθετικής Βιολογίας/Βιοτεχνολογίας είναι η παραγωγή φαρμάκων όπως το ταξόλ (αντικαρκινικό) και η αρτεμισίνη (αντι-ελονοσιακό) που παράγονται σε μεγάλη ποσότητα με τη βιομηχανική ζύμωση μικροοργανισμών, στους οποίους έχουν εισαχθεί γονίδια από φυτά που βιοσυνθέτουν αυτές τις πολύτιμες φαρμακευτικές ουσίες.
Τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά, η τιμή των φαρμάκων αυτών έχει πέσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα, επειδή η κλασική διαδικασία στηρίζεται στην απομόνωσή τους από τα φυτά (από συγκεκριμένα δένδρα της περιοχής του Αμαζονίου), που εκτός από το μεγάλο κόστος συνεπάγεται και την καταστροφή του περιβάλλοντος.
• Μπορεί ωστόσο η Βιοοικονομία να διαφοροποιηθεί από την κυρίαρχη, σήμερα, νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική; Και η υιοθέτησή της ποιες αλλαγές θα επιφέρει στην κλασική Οικονομία;
Το ερώτημά σας είναι καίριο, επειδή η Βιοοικονομία δεν διαφέρει σε τίποτα από τις άλλες εκφάνσεις της οικονομίας. Οπως αναφέρθηκε, η στρατηγική επιλογή της βιοοικονομίας σχετίζεται με την ανάγκη της σύγχρονης κοινωνίας να αντιμετωπίσει τα μεγάλα προβλήματα του πλανήτη. Είναι πλέον σαφές ότι τέτοιου μεγέθους προβλήματα μπορούν να αντιμετωπιστούν μόνο με τη συμβολή της επιστήμης και της τεχνολογίας και γι’ αυτό μιλάμε για «Κοινωνία-Οικονομία της Γνώσης».
Οι ανάγκες αυτές αυξάνουν τις απαιτήσεις για νέες ικανότητες του εργατικού δυναμικού καθώς και την αναγκαιότητα συνεχούς αναβάθμισης των γνώσεων και των δεξιοτήτων μας.
Η επιτακτική αυτή αλλαγή, όπως είναι προφανές, διαταράσσει τις σχέσεις εργαζομένων-εργοδοτών (π.χ. τη διάρκεια των συμβάσεων εργασίας), αλλά και τον ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο ρόλος των ευφυών ιδεών και των καινοτόμων επενδύσεων έρχεται να αμφισβητήσει τις μέχρι τώρα επικρατούσες αντιλήψεις για επενδύσεις και αποταμίευση.
Η επιστημονική γνώση φαίνεται να έχει αποφασιστική σημασία στην ανάπτυξη της οικονομίας των κρατών, που βέβαια θα πρέπει να μην υπερεκτιμάται.
Ακόμη μία σημαντική παράμετρος είναι ότι η ταχύτατη ανάπτυξη της Βιοτεχνολογίας έχει προκαλέσει μεγάλο προβληματισμό στην κοινωνία σχετικά με την ασφάλεια της χρήσης της και επιπλέον γεννά δύσκολα βιοηθικά ερωτήματα σε ορισμένες από τις εφαρμογές της. Ολα αυτά απαιτούν την ύπαρξη νέων νομοθετικών μέτρων και αυστηρών ρυθμιστικών κανόνων που μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τους τομείς της παραγωγής αλλά και του διεθνούς εμπορίου.
Ενα απλό παράδειγμα, η Αμερική επιτρέπει τη χρησιμοποίηση αυξητικών ορμονών στην παραγωγή κρέατος, κάτι που δεν επιτρέπεται στην Ευρωπαϊκή Ενωση, η οποία, στη συνέχεια, απαγορεύει την εισαγωγή του κρέατος από την Αμερική.
• Ποιος, όμως, θα αποφασίζει και με ποια κριτήρια για το ποιοι τομείς της Οικονομίας πρέπει να αναπτυχθούν βιοοικονομικά και ποιοι όχι;
Είναι προφανές ότι η στρατηγική επιλογή θα πρέπει να γίνεται σε κεντρικό επίπεδο. Θα πρέπει οι αποφάσεις για τα μεγάλα θέματα που αφορούν τον πλανήτη να λαμβάνονται με τρόπο διαφανή ώστε να εξασφαλίζεται η ενεργή συμμετοχή της κοινωνίας. Πόσω μάλλον που οι εφαρμογές της Βιοτεχνολογίας θα πρέπει να έχουν σύμφωνη και την κοινή γνώμη.
Ολα αυτά αναδεικνύουν τη ζωτική ανάγκη σωστής ενημέρωσης από έγκυρες πηγές ώστε να αποφεύγεται η παραπληροφόρηση, οι διαστρεβλώσεις, η διατεταγμένη ή κατευθυνόμενη «άνωθεν» επιστημονική ενημέρωση προς εξυπηρέτηση οικονομικών συμφερόντων.
Λαμπρό παράδειγμα έγκυρης και υψηλού επιπέδου επιστημονικής ενημέρωσης στον τόπο μας αποτελεί όλα αυτά τα χρόνια η στήλη σας, που αναδεικνύει το πόσο σημαντικός μπορεί να είναι ο ρόλος των επιστημόνων δημοσιογράφων στη διάδοση και κυρίως στην κριτική παρουσίαση των επιστημονικών εξελίξεων και των νέων τεχνολογικών επιτευγμάτων.
• Αφού σας ευχαριστήσουμε για τα τιμητικά σας σχόλια, θα θέλαμε να σας θέσουμε ένα τελευταίο ερώτημα: σε ποιο σημείο βρίσκεται η ανάπτυξη αυτού του πολλά υποσχόμενου διεπιστημονικού κλάδου στην Ελλάδα;
Είναι προφανές ότι η Ελλάδα οφείλει να ενστερνιστεί τη λογική της «Κοινωνίας της Γνώσης» και να δώσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάπτυξη της Βιοοικονομίας. Είναι απαραίτητο να υπάρξει αμέσως κεντρικός σχεδιασμός για την επιλογή συγκεκριμένων πεδίων Βιοοικονομικής ανάπτυξης με βάση τις ιδιαιτερότητες και τον πλούτο της χώρας και να δοθούν προτεραιότητες.
Δίνεται η ευκαιρία να γίνει εξαρχής ένας ορθολογικός σχεδιασμός που θα συνδέσει την έρευνα και την καινοτομία με την παραγωγή και την ανάπτυξη.
Ενας σχεδιασμός απαλλαγμένος από τις πελατειακές αγκυλώσεις και τις μικροσκοπιμότητες του παρελθόντος. Επίσης, είναι σαφές ότι μια χώρα όπως η Ελλάδα δεν μπορεί να περιλάβει όλους τους επιστημονικούς κλάδους, θα πρέπει να γίνουν επιλογές και ιεραρχήσεις: να μελετηθεί σε ποιους τομείς υπάρχει η κρίσιμη μάζα επιστημόνων, ποιοι κλάδοι υστερούν και θα πρέπει να αναπτυχθούν για να εξυπηρετήσουν τις εθνικές στρατηγικές επιλογές μας και πώς θα στραφούν οι ικανοί επιστήμονες στις επιλεγμένες κατευθύνσεις, κ.λπ. Κανείς δεν πρέπει να λείψει ή να εξαιρεθεί από αυτήν την προσπάθεια.
Ποιος είναι Φραγκίσκος Κολίσης.
Ο Φραγκίσκος Κολίσης έχει διατελέσει καθηγητής Βιοτεχνολογίας της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ και διευθυντής του Ινστιτούτου Βιολογικών Ερευνών και Βιοτεχνολογίας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (2005-2010, περίοδο κατά την οποία το Ινστιτούτο ανακηρύχθηκε Κέντρο Αριστείας κατά την αξιολόγηση των ερευνητικών κέντρων της χώρας).
Εχει συμμετάσχει σε 12 ερευνητικά προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ενωσης (BAP, BRIDGE, BIOTECH, AAIR, COST, TMR, FP7/KBBE). Εχει διατελέσει μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Επιστήμης και Τεχνολογίας των λιπιδίων, πρόεδρος και γενικός γραμματέας της Ελληνικής Εταιρείας Βιοτεχνολογίας, διευθυντής του Τομέα Σύνθεσης και Ανάπτυξης Βιομηχανικών Διαδικασιών της Σχολής Χημικών Μηχανικών του ΕΜΠ, εθνικός εκπρόσωπος στην Ε.Ε. για τη Βιοοικονομία, στην ομάδα εργασίας της Ε.Ε. για τη Συνθετική Βιολογία.
Σήμερα είναι μέλος της Επιτροπής Βιοτεχνολογίας της IUPAC, της επιστημονικής επιτροπής Εφαρμοσμένης Βιοκατάλυσης της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Βιοτεχνολογίας, και γενικός διευθυντής της Εθνικής Υποδομής Συνθετικής Βιολογίας «Omic Engine».
3/3/2018