Το 1821 ως εθνικό ιδεολογικό επίδικο.
Το 1821 ως εθνικό ιδεολογικό επίδικο – 1
Για ποιο λόγο κάθε τόσο διάφοροι Έλληνες που θέλουν να φανούν ένθερμοι υποστηρικτές της παγκοσμιοποίησης, ή και ανυποχώρητοι ευρωπαϊστές, επιδίδονται με τον δημόσιο αναθεματισμό και ενίοτε στην κατασυκοφάντηση της Ελλάδας, των Ελλήνων και μαζί της ιστορίας μας; Τι τους κάνει να υποστηρίζουν χυδαίες συκοφαντικές δηλώσεις ξένων σε βάρος της χώρας και της ιστορίας; Και ακόμα γιατί να επαναλαμβάνουν κάθε αυθαίρετη ενίοτε και βλακώδη δήλωση του οποιουδήποτε ισχυρού Ευρωπαίου;
Από άλλη πλευρά τι μπορεί να καταλάβει κανείς για τις διάφορες διακρατικές επιτροπές, των οποίων ο ρόλος είναι να διορθώσουν τα σχολικά βιβλία ιστορίας προς το ηπιότερο; Με βάση τα ιδεολογικά μέτρα του politicaly correct; Μπορούμε, ας πούμε να «διορθώσουμε» τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα και φαινόμενα, όπως τις επαναστάσεις, τη δημιουργία κρατών, τους πολέμους, την εργασία και τον τρόπο οργάνωσής της, τις κοινωνικές δομές, τις μορφές πολιτικής οργάνωσης των κοινωνιών σαν να είχαν κάποια βλάβη; Διορθώνεται η ιστορία; Με κριτήριο τις ευρωπαϊκές, ή μήπως ειδικότερα τις γερμανικές χρηματοδοτήσεις διαφόρων ιδρυμάτων;
Ένας από τους πλέον προτιμητέους στόχους αυτής της στάσης που εκδηλώνεται με επιθετικότητα, συκοφαντία και ενίοτε χυδαιότητα είναι η ελληνική Επανάσταση. Παράδοξο με μια πρώτη σκέψη, δεδομένου ότι το ’21 αποτέλεσε το μείζον εκείνο γεγονός που οι Έλληνες, όλοι τότε, με τον αγώνα τους κατέλυσαν το καθεστώς του ραγιά και εγκαθίδρυσαν το καθεστώς του πολίτη. Θεμελίωσαν την πολιτική τους ύπαρξη. Παρουσιάστηκαν στον κόσμο όχι διαμέσου των αρχαίων αγαλμάτων, αλλά αυτόνομα ως αυτό που ήταν τότε. Και συνεχίζουμε έως σήμερα χάρη σε εκείνο το θεμέλιο γεγονός της Επανάστασης, χωρίς το οποίο τίποτε δεν θα ήταν δυνατό στην συνέχεια.
Ανάλογες ενέργειες υποτίμησης έχουν συμβεί και σε άλλες χώρες. Για παράδειγμα στη Γαλλία, με αφορμή τα διακόσια χρόνια από το 1789. Αλλά η έκταση και το βάθος ήταν ασύγκριτα πιο περιορισμένα από ότι στα καθ’ ημάς, καθότι οι κοινωνικές αντιστάσεις πολύ ισχυρές, οι θεσμοί παραγωγής ιστορικής γνώσης είναι πολλοί, κοινωνικά διάχυτοι και ισχυροί.
Στις ΗΠΑ υπάρχουν δεκάδες μικρά ή μεγαλύτερα ιδρύματα ή και πανεπιστημιακά ινστιτούτα που ασχολούνται αποκλειστικά με την επανάστασή τους και δεν θυμάμαι να αμφισβητήθηκε ποτέ η αξία του Πολέμου της Ανεξαρτησίας. Το ίδιο και στην Ιταλία, όπου υπάρχουν αρκετά ερευνητικά μουσεία και δύο ερευνητικά κέντρα για το Risorgimento. Στη φαινομενικά αδιάφορη για αυτά Βρετανία, τα μαθήματα για τη δική τους εθνική επανάσταση ενσωματώθηκαν σε πολλά πανεπιστήμια κατά τη περίοδο 1935 έως το 1980. Ήταν η περίοδος μιας εξαιρετικά πλούσιας επιστημονικής διαμάχης για τον ορισμό και την σημασία της Αγγλικής Επανάστασης.
Χάντρες και καθρεφτάκια για το 1821
Στην Ελλάδα, το χαρακτηριστικό της εθνικής Επανάστασης είναι πως οι πάντες πιστεύουν ότι ξέρουν την σπουδαιότητά της, μάλιστα και την ιστορία της, αλλά στην πράξη την σκεπάζει η αδιαφορία. Στα ελληνικά πανεπιστήμια υπάρχουν έντεκα τμήματα ιστορίας, κάτι τις διδάσκεται για το 1821 σε ορισμένα, αλλά μόνο ένα, το Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου, διαθέτει αυτοτελές γνωστικό αντικείμενο με θέμα την ελληνική Επανάσταση.
Στο ερευνητικό επίπεδο, τώρα, καθώς πλησιάζουν τα διακόσια χρόνια από το 1821, το Ελληνικό Ίδρυμα Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ) προκήρυξε έναν διαγωνισμό για την επέτειο για δέκα τελικά έργα, όπου όμως «συμπούρμπουλα» περιλαμβάνονται: όλες οι μορφές τέχνης που μπορούν να εκφράσουν το 1821, όλες οι επιστημονικές προσεγγίσεις, όλες οι μορφές δημοσιότητας όπως άλμπουμ και γενικώς ό,τι ο καθένας νομίζει. Έτσι και η ηγεσία του ΕΛΙΔΕΚ: προκηρύσσει χάντρες και καθρεφτάκια για το 1821. Το ίδιο ισχύει και για τα ποικίλα εφοπλιστικά ιδρύματα που μπορεί να χρηματοδοτήσουν άνετα ένα σαχλούτσικο χάπενινγκ, αλλά όχι μια επιστημονική έρευνα για το 1821.
Θα φανεί ίσως υπερβολικό, πλην όμως είναι πραγματικό, να τονίσω πως ακόμη και οι περισσότεροι από τους πολύ λίγους επιστήμονες που έχουν ασχοληθεί με την Επανάσταση, έχουν επιδείξει μια παχυλή αδιαφορία απέναντι στην ιστορική έρευνα: απέναντι, λόγου χάρη, στα σχεδόν δυόμιση εκατομμύρια αρχειακά ντοκουμέντα (Αρχείο του Αγώνα), που είναι οργανωμένα με υψηλότατη επάρκεια στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Πολλά από αυτά, μάλιστα, είναι αναρτημένα στην κεντρική ιστοσελίδα των Γενικών Αρχείων και κάποια στην ιστοσελίδα της Βουλής.
Δίχως να κάνουν πραγματική ιστορική έρευνα, οι περισσότεροι καταλήγουν να αντιγράφουν τους προηγούμενους μαζί και τα στερεότυπα. Χαρακτηριστικά είναι πως όσα λάθος ή ατελέστατα υποστήριξε το 1904 ο Ανδρέας Ανδρεάδης για τα δάνεια της Επανάστασης, αναπαράγονται σχεδόν αυτούσια έως σήμερα. Το ίδιο ισχύει για τον εμφύλιο κατά την διάρκεια του Αγώνα όπου κάτω από τα ρητορικά κλισέ «οι Έλληνες πάντοτε διχάζονταν, κτλ. κτλ» δηλώνουν απλώς την άγνοια ότι κάθε επανάσταση τέμνει μια κοινωνία, έτσι ώστε ο εμφύλιος να αποτελεί συστατικό στοιχείο κάθε επαναστατικού φαινομένου.
Χάρη στο Ναβαρίνο;
Το πλέον ενδιαφέρον, ωστόσο, εντοπίζεται στον ισχυρισμό πως η ελληνική Επανάσταση επικράτησε χάρη στην ναυμαχία του Ναβαρίνου, χάρη στον στόλο των ξένων δυνάμεων. Μια και μόνο ημέρα εξαφανίζει εφτά χρόνια αγώνων, ακολουθώντας την οδό της άγνοιας, της ιστορικής αγραμματοσύνης και της συντριβής της κοινής λογικής. Είναι ενδιαφέρον διότι όσοι υποστηρίζουν αυτό το κλισέ, δεν γνωρίζουν πως το επίσημο γαλλικό κράτος στήριξε με στρατό, όπλα και άλλη βοήθεια τους Αμερικανούς επαναστάτες, απλά επειδή μάχονταν εναντίον της Βρετανίας. Οι Γάλλοι κέρδισαν την αμερικανική Επανάσταση;
Έτσι, λοιπόν, από βιβλίο σε βιβλίο, από παραπομπή σε παραπομπή, χωρίς καμία επιστημονική, έστω μια απλή αρχειακή έρευνα, αναπαράγονται από τα χρόνια της Επανάστασης αυτά και άλλα στερεότυπα. Και σε αυτό τον πολτό η εκκλησία προσθέτει την δική της ιδεολογική ιδιοτέλεια, τη δική της ιστορική αγραμματοσύνη. Από πού προέρχεται αυτό το πάθος που εκτείνεται από την προσπάθεια μηδενισμού έως την υποτίμηση, ή και τον εξευτελισμό του ιδρυτικού γεγονότος της δημιουργίας του ελληνικού εθνικού κράτους;
Γιατί αυτό το παράδοξο να επιδιώκουν τόσοι να εκφυλίσουν σε ασήμαντο νόημα το πέρασμα των Ελλήνων από το καθεστώς του ραγιά σε εκείνο του πολίτη; Έχουν ειπωθεί πολλά ως απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα: ανθέλληνες, ευρώδουλοι, κομπλεξικοί, εκσυγχρονιστές, σημιτικοί, ροζ φιλελεύθεροι του ΣYΡIZΑ. Όλα αυτά δείχνουν με το δάχτυλο προς σωστές κατευθύνσεις, πλην όμως ως ερμηνείες πάσχουν από όλα τα δυνατά λάθη που μπορεί να κάνει ένας ιστορικός.
Όταν ο Ψαριανός παπαγαλίζει…
Σε μια μεγάλη κλίμακας έρευνα για το 1821, έχουμε διαπιστώσει ότι πολλά από τα μειωτικά στερεότυπα που χαρακτηρίζουν τόσο τον δημοσιογραφικό λόγο για την Επανάσταση στην Ελλάδα, όσο εν μέρει και τον ακαδημαϊκό, προέρχονται, περιέργως πως, ιδίως από τον αγγλικό και πολύ λιγότερο από τον γαλλικό τύπο της εποχής, δηλαδή από το 1821 έως σχεδόν το τέλος του ίδιου αιώνα. Εκφράζανε, δηλαδή, τα πολιτικά και συμβολικά συμφέροντα των δυνάμεων της εποχής.
Πρόσφατο παράδειγμα για τον βαθμό της τρομακτικά μακροχρόνιας αναπαραγωγής των στερεότυπων διαμορφωμένων από τον βρετανικό τύπο και ερασιτέχνες ή εμπειριστές Βρετανούς ιστορικούς, αποτελεί η ομιλία στην Βουλή του εθνικού εκπροσώπου, του κ. Γρηγόρη Ψαριανού από το Ποτάμι.
Επαναλαμβάνει με απόλυτα επιδεικτική άγνοια, επιθετική ασχετοσύνη και χονδροειδή λόγο όσα ισχυρίζονταν μέρος των βρετανικών συντηρητικών εφημερίδων από το 1829, και υποστηρίζει με δικά του λόγια: «Η Επανάσταση του ’21 είναι ένα παραμύθι… μια άλλη τρόικα έφτιαξε στο παρελθόν αυτό το κράτος», δηλαδή «η τρόικα του Ναβαρίνου», εννοεί οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Άραγε τι θα απαντούσε ο Μάρκος Μπότσαρης; Νομίζω πως στους κάθε προέλευσης «ψαριανούς» το ερώτημα που πρέπει να τεθεί είναι αν τα ψάρια μπορούν να γνωρίσουν την ιστορία τους. Μπορούν;
Ο Πέτρος Θ. Πιζάνιας είναι ομότιμος καθηγητής ιστορίας, στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Σπούδασε ιστορία, προπτυχιακά και μεταπτυχιακά, στο Παρίσι στην E.H.E.S.S και έχει υπάρξει επισκέπτης καθηγητής σε διάφορα γαλλικά πανεπιστήμια, δ/ντής μεταπτυχιακού προγράμματος καθώς και κάτοχος της Έδρας Unesco. Έχει συγγράψει άρθρα και βιβλία σχετικά με την Νεότερη ελληνική ιστορία με ποιο πρόσφατα βιβλία του «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ένα ευρωπαϊκό γεγονός» εκδόσεις Κέδρος, και «Η ιστορία των Νέων Ελλήνων. Από το 1400 έως το 1820» από τις εκδόσεις της Εστίας. Διευθύνει από το 2001 την έρευνα με τίτλο ο «Ερμής των Νέων Ελλήνων» μια ψηφιακή βάση προσωπογραφικών δεδομένων 47.550 προσώπων στην οποία περιλαμβάνονται μέλη της Φιλικής Εταιρείας, τα μέλη των Εθνοσυνελεύσεων, οι μαχητές και άλλα στελέχη της Ελληνικής Επανάστασης. Για το σύνολο του έργου του βλέπε: https://ionio.academia.edu/PetrosPizanias E-mail: pizvax@yahoo.gr
15 Οκτωβρίου 2018
Το 1821 ως εθνικό ιδεολογικό επίδικο – 2
Σχεδόν όλες οι εθνικές άρχουσες τάξεις, του δυτικού ή του υπόλοιπου κόσμου, που θεμελιώθηκαν πολιτικά με επανάσταση, τιμούν το ιδρυτικό γεγονός του νεωτερικού εθνικού τους κράτους, επειδή θεωρούν πως είναι συνεχιστές εκείνου του πρωταρχικού επιτεύγματος και εν πολλοίς κάτοχοι. Το ίδιο και οι ελληνικές άρχουσες τάξεις σε όλες τις ιστορικές παραλλαγές τους, αλλά μόνο μέχρι το 1940. Μετά ξεκίνησε μια μεγάλη «αμηχανία», μια βαθμιαία πτώση.Θα περιοριστώ εδώ να διατυπώσω μια υπόθεση αφήνοντας την εκτενέστερη ανάλυσή της για ένα άλλο σημείωμα.
Όταν ο Μεταξάς, ακριβέστερα οι ιδεολόγοι του, έφτιαξαν τον δικό τους θεμελιωτή μύθο για το έθνος, τον συνόψισαν στο «Πατρίς, θρησκεία, οικογένεια» και την ιστορία των Ελλήνων σε μια καρικατούρα της τρισχιλιετούς συνέχειας, επαναφέροντας τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό ως είδος συνθήματος. Το ιδεολογικό αυτό σύστημα, σημασιολογικά εντελώς ασήμαντο, δεν διέθετε κάποια σχέση με την ρεαλιστική πολυπλοκότητα της ιστορίας μας, και συνεπώς γρήγορα εκτράπηκε σε καρικατούρα.
Η Επανάσταση του 1821 σε αυτό το σχήμα εμφανιζόταν με ελάχιστα πειστικό τρόπο, σαν ένα ηρωικό ξέσπασμα αγανάκτησης των Ελλήνων μετά από τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς, σαν να περίμεναν τέσσερις αιώνες για να πουν στο τέλος κάτι σαν: «Ε, φτάνει πια, δεν πάει άλλο με τους Τούρκους!» (που ήταν Οθωμανοί). Και η εκκλησία ευλογούσε αυτό το σχήμα απλά επειδή ιδεολογικά την εξυπηρετούσε. Έχουμε δηλαδή το κράτος και την εκκλησία να επιδίδονται σε ένα είδος ιδεολογικού καιροσκοπισμού μέσω της ιστορίας, το οποίο άντεξε από τη δεκαετία του 1930 έως το 1974 μόνο επειδή αποτέλεσε ιδεολογικό όχημα του κράτους και των ισχυρών της χώρας. Η χούντα κατόρθωσε να το γελοιοποιήσει ανέκκλητα. Και μετά;
Μετά μείναμε με τους μύθους της Αριστεράς, αδέξιοι επιστημονικά, σχηματικοί και ιδεολογικοποιημένοι, ενίοτε αποπνικτικά λυρικοί, τόσο συρρικνωμένοι όσο υπαγόρευε η εφαρμογή του τυποποιημένου ιστορικού υλισμού στην ελληνική ιστορία και στην Επανάσταση ειδικότερα. Αυτές οι δύο τάσεις (ναι και οι δύο, «δεξιών» και «αριστερών» αλλά με διαφορετικό βάρος), γελοιοποίησαν αθέλητα την Επανάσταση και κατά συνέπεια υπονόμευσαν το κοινωνικό ενδιαφέρον γι’ αυτήν.
Τόσο ώστε η επιστημονική έρευνα και η διδασκαλία για τον αγώνα του 1821, σε αντίθεση με άλλες χώρες, να περιθωριοποιηθεί ακόμη και στην ελληνική επιστημονική κοινότητα. Έτσι κατέληξε μοιραία στα χέρια ερασιτεχνών, και ακόμη χειρότερα των δημοσιογράφων, των πολιτικών και των κληρικών.Όμως, υπάρχει και μια ακόμη αιτία που επιτρέπει σε διάφορους να λένε ακόμη και μέσα στη Βουλή ό,τι βλακεία μπορεί να συζητιέται στα καφενεία και στα μπαρ. Η αιτία αυτή είναι δομική.
Μια πανίσχυρη συμμαχία
Ας εξηγηθώ ως ιστορικός. Σε αντίθεση με τη Γαλλική Επανάσταση που ξεκίνησε αυθόρμητα και στην οποία κάθε κοινωνική τάξη εξεγειρόταν ξεχωριστά για λογαριασμό της (αστοί, χωρικοί, λαός των πόλεων και ιδίως του Παρισιού κ.ο.κ), στην περίπτωση μας, το 1821 υπήρξε σύλληψη και απαίτηση των ποικίλων ελληνικών ηγετικών ομάδων αμιγώς.
Αυτές σε μια ετερόκλητη, πλην ισχυρή πολιτική συμμαχία που χτίστηκε αρχικά στη Φιλική Εταιρεία, οργάνωσαν και ξεκίνησαν την Επανάσταση, αποτέλεσαν την πολιτική της ηγεσία και τα πρώτα χρόνια παρείχαν τη χρηματοδότηση και τα μέσα άσκησης πολιτικής και του επαναστατικού πολέμου. Αυτές οι κοινωνικές και οικονομικές ηγεσίες συμμάχησαν με τους τοπικούς λαούς των Ελλήνων (χωρικούς, κτηνοτρόφους, ναύτες, τεχνίτες κτλ) και πολλές δεκάδες χιλιάδες από αυτούς τους μετέτρεψαν σε πολιτοφύλακες του έθνους, ένοπλους μαχητές της ελευθερίας όλων.
Πρόκειται δηλαδή για άρχουσες ηγετικές ελίτ, ορισμένες πολύ ισχυρές οικονομικά και κοινωνικά, που διέθεσαν την περιουσία ή τα κεφάλαιά τους, τις θέσεις ισχύος που κατείχαν, ακόμη την οικογένειά τους, διακινδύνευσαν και κάποιοι έχασαν τις ζωές τους. Όπως ακριβώς και οι χωρικοί, ναύτες, τεχνίτες, κτηνοτρόφοι που τους ακολούθησαν, και από άσχετοι με τον πόλεμο αρχικά, βρέθηκαν ένοπλοι στην πρώτη γραμμή.
Δεν αποτελούν συνέχεια
Θα μπορούσαν, οι επικρατέστερες από τις ομάδες ισχύος, που χαρακτήρισαν κατά καιρούς την ελληνική άρχουσα τάξη, από το 1940 περίπου να διεκδικήσουν τη συνέχεια των πατέρων του ελληνικού έθνους, ενώ ανήκαν στην κατηγορία του παρασιτικού ή και του κρατικοδίαιτου κεφαλαίου; Αδύνατον. Και τούτο, επειδή οι σύγχρονες ελληνικές ομάδες ισχύος ανέχτηκαν οτιδήποτε στρεφόταν εναντίον του έθνους: τον δοσιλογισμό στην κατοχή∙ την αγγλοκρατία και μετά την αμερικανοκρατία∙ την παράλογη σφαγή του εμφυλίου∙ τον αποκλεισμό του ενός τουλάχιστον τρίτου των Ελλήνων, των αριστερών, που ανακηρύχθηκαν «εχθροί του έθνους», ενώ αυτοί είχαν πολεμήσει τους Γερμανούς κατακτητές.
Ανέχτηκαν την χούντα, και με ένα άλμα για να τελειώνω, ανέχτηκαν την κατάλυση της πολιτικής κυριαρχίας της χώρας με το μνημόνιο, και μάλιστα επωφελήθηκαν από αυτό, κάνοντάς το πιο επώδυνο για τους άλλους Έλληνες. Πώς να τιμήσουν το 1821; Θα μπορούσαν δια των πράξεων τους να παραδειγματίσουν αλλιώς από εκείνο που το ισχυρότερο, το πλέον προβεβλημένο και παρασιτικό τμήμα της κάνει;
Τί κάνει; Γεμίζει με τηλεοπτικά και έντυπα απορρίμματα τον ελληνικό λαό, με μικρά καζίνα εκμαυλισμού δια του τζόγου σε κάθε γωνία των ελληνικών πόλεων, με ποδοσφαιρική υστερία, με αντίστοιχες συμμορίες, περιφρονεί την χώρα, τον λαό, τους θεσμούς χάρη στα οποία υπάρχει, κερδοφορεί και αναπαράγεται.
Εκείνοι, τότε, έδωσαν ό,τι είχαν για την δημιουργία του ελληνικού έθνους, χωρίς καμία απολύτως βεβαιότητα πως θα πάρουν κάτι πίσω εκτός από το ενδεχόμενο πραγματοποίησης των ιδανικών τους. Ετούτοι οι σύγχρονοι απομυζούν ό,τι μπορούν από το έθνος, εκμαυλίζοντας ταυτόχρονα τους πολίτες ως τρόπο δικού τους πλουτισμού. Βέβαια, η Ελληνική Επανάσταση αποτελεί ιστορία, προφανώς, αλλά όχι τελειωμένη. Ας υπενθυμίσω ωστόσο, πως υπήρξε η τέταρτη νικηφόρα εθνική επανάσταση στον κόσμο, η τρίτη στην Ευρώπη. Σήμερα, αποτελεί ζώσα ιστορία, έναν ογκόλιθο που κανείς δεν μπορεί να παρακάμψει.
Ο Πέτρος Θ. Πιζάνιας είναι ομότιμος καθηγητής ιστορίας, στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Σπούδασε ιστορία, προπτυχιακά και μεταπτυχιακά, στο Παρίσι στην E.H.E.S.S και έχει υπάρξει επισκέπτης καθηγητής σε διάφορα γαλλικά πανεπιστήμια, δ/ντής μεταπτυχιακού προγράμματος καθώς και κάτοχος της Έδρας Unesco. Έχει συγγράψει άρθρα και βιβλία σχετικά με την Νεότερη ελληνική ιστορία με ποιο πρόσφατα βιβλία του «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ένα ευρωπαϊκό γεγονός» εκδόσεις Κέδρος, και «Η ιστορία των Νέων Ελλήνων. Από το 1400 έως το 1820» από τις εκδόσεις της Εστίας. Διευθύνει από το 2001 την έρευνα με τίτλο ο «Ερμής των Νέων Ελλήνων» μια ψηφιακή βάση προσωπογραφικών δεδομένων 47.550 προσώπων στην οποία περιλαμβάνονται μέλη της Φιλικής Εταιρείας, τα μέλη των Εθνοσυνελεύσεων, οι μαχητές και άλλα στελέχη της Ελληνικής Επανάστασης. Για το σύνολο του έργου του βλέπε: https://ionio.academia.edu/PetrosPizanias E-mail: pizvax@yahoo.gr
16 Οκτωβρίου 2018