Πρόωρες εκλογές: το νέο τέχνασμα του Ερντογάν.


 Μπορεί ο Ερντογάν να είναι χαρισματικός ηγέτης. Μπορεί το κόμμα του να έχει βαθιές ρίζες στο τουρκικό εκλογικό σώμα. Όμως τίποτε δεν ανταμείβει πολιτικά όσο η διαρκής αλλαγή των κανόνων του παιχνιδιού.

Στη γείτονα, οι κανόνες πράγματι αναμένεται να αλλάξουν για άλλη μία φορά. Μετά την μετατροπή του πολιτεύματος σε προεδρικό και την τροποποίηση του εκλογικού νόμου, ώστε να επιτρέπει τη σύναψη συμμαχιών, τώρα προετοιμάζεται η επίσπευση των επόμενων εκλογών, που είναι προγραμματισμένες για τις 3 Νοεμβρίου 2019. Τον "λαγό" ανέλαβε και σε αυτή την περίπτωση να βγάλει ο ηγέτης του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (MHP) Ντεβλέτ Μπαχτσελί.

Ο Μπαχτσελί το έχει διαπράξει και στο παρελθόν: λ.χ. ήταν αυτός που προκάλεσε τις πρόωρες εκλογές του 2002, οι οποίες έφεραν για πρώτη φορά στα πράγματα τους ισλαμιστές του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKΡ). Και είναι αυτός που μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2015, οπότε δεν αναδείχθηκε αυτοδύναμη πλειοψηφία, κράτησε άκαμπτη διαπραγματευτική στάση, με αποτέλεσμα η χώρα να επιστρέψει στις κάλπες – και στη μονοκομματική διακυβέρνηση του ΑΚΡ.

Από την επαύριο του αποτυχημένου πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016 το ΜΗΡ κινείται ως ακραιφνώς συμπολιτευόμενη δύναμη: στήριξε την αναθεώρηση του συντάγματος (αν και η επικράτηση του "Ναι” στο δημοψήφισμα του Απριλίου 2017 υπήρξε, ακόμη και έτσι, οριακή) και αργότερα έκανε γνωστό ότι στις επόμενες προεδρικές εκλογές δεν πρόκειται να υποστηρίξει δικό του υποψήφιο, αλλά θα συνταχθεί πίσω από τον Ερντογάν.

Όλα αυτά, βέβαια, άφησαν τραύματα στο κόμμα του Μπαχτσελί, το οποίο διασπάστηκε, με τους διαφωνούντες να ιδρύουν το "Καλό Κόμμα” (Iyi partisi) υπό την άλλοτε υπουργό Εσωτερικών Μεράλ Ακσενέρ. Ωστόσο, το ΑΚΡ έσπευσε προς διάσωση του ΜΗΡ: με αλλαγή του εκλογικού νόμου κατέστη δυνατή η συνεργασία διαφορετικών κομμάτων στην κάλπη, χωρίς να τροποποιηθεί το εξωφρενικό όριο εκλογικής εκπροσώπησης του 10% που αποβλέπει στην παρεμπόδιση της αυτοτελούς εκπροσώπησης του κουρδικού στοιχείου. Με αυτό τον τρόπο, ΑΚΡ και MHP συγκρότησαν τη "Λαϊκή Συμμαχία”, ενώ και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, κοινοβουλευτικά και εξωκοινοβουλευτικά, εξετάζουν αντίστοιχες συμπράξεις.

Τώρα, ο Μπαχτσελί ζητά, όπως ανέφερε στην τελευταία συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματός του, την πραγματοποίηση των πρώτων βουλευτικών και ταυτόχρονα προεδρικών εκλογών με το νέο Σύνταγμα στις 26 Αυγούστου 2018, αντί της 3ης Νοεμβρίου 2019.

Οι κυβερνώντες, που μέχρι τώρα επέμεναν ότι οι εκλογές θα διεξαχθούν στην ώρα τους αντέδρασαν σαν αιφνιδιασμένοι. Ο υπουργός Δικαιοσύνης Αμπντελχαμίτ Γκιούλ, αρχιτέκτονας της εκλογικής συμμαχίας ΑΚΡ-ΜΗΡ, έσπευσε την Τρίτη να συναντηθεί με τον Μπαχτσελί, ενώ τον ηγέτη των εθνικιστών θα δεχθεί σήμερα Τετάρτη ο ίδιος ο Ερντογάν.

Η χώρα δεν αντέχει να περιμένει για ενάμιση χρόνο, δηλώνει ο Μπαχτσελί. Κατά νου έχει πολλά (όχι πάντοτε ομολογημένα) επιχειρήματα υπέρ της διεξαγωγής πρόωρων εκλογών. Τα κυριότερα αφορούν την κατάσταση της οικονομίας, καθώς η ασταμάτητη υποχώρηση της λίρας, η άνοδος του πληθωρισμού και το άνοιγμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών υπονομεύουν το κυριότερο "μυστικό” της μέχρι τώρα δημοφιλίας των κυβερνώντων και φέρνουν πιο κοντά το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων.

Από εκεί και πέρα, ο Μπαχτσελί δεν μπορεί παρά να συνυπολογίζει ότι η αστάθεια στην ευρύτερη περιοχή μπορεί να επιβαρύνει την Τουρκία με νέα προσφυγικά κύματα, ενώ με τη λήξη της επιχείρησης στο Αφρίν θα κοπάσει ο μιλιταριστικός οίστρος της κοινής γνώμης, ο οποίος αποτελούσε αέρα στα πανιά της συμμαχίας ΑΚΡ-ΜΗΡ. Επιπλέον, η επίσπευση των εκλογών θα απαλλάξει τους κυβερνώντες από τη δοκιμασία να πρέπει πρώτα να διεξαγάγουν τις προγραμματισμένες για τον Μάρτιο δημοτικές εκλογές, όπου αναμένεται να χάσουν τον έλεγχο μεγάλων αστικών κέντρων, όπως η Κωνσταντινούπολη, η Άγκυρα, η Μερσίνα κτλ. - τάση που είχε διαφανεί ήδη από το δημοψήφισμα και οδήγησε στην εκκαθάριση από τον Ερντογάν σειράς δημάρχων του ΑΚΡ.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, πάλι, δηλώνουν, όπως είναι υποχρεωμένα, ότι δεν βλέπουν την ώρα να αναμετρηθούν στην κάλπη με το καθεστώς του ΑΚΡ, το οποίο υποστηρίζουν ότι κλυδωνίζεται. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ανέτοιμα – στην περίπτωση του '”Καλού Κόμματος” ακόμη και με τυπικούς όρους, εφόσον δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές έχουν οι πολιτικοί σχηματισμοί που έχουν πραγματοποιήσει τουλάχιστον έξι μήνες νωρίτερα το συνέδριό τους.

Οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις καταγγέλλουν το γεγονός ότι γίνεται λόγος για πρόωρες εκλογές, ενώ παρατείνεται διαρκώς, όπως πρόκειται να συμβεί και αύριο Πέμπτη, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε την επαύριο του αποτυχημένου πραξικοπήματος.

Ωστόσο, το μεγαλύτερο πρόβλημά τους έγκειται στο ότι τους είναι πολιτικά αδύνατο να συνεργασθούν (οι ψηφοφόροι του ΑΚΡ θα ήταν αδύνατο να συνυπάρξουν λ.χ. με αυτούς της Ακσενέρ) και κυρίως να βρουν, δεδομένης της προσωποπαγούς φύσης της αναμέτρησης στις προεδρικές εκλογές, έναν υποψήφιο ικανό να σταθεί απέναντι στον Ερντογάν. Αποτελεί κοινή πεποίθηση ότι αυτό τον ρόλο θα μπορούσε να αναλάβει μόνο ο πρώην πρόεδρος Αμπντουλάχ Γκιούλ, τον οποίο επιδιώκει να προτείνει το μικρό ισλαμιστικό κόμμα Σααντέτ, χωρίς να είναι διόλου βέβαιο ότι ο ίδιος θα υπερνικήσει τους δισταγμούς του.

Στην πραγματικότητα, το σχέδιο των κυβερνώντων είναι να υποχρεωθούν τα άλλα κόμματα να κατέβουν στη μάχη των προεδρικών με τους αρχηγούς τους, ώστε ο Ερντογάν να νικήσει από τον πρώτο γύρο. Απέναντι σε αυτό, βέβαια, παραμονεύουν οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις (π.χ. της Metropoll) που εμφανίζουν τη "Λαϊκή Συμμαχία” περί το 50% και άλλες που εμφανίζουν το φιλοκουρδικό κόμμα HDP να πλησιάζει και πάλι το 10%, παρά τη φυλάκιση του μισού ηγετικού δυναμικού του.

Του Κώστα Ράπτη


18/4/2018


              ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ             




Αμεση Ανάλυση: 
Ο Ερντογάν με αντίπαλο τον εαυτό του.

Στις προσεχείς προεδρικές εκλογές της Τουρκίας ο νικητής θα είναι ο απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού συστήματος ενώ ο ηττημένος χάνει τα πάντα. Έχοντας αυτό κατά νου ο Ερντογάν επέλεξε να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές τον Ιούνιο του 2018 προτιμώντας να διαμορφώσει εκείνος τις εξελίξεις παρά να τρέχει πίσω από αυτές προσπαθώντας να προσαρμοσθεί. Η επιλογή είναι απολύτως ορθολογική για τους ακόλουθους λόγους:

Οικονομία της χώρας: ο βασικός παράγοντας επιτυχίας του Ερντογάν όλα αυτά τα χρόνια είναι η θαυμαστή ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας. Από το 2002 που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας του, η οικονομία εκτινάχθηκε κατά 74%. Η συνεχής οικονομική ανάπτυξη (που μερικές χρονιές έφτανε επίπεδα Κίνας) επέτρεψε στους ψηφοφόρους να παραβλέπουν αρχικώς τη διαφθορά του καθεστώτος και στη συνέχεια τον απολυταρχικό μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος. Τα σημάδια, όμως, των τελευταίων μηνών δείχνουν ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά. Η τουρκική λίρα κατρακυλά έναντι των ξένων νομισμάτων, ο πληθωρισμός ανεβαίνει ενώ η ανάπτυξη βασίζεται πλέον κυρίως στην κατανάλωση. Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν φοβάται σοβαρή επιδείνωση των οικονομικών δεικτών προς το φθινόπωρο του 2018.

Εθνικιστικός οίστρος λόγω του Αφρίν: Η σχετικά γρήγορη κατάληψη της συριακής πόλεως Αφρίν από τον τουρκικό στρατό, έχει δημιουργήσει εθνικιστικό οίστρο στην Τουρκία. Δύσκολα όμως, η Τουρκία θα μπορέσει να συνεχίσει τις επιθετικές κινήσεις έναντι των Κούρδων διότι κινδυνεύει να έλθει σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ. Την ίδια περίοδο Δύση και Ρωσία πιέζουν την Άγκυρα να επιλέξει στρατόπεδο. Ο Ερντογάν επιθυμεί να εκμεταλλευθεί τα συναισθήματα του κόσμου ενόσω είναι ακόμη νωπές οι μνήμες των επιτυχιών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων διότι οι επόμενοι μήνες στο Συριακό προβλέπονται δύσκολοι.

Κατάσταση εκτάκτου ανάγκης: Από το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και ο Ερντογάν συγκεντρώνει στα χέρια του υπερεξουσίες. Την ημέρα που ανακοινώθηκαν οι εκλογές έγινε και η έβδομη κατά σειράν παράταση της καταστάσεως εκτάκτου ανάγκης για ακόμη τρεις μήνες. Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία θα πάει σε εκλογές ενώ θα συνεχίζει να βρίσκεται σε αυτό το καθεστώς. Εάν οι εκλογές γίνονταν, όπως ήταν προγραμματισμένο, το φθινόπωρο του 2019, ο Ερντογάν θα έπρεπε να παρατείνει έξι ακόμη φορές το καθεστώς εκτάκτου ανάγκης. Κάτι τέτοιο θα συγκέντρωνε έντονη κριτική από την αντιπολίτευση.

Κοινές πολιτικές και προεδρικές εκλογές πριν τις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου 2019: Στις 24 Ιουνίου 2018 θα γίνουν παράλληλα προεδρικές και βουλευτικές εκλογές. Ο Ερντογάν θέλει να κινητοποιήσει υπέρ του όλο τον μηχανισμό του κυβερνώντος ΑΚΠ, αφού όλοι οι υποψήφιοι βουλευτές θα βγουν υποχρεωτικώς στις πόλεις και στα χωριά.

Επίσης αποφεύγει τον σκόπελο των δημοτικών εκλογών που είναι προγραμματισμένες για την άνοιξη του 2019. Υπενθυμίζεται ότι οι Ισλαμιστές ξεκίνησαν την ανοδική πορεία τους προς την εξουσία όταν στις δημοτικές εκλογές του 1994 εξελέγησαν δικοί τους δήμαρχοι σε μία σειρά από μεγάλες πόλεις της Τουρκίας. Μεταξύ αυτών ήταν και η Κωνσταντινούπολη όπου εξελέγη δήμαρχος ο ίδιος ο Ερντογάν. Εάν επαναληφθούν τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος του Απριλίου 2017, οι Ισλαμιστές θα χάσουν όλες τις μεγάλες πόλεις περιλαμβανομένης και της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Ερντογάν δεν επιθυμεί να συρθεί σε προεδρικές εκλογές μετά από ένα τέτοιο ταπεινωτικό αποτέλεσμα.

Αποδιοργανωμένη αντιπολίτευση και η υποψηφιότητα της Ακσενέρ: Εδώ και μερικούς μήνες ο Ερντογάν έχει αρχίσει την προεκλογική του εκστρατεία. Μιλάει σε τρεις τουλάχιστον ανοιχτές προεκλογικές συγκεντρώσεις ανά εβδομάδα. Την ίδια περίοδο τα κόμματα της αντιπολιτεύσεως είναι αποδιοργανωμένα. Οι Κεμαλικοί δεν έχουν ακόμη αποφασίσει ποιον θα υποστηρίξουν ως υποψήφιό τους στις εκλογές. Η μισή ηγεσία του φιλοκουρδικού κόμματος HDP είναι στη φυλακή, περιλαμβανομένου και του χαρισματικού ηγέτη του, Ντεμιρτάς. Μοναδική υποψηφιότητα που δείχνει να προβάλλει ως το αντίπαλο δέος είναι η πρώην βουλευτίς των Γκρίζων Λύκων Μερά Ακσενέρ.

Συγκεντρώνει ψήφους από εθνικιστές, κεμαλικούς και ήπιους ισλαμιστές. Είναι όμως αμφίβολο εάν θα μπορέσει να είναι υποψήφια. Ο τουρκικός εκλογικός νόμος ορίζει ότι ένα κόμμα επιτρέπεται να καταθέσει υποψηφιότητα για τις εκλογές έξι μήνες μετά το τέλος του ιδρυτικού του συνεδρίου. Η Άκσενέρ ολοκλήρωσε το ιδρυτικό συνέδριο του νέου της κόμματος (υπό την ονομασία “Καλό Κόμμα”) τον Φεβρουάριο. Επομένως μέχρι τα τέλη Αυγούστου είναι εκτός προεδρικής υποψηφιότητας. Αυτό, όμως είναι στην τελική κρίση της Κεντρικής Εφορευτικής Επιτροπής. Εναλλακτικώς, μπορεί κάποιος να κατέλθει υποψήφιος εάν συγκεντρώσει 100.000 υπογραφές. Υπό τις παρούσες συνθήκες ο Ερντογάν μπαίνει στον αγώνα περίπου μόνος του. Το μόνο του πρόβλημα είναι εάν δεν εξασφαλίσει το 50% συν μία ψήφο από τον πρώτο γύρο και υποχρεωθεί να πάει σε δεύτερο γύρο. Εκεί υπάρχει η πιθανότητα (μάλλον ισχνή) ο όποιος αντίπαλος του να κερδίσει συγκεντρώνοντας τις αντι-ερντογανικές ψήφους.

Οι πρόωρες εκλογές δεν αποτελούν μακροπρόθεσμα κακή είδηση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις που βρίσκονται στο κόκκινο από τον Ιανουάριο. Για τον Ερντογάν τα δύο ορόσημα είναι η επανεκλογή του και το 2023 που συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας. Μετά τις προεδρικές εκλογές για τις οποίες εμφανίζεται ως ο πλέον πιθανός νικητής, εικάζεται ότι μπορεί να κατεβάσει τους εθνικιστικούς τόνους. Υποτίθεται ότι ένας από τους λόγους που εμφανίζει επιθετικές διαθέσεις είναι για να μην αφήσει χώρο στην αντιπολίτευση να τον κατηγορήσει για ενδοτισμό. Απομένει να δούμε εάν θα ισχύσει και στην πράξη αυτή η πρόβλεψη. Το κακό είναι ότι για τους επόμενους δύο μήνες η κατάσταση θα είναι ακόμη πιο επικίνδυνη.

  Αγγελος Συρίγος ,
Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής 
στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. 

http://www.kathimerini.gr/959757/article/epikairothta/kosmos/amesh-analysh-o-erntogan-me-antipalo-ton-eayto-toy


19/4/2018