Η οικονομία-ζόμπι μας χτυπάει την πόρτα.




Όπως είναι γνωστό, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη μέχρι το 2022 να έχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ και στη συνέχεια, μέχρι το 2060, 2,2%. Όταν κατά γενική ομολογία η οικονομία είναι στα γόνατα, λόγω και έλλειψης ρευστότητας, μία τέτοιου επίπεδου αφαίμαξη δεν αφήνει περιθώρια για να ξανασταθεί στα πόδια της. Πολύ περισσότερο που η κυβέρνηση Τσίπρα παράγει τα τελευταία χρόνια υπερπλεονάσματα, πολύ μεγαλύτερα από τους μνημονιακούς στόχους. Πρώτον, για να πείσει τους δανειστές ότι δεν χρειάζονταν πρόσθετα μέτρα. Δεύτερον, για να κάνει κάποιες μικροπαροχές στους φτωχούς, τους οποίους θεωρεί εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ, και σε βάρος της μεσαίας τάξης.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΕ, το 22,2% των Ελλήνων επιβιώνει σε συνθήκες ένδειας. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογουμένων προς το δημόσιο αυξάνονται με ρυθμό που φθάνει μέχρι και ένα δισ. ευρώ το μήνα. Σ’ αυτό πρέπει να προσθέσουμε και τις αυξανόμενες ληξιπρόθεσμες οφειλές και προς τα ασφαλιστικά ταμεία και προς τις τράπεζες.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ένας μεγάλος αριθμός νοικοκυριών και επιχειρήσεων αδυνατεί να ανταποκριθεί στις κάθε είδους υποχρεώσεις τους. Οι κατασχέσεις καταθέσεων σε λογαριασμούς και η δρομολόγηση των πλειστηριασμών ακίνητης περιουσίας είναι ισχυρότατο μέσο πίεσης προς τους οφειλέτες. Το γεγονός ότι τελικώς πραγματοποιούνται και κατασχέσεις και πλειστηριασμοί είναι η ατράνταχτη απόδειξη ότι ολοένα και περισσότεροι πολίτες πέφτουν στον γκρεμό και δεν είναι κακοπληρωτές. Το γεγονός ότι υπάρχουν και τέτοιοι δεν σημαίνει πως θα μετατρέψουμε την εξαίρεση σε κανόνα.

Η επιβολή νέων φορολογικών βαρών, σε συνδυασμό με την περαιτέρω μείωση εισοδημάτων, αναπόφευκτα θα ρίξει στον γκρεμό και νοικοκυριά που μέχρι τώρα εξαντλούσαν όλα τα περιθώρια για να ανταποκρίνονται με τα δόντια στις υποχρεώσεις τους. Εκτός αυτού, θα λειτουργήσει ως κίνητρο για τη φυγή από την Ελλάδα υγιών επιχειρήσεων, αλλά και ως αντικίνητρο για νέες παραγωγικές επενδύσεις και για επιχειρηματικές πρωτοβουλίες από νέους επιστήμονες.

Φοροδιαφυγή και δημόσιες δαπάνες

Προφανώς, υπάρχουν στρώματα που έχουν φοροδιαφύγει και συνεχίζουν να φοροδιαφεύγουν. Και σ’ αυτό το επίπεδο πρέπει να ληφθούν συστηματικά και στοχευμένα μέτρα, τα οποία ούτε αυτή η κυβέρνηση έχει λάβει, παρά την αντίθετη ρητορική της. Είναι αληθές ότι έγινε προσπάθεια και ότι της έβαλαν εμπόδια, αλλά αυτό μόνο εν μέρει δικαιολογεί τα πενιχρά αποτελέσματα.

Αν και με τις δραστικές περικοπές των δημοσίων δαπανών μαζί με την υποβάθμιση των προσφερομένων υπηρεσιών έχει περιορισθεί και η σπατάλη, παραμένει ζητούμενο η μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με μία από μηδενική βάση επανεξέταση κάθε δημόσιας δαπάνης με σκοπό την αξιολόγηση της αποδοτικότητας και της σκοπιμότητάς της. Μία τέτοια διαδικασία όχι μόνο θα εξοικονομούσε πόρους, αλλά και θα διευκόλυνε την παραγωγική ανασυγκρότηση του κράτους.

Αυτός, όμως, είναι ο δύσκολος δρόμος, τον οποίο δεν δείχνει ικανή να ακολουθήσει η κυβέρνηση Τσίπρα, όπως δεν τον ακολούθησαν και οι προηγούμενες. Αυτό που έκαναν και σε γενικές γραμμές συνεχίζει η σημερινή κυβέρνηση, μέχρι τώρα ευθέως υπό την καθοδήγηση της Τρόικας και προσεχώς υπό την έμμεση καθοδήγηση, είναι κυρίως οριζόντιες περικοπές, οι οποίες έχουν καταστήσει άκρως προβληματική τη λειτουργία ζωτικών λειτουργιών του κράτους. Η καταστροφική πυρκαγιά των προηγούμενων ημερών μας το υπενθύμισε με τον πιο δραματικό τρόπο.

Ακόμα και έτσι, όμως, η επιβολή πρόσθετων εξοντωτικών μέτρων λιτότητας το μόνο που θα καταφέρουν είναι να μετατρέψουν την ελληνική οικονομία σε ζόμπι. Και μία οικονομία-ζόμπι μπορεί να παράγει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μόνο αν αφυδατώνει την πραγματική οικονομία. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δεν μπορεί για τόσα πολλά χρόνια. Ο μόνος τρόπος για να μπορέσει η Ελλάδα να αποπληρώσει το χρέος της είναι να τεθεί σε τροχιά ανάπτυξης. Προϋπόθεση γι’ αυτό είναι αφενός η διάλυση του κλίματος αβεβαιότητας που σκοτώνει την οικονομία, αφετέρου η δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για μεγάλες παραγωγικές επενδύσεις.

Κίνητρα για σοβαρές επενδύσεις

Οι επενδυτές δεν ενδιαφέρονται μόνο για χαμηλό κόστος εργασίας και για περικοπή των εργασιακών δικαιωμάτων. Αυτά, άλλωστε, έχουν σε μεγάλο βαθμό ήδη συντελεστεί. Στην περίπτωση της Ελλάδας ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για μία σειρά άλλους παράγοντες, όπως είναι ο καθαρός οικονομικός ορίζοντας, οι σταθεροί κανόνες, η συρρίκνωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών και η μείωση της φορολογίας.

Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να υπογραμμισθεί πως οι κάθε είδους μικρομεσαίοι υφίστανται εξοντωτική φορολογία (συνυπολογίζοντας και τις ασφαλιστικές εισφορές). Το γεγονός αυτό εμποδίζει αποφασιστικά τη δρομολόγηση μίας ενδογενούς ανάπτυξης σ’ αυτό το επίπεδο της οικονομίας, που -ας σημειωθεί- δημιουργεί θέσεις εργασίας.

Όσον αφορά τις άμεσες ξένες επενδύσεις, αναγκαία -όχι και ικανή συνθήκη- για να καθαρίσει ο οικονομικός ορίζοντας είναι η οριστική γενναία μείωση του χρέους. Τα σημαντικότερα διεθνή οικονομικά ινστιτούτα συγκλίνουν στη θέση ότι το κούρεμα (όχι απλώς η αναδιάρθρωση) του ελληνικού χρέους είναι επιβεβλημένο και ως εκ τούτου αναπόφευκτο.

Γερμανικά παιχνίδια με το χρέος

Πριν αλλάξει ρόλο, ο Σόιμπλε δεν έχανε ευκαιρία να δηλώνει πως η αναδιάρθρωση δεν είναι του παρόντος. Μέχρι το τέλος, η Γερμανία παρέμεινε ουσιαστικά στην γραμμή πλεύσης. Προφανώς έκανε κάποια βήματα πίσω, αλλά, όπως φάνηκε και στη συμφωνία για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, η Ελλάδα δεν πήρε αυτό που ζωτικά χρειάζεται η οικονομία της για να γυρίσει σελίδα.

Υπενθυμίζουμε μία παλιά ωμή δήλωση του επικεφαλής της γερμανικής κεντρικής τράπεζας Βάιντμαν. Σε μία κρίση οικονομικού εθνικισμού, είχε πει το 2016 πως αυτό που έχει σημασία είναι να επιτευχθεί βιώσιμο πλεόνασμα και όχι η αναδιάρθρωση του χρέους. Προφανώς, γι’ αυτόν σημασία έχει το πρωτογενές πλεόνασμα, επειδή του εξασφαλίζει αποπληρωμή του χρέους και όχι το να ορθοποδήσει η ελληνική οικονομία.

Το επιχείρημα του Σόιμπλε ήταν εξαρχής πως μέχρι το 2022 η Ελλάδα δεν έχει πρόβλημα. Άρα, το βάρος που σηκώνει δεν είναι μεγάλο. Από λογιστικής απόψεως έχει δίκιο. Το χρέος, ωστόσο, δεν είναι μόνο λογιστικό μέγεθος. Είναι και οικονομικό μέγεθος. Το μη βιώσιμο χρέος είναι παράγοντας οικονομικής αβεβαιότητας που απωθεί τις άμεσες ξένες παραγωγικές επενδύσεις, τις οποίες η Ελλάδα έχει ζωτική ανάγκη. Την προφανή αυτή αλήθεια έχει αναγνωρίσει δημοσίως και η Λαγκάρντ. Όσο το χρέος παραμένει στα ύψη, τόσο η ελληνική οικονομία θα παραμένει στα γόνατα.


30/7/2018


           ΣXETIKA KEIMENA            



1.
Σε αναζήτηση ισοδύναμων μέτρων 1,8 δισ. ευρώ για τις συντάξεις.  

Πριν δρομολογηθεί η οριστική κατά τα άλλα απόφαση μεταβίβασης της δόσης των 15 δισ. ευρώ από τον ESM προς τον ειδικό λογαριασμό για την διευθέτηση του χρέους, η κυβέρνηση δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την υλοποίηση της απόφασης για την μείωση των συντάξεων, παρά μόνο με μία προϋπόθεση. Αυτή του προσδιορισμού ισοδύναμων μέτρων που θα πρέπει να ενταχθούν στον προϋπολογισμό του 2019, ο οποίος θα πρέπει να συζητηθεί και να εγκριθεί στο πλαίσιο της νέας ενισχυμένης εποπτείας. 

Ο βαθμός ελευθερίας της κυβέρνησης όσον αφορά το καθοριστικής – πολιτικής – σημασίας θέμα της νέας περικοπής των συντάξεων για το 2019 ύψους 1,8 δισ. ευρώ, περιορίζεται από την υποχρέωση αντικατάστασης του μέτρου με άλλα ισόποσου δημοσιονομικού αποτελέσματος. 

Ο περιορισμός αυτός είναι με σαφήνεια αποτυπωμένος στα κείμενα της συμφωνίας της 21ης Ιουνίου όσον αφορά τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. 

Αυτής της δέσμευσης αποτέλεσμα είναι η "ετοιμότητα” του ΥΠΟΙΚ να προχωρήσει σε αναζήτηση ενός πακέτου μέτρων με ίσου όγκου δημοσιονομικού αποτελέσματος. 

Στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους δεν θεωρούν την προσπάθεια αυτή "μη ρεαλιστική”. Αντίθετα όπως αναφέρεται η πορεία της οικονομίας και η αποδοτικότητα των μέτρων που έχουν δρομολογηθεί, "επιτρέπει μία αισιόδοξη προσέγγιση”...

Το πρόβλημα όμως παραμένει "άλυτο” από την πλευρά του ΔΝΤ. 

Το Ταμείο έχει θέσει το θέμα της νέας μείωσης των συντάξεων, όχι απλά σαν ένα θέμα άμεσου οικονομικού αποτελέσματος που συνδέεται με τους στόχους των υψηλών πρωτογενών ελλειμμάτων, αλλά κυρίως σαν ένα θέμα μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος και έτσι του δημόσιου χρέους. 

Σ΄αυτό το επίπεδο η επίτευξη ενός ικανοποιητικού οικονομικού αποτελέσματος στα επόμενα χρόνια με περισσότερα ή όχι μέτρα, δεν καλύπτει την "λογική” των οικονομικών μεγεθών του Ταμείου, έτσι όπως αυτά είχαν τεθεί ως προαπαιτούμενο (μείωση συντάξεων και αφορολόγητου) στην απόφαση για τα μέτρα 2019 – 2020.

Για να αποδεχθεί το ΔΝΤ στην βάση της αρχικής του επιχειρηματολογίας μία συζήτηση που θα αφορά την αναθεώρηση της απόφασης για τις συντάξεις θα πρέπει να υπάρξουν "ισοδύναμα” μέτρα στο θέμα της ελάφρυνσης του χρέους και όχι των προϋπολογισμών της διετίας 2019 – 2020. 

Και στο σημείο αυτό οι "λύσεις” δεν φαίνονται στον ορίζοντα. 

Πολύ περισσότερο μάλιστα που ακόμα και το ελάχιστο της απόκλισης από το αρχικό πακέτο της συμφωνίας, δηλαδή η προσωρινή επέκταση του καθεστώτος μειωμένου ΦΠΑ στα νησιά που επιβαρύνονται από το προσφυγικό πρόβλημα, προκάλεσε – με πρωτοβουλία Σόιμπλε όπως αποκαλύπτεται εκ των υστέρων – προσωρινή αναστολή της εκταμίευσης της δόσης των 15 δισ. ευρώ μέχρι να αποκατασταθεί τελικά η διαφορά με ισοδύναμα μέτρα από τις αμυντικές δαπάνες...    

Του Γ. Αγγέλη

16/7/2018


 2.
Το μπρα ντε φερ του φθινοπώρου για τις συντάξεις.

Το μήνυμα εστάλη με την «εμπλοκή» στην υπόθεση του ΦΠΑ και στην Αθήνα επιβεβαιώθηκε το αυτονόητο: Η μεταμνημονιακή εποχή δεν θα είναι ευρωπαϊκός περίπατος, οι σκληρές συντηρητικές δυνάμεις της Ευρώπης εξακολουθούν να δίνουν μάχη επικράτησης σε όλα τα μέτωπα – από το προσφυγικό έως την οικονομία – και η στροφή στην «αντι-λιτότητα» μόνον εύκολη υπόθεση δεν δείχνει. Και στο πλαίσιο αυτό, η πρώτη μεγάλη μεταμνημονιακή δοκιμασία θα είναι η επίτευξη του κομβικού πολιτικού στόχου της κυβέρνησης – η μη εφαρμογή των ψηφισμένων περικοπών στις συντάξεις από τον Ιανουάριο του 2019.

Παρά το γερμανικό καψόνι με τον ΦΠΑ, ο  βασικός κυβερνητικός σχεδιασμός εξακολουθεί να προβλέπει ότι η μη περικοπή των συντάξεων θα προαναγγελθεί στην ΔΕΘ από τον πρωθυπουργό, μαζί με την εξαγγελία μιας σειράς μέτρων «αντιλιτότητας» - από την αύξηση του κατώτατου μισθού και την καταβολή κοινωνικού μερίσματος έως τις στοχευμένες φοροελαφρύνσεις.

Ανοιχτό ζήτημα παραμένει το εάν η αναστολή της εφαρμογής του μέτρου θα γίνει σε συνάρτηση με το πρωτογενές πλεόνασμα  - ήτοι, εάν θα υιοθετηθεί πολιτική «ρήτρα» που θα κρατά παγωμένες τις περικοπές στις συντάξεις όσο θα επιτυγχάνονται πλεονάσματα 3,5%  - ή εάν θα επιλεγεί η αντισταθμιστική, πλήρης κάλυψη των απωλειών των συνταξιούχων με άλλες παροχές. Στο υπουργείο Οικονομικών γίνεται ήδη επεξεργασία πολλαπλών εναλλακτικών σεναρίων, σε κάθε περίπτωση ωστόσο το κεντρικό πολιτικό επιχείρημα της κυβέρνησης προς δανειστές και αγορές θα είναι ένα: Ότι οι περικοπές στις συντάξεις και το αφορολόγητο προνομοθετήθηκαν κατ’ απαίτηση του ΔΝΤ προκειμένου να διασφαλιστούν πρωτογενή πλεονάσματα 3,5%, ότι ο εν λόγω στόχος για το πλεόνασμα επιτυγχάνεται ήδη, και ως εκ τούτου δεν υπάρχει κανένας δημοσιονομικός ή τεχνοκρατικός λόγος που να επιβάλει την μείωση των συντάξεων.

Οι συγκρούσεις στην Ευρώπη

Πρόκειται για ένα επιχείρημα που μπορεί να είναι αρκετό για τον Πιερ Μοσκοβισί, τους ευρωπαίους σοσιαλιστές, ενδεχομένως και για τον μετριοπαθή κεντροδεξιό Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, είναι άκρως αμφίβολο όμως εάν θα γίνει αποδεκτό από τον σκληρό συντηρητικό άξονα της Γερμανία και όχι μόνον. Το αντεπιχείρημα που προβάλλεται ήδη προς την Αθήνα είναι πως οι μειώσεις στις συντάξεις δεν έχουν μόνον υψηλό δημοσιονομικό αποτύπωμα – περίπου 2 δις ευρώ – αλλά, κυρίως, αποτελούν μέτρο διαρθρωτικού χαρακτήρα που επηρεάζει την μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.

Πέραν τούτου, το μήνυμα της απαρέγκλιτης εφαρμογής των δεσμεύσεων είναι πρωτίστως πολιτικό, έχει ως αποδέκτη εκτός από την Αθήνα και την, πιο «ελαστική», Κομισιόν, και εντάσσεται στην ευρύτερη αναμέτρηση που έχει ανοίξει στην Ευρώπη μεταξύ των δυνάμεων του προοδευτικού και του σκληρού συντηρητικού και νεοφιλελεύθερου πόλου.

Όλα αυτά αξιολογούνται και προσμετρώνται στο Μαξίμου και, σε πρώτο χρόνο, δείχνουν ένα φθινόπωρο νέων προκλήσεων και πιθανών συγκρούσεων. Δεν θα πρόκειται για συγκρούσεις «εποχής 2015», όπως σπεύδουν να τονίσουν κυβερνητικά στελέχη, αλλά για «πολιτικές μάχες που ντε φάκτο θα δοθούν, σε μια Ευρώπη που απειλείται από τα ακραία δεξιά μοντέλα Ζεερχόφεν, Κουρτς και Ορμπαν».

Και πάλι όμως, οι μάχες δεν θα είναι εύκολες, ούτε οι συσχετισμοί κι οι συμμαχίες θεωρούνται δεδομένες. Η αίσθηση και η εκτίμηση που υπάρχει στην κυβέρνηση είναι πως η Μέρκελ δεν θέλει να «πνίξει» την Ελλάδα κι ο σοσιαλδημοκράτης Ολαφ Σολτς «μόνον Σόιμπλε δεν είναι», ωστόσο οι αντίρροπες πιέσεις είναι ισχυρές. Φιλελεύθεροι και Χριστιανοκοινωνιστές στην Γερμανία έχουν θέσει, ουσιαστικά, υπό ομηρία την αποδυναμωμένη καγκελαρία, ενώ και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο οι ισορροπίες είναι ακόμη ασταθείς: Η Κομισιόν τάσσεται ανοιχτά υπέρ της Ελλάδας αλλά «δεν πληρώνει εκείνη» όπως αρέσκονται να λένε οι Γερμανοί, ο Σάντσεθ στην Ισπανία θεωρείται καθαρός σύμμαχος αλλά ηγείται μιας αδύναμης κυβέρνησης, ο Μακρόν βλέπει το Βερολίνο να υποβάλει σε συνεχείς «εκπτώσεις» το σχέδιό του για την θεσμική και οικονομική μεταρρύθμιση της ευρωζώνης, και το νέο πολιτικό σκηνικό στην Ιταλία δεν βοηθά.

Οι «στοχευμένες ρήξεις»

Σ’ αυτό το εξαιρετικά ρευστό σκηνικό, κυβερνητικά στελέχη επισημαίνουν ότι η στροφή προς την «αντι-λιτότητα» προϋποθέτει εξαιρετικά λεπτούς χειρισμούς και «στοχευμένες ρήξεις». Η δεδομένη, πολιτική απόφαση είναι πως μειώσεις στις συντάξεις δεν πρόκειται να υπάρξουν. «Δεν υπάρχει περίπτωση να πάμε σε εκλογές με κομμένες συντάξεις», λέει κυβερνητική πηγή με γνώση των αναλύσεων του Μαξίμου, επιμένοντας ταυτόχρονα ότι κάλπες δεν πρόκειται να στηθούν πριν από την άνοιξη του 2019.

'Οπερ, το ερώτημα είναι σε ποιον βαθμό θα λειτουργήσουν οι ευρωπαϊκές συμμαχίες και σε ποια ένταση θα απαιτηθούν συγκρούσεις για να επιτευχθεί ο στόχος. Και οι απαντήσεις που θα δοθούν επ’ αυτού τους επόμενους μήνες μπορεί να κρύβουν και εκπλήξεις…

https://tvxs.gr/news/ellada/
mpra-nte-fer-toy-fthinoporoy-gia-tis-syntakseis
 16/7/2018  


 3.
Στα 5,19 δισ. τα ληξιπρόθεσμα χρέη στο Δημόσιο το α΄ εξάμηνο.

Το κύμα των κατασχέσεων φαίνεται να έχει αποτελέσματα για τα ταμεία του Δημοσίου, καθώς από τις αρχές του έτους έχουν εισπραχθεί περισσότερα από 2,69 δισ. παλαιών και «φρέσκων» ληξιπρόθεσμων οφειλών, ποσό ιδιαίτερα εντυπωσιακό αν συγκριθεί με τα δεδομένα προηγούμενων ετών.

Στα 5,19 δισ. ευρώ εκτινάχθηκαν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογουμένων στο πρώτο εξάμηνο του έτους, πριν ακόμα ξεκινήσουν οι βαριές φορολογικές υποχρεώσεις. Την ίδια στιγμή ο ελεγκτικός μηχανισμός προχωρεί σε καθημερινή βάση σε περίπου 360 κατασχέσεις και δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών με στόχο να διασφαλίσει τα συμφέροντα του Δημοσίου, ωστόσο βρίσκει άδειους λογαριασμούς.

Οπως προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ανεξάρτητη αρχή Δημοσίων Εσόδων, 3.727.416 φορολογούμενοι και επιχειρήσεις χρωστούν στο ελληνικό Δημόσιο περισσότερα από 101 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο μήνα με τον μήνα αυξάνεται, καθώς οι φορολογούμενοι αδυνατούν να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις, αφήνοντας απλήρωτους φόρους.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε η φορολογική διοίκηση:

1. Το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών (παλαιών και νέων) ανέρχεται στα 101,3 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό τα 5,19 δισ. ευρώ αφορούν νέες οφειλές που δημιουργήθηκαν στο πρώτο εξάμηνο του έτους.

Από τα 5,19 δισ. ευρώ οι απλήρωτοι φόροι (δηλαδή εξαιρουμένων των προστίμων) ανέρχονται στα 4,164 δισ. ευρώ, οι οποίοι «φούσκωσαν» κατά 392 εκατ. ευρώ συγκριτικά με το πεντάμηνο του έτους.

2. Οι φορολογούμενοι που χρωστούν στο ελληνικό Δημόσιο ανέρχονται σε 3.727.416 Πρακτικά, ένας στους δύο φορολογουμένους έχει ανοικτούς λογαριασμούς με την εφορία και 1.694.042 φορολογούμενοι είναι εκτεθειμένοι σε μέτρα αναγκαστικής είσπραξης.

3. Σε 1.137.235 οφειλέτες έχουν επιβληθεί αναγκαστικά μέτρα, δηλαδή κατασχέσεις μισθών και τραπεζικών λογαριασμών. Μόνο τον Ιούνιο έγιναν 9.032 κατασχέσεις.

4. Από το σύνολο των οφειλών 15,9 δισ. ευρώ έχουν χαρακτηριστεί επισήμως «ανεπίδεκτα είσπραξης», διαμορφώνοντας το «πραγματικό» ληξιπρόθεσμο χρέος σε 85,4 δισ. ευρώ.

Πάντως το κύμα των κατασχέσεων φαίνεται να έχει αποτελέσματα για τα ταμεία του Δημοσίου, καθώς από τις αρχές του έτους έχουν εισπραχθεί περισσότερα από 2,69 δισ. ευρώ παλαιών και «φρέσκων» ληξιπρόθεσμων οφειλών, ποσό ιδιαίτερα εντυπωσιακό αν συγκριθεί με τα δεδομένα προηγούμενων ετών. Βέβαια, μπροστά στο τεράστιο ποσό των 101,3 δισ. ευρώ που ανέρχονται συνολικά οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, η είσπραξη του ανωτέρου ποσού φαντάζει σταγόνα στον ωκεανό.

Οπως προαναφέρθηκε, το μεγάλο στοίχημα για την κυβέρνηση είναι ο Ιούλιος, καθώς χθες έληξε η προθεσμία για την πληρωμή της πρώτης δόσης του φόρου εισοδήματος. Ηδη από τα στοιχεία της εκκαθάρισης προκύπτει ότι περίπου 2,5 εκατομμύρια φορολογουμένων θα πληρώσουν 3,3 δισ. ευρώ, ποσό το οποίο είναι μειωμένο κατά 500 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον φόρο που βεβαιώθηκε το περασμένο έτος.

Μάλιστα, το 2017, ένας στους τρεις φορολογουμένους δεν κατάφερε να πληρώσει την πρώτη δόση του φόρου εισοδήματος. Συγκεκριμένα, 671.000 φορολογούμενοι δεν κατάφεραν να πληρώσουν φόρους ύψους 340 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, αυτό που ενδιαφέρει την κυβέρνηση είναι εάν οι φορολογούμενοι, που ενδεχομένως και φέτος να μην καταφέρουν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, θα ενταχθούν στην ευνοϊκή ρύθμιση του υπουργείου Οικονομικών που προβλέπει την καταβολή των φόρων σε 12 έντοκες μηνιαίες δόσεις. Σε διαφορετική περίπτωση, δηλαδή εάν δεν πληρώσουν καθόλου τους φόρους που τους αναλογούν, τότε η τρύπα για τα ταμεία του Δημοσίου θα προσεγγίσει το 1 δισ. ευρώ.

ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ

http://www.kathimerini.gr/977789/article/oikonomia/ellhnikh-oikonomia/sta-519-dis-ta-lh3ipro8esma-xreh-sto-dhmosio-to-a-e3amhno

1/8/2018




4.
Βιώσιμο το χρέος μόνο έως το 2038, εκτιμά το Ταμείο.

Το ΔΝΤ θεωρεί ότι η δέσμευση των Ευρωπαίων για ανάληψη περαιτέρω μέτρων για το χρέος, αν και σημαντική, δεν διασφαλίζει τη μακροπρόθεσμη πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές και ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο μόνο μεσοπρόθεσμα και έως το 2038.

Διαφωνίες

Στην ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (DSA) το Ταμείο υπογραμμίζει τις διαφωνίες που έχει με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς σε ό,τι αφορά τις παραμέτρους της βιωσιμότητας του χρέους, επισημαίνοντας πως αν και τα επόμενα χρόνια το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αρχίσει να μειώνεται, μετά το 2038 θα αρχίσει να αυξάνεται αδιάκοπα. Το ίδιο έτος οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα ξεπεράσουν το όριο του 20% του ΑΕΠ και θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Ετσι, «πρόσθετη ελάφρυνση του χρέους θα είναι απαραίτητη για να διασφαλίσει τη βιωσιμότητά του», όπως τονίζει.

Αξίζει να σημειωθεί πως υπήρχαν διαφωνίες στο διοικητικό συμβούλιο του Ταμείου σε ό,τι αφορά το θέμα της βιωσιμότητας του χρέους. Αν και συμφώνησαν ότι η ελάφρυνση σε συνδυασμό με το μεγάλο μαξιλάρι ρευστότητας θα διευκολύνει τη μεσοπρόθεσμη πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές, ωστόσο, αρκετά μέλη τόνισαν ότι η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα παραμένει αβέβαιη και υπογράμμισαν την ανάγκη για ρεαλιστικές παραδοχές για τους στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων και ανάπτυξης.

Με το πακέτο ελάφρυνσης που συμφωνήθηκε, σημειώνει η έκθεση, οι μεσοπρόθεσμες ανάγκες αναχρηματοδότησης και οι τάσεις σε ό,τι αφορά την πορεία του χρέους εμφανίζονται στο βασικό σενάριο διαχειρίσιμες. Ωστόσο, το προσωπικό του ΔΝΤ διατηρεί επιφυλάξεις εάν τα μέτρα αυτά θα είναι επαρκή για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης πρόσβασης στην αγορά. Μία βασική ανησυχία είναι ότι η δημοσιονομική προσαρμογή έγινε με ένα πακέτο μέτρων που πλήττει την ανάπτυξη και γι’ αυτό απαιτείται να αλλάξει το μείγμα προκειμένου να υπάρξει καλύτερη πορεία της οικονομίας μακροπρόθεσμα. Αυτό θα απαιτήσει από την Ελλάδα να μειώσει σημαντικά τις υψηλές συνταξιοδοτικές δαπάνες και να διευρύνει την πολύ στενή φορολογική βάση της.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι την περίοδο 2018-2060 σε μέσo όρο το ονομαστικό ΑΕΠ της Ελλάδος θα αυξηθεί κατά 2,9%, έναντι 3,1% που βλέπει η Κομισιόν, και το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί στο 1,8% του ΑΕΠ (έναντι 2,4% του ΑΕΠ που βλέπει η Κομισιόν). Σε ό,τι αφορά τα επιτόκια δανεισμού, στο βασικό σενάριο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου τοποθετούνται στο 4,5% το 2018 και φτάνουν ώς το 6% το 2060 (μέσος όρος 5,7%), ενώ για την Κομισιόν ξεκινούν στο 3,2% και φτάνουν στο 5,2% το 2027-2030, ενώ περιορίζονται στο 4,2% το 2060 (μέσος όρος 4,8%).

Ανησυχίες

Το Ταμείο αναγνωρίζει πως οι μακροπρόθεσμες υποθέσεις υπόκεινται σε υψηλή αβεβαιότητα, ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν ανησυχίες ότι η δέσμευση για παροχή πρόσθετης βοήθειας, εάν χρειαστεί, ενδέχεται να μην επαρκεί. Τα προβλήματα εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων αλλά και η πιθανότητα πολιτικών αλλαγών σε κράτη-μέλη της Ζώνης του Ευρώ που θα μπορούσαν να μειώσουν τη δέσμευση για στήριξη της Ελλάδας στο μέλλον, ενδέχεται να επηρεάσουν το επενδυτικό κλίμα, κυρίως όσο θα προσεγγίζουμε στο 2038. Στο πλαίσιο αυτό, το ΔΝΤ ανησυχεί ιδιαίτερα για το γεγονός ότι η δέσμευση για παροχή πρόσθετης ελάφρυνσης εξαρτάται από την προσήλωση της Ελλάδας σε μια πολύ φιλόδοξη πορεία του πρωτογενούς πλεονάσματος, γεγονός που υποδηλώνει ότι μπορεί να είναι ανεπαρκής για την άμβλυνση των μακροπρόθεσμων κινδύνων. Ετσι, η Ελλάδα θα μπορούσε να βρεθεί στη θέση να πρέπει να αγωνιστεί για τη διατήρηση της πρόσβασης στην αγορά μακροπρόθεσμα.

ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΟΥΡΤΑΛΗ

http://www.kathimerini.gr/977812/article/oikonomia/ellhnikh-oikonomia/viwsimo-to-xreos-mono-ews-to-2038-ektima-to-tameio
1/8/2018