Η Υψηλή Στρατηγική της Ρωσίας Η μελέτη της περίπτωσης της Συρίας *
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
(1) Μέσω Γκολάν επιστρέφει ο Άσαντ.
(1) Μέσω Γκολάν επιστρέφει ο Άσαντ.
(2) Γκολάν: Ο ρωσικός στρατός θα φυλάει τα σύνορα
μεταξύ Ισραήλ και Συρίας (VIDEO)
(3) Συριακός πόλεμος έχει τελειώσει και η Αμερική έχασε.
μεταξύ Ισραήλ και Συρίας (VIDEO)
(3) Συριακός πόλεμος έχει τελειώσει και η Αμερική έχασε.
Ο πρόεδρος της Ρωσίας, Vladimir Putin καλωσορίζει τον Σύρο πρόεδρο Bashar al-Assad στο ρωσικό θέρετρο της Μαύρης Θάλασσας, Σότσι, στις 20 Νοεμβρίου 2017. Sputnik/Mikhail Klimentyev/Kremlin via REUTERS
Η Υψηλή Στρατηγική της Ρωσίας
Η μελέτη της περίπτωσης της Συρίας *
ΠΕΡΙΛΗΨΗ: Ο ρωσικός αναθεωρητισμός εκδηλώνεται με διαφορετικές τακτικές, όπως στρατιωτικά στην Ουκρανία και την Συρία, με πολιτικό τρόπο μέσω της χρήσης πληροφοριών με ψυχολογικές επιχειρήσεις ή κυβερνο-επιθέσεις και διπλωματικά αμφισβητώντας το status quo στους παγκόσμιους θεσμούς. Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας επίσης υποστηρίζεται από την άσκηση επιρροής στις πολιτικές εκστρατείες ή την κινητοποίηση των πολιτικών τριβών και την υποστήριξη του λαϊκισμού στην Δύση.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και στην εποχή μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η υψηλή στρατηγική (Grand Strategy) της Ρωσίας αντιμετώπισε πολλές προκλήσεις. Η σύγχρονη υψηλή στρατηγική της Ρωσίας προσαρμόστηκε στις αναδυόμενες προκλήσεις που απορρέουν από τις σύγχρονες εξελίξεις στα ζητήματα οικονομίας, ασφάλειας και διπλωματίας. Ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, φαίνεται να έχει πάρει τα διδάγματα από τους προηγούμενους Σοβιετικούς ηγέτες, συμπεριλαμβανομένου του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, και έχει καταβάλει προσπάθειες να αποφύγει τα λάθη τους, αναπτύσσοντας στρατηγικές που εξασφαλίζουν εσωτερική και εξωτερική σταθερότητα, οικοδομώντας συμμάχους καθ’ όλη τη μεταβατική περίοδο.
Δεδομένου ότι η ασφάλεια είναι αναμφίβολα ένα σημαντικό ζήτημα, ο πρόεδρος Πούτιν αμφισβητεί τις Δυτικές συμμαχίες χρησιμοποιώντας ως επιχείρημα ότι το σύστημα ασφαλείας εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ΗΠΑ, απειλώντας την ασφάλεια της Ρωσίας. Η αντίληψη αυτή δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα μελλοντικό στρατηγικά δυναμικό και ανταγωνιστικό περιβάλλον. Επιπλέον, η Ρωσία χρησιμοποιεί τις περιπτώσεις της Ουκρανίας και της Συρίας με την ενεργή παρουσία της, ενισχύοντας έναν αυτο-ρυθμιζόμενο ανταγωνισμό με τις Δυτικές δυνάμεις.
Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας, ευθυγραμμισμένη με τον στόχο του προέδρου Πούτιν να δημιουργήσει ένα νέο περιβάλλον στον 21ο αιώνα. Σκοπός είναι να θέσει όρια στα Δυτικά θεσμικά όργανα και την αμερικανική εξουσία, μειώνοντας τον ρόλο των ΗΠΑ σε θέματα ασφάλειας, οικονομίας και διπλωματίας σε παγκόσμιο επίπεδο στοχεύοντας ταυτόχρονα να αποκαταστήσει την Ρωσία ως υπερδύναμη.
Η φρεγάτα του ρωσικού πολεμικού ναυτικού «Ναύαρχος Έσσεν» στον Βόσπορο,
προς την Μεσόγειο Θάλασσα, στις 10 Ιουλίου 2017. REUTERS/Murad Sezer
ΑΛΛΑΓΗ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ
Με την άφιξη του προέδρου Πούτιν στην πολιτική ζωή της Ρωσίας, έχει διαμορφωθεί με έναν αποτελεσματικό τρόπο μια ομοφωνία σχετικά με την υψηλή στρατηγική της χώρας. Η ομοφωνία περιλαμβάνει δύο κύριους στόχους: Πρώτον την κυριαρχία στην πρώην σοβιετική περιοχή και, δεύτερον, ως ανεξάρτητη δύναμη την διατήρηση της παγκόσμιας επιρροής, διαθέτοντας τους πόρους της για την επίτευξη αυτών των στόχων. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας είναι να διατηρήσει και να παγιώσει κάθε επιτυχημένο επίτευγμα. Επίσης, στόχοι είναι η βελτίωση της οικονομίας και της ασφάλειας, προκειμένου να κεφαλαιοποιηθούν τα εθνικά ενεργειακά αποθέματα, με την ένταξη στην παγκόσμια οικονομία και την ενδυνάμωση του στρατού.
Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας στοχεύει επίσης στην δημιουργία μιας νέας ευνοϊκής ισορροπίας δυνάμεων στο διεθνές σύστημα και στην πρόσβασή της σε νέες αγορές. Η Ρωσία προσπαθεί να αναδιατάξει τον σύγχρονο Δυτικό προσανατολισμό του διεθνούς συστήματος. Η δημιουργία ενός νέου πολυκεντρικού κόσμου θα έχει αντίκτυπο, μειώνοντας την διεθνή εμβέλεια των Δυτικών θεσμών. Για παράδειγμα, στην στρατηγική εθνικής ασφάλειας της Ρωσίας για το 2015 αναφέρεται η δημιουργία και υποστήριξη μιας «πολυκεντρικής» διεθνούς τάξης, η οποία θα καθιστούσε το ρωσικό κράτος ισότιμο εταίρο στην παγκόσμια σκηνή.
Η «Υψηλή Στρατηγική», ωστόσο, είναι η ευρύτερη προσπάθεια μιας χώρας να αξιοποιήσει όλα τα διαθέσιμα μέσα εξουσίας για να διαμορφώσει το διεθνές σύστημα ώστε να εργαστεί προς όφελός της. Στο πλαίσιο αυτό, η ρωσική υψηλή στρατηγική ενσωματώνει στοιχεία της ρωσικής στρατηγικής εθνικής ασφάλειας (NSS) με στόχο την διαμόρφωση ενός διεθνούς περιβάλλοντος για την επίτευξη των στόχων της. Σύμφωνα με την NSS το 2015, οι νέες προτεραιότητες της χώρας αντανακλώνται σε μια στοχευμένη προσπάθεια υποστήριξης της εγχώριας υγείας και της παιδείας, ενώ τονίζεται το ανανεωμένο ενδιαφέρον για την Κεντρική Ασία και τις σχέσεις με την Κίνα.
Ο πρόεδρος Πούτιν χρησιμοποίησε το Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης (SPIEF) 2016 παίζοντας τον ρόλο του συνδέσμου και της γέφυρας με σκοπό να ενώσει τις δύο πλευρές της ευρασιατικής ηπείρου σε έναν ενιαίο οικονομικό χώρο, με την Ρωσία στο επίκεντρο. Πρόκειται για την πρόταση για μια «Ευρύτερη Ευρασία»: Μια ενιαία, κολοσσιαία οικονομική μονάδα που εκτείνεται σε όλη τη διαδρομή και περιοχή από τον Ειρηνικό μέχρι τον Ατλαντικό.
Γενικά, η Ρωσία μετά το Ψυχρό Πόλεμο έχει εμπλακεί σε μια στενότερη σχέση διαλόγου με την ASEAN (Association of Southeast Asian Nations, Ένωση Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας) τα τελευταία 20 χρόνια και προσπαθεί να αναπτύξει τις σχέσεις της με την περιοχή. Η στρατηγική της Ρωσίας υποστηρίζει αυτό το σχέδιο για την ενίσχυση της πολυπολικής δομής ώστε η ίδια να λειτουργήσει ως πιθανός «ισορροπιστής» μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ. Επιπλέον, η Ρωσία προσπάθησε να δημιουργήσει οργανώσεις, συμμαχίες και δομές ανταγωνιστικές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ, για παράδειγμα τον Οργανισμό της Συνθήκης της Σαγκάης και την Ομάδα BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα).
Επιπλέον, η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας στοχεύει στο να δημιουργήσει εισροές στο δημόσιο ταμείο με πρόσβαση στις εξαγωγικές αγορές όπλων, πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ένας κύριος στόχος είναι η μείωση ή εξάλειψη των οικονομικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν στο ρωσικό κράτος, σε μεγάλες ρωσικές χρηματοπιστωτικές εταιρείες και Ρώσους αξιωματούχους υψηλού επιπέδου μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014.
Η προσέγγιση της ρωσικής υψηλής στρατηγικής έχει διαμορφωθεί σύμφωνα με την ιδέα ότι η χώρα αντιμετωπίζει απειλές και προκλήσεις σε όλα τα στρατηγικά ζητήματα. Επιπλέον, η Ρωσία στην προοπτική του 21ου αιώνα, κατάλαβε ότι ένα νέο μέτωπο ευπάθειας ανοίγει στην περιοχή της Αρκτικής και ότι η στρατηγική ασφάλειας και το στρατιωτικό δόγμα συμπίπτουν.
Στο πλαίσιο της ανασυγκρότησης της επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης, υπάρχουν δύο θεσμοί που χρησιμοποιούνται προς αυτή την κατεύθυνση: Η Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (Eurasian Economic Union, μια οικονομική ένωση που περιλαμβάνει την πλειοψηφία των μετασοβιετικών κρατών) και ο Οργανισμός Συνθήκης για την Συλλογική Ασφάλεια (Collective Security Treaty Organization, περιφερειακή οργάνωση συλλογικής ασφάλειας στην Κεντρική Ασία και στον Καύκασο). Οι προσπάθειες του Πούτιν να επανέλθουν στον ρωσικό έλεγχο του μετα-σοβιετικού χώρου σφαίρες επιρροής του παρελθόντος επιβεβαιώθηκε με τις επιθετικές ενέργειες στην περίπτωση της Γεωργίας και της Ουκρανίας. Ο Πούτιν βλέπει την ουκρανική κρίση ως μια ακόμη προσπάθεια των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ να απομονώσουν και να αποδυναμώσουνι την Ρωσία χάνοντας τον έλεγχό της στην heartland [σσ: Από την θεωρία του Χάλφορντ Μάκιντερ για τις βασικές περιοχές του κόσμου. Η hartland είναι η «καρδιά» του κόσμου και τοποθετείται στο κέντρο της ευρασίας και γύρω της υπάρχουν επάλληλοι κύκλοι-ζώνες (rimland ή crescent).
Ο Πούτιν κατανοεί ότι η Ρωσία θα παραμείνει δέσμια στο επίπεδο της μεσαίας δύναμης (middle power), χωρίς την παρουσία και τον έλεγχο της heartland. Το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία της Μόσχας επεκτάθηκαν στην heartland κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Οι χώρες της Βαλτικής Θάλασσας έγιναν δεκτές στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ, επίσης η Ουκρανία, η Μολδαβία και η Γεωργία καθιέρωσαν στενότερη συνεργασία με το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, αρχικά η Μόσχα επιδιώκει την προστασία των ζωτικών συμφερόντων της στην Ουκρανία.
Στο πολιτικό επίπεδο, στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ το 2016, οι χάκερς της Ρωσίας έδειξαν τις προσδοκίες της Ρωσίας να θεωρηθεί ως παγκόσμιος παίκτης, ως δύναμη που θα μπορούσε να χειριστεί και να επηρεάσει τις προεδρικές εκλογές της Αμερικής, καθώς φέρεται να ευνόησε τον Τραμπ έναντι της Χίλαρι Κλίντον. Η Ρωσία προσπάθησε να χειριστεί τις εκλογικές διαδικασίες των ΗΠΑ και της Γαλλίας, δίνοντας βαρύτητα στον στόχο να αποδυναμώσει την φιλελεύθερη διεθνή τάξη.
Ένα πρόσθετο βήμα για τη Μόσχα είναι η εκ νέου ενίσχυση της επιρροής της εξουσίας στην παραδοσιακή σφαίρα επιρροής σε νέους τομείς. Η ρωσική στρατηγική επιδιώκει να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τους κυβερνητικούς συνασπισμούς στους συμμάχους των γειτονικών κρατών. Επιπλέον, ο πρόεδρος Πούτιν ανακοίνωσε τον Μάρτιο του 2014, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, την βούλησή του να υπερασπιστεί τους ρωσικούς πληθυσμούς στο εξωτερικό, με μια πιο επιθετική πολιτική επιρροής στα πρώην σοβιετικά κράτη και με μια υπόσχεση προστασίας των ρωσικών πληθυσμών.
Επίσης, η Ρωσία αμφισβητεί την αποφασιστικότητα του ΝΑΤΟ. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, η Ρωσία αισθάνθηκε άνετα για να προσαρτήσει την Κριμαία γνωρίζοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα πήγαιναν σε πόλεμο αντιποίνων, καθώς η Ουκρανία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ. Ο πρόεδρος Πούτιν έδρασε αποφασιστικά για να προστατεύσει τα ζωτικά συμφέροντα της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μέσα από τις ενέργειές του στην Ουκρανία, ο Πούτιν εγγυάται ότι η Ρωσία θα συνεχίσει να διαμορφώνει το μέλλον της Ουκρανίας. Επιπρόσθετα, η Ρωσία προσπαθεί να άρει τον αδιαμφισβήτητο έλεγχο των ΗΠΑ στις περιφέρειες που έχουν παραδοσιακά συμπεριληφθεί στην σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή και την Δυτική Ευρώπη.
Η στρατηγική του προέδρου Πούτιν επικεντρώθηκε στην ανάπτυξη του καθεστώτος της χώρας του, ως κράτους ασφάλειας και στην συνέχεια στην εμπλοκή του σε παγκόσμια κλίμακα με διάφορους τρόπους. Σε αυτό το πλαίσιο στρατηγικής, ο Πούτιν χρησιμοποιεί την στρατιωτική δύναμη και μια ποικιλία εργαλείων στο εξωτερικό για να ενισχύσει τα ρωσικά συμφέροντα. Για παράδειγμα, η νέα προσέγγιση του Πούτιν που χρησιμοποιεί τον «πόλεμο νέας γενιάς» (new-generation warfare) με μικτές τακτικές και αντικανονικές τακτικές μάχης (mixed regular and irregular warfare tactics), όπως κυβερνο-επιχειρήσεις, στρατιωτικές επιχειρήσεις και στοχευμένες πληροφορίες.
Για να επιτύχει τους στόχους της, η Ρωσία ανέπτυξε τον λεγόμενο «πόλεμο νέας γενιάς», ο οποίος στοχεύει στις Δυτικές αδυναμίες (διαφέρει από την Δυτική προσέγγιση των υβριδικών συγκρούσεων), συνδυάζοντας τόσο την χαμηλή (low-end) όσο και την υψηλότερη (high-end) κρυφή κρατική εμπλοκή με άμεση συμμετοχή [στις εχθροπραξίες].
Όπως εφαρμόστηκε αρχικά στην Γεωργία και αργότερα στην Ουκρανία, ο ρωσικός πόλεμος νέας γενιάς εκδηλώνεται με τα ακόλουθα στοιχεία: Την πολιτική υπονόμευση με την εισαγωγή πρακτόρων, τις ενημερωτικές επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν σύγχρονα μέσα μαζικής ενημέρωσης για την εκμετάλλευση εθνικών ή γλωσσικών διαφορών μέσω πολιτικής προπαγάνδας, και την έκθεση τοπικών αξιωματούχων. Δεύτερον, χρησιμοποιώντας πληρεξούσιες δυνάμεις («άσυλο πληρεξουσίων», proxy sanctuary), με την παροχή οπλισμού, την εκπαίδευση σε αντάρτες και παρεμβαίνοντας στα τοπικά κυβερνητικά κέντρα, με «δημοψηφίσματα» για την δημιουργία μιας Λαϊκής Δημοκρατίας (People’s Republic) υπό τη ρωσική κυριαρχία,κ.λπ. Τρίτον, η παρέμβαση με την παρουσία και «δράση» ρωσικών δυνάμεων στα σύνορα, με την συγκαλυμμένη εισαγωγή βαρέων όπλων σε αντάρτες και την δημιουργία στρατοπέδων κατάρτισης και εφοδιασμού που βρίσκονται κοντά στα σύνορα, που κατευθύνονται από Ρώσους. Τέταρτον, με την αναγκαστική αποτροπή μέσω της προώθησης και ανάπτυξης συστημάτων τακτικών πυρηνικών όπλων και επιθετικής επιτήρησης από αέρος σε γειτονικές περιοχές. Πέμπτον, οι διαπραγματευτικοί χειρισμοί με την χρήση και την κατάχρηση των πυρηνικών για την κατάπαυση συγκρούσεων, προκειμένου να ενισχύσουν τους πληρεξουσίους τους.
Σε ένα Δυτικό κόσμο των συμμαχιών μεταξύ δυνάμεων με ισχυρή στρατιωτική, πολιτική και οικονομική επιρροή, η Ρωσία χρειάστηκε μια ασύμμετρη αντίδραση και χρησιμοποίησε τακτικές που επικεντρώνονταν «στις αδυναμίες του εχθρού, αποφεύγοντας άμεσες και εμφανείς συγκρούσεις».
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΣΥΡΙΑΣ
Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας στην Συρία έχει αρκετά επίπεδα αν θεωρηθεί μετά από μια πολυδιάστατη αποτελεσματική προσέγγιση. Σε τοπικό επίπεδο, η Ρωσία έχει ποικίλα οικονομικά συμφέροντα στην Συρία, με σημαντικό και αυξανόμενο αριθμό επιχειρηματικών συμβάσεων, σημαντικές διμερείς συμβάσεις όπλων, οικονομική βοήθεια, συμμετοχή στην παραγωγή πετρελαίου και προοπτικές συμβάσεων ανασυγκρότησης μετά την σύγκρουση. Σε περιφερειακό επίπεδο, η Μόσχα υποστηρίζει τους Σύρους και Ιρανούς μακροχρόνιους συμμάχους της, διπλωματικά, πολιτικά και στρατιωτικά. Στη Μέση Ανατολή, νέες συμμαχίες αναδύονται και διευκολύνουν τους στρατηγικούς στόχους της Μόσχας με την προοδευτική προσπάθεια υλοποίησης του άξονα του Λιβάνου-Συρίας-Ιράκ-Ιράν που θα επηρεάσει την περιοχή, και, πρόσφατα, με χώρες του Περσικού Κόλπου. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η στρατηγική της Ρωσίας είναι να αντιταχθεί και να επιβάλει την θέση της εναντίον των αμερικανικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων, μέσω της παρουσίας της στην Συρία και των συνεχιζόμενων επιτευγμάτων της.
Θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη άλλες σημαντικές εκδοχές της στρατηγικής της Ρωσίας στη Συρία. Σε στρατιωτικό επίπεδο, η Ρωσία είχε δημιουργήσει υποδομές στη ναυτική βάση της Tartus, στην αεροπορική βάση Khmeimim κοντά στην Latakia και τις αντιπυραυλικές θέσεις για τον στρατιωτικό εναέριο έλεγχο της Συρίας. Το Κρεμλίνο ασκεί επίσης και αναπτύσσει τις υβριδικές στρατηγικές του, με αντι-εξεγέρσεις, τακτικές διαδικασίες και ενεργοποίηση μη κρατικών ένοπλων ομάδων. Μετά τις υιοθετημένες τακτικές στην Κριμαία και την Ουκρανία, η Ρωσία ανέπτυξε και επέκτεινε τις τακτικές εμπειρίες των ρωσικών δυνάμεων, καθώς και την εμπειρία της μάχης. Επιπλέον, η Μόσχα χρησιμοποιεί την Συρία ως πειραματικό έδαφος για ιδιωτικούς στρατιωτικούς συνεργάτες δοκιμάζοντας στρατιωτικά υλικά, τεχνολογία, αεροσκάφη, πολεμικά πλοία, πυραύλους κρουζ (cruise missiles), όπλα σε έναν αμυντικό αλλά και επιθετικό ρόλο συνδυαστικά.
Ρωσικά φορτηγά προς το Deir al-Zor στην Kabakeb κοντά στο Deir al-Zor, στην Συρία, στις 21 Σεπτεμβρίου 2017. REUTERS/Omar Sanadiki
Κατά την διάρκεια της σύγκρουσης στην Συρία, η Ρωσία έχει αναβαθμίσει την θέση και την ενεργή παρουσία της τόσο στη Μέση Ανατολή όσο και στην ευρύτερη περιοχή. Οι επιδράσεις της στρατηγικής της Ρωσίας έχουν αναβαθμιστεί μετά την αρκετά καλά σχεδιασμένη στρατιωτική της εμπλοκή στην Συρία από τα τέλη Σεπτεμβρίου 2015. Επιπλέον, η Ρωσία είχε αναβαθμισμένο διπλωματικό ρόλο στην διαδικασία των διαπραγματεύσεων της Γενεύης τον Φεβρουάριο του 2016 και στην επακόλουθη κατάπαυση του πυρός, με την από κοινού μεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας.
Η εμπλοκή της Ρωσίας στην Συρία με την στρατηγική της έχει συμβάλει στην θέσπιση εξωτερικής πολιτικής σε υψηλότερο διεθνές επίπεδο με την επιστροφή της Ρωσίας στην παγκόσμια σκηνή. Για να διαχειριστεί τις Δυτικές κυρώσεις και τις φθίνουσες τιμές ενέργειας το 2014-2016, η Ρωσία οικοδόμησε συμμαχίες μεταξύ των κρατών του Κόλπου και με το Ιράν, με στόχο τον έλεγχο των τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Αυτός είναι ένας άλλος τρόπος που η Μόσχα υποστηρίζει την πολυμέρεια και εξασφαλίζει μια πιο ισχυρή θέση στην διαδικασία λήψης αποφάσεων γύρω -και πέρα- από την περιοχή.
Η Ρωσία λαμβάνει υπόψη της ότι η Ευρώπη αναζητά εναλλακτικές πηγές πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα μειώσουν την εξάρτησή της από την Ρωσία για τις ενεργειακές της ανάγκες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εγκρίνει ορισμένα ενεργειακά έργα (π.χ. τον αγωγό TAP) και υποστηρίζει ακόμη και την κατασκευή του αγωγού East-Med, οι οποίοι πρόκειται να μεταφέρουν φυσικό αέριο από τα αποθέματα της Ανατολικής Μεσογείου προς την ΕΕ μέσω της Κύπρου και της Ελλάδας. Η επέμβαση της Ρωσίας στην Συρία έχει αποκτήσει στρατηγική θέση στην Ανατολική Μεσόγειο και ως εκ τούτου οι περιφερειακοί δρώντες (Τουρκία, Ισραήλ, Αίγυπτος, καθώς και η ΕΕ) δεν μπορούν να αξιολογήσουν με σαφήνεια την συμπεριφορά της Ρωσίας για τα μελλοντικά τους σχέδια.
Το κομβικό σημείο της Μέσης Ανατολής προκαλεί και έχει πυροδοτήσει πολιτικές, στρατιωτικές, οικονομικές και ηγεμονικές στρατηγικές. Στο πλαίσιο αυτό, ο σουνιτικός ενεργειακός αγωγός σχεδιάστηκε να ξεκινήσει από το Κατάρ (South Pars / North Dome submarine Sharjah) και να περάσει από την Σαουδική Αραβία, την Ιορδανία, την Συρία, την Τουρκία, με τελικό προορισμό στην Ευρώπη. Ο πρόεδρος Assad αρνήθηκε να υπογράψει την συμφωνία με το σκεπτικό της προστασίας των συμφερόντων της συμμάχου Ρωσίας, η οποία είναι ο κορυφαίος προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Από την άλλη πλευρά, ο σιιτικός άξονας συμφερόντων σχεδίασε εναλλακτικό αγωγό φυσικού αερίου με την υποστήριξη της Ρωσίας. Το 2011 το Ιράν, το Ιράκ και η Συρία ανακοίνωσαν τον σχεδιασμό του αγωγού South Pars που θα κατέληγε στη Μεσόγειο, γεγονός που συνέβαλε στην έναρξη του εμφυλίου πολέμου στην Συρία.
Για την Συρία, το κέρδος από τον σιιτικό αγωγό θα ήταν υψηλότερο από τον αγωγό των σουνιτικών συμφερόντων, δεδομένης της ρωσικής επιρροής και της παραδοσιακής ιρανικής επιρροής στο φιλικό καθεστώς Assad. Ο σχεδιαζόμενος σιιτικός αγωγός θα εξυπηρετούσε την ρωσική στρατηγική στην περιοχή.
Με βάση τα παραπάνω γεγονότα, από πολιτική άποψη, η Ρωσία κατάφερε με επιτυχία να κρατήσει τον Bashar Al Assad στην εξουσία, με στόχο να εξασφαλίσει τα γεωπολιτικά και στρατηγικά συμφέροντά της στην Συρία. Επιπλέον, οι επιτυχημένες ενέργειες της Ρωσίας στη Συρία διευκολύνουν την εξουσία του Βλαντιμίρ Πούτιν στην αφήγηση του Κρεμλίνου για την επιστροφή της ρωσικής ισχύος στον κόσμο. Σε περιφερειακό επίπεδο, η πολιτική στρατηγική της Ρωσίας χρησιμοποιεί ως μέσο αρνητικά εξωτερικά στοιχεία, δηλαδή την τρομοκρατία και τους πρόσφυγες, τις γενοκτονίες και τις εκτελέσεις στην Συρία για την στήριξη των λαϊκιστικών πολιτικών κομμάτων στην Ευρώπη ενάντια στην ευρωπαϊκή ενότητα. Οι εξελίξεις του συριακού πολέμου έχουν αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή καθώς διαμορφώνουν ένα νέο γεωπολιτικό τοπίο στην Ευρασία.
Συνοπτικά, διάφορα κίνητρα ώθησαν τον πρόεδρο Πούτιν να επέμβει στρατιωτικά στην Συρία, με το σημαντικότερο να είναι η επιθυμία του να αποκαταστήσει την Ρωσία στο καθεστώς της πριν από το 1989 ως παγκόσμια δύναμη.
Επιπλέον, η ρωσική στρατηγική θέλει να διασφαλίσει την επιβίωση του καθεστώτος Assad ώστε να συνεχίσει την στρατιωτική παρουσία της στην Συρία με τη ναυτική βάση της Tartus και την αεροπορική βάση στο Hmeimim κοντά στην Latacia, την οποία η Ρωσία θεωρεί ακρογωνιαίο λίθο της στρατηγικής της παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στη νοτιοανατολική πλευρά της Ευρώπης. Με αυτόν τον τρόπο, η Ρωσία προτίθεται να διατηρήσει το status quo της ως ισχυρός παράγοντας επιρροής στην περιοχή.
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΥΣΗ
Οι εξελίξεις και οι συγκρούσεις παγκοσμίως θέτουν σε προβληματισμό τον στρατηγικό σχεδιασμό των ΗΠΑ και των συμμάχων τους καθώς εγείρουν την ανάγκη για δημιουργικότητα και διαδικαστικές βελτιώσεις. Ο στόχος της Ρωσίας είναι να παράγει μια σαφή στρατηγική και να στείλει ένα ισχυρό μήνυμα για τις παγκόσμιες προθέσεις της τόσο στους συμμάχους όσο και τους αντιπάλους της Ουάσινγκτον. Από την άλλη πλευρά, η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας σε σχέση με την Δύση έχει πολλές διαφορές από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Υπάρχουν μερικά διδάγματα που θα μπορούσε να πάρει η Δύση από την πρόκληση της υψηλής στρατηγικής της Ρωσίας. Η Ρωσία και ο Πούτιν δεν διαφημίζουν την δική τους στρατηγική. Οι αναλυτές στην Δύση πιστεύουν ότι ο οπορτουνισμός του Πούτιν επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τις περιφερειακές δυνάμεις, τα μικρότερα κράτη και τους μη κρατικούς φορείς, χωρίς απαραίτητα να διαμορφώνει στρατηγικές συμπράξεις ή να συντονίζει κοινές δράσεις. Αλλά η πραγματικότητα ίσως είναι διαφορετική.
Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας κατάφερε σταδιακά να εξασφαλίσει την θέση της Ρωσίας ως ένα από τα νέα «κέντρα επιρροής» και να αναγνωρίζεται ευρέως, δίνοντας την αίσθηση συγχρόνως της φθίνουσας επιρροής της Δύσης στις παγκόσμιες εξελίξεις. Η Ρωσία εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία που δημιούργησε η πολύ αβέβαιη μεταβατική περίοδος στην Ουάσινγκτον και η αδυναμία που η ΕΕ έχει επιδείξει τα τελευταία χρόνια στην διαχείριση πολλαπλών κρίσεων όπως η Ελλάδα, το μεταναστευτικό και το Brexit.
Η στρατηγική της Μόσχας ήταν να αξιοποιήσει την ικανότητά της να αναπτύσσει και να οικοδομεί ισχυρές σχέσεις με όλες τις αναδυόμενες δυνάμεις και να υποστηρίζει το «πολυπολικό διεθνές σύστημα» έναντι των Δυτικού προσανατολισμού θεσμών-ιδρυμάτων –οργανισμών.
Η Ρωσία εργάστηκε για να υποστηρίξει άλλες δυνάμεις απέναντι στην Δύση. Η στρατηγική αυτή ξεκίνησε σταθερά από τα τέλη της δεκαετίας του '90, με την «στρατηγική εταιρική σχέση» με την Κίνα, η οποία σταδιακά έγινε μια πλατφόρμα για τις δύο χώρες να προωθήσουν την δημιουργία μιας «πολυπολικής» παγκόσμιας τάξης για να αντισταθμίσουν την Δυτική ηγεμονία. Το στρατηγικό τρίγωνο Ρωσία-Ινδία-Κίνα (RIC), το οποίο ξεκίνησε το 1998 από τη Μόσχα, προσπαθεί να εδραιώσει μια άλλη ενσάρκωση της πολυπολικής τάξης. Από αυτή την άποψη, ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) και ο όμιλος BRICS υπήρξαν στρατηγικός στόχος για το Κρεμλίνο. Δηλώνουν την δυσαρέσκεια των μελών τους προς τις Δυτικές πολιτικές, τις μονομερείς κυρώσεις, την έλλειψη προθυμίας να μοιραστούν την επιρροή σε διεθνείς οργανισμούς και τις συνέπειες της «ηγεμονίας του δολαρίου», τον ρόλο του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας κλπ. Η Ρωσία προώθησε επίσης την αναβάθμιση της σημασίας του G20 έναντι του φόρουμ G7. Επιπλέον, η SCO αποφάσισε να ενσωματώσει την Ινδία και το Πακιστάν ως νέα μέλη, και να ωθήσει τις BRICS στην οικοδόμηση ενός παράλληλου συστήματος χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία βρίσκονται ήδη σε φάση ανάπτυξης.
Αυτό το νέο μάθημα είναι η κατανόηση της τρέχουσας δημιουργίας ενός παράλληλου ανταγωνιστικού χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ορισμένοι αναλυτές στην Δύση θεωρούν αυτό το παράλληλο σύστημα υποτιμημένο, αλλά στο μέλλον θα μπορούσε να διαδραματίσει βασικό ρόλο.
Ένα επιπλέον μάθημα σχετικά με την πολιτική στρατηγική και την τακτική είναι ότι η ρωσική αμυντική πολιτική έχει αναβαθμίσει τον τομέα πληροφοριών. Η Ρωσία παρεμβαίνει με διαφορετικούς τρόπους στην εσωτερική πολιτική των Δυτικών χωρών. Για παράδειγμα, η προπαγάνδα που μεταδίδεται μέσω οργανισμών – μέσων όπως το «RT» με τοn συνδυασμό επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, όπως καταδεικνύεται από την πειρατεία στην DNC (Εθνική Επιτροπή του Δημοκρατικού κόμματος των ΗΠΑ) και ιδιωτικών μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κατά την διάρκεια των εκλογών στις ΗΠΑ. Η Ρωσία δημιουργεί επίσης πολιτικές τριβές χρησιμοποιώντας προπαγάνδα και πληροφορίες εναντίον κυβερνήσεων που θα μπορούσαν να απειλήσουν την Ρωσία. Με αυτόν τον τρόπο στοχεύει να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη του Δυτικού κοινού κυρίως στις κυβερνήσεις του και να αποδυναμώσει τους συμμάχους του ΝΑΤΟ.
Επιπλέον, μια μόνιμη αντιπαράθεση της Ρωσίας με μια ανταγωνιστική πυρηνική δύναμη που διαθέτει υψηλό βαθμό στρατιωτικής ετοιμότητας, είναι αμφισβητήσιμη. Η Δυτική πολιτική πρέπει να πάρει το μάθημα της αποφυγής των απομονωτικών τοποθετήσεων που μπορούν να ενθαρρύνουν τον Πούτιν να συνεχίσει την ασύμμετρη προσέγγισή του προς τον υπόλοιπο κόσμο και να δώσει την ευκαιρία οι «παγωμένες» συγκρούσεις να τύχουν διαχείρισης.
Ένα άλλο μάθημα προέρχεται από το γεγονός ότι η επιθετική συμπεριφορά της Ρωσίας εξηγείται από την προσπάθεια του Πούτιν να προστατεύσει τη δική του πολιτική δύναμη. Επιπλέον, η απειλή για την Δύση είναι ο συνδυασμός της στρατιωτικής δραστηριότητας της Ρωσίας, παράλληλα με την πολιτική παρέμβαση στις Δυτικές εκλογές, καθώς και η υποστήριξη των λαϊκιστικών πολιτικών κομμάτων που αποτελούν συνεχή απειλή για τους συμμάχους. Η Ρωσία χρησιμοποιεί όλα τα εργαλεία και μοχλούς του κράτους για να επιτύχει τους στόχους της. Η Δύση πρέπει να ανταποκριθεί και να συντονίσει όλα τα μέσα που διαθέτει για να αποδυναμώσει την ρωσική επιθετικότητα.
Η Ρωσία έχει επαναπροσδιορίσει την στρατιωτική στρατηγική της και τις τακτικές που χρησιμοποιούσε παλαιότερα με νέες εφαρμογές, όπως αναπτύχθηκαν στην Γεωργία, την Ουκρανία και την μέχρι τώρα επιτυχή επέμβαση στην Συρία. Υπό αυτή την προοπτική, η Ρωσία πιστεύει ότι έχει πλεονεκτήματα έναντι του ΝΑΤΟ. Στο πλαίσιο αυτό, το ρωσικό στρατιωτικό δόγμα τα τελευταία 15 χρόνια έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο, αντίθετα, η Δύση και το ΝΑΤΟ παραμένουν στο πλαίσιο της δεκαετίας του 1980 και του 1990. Αυτές οι εξελίξεις προσδίδουν στην Ρωσία κάποια πλεονεκτήματα σε οποιαδήποτε σύγκρουση όπως αποδεικνύουν τα πρόσφατα γεγονότα στην Συρία.
Ο πρόεδρος της Συρίας, Bashar al-Assad, επισκέπτεται την ρωσική αεροπορική βάση στην Hmeymim, στην δυτική Συρία, στο στιγμιότυπο που δημοσιοποιήθηκε στις 27 Ιουνίου 2017. SANA/Handout via REUTERS
Το ΝΑΤΟ πρέπει να ανασχέσει την Ρωσία και πρέπει να διατυπώσει μια υψηλή στρατηγική για την ασφάλεια στην Ευρώπη με την ΕΕ, όπως προειδοποίησε ανώτατος Ευρωπαίος αξιωματούχος της συμμαχίας. Επίσης, ο ίδιος προσθέτει ότι η απειλή από την Ρωσία είναι πως, μέσω του Δυτικού οπορτουνισμού, τα λάθη και η έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά τον αποτρεπτικό παράγοντα θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια ανεπιθύμητη σύγκρουση η οποία θα μπορούσε να έχει υπαρξιακές συνέπειες για τους Δυτικούς συμμάχους.
Ο αμερικανικός τρόπος πολέμου είναι πολύ διαφορετικός από τον ρωσικό τρόπο. Πρόσφατα, το ρωσικό επίπεδο τακτικής αποτελεί πρόκληση και απειλή, καθώς το αμερικανικό και Δυτικό μοντέλο βασίζεται στην αεροπορική υποστήριξη των στρατιωτικών δυνάμεων στο έδαφος. Αλλά οι επιτυχίες της Ρωσίας στην Γεωργία και το Ντόνμπας, χρησιμοποιώντας τα αντιπυραυλικά όπλα και τον «ανορθόδοξο πόλεμο» (irregular warfare), απέκλεισαν το πλεονέκτημα της αεροπορίας από τους Δυτικούς συμμάχους. Επίσης, στη Μόσχα τουλάχιστον, σχεδιάζεται ή και εφαρμόζεται ένας πόλεμος με την Δύση στο επίπεδο της προπαγάνδας-πληροφόρησης που στοχεύει την πολιτική ηγεσία και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά και από την άποψη της συγκεκριμένης τακτικής που θα μπορούσε να δώσει στις ρωσικές δυνάμεις το πλεονέκτημα για μια στρατηγική νίκη.
Από την άλλη, ο νέος ρωσικός πόλεμος επεκτάθηκε πέρα από την στρατιωτική στρατηγική και την τακτική στον πληροφοριακό-ψυχολογικό πόλεμο, χρησιμοποιώντας εργαλεία συναισθηματικής χειραγώγησης και παραπληροφόρησης για να δημιουργήσουν συμπάθειες ή μοιρολατρία. Η πρόκληση στον εικοστό πρώτο αιώνα ενάντια στον πόλεμο πληροφοριών απαιτεί μια νέα προσέγγιση των Δυτικών δυνάμεων.
Ένα επιπλέον μάθημα είναι ότι η Δύση και το ΝΑΤΟ χρειάστηκαν και θα χρειαστούν μια νέα υψηλή στρατηγική για την αντιμετώπιση νέων απειλών έναντι των ρωσικών κυβερνο-επιθέσεων, (ακόμη και αν η Ρωσία επίσημα αρνείται την πειρατεία στον κυβερνοχώρο), στρατιωτικών παρεμβάσεων, προπαγάνδας και πολιτικής αναταραχής. Η Δύση για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ρωσική στρατηγική, πρέπει να αναπτύξει μια καλύτερη κατανόηση της πολυπλοκότητας στις σύγχρονες συγκρούσεις.
Ένα άλλο μάθημα είναι ότι οι κυρώσεις της Δύσης στην Ρωσία δεν έχουν ακόμη προκαλέσει την επιθυμητή αλλαγή στην συμπεριφορά της εξωτερικής πολιτικής της, όπως προκύπτει από την συμπεριφορά της στην Ουκρανία και την Συρία. Αυτές οι Δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας δεν εμπόδισαν την πρόσβαση της Ρωσίας στην Εταιρεία Παγκόσμιων Διατραπεζικών Χρηματοπιστωτικών Τηλεπικοινωνιών (Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication, SWIFT), πράξη που τελικά έφερε το Ιράν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων μετά το 2013.
Επιπλέον, η Ρωσία έχει αξιοποιήσει τα παράπονα κατά των Δυτικών προσπαθειών αυξανόμενης διείσδυσης στην παραδοσιακή σφαίρα επιρροής της αλλά και από τις επιβαλλόμενες κυρώσεις. Κατά την Μόσχα, αυτό αποτελεί σαφή ένδειξη ότι η Δύση σχεδιάζει να υπονομεύσει την επιρροή της στην γεωπολιτική αρένα.
Με βάση τα παραπάνω, η Δύση χρειάζεται την βαθύτερη κατανόηση της πολυπλοκότητας των ζητημάτων εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής με μια πιο ολοκληρωμένη προοπτική, βασισμένη σε μια ρεαλιστική προσέγγιση, χρησιμοποιώντας τους συμμάχους της και τα μέσα της.
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΡΙΑ
Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας δίνει ένα νέο μάθημα επιδιώκοντας μια επιστροφή και έμφαση στην realpolitik, αντί να λειτουργεί σύμφωνα με ηθικές πεποιθήσεις στην εξωτερική πολιτική.
Για παράδειγμα, σε μια προσπάθεια αποδυνάμωσης του σιιτικού άξονα μεταξύ του προέδρου Bashar Al Assad και του Ιράν, η Δύση υποστήριξε την κατακερματισμένη αντιπολίτευση, υποτιμώντας τους κινδύνους που ακολούθησαν. Αυτές οι επικίνδυνες επιλογές οδηγούν στην σημερινή χαοτική κατάσταση στην Συρία και το Ιράκ με τις δραστηριότητες του λεγόμενου «Ισλαμικού Κράτους» αλλά και άλλων τρομοκρατικών οργανώσεων.
Στην Συρία, το καθεστώς του Assad έχει συντρίψει τους μαχητές της αντιπολίτευσης που υποστηρίζονται από την Δύση, χρησιμοποιώντας αποτελεσματικά τακτικές αντιεξέγερσης με υποστήριξη κυρίως ρωσική και ιρανική. Κανένας από τους πολιτικούς στόχους της Δύσης για την Συρία μετά την επανάσταση της Αραβικής Άνοιξης δεν επιτεύχθηκε, ιδιαίτερα μετά την πτώση του Χαλεπίου.
Η Ρωσία στην Συρία χρησιμοποίησε τακτικές για να σώσει το συριακό καθεστώς. Η Ρωσία χρησιμοποίησε την δική της αεροπορική δύναμη για να στηρίξει την επιβίωση του καθεστώτος Assad, λειτουργώντας εναντίον των «μετριοπαθών» ισλαμικών ομάδων χωρίς να προκαλέσει την ισχυρή αντίδραση της Δύσης.
Στην Συρία, η στρατηγική και η τακτική της Ρωσίας θα μπορούσαν να δώσουν μαθήματα στις δυνάμεις της Δύσης. Οι ρωσικές επιχειρήσεις έχουν υψηλό βαθμό αποτελεσματικότητας, με καλό συντονισμό πληροφοριών, τακτικές αντιεξέγερσης και επιτυχή συνδυασμό αεροπορικής υποστήριξης με επιθέσεις από πυροβολικό και καλά σχεδιασμένες επιχειρήσεις στρατιωτικών δυνάμεων.
Η Ρωσία υποστηρίζει ότι το σύστημα ασφαλείας του υπό την κυριαρχία των ΗΠΑ συνασπισμού εναντίον του ISIS/DAESH δεν λειτούργησε, και αυτό είναι η κύρια αιτία της επιδείνωσης του εμφυλίου πολέμου στο εσωτερικό της Συρίας.
Επιπλέον, η στρατηγική της Ρωσίας υπονόμευσε το σημερινό σύστημα ασφαλείας που εδρεύει στις ΗΠΑ, καθιερώνοντας την εταιρική σχέση της Ρωσίας, του Assad, του Ιράν και της Χεζμπολάχ ως μέσο επίλυσης της κρίσης στην Συρία. Η εκστρατεία της Ρωσίας στην Συρία είναι παρόμοια στα κίνητρά της με την εκστρατεία κατά της Ουκρανίας. Επίσης, η εταιρική σχέση μεταξύ της Ρωσίας και των αυτονομιστών στην Ανατολική Ουκρανία στοχεύει στην υπονόμευση της αμερικανικής ηγεσίας στο ευρωπαϊκό σύστημα ασφαλείας.
Μέσω αυτής της στρατηγικής, η Ρωσία χρησιμοποίησε τα Ηνωμένα Έθνη ως μέσο νομιμοποίησης, ενώ παράλληλα ανάγκασε τις ΗΠΑ να διαπραγματευτούν. Ο συνδυασμός του πλαισίου του Ηνωμένων Εθνών και των σχετικά αποσταθεροποιημένων, λόγω εκλογών, Ηνωμένων Πολιτειών εξυπηρέτησε την Ρωσία, επιτρέποντάς της να κλιμακώσει την στρατιωτική της εκστρατεία στην Συρία, ενώ επωφελήθηκε από το νομιμοποιητικό αποτέλεσμα των διεθνών διαπραγματεύσεων. Η στρατηγική και η τακτική της Ρωσίας έχει αλλάξει την Συρία με βαθείς και πιθανώς με μη αναστρέψιμους τρόπους. Οι μετακινήσεις πληθυσμών είναι επίσης μια σκόπιμη τακτική, αλλάζοντας τον δημογραφικό χάρτη της χώρας για να ευνοήσει το καθεστώς. Επίσης, η επιτυχία της Ρωσίας λειτουργεί ως ισχυρό ψυχολογικό αποτρεπτικό για την στρατιωτική δράση των ΗΠΑ, καθώς η Ρωσία είναι πυρηνική δύναμη.
Η κρίσης της Συρίας και το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν εξακολουθούν να προσφέρουν στην Ρωσία μια καλή ευκαιρία να αποτρέψει μονομερείς στρατιωτικές ενέργειες Αμερικής/ΝΑΤΟ στο πλαίσιο της αποτροπής συγκρούσεων. Επίσης, η Ρωσία και οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να βρουν ένα κοινό έδαφος για συνεργασία με το ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν (σε συγκεκριμένα ζητήματα) και για περαιτέρω συνεργασίες στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό.
Σε περιφερειακό επίπεδο, οι διμερείς σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και του Ισραήλ είναι καλές καθώς η Ρωσία ανακοίνωσε ότι αναγνωρίζει την Δυτική Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ. Η Ρωσία δέχτηκε τις ισραηλινές επιχειρήσεις στην Συρία υπό προϋποθέσεις, καθώς η ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία προσπαθεί να εμποδίσει το Ιράν και την Χεζμπολάχ να χρησιμοποιήσουν την συριακή επικράτεια ως αφετηρία επιχειρήσεων ενάντια στο Ισραήλ. Στις κουρδικές περιοχές της βορειοανατολικής Συρίας που είναι γνωστές ως Δυτικό Κουρδιστάν, η σημαντική συνεισφορά των Κούρδων στον πόλεμο εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, τους δίνει το δικαίωμα να επιλέξουν την αυτοδιάθεση.
Η παρέμβαση της Ρωσίας άλλαξε επίσης την περιφερειακή ισορροπία ισχύος. Η Ρωσία οικοδομεί διμερείς σχέσεις με την Ιορδανία και την Τουρκία, καθώς αυτές οι δύο χώρες υπέγραψαν συμφωνία για την κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου Turkish Stream κάτω από τον Εύξεινο Πόντο στην Τουρκία, και παράλληλα ενισχύει τις διμερείς σχέσεις με την Αίγυπτο, το Ιράκ, το Κατάρ και την Σαουδική Αραβία.
Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας στην Συρία θα μπορούσε να γίνει καλύτερα κατανοητή αν θεωρηθεί ως ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που σχετίζεται με την Ουκρανία, τον ρόλο της Ρωσίας στο Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης του Ιράν (δηλαδή την JCPOA, την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν) και την αμφιλεγόμενη εμπλοκή στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
ΟΛΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΝ
Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας είναι συνυφασμένη και επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την προσέγγιση του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν που επικεντρώθηκε στην αποκατάσταση της παλιάς δόξας της τσαρικής και σοβιετικής εποχής, προσπαθώντας να αποκαταστήσει την Ρωσία ως υπερδύναμη στην παγκόσμια σκηνή.
Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας προσπαθεί να δημιουργήσει ένα νέο παγκόσμιο σύστημα, το οποίο θα υποστηρίζει τα δικά του συμφέροντα, ανεξάρτητα από την Δύση. Η Ρωσία επιδιώκει νέους στρατηγικούς εταίρους, όπως οι BRICS, και άλλους συνασπισμούς ώστε να αυξήσει την επιρροή της σε έναν αναδυόμενο πολυκεντρικό κόσμο.
Η ρεαλιστική πολιτική είναι η κυρίαρχη προσέγγιση στο Κρεμλίνο. Σε αυτό το πλαίσιο, η ρωσική υψηλή στρατηγική ενσωματώνει πολιτικές, οικονομικές, στρατιωτικές και διπλωματικές στρατηγικές για την αποτελεσματικότερη ανάπτυξη μιας πιο ολοκληρωμένης προσέγγισης.
Η ρωσική στρατηγική διαμορφώνεται με προτεραιότητα σε θέματα εθνικής ασφάλειας. Ο ρωσικός αναθεωρητισμός εκδηλώνεται με διαφορετικές τακτικές, όπως στρατιωτικά στην Ουκρανία και την Συρία, με πολιτικό τρόπο μέσω της χρήσης πληροφοριών με ψυχολογικές επιχειρήσεις ή κυβερνο-επιθέσεις και διπλωματικά αμφισβητώντας το status quo στους παγκόσμιους θεσμούς. Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας επίσης υποστηρίζεται από την άσκηση επιρροής στις πολιτικές εκστρατείες ή την κινητοποίηση των πολιτικών τριβών και την υποστήριξη του λαϊκισμού στην Δύση.
Επιπρόσθετα, η στρατιωτική στρατηγική της Ρωσίας στην Συρία με τους συμμάχους της προσπαθεί να επιβάλλει και να αποκαταστήσει την Ρωσία ως κύρια δύναμη όχι μόνο σε περιφερειακό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η υψηλή στρατηγική της Ρωσίας προκαλεί την Δύση με την προοδευτικότητά της και θα μπορούσε να δώσει μαθήματα ρεαλιστικής πολιτικής με ένα συνδυασμό προσαρμόσιμων θεωρητικών προσεγγίσεων. Αυτές οι προσεγγίσεις ωθούν την Δύση να ακολουθήσει μια πιο ολοκληρωμένη στρατηγική αναπτύσσοντας πολιτικές, οικονομικές, διπλωματικές και στρατιωτικές τακτικές με αυξημένη ευελιξία.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
-Ackerman Reuben, “Russia and the west: the grand strategy debate”, The London Globalist, November 28 2016, accessed July 24 2017, http://www.thelondonglobalist.org/russia-and-the-west-the-grand-strategy-debate.
-Ahrari Ehsan M., “Dealing with Putin’s grand strategy: The impossibility of bromance”, Bulletin of the atomic Scientists, 24 APRIL 2017, accessed July 24 2017, http://thebulletin.org/dealing-putin%E2%80%99s-grand-strategy-impossibility-%E2%80%9Cbromance%E2%80%9D10708.
-Akin Andy, “What do we know about Russia’s ‘Grand Strategy?”, Washingtonpost. May 2 2017, accessed July 24 2017, https://www.washingtonpost.com/news/monkey-cage/wp/2017/05/02/what-do-we-know-about-russias-grand-strategy/?utm_term=.279c2884a78a.
-Asia Centre, ‘Russia’s Grand Strategy in the Asia-Pacific revealed at Asia Centre’, Asiacentre, March 31, 2017, accessed July 24 2017, https://asiacentre.co.th/news/latest-news/russias-grand-strategy-in-the-asia-pacific-revealed-at-asia-centre.
-Bradshaw Sam and Jones Adrian, “Nato and EU need ‘grand strategy’ to resist Putin”, Financial Times, MARCH 3, 2017,Accessed July 24 2017, https://www.ft.com/content/e8dc5f7c-ff67-11e6-8d8e-a5e3738f9ae4.
-Covington, S.R, “The Meaning of Russia’s Campaign in Syria”, Harvard Kennedy School, Belfer Center for Science and International Affairs, pp.2-5, accessed July 23 2017, http://www.belfercenter.org/sites/default/files/legacy/files/Russia%20in%20Syria%20-%20web.pdf.
-Corm Georges, Pour une lecture profane des conflits: sur le « retour du religieux » dans les conflicts contemporains du Moyen-Orient, (Paris, La découverte, 2015), ps.15-25.
-Donaldson Robert H., Joseph L. Nogee, and Vidya Nadkarni, “The Foreign Policy of Russia: Challenging Systems, Enduring Interests” (Armonk, NY: M.E. Sharpe, 2014), pp. 362-423.
-Drezner Daniel W.. “Targeted Sanctions in a World of Global Finance”, International Interactions 41/4 (2015), 758-759.
-Edelstein David M. and Ronald R. Krebs, “Delusions of
Grand Strategy The Problem With Washington’s Planning Obsession”, foreignaffairs, November/December 2015, accessed July 24 2017, https://www.foreignaffairs.com/articles/2015-10-20/delusions-grand-strategy.
-European Parliament's, “Sub-Committee on Security and Defense Russia’s national security strategy and military doctrine and their implications for the EU”, pp.6-7, Belgium, 01 February 2017, accessed July 26 2017, http://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/IDAN/2017/578016/EXPO_IDA(2017)578016_EN.pd.
-Hiski Haukkala and Nicu Popescu, “Introduction of Russian Futures 2025”, PONARS Eurasia, p. 7, 13 Apr. 2016, accessed July 26 2017, http://www.ponarseurasia.org/article/russian-futures-horizon-2025.
-Karber Phillip and Joshua Thibeault, “Russia’s New Generation Warfare”, thepotomacfoundation, May 13, 2016, accessed July 29 2017, http://www.thepotomacfoundation.org/russias-new-generation-warfare-2/
-Lerman Eran, “Russia and Iran in Syria - Israel’s dilemmas”, ajc.org, April 8, 2017, Jewish advocacy organization, April 8, 2017, accessed July 24 2017, http://www.ajc.org/site/apps/nlnet/content3.aspx?c=7oJILSPwFfJSG&b=8586851&ct=14993861¬oc.
-Mansour Kashfi, “Iran’s Islamic pipeline a mad man’s dream”, Asian Times, July7, 2012, accessed July 24 2017, http://archive.li/F0H1F.
-Mazis I., Geopolitics and geostrategies of the Syrian crisis, Leimon, Athens, 2016.
-Monaghan Andrew, “Putin and Russian Grand Strategy” Russia and Eurasia Programme, Defibrillating the Vertikal? Chatman House, Okt.2014, accessed July 24 2017, https://www.chathamhouse.org/sites/files/chathamhouse/field/field_document/2014.
-Νazef, Ahmed, “Syria intervention plan fueled by oil interests, not chemical weapon concern”, The Guardian, August 20,2013, accessed July 24 2017,https://www.theguardian.com/environment/earthinsight/2013/aug/30/syria-chemical-attack-war-intervention-oil-gas-energy-pipelines.
-Puricel Ion, “Russia’s grand strategy – a predictable model”, Annals of the Constantin Brâncuși” University of Târgu Jiu, Letter and Social Science Series, Issue 4/2014, accessed July 29 2017, http://www.utgjiu.ro/revista/lit/pdf/2014-04/05_Ion%20Puricel.pdf
-Starr S. Frederick and Svante E. Cornell, “Introduction” in S. Frederick Starr and Svante E. Cornell (eds.), Putin’s Grand Strategy: The Eurasian Union and its Discontents (Washington, D.C.: Central Asia – Caucasus Institute, Silk Road Studies Program, 2014), pp. 5-13.
-Spykman Nicolas John, America’s Strategy in World Politics: The United States and the Balance of Power (New York: Brace and Company, 1942) p. xxvii.
-Trifkovic Srdja, ‘’The Geopolitics of New Multipolarity’’ (Paris: Institut de la Democratie,2014), accessed July 29 2017, https://www.chroniclesmagazine.org/the-geopolitics-of-new-multipolarity.
-Tsygankov, Andrei P., “Preserving Influence in a Changing World: Russia’s Grand Strategy”, San Francisco State University, Problems of Post-Communism, Vol. 58, No. 1, March-April, 2011, pp. 28-44.
-Weingarten Benjamin, “The Colder War: 10 key principles to Vladimir Putin’s grand strategy for Russia”, Dec. 19 2014, Accessed July 29 2017, http://www.theblaze.com/news/2014/12/19/the-colder-war-10-key-principles-to-vladimir-putins-grand-strategy-for-russia.
Δρ Βασίλειος Αρ. Γκρέκας
Ο Δρ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΑΡ. ΓΚΡΕΚΑΣ είναι διεθνολόγος και συγγραφέας,
μέλος του «Chatham House, the Royal Institute of International Affairs».
*Το δοκίμιο αυτό δημοσιεύθηκε στο τεύχος Δεκεμβρίου 2017 – Ιανουαρίου 2018 (αριθμός 49) του Foreign Affairs The Hellenic Edition.
15/07/2018
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
1.
Μέσω Γκολάν επιστρέφει ο Άσαντ.
Μέσω Γκολάν επιστρέφει ο Άσαντ.
Πληθαίνουν το τελευταίο διάστημα οι ενδείξεις ισχυροποίησης του Άσαντ στην Συρία με τον στρατό να ανακαταλαμβάνει το σύνολο των περιοχών του νότου από τους αντάρτες και τους μαχητές του Ισλαμικού Κράτους. Παραλλήλως δείχνουν να διευθετούνται ζητήματα που έθετε το Ισραήλ σχετικά με την παρουσία ιρανικών δυνάμεων στην συριακή επικράτεια, καθώς η Δαμασκός επιβάλει σταδιακά την κρατική συνέχεια στις περιοχές κοντά στην συρο-ισραηλινή μεθόριο.
Η Ρωσία, σύμμαχος του Άσαντ στην πολεμική κρίση, ανακοίνωσε ότι θα αναπτύξει στρατιωτική αστυνομία στα Υψίπεδα του Γκολάν και ότι θα δημιουργήσει σημεία ελέγχου, με στόχο να αποτραπούν τυχόν προκλητικές ενέργειες στην περιοχή. Αυτό φέρεται να διέρρευσε το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, την ώρα που Ρώσος απεσταλμένος στην Συρία δήλωνε ότι οι ιρανικές δυνάμεις έχουν αποσύρει τα βαρέα όπλα τους σε απόσταση 85 χιλιομέτρων από τα κατεχόμενα από το Ισραήλ Υψίπεδα του Γκολάν.
Το Ισραήλ θεωρεί ανεπαρκή αυτήν την απομάκρυνση και συνεχίζει τις επιχειρήσεις περιοχή. Ακόμη και την περασμένη νύχτα, ο ισραηλινός στρατός εξαπέλυσε αεροπορική επιδρομή στοχοθετώντας, σύμφωνα με την ανακοίνωσή του, «αρκετούς ένοπλους τρομοκράτες στο νότιο τμήμα των Υψιπέδων του Γκολάν». Από την πλευρά του το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανακοίνωσε ότι συνεχίζονται στην περιοχή οι συγκρούσεις ανάμεσα στον συριακό στρατό και μαχητές του Ισλαμικού Κράτους.
Καλύτερα με τον Άσαντ
Ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας, Αβίγκντορ Λίμπερμαν, θεωρεί πάντως δεδομένο ότι η Συρία θα επιστρέψει στην κατάσταση, στην οποία βρισκόταν πριν τον εμφύλιο πόλεμο. Προέβλεψε επίσης ότι το σύνορο στα Υψίπεδα του Γκολάν θα είναι πιο ήσυχο με την αποκατάσταση της κεντρικής εξουσίας του Άσαντ.
«Η κατάσταση επιστρέφει εκεί που βρισκόταν πριν τον εμφύλιο πόλεμο, πράγμα που σημαίνει πως υπάρχει μια πραγματική διεύθυνση, κάποιος υπεύθυνος και κεντρική εξουσία», είπε ο Λίμπερμαν. Μάλιστα στην ερώτηση αν οι Ισραηλινοί θα πρέπει να ανησυχούν λιγότερο για εντάσεις στο Γκολάν απάντησε θετικά και εκτίμησε ότι αυτό «είναι και προς το συμφέρον του Άσαντ».
Το Ισραήλ ζητά «σεβασμό των συμφωνιών διαχωρισμού του 1974», που οδήγησαν στην δημιουργία μιας αποστρατιωτικοποιημένης περιοχής στα Υψίπεδα του Γκολάν, μεγάλο μέρος των οποίων είναι υπό την κατοχή του. Θέτει επίσης ως όρο τα συριακά εδάφη να μην γίνουν «προκεχωρημένο φυλάκιο του Ιράν ενάντια στο Ισραήλ» ούτε και χώρος διέλευσης «όπλων προς τη Χεζμπολάχ στον Λίβανο».
Καθαρίζει τον νότο η Δαμασκός
Μετά την Ντεράα, ο συριακός στρατός με την συνδρομή των ρωσικών αεροπορικών δυνάμεων, έθεσε υπό τον έλεγχο του συνολικά τρεις επαρχίες της νοτιοδυτικής Συρίας, καταστρέφοντας τους θύλακες των ισλαμιστών ανταρτών. Τον πλήρη έλεγχο των επαρχιών Ντεράα, Ελ Σουβέιντα και Ελ Κουνέιτρα από τις συριακές δυνάμεις ανακοίνωσε ο επικεφαλής της Κεντρικής Διεύθυνσης επιχειρήσεων των Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσίας, αντιστράτηγος Σεργκέι Ρουτσκόι.
Ο ίδιος ανέφερε ότι στην νοτιοδυτική Συρία απελευθερώθηκαν 3.332 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ότι τέθηκαν υπό τον έλεγχο της κυβέρνησης της Δαμασκού 146 κατοικημένες περιοχές, από τις οποίες οι 50 μέσω διαπραγματεύσεων. Επισήμανε ακόμη ότι αποκαταστάθηκε ο έλεγχος στα σύνορα Συρίας-Ιορδανίας και ότι δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις ώστε να ενεργοποιηθεί και πάλι η ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ στα υψίπεδα του Γκολάν, όπως προβλέπεται από τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ του 1974.
Προανήγγειλε την νίκη
Ήδη από την Τετάρτη ο Σύρος πρόεδρος ανέφερε σε ανοικτή επιστολή προς τα στρατεύματά του, με την ευκαιρία της 73ης επετείου από την ίδρυση του συριακού στρατού, ότι «η νίκη είναι κοντά». Ο συριακός στρατός έχει ανακαταλάβει από τους αντάρτες και τους τζιχαντιστές σχεδόν τα δύο τρίτα της επικράτειας και τις περισσότερες από τις μεγάλες πόλεις.
Η επέλαση αυτή ήρθε έπειτα από σφοδρούς βομβαρδισμούς, αλλά και συμφωνίες συνθηκολόγησης που επιβλήθηκαν στους αντάρτες και είχαν ως αποτέλεσμα την αποχώρηση δεκάδων χιλιάδων μαχητών με τους οικείους τους από τομείς που ανακαταλάμβανε η κυβέρνηση της Δαμασκού.
«Υποχρεώθηκαν τελικά να φύγουν, ταπεινωμένοι, αφού τους δώσατε μια πρόγευση της πικρής ήττας», αναφέρει στην επιστολή του ο Άσαντ, ο οποίος την περασμένη εβδομάδα έθεσε ως νέα προτεραιότητα του συριακού στρατού την ανακατάληψη της επαρχίας Ιντλίμπ, στην βορειοδυτική Συρία, η οποία ελέγχεται από τζιχαντιστές και ανταρτικές παρατάξεις.
Σύνταξη SLpress.gr
3 Αυγούστου 2018
Russian military arrives at occupied Golan Heights border (video),https://www.almasdarnews.com/article/russian-military-arrives-at-occupied-golan-heights-border-video/
2.
Γκολάν: Ο ρωσικός στρατός θα φυλάει τα σύνορα
μεταξύ Ισραήλ και Συρίας.
Η Ρωσία θα εγκαταστήσει στρατιωτική αστυνομία στα σύνορα του Γκολάν μεταξύ Συρίας και Ισραήλ και θα δημιουργήσει οκτώ παρατηρητήρια, ανέφερε την Πέμπτη το πρακτορείο ειδήσεων Interfax, επικαλούμενο το ρωσικό υπουργείο Άμυνας."Προκειμένου να αποφευχθούν πιθανές προκλήσεις κατά των θέσεων των Ηνωμένων Εθνών κατά μήκος της γραμμής Bravo, προβλέπεται η ανάπτυξη οκτώ θέσεων παρατήρησης της στρατιωτικής αστυνομίας των ενόπλων δυνάμεων της Ρωσίας", ανέφερε ο Σεργκέι Ρούντσκοϊ, ανώτερος αξιωματούχος του υπουργείου Αμύνης, όπως ανέφερε το Interfax.
Αυτή η κίνηση αναμένεται να καθησυχάσει το Ισραήλ, το οποίο φοβάται την ανάπτυξη Ιρανικών δυνάμεων στην Ισραηλινο-Συριακή μεθόριο των Υψιπέδων του Γκολάν.
Πηγή: Reuters
http://www.onalert.gr/stories/golan-o-rwsikos-stratos-8a-fylaei-ta-synora-metaksy-israhl-kai-syrias/68851
2/8/2018
3.
Ο Συριακός πόλεμος έχει τελειώσει και η Αμερική έχασε.
Ο συριακός στρατός μπήκε πριν λίγες μέρες στον ανταρτοκρατούμενο τομέα της Ντεράα και ύψωσε τη σημαία της χώρας στο λίκνο της εξέγερσης εναντίον του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, την πόλη απ' όπου ξεκίνησε το 2011 ο εμφύλιος πόλεμος.
Ο Μπασάρ αλ-Ασαντ, ο άνθρωπος που τουλάχιστον για τους Αμερικανούς ήταν «θέμα χρόνου» να πέσει, επικράτησε με τη βοήθεια της Ρωσίας, του Ιράν και της Χεζμπολάχ.
Ο κυβερνητικός στρατός τις τελευταίες εβδομάδες προελαύνει προς τα νοτιοδυτικά, κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ και την Ιορδανία, σε μια από τις τελευταίες μεγάλες περιοχές που ελέγχονται ακόμη από αντικυβερνητικούς μαχητές.
Απευθυνόμενος με ανοικτή επιστολή προς τα στρατεύματά του, ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ-Άσαντ υποστήριξε πως πλησιάζουν να κερδίσουν τον πόλεμο. «Η νίκη μας είναι κοντά», γράφει με την ευκαιρία και της 73ης επετείου από την ίδρυση του συριακού στρατού.
Τα συριακά στρατεύματα υποστηρίζονται στρατιωτικά από τη Ρωσία και το Ιράν, καθώς και από τους μαχητές της λιβανικής Χεζμπολάχ και ιρακινούς, ιρανούς και αφγανούς πολιτοφύλακες.
Αυτή τη στιγμή, επτά χρόνια μετά την έναρξη της σύγκρουσης, οι δυνάμεις του καθεστώτος έχουν καταφέρει να ανακαταλάβουν από τους αντάρτες και τους τζιχαντιστές ολόκληρες περιφέρειες και ελέγχουν πλέον σχεδόν τα δύο τρίτα της επικράτειας, περιλαμβανομένου μεγάλου μέρους των κύριων πόλεων, των οδικών αξόνων καθώς και πολλές μεθοριακές διαβάσεις.
Μπόρεσαν να σημειώσουν πρόοδο στο πεδίο έπειτα από φονικούς βομβαρδισμούς, αλλά και συμφωνίες συνθηκολόγησης που επιβλήθηκαν στους αντάρτες και επέφεραν την αποχώρηση δεκάδων χιλιάδων μαχητών με τους οικείους τους από τομείς που ανακατελήφθησαν από το καθεστώς.
«Από τη Χομς και την Παλμύρα μέχρι το Χαλέπι, από την Καλαμούν και την Ντέιρ Εζόρ μέχρι την Ανατολική Γούτα και τη Δυτική Γούτα, άλλες πόλεις και άλλες εκστρατείες. Υποχρεώθηκαν τελικά να φύγουν --ταπεινωμένοι, υποχώρησαν-- αφού τους δώσατε μια πρόγευση της πικρής ήττας», αναφέρει ο Άσαντ σ' αυτή την επιστολή που δόθηκε και στη δημοσιότητα.
Η νέα προτεραιότητα των δυνάμεων του Άσαντ είναι να ανακαταλάβουν την επαρχία Ιντλίμπ (βορειοδυτική Συρία) που ελέγχεται από τους τζιχαντιστές και μερικές ανταρτικές παρατάξεις.
Οι Αμερικανοί τα έχουνε χαμένα
Την ίδια ώρα η Ουάσιγκτον είναι πάρα πολύ απασχολημένη με τα γεγονότα για να σκεφτεί ότι σήμερα υπάρχουν περίπου 500.000 λιγότεροι Συριανοί από όσους υπήρχαν όταν μια ομάδα αγοριών ψέκαζε στους τοίχους των κτιρίων της Ντεράα «Οι άνθρωποι απαιτούν την πτώση του καθεστώτος» πριν από επτά χρόνια.
Η συριακή εξέγερση ήρθε ως μέρος μιας αλυσιδωτής αντίδρασης στη Μέση Ανατολή που ονομάστηκε Αραβική Άνοιξη. Εκδηλώθηκαν εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο, στη Λιβύη, εξεγέρσεις στο Μπαχρέιν, τη Συρία και την Υεμένη. Κοινός τόπος η ανατροπή των δικτατορικών καθεστώτων και οι διεκδικήσεις για ελευθερία, αξιοπρέπεια, κοινωνική δικαιοσύνη, δημοκρατία. Στη Συρία ο ξεσηκωμένος λαός είχε να αντιμετωπίσει τις καθεστωτικές δυνάμεις από τη μία και τις ένοπλες τζιχαντιστικές ομάδες που προσπαθούσαν να επιβάλουν σκοταδιστικούς νόμους. Μαζί και τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (ΗΠΑ και Ρωσία) καθώς και περιφερειακές (Ιράν, Τουρκία, μοναρχίες του Κόλπου), με τις δικές τους γεωστρατηγικές προσεγγίσεις, οι οποίες άλλοτε οδηγούσαν σε ανταγωνισμό μεταξύ τους και άλλοτε σε επί μέρους συνεργασίες.
Μέσα στην πολυπλοκότητα του συριακού εμφυλίου η πολιτική κοινότητα δεν περίμενε ότι ο συριακός ηγέτης θα διαρκέσει για πολύ καιρό. Από την άλλη ο Άσαντ ακολούθησε την πιο προφανή και άκρως αποτελεσματική στρατηγική του: τη στρατιωτικοποίηση της εξέγερσης.
Με την πάροδο του χρόνου, οι συμμαχικές πολιτοφυλακές, οι τζιχαντιστές, οι περιφερειακές δυνάμεις της Συρίας, η παρέμβαση της Ρωσίας, καθιστούσαν δύσκολο τον εντοπισμό των συμφερόντων των ΗΠΑ στη σύγκρουση. Έτσι, η Ουάσινγκτον καταδίκασε την αιματοχυσία, έστειλε στρατό, βομβάρδισε το ισλαμικό κράτος, αλλά έμεινε έξω από την πολιτική σύγκρουση της Συρίας. Την πολιτική αυτή ακολούθησε ο Μπαράκ Ομπάμα αλλά και ο Ντόναλντ Τράμπ, ουσιαστικά παρέδωσαν τη Συρία στη Μόσχα μετά και την καταστροφή του Ισλαμικού Κράτους.
Η Συρία, φυσικά, έδειξε ότι είναι διαφορετική από τη Ρουάντα, το Νταρφούρ και τη Σρεμπρένιτσα - για να υποδείξει μια ανάλογη τακτική - αλλά φάνηκε ότι ακόμη και εκείνοι που είναι πολύ έμπειροι στην ιστορία δεν μπόρεσαν να αποφύγουν την επανάληψή τους.
Σύμφωνα και με την ανάλυση του foreignpolicy, η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 αποσταθεροποίησε την περιοχή, «εξουσιοδότησε» το Ιράν, κατέστρεψε τις σχέσεις με τους συμμάχους της Ουάσιγκτον και τροφοδότησε την εξτρεμιστική βία, υπονομεύοντας τη θέση των ΗΠΑ στην περιοχή. Η αμερικανική αδράνεια στη Συρία έκανε το ίδιο: συνέβαλε στην περιφερειακή αστάθεια, ενδυνάμωσε το Ιράν, κακοποίησε τις σχέσεις με τους περιφερειακούς φίλους και ενίσχυσε τις διεθνικές τρομοκρατικές ομάδες.
Η ισχύς είναι χρήσιμη μόνο στην εφαρμογή της και η Ουάσιγκτον έχει αποδειχθεί είτε ανίκανη είτε απρόθυμη να διαμορφώσει γεγονότα στη Μέση Ανατολή, όπως στο παρελθόν - έτσι, απέκλεισε την επιρροή της. Αυτό μπορεί να είναι μια θετική εξέλιξη. Κανείς δεν θέλει να επαναλάβει το Ιράκ.
Αντίθετα η Ρωσία προσφέρθηκε και αποδείχθηκε ως καλύτερος, πιο ικανός εταίρος στις χώρες της Μέσης Ανατολής. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έσωσε τον Ασαντ και η Συρία είναι τώρα το επίκεντρο της στρατηγικής της Ρωσίας για την ανάδειξη της ισχύος της ως παγκόσμιας εξουσίας και την ανανεωμένη της επιρροή στη Μέση Ανατολή, επιρροή που εκτείνεται από τη Δαμασκό προς ανατολάς μέσω της περιφερειακής κυβέρνησης του Κουρδιστάν στο Ιράν και από τη νότια Συρία προς την Αίγυπτο.
Το Ισραήλ, η Τουρκία και τα κράτη του Κόλπου εξακολουθούν να βλέπουν την Ουάσινγκτον ως ηγέτη, αλλά έχουν επίσης αρχίσει να αναζητούν βοήθεια για την εξασφάλιση των συμφερόντων τους στο Κρεμλίνο. Ο ισραηλινός πρωθυπουργός έχει γίνει προστάτης της πλευράς του Πούτιν ενώ ο Τούρκος Πρόεδρος και ο Ρώσος ομόλογός του είναι, μαζί με τους ηγέτες του Ιράν, εταίροι στη Συρία. Ο βασιλιάς Σάλμαν πραγματοποίησε την πρώτη επίσκεψη Σαουδάραβα μονάρχη στη Μόσχα τον Οκτώβριο του 2017 και τα Ηνωμένα Εμιράτα πιστεύουν ότι οι Ρώσοι πρέπει να είναι «στο τραπέζι» για συζητήσεις περιφερειακής σημασίας. Η εποχή κατά την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες καθόριζαν τους κανόνες του παιχνιδιού στη Μέση Ανατολή και διατηρούσαν μια περιφερειακή τάξη που την καθιστούσε σχετικά πιο εύκολη και λιγότερο δαπανηρή στην άσκηση της δύναμης των ΗΠΑ διήρκεσε 25 χρόνια. Τώρα έχει τελειώσει.
Η κατάσταση στη Συρία αποκαλύπτει συνάμα τη βαθιά αμφιθυμία των Αμερικανών απέναντι στη Μέση Ανατολή σε ό,τι αφορά τα συμφέροντα της Ουάσιγκτον: το πετρέλαιο, το Ισραήλ και την κυριαρχία των ΗΠΑ στην περιοχή ώστε να εξασφαλίσουν τα άλλα δύο. Οι Αμερικανοί αναρωτιούνται γιατί οι στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ τεμαχίζουν τον Περσικό Κόλπο και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να καταστούν ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου παγκοσμίως. Επίσης βλέπουν πως μετά από δύο αδιευκρίνιστους πολέμους σε 17 χρόνια, κανείς δεν μπορεί να προσφέρει στους Αμερικανούς έναν αναμφισβήτητο λόγο για τον οποίο το καθεστώς Άσαντ είναι το πρόβλημά τους.
Οι ΗΠΑ ήρθαν στη Συρία όχι αποκλειστικά για το πετρέλαιο αλλά και για να εξυπηρετήσουν το Ισραήλ με την εξάλειψη ενός εχθρικού κράτους ή πολλών εχθρών εντελώς.Τελικά, ακόμη και η συνάντηση Πούτιν-Τραμπ στο Ελσίνκι ενίσχυσε την εμπιστοσύνη του Τραμπ και του Ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου, καθώς η Μόσχα υποσχέθηκε να προστατεύσει τα σύνορα του Ισραήλ με τη Συρία.
Ίσως τώρα υπάρξει μια ευκαιρία για τους Αμερικανούς να συζητήσουν τι είναι σημαντικό στη Μέση Ανατολή και γιατί. Ωστόσο, δεν θα είναι εύκολο. Το Κογκρέσο είναι πολωμένο. Η προσέγγιση της διοίκησης του Τραμπ στην περιοχή καθορίζεται από το «έντερο» του προέδρου. Έχει συνεχίσει τις πολιτικές του Ομπάμα για την καταπολέμηση των εξτρεμιστικών ομάδων, αλλά στη συνέχεια τα «έσπασε» με τους προκατόχους του και μετακόμισε την Πρεσβεία των ΗΠΑ στο Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ. Η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν είναι σε αδιέξοδο και ο Τραμπ θέλει να φύγει από τη Συρία «πολύ σύντομα», ακόμη και όταν ο σύμβουλός του για την εθνική ασφάλεια δεσμεύεται να παραμείνει όσο παραμένει το Ιράν.
Για πολλούς αναλυτές τώρα είναι η ώρα να διεξαχθεί συζήτηση για τη Μέση Ανατολή. Υπάρχει ένα συναρπαστικό επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο τα αμερικανικά συμφέροντα απαιτούν ενεργό ρόλο των Η.Π.Α. στην περιοχή. Υπάρχει ένα εξίσου συναρπαστικό επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο οι στόχοι των ΗΠΑ μπορούν να εξασφαλιστούν χωρίς τους πολέμους. Ενδιάμεσα είναι η πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή: αμφισημία και αδράνεια. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Συρία, η Ρωσία και το Ιράν θα συνεχίσουν να κερδίζουν.
Αυτό που φαίνεται πιο σίγουρο από ποτέ είναι ότι η Ουάσινγκτον βαδίζει σε ένα δρόμο επαναπροσδιορισμού της εξωτερικής της πολιτικής σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη προσπαθώντας να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία της στις διεθνείς υποθέσεις και αποτρέποντας συνασπισμούς δυνάμεων (π.χ Κίνας, Ρωσίας, Ευρώπης) που θα απειλήσουν αυτήν την πρωτοκαθεδρία.
https://tvxs.gr/news/kosmos/
-syriakos-polemos-exei-teleiosei-kai-i-ameriki-exase
5/8/2018
2.
Γκολάν: Ο ρωσικός στρατός θα φυλάει τα σύνορα
μεταξύ Ισραήλ και Συρίας.
Η Ρωσία θα εγκαταστήσει στρατιωτική αστυνομία στα σύνορα του Γκολάν μεταξύ Συρίας και Ισραήλ και θα δημιουργήσει οκτώ παρατηρητήρια, ανέφερε την Πέμπτη το πρακτορείο ειδήσεων Interfax, επικαλούμενο το ρωσικό υπουργείο Άμυνας."Προκειμένου να αποφευχθούν πιθανές προκλήσεις κατά των θέσεων των Ηνωμένων Εθνών κατά μήκος της γραμμής Bravo, προβλέπεται η ανάπτυξη οκτώ θέσεων παρατήρησης της στρατιωτικής αστυνομίας των ενόπλων δυνάμεων της Ρωσίας", ανέφερε ο Σεργκέι Ρούντσκοϊ, ανώτερος αξιωματούχος του υπουργείου Αμύνης, όπως ανέφερε το Interfax.
Αυτή η κίνηση αναμένεται να καθησυχάσει το Ισραήλ, το οποίο φοβάται την ανάπτυξη Ιρανικών δυνάμεων στην Ισραηλινο-Συριακή μεθόριο των Υψιπέδων του Γκολάν.
Πηγή: Reuters
http://www.onalert.gr/stories/golan-o-rwsikos-stratos-8a-fylaei-ta-synora-metaksy-israhl-kai-syrias/68851
2/8/2018
3.
Ο Συριακός πόλεμος έχει τελειώσει και η Αμερική έχασε.
Ο συριακός στρατός μπήκε πριν λίγες μέρες στον ανταρτοκρατούμενο τομέα της Ντεράα και ύψωσε τη σημαία της χώρας στο λίκνο της εξέγερσης εναντίον του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, την πόλη απ' όπου ξεκίνησε το 2011 ο εμφύλιος πόλεμος.
Ο Μπασάρ αλ-Ασαντ, ο άνθρωπος που τουλάχιστον για τους Αμερικανούς ήταν «θέμα χρόνου» να πέσει, επικράτησε με τη βοήθεια της Ρωσίας, του Ιράν και της Χεζμπολάχ.
Ο κυβερνητικός στρατός τις τελευταίες εβδομάδες προελαύνει προς τα νοτιοδυτικά, κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ και την Ιορδανία, σε μια από τις τελευταίες μεγάλες περιοχές που ελέγχονται ακόμη από αντικυβερνητικούς μαχητές.
Απευθυνόμενος με ανοικτή επιστολή προς τα στρατεύματά του, ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ-Άσαντ υποστήριξε πως πλησιάζουν να κερδίσουν τον πόλεμο. «Η νίκη μας είναι κοντά», γράφει με την ευκαιρία και της 73ης επετείου από την ίδρυση του συριακού στρατού.
Τα συριακά στρατεύματα υποστηρίζονται στρατιωτικά από τη Ρωσία και το Ιράν, καθώς και από τους μαχητές της λιβανικής Χεζμπολάχ και ιρακινούς, ιρανούς και αφγανούς πολιτοφύλακες.
Αυτή τη στιγμή, επτά χρόνια μετά την έναρξη της σύγκρουσης, οι δυνάμεις του καθεστώτος έχουν καταφέρει να ανακαταλάβουν από τους αντάρτες και τους τζιχαντιστές ολόκληρες περιφέρειες και ελέγχουν πλέον σχεδόν τα δύο τρίτα της επικράτειας, περιλαμβανομένου μεγάλου μέρους των κύριων πόλεων, των οδικών αξόνων καθώς και πολλές μεθοριακές διαβάσεις.
Μπόρεσαν να σημειώσουν πρόοδο στο πεδίο έπειτα από φονικούς βομβαρδισμούς, αλλά και συμφωνίες συνθηκολόγησης που επιβλήθηκαν στους αντάρτες και επέφεραν την αποχώρηση δεκάδων χιλιάδων μαχητών με τους οικείους τους από τομείς που ανακατελήφθησαν από το καθεστώς.
«Από τη Χομς και την Παλμύρα μέχρι το Χαλέπι, από την Καλαμούν και την Ντέιρ Εζόρ μέχρι την Ανατολική Γούτα και τη Δυτική Γούτα, άλλες πόλεις και άλλες εκστρατείες. Υποχρεώθηκαν τελικά να φύγουν --ταπεινωμένοι, υποχώρησαν-- αφού τους δώσατε μια πρόγευση της πικρής ήττας», αναφέρει ο Άσαντ σ' αυτή την επιστολή που δόθηκε και στη δημοσιότητα.
Η νέα προτεραιότητα των δυνάμεων του Άσαντ είναι να ανακαταλάβουν την επαρχία Ιντλίμπ (βορειοδυτική Συρία) που ελέγχεται από τους τζιχαντιστές και μερικές ανταρτικές παρατάξεις.
Οι Αμερικανοί τα έχουνε χαμένα
Την ίδια ώρα η Ουάσιγκτον είναι πάρα πολύ απασχολημένη με τα γεγονότα για να σκεφτεί ότι σήμερα υπάρχουν περίπου 500.000 λιγότεροι Συριανοί από όσους υπήρχαν όταν μια ομάδα αγοριών ψέκαζε στους τοίχους των κτιρίων της Ντεράα «Οι άνθρωποι απαιτούν την πτώση του καθεστώτος» πριν από επτά χρόνια.
Η συριακή εξέγερση ήρθε ως μέρος μιας αλυσιδωτής αντίδρασης στη Μέση Ανατολή που ονομάστηκε Αραβική Άνοιξη. Εκδηλώθηκαν εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο, στη Λιβύη, εξεγέρσεις στο Μπαχρέιν, τη Συρία και την Υεμένη. Κοινός τόπος η ανατροπή των δικτατορικών καθεστώτων και οι διεκδικήσεις για ελευθερία, αξιοπρέπεια, κοινωνική δικαιοσύνη, δημοκρατία. Στη Συρία ο ξεσηκωμένος λαός είχε να αντιμετωπίσει τις καθεστωτικές δυνάμεις από τη μία και τις ένοπλες τζιχαντιστικές ομάδες που προσπαθούσαν να επιβάλουν σκοταδιστικούς νόμους. Μαζί και τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (ΗΠΑ και Ρωσία) καθώς και περιφερειακές (Ιράν, Τουρκία, μοναρχίες του Κόλπου), με τις δικές τους γεωστρατηγικές προσεγγίσεις, οι οποίες άλλοτε οδηγούσαν σε ανταγωνισμό μεταξύ τους και άλλοτε σε επί μέρους συνεργασίες.
Μέσα στην πολυπλοκότητα του συριακού εμφυλίου η πολιτική κοινότητα δεν περίμενε ότι ο συριακός ηγέτης θα διαρκέσει για πολύ καιρό. Από την άλλη ο Άσαντ ακολούθησε την πιο προφανή και άκρως αποτελεσματική στρατηγική του: τη στρατιωτικοποίηση της εξέγερσης.
Με την πάροδο του χρόνου, οι συμμαχικές πολιτοφυλακές, οι τζιχαντιστές, οι περιφερειακές δυνάμεις της Συρίας, η παρέμβαση της Ρωσίας, καθιστούσαν δύσκολο τον εντοπισμό των συμφερόντων των ΗΠΑ στη σύγκρουση. Έτσι, η Ουάσινγκτον καταδίκασε την αιματοχυσία, έστειλε στρατό, βομβάρδισε το ισλαμικό κράτος, αλλά έμεινε έξω από την πολιτική σύγκρουση της Συρίας. Την πολιτική αυτή ακολούθησε ο Μπαράκ Ομπάμα αλλά και ο Ντόναλντ Τράμπ, ουσιαστικά παρέδωσαν τη Συρία στη Μόσχα μετά και την καταστροφή του Ισλαμικού Κράτους.
Η Συρία, φυσικά, έδειξε ότι είναι διαφορετική από τη Ρουάντα, το Νταρφούρ και τη Σρεμπρένιτσα - για να υποδείξει μια ανάλογη τακτική - αλλά φάνηκε ότι ακόμη και εκείνοι που είναι πολύ έμπειροι στην ιστορία δεν μπόρεσαν να αποφύγουν την επανάληψή τους.
Σύμφωνα και με την ανάλυση του foreignpolicy, η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 αποσταθεροποίησε την περιοχή, «εξουσιοδότησε» το Ιράν, κατέστρεψε τις σχέσεις με τους συμμάχους της Ουάσιγκτον και τροφοδότησε την εξτρεμιστική βία, υπονομεύοντας τη θέση των ΗΠΑ στην περιοχή. Η αμερικανική αδράνεια στη Συρία έκανε το ίδιο: συνέβαλε στην περιφερειακή αστάθεια, ενδυνάμωσε το Ιράν, κακοποίησε τις σχέσεις με τους περιφερειακούς φίλους και ενίσχυσε τις διεθνικές τρομοκρατικές ομάδες.
Η ισχύς είναι χρήσιμη μόνο στην εφαρμογή της και η Ουάσιγκτον έχει αποδειχθεί είτε ανίκανη είτε απρόθυμη να διαμορφώσει γεγονότα στη Μέση Ανατολή, όπως στο παρελθόν - έτσι, απέκλεισε την επιρροή της. Αυτό μπορεί να είναι μια θετική εξέλιξη. Κανείς δεν θέλει να επαναλάβει το Ιράκ.
Αντίθετα η Ρωσία προσφέρθηκε και αποδείχθηκε ως καλύτερος, πιο ικανός εταίρος στις χώρες της Μέσης Ανατολής. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έσωσε τον Ασαντ και η Συρία είναι τώρα το επίκεντρο της στρατηγικής της Ρωσίας για την ανάδειξη της ισχύος της ως παγκόσμιας εξουσίας και την ανανεωμένη της επιρροή στη Μέση Ανατολή, επιρροή που εκτείνεται από τη Δαμασκό προς ανατολάς μέσω της περιφερειακής κυβέρνησης του Κουρδιστάν στο Ιράν και από τη νότια Συρία προς την Αίγυπτο.
Το Ισραήλ, η Τουρκία και τα κράτη του Κόλπου εξακολουθούν να βλέπουν την Ουάσινγκτον ως ηγέτη, αλλά έχουν επίσης αρχίσει να αναζητούν βοήθεια για την εξασφάλιση των συμφερόντων τους στο Κρεμλίνο. Ο ισραηλινός πρωθυπουργός έχει γίνει προστάτης της πλευράς του Πούτιν ενώ ο Τούρκος Πρόεδρος και ο Ρώσος ομόλογός του είναι, μαζί με τους ηγέτες του Ιράν, εταίροι στη Συρία. Ο βασιλιάς Σάλμαν πραγματοποίησε την πρώτη επίσκεψη Σαουδάραβα μονάρχη στη Μόσχα τον Οκτώβριο του 2017 και τα Ηνωμένα Εμιράτα πιστεύουν ότι οι Ρώσοι πρέπει να είναι «στο τραπέζι» για συζητήσεις περιφερειακής σημασίας. Η εποχή κατά την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες καθόριζαν τους κανόνες του παιχνιδιού στη Μέση Ανατολή και διατηρούσαν μια περιφερειακή τάξη που την καθιστούσε σχετικά πιο εύκολη και λιγότερο δαπανηρή στην άσκηση της δύναμης των ΗΠΑ διήρκεσε 25 χρόνια. Τώρα έχει τελειώσει.
Η κατάσταση στη Συρία αποκαλύπτει συνάμα τη βαθιά αμφιθυμία των Αμερικανών απέναντι στη Μέση Ανατολή σε ό,τι αφορά τα συμφέροντα της Ουάσιγκτον: το πετρέλαιο, το Ισραήλ και την κυριαρχία των ΗΠΑ στην περιοχή ώστε να εξασφαλίσουν τα άλλα δύο. Οι Αμερικανοί αναρωτιούνται γιατί οι στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ τεμαχίζουν τον Περσικό Κόλπο και αν οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι έτοιμες να καταστούν ο μεγαλύτερος παραγωγός πετρελαίου παγκοσμίως. Επίσης βλέπουν πως μετά από δύο αδιευκρίνιστους πολέμους σε 17 χρόνια, κανείς δεν μπορεί να προσφέρει στους Αμερικανούς έναν αναμφισβήτητο λόγο για τον οποίο το καθεστώς Άσαντ είναι το πρόβλημά τους.
Οι ΗΠΑ ήρθαν στη Συρία όχι αποκλειστικά για το πετρέλαιο αλλά και για να εξυπηρετήσουν το Ισραήλ με την εξάλειψη ενός εχθρικού κράτους ή πολλών εχθρών εντελώς.Τελικά, ακόμη και η συνάντηση Πούτιν-Τραμπ στο Ελσίνκι ενίσχυσε την εμπιστοσύνη του Τραμπ και του Ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου, καθώς η Μόσχα υποσχέθηκε να προστατεύσει τα σύνορα του Ισραήλ με τη Συρία.
Ίσως τώρα υπάρξει μια ευκαιρία για τους Αμερικανούς να συζητήσουν τι είναι σημαντικό στη Μέση Ανατολή και γιατί. Ωστόσο, δεν θα είναι εύκολο. Το Κογκρέσο είναι πολωμένο. Η προσέγγιση της διοίκησης του Τραμπ στην περιοχή καθορίζεται από το «έντερο» του προέδρου. Έχει συνεχίσει τις πολιτικές του Ομπάμα για την καταπολέμηση των εξτρεμιστικών ομάδων, αλλά στη συνέχεια τα «έσπασε» με τους προκατόχους του και μετακόμισε την Πρεσβεία των ΗΠΑ στο Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ. Η πυρηνική συμφωνία με το Ιράν είναι σε αδιέξοδο και ο Τραμπ θέλει να φύγει από τη Συρία «πολύ σύντομα», ακόμη και όταν ο σύμβουλός του για την εθνική ασφάλεια δεσμεύεται να παραμείνει όσο παραμένει το Ιράν.
Για πολλούς αναλυτές τώρα είναι η ώρα να διεξαχθεί συζήτηση για τη Μέση Ανατολή. Υπάρχει ένα συναρπαστικό επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο τα αμερικανικά συμφέροντα απαιτούν ενεργό ρόλο των Η.Π.Α. στην περιοχή. Υπάρχει ένα εξίσου συναρπαστικό επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο οι στόχοι των ΗΠΑ μπορούν να εξασφαλιστούν χωρίς τους πολέμους. Ενδιάμεσα είναι η πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή: αμφισημία και αδράνεια. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η Συρία, η Ρωσία και το Ιράν θα συνεχίσουν να κερδίζουν.
Αυτό που φαίνεται πιο σίγουρο από ποτέ είναι ότι η Ουάσινγκτον βαδίζει σε ένα δρόμο επαναπροσδιορισμού της εξωτερικής της πολιτικής σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη προσπαθώντας να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία της στις διεθνείς υποθέσεις και αποτρέποντας συνασπισμούς δυνάμεων (π.χ Κίνας, Ρωσίας, Ευρώπης) που θα απειλήσουν αυτήν την πρωτοκαθεδρία.
https://tvxs.gr/news/kosmos/
-syriakos-polemos-exei-teleiosei-kai-i-ameriki-exase
5/8/2018