Ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ - Κίνας και οι απειλές για τις αγορές.


 Με τις χειρότερες δυνατές προϋποθέσεις ξεκίνησε το δεύτερο τρίμηνο για τις διεθνείς αγορές, καθώς οι επενδυτές, οι οποίοι ήταν ήδη αντιμέτωποι με τη νέα εποχή της υψηλής μεταβλητότητας και τους τέλους του "φθηνού" χρήματος, δέχονται νέο "ταρακούνημα" από τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας αλλά και το ηχηρό sell-off του τεχνολογικού κλάδου στη Wall Street, που μεταδόθηκε και στις ευρωπαϊκές αγορές, κλάδος που μέχρι πρότινος κρατούσε τα ηνία του bull run του τελευταίου διαστήματος.

Οι εμπορικές εντάσεις μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας κορυφώθηκαν μετά την ανακοίνωση των προθέσεων Τραμπ να επιβάλει δασμούς 25% σε 1.300 κινεζικά προϊόντα και την "απάντηση" του Πεκίνου με δασμούς 25% σε 106 αμερικανικά προϊόντα, σε έναν "πόλεμο" ο οποίος ξεκίνησε στις αρχές του Μαρτίου, όταν ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε την επιβολή δασμών στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου.

Την ίδια στιγμή, ένα tweet του Τραμπ, ο οποίος προειδοποίησε πως έρχονται αλλαγές για τη φορολόγηση του κολοσσού του ηλεκτρονικού εμπορίου Amazon, ήταν αρκετό για να πατήσει το κουμπί του sell-off στη Wall Street, ενώ ήδη οι ανησυχίες για τον κλάδο είχαν ενταθεί μετά το σκάνδαλο διαρροής προσωπικών δεδομένων που κλυδωνίζει εδώ και κάτι εβδομάδες το Facebook.

Στο στόχαστρο τα tech-stocks

Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε "συνδέσει" τον εαυτό του με το ράλι της Wall Street από την αρχή της εκλογής του, τουιτάροντας πανηγυρικά ποστ για τα ορόσημα που κατέκτησε ο Dow Jones, Ωστόσο, σύμφωνα με τους αναλυτές, έχει καταλήξει πλέον να είναι ο χειρότερος εχθρός της αγοράς. Την πρώτη χρονιά της προεδρίας του ο S&P 500 εκτοξεύθηκε κατά 24%, λόγω των προσδοκιών ότι οι πολιτικές του θα ενισχύσουν την οικονομία. Ωστόσο, από το sell-off του Φεβρουαρίου ο Τραμπ έχει παραμένει ιδιαίτερα... σιωπηλός σε ό,τι αφορά τις επιδόσεις της αγοράς.

Η βουτιά που προκάλεσε στη Wall Street η επίθεση που έκανε έναντι της Amazon έχει εντείνει τις ανησυχίες ότι οι αναταραχές στις αγορές θα συνεχιστούν, εμβαθύνοντας τις ρωγμές στην bull market, που τον περασμένο μήνα έκλεισε τα εννέα χρόνια.

Οι ρευστοποιήσεις την περασμένη εβδομάδα πυροδοτήθηκαν από την κλιμάκωση των φόβων ενός εμπορικού πολέμου μετά την απάντηση της Κίνας στους δασμούς των ΗΠΑ, αλλά και τη ρητορική του Τραμπ σχετικά με τον τεχνολογικό κλάδο. Οι τεχνολογικές μετοχές ήταν μέχρι πρότινος το πιο δημοφιλές trade, με τους περισσότερους επενδυτές να έχουν overweight στάση στον κλάδο. "Η συμπεριφορά του προέδρου αρχίζει να επηρεάζει έντονα τις κεφαλαιαγορές – τόσο τους βασικούς δείκτες όσο και τις επιμέρους μετοχές", σημειώνει ο Doug Kass, επικεφαλής της Seabreeze Partners Management.

"Σημαντικός παράγοντας είναι ότι ο Tραμπ έχει βάλει στο στόχαστρο την τεχνολογία, δημιουργώντας, έτσι, μια σκιά γύρω από έναν κλάδο ο οποίος έχει συγκεντρώσει τα κεφάλαια των επενδυτών", επισημαίνει ο Tom di Galoma, επικεφαλής της Seaport Global Holdings. "H βουτιά του τεχνολογικού κλάδου είναι πολύ σημαντικό σήμα για την αγορά. Δεν αποτελεί απλώς ένα story αποστροφής από τον κλάδο και αλλαγής στρατηγικής. Αποτελεί ένα σήμα για "πώληση του συνόλου της αγοράς”", σημειώνει από την πλευρά του ο Michael Purves, επικεφαλής επενδυτικής στρατηγικής της Weeden & Co.

Αλλάζει ο άνεμος στις αγορές

Οι εντάσεις στο εμπόριο και η ευρεία διόρθωση των μετοχών του κλάδου της τεχνολογίας φοβίζουν τα διεθνή funds, τα οποία τον Απρίλιο εμφανίζονται με μειωμένη την έκθεσή τους στις παγκόσμιες μετοχές, σε χαμηλό τεσσάρων μηνών, μειώνοντας παράλληλα τις θέσεις τους στις μετοχές των ΗΠΑ στα χαμηλότερα επίπεδα σχεδόν δύο ετών.

Μετά την κίνηση των ΗΠΑ να επιβάλουν δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου και σε κινεζικά αγαθά, οι επενδυτές ανησυχούν ότι τα αντίποινα από την Κίνα και η επιδείνωση του παγκόσμιου εμπορίου θα μπορούσαν να χτυπήσουν την παγκόσμια οικονομία, προκαλώντας μια απότομη κίνηση risk-off στις αγορές, σύμφωνα με το poll του Reuters στο περιβάλλον 53 funds και επικεφαλής επενδύσεων σε Ευρώπη, ΗΠΑ, Βρετανία και Ιαπωνία.

Όπως σημειώνει ο Peter Lowman, επικεφαλής επενδύσεων στην Investment Quorum, οι αγορές ζουν μέρες έντονης δοκιμασίας, ενώ η πιθανότητα ενός εμπορικού πολέμου αποτελεί σοβαρή απειλή για την οικονομία των ΗΠΑ και τους καταναλωτές.

Οι οικονομολόγοι της ING δίνουν διάφορα σενάρια για τις προοπτικές των εμπορικών εντάσεων, από μια μοναχική επίθεση του Tραμπ, σε μια μάχη tit-for-tat με κλιμάκωση από τις ΗΠΑ –όπως, για παράδειγμα, η συμπερίληψη των δασμών στα αυτοκίνητα της Ε.Ε.–, έως και έναν πλήρη εμπορικό πόλεμο. Το τελευταίο αυτό σενάριο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της ING, θα έβλαπτε όλες τις οικονομίες, με τις Ηνωμένες Πολιτείες να αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πλήγμα, ύψους περίπου 2% του ΑΕΠ σε διάστημα δύο ετών, ενώ οι Αμερικανοί εξαγωγείς θα αντιμετωπίσουν υψηλούς δασμούς σε όλα τα σύνορα.

Σύμφωνα με τον Harm Bandholz, επικεφαλής οικονομολόγο της UniCredit, η εμπορική σύγκρουση θα είναι ο κύριος οδηγός της ψυχολογίας της αγοράς για τις επόμενες εβδομάδες. Αν τα πράγματα δεν επιδεινωθούν από τα επίπεδα της διαμάχης που υπάρχει έως και σήμερα, τότε δεν θα αλλάξει κάτι στο μακροοικονομικό σκηνικό. Ο κίνδυνος είναι, όπως επισημαίνει, ότι, από τη στιγμή που η διαμάχη ξεκίνησε, δύσκολα μπορεί να σταματήσει και αυτό είναι που ανησυχεί τις αγορές. "Οι επενδυτές ανησυχούν για τον κίνδυνο "ατυχήματος'' Είναι σαφές ότι, αν τα πράγματα τόσο από την πλευρά των ΗΠΑ όσο και από την πλευρά των άλλων χωρών γίνουν πιο επιθετικά, τόσο οι πιθανότητες για λάθη ή κάτι καταστροφικό θα αυξηθούν", τονίζει.

Η συγχρονισμένη παγκόσμια ανάπτυξη και τα ισχυρά εταιρικά κέρδη ενδέχεται να αντιμετωπίσουν όλο και πιο έντονα εμπόδια από τις αυξήσεις των επιτοκίων της Fed, την άνοδο του πληθωρισμού και τις απειλές του θέτει η αύξηση του προστατευτισμού, σημειώνει η Russell Investments, τονίζοντας ότι "αλλάζει ο άνεμος στις αγορές".

Όπως επισημαίνει, το 2018 φαίνεται ήδη πολύ διαφορετικό από το 2017: περισσότερα δημοσιονομικά μέτρα τόνωσης που θα προστεθούν στην ήδη ισχυρή δυναμική της παγκόσμιας ανάπτυξης, πιέσεις στον πληθωρισμό, πιο επιθετικές κεντρικές τράπεζες, επιβεβαιώνεται ο φόβος του προστατευτισμού και εκτόξευση της μεταβλητότητας.

Όλα τα παραπάνω δημιουργούν ένα περίπλοκο σκηνικό για τις αγορές, οι οποίες, σύμφωνα με τη Russell Investments, θα βρεθούν αντιμέτωπες με νέους "πονοκεφάλους", καθώς η Fed θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια και οι επενδυτές θα αρχίσουν να ανησυχούν για ύφεση στις ΗΠΑ στα τέλη του 2019 ή στις αρχές του 2020.

Τα stress tests θα συνεχίσουν να διατηρούν την αβεβαιότητα στο Χ.Α.

Σε αυτό το "σεισμικό" διεθνές κλίμα, το Ελληνικό Χρηματιστήριο, αν και προσπάθησε την εβδομάδα που πέρασε να δείξει αντιστάσεις με τη βοήθεια των τραπεζών, μετά τις έντονες πιέσεις του τελευταίου διαστήματος, βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλούς (εγχώριους) σκοπέλους, τους οποίους σίγουρα δεν βοηθά το παγκόσμιο risk-off κλίμα.

Τα stress tests θα συνεχίσουν να διατηρούν την αβεβαιότητα και την επιφυλακτικότητα στον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος και αποτελεί το "κλειδί" της αγοράς και σε κάθε ανοδική κίνηση τελικά... σκοντάφτει. Επίσης, η ρητορική έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις αποτελεί έναν σημαντικό αρνητικό καταλύτη τις τελευταίες ημέρες, που συμβάλλει στην περαιτέρω επιβάρυνση της επενδυτικής ψυχολογίας. Την ίδια στιγμή, η πολύ κρίσιμη δ' αξιολόγηση, η συμφωνία για το ελληνικό χρέος αλλά και για την "επόμενη ημέρα" της Ελλάδας μετά το Μνημόνιο, τα "καυτά" δηλαδή μέτωπα για την ελληνική οικονομία, παραμένουν ανοιχτά.

Αν και τα μέχρι τώρα αποτελέσματα των εταιρειών είναι ικανοποιητικά και σε επίπεδο πωλήσεων και σε επίπεδο λειτουργικής κερδοφορίας, το Ελληνικό Χρηματιστήριο συνεχίζει να είναι αντιμέτωπο με αβεβαιότητες, ενώ η μοίρα του εξαρτάται –όπως πάντα– από το διεθνές κλίμα, όπως σημειώνουν παράγοντες της αγοράς. Το θετικό επενδυτικό κλίμα των προηγούμενων μηνών έχει αλλάξει και τη θέση του έχουν πάρει ο προβληματισμός και η προσοχή, αναμένοντας τις εξελίξεις πολλών ανοιχτών σημαντικών θεμάτων στην ελληνική πολιτική και οικονομική σκηνή, ενώ δεν βοηθά και η αντίστοιχη ανησυχία και νευρικότητα που κυριαρχεί πλέον στις διεθνείς αγορές.

Το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό, οι εντάσεις στα ελληνοτουρκικά, η διαδικασία της τέταρτης αξιολόγησης και τα stress tests δημιουργούν κλίμα επιφυλακτικότητας, με συνέπεια τις πωλήσεις από αρκετά ξένα funds μετοχών blue chips και εκτός του τραπεζικού κλάδου. Με την αδυναμία των εγχώριων κυρίως παικτών να απορροφήσουν αποτελεσματικά την προσφορά, η ζυγαριά γέρνει προς μια περίοδο αρκετής μεταβλητότητας της αγοράς, με τον μεγάλο κίνδυνο να είναι η διαμόρφωση των προϋποθέσεων για "εδραίωση" του Γενικού Δείκτη κάτω από τις 800 μονάδες.

Αν και οι αναφορές την περασμένη εβδομάδα ότι η συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους έχει ξεκινήσει προσέφεραν κάποιες ανάσες στο Χ.Α. και βοήθησαν στη συντήρηση κάποιων δυνάμεων, η αγορά χρειάζεται χειροπιαστά στοιχεία για να κινηθεί βιώσιμα υψηλότερα και αυτό ακόμη αργεί, αφού πρέπει να περιμένουμε τουλάχιστον τα νέα από τα stress tests των ελληνικών τραπεζών, που θα επιβεβαιώσουν ή θα εκμηδενίζουν τις ανησυχίες γύρω από την κεφαλαιακή τους επάρκεια, η οποία και αποτελεί σημαντικό παράγοντα στην "επόμενη μέρα" της Ελλάδας μετά την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος.

Όπως σημειώνει ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance, ο τραπεζικός κλάδος είναι αυτός που θα καθορίσει το επόμενο διάστημα την κίνηση της αγοράς. Είναι και ο μόνος κλάδος που δεν έχει καταφέρει να κινηθεί μεσοπρόθεσμα ανοδικά, σε σχέση με την υπόλοιπη αγορά, αφού κάθε ανοδική κίνηση σκοντάφτει λίγο κάτω από τα επίπεδα της τελευταίας μεγάλης ανακεφαλαιοποίησης. Οι τράπεζες είναι δεδομένο πως θα χρειαστούν νέα κεφάλαια, όπως αναφέρει, χωρίς να μπορούμε ακόμη να μιλήσουμε για το ύψος τους, με το "στοίχημα" να είναι αν θα γίνουν σε υψηλότερα επίπεδα και σε δεύτερο χρόνο ή σε χαμηλότερα επίπεδα από τα τελευταία. Ο Μάιος είναι ο καθοριστικός μήνας που θα το κρίνει, μιας και, αν ξεπεραστεί, το πιο πιθανό είναι να έχουμε μια καλή ανοδική κίνηση, τονίζει.

Παράλληλα, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, εξαιρετικά κρίσιμη για το επενδυτικό κλίμα είναι και η πορεία των ιδιωτικοποιήσεων, οι οποίες είχαν κατεβάσει ταχύτητα, και το διάστημα μέχρι τον Ιούνιο θα κρίνει αν η χώρα θα επιτύχει τον στόχο για την άντληση 2 δισ. ευρώ. Μετά το deal για τα ΕΛΠΕ, τα βλέμματα των επενδυτών θα στραφούν στην προκήρυξη διαγωνισμών για την πώληση του 30% του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, στην παραχώρηση της έκτασης στο Ελληνικό στη Lamda και στους διαγωνισμούς για το 17% της ΔΕΗ και για μειοψηφικά ποσοστά σε ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ.

*Αναδημοσίευση από το "Κεφάλαιο" που κυκλοφορεί.

 Ελευθερία Κούρταλη


8/4/2018




     ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ        

 Ο πραγματικός κίνδυνος του εμπορικού πολέμου.

Με τον δεύτερο γύρο δασμών ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Πεκίνο, οι αγορές υποχώρησαν για μία ακόμη φορά. Και το ερώτημά μου είναι γιατί τόση πτώση. Θα μπορούσε κανείς να απαντήσει πως ο Τραμπ και ο Ναβάρο αποδεικνύουν πως είναι πράγματι τόσο ανεύθυνοι όσο φαίνονται και οι αγορές το παρατηρούν. Ομως, οι εκτιμήσεις για το κόστος ενός εμπορικού πολέμου δεν μιλούν για μείωση του ΑΕΠ κατά 10% ούτε καν για μείωση κατά 5%. Το κόστος του προστατευτισμού δεν είναι μεν ευτελές αλλά δεν είναι ούτε καταστρεπτικό. Υπάρχει, πάντως, κάποιος λόγος που οι αγορές υποχώρησαν αρκετά. Ενας εμπορικός πόλεμος που θα οδηγούσε την αμερικανική οικονομία εκτός παγκοσμιοποίησης, θα υπαγόρευε μια ανακατανομή των πόρων και των κεφαλαίων. Ενας εμπορικός πόλεμος θα αφαιρούσε την αξία πολλών περιουσιακών στοιχείων και θα τα αχρήστευε πλήρως.

Οι δασμοί δεν είναι ο παράγοντας που μπορεί να προκαλέσει κάτι σαν μεγάλη ύφεση. Το πρόβλημα με τον προστατευτισμό είναι πως σε αναγκάζει να διακόψεις πράγματα που κάνεις καλά και να στραφείς σε πράγματα που δεν κάνεις καλά. Οι Αμερικανοί εργαζόμενοι μπορούν ασφαλώς να ράψουν πιτζάμες αντί να τις εισάγουν από το Μπανγκλαντές. Η παραγωγικότητά μας, όμως, είναι πολύ μεγαλύτερη σε άλλα πράγματα. Γι’ αυτό είναι προς όφελος όλων των χωρών να επικεντρώνονται σε αυτό που κάνουν καλύτερα. Ενας εμπορικός πόλεμος αυξάνει τεχνητά το κόστος και ακυρώνει την παραγωγική εξειδίκευση, αναγκάζοντας τους πάντες να είναι λιγότερο αποτελεσματικοί. Από το 1990 και μετά, οι αμερικανικές επιχειρήσεις έχουν βασιστεί στην παγκοσμιοποίηση. Ο υπολογιστής μου σχεδιάστηκε στην Καλιφόρνια, συναρμολογήθηκε στην Κίνα και πολλά από τα εξαρτήματά του ήρθαν από τη Νότια Κορέα ή την Ιαπωνία. Η Apple θα μπορούσε να τον έχει κατασκευάσει εξ ολοκλήρου στη Βόρεια Αμερική και πιθανώς να το έκανε για να αποφύγει δασμούς 30%.

Τα εργοστάσια, όμως, που θα χρειάζονταν για την παραγωγή του στις ΗΠΑ δεν υπάρχουν (ακόμη). Εκείνα που υπάρχουν έγιναν για να εξυπηρετήσουν την παραγωγή με όρους παγκοσμιοποίησης και πολλά από αυτά θα έμεναν στο περιθώριο και χωρίς καμία αξία αν οι δασμοί έσπαγαν την αλυσίδα της παραγωγής. Εν ολίγοις, θα αχρηστεύονταν. Και βέβαια ένας εμπορικός πόλεμος δεν θα αχρηστεύσει μόνον τα εργοστάσια. Πολλοί άνθρωποι θα μείνουν χωρίς αντικείμενο. Το θέμα δεν είναι ότι η ραγδαία ανάπτυξη έκανε την Αμερική φτωχότερη αλλά ότι οι ραγδαίες μεταβολές στη γεωγραφική κατανομή της παραγωγής άφησαν εκτός εργασίας μεγάλο αριθμό εργαζομένων, προκαλώντας δυστυχία και πλήττοντας ολόκληρες κοινότητες. Ειρωνεία της τύχης είναι πως αν προσπαθούσαμε να αλλάξουμε την κατάσταση με ένα πλήγμα κατά της Κίνας, το αποτέλεσμα θα ήταν και πάλι το ίδιο.

PAUL KRUGMAN/THE NEW YORK TIMES

http://www.kathimerini.gr/957985/article/oikonomia/die8nhs-oikonomia/o-pragmatikos-kindynos-toy-emporikoy-polemoy


8/4/2018