Η Ναύαρχος καρτερεί.


Η απονομή του βαθμού του υποναυάρχου επί τιμή στη Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα από τον υπουργό Άμυνας δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Μετά τις επαφές του με εκπροσώπους της trash ελληνικής δεξιάς, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει το… μεταμνημονιακό βουλευτικό μέλλον του, ο υπουργός επενδύει και στις επαφές του με τους ήρωες του ’21! Με τους οποίους ο ίδιος και οι νεοέλληνες συνάδερφοί δεν έχουν καμιά σχέση.

Την πιο πετυχημένη τοποθέτηση για τη διάκριση στη Μπουμπουλίνα την έκανε ένας μοναχός στις Σπέτσες: «Αυτοί παίρνουν τιμή όταν ασχολούνται με την καπετάνισσα. Όχι εκείνη», είπε. Και τα είπε όλα.

Επειδή η Λασκαρίνα δεν είχε και δεν έχει καμιά ανάγκη, ούτε αναβαθμίζεται, ούτε δικαιώνεται με την… προαγωγή της σε υποναύαρχο. Ήταν ήδη στην εποχή της ναύαρχος. Και μάλιστα ενός στόλου που δεν ναυπηγήθηκε με κόστος πολλαπλάσιο του κατασκευαστικού για να εξυπηρετηθούν συμφέροντα μεσαζόντων, πολιτικών προϊσταμένων και αδηφάγων συνδικαλιστών.

Τα πληρώματά της πολέμησαν και ξοδεύτηκαν για την πατρίδα, ταγμένα σε έναν απελευθερωτικό αγώνα, χωρίς να λογαριάζουν το κόστος της ζωής τους «σαν το υψηλότερο αγαθό», όπως έχει επικρατήσει εδώ και χρόνια στην αντικοινωνική και προσωπολατρική Ελλάδα και όχι μόνο.

Η ίδια, χάνοντας το γιό της από τους Τούρκους δεν καταράστηκε καμιά μοίρα, παρά παρηγορήθηκε με το λακωνικό «…αλλά, πήραμε τη Μονεμβασιά».

Σε αντίθεση με τη νοοτροπία και την πρακτική της πλειονότητας των συνάδερφων του κ Καμμένου εδώ και πάμπολλα χρόνια, αλλά κυρίως τις τελευταίες δεκαετίες και σήμερα, ξόδεψε τη μυθώδη περιουσία της (πάνω από μισό εκατομμύριο χρυσά τάληρα) για να φτιάξει στόλο, να πληρώνει τους άνδρες και να ενισχύει τον Κολοκοτρώνη και όσους οπλαρχηγούς είχαν ανάγκες σε πυρομαχικά και όπλα.

Δεν χρέωνε το Λογιστήριο του Κράτους με 50 και 100 ευρώ για να πάρει πίσω τα οδοιπορικά και τα διόδια που πλήρωσε για να πάει σε δουλειά των Ελλήνων πολιτών σαν κάτι δήθεν επαναστάτες υπουργούς φραγκοφονιάδες. Και δεν χρέωνε στους Έλληνες τα νοίκια και τα έξοδα της ζωής της, σαν κάτι σημερινούς ιδεολόγους του σαλονιού με εκατομμύρια στις τράπεζες.

Η Μπουμπουλίνα, όπως και η Μαντώ Μαυρογένους, αλλά και σχεδόν όλοι οι οπλαρχηγοί του ’21 υποστήκαν και υφίστανται τη λάσπη από δεκάδες καθηγητάδες και αδιανόητους διανοούμενους που παριστάνουν τους ριζοσπάστες επαναστάτες και τους εκσυγχρονιστές μέσα και έξω από τα ελληνικά πανεπιστήμια, από τον Εμφύλιο και δώθε κυρίως.

 Τόνοι λάσπης με κακότητα μέχρι ψυχασθένειας έχουν πέσει για την προσωπική και την οικονομική δραστηριότητα της Λασκαρίνας, από ανθρώπους που στη ζωή τους δεν έχουν προσφέρει στην πατρίδα τίποτε άλλο πέρα από τα συμπλέγματά τους και το δηλητήριο της μικρότητάς τους μπροστά σε γίγαντες. Στηριγμένοι περισσότερο σε εικοτολογίες, αυθαίρετα συμπεράσματα, ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, γιγάντωση ανθρώπινων αδυναμιών. Αλλά κυρίως στην επιθυμία τους όλα αυτά να είναι ικανά να μειώσουν σύμβολα αυτοθυσίας.
Η Λασκαρίνα, σε αντίθεση με το εδώ και χρόνια πολιτικό και αγωνιστικό προσωπικό της χώρας, ήταν η επιτομή αυτής  της πράξης και νοοτροπίας. Της αυτοθυσίας.

Κανένας από τους σημερινούς πολιτικούς και επιχειρηματίες δεν έχει τα κότσια και την ψυχή να θυσιάσει την περιουσία του για την πατρίδα. Για το κοινό των Ελλήνων δηλαδή. Αντίθετα, ροκανίζουν την περιουσία του ελληνικού λαού, θυσιάζοντάς την για το δικό τους κέρδος.

Ίσως είναι αυτός ο σοβαρότερος λόγος που η προχτεσινή απονομή βαθμού υποναυάρχου  στην Υδραία και Σπετζιώτισα, αλλά πρώτα από όλα Ελληνίδα, νοιώστηκε σαν ύβρις από την πλειονότητα των Ελλήνων. Πήγαν να φτάσουν τα κοντά και λερωμένα χέρια να βάλουν τα παράσημα στο ύψος της. Και φάνηκε το μήκος τους.

Αν ήθελε η πολιτική και στρατιωτική εξουσία να τιμήσει τη Μπουμπουλίνα και όλους τους άλλους Αγωνιστές, ένα είναι το παράσημο: Μια πατρίδα ισχυρή, αξιοσέβαστη, σοβαρή, μονοιασμένη, όπου καθένας θα αγωνίζεται για όλους και όλοι για τον καθένα. Με γνώμονα το εμείς και όχι το εγώ. Γι αυτά αγωνίστηκαν εκείνοι.  Αυτά τους χρωστάει η πατρίδα. Κι αυτά μένουν μέχρι και σήμερα ανεκπλήρωτα.

Γ. Παπαδόπουλος- Τετράδης


30/4/18