Ασλί Ερντογάν: Η σημερινή Τουρκία θυμίζει ναζιστική Γερμανία.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
(1) Οι Αμερικανοί βάζουν στη μέγγενη τον Ερντογάν.
(2) O Ερντογάν ρισκάρει τη ρήξη με τις ΗΠΑ – Σε ομηρία από τη Ρωσία.
(3) Χωρίς φρένο η βουτιά της τουρκικής λίρας - σε νέο ιστορικό χαμηλό.
(4) Αναγκαίο ρίσκο οι κυρώσεις ΗΠΑ σε Τούρκους αξιωματούχους.
(5) Πού οδηγεί η «ανταλλαγή» κυρώσεων μεταξύ ΗΠΑ-Τουρκίας.
(6) Ο Ερντογάν χορεύει με τους Λύκους!
(7) Τουρκική mala fides και ο πάστορας Μπράνσον.
Ασλί Ερντογάν:
Η σημερινή Τουρκία θυμίζει ναζιστική Γερμανία.
Για την Ασλί Ερντογάν, την Τουρκάλα συγγραφέα που κινδυνεύει να καταδικαστεί σε ισόβια στην Τουρκία και βρίσκεται αυτοεξόριστη στη Γερμανία, η κατάσταση στη χώρα της είναι πολύ σοβαρή.
«Ο τρόπος με τον οποίο προχωρούν τα πράγματα στην Τουρκία θυμίζει τη ναζιστική Γερμανία», τόνισε η 51χρονη συγγραφέας σε συνέντευξή της στο AFP από την Φρανκφούρτη όπου ζει.
«Πιστεύω ότι είναι ένα φασιστικό καθεστώς. Δεν είναι ακόμη η Γερμανία της δεκαετίας του 1940, αλλά αυτή της δεκαετίας του 1930», εξηγεί αναφερόμενη στην περίοδο κατά την οποία οι ναζί εδραίωσαν την εξουσία τους καταστέλλοντας κάθε αντιπολίτευση.
Η Ασλί Ερντογάν εξάλλου, που δεν έχει καμία σχέση με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δεν έχει εμπιστοσύνη στην δικαιοσύνη στην Τουρκία.
Κατηγορείται και δικάζεται ερήμην για «τρομοκρατική προπαγάνδα», κυρίως εξαιτίας της συνεργασίας της με την κουρδική εφημερίδα Ozgur Gundem, η οποία πλέον έχει κλείσει καθώς φέρεται να συνδέεται με το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK).
«Ένα κρίσιμο στοιχείο είναι η απουσία του δικαστικού συστήματος», καταγγέλλει η συγγραφέας, η οποία περιγράφει μια Τουρκία με υπερπλήρεις φυλακές και δικαστήρια όπου προεδρεύουν νεαροί δικαστές άπειροι, αλλά πιστοί στον πρόεδρο Ερντογάν. Αυτοί έχουν αντικαταστήσει την παλιά φρουρά των δικαστών, η οποία εκδιώχθηκε στο πλαίσιο της κρατικής καταστολής μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.
Η ίδια η Ασλί Ερντογάν έχει περάσει 136 ημέρες στη φυλακή και είναι μία από τους δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που βρίσκονται στο στόχαστρο των τουρκικών αρχών.
Οι συλλήψεις είχαν στόχο φερόμενους υποστηρικτές του ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο η Άγκυρα κατηγορεί για το πραξικόπημα, όμως και μέσα της αντιπολίτευσης και άνθρωποι που διάκεινται θετικά προς τους Κούρδους.
«Ο Ερντογάν είναι σχεδόν παντοδύναμος», καταγγέλλει η συγγραφέας. «Αποφασίζει από την τιμή των φαρμάκων ως το μέλλον του κλασικού μπαλέτου, τα μέλη της οικογένειάς του έχουν αναλάβει να διαχειρίζονται την οικονομία της χώρας», εξηγεί.
Η Ασλί Ερντογάν προειδοποιεί τη Δύση να μην εξαπατηθεί πιστεύοντας ότι τα πράγματα θα βελτιωθούν τώρα που ο πρόεδρος έχει εδραιώσει την εξουσία του μετά τις εκλογές του Ιουνίου. «Πρόκειται για μια μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης», τονίζει.
Αν και η διαμονή της στη Γερμανία της προσφέρει μια κάποια ασφάλεια, η Ασλί βρίσκει την αναμονή για την απόφαση στη δίκη της «σχεδόν ανυπόφορη». «Ένα από τα μεγαλύτερα βασανιστήρια στα οποία μπορούμε να υποβάλουμε έναν άνθρωπο είναι να κρατάμε άγνωστη την τύχη του», σημειώνει.
Η Ασλί Ερντογάν αφέθηκε ελεύθερη από τη φυλακή στα τέλη Δεκεμβρίου 2016 και κατάφερε να πάρει πίσω το διαβατήριό της τον Σεπτέμβριο του 2017 οπότε έφυγε για τη Γερμανία, παίρνοντας τον δρόμο της αυτοεξορίας, όπως έχουν κάνει πολλοί Τούρκοι διανοούμενοι και καλλιτέχνες.
Από τότε ζει στη Φρανκφούρτη και στόχος της είναι να υπερασπιστεί όσους εξακολουθούν να κρατούνται στις φυλακές της Τουρκίας. «Με έσπρωξαν να αναλάβω πολιτικό ρόλο, τον οποίο προσπαθώ να φέρω εις πέρας αξιοπρεπώς», εξηγεί.
Όταν νιώσει έτοιμη, θα περιγράψει την εμπειρία της από τη φυλακή στο χαρτί.
5/8/2018
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
1
Οι Αμερικανοί βάζουν στη μέγγενη τον Ερντογάν.
Η επιβολή αμερικανικών κυρώσεων είναι μία σαφής ένδειξη ότι η Ουάσιγκτον διαβαίνει τον Ρουβίκωνα σε σχέση με τον Ερντογάν. Η άρνηση της Άγκυρας να απελευθερώσει τον πάστορα Μπράνσον είναι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Οι Αμερικανοί κατάπιαν πολλές προκλήσεις στην προσπάθειά τους να επαναφέρουν την Τουρκία στο δυτικό μαντρί. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, διαπίστωσαν ότι η υποχωρητική τακτική τους αντί να επιφέρει τουλάχιστον έναν συμβιβασμό με το νεοσουλτάνο, τον αποθράσυνε.
Ούτε και τότε, όμως, πήγαν σε ρήξη. Προτίμησαν τις πλαγιοκοπήσεις, με σκοπό να τον πειθαναγκάσουν να κάνει βήματα πίσω. Σ’ αυτό το πλαίσιο εγγράφεται η παραπομπή στην αμερικανική Δικαιοσύνη του τραπεζίτη Αττίλα, ο οποίος, ενεργώντας για λογαριασμό της οικογένειας Ερντογάν, είχε σπάσει το εμπάργκο με το Ιράν. Επίσης, η παραπομπή των σωματοφυλάκων του Τούρκου προέδρου, οι οποίοι είχαν βιαιοπραγήσει εναντίον Αρμενίων διαδηλωτών στην Ουάσιγκτον κατά τη διάρκεια της εκεί επίσημης επίσκεψης.
Στο ίδιο πλαίσιο εγγράφονται και οι κινήσεις υπονόμευσης της τουρκικής οικονομίας που έχουν ως αποτέλεσμα τις μεγάλες απώλειες της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου. Και βεβαίως στο ίδιο πλαίσιο εγγράφονται και οι πρωτοβουλίες του Κογκρέσου να εμποδίσουν την παράδοση των μαχητικών F-35 στην Τουρκία.
Όταν μετά την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού ο Ερντογάν είχε διαπιστώσει την απροθυμία της Ουάσιγκτον να ακολουθήσει την Άγκυρα σε μία μετωπική αντιπαράθεση με τη Ρωσία στη Συρία, είχα εκφράσει την εκτίμηση ότι -λόγω και του Κουρδικού- οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις εισέρχονται σε δύσκολη περίοδο. Όταν αργότερα ο Τούρκος πρόεδρος προσέγγισε τη Μόσχα, η συσσώρευση πυκνών νεφών προμήνυε καταιγίδα. Ο γεωπολιτικός εναγκαλισμός με τον Πούτιν και κυρίως το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 προκάλεσαν βαθύ ρήγμα, το οποίο -όπως είχα τότε προβλέψει- βαθαίνει αντί να γεφυρώνεται.
Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι ένα χρονικό σημείο, σχεδόν μέχρι το 2012, ο Ερντογάν ήταν ο εκλεκτός της Δύσης. Αυτό άλλαξε όταν άρχισε να ξεδιπλώνει τη δική του πολιτική ατζέντα και να εμφανίζει τάσεις γεωπολιτικής αυτονόμησης από τις ΗΠΑ. Το Κουρδικό έπαιξε βασικό ρόλο για να εκδηλώσει αυτές τις τάσεις. Η Ουάσιγκτον έχει ισχυρό λόγο που δεν θέλει να εγκαταλείψει το χαρτί των Κούρδων, παρά τις εκπτώσεις που τους τελευταίους μήνες έκανε για να τα βρει με την Άγκυρα.
Το κουρδικό αγκάθι
Ο πρώτος λόγος είναι ότι οι Κούρδοι έχουν αποδείξει πως είναι αξιόπιστη δύναμη. Ο δεύτερος είναι ότι έχουν όλες τις προϋποθέσεις για να λειτουργήσουν ως στρατηγικός εταίρος της υπερδύναμης στην περιοχή, εάν, βεβαίως κι αυτή από την πλευρά της υποστηρίξει τις βασικές εθνικές επιδιώξεις τους. Δεν είναι τυχαίο, βεβαίως, ότι το Ισραήλ έχει από νωρίς κάνει τη στρατηγική επιλογή του υπέρ της ίδρυσης κουρδικού κράτους.
Η συμμαχία των Αμερικανών με το παρακλάδι του ΡΚΚ στη Συρία τροφοδότησε την καχυποψία του Ερντογάν για τις προθέσεις τους. Αυτός ήταν βασικός λόγος που τον εξώθησε να στραφεί προς τη Μόσχα. Η απόπειρα ανατροπής του τον Ιούλιο 2016 έπεισε τον Τούρκο πρόεδρο πως πίσω από τους πραξικοπηματίες ήταν οι ΗΠΑ. Όταν καταγγέλλει τον Γκιουλέν, στην πραγματικότητα δείχνει τη CIA. Οι συνεχείς τριβές και τα ουκ ολίγα επεισόδια που μεσολάβησαν από τότε είναι μία ισχυρή ένδειξη ότι το χάσμα τείνει να μετατραπεί σε ρήξη, παρότι επισήμως και οι δύο πλευρές δεν το ομολογούν.
Οι Αμερικανοί δεν θέλουν να χάσουν την Τουρκία, την οποία θεωρούν πολύτιμο γεωπολιτικό οικόπεδο. Γι’ αυτό και παρά την κατά καιρούς επιθετική ρητορική του Τούρκου προέδρου, όπως προανέφερα, είχαν αποφύγει να ωθήσουν τα πράγματα σε ανοικτή ρήξη. Το ερώτημα που απασχολούσε το Στέητ Ντηπάρτμεντ είναι εάν οι κινήσεις του Ερντογάν για αυτονόμηση από τις ΗΠΑ και προσέγγιση με τη Ρωσία είναι συγκυριακές και έχουν στόχο την επίτευξη ενός συμβιβασμού, ή πρόκειται για στρατηγική επιλογή.
Γεφυρώσιμο ή όχι το ρήγμα;
Η εκτίμηση που κυριαρχούσε αρχικά στην Ουάσιγκτον ήταν πως το χάσμα μπορεί να γεφυρωθεί. Μία σημαντική προσπάθεια ήταν η αποστολή του τότε υπουργού Εξωτερικών Τίλερσον στην Άγκυρα. Στις συνομιλίες που είχε με τον Ερντογάν είχε προσφέρει κάποια ανταλλάγματα κυρίως σχετικά με τους Κούρδους στη Συρία, αλλά ο Τούρκος πρόεδρος ζητούσε την έκδοση του Γκιουλέν και τον τερματισμό της αμερικανικής έρευνας για το τουρκικό τραπεζικό σύστημα.
Σημαντικός κρίκος στην αλυσίδα των αμερικανικών προσπαθειών ήταν η συνάντηση Τραμπ-Ερντογάν στο περιθώριο της τελευταίας συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες. Η Ουάσιγκτον υποστηρίζει πως ο Τούρκος πρόεδρος υποσχέθηκε την απελευθέρωση του πάστορα κι ότι αθέτησε τον λόγο του. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και ελήφθη η απόφαση για επιβολή κυρώσεων. Η μέθοδος, άλλωστε, είναι η ίδια. Όπως έχει φανεί και στις περιπτώσεις της Ρωσίας και του Ιράν, η Ουάσιγκτον αρχίζει με την επιβολή κάποιων κυρώσεων και σταδιακά κλιμακώνει.
Το τελευταίο διάστημα, άλλωστε, στην Ουάσιγκτον κερδίζει έδαφος η γραμμή για την ανάγκη να γίνουν κινήσεις με σκοπό το στρίμωγμα της Τουρκίας, έστω κι αν αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ανοικτή ρήξη. Είναι ακριβώς μέσα σ’ αυτό το κλίμα που επιβλήθηκαν οι κυρώσεις. Υπενθυμίζουμε πως στις τουρκικές φυλακές υπάρχουν σήμερα 20 περίπου Αμερικανοί ουσιαστικά πολιτικοί κρατούμενοι. Μεταξύ αυτών είναι και τουρκικής καταγωγής υπάλληλοι του αμερικανικού προξενείου στην Κωνσταντινούπολη.
Σε αναζήτηση διάδοχης κατάστασης
Πριν τις τελευταίες εκλογές οι σχεδιαστές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής αναζητούσαν διάδοχες προσωπικότητες και δυνάμεις, που -υπό προϋποθέσεις- θα μπορούσαν να προωθηθούν στο τιμόνι της Τουρκίας και οι οποίες ήταν πρόθυμες να αποκαταστήσουν τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις στο παραδοσιακό πλαίσιό τους. Οι αναζητήσεις αυτές συνδέονταν και με τις πληροφορίες ότι η υγεία του Τούρκου προέδρου εμφανίζει σημάδια επιδείνωσης.
Το αποτέλεσμα των εκλογών του περασμένου Ιουνίου, ωστόσο, έδειξε ότι αυτά τα σενάρια της αμερικανικής διπλωματίας ήταν αβάσιμα. Έδειξε ότι ο Ερντογάν παραμένει ο ηγέτης της Τουρκίας και μάλιστα με υπερεξουσίες, ως επικεφαλής ενός προσωποπαγούς καθεστώτος, το οποίο διαθέτει ισχυρή λαϊκή βάση στη «βαθιά Τούρκία». Με άλλα λόγια, για το ορατό μέλλον η Τουρκία είναι άρρηκτα δεμένη με το νεοσουλτάνο της, γεγονός που επανέφερε ακόμα πιο επιτακτικά το δίλημμα για τους Αμερικανούς.
Η επιβολή κυρώσεων εναντίον των υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών της Τουρκίας με αφορμή την άρνηση απελευθέρωσης του πάστορα Μπράνσον είναι το πρώτο καθοριστικό βήμα προς τη ρήξη στις διμερείς σχέσεις. Η συνάντηση Πομπέο-Τσαβούσογλου στη Σιγγαπούρη έδειξε μία διάθεση να βρεθεί λύση. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών εμφανίσθηκε αισιόδοξος πως τις επόμενες ημέρες θα απελευθερωθεί και ο πάστορας Μπράνσον και άλλοι Αμερικανοί.
Προς ρήξη
Εάν ο Ερντογάν υποχωρήσει σ’ αυτό το ιδιότυπο μπραντεφέρ, πιθανότατα η Ουάσιγκτον δεν θα σταματήσει. Θα απαιτήσει πρόσθετα, με σκοπό να τον σύρει πίσω στο δυτικό μαντρί και μάλιστα με ταπεινωτικούς όρους. Στο αμερικανικό επιτελείο, άλλωστε, αρχίζει να επικρατεί πλέον η πεποίθηση πως ο Τούρκος πρόεδρος έχει ξεπεράσει τα όρια, πως δεν είναι αξιόπιστος και ως εκ τούτου δεν μπορούν να βρουν μαζί του έναν αξιόπιστο συμβιβασμό.
Εάν, μάλιστα, υποχωρήσει στο ζήτημα του Μπράνσον θα επιβεβαιωθούν αυτοί που υποστήριζαν πως η μόνη γλώσσα που καταλαβαίνει ο Τούρκος πρόεδρος είναι η γλώσσα της ισχύος. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η Ουάσιγκτον θα συνεχίσει την τακτική της μέγγενης που εγκαινίασε με τις κυρώσεις. Εκτός από τις κυρώσεις, άλλωστε, συνεχίζονται και οι πλαγιοκοπήσεις που έχουν φέρει την τουρκική οικονομία σε δυσχερή θέση.
Όπως προανέφερα, από την πλευρά του ο Ερντογάν είναι πεπεισμένος πως πίσω από το πραξικόπημα του 2016 ήταν οι Αμερικανοί. Είναι πεπεισμένος πως τον έχουν προγράψει. Αυτός είναι ο λόγος που δεν τους έχει καμία εμπιστοσύνη και ως εκ τούτου είναι μάλλον απίθανο να επιστρέψει στο δυτικό μαντρί. Αυτό φάνηκε και από την αντίδρασή του στις αμερικανικές κυρώσεις. Επέβαλε συμμετρικές κυρώσεις εναντίον Αμερικανών υπουργών, σε μία προσπάθεια να δείξει ότι μιλάει επί ίσοις όροις με την Ουάσιγκτον.
Ενδεχομένως η κίνησή του αυτή να είναι μία εξισορρόπηση στο επίπεδο των εντυπώσεων της απελευθέρωσης του Μπράνσον και των άλλων Αμερικανών. Ίσως, όμως, και να είναι ένδειξη σκλήρυνσης και βήματος προς τη ρήξη. Ό,τι και από τα δύο να συμβαίνει, το πιθανότερο σενάριο για την εξέλιξη των αμερικανοτουρκικών σχέσεων είναι ότι ακόμα και η απελευθέρωση του Μπράνσον δεν πρόκειται να εξομαλύνει τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Μπορεί προσωρινά να πέσουν οι τόνοι, αλλά δεν φαίνεται να έχουν θετική προοπτική, εκτός εάν ο Ερντογάν ουσιαστικά παραδοθεί. Το ενδεχόμενο αυτό, ωστόσο, για τους λόγους που προανέφερα, συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες. Γι’ αυτό και οι σχέσεις Ουάσιγκτον-Άγκυρας ή θα επιδεινωθούν περαιτέρω και με την κλιμάκωση των κυρώσεων θα οδηγηθούν σε ρήξη, ή θα συνεχίσουν για ένα διάστημα να πελαγοδρομούν μεταξύ φθοράς κι αφθαρσίας πριν διολισθήσουν προς τη ρήξη.
Είναι προφανές πως από την εξέλιξη των σχέσεων Ουάσιγκτον-Άγκυρας το επόμενο διάστημα θα εξαρτηθεί σε καθοριστικό βαθμό και η διαμόρφωση των νέων γεωπολιτικών ισορροπιών στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα εξαρτηθεί και ο ρόλος της Ελλάδας. Έχω, άλλωστε, από την πρώτη στιγμή υπογραμμίσει ότι η ρήξη στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις εκ των πραγμάτων θα μετατρέψει την Ελλάδα στο δυτικό σύστημα ασφαλείας, από χώρα δεύτερης γραμμής, που ήταν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε χώρα πρώτης γραμμής.
Σταύρος Λυγερός
5 Αυγούστου 2018
2
O Ερντογάν ρισκάρει τη ρήξη με τις ΗΠΑ
– Σε ομηρία από τη Ρωσία.
Λίγες εβδομάδες μετά την εκλογική επικύρωση της πολιτικής μονοκρατορίας του, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βρίσκεται αντιμέτωπος με μια εξαιρετικά δύσκολη συνθήκη, όπου όλα τα μέτωπα είναι ανοιχτά, ενώ κρίνεται η ικανότητά του να βρει μια δύσκολη ισορροπία ανάμεσα σε διαφορετικές και αντιφατικές προτεραιότητες.
Η πόλωση με τις ΗΠΑ
Τις μέρες γύρω από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ ο Ερντογάν έδειχνε να βρίσκει έναν δρόμο συνεννόησης με τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος και επικαλέστηκε την Τουρκία ως θετικό παράδειγμα σε σχέση με τη συνεισφορά στις αμυντικές δαπάνες του ΝΑΤΟ. Παράλληλα, η αμερικανική κυβέρνηση είχε αποκρούσει τις προτάσεις να ακυρωθεί η συμφωνία πώλησης των μαχητικών F-35. Ωστόσο, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η ρητορική της τουρκο-αμερικανικής σύγκρουσης αναζωπυρώθηκε.
Αιτία αποτέλεσε η συνεχιζόμενη κράτηση του συλληφθέντος το 2016 με κατηγορίες κατασκοπίας και τρομοκρατίας Αμερικανού πάστορα Άντριου Μπράνσον, καθώς η αμερικανική κυβέρνηση δεν φάνηκε να ικανοποιείται με τη μετατροπή της προφυλάκισής του σε κατ’ οίκον περιορισμό στη Σμύρνη. Αποτέλεσμα ήταν αρχικά ένα οργισμένο tweet του Αμερικανού προέδρου, που απειλούσε με “μεγάλες κυρώσεις”, αλλά και ανάλογες δηλώσεις του αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Μάικ Πενς, που υπογράμμισε: “Απελευθερώστε τώρα τον πάστορα Μπράνσον ή ετοιμαστείτε να αντιμετωπίσετε τις συνέπειες”.
Η ένταση αυτή συνέπεσε με τη διακομματική προσπάθεια στο Κογκρέσο να μπλοκαριστεί η πώληση των F-35 στην Τουρκία, τόσο για τη συνεχιζόμενη κράτηση του πάστορα Μπράνσον όσο και εξαιτίας της επιμονής της τουρκικής κυβέρνησης να προμηθευτεί ρωσικές συστοιχίες S-400.
Το αποκορύφωμα ήρθε την 1η Αυγούστου, με την ανακοίνωση του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών, Στίβεν Μνιούσιν, ότι επιβάλλονται κυρώσεις στον Τούρκο υπουργό Δικαιοσύνης, Αμπντουλχαμίτ Γκιουλ, και τον υπουργό Εσωτερικών, Σουλεϊμάν Σοϊλού, για τις ευθύνες τους στη συνεχιζόμενη κράτηση του Μπράνσον. Πρόκειται το δίχως άλλο για κίνηση πρωτοφανή, εάν σκεφτούμε ότι αφορά χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ.
Η επίσκεψη Σκαπαρότι
Από την πλευρά του, ο Ερντογάν επέμεινε ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να υποχρεώσουν την Τουρκία να υποχωρήσει μέσω κυρώσεων. Η τουρκική κυβέρνηση επιμένει να συσχετίζει την υπόθεση Μπράνσον με το δίκτυο Γκιουλέν και να προτείνει την ανταλλαγή ανάμεσα στον εγκατεστημένο στην Πενσιλβάνια Τούρκο κληρικό και τον Αμερικανό πάστορα.
Την ίδια στιγμή, παραδόξως, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Τζιμ Μάτις, διαβεβαίωνε ότι η διμερής αμυντική συνεργασία συνεχίζεται, παραπέμποντας και στις κοινές περιπολίες στη συριακή πόλη Μανμπίζ.
Είναι, πάντως, χαρακτηριστικό ότι και ο ανώτατος στρατιωτικός διοικητής του ΝΑΤΟ, στρατηγός Σκαπαρότι, ο οποίος μετέβη στη γείτονα για συνομιλίες σχετικά με τον “οδικό χάρτη” τουρκο-αμερικανικής σύμπραξης στη βόρεια Συρία, ενέταξε στο πρόγραμμά του επίσκεψη στον υπό περιορισμό πάστορα Μπράνσον.
Γίνεται σαφές ότι, πέραν της παγιωμένης τουρκικής πεποίθησης περί αμερικανικής ανάμειξης στο πραξικόπημα του 2016, η βασική αιτία σύγκρουσης αφορά τις διαφορετικές στρατηγικές προτεραιότητες στη Συρία και, κυρίως, την αμερικανική συνεργασία με τις κουρδικές δυνάμεις.
Οι BRICS θα γίνουν BRICST;
Η παρουσία του Ταγίπ Ερντογάν στη σύνοδο των BRICS στο Γιοχάνεσμπουργκ της Νοτίου Αφρικής, ως επίτιμου προσκεκλημένου, ήρθε να επιβεβαιώσει την προσπάθεια συνολικού αναπροσανατολισμού της Τουρκίας.
Ο Τούρκος πρόεδρος διατύπωσε, μάλιστα, και ρητά την επιθυμία της χώρας του να γίνει μόνιμο μέλος αυτού του φόρουμ, ώστε πλέον αντί για BRICS να μιλάμε για BRICST.
Στον βαθμό που έχουν εξανεμιστεί οι πιθανότητες ένταξης της Τουρκίας στην Ε.Ε., έστω και εάν η σημασία της ευρωτουρκικής συμφωνίας για το προσφυγικό επιβάλλει να διατηρείται τυπικά ανοιχτή η ενταξιακή διαδικασία, η προσπάθεια διαμόρφωσης ενός εναλλακτικού πόλου οικονομικών σχέσεων φαντάζει θελκτική για τη γείτονα.
Η Τουρκία ενδιαφέρεται για την οικονομική διάσταση του θέματος, στον βαθμό που η όλη διεργασία σχετίζεται με την κινεζική στρατηγική “μία ζώνη, ένας δρόμος” και τις επενδύσεις που τη συνοδεύουν, αλλά και για την ευρύτερη προσπάθεια ο “Παγκόσμιος Νότος” να διεκδικήσει αποφασιστικότερο ρόλο στο διεθνές οικονομικό και γεωστρατηγικό γίγνεσθαι – στοιχείο που εξαρχής ενσαρκώνει το ίδιο το εγχείρημα των BRICS.
Ταυτόχρονα, όπως έγινε φανερό και στη Σύνοδο του Γιοχάνεσμπουργκ, ο συνδυασμός της ρωσοκινεζικής συνεργασίας και της παρουσίας τριών ηγετικών περιφερειακών δυνάμεων, όπως η Βραζιλία, η Ινδία και η Νότιος Αφρική, αποτυπώνει μια γενικότερη επιθυμία διαμόρφωσης ενός εναλλακτικού σημείου αναφοράς στο διεθνές σύστημα.
Για την τουρκική κυβέρνηση αυτό εξυπηρετεί και τακτικούς υπολογισμούς. Με ανοιχτό το μέτωπο της εξεύρεσης μιας νέας ισορροπίας με τις ΗΠΑ, η χώρα του Ερντογάν αναζητά με κάθε τρόπο εναλλακτικές συμμαχίες που να αξιοποιούνται διαπραγματευτικά και να εξυπηρετούν το αφήγημα για μια Τουρκία που έχει αναδειχθεί σε διεθνώς υπολογίσιμη δύναμη.
Ωστόσο, τα σχέδια της τουρκικής κυβέρνησης να προστεθεί το “Τ” στις BRICS δεν πρόκειται να ευοδωθούν τόσο εύκολα.
Οι πέντε ιδρυτικές δυνάμεις έχουν μεν κάνει σαφές ότι τους ενδιαφέρει η διεύρυνση του εγχειρήματος με άλλες σημαντικές περιφερειακές δυνάμεις και θεωρούν χώρες όπως την Ινδονησία, την Αίγυπτο, την Αργεντινή και την Τουρκία ως τους φυσικούς συμμάχους τους, εντούτοις προτιμούν να μην επιταχύνουν τη διεύρυνση για να αποφύγουν τον κίνδυνο παράλυσης των διαδικασιών απόφασης. Αυτό, πάντως, δεν αναιρεί τη διαμόρφωση συνθηκών μόνιμης συνεργασίας και μέσα από εγχειρήματα όπως η Αναπτυξιακή Τράπεζα των BRICS.
Ίντλιμπ: Η μητέρα όλων των μαχών
Πέραν των μεσοπρόθεσμων σχεδιασμών της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, υπάρχουν και τα άμεσα ερωτήματα που αφορούν το ανοιχτό διακύβευμα της συριακής κρίσης.
Στη Συρία η βασική αλλαγή ως προς τον συσχετισμό ήταν οι σημαντικές επιτυχίες των κυβερνητικών δυνάμεων στην ανατολική Γκούτα, στην ανατολική Καλαμούν, στη Χομς, στο μεγαλύτερο μέρος της Ντάραα (κοντά στα σύνορα με την Ιορδανία) και στην Κουνέιτρα (απέναντι από τα υψίπεδα του Γκολάν). Ουσιαστικά, οι κυβερνητικές δυνάμεις με τη ρωσική υποστήριξη κατάφεραν να κατισχύσουν στα περισσότερα ανοιχτά μέτωπα στα νότια της Συρίας, και μάλιστα με ταχύτερους ρυθμούς από το αναμενόμενο.
Οι νίκες αυτές εκτιμάται ότι είχαν ένα γενικότερο αποτέλεσμα υποχώρησης του ηθικού στις διάφορες ένοπλες ισλαμιστικές ομάδες που αντιμάχονται την κυβέρνηση Άσαντ.
Όλα αυτά αναδεικνύουν σε κεντρικό ζήτημα την κατάσταση στην Ίντλιμπ. Η συγκεκριμένη περιοχή, στα βορειοδυτικά της Τουρκίας, είναι πλέον η σημαντικότερη από τις “ζώνες αποκλιμάκωσης” που είχαν διαμορφωθεί στη βάση της συμφωνίας της Αστάνα που είχαν συνυπογράψει η Τουρκία, η Ρωσία και το Ιράν τον Μάιο του 2017. Σε αυτές τις ζώνες κατευθύνονταν οι περισσότερες ένοπλες ισλαμιστικές δυνάμεις, έχοντας μια μερική εγγύηση ότι εκεί δεν θα πληγούν.
Η περιοχή της Ίντλιμπ έχει περίπου 2,5 εκατομμύρια κατοίκους, ενώ υπολογίζεται ότι φιλοξενεί περίπου 50.000 ενόπλους, αρκετοί από τους οποίους είναι Τούρκοι, Τσετσένοι, Ουζμπέκοι ή προερχόμενοι από τις χώρες του Περσικού Κόλπου.
Όλες οι ενδείξεις είναι ότι οι συριακές κυβερνητικές δυνάμεις ετοιμάζονται για μια μεγάλη επίθεση, μόλις μπορέσουν να έχουν την απαραίτητη συγκέντρωση δυνάμεων. Ωστόσο, η Τουρκία διεκδικεί να έχει αυτή την ευθύνη στην περιοχή, καθώς, με βάση και τη συμφωνία της Αστάνα, έχει εγκαταστήσει μονάδες παρατήρησης. Επιπλέον, η Άγκυρα υποστηρίζει ότι τυχόν κλιμάκωση των επιθέσεων των κυβερνητικών δυνάμεων θα οδηγήσει σε μεγάλες συγκρούσεις και πιθανώς σε νέο κύμα προσφύγων. Άλλωστε, ορισμένες από τις εκεί ένοπλες ομάδες είχαν στο κοντινό παρελθόν σαφή τουρκική στήριξη.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που επισημαίνουν ότι βασική μέριμνα της Άγκυρας είναι το ενδεχόμενο η επέμβαση των συριακών δυνάμεων να στερήσει από την Τουρκία την πολιτικοστρατιωτική παρουσία εντός του συριακού εδάφους που κατοχύρωσε το τελευταίο διάστημα, αποβλέποντας σε διαπραγματευτικά χαρτιά για την “επόμενη μέρα” και στην αποτροπή της ανάδυσης μιας νέας οιονεί κουρδικής κρατικής οντότητας κοντά στα σύνορα με την Τουρκία. (Ήδη η Δαμασκός απαιτεί την αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων από το Αφρίν.) Εξού και ο Τούρκος πρόεδρος πρόσφατα προειδοποίησε ότι τυχόν επίθεση στην Ίντλιμπ θα σημάνει “πλήρη καταστροφή της συμφωνίας της Αστάνα”.
Από την άλλη, τόσο οι δυνάμεις του Άσαντ όσο και η Ρωσία δεν θέλουν να χάσουν την ευκαιρία να ξεμπερδεύουν με τους αντάρτες και να κατοχυρώσουν τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους της συριακής επικράτειας, όπως ήταν εξαρχής ο κεντρικός τους σχεδιασμός. Επιπλέον, ειδικά η Ρωσία θα ήθελε να απαλλαγεί και από το πρόβλημα που δημιουργούν οι συχνές απογειώσεις από την Ίντλιμπ μη επανδρωμένων αεροσκαφών με στόχο ρωσικές θέσεις.
Κουρδική μεταστροφή
Η τουρκική στάση μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί και από τον φόβο της επαναπροσέγγισης Κούρδων και Δαμασκού. Οι πρόσφατες πληροφορίες για συναντήσεις εκπροσώπων των αυτονομημένων κουρδικών καντονιών με εκπροσώπους της κεντρικής κυβέρνησης αναζωπύρωσαν αυτούς τους φόβους, ιδίως από τη στιγμή που και οι ΗΠΑ δείχνουν να εξετάζουν το ενδεχόμενο σταδιακής απεμπλοκής από τη συριακή κρίση.
Σε αυτή την περίπτωση, εύλογο είναι οι Κούρδοι να επιδιώξουν επαναπροσέγγιση με τη συριακή κυβέρνηση και με τη Ρωσία, ώστε μην απολέσουν στην “επόμενη μέρα” όσα έχουν κερδίσει. Από τη μεριά της, η Μόσχα έχει κάνει σαφές ότι υπεραμύνεται της κρατικής ακεραιότητας της Συρίας, όμως εντός αυτής μπορεί να δει και μορφές αυτονομίας για τους Κούρδους.
Μια τέτοια μεταστροφή, όμως, θα σημαίνει πίεση προς την Άγκυρα, μια που θα τεθεί το θέμα της αποχώρησής της από την Αφρίν, σε συνδυασμό με την επαναδιατύπωση του κουρδικού ζητήματος.
Ρωσοτουρκικός γρίφος
Οι σχέσεις με τη Μόσχα καθίστανται πλέον μια δύσκολη ακροβασία για την τουρκική πλευρά.
Από τη μια οι εξελίξεις στο ίδιο το συριακό μέτωπο φέρνουν τις δύο χώρες σε απόκλιση, καθώς είναι σαφές ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο η Ρωσία δεν έχει λόγο να ανακόψει τη συνολική κατίσχυση των συριακών δυνάμεων, που θα άνοιγε τον δρόμο για την πολιτική λύση, άρα και τη ρωσική απεμπλοκή από την περιοχή.
Από την άλλη, η Τουρκία χρειάζεται περισσότερο παρά ποτέ την υποστήριξη της Ρωσίας. Αν, μάλιστα, ισχύει ότι οι ΗΠΑ προετοιμάζονται για συνολικότερη απεμπλοκή από την περιοχή, τότε η υποστήριξη αυτή είναι ακόμα πιο αναγκαία, καθώς η Άγκυρα δεν θα μπορεί πλέον να εκμεταλλεύεται την αμερικανορωσική αντιπαράθεση προς όφελός της.
Είναι γεγονός ότι μέχρι στιγμής η Ρωσία έχει κινηθεί στην περιοχή περισσότερο ως ένας power broker με ορίζοντα τη συνολική επίλυση παρά ως απλό στήριγμα του καθεστώτος Άσαντ ή ως εγγυήτρια της ιρανικής παρουσίας. Λ.χ., το πώς διαπραγματεύτηκε την παροχή εγγυήσεων προς το Ισραήλ ότι δεν θα βρεθεί αντιμέτωπο με πρόσθετους κινδύνους την επόμενη μέρα είναι ενδεικτικό.
Επιπλέον, η Ρωσία αποδίδει μεγάλη σημασία στις οικονομικές σχέσεις με την Τουρκία και στην κατοχύρωση σημαντικής οικονομικής επιχειρηματικής παρουσίας, ιδίως στον τομέα της ενέργειας.
Κατά συνέπεια, η Τουρκία γνωρίζει ότι μπορεί να εξασφαλίσει τη ρωσική κατανόηση, τουλάχιστον ως προς πλευρές του “υπαρξιακού άγχους” που γεννά το κουρδικό ζήτημα, αλλά όχι ως προς το σύνολο των απαιτήσεών της. Θα μπορέσει ίσως να λάβει εγγυήσεις ότι δεν θα προκύψει πρόπλασμα κουρδικού κράτους, αλλά δεν θα μπορέσει μεσοπρόθεσμα να διατηρήσει στρατιωτική παρουσία στο συριακό έδαφος, ούτε να αποτρέψει κάποια, έστω και περιορισμένη, εκδοχή αυτονομίας για τους Κούρδους. Κοντολογίς: ένας συμβιβασμός τον οποίο θα χρειαστεί να προσπαθήσει για να τον παρουσιάσει ως αξιοπρεπή, εάν αναλογιστούμε τις τεράστιες αρχικές φιλοδοξίες της εμπλοκής της στη συριακή περιπέτεια.
Κώστας Ράπτης
5/8/2018
3
Χωρίς φρένο η βουτιά της τουρκικής λίρας
- σε νέο ιστορικό χαμηλό.
H τουρκική λίρα υποχωρεί σε νέα ιστορικά χαμηλά επίπεδα έναντι του δολαρίου μετά τις δηλώσεις της κυβέρνησης Τραμπ ότι επανεξετάζει την αφορολόγητη πρόσβαση της Τουρκίας στην αγορά των ΗΠΑ, μια κίνηση που θα μπορούσε να επηρεάσει τουρκικές εισαγωγές ύψους περίπου 1,66 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η εξέλιξη αυτή, η οποία ανακοινώθηκε την Παρασκευή, ήρθε όταν η Άγκυρα επέβαλε δασμούς-αντίποινα στα προϊόντα των ΗΠΑ σε απάντηση των αμερικανικών δασμών στον χάλυβα και το αλουμίνιο.
Οι σχέσεις μεταξύ των δύο συμμάχων του ΝΑΤΟ έχουν επιδεινωθεί σημαντικά, το τελευταίο διάστημα, με επίκεντρο τις διαφορές σε ό,τι αφορά την πολιτική της Συρίας καθώς και τη δίκη του Αμερικανού πάστορα Andrew Brunson στην Τουρκία, με αποτέλεσμα την ένταση του sell-off της λίρας. Αν και οι ΗΠΑ δήλωσαν ότι η επανεξέταση αυτή δεν σχετίζεται με το θέμα του πάστορα, ο Ερντογάν ανακοίνωσε το Σάββατο ότι θα προχωρήσει στο "πάγωμα" των περιουσιακών στοιχείων των Αμερικανών υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών στην Τουρκία, κλιμακώνοντας τον οικονομικό πόλεμο που έχει ξεσπάσει μεταξύ των δύο χωρών.
Το νόμισμα έχει χάσει το ένα τέταρτο της αξίας του φέτος, έχοντας χτυπηθεί κυρίως από την ανησυχία σχετικά με τις προσπάθειες του Ταγίπ Ερντογάν για μεγαλύτερο έλεγχο της νομισματικής πολιτικής. Σήμερα άγγιξε το ρεκόρ των 5,18 λιρών έναντι του δολαρίου.
"Το καλύτερο στοίχημα τώρα είναι να περιμένουμε περαιτέρω αδυναμία στη λίρα", σημειώνει στο Reuters ο Per Hammarlund, στρατηγός αναλυτής αναδυόμενων αγορών στη SEB. "Η χώρα πρέπει να κάνει περισσότερα για να στηρίξει το νόμισμά της, αλλά κατά την άποψή μου το sell-off θα συνεχιστεί και η λίρα θα σημειώσει περαιτέρω βουτιά".
Η Nordea προειδοποίησε πριν μερικές ημέρες πως "η οικονομία της Τουρκίας μπορεί να τεθεί "εκτός ελέγχου"
Σύμφωνα με την Capital Economics, τα πράγματα μπορεί να χειροτερεύσουν για την Τουρκία και να βρεθεί αντιμέτωπη με οικονομικές κυρώσεις όπως αυτές που επιβλήθηκαν από τη Δύση στη Ρωσία το 2014. Δεδομένου του μεγάλου ελλείμματος του λογαριασμού τρεχουσών συναλλαγών και την εξάρτηση στην εξωτερική χρηματοδότηση, αυτό θα οδηγήσει σε βουτιά τις εισροές κεφαλαίου, σε νέα δραματική πτώση την λίρα και σε απότομη ύφεση την οικονομία. Ωστόσο, η Capital Economics αμφιβάλει ότι οι ΗΠΑ θα προχωρούσαν άμεσα σε κάτι τέτοιο. Η πηγή των εντάσεων είναι μικρή σε σύγκριση με την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία. Και παρά την αντίθεση του Τραμπ προς το ΝΑΤΟ, η υπόλοιπη αμερικανική κυβέρνηση θα ήταν απρόθυμη να λάβει μέτρα που θα έβλαπταν σοβαρά τις σχέσεις με ένα άλλο μέλος.
Ένας πιο πιθανός τρόπος με τον οποίο οι κυρώσεις των ΗΠΑ θα μπορούσαν να κλιμακωθούν είναι περισσότεροι ανώτεροι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, καθώς και εταιρείες που συνδέονται με την κυβέρνηση, να βρεθούν αντιμέτωποι με τη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων αλλά και με ταξιδιωτικές απαγορεύσεις. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν επίσης να ασκήσουν πίεση να σταματήσουν οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, όπως η Παγκόσμια Τράπεζα και η EBRDΑ, να δανείζουν στην Τουρκία (ψηφίστηκε νομοσχέδιο στην αμερικανική Γερουσία πριν μερικές ημέρες σχετικά με αυτό).
Ελευθερία Κούρταλη
6/8/2018
4
Αναγκαίο ρίσκο οι κυρώσεις των ΗΠΑ στους Τούρκους αξιωματούχους.
Η απόφαση των ΗΠΑ να επιβάλλουν κυρώσεις στους υπουργούς Εσωτερικών και Δικαιοσύνης της Τουρκίας είναι το τελευταίο πλήγμα στις σχέσεις των δυο χωρών με ένα σημαντικό αλλά προβληματικό σύμμαχο. Υπάρχει κίνδυνος κλιμάκωσης της διαφωνίας, αλλά το μέτρο είναι δικαιολογημένο.
Η κυβέρνηση Trump δηλώνει ότι η ενέργεια αυτή είναι μία στοχευμένη τιμωρία για τη συνεχιζόμενη κράτηση του Αμερικανού πάστορα από την Τουρκία, ο οποίος έχει εργαστεί στη χώρα για πολλά χρόνια, με την υποψία ότι υποστηρίζει οργανώσεις εχθρικές προς την κυβέρνηση. Οι ΗΠΑ δηλώνουν ότι οι κατηγορίες είναι αβάσιμες. Ο πρόεδρος Trump έχει ζητήσει την απελευθέρωση του πάστορα, απειλώντας σε διαφορετική περίπτωση με κυρώσεις.
Στο παρασκήνιο, ο πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan θεωρεί τις ΗΠΑ εν μέρει υπεύθυνες για την απόπειρα πραξικοπήματος του 2016 εναντίον της κυβέρνησής του. Είναι θυμωμένος που η Ουάσιγκτον δεν εκδίδει τον κληρικό Fethullah Gulen, πρώην πολιτικό σύμμαχο που τώρα ζει εξόριστος στην Πενσιλβανία. Η ένταση επιδεινώθηκε τον προηγούμενο χρόνο όταν Τούρκοι πολίτες που εργάζονται για το αμερικανικό προξενείο στην Κωνσταντινούπολη συνελήφθησαν, και η ομάδα ασφάλειας του Erdogan επιτέθηκε σε ειρηνικούς διαδηλωτές ενώ ο ίδιος επισκεπτόταν την Ουάσιγκτον. Η Τουρκία έχει επίσης φυλακίσει έναν Τούρκο-Αμερικανό επιστήμονα ο οποίος εργάζεται για τη Nasa.
Η ένταση της σύγκρουσης με κυρώσεις είναι ομολογουμένως κάτι σαν τζόγος. Η Τουρκία είναι μακροχρόνιος σύμμαχος του ΝΑΤΟ. Συνορεύει με το Ιράκ και τη Συρία, όπου επιχειρούν αμερικανικές δυνάμεις, και το Ιράν, που κυβερνάται από ένα εκ των πιο επικίνδυνων καθεστώτων παγκοσμίως. Η Τουρκία θα μπορούσε να οδηγηθεί περαιτέρω στην αγκαλιά του Vladimir Putin της Ρωσίας, ο οποίος έχει συνάψει μια ασυνήθιστη φιλία με τον Τούρκο ηγέτη. Η Ρωσία πουλάει στην Άγκυρα προηγμένα αντί-πυραυλικά συστήματα S400 -όπλα που δεν είναι συμβατά με το hardware του ΝΑΤΟ- και θα βοηθήσει στην κατασκευή του πρώτου εργοστασίου πυρηνικής ενέργειας στην Τουρκία και ενός αγωγού αερίου μέσα σε τουρκικό έδαφος.
Στη διαμάχη για τον πάστορα, οι ΗΠΑ προσπάθησαν πρώτα να το χειριστούν διπλωματικά. Δεν κατάφεραν τίποτα και απείλησαν με κυρώσεις -και αφού το έκαναν, δεν είχαν παρά μόνο ελάχιστες επιλογές από το να μην τις εφαρμόσουν. Η υποχώρηση θα είχε επιβραβεύσει την επιμονή του Erdogan.
Η επιδιόρθωση της σχέσης δεν θα είναι εύκολη, και είναι ο Erdogan αυτός που πρέπει να αλλάξει. Έχει επιλέξει μια ανησυχητική και επικίνδυνη πορεία, αποκτώντας τεράστιες νέες εξουσίες μετά από τις πρόσφατες εκλογές και παγίδευσε το κράτος δικαίου εκκαθαρίζοντας δικαστές και δημοσίους υπαλλήλους, και φυλακίζοντας δημοσιογράφους. Διεξάγει πόλεμο εναντίον των αντί-καθεστωτικών ανταρτών στη Συρία που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ και συνεργάζεται με το Ιράν και τη Ρωσία στις προσπάθειές τους να κρατήσουν τον δικτάτορα Bashar al-Assad στην εξουσία. Φέρεται να έχει φυλακίσει περισσότερους από 30 πολίτες Δυτικών χωρών μετά από την απόπειρα πραξικοπήματος.
Οι επιλογές του Erdogan δεν βοηθάνε πολύ τη χώρα του. Η λίρα έχει αγγίξει νέο χαμηλό-ρεκόρ, το χρηματιστήριο έχει υποχωρήσει 35% φέτος, το εξωτερικό χρέος έχει διογκωθεί, ο πληθωρισμός είναι υψηλός, οι ξένες επενδύσεις εξαφανίζονται, και οι πλούσιοι Τούρκοι φεύγουν.
Η παραπαίουσα οικονομία δίνει στις ΗΠΑ και στους συμμάχους της κάποια μακροπρόθεσμη μόχλευση. Και η Τουρκία είναι απίθανο να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ. Βεβαίως, αυτό θα ήταν ένα μεγάλο πλήγμα για τη συμμαχία -αλλά πολύ μεγαλύτερο για την εθνική ασφάλεια της Τουρκίας.
ΟΙ αυστηρές κυρώσεις που μόλις επιβλήθηκαν είναι η σωστή προσέγγιση για την ώρα. Η Γερουσία θα πρέπει επίσης να προχωρήσει περαιτέρω με τη νομοθεσία ώστε να εμποδίσει την προγραμματισμένη πώληση των μαχητικών αεροσκαφών F35 εάν η Τουρκία αγοράσει όντως το ρωσικό σύστημα αεράμυνας, Ο Erdogan πρέπει να μάθει ότι υπάρχει ένα τίμημα για την πορεία που ακολουθεί.
Από τη συντακτική ομάδα του Bloomberg View
6/8/2018
5
Πού οδηγεί η «ανταλλαγή» κυρώσεων μεταξύ ΗΠΑ-Τουρκίας.
Η κλιμάκωση της διπλωματικής έντασης μεταξύ των ΗΠΑ και της Τουρκίας και τα μέτωπα σε ασφάλεια και οικονομία. Ο αντίκτυπος των -εν πολλοίς συμβολικών- κυρώσεων στις επιχειρηματικές δραστηριότητες και στο ΝΑΤΟ, και ο ρόλος της Ρωσίας.
Η απόσταση μεταξύ της Τουρκία και των ΗΠΑ μεγαλώνει καθώς η κάθε πλευρά προωθεί σε βάρος της άλλης τα συμφέροντά της σε θέματα ασφάλειας και οικονομίας, σύμφωνα με το Stratfor, το οποίο αναλύει το διακύβευμα των αμερικανικών κυρώσεων στην Άγκυρα με αφορμή την κράτηση του αμερικανού πάστορα Άντριου Μπράνσον.
Οι ΗΠΑ επέβαλαν την 1η Αυγούστου κυρώσεις σε δυο Τούρκους υπουργούς, ως «απάντηση» σε αυτό που η Ουάσινγκτον θεωρεί «άδικη» κράτηση του ευαγγελιστή πάστορα Άντριου Μπράνσον, ο οποίος ζει και εργάζεται στην Τουρκία εδώ και δυο δεκαετίες. Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ανακοίνωσε χθες πως η Τουρκία θα «παγώσει» τα περιουσιακά στοιχεία δυο αμερικανών αξιωματούχων, ως αντίποινα στις αμερικανικές κυρώσεις στους Τούρκους υπουργούς Δικαιοσύνης και Εσωτερικών.
Οι κυρώσεις στους Τούρκους υπουργούς λόγω της κράτησης του Μπράνσον αντιπροσωπεύουν την κλιμάκωση των αυξανόμενων εντάσεων μεταξύ της Άγκυρας και της Ουάσινγκτον, γράφει το Stratfor. Για μήνες οι δυο πλευρές διαφωνούν για ζητήματα που κυμαίνονται από την απαίτηση της Τουρκίας για έκδοση του ισλαμιστή κληρικού Φετουλά Γκιουλέν, τη σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία και την απειλή που συνιστά αυτή στη συμμαχία του ΝΑΤΟ, τις κυρώσεις κατά του Ιράν, τις αντικρουόμενες αμερικανοτουρκικές πολιτικές για τη Συρία, κ.α.
Ουάσινγκτον και Άγκυρα έχουν κλιμακώσει την εκατέρωθεν διπλωματική ρητορική τους και τις συμβολικές κυρώσεις, με αποτέλεσμα να απειλούνται πλέον οι σχέσεις των δυο χωρών σε θέματα διπλωματίας, ασφάλειας και οικονομίας.
Οι οικονομικές κυρώσεις, βέβαια, από μόνες τους είναι σε μεγάλο βαθμό συμβολικές, καθώς επηρεάζουν τα προσωπικά οικονομικά των τεσσάρων υπουργών της Τουρκίας και των ΗΠΑ, ωστόσο η επιβολή τους είναι ένας μόνο από τους πολλούς εξωτερικούς παράγοντες που προκαλούν χάος στην τουρκική οικονομία και συμβάλουν στην περαιτέρω υποτίμηση της τουρκικής λίρας. Και δεν είναι η πρώτη φορά που η Τουρκία επιδεινώνει τα εγχώρια οικονομικά της προβλήματα λόγω των αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής της.
Εν μέρει λόγω της προβληματικής οικονομίας της χώρας, υπήρξε ένας ασυνήθιστος συνασπισμός των πολυάριθμων πολιτικών κομμάτων της Τουρκίας. Τώρα που η Ουάσινγκτον επέβαλε κυρώσεις, όλα τα κόμματα μπορούν να ενωθούν και να κατηγορήσουν τις ΗΠΑ για τα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας.
Τι σημαίνουν όμως οι κυρώσεις για τις αμερικανικές επιχειρηματικές δραστηριότητες στην Τουρκία; Όπως επισημαίνει το Stratfor, το τουρκικό νομικό σύστημα, ο νέος αντιτρομοκρατικός νόμος και η υπερεθνικιστική πολιτική ατμόσφαιρα στη χώρα, δίνουν στην Άγκυρα «άδεια» να πατάξει οτιδήποτε θεωρεί απειλή για την ασφάλειά της. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αυξημένης παρενόχλησης των αμερικανών ταξιδιωτών και των αμερικανικών επιχειρήσεων, καθώς και πρόκλησης προβλημάτων στις δραστηριότητες εταιρειών που έχουν σχέσεις με τις ΗΠΑ.
Σε ό,τι αφορά τις επιπλοκές σε επίπεδο εξωτερικής πολιτικής, το Stratfor σημειώνει πως ΗΠΑ και Τουρκία έχουν τον μεγαλύτερο και δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ, αντίστοιχα. Ένα σοβαρό ρήγμα μεταξύ των δυο χωρών θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα αλλά και σύγχυση εντός της συμμαχίας του ΝΑΤΟ. Αυτό θα ήταν προς όφελος της Ρωσίας, η οποία θα καλοδέχονταν ένα ΝΑΤΟ με λιγότερη συνοχή. Η Μόσχα θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τα προβλήματα αυτά -ιδιαίτερα στη Μαύρη Θάλασσα- ως μια ευκαιρία να διασπάσει τον παραδοσιακό ρόλο της Τουρκίας ως της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας. Το Κρεμλίνο μπορεί επίσης να αποφασίσει να μεταφέρει μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών της στην δυτική στρατιωτική περιοχή της, προκειμένου να αντιπαρατεθεί με το ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη.
Οι ΗΠΑ είναι επίσης παραδοσιακά ο μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων προς την Τουρκία, και ως εκ τούτου το ρήγμα στις σχέσεις μεταξύ των δυο χωρών θα μπορούσε να οδηγήσει την Άγκυρα στην αναζήτηση άλλων προμηθευτών. Και, δεδομένης της αλληλοσύνδεσης των δυο χωρών σε διάφορους τομείς της αμυντικής βιομηχανίας, μια ακύρωση από την πλευρά των ΗΠΑ των εξοπλιστικών συμφωνιών με την Τουρκία (όπως φάνηκε από την απειλή των ΗΠΑ να ακυρώσουν τις προμήθειες F-35 στην Άγκυρα), θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα σημαντικές βραχυπρόθεσμες αμυντικές διακοπές που θα επηρέαζαν τις πολλές χώρες που εμπλέκονται στο πρόγραμμα των F-35.
Επιπλέον, ένα σχίσμα θα έβλαπτε τα συμφέροντα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Η βλάβη θα ήταν ιδιαίτερα εμφανής στη βόρεια Συρία και το βόρειο Ιράκ, όπου η Τουρκία θα μπορούσε να προχωρήσει σε πιο ενεργές κινήσεις για την υπονόμευση των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων, καθώς και του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν και των συμμάχων του στο βόρειο Ιράκ. Η προσέγγιση αυτή θα έρχονταν σε αντίθεση με τις προσπάθειες των ΗΠΑ να δώσει έμφαση στην καταπολέμηση των βίαιων εξτρεμιστικών οργανώσεων όπως το Ισλαμικό Κράτος, διατηρώντας μια σταθερή παρουσία των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων στη Συρία και ένα σταθερό περιβάλλον στο βόρειο Ιράκ. Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν επίσης δυνητικά να χάσουν πρόσβαση στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ της Τουρκίας, αν και έχουν αρκετά εναλλακτικά δικαιώματα για βάσεις στη Μεσόγειο και την περιοχή του Κόλπου για να μετριάσουν μια τέτοια απώλεια.
Μια τελευταία αρνητική επίπτωση για την αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να αφορά στην άρνηση της Τουρκίας να επιβάλει τις αμερικανικές κυρώσεις κατά του Ιράν, για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Κάποιες από τις κυρώσεις αυτές θα επανεφαρμοστούν στις 6 Αυγούστου και στις 4 Νοεμβρίου.
Η Τουρκία πιθανότατα «ζυγίζει» δυο ανταγωνιστικές προτεραιότητες: χρειάζεται να προστατεύσει την εύθραυστη οικονομία της, που δεν θα άντεχε σε επιπλέον εξωτερικές αναταράξεις από επιπλέον αμερικανικές κυρώσεις. Όμως θα μπορούσε να επιλέξει να συναλλαχθεί με το Ιράν προκειμένου να εμποδίσει τις προσπάθειες των ΗΠΑ να περιορίσουν την οικονομική δραστηριότητα του Ιράν. Για αυτού του τύπου τα αντίποινα, η Τουρκία θα χρειάζονταν να βασιστεί περισσότερο στις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που αυτή τη στιγμή είναι σχετικά θετικές.
5/8/2018
6
Ο Ερντογάν χορεύει με τους Λύκους!
Ο εναγκαλισμός τους σουλτάνου με τους εθνικιστές προμηνύει ακόμα μεγαλύτερους μπελάδες για την Άγκυρα. Οι ακροδεξιοί της Τουρκίας, άλλωστε, ζούνε το… όνειρό τους: Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει υιοθετήσει τους βασικούς τους στόχους προμοτάροντας τον μιλιταρισμό στην εκπαίδευση, βομβαρδίζοντας Κούρδους αντάρτες εντός και εκτός συνόρων και εξασκώντας επικίνδυνη εξωτερική πολιτική βασισμένη στη «νοοτροπία της πολιορκίας» διαφόρων «ξένων» εχθρών που επιβουλεύονται τη χώρα τους.
Οι ψηφοφόροι και τα στελέχη των εθνικιστών απολαμβάνουν τώρα τους καρπούς της συμμαχίας τους με το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AK) του Ερντογάν.
Οι ulkuculer, όπως τους αποκαλούν στην Τουρκία, βρέθηκαν μαζικά βολεμένοι σε θέσεις - κλειδιά και ζηλευτά πόστα στη γραφειοκρατία και τον κρατικό μηχανισμό της Τουρκίας, καταλαμβάνοντας τις πάμπολλες θέσεις που έμειναν ορφανές μετά τις μαζικές εκκαθαρίσεις του Ερντογάν.
Το εθνικιστικό κόμμα, το MHP, βγήκε ακόμη ισχυρότερο από τις προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές της 24ης Ιουνίου. Πήρε πάνω από 11% στις κοινοβουλευτικές, ποσοστό διπλάσιο από ό,τι προέβλεπαν όλες οι δημοσκοπικές εταιρίες.
Το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν, που δεν κατάφερε να πάρει την πλειοψηφία, εξαρτάται από τη στήριξη των εθνικιστών. Παρά την έντονη φημολογία, ο Ερντογάν δεν τοποθέτησε κανένα μέλος του MHP στο υπουργικό συμβούλιο.
Αυτό που έκανε, από την άλλη, ήταν να τοποθετήσει τον γαμπρό του, που προηγουμένως τον είχε υπουργό Ενέργειας, στο τιμόνι της οικονομίας. Τη συγκεκριμένη κίνηση… «χαιρέτησε» η τουρκική λίρα, με το να χάσει 4% της αξίας της έναντι του δολαρίου μέσα σε μόλις λίγες ώρες.
Διασυνδέσεις με τον υπόκοσμο
Πολλοί από τους ulkuculer, στελέχη και υποστηριχτές των Γκρίζων Λύκων, έχουν διασυνδέσεις με τον εγκληματικό υπόκοσμο της Τουρκίας. Και τώρα, ουσιαστικά, καταλαμβάνουν τον κρατικό μηχανισμό.
Δύο μέρες μετά τις εκλογές, ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί, ηγέτης του MHP, έβαλε μια ολοσέλιδη καταχώριση σε πολλές από τις τουρκικές εφημερίδες, όπου κατονόμαζε και κατσάδιαζε απειλητικά κάθε δημοσιογράφο και δημοσκόπο στη χώρα που δεν τον στήριξε αλλά τον επέκρινε την περίοδο πριν τις εκλογές. «Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ αυτό που κάνατε», έγραφε στο τέλος.
Ένα άλλο εξέχον στέλεχος των εθνικιστών, ο Αλαατίν Κακιτσί, το πήγε ακόμη παραπέρα, απειλώντας έναν από τους δημοσιογράφους που είχε συμπεριλάβει στη λίστα του ο Μπαχτσελί καθώς και άλλα έξι άτομα με φόνο! Ο Κακιτσί, σύμφωνα με τον Economist, είναι αφεντικό της μαφίας που έχει καταδικαστεί για την εντολή δολοφονίας της πρώην συζύγου του.
Το MHP ιδρύθηκε το 1960 αλλά οι ρίζες του βρίσκονται στον 19ο αιώνα, όταν ένα μέρος της οθωμανικής ελίτ στράφηκε στον εθνικισμό και στη συνένωση όλων των τουρκογενών λαών σαν μια «απάντηση» κατά της διάλυσης της αυτοκρατορίας.
Κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι ulkuculer παρακινούνταν από την εναντίωση στον κομμουνισμό.
Το ένοπλο παρακλάδι
Οι Γκρίζοι Λύκοι, οι οποίοι είναι το ένοπλο παρακλάδι του MHP σύμφωνα με τον Economist, επί χρόνια έδιναν θανάσιμες μάχες στους δρόμους κατά αριστεριστών. Στη δεκαετία του 1990 οι Γκρίζοι Λύκοι υποστήριζαν μπαράζ επιθέσεων κατά του κουρδικού PKK, οι οποίες συνοδεύονταν και από πολλές καταχρήσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εναντιώνονταν σε οποιαδήποτε έκφραση της κουρδικής ταυτότητας.
Τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, όταν η Τουρκία ξεκίνησε συνομιλίες για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και εφάρμοσε μια σειρά δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, οι εθνικιστές αποσύρθηκαν από τη δημόσια σφαίρα.
Το φλερτ τους με το πολιτικό Ισλάμ, που άρχισε στα τέλη της δεκαετίας 1970, ξαναζωντάνεψε τη δεκαετία του 2010, όταν ο Ερντογάν διέκοψε τις ειρηνευτικές συνομιλίες με το PKK και κήρυξε τον πόλεμο στους γκιουλενιστές, μια ισχυρότατη σέχτα. Το επιχειρηθέν πραξικόπημα του 2016 βοήθησε να «δέσει» ο γάμος με τους εθνικιστές.
Δύναμη στο βαθύ κράτος
Σήμερα ειδικά, με ένα καινούργιο Σύνταγμα που παραδίδει όλη την εξουσία αποκλειστικά στα χέρια του Ταγίπ Ερντογάν, το MHP θεωρεί τη δύναμη που έχει αποκτήσει στο βαθύ κράτος ασύγκριτα πολυτιμότερη από οποιαδήποτε υπουργική θέση.
Ο Κεμάλ Καν, ένας από τους πιο γνωστούς ειδικούς στην ακροδεξιά της Τουρκίας, πιστεύει ότι οι εθνικιστές θα κρατηθούν συνειδητά μακριά από το να αναλάβουν δραστήριο και εμφανή ρόλο στην οικονομική και την εξωτερική πολιτική της χώρας.
Αυτό που θα διασφαλίσουν είναι ότι ο Ερντογάν θα συνεχίσει να διαχειρίζεται όλα τα εσωτερικά ζητήματα της Τουρκίας με… ανάλγητη αυστηρότητα. Αν και η κυβέρνηση, την περασμένη εβδομάδα, έθεσε τυπικά τέλος στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης, έρχονται νέοι, ιδιαίτερα σκληροί νόμοι που θα την αντικαταστήσουν.
«Δεν σου ανήκει το κράτος, Ερντογάν»
Ο Αλαατίν Κακιτσί περηφανεύεται για την τεράστια δύναμη που έχουν τώρα στα χέρια τους οι άνθρωποί του, μέσα στους κόλπους του τουρκικού στρατού και της αστυνομίας. «Δεν σου ανήκει το κράτος», έγραψε, απευθυνόμενος στον Ερντογάν. «Οι ulkuculer είναι το θεμέλιο του κράτους».
Ο κυβερνητικός συνασπισμός του Ταγίπ Ερντογάν με τους εθνικιστές συνοδεύεται από δεσμεύσεις απέναντι στο MHP.
Το AK είναι εν πολλοίς εξαρτώμενο από το κόμμα των εθνικιστών, του οποίου ο ηγέτης, ο Μπαχτσελί, απέκτησε δυσανάλογη επιρροή.
Η πρώτη βεβαιότητα είναι ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να κάνει πολλά για να βελτιώσει της σχέσεις της Τουρκίας με τους δυτικούς συμμάχους της. Οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε., ολόκληρη τη Δύση και τις υπόλοιπες χώρες του ΝΑΤΟ σπάνια υπήρξαν χειρότερες.
Και τα δύο κόμματα, εξάλλου, το ΑΚ (Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) και το MHP έχουν σαν βάση ψηφοφόρων τους θρησκευόμενους Τούρκους της Ανατολίας. Και οι δυο ηγέτες, Ερντογάν και Μπαχτσελί, βλέπουν με παρόμοια καχυποψία τα κίνητρα των δυτικών συμμάχων της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την αντιδυτική ρητορική που ακολούθησε για να προσελκύσει τους ψηφοφόρους των εθνικιστών. Ο γάμος με τους εθνικιστές θα τον εμποδίσει και από το να ξαναρχίσουν ειρηνευτικές συνομιλίες με τους Κούρδους ή από το να απελευθερώσει φυλακισμένος Κούρδους πολιτικούς.
Αγκυλώσεις και «υποχρεώσεις»
Με τον κρατικό μηχανισμό να παραδίδεται στους φανατικούς εθνικιστές και την οικονομία της χώρας να αποτελεί πια «οικογενειακή υπόθεση», η κατάσταση στην Τουρκία μοιάζει όλο και πιο ζοφερή.
Είναι ξεκάθαρο ότι οι όποιες στρατηγικές αποφάσεις στο μέλλον για οτιδήποτε στην Τουρκία θα εξαρτώνται από τις ιδιοτροπίες, τις αγκυλώσεις και τις «υποχρεώσεις» του προέδρου και ότι το υπουργικό συμβούλιο θα χρησιμεύει απλά ως ένας άβουλος μηχανισμός επικύρωσης αυτών των αποφάσεων.
Όπως εκτιμά το Bloomberg, οι μόνοι περιορισμοί που θα μπορούν να επιβληθούν στον Ερντογάν, στη σφαίρα της οικονομικής πολιτικής τουλάχιστον, θα προέρχονται από τις Αγορές.
Κι άλλα ζόρια στην οικονομία
Η τούρκικη λίρα πέφτει, οι τιμές ανεβαίνουν και οι ειδικοί προειδοποιούν ότι η οικονομία της χώρας βρίσκεται κοντά στην κατάρρευση. Όμως, ο Ερντογάν θέλει ανάπτυξη με κάθε κόστος και ακόμα περισσότερη εξουσία.
Ο Τούρκος οικονομικός αναλυτής Αττίλα Γεσιλαντά περιέγραψε στην Deutsche Welle την πιθανή έκβαση στο άμεσο μέλλον: «Μέχρι το τέταρτο τρίμηνο αυτού του έτους η οικονομία θα αρχίσει να συρρικνώνεται, η ανεργία θα ανέβει στο 12%, η λίρα, στο καλύτερο σενάριο, θα χάσει άλλο ένα 10% έναντι του δολαρίου και θα αρχίσει μια βροχή χρεοκοπιών στον εταιρικό τομέα. Όχι τεράστιου μεγέθους εταιρίες, αλλά μεσαίες και μικρότερες επιχειρήσεις. Σύντομα η Τουρκία θα αναγκαστεί να αποταθεί στο ΔΝΤ για οικονομική βοήθεια».
Ο νεοδιορισθείς υπουργός οικονομικών, ο Μπεράτ Αλμπαϊράκ, θεωρείται ένας άπειρος σχετικά πολιτικός, με μόνο βασικό προσόν για αυτή τη θέση - κλειδί ότι είναι παντρεμένος με την κόρη του Ερντογάν.
Μέχρι πρόσφατα, ο αρμόδιος για την οικονομία ήταν ο πρώην αναπληρωτής πρωθυπουργός Μεχμέτ Σιμσέκ. Είχε διατελέσει οικονομολόγος της Merrill Lynch και είχε τη φήμη συμβούλου φιλικού προς τις επενδύσεις καθώς και κάποιου που τολμούσε ακόμα και να αντιμιλά στον Ερντογάν. Τώρα, που το πόστο του πρωθυπουργού καταργήθηκε, δεν θα είναι πια στο υπουργικό συμβούλιο.
Οι καιροί είναι ιδιαίτερα επικίνδυνοι, και τέτοιους καιρούς χρειάζεσαι έμπειρους πιλότους να πετάνε το αεροπλάνο, όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γεσιλαντά. Στην περίπτωση που ο γαμπρός του Ερντογάν δεν τα καταφέρει, η χώρα θα βρεθεί αντιμέτωπη με το σενάριο της κατάρρευσης.
Σημειωτέον ότι αυτό το σενάριο δεν θα επηρεάσει μόνο την Τουρκία αλλά θα έχει συνέπειες και για την Ευρώπη, αφού πολλές τουρκικές εταιρίες έχουν μεγάλα δάνεια και είναι υπερχρεωμένες σε ευρωπαϊκές τράπεζες.
Όλα σε ένα
Πρόσφατα, ο οίκος Fitch υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Τουρκίας στην κατηγορία «σκουπίδια», με ακόμα πιο δυσοίωνες προοπτικές. Αυτό βάζει την Τουρκία στην ίδια κατηγορία με χώρες όπως η Γουατεμάλα και η Κόστα Ρίκα.
Αλλά ο Ερντογάν δεν δείχνει να αγχώνεται και να ιδρώνει, όχι τουλάχιστον στις δημόσιες τοποθετήσεις του, για τις υποβαθμίσεις. Τώρα, άλλωστε, είναι ο αρχηγός του κράτους, ο αρχηγός του κόμματος και ο αρχηγός της κυβέρνησης, όλα σε ένα πρόσωπο.
Ενώ η τουρκική οικονομία υποβιβάζεται σε σκουπίδια, ο Ερντογάν υπόσχεται στον κόσμο ένα λαμπρό μέλλον αφθονίας: «Η Τουρκία πρόκειται σύντομα να γίνει μια από τις δέκα μεγαλύτερες οικονομικές δυνάμεις στον κόσμο», διαβεβαίωσε τον τουρκικό λαό πριν λίγες μέρες.
Όπως, άλλωστε, έγραφε το «Π» από τις 28.6.18, ο Ερντογάν μεταμορφώνει την Τουρκία σε οικογενειακό μαγαζί. Ο γαμπρός του Μπεράτ Αλμπαϊράκ, ο σύζυγος της Εσρά Ερντογάν, έχει τεράστια επιρροή και εξουσίες. Ο αδελφός του Μπεράτ, Σερχάτ Αλμπαϊράκ, είναι το αφεντικό του ομίλου Calic Media. Όπως λέγεται στην Τουρκία, ο Ερντογάν και τα αδέλφια Αλμπαϊράκ κουμαντάρουν τη χώρα.
Στην Τουρκία, όμως, κουμάντο θα κάνουν πλέον και οι εθνικιστές, που ουσιαστικά κατέλαβαν θέσεις - κλειδιά στο κράτος και από αυτούς κρέμεται πια ο Ερντογάν για την πλειοψηφία στη βουλή…
Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 2032 στις 2-8-2018
ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΑΛΟΥΠΗΣ
http://www.topontiki.gr/article/284421/o-erntogan-horeyei-me-toys-lykoys
6/8/2018
7
Τουρκική mala fides και ο πάστορας Μπράνσον.
Η επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Τουρκίας με αφορμή την ομηρία ενός Αμερικανού κληρικού από τους Τούρκους θέτει τις δύο χώρες –που και οι δύο έχουν μάθει να μη δείχνουν καμία ευελιξία στις σχέσεις τους με άλλες– σε πορεία σύγκρουσης. Η εξέλιξη της υπόθεσης θα είναι πολύτιμος οδηγός για όσες άλλες χώρες –μεταξύ αυτών η Ελλάδα– αντιμετωπίζουν ζήτημα ομηρίας πολιτών τους από την Τουρκία. Για την Αγκυρα, η ομηρία ξένων είναι παραδοσιακό εργαλείο της διπλωματίας. Ετσι, οι συνομιλητές της οφείλουν να γνωρίζουν ότι η τουρκική κυβέρνηση δεν λογαριάζει οποιαδήποτε ηθική ή νομική διάσταση του ζητήματος· μόνος στόχος της είναι να πετύχει αυτά που θέλει.
Ο Αντριου Μπράνσον (Andrew Brunson) είναι 50χρονος πάστορας της ευαγγελικής πρεσβυτεριανής εκκλησίας που ζει στην Τουρκία εδώ και 23 χρόνια. Συνελήφθη τον Οκτώβριο του 2016, λίγους μήνες μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Κατηγορείται, βάσει μυστικής κατάθεσης αγνώστου μάρτυρα, για «στήριξη τρομοκρατικής οργάνωσης» και για «πολιτική ή στρατιωτική κατασκοπεία». Κι άλλοι Αμερικανοί πολίτες και διπλωματικοί υπάλληλοι (τουρκικής καταγωγής) βρίσκονται υπό κράτηση στην Τουρκία αλλά δεν γίνεται η ίδια φασαρία γι’ αυτούς· για την Ουάσιγκτον φαίνεται να έχει ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι οι Αμερικανοί ευαγγελιστές παρέχουν ισχυρή στήριξη στον Ντόναλντ Τραμπ. Ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, μέλος ευαγγελικής εκκλησίας και αυτός, δήλωσε μέσω Twitter πριν από λίγες μέρες: «Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επέβαλε σκληρές οικονομικές κυρώσεις στην Τουρκία και θα συνεχίσει έως ότου ο πρόεδρος Ερντογάν και η τουρκική κυβέρνηση ελευθερώσουν τον πάστορα Μπράνσον και επιτρέψουν σε αυτόν τον αθώο άνθρωπο της πίστης να επιστρέψει στις ΗΠΑ». Ο Πενς αναφερόταν στις κυρώσεις του υπουργείου Οικονομικών εναντίον των υπουργών Δικαιοσύνης Αμπντουλχαμίτ Γκιουλ και Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού. Οι κυρώσεις αφορούν κυρίως το «πάγωμα» όποιας περιουσίας κατέχουν οι δύο στις ΗΠΑ, στο συμβολικό και οικονομικό επίπεδο, όμως, είναι σημαντικότατες: στην είδηση ότι οι δύο σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ βρίσκονται σε τέτοια διένεξη, η τουρκική λίρα έπεσε στο χαμηλότερό της επίπεδο έναντι του δολαρίου.
Πέρα από την ίδια την ομηρία του Μπράνσον, η συμπεριφορά της τουρκικής κυβέρνησης έχει εξοργίσει τους Αμερικανούς. Σύμφωνα με το πρακτορείο Bloomberg, ενώ διεξήχθησαν παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις για ανταλλαγή του πάστορα με Τουρκάλα φυλακισμένη στο Ισραήλ (κατηγορούμενη για συνεργασία με τη Χαμάς), για μείωση του προστίμου που επιβλήθηκε στην Turkiye Halk Bankasi για παραβίαση του διεθνούς εμπάργκο εναντίον του Ιράν, και για τον επαναπατρισμό του φυλακισμένου υποδιοικητή της τράπεζας ώστε να εκτίσει την ποινή του στην Τουρκία, η Αγκυρα αθέτησε τη συμφωνία. Το Ισραήλ απελευθέρωσε την κρατούμενη Εμπρού Οζκάν, αλλά ξαφνικά η Τουρκία απαίτησε από τις ΗΠΑ την παύση της δικαστικής υπόθεσης εναντίον της τράπεζας· αντί να ελευθερώσει τον Μπράνσον, δικαστήριο της Σμύρνης του επέβαλε κατ’ οίκον κράτηση.
Οι Τούρκοι έχουν μάθει ότι αυτή η συμπεριφορά λειτουργεί προς όφελός τους. Πριν από λίγους μήνες, ελευθέρωσαν Γερμανό δημοσιογράφο τουρκικής καταγωγής με αντάλλαγμα την άρση κυρώσεων που είχε επιβάλει το Βερολίνο. Από τις 2 Μαρτίου κρατούν χωρίς λόγο τον ανθυπολοχαγό Αγγελο Μητρετώδη και τον λοχία Δημήτρη Κούκλατζη, χρησιμοποιώντας τους ως μοχλό πίεσης για την επιστροφή από την Ελλάδα οκτώ Τούρκων στρατιωτικών που ο Ερντογάν ισχυρίζεται ότι συμμετείχαν στο πραξικόπημα εναντίον του. Οι Τούρκοι πιστεύουν ότι έχουν το πάνω χέρι. Μέχρι και η αδυναμία τους μπορεί να λειτουργεί υπέρ τους: στην περίπτωση των ΗΠΑ, παρότι οι Τούρκοι δεν μπορούν να πλήξουν την Αμερική χωρίς να πλήξουν εαυτούς περισσότερο, οι Αμερικανοί φοβούνται ότι η ζημιά στην Τουρκία μπορεί να είναι τόσο μεγάλη που διστάζουν να προχωρήσουν σε σκληρότερα μέτρα. Εν τω μεταξύ, οι αμερικανικές κυρώσεις έχουν συσπειρώσει τέσσερα κόμματα της τουρκικής Βουλής υπέρ του Ερντογάν – που σημαίνει ότι ο ίδιος δεν θα μπορεί εύκολα να δεχθεί συμβιβασμό. (Ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει εάν η Τουρκία υιοθετήσει την πρόταση ενός κόμματος να κατασχέσει το κτίριο Trump Towers στην Κωνσταντινούπολη).
Πριν από σχεδόν 100 χρόνια, τον Μάρτιο του 1920, όταν η Βρετανία και άλλες νικήτριες χώρες του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχαν στείλει στρατιώτες στην οθωμανική αυτοκρατορία, οι εθνικιστικές δυνάμεις του Μουσταφά Κεμάλ αφόπλισαν και έθεσαν υπό κράτηση μια μονάδα Βρετανών στο Ερζερούμ (Θεοδοσιούπολη). Οι περίπου 30 στρατιώτες, που αποστολή τους ήταν ο αφοπλισμός των οθωμανικών δυνάμεων στην ανατολική Τουρκία, κρατήθηκαν όμηροι έως τον Νοέμβριο του 1921, σε συνθήκες «μεγάλης κακουχίας... αποκομμένοι από κάθε επικοινωνία, πεινασμένοι και παγωμένοι», όπως έγραψε σε επίσημη αναφορά ο συγκρατούμενος τους συνταγματάρχης Ραούλινσον (Alfred Bart. Rawlinson). Τον Μάρτιο του 1921, συμφωνήθηκε ανταλλαγή των Βρετανών με Τούρκους κρατούμενους στη Μάλτα, «εκτός όσων εμπλέκονται σε σφαγές», όπως δήλωσε ο υπ. Εξωτερικών Λόρδος Κέρζον στη Βουλή των Κοινοτήτων. Οι Τούρκοι, όμως, δείχνοντας κακή πίστη (mala fides, κατά τον Κέρζον), απαίτησαν την απελευθέρωση όλων των Τούρκων στη Μάλτα. Λίγους μήνες αργότερα το πέτυχαν.
Οσες χώρες έχουν πολίτες που κρατούνται όμηροι στην Τουρκία οφείλουν να γνωρίζουν ότι εάν δεν ενώσουν τις δυνάμεις τους, θα χάσουν. Είναι ώρα για κυρώσεις μέσω του ΟΗΕ.
Νίκος Κωνσταντάρας
4/8/2018
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ