Ο σχηματισμός της τέλειας καταιγίδας.
Το 2008 χρεοκόπησαν οι εμπορικές τράπεζες και υπερχρεώθηκαν τα κράτη για να τις διασώσουν, ενώ αμέσως μετά υπερχρεώθηκαν οι κεντρικές τράπεζες για να διασώσουν τα κράτη, με αποτέλεσμα να είναι σήμερα οι πάντες υπερχρεωμένοι – οπότε εύλογα μαίνονται οι οικονομικοί, ενεργειακοί, χρηματοπιστωτικοί και νομισματικοί πόλεμοι, με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε έναν παγκόσμιο στρατιωτικό.
Οι πόλεμοι σήμερα είναι οικονομικοί και όχι στρατιωτικοί – ενώ το κράτος που έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων, οι Η.Π.Α. εν προκειμένω, είναι σε θέση να κερδίζει τεράστια ποσά χρησιμοποιώντας τα χρηματοπιστωτικά εργαλεία που έχει στη διάθεση του. Πρόσφατο παράδειγμα η Τουρκία, όπου οι κερδοσκόποι έχουν στήσει κυριολεκτικά πάρτι επάνω στο πτώμα της (άρθρο) – ενώ οι δυνατότητες αντίδρασης που έχει στη διάθεση της (αύξηση των βασικών επιτοκίων, έλεγχοι κεφαλαίων, ΔΝΤ) είναι αμφιλεγόμενες, αφού είναι συνδεδεμένες με παρενέργειες (ρυθμός ανάπτυξης, τράπεζες, χρεοκοπίες κλπ.) που δεν είναι καθόλου εύκολο να χειριστούν.
Το βασικότερο όπλο των Η.Π.Α. είναι η επιβολή κυρώσεων, όπως είναι οι δασμοί, τα πρόστιμα στις ξένες τράπεζες ή η διεθνής απομόνωση του αντιπάλου τους, η οποία μοιάζει με το βγάλσιμο της πρίζας από το παγκόσμιο σύστημα – με αποτέλεσμα συχνά τις μαζικές εκροές κεφαλαίων που προκαλούν προβλήματα χρηματοδότησης στο θύμα τους, κατάρρευση του νομίσματος, υπερβολικό πληθωρισμό κοκ. Οι αμερικανικές εταιρείες αξιολόγησης δε είναι αυτές που δίνουν τη χαριστική βολή – υποτιμώντας το αξιόχρεο της χώρας, οπότε τα ομόλογα της και κατ’ επέκταση τη βιωσιμότητα του τραπεζικού της συστήματος.
Περαιτέρω, οι κυρώσεις που επιβάλλουν οι Η.Π.Α. ζημιώνουν σχεδόν πάντοτε την ευρωπαϊκή οικονομία – όπως στην περίπτωση της Ρωσίας πρόσφατα ή της Τουρκίας σήμερα, στην οποία είναι εκτεθειμένες οι τράπεζες της Ισπανίας (85,3 δις $), της Γαλλίας (38,4 δις $), της Ιταλίας (17 δις $), αλλά και της Γερμανίας με 20,77 δις €. Σύμφωνα πάντως με τους FT, η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας δήλωσε το Μάιο πως οι υποχρεώσεις των επιχειρήσεων του μη χρηματοπιστωτικού τομέα (χωρίς τις τράπεζες) σε συνάλλαγμα ήταν 337 δις $ – ένα τρομακτικό ποσόν που πλησιάζει το 40% του ΑΕΠ της (πηγή).
Οφείλει να σημειωθεί πάντως εδώ πως κοντά στην αμερικανική βάση του Ινσιρλίκ που απειλούν να κλείσουν οι Τούρκοι ως αντίποινα, καταλήγει ο αγωγός από το Αζερμπαϊτζάν (εικόνα) , τον οποίο ουσιαστικά προστατεύουν οι Η.Π.Α. – οπότε δεν θα το επέτρεπαν ποτέ (επίσης πως η κατάρρευση της λίρας για τον τουρισμό μας θα αποβεί μεγάλο πρόβλημα).
Οφείλει να σημειωθεί πάντως εδώ πως κοντά στην αμερικανική βάση του Ινσιρλίκ που απειλούν να κλείσουν οι Τούρκοι ως αντίποινα, καταλήγει ο αγωγός από το Αζερμπαϊτζάν (εικόνα) , τον οποίο ουσιαστικά προστατεύουν οι Η.Π.Α. – οπότε δεν θα το επέτρεπαν ποτέ (επίσης πως η κατάρρευση της λίρας για τον τουρισμό μας θα αποβεί μεγάλο πρόβλημα).
Παρά το ότι τώρα τα βλέμματα του πλανήτη είναι στραμμένα στην Τουρκία, από την οποία ασφαλώς θα μπορούσε να ξεκινήσει η επόμενη χρηματοπιστωτική καταιγίδα (άρθρο), εν πρώτοις με τη «μόλυνση» των τεσσάρων άλλων επισφαλών αναπτυσσομένων οικονομιών (ανάλυση), με την Αργεντινή να έχει ζητήσει μεν τη βοήθεια του ΔΝΤ, χωρίς όμως να συγκρατήσει ακόμη την πτώση του νομίσματος της, ο νούμερο ένα κίνδυνος είναι η οικονομική σύγκρουση των Η.Π.Α. με το Ιράν – σημειώνοντας πως πολύ συχνά οι στόχοι των Η.Π.Α. προέρχονται από δύο διαφορετικές πηγές:
(α) από το βαθύ αμερικανικό κράτος, με το οποίο αρκετές φορές δεν συμφωνεί ο κ. Trump όπως στην περίπτωση της Ρωσίας και (β) από τον ίδιο τον πρόεδρο Trump, όπως στην Τουρκία και στο Ιράν. Ενδεχομένως δε να ισχύει η μυστική συμφωνία του αμερικανού προέδρου με τη Ρωσία και με τη Σαουδική Αραβία στο Ελσίνκι, όσον αφορά τις τιμές του πετρελαίου – αφού οι Η.Π.Α. δεν θα μπορούσαν να κερδίσουν τη μάχη της Σαουδικής Αραβίας (ανάλυση), αλλά δεν θα ήταν διαθέσιμες να τη χάσουν.
Ο κίνδυνος του Ιράν
Συνεχίζοντας, έχουν ήδη επιβληθεί αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν, στον πρώτο βαθμό τους – σε μία μορφή που έχει ως αποτέλεσμα ξανά την οικονομική ομηρία της Ευρώπης. Ειδικότερα, οι εμπορικές συναλλαγές της Ευρώπης με το Ιράν έφτασαν το τελευταίο έτος στα 10,8 δις € στις εξαγωγές, καθώς επίσης στα 10,1 δις € στις εισαγωγές – ενώ η Airbus προμήθευσε ήδη τρία επιβατικά αεροπλάνα στο Ιράν και η ATR (κοινοπρακτική εταιρεία της Ιταλίας με τη Γαλλία) πέντε ελικοφόρα αεροσκάφη, από τις ήδη ληφθείσες, πολύ μεγαλύτερες παραγγελίες.
Περισσότερα όμως δεν μπορούν να πουλήσουν ούτε η μία εταιρεία, ούτε η άλλη – αφενός μεν επειδή στο 10% των εξαρτημάτων των αεροσκαφών «ενσωματώνονται» αμερικανικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας, αφετέρου επειδή είναι εξαρτημένες σε μεγάλο βαθμό από τις πωλήσεις τους στις Η.Π.Α., τις οποίες θα έχαναν εάν δεν τηρούσαν τις κυρώσεις. Χαμένη είναι βέβαια και η Boeing, η οποία έχει παραγγελίες ύψους 17 δις $, καθώς επίσης πολλές άλλες αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες – ενώ στο Ιράν θα χάσουν τις θέσεις εργασίας τους δεκάδες χιλιάδες του κλάδου των χαλιών, συν χιλιάδες χωρικοί που παράγουν φιστίκια.
Σε κάθε περίπτωση, από πολιτικής και στρατιωτικής σκοπιάς προβλέπεται πως θα ξεσπάσει μία καταστροφική καταιγίδα στον περσικό κόλπο – στον οποίο οι Η.Π.Α. διατηρούν 30.000 στρατιώτες, τον 5ο στόλο με ένα μεγάλο κέντρο διοίκησης, καθώς επίσης 30 πλοία (συνήθως συμπληρώνονται με ένα αεροπλανοφόρο) πριν από το Μπαχρέιν. Επί πλέον υπάρχουν αμερικανικές βάσεις στο Κουβέιτ, στα Αραβικά Εμιράτα, στο Κατάρ και στη Σαουδική Αραβία – οι οποίες τροφοδοτούνται ως επί το πλείστον με πλοία που πρέπει να διέλθουν από τα στενά του Ορμούζ.
Από τη στενή αυτή λωρίδα του περσικού κόλπου (εικόνα) διέρχεται το 30% της δια θαλάσσης τροφοδοσίας του πλανήτη με πετρέλαιο και υγροποιημένο φυσικό αέριο – ενώ στο στενότερο μέρος της έχει πλάτος 40 χιλιομέτρων, με το Ομάν στα νότια και το Ιράν στα βόρεια. Στα πλαίσια αυτά υπάρχουν φόβοι πως το Ιράν θα προσπαθήσει να κλείσει ένα μεγάλο μέρων των στενών του Ορμούζ που συμπεριλαμβάνει δύο κανάλια πλοήγησης 3,2 και 4,8 χιλιομέτρων – από τα οποία πρέπει να διέλθουν όλα τα εμπορικά και πολεμικά πλοία, ενώ μέχρι σήμερα τα αμερικανικά πολεμικά περνούσαν χωρίς να το δηλώσουν.
Το Ιράν και το Ομάν, η δεύτερη χώρα δηλαδή που είναι υπεύθυνη για τον έλεγχο των διερχομένων πλοίων, το ανεχόταν – αν και σύμφωνα με τη σύμβαση της Γενεύης για το Δίκαιο της θαλάσσης πρέπει τα πολεμικά πλοία να έχουν την άδεια της κυβέρνησης του Ιράν πριν περάσουν τα στενά. Βέβαια, μεταξύ της σύμβασης της Γενεύης για το Δίκαιο της θαλάσσης και του Ο.Η.Ε. υπάρχουν διαφορές – αφού κατά τη συμφωνία του Ο.Η.Ε. τα πολεμικά πλοία πρέπει να αντιμετωπίζονται με τους ίδιους όρους που ισχύουν για τα εμπορικά. Η ουσία αυτής της «λεπτομέρειας» είναι το ότι, το Ιράν έχει μεν υπογράψει τη συμφωνία του Ο.Η.Ε., αλλά δεν την έχει επικυρώσει – ενώ οι Η.Π.Α. δεν προσχώρησαν ποτέ στη συμφωνία.
Συνεχίζοντας, εάν επικρατήσουν οι διαθέσεις του προέδρου Trump, μετά τις 4 Νοεμβρίου το Ιράν δεν θα μπορεί να εξάγει ούτε σταγόνα πετρελαίου και φυσικού αερίου – οπότε η χώρα θα αντιμετώπιζε άλυτα προβλήματα επιβίωσης, αφού τότε θα μπορούσε να τροφοδοτεί την παγκόσμια αγορά μόνο μέσω των αγωγών προς την Κίνα, από τους οποίους όμως διέρχονται ελάχιστες ποσότητες (περί το 90% των ποσοτήτων πετρελαίου μεταφέρονται με πλοία).
Μία δεύτερη δυνατότητα του Ιράν θα ήταν η χρήση φορτηγών αυτοκινήτων και του σιδηροδρόμου, με κατεύθυνση την Τουρκία – η οποία έχει δηλώσει πως δεν θα τηρήσει τις αμερικανικές κυρώσεις, με αποτέλεσμα να υποστεί τις γνωστές εναντίον της, με καταστροφικές συνέπειες για την οικονομία της.
Εάν τώρα το Ιράν έκλεινε πράγματι τα στενά του Ορμούζ (κάτι που δεν θεωρείται εντελώς απίθανο, ενώ δεν αγωνιούν μόνο οι Η.Π.Α. για το τι θα συμβεί αλλά, επίσης, η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα που αναζητούν ευκαιρία για συγκρουστούν με το Ιράν), θα ισοδυναμούσε αυτόματα με την κήρυξη πολέμου – αφού στο Δίκαιο της Θαλάσσης υπάρχουν άρθρα που ερμηνεύουν το κλείσιμο ενός θαλασσίου στενού ως πολεμική διακήρυξη.
Μία κυβέρνηση όμως που κυριολεκτικά νοιώθει πως στραγγαλίζεται, δεν είναι απίθανο να πάρει το ρίσκο της επίθεσης, ακόμη και αν είναι η τελευταία της ενέργεια – ενώ δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς πως οι βασικοί σύμμαχοι του Ιράν, η Ρωσία και ιδιαίτερα η Κίνα (η οποία αντιμετωπίζει καχύποπτα τις επαφές του προέδρου Trump με τον κ. Putinκαι τη Σαουδική Αραβία, διαισθανόμενη τον κίνδυνο), δεν θα μείνουν ουδέτεροι.
Όσον αφορά τώρα την Ευρώπη, στην οποία οι τρεις μεγάλες δυνάμεις δεν δίνουν καμία σημασία, θα μπορούσε ίσως να σώσει την κατάσταση, συνεχίζοντας να εισάγει πετρέλαιο και φυσικό αέριο από το Ιράν – μη εφαρμόζοντας τις αμερικανικές κυρώσεις σε αυτό το σημείο, για να αποφευχθεί η στρατιωτική σύγκρουση των Η.Π.Α. με το Ιράν και να μην κλείσει το τελευταίο τα στενά του Ορμούζ. Εν τούτοις, δεν φαίνεται η ηγεσία της να είναι τόσο αποφασιστική, ενώ ελλοχεύει η αναζωπύρωση της κρίσης χρέους που δεν επιλύθηκε ποτέ – αλλά απλά μεταφέρθηκε στο μέλλον.
Εν προκειμένω, ο νούμερο ένα κίνδυνος είναι η Ιταλία, η νέα κυβέρνηση της οποίας δεν φαίνεται διατεθειμένη να μην τιμήσει τις προεκλογικές της δεσμεύσεις – αλλά δεν είναι βέβαια τόσο ανόητη, ώστε να συγκρουστεί μετωπικά με τη Γερμανία, επιλέγοντας έναν άλλο δρόμο. Ως εκ τούτου η Γερμανία υποψιάζεται πως στήνει κρυφά μία παγίδα – έχοντας από την άλλη πλευρά να αντιμετωπίσει τον πρόεδρο Trump, ο οποίος δεν ανέχεται τα πλεονάσματα της με τη βοήθεια του υποτιμημένου ευρώ, από τα προβλήματα των εταίρων της.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, εάν η κρίση που ξεκίνησε από τις αναπτυσσόμενες χώρες (Αργεντινή, Βραζιλία, Τουρκία) διευρυνθεί στις υπόλοιπες (Μεξικό, Ινδία, Ινδονησία κλπ) και συνοδευθεί από μία ενεργειακή λόγω της κατάστασης στο Ιράν, τότε δεν θα αποφευχθεί μία παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, πολύ ισχυρότερη από την προηγούμενη – αφού μετά το 2008 δεν επιλύθηκε ουσιαστικά κανένα οικονομικό πρόβλημα, αλλά απλά μεταφέρθηκαν όλα επαυξημένα στο μέλλον, με τις μη συμβατικές ενέργειες των κεντρικών τραπεζών (ανάλυση).
Ουσιαστικά χρεοκόπησαν το 2008 οι εμπορικές τράπεζες, υπερχρεώθηκαν τα κράτη για να τις διασώσουν, αμέσως μετά υπερχρεώθηκαν οι κεντρικές τράπεζες για να διασώσουν τα κράτη και σήμερα είναι οι πάντες υπερχρεωμένοι – με τις Η.Π.Α. να επιλέγουν τον προστατευτισμό, τον εμπορικό και φορολογικό πόλεμο, για να αντιμετωπίσουν το υπέρογκο χρέος τους που έχει υπερδιπλασιαστεί μετά το 2008 (γράφημα), καθώς επίσης τα δίδυμα ελλείμματα τους που όμως δεν υποχωρούν.
Η Ρωσία ίσως αντέξει τις αμερικανικές πιέσεις και τη συνεχιζόμενη πτώση του ρουβλίου, αλλά η Κίνα δεν είναι σε θέση να δεχθεί τη μείωση των εξαγωγών της από τους δασμούς που της επιβάλλουν οι Η.Π.Α. – οπότε θα αναγκασθεί να τους καλύψει με την αντίστοιχη πτώση της ισοτιμίας του νομίσματος της, προκαλώντας έναν παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο, αφού οι υπόλοιπες χώρες θα υποχρεωθούν να αντιδράσουν ανάλογα. Οι νομισματικοί πόλεμοι όμως αποτελούσαν ανέκαθεν την αφετηρία των στρατιωτικών – οι οποίοι, στην εποχή των πυρηνικών όπλων, δεν θα ήταν ότι καλύτερο για τον πλανήτη.