Οι γεωστρατηγικές συνέπειες της εκλογικής νίκης Ερντογάν.


 Οι γεωστρατηγικές συνέπειες της εκλογικής νίκης Ερντογάν. 

Η επανεκλογή του Ερντογάν είναι μια μεγάλη νίκη που τον καθιστά πολιτικά κυρίαρχο, ενθαρρύνει το νέο-ισλαμικό προσανατολισμό του και αυξάνει τα ερείσματα των νέο-οθωμανικών του σχεδίων και οραμάτων. Το μεγάλο ερώτημα είναι το πώς επηρεάζονται πλέον τα στρατηγικά σχέδια του Ερντογάν και το ποιες θα είναι οι συνέπειες για την Τουρκία και την περιφέρεια στην οποία ανήκει.

Λογικό είναι το αποτέλεσμα να πυροδοτεί έκφραση γνωμών κάθε είδους ή και πολιτικών υποβολών για το τι σημαίνει για την μια ή την άλλη χώρα συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Ιδιαίτερα όταν μιλάμε για τις στρατηγικές αποφάσεις πλανητικών και περιφερειακών δυνάμεων οι προβλέψεις δεν είναι εφικτές και όταν γίνονται είναι πολύ υψηλού ρίσκου. Επί του προκειμένου, τα μεταβλητά κριτήρια και παράγοντες που θα επηρεάσουν την τουρκική πολιτική είναι πολλοί και μεγάλης κύμανσης.

Επιπρόσθετα, όταν αναλύονται εν θερμώ εξελίξεις, οι εκτιμήσεις απαιτείται: Πρώτον, να εδράζονται πάνω στα αξιώματα του κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος. Δεύτερον, να αναζητούν τους βαθύτερους διαμορφωτικούς παράγοντες των στρατηγικών προσανατολισμών. Τρίτον, να φωτίζουν όσες περισσότερες προϋποθέσεις μπορούν εντός αυτών των προσανατολισμών.

Σκοπός μπορεί να είναι μόνο μια καλύτερη γνώση για το πώς θα επηρεάζονται οι αποφάσεις ανάλογα και αντίστοιχα με τις εξελίξεις ,όπως αυτές θα επέρχονται. Δεν προφητεύουμε λοιπόν παρά μόνο αναζητούμε προσανατολισμούς, υπό διαμόρφωση προϋποθέσεις και εκτιμήσεις για ορθολογιστικές αποφάσεις των εμπλεκομένων. Στην στρατηγική ανάλυση, ορθολογισμός σημαίνει ότι ένα κράτος δεν υιοθετεί μια απόφαση αν εκτιμά ότι θα του προκαλέσει μεγαλύτερο κόστος από ότι όφελος, και αντίστροφα. Εξ ου και θέσφατο της αποτρεπτικής στρατηγικής είναι η καλλιέργεια του ορθολογισμού του απειλητικού αντιπάλου πάνω στην πλάστιγγα κόστους-οφέλους.

Στρατηγικό βάθος

Ένας σταθεροποιημένος προσανατολισμός του Ερντογάν, πάντως, είναι ο νέο-οθωμανισμός / νέο-ισλαμισμός. Καλλιεργήθηκε μέσα από τα βιβλία του μέντορα του Τούρκου Προέδρου Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος στην συνέχεια υπήρξε υπουργός Εξωτερικών και πρωθυπουργός. Είναι το «Το Στρατηγικό βάθος. Η διεθνής θέση της Τουρκίας» και το «Εναλλακτικές κοσμοθεωρίες, η επίδραση της ισλαμικής και δυτικής κοσμοθεωρίας στην πολιτική θεωρία». Το τελευταίο είναι ίσως και το πιο σημαντικό έργο του Νταβούτογλου. Εάν είναι ανάγκη να εκφράσουμε μια εκτίμηση για τον Ερντογάν θα λέγαμε το εξής.
  • Μέσα στο σπουδαίο, κατά τα άλλα, έργο του Νταβούτογλου «Εναλλακτικές κοσμοθεωρίες» (σπουδαίο για όσους θέλουν μια σύντομη, κατανοητή και περιεκτική περιγραφή της ισλαμικής πίστης και την σχέση της με την πολιτική), βρίσκεται η κοσμοθεωρία του Ερντογάν. Πολλές διακηρύξεις του και πολλές αποφάσεις του καταμαρτυρούν ότι εκεί βρίσκεται η πνευματική πηγή του Ερντογάν, τα μεταφυσικά του πιστεύω, η σύνδεση πίστης και πολιτικής και η σύνδεση πίστης και διεθνούς πολιτικής.
  • Το «Στρατηγικό βάθος» περιγράφει την προβληματική τροχιά πάνω στην οποία κινήθηκαν οι νέο-Οθωμανοί ηγέτες. Εξ αυτών από άποψη ηγετικού προφίλ ο Ταγίπ Ερντογάν είναι αναμφίβολα χαρισματικός. Το «Στρατηγικό βάθος» περιγράφει βασικά το πώς το κεμαλικό κράτος –αφού νικηθεί ο Κεμαλισμός– η Τουρκία θα εξελιχθεί σε ηγεμονικό πλανητικό ισλαμικό κράτος. Δεν υπάρχει βασικά δήλωση του Ερντογάν, στην οποία να μην υποβόσκει αυτός ο (γι’ αυτόν) υπέρτερος και έσχατος σκοπός. Οι πολιτικές του απέναντι στο Ισραήλ και όχι μόνο, εξάλλου, το υποδηλώνουν.
Το πάντρεμα ισλαμισμού και κράτους, βέβαια, δεν ήταν εύκολο και αυτό θα συνεχίσει να είναι το κυριότερο πρόβλημα της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής το Ερντογάν. Ήδη, σε πολύ μεγάλο βαθμό, τόσο τα εσωτερικά προβλήματα όσο και τα «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες», έγιναν μύρια και συνεχώς αυξάνονται. Ας μην ξεχνάμε, επιπλέον, ότι 48% δεν ψήφισαν τον Ερντογάν, κάτι που σημαίνει, βασικά, ότι δεν υιοθετούν την νέο-ισλαμική τροχιά.


Soft power

Ο σκοπός να γίνει η Τουρκία ο πλανητικός ηγεμόνας των μουσουλμάνων ήταν και συνεχίζει να είναι δύσκολος, ή καλύτερα ανέφικτος. Να προσπαθήσει να γίνει η Τουρκία πανίσχυρο κράτος και στην συνέχεια πλανητική δύναμη είναι κατανοητό. Αυτό κάνοντας, όμως, δεν θα οφείλεται στην κυριαρχία των νέο-ισλαμιστών στην Άγκυρα, αλλά στους δείκτες ισχύος που θα κατόρθωνε να αποκτήσει. Ως soft power πάντως τις δύο τελευταίες δεκαετίες ο ισλαμισμός ήταν κύριο στρατηγικό εργαλείο και έτσι θα συνεχίσει να είναι όπως και να εξελιχθούν τα πράγματα.

Για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η νέο-οθωμανική πολιτική ευθύνεται η υποτίμηση, αφενός των κρατοκεντρικών λογικών, αφετέρου της ετερογένειας και ανομοιογένειας των κρατών στα οποία υπερισχύει το Ισλάμ. Ο κρατοκεντρισμός σημαίνει ότι το κύριο νόμισμα της στρατηγικής ενός κράτους είναι η ισχύς και ότι υπερεπέκταση για εκπλήρωση σκοπών πέραν της πραγματικής ισχύος οδηγεί σε αρνητικές αποδόσεις.

Και τα δύο αυτά ζητήματα θα πρέπει λογικά να αναμένεται ότι ο Ερντογάν, πιο έμπειρος πλέον, θα είναι πιο προσεκτικός και ότι θα κινηθεί πιο όρθολογιστικά. Όχι πιο «φρόνιμα και αγαθά», όπως ήδη πολλοί λένε –και μάλιστα απέναντι στην Ελλάδα– αλλά τονίζουμε, πιο προσεκτικά. Γνώμονας ενός ηγέτη όπως ο Ερντογάν είναι η εκπλήρωση των δεδηλωμένων ηγεμονικών και αναθεωρητικών σκοπών, για τους οποίους δεν μασάει τα λόγια του.

Όσον αφορά την υποτίμηση της διαφοροποίησης των ισλαμιστών και των κρατών τους, σημαίνει ότι πέραν της δυσκολίας αληθινών και ουσιαστικών συγκλίσεων που θα καθιστούσαν την Τουρκία «πλανητικό ισλαμικό ηγεμόνα». Η Τουρκία, εάν θέλει να αυξήσει την θέση και τον ρόλο της, θα πρέπει να χαράξει μια νέα στρατηγική που θα λαμβάνει σοβαρά υπόψη ειδοποιούς διαφορές: τις ευαισθησίες των κρατών της περιφέρειάς της, τα διαφορετικά δόγματα, τις ρίζες τους και πως εξελίχθηκαν και κυρίως το πώς κινούνται οι στρατηγικές των ηγεμονικών δυνάμεων στις περιφέρειες.


Ο Παναγιώτης Ήφαιστος είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων - Στρατηγικών Σπουδών στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του πανεπιστημίου Πειραιώς. Είναι συγγραφέας 16 βιβλίων και εκατοντάδων δοκιμίων και άρθρων στα πεδία της στρατηγικής ανάλυσης, της πολιτικής θεωρίας και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Περισσότερα στην σελίδα www.ifestos.edu.gr

28 Ιουνίου 2018 


               ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:             



 Οι ηγεμονικές δυνάμεις, ο Ερντογάν 
και ο Ελληνισμός.

Οι ηγεμονικές δυνάμεις ούτε αγαπούν ούτε μισούν τους Τούρκους ή τους Έλληνες ή κάποιο άλλο έθνος. Το μόνο που ενδιαφέρονται είναι η βραχυχρόνια μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη διασφάλιση ερεισμάτων που θα επιτρέπουν πελατειακές συναλλαγές με περιφερειακά κράτη και με τρόπο που θα ευνοούνται συμφέρουσες στρατηγικές αποφάσεις. Τις συναλλαγές αυτές τις κάνουν όταν για το λιγότερο ισχυρό περιφερειακό κράτος πληρούνται συγκεκριμένες πολύ γνωστές προϋποθέσεις.

Κατ’ αρχήν, ένα λιγότερο ισχυρό κράτος θα πρέπει στην περιφέρειά του να αποτρέπει αποτελεσματικά τις αναθεωρητικές απειλές κατά της επικράτειάς του. Το κράτος που κατευνάζει (όπως τις τελευταίες δεκαετίες και σήμερα πράττει η Ελλάδα) στα μάτια των επιτελείων των ηγεμονικών δυνάμεων είναι αναλώσιμο και υποψήφιο για την κλίνη του Προκρούστη των στρατηγικών παιγνίων.

Το Ισραήλ, αναμφίβολα, είναι πρότυπο κράτους που χαράσσει στρατηγική, η οποία επιτυγχάνει ισόρροπες και συμμετρικές σχέσεις με τις μεγάλες δυνάμεις χωρίς σε καμιά περίπτωση να θέτει σε κίνδυνο την τωρινή ή μελλοντική ασφάλειά του. Η Τουρκία στο παρελθόν μέχρις ενός σημείου κατόρθωνε να αναπτύσσει συναλλαγές που διαμόρφωναν συμμετρικές σχέσεις. Το πώς και σε πιο βαθμό η Τουρκία του Ερντογάν θα το επιτύχει εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Σωστές εκτιμήσεις γι’ αυτούς τους παράγοντες είναι ζωτικό ζήτημα για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος, επί του προκειμένου για την Ελλάδα.

Εποπτεία και επιρροή

Το λιγότερο ισχυρό κράτος απαιτείται, επίσης, να ασκεί στρατηγική εποπτεία και επιρροή στην περιφέρειά του και να είναι ικανό και έτοιμο οι συναλλαγές με τις μεγάλες δυνάμεις να είναι συμφέρουσες. Η ισοτιμία και οι ισόρροπες συναλλαγές δεν επιτυγχάνονται με υποκλίσεις και εξυπηρέτηση τακτικών ή και εφήμερων σκοπών μιας μεγάλης δύναμης. Μια μεγάλη δύναμη δεν μπαίνει στον κόπο να κάνει συναλλαγές εάν το λιγότερο ισχυρό κράτος άγεται και φέρεται και είναι έρμαιο υπονομεύσεων τύπου soft power.

Ούτε, βέβαια, όπως κάποιοι στην Ελλάδα νομίζουν, μια μεγάλη δύναμη μοιράζει ηγετικούς ρόλους στις περιφέρειες, επειδή έγινε η μια ή η άλλη συνάντηση. Στις διαπραγματεύσεις μέσα ή έξω από τα κλειστά κουτιά της διπλωματίας, το λιγότερο ισχυρό κράτος δεν μπορεί να συγκροτήσει συμφωνίες που θα το καθιστούν περιφερειακά σπουδαίο. Κι αυτό, όταν ολοφάνερα κατευνάζει, όταν εγκαταλείπει πολιτικές αιώνων και αναγνωρίζει τον αλυτρωτισμό, όταν η κοινωνία του εξαντλείται και εξοντώνεται, όταν υποδουλώνεται οικονομικά επί δεκαετίες, όταν η νεολαία του μεταναστεύει και όταν οι πολίτες βλέπουν πλέον το κράτος τους ως ξενοκρατούμενο δυνάστη και όχι ως εντολοδόχο τους.

Το μόνο που μπορούν να κάνουν καλόπιστοι αντιπρόσωποι ενός τέτοιου κράτους είναι να αυτοσυντηρηθούν «μέχρι να τελειώσει η καταιγίδα» της ξενοκρατίας. Οτιδήποτε άλλο είναι αυταπάτη, λανθασμένο και καταστροφικό. Οι ηγεμονικές δυνάμεις ανά πάσα στιγμή γνωρίζουν τι λέμε «ακόμη και κατ’ ιδίαν». Οι μηχανισμοί παρακολούθησης, ανάλυσης, στάθμισης και εκτίμησης είναι μονίμως καλοστημένοι.

Τα επιτελεία τους αναλύουν τις ρευστές περιφερειακές εξελίξεις, διαρκώς σταθμίζουν και εκτιμούν την κατάσταση των πραγμάτων, όπως εξελίσσονται οι περιφερειακές ισορροπίες και όπως εξελίσσεται η κατάσταση κάθε κράτους. Ανά πάσα στιγμή τα επιτελεία τους διαθέτουν δεκάδες ή και εκατοντάδες εναλλακτικές αποφάσεις ανάλογα με το πώς διαμορφώνονται οι στρατηγικές σχέσεις και το πώς επηρεάζονται τα συμφέροντά τους όχι μόνο βραχυχρόνια αλλά και μακροχρόνια.

Συχνά βέβαια, εάν τα επιτελεία τους θεωρήσουν ότι ένα κράτος είναι αδύναμο και απελπισμένο και αντί στρατηγικής παρακαλεί «να έχει και αυτό ένα κάποιο ρόλο» για εσωτερική κατανάλωση, τους κουνούν καθρεφτάκια, όπως έκαναν στους Ινδιάνους οι Αμερικανοί τον 16ο αιώνα. Στα επιτελικά παρασκήνια, όμως, κρύβονται οι Κλίνες του Προκρούστη.

Ερασιτεχνισμοί

Αυτά εκτιμάται ότι συμβαίνουν στο Μακεδονικό, στις ελληνοαλβανικές σχέσεις και ενδεχομένως αύριο στα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εάν η διολίσθηση συνεχίσει σίγουρα οι μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προεκτάσεις θα είναι οδυνηρές και εδώ δεν ισχύει το «μακροχρόνια είμαστε όλοι νεκροί». Το κράτος κάθε κοινωνίας είναι το «κοσμοθεωρητικό συμβόλαιο» των ζώντων με τους προγόνους και τους απογόνους και όχι εργαλείο εξασφάλισης της μιας ή άλλης καρέκλας εξουσίας. Κάποιες σημερινές αποφάσεις ο δικαστής των Εθνών, η ιστορία, θα τις καταγράψει ως μαύρες σελίδες.

Στεκόμαστε μόνο στο Κυπριακό και λέμε: οι επιπτώσεις ολοφάνερα λανθασμένων αποφάσεων στα Βαλκάνια είναι μακροχρόνιες και βαθύτατες. Εάν, όμως, η Κυπριακή Δημοκρατία διαλυθεί και η Μεγαλόνησος διολισθήσει στην αυλή του Ερντογάν και στα πεδία τουρκικής επικυριαρχίας, η γεωπολιτική αναβάθμιση του Ερντογάν θα είναι ακαριαία, κολοσσιαία και για τους Έλληνες θανατηφόρα.

Εάν λοιπόν οι ερασιτεχνισμοί επεκταθούν και στην Ανατολική Μεσόγειο και έτσι αναβαθμιστεί άμεσα η Τουρκία οι επιλογές του Ερντογάν θα πολλαπλασιαστούν. Παρά το γεγονός πως αναμφίβολα μέχρι τώρα εκτέλεσε ακραία επικίνδυνες στρατηγικές σχοινοβασίες, μια δραματική γεωπολιτική αναβάθμισή του θα του επέτρεπε να ελιχθεί, να διαπραγματευτεί και να εκκενώσει τις αντιθέσεις και αντιφάσεις που τόσο ενοχλούν την Δύση.

«Κάτω τα χέρια από την Κύπρο πες στον φίλο σου» (δεν ξέρω ποιον εννοούσε) μου είπε πρόσφατα σημαντικός πολιτικός παράγοντας της Κύπρου. «Γιατί», πρόσθεσε, «δεν θα χαθούμε μόνο εμείς αλλά και εσείς οι Ελλαδίτες. Όποιος δεν το βλέπει είναι κοντόφθαλμος εάν όχι στρατηγικά τυφλός». Τονίζουμε και υπογραμμίζουμε ότι τα βιώσιμα κράτη (των οποίων η κοινωνία και κυρίως οι ηγέτες δεν είναι φορείς αυτοκτονικών συνδρόμων) δεν κάνουν παζάρια για την εθνική ασφάλειά τους, δεν μπαίνει σε πάρε-δώσε και σε «ποσοστά υποχωρήσεων».

Για ζητήματα αλυτρωτισμών και αναθεωρητικών απειλών κατά της επικράτειας υιοθετούνται ακλόνητα και ανυποχώρητα ανένδοτες στάσεις και αποφάσεις και ποτέ δεν κάνεις «ποσοστιαίες υποχωρήσεις» που υποθηκεύουν την εθνική ασφάλεια. Όλα τα βιώσιμα κράτη έτσι στέκονται. Μόνο στην Ελλάδα ακούγονται εκλογικεύσεις περί «ποσοστών υποχωρήσεων» που θέτουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια.


Ο Παναγιώτης Ήφαιστος είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων - Στρατηγικών Σπουδών στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του πανεπιστημίου Πειραιώς. Είναι συγγραφέας 16 βιβλίων και εκατοντάδων δοκιμίων και άρθρων στα πεδία της στρατηγικής ανάλυσης, της πολιτικής θεωρίας και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Περισσότερα στην σελίδα www.ifestos.edu.gr


29 Ιουνίου 2018