''Ύψωμα 731''. Η πιο φονική μάχη του Αλβανικού μετώπου.





Το ύψωμα 731 βρίσκεται περί τα 20 χλμ. βόρεια της Κλεισούρας. Ήταν ένα από τα ισχυρότερα ερείσματα που κατέλαβε ο Ελληνικός Στρατός κατά τους χειμερινούς αγώνες που προηγήθηκαν, κλειδί της όλης τοποθεσίας, στον κεντρικό τομέα της Αλβανίας. Η παραμονή σε ελληνικά χέρια του υψώματος αυτού καταδίκαζε κάθε προσπάθεια των Ιταλών. Η αρχή της ιταλικής επίθεσης έγινε νωρίς το πρωί της 9ης Μαρτίου, με σφοδρή δράση του πυροβολικού με όλμους και αεροπορικό βομβαρδισμό των ελληνικών θέσεων.
Στο ύψωμα 731, καθώς και στα γειτονικά υψώματα, πολέμησαν οι άνδρες του 5ου Συντάγματος της I Μεραρχίας που κατάγονταν κυρίως από την Καρδίτσα και τα Τρίκαλα με διοικητή τους, τον Δημήτριο Κασλά,μέχρι την νύκτα 12/13 Μαρτίου οπότε αντικαταστάθηκε λόγω απωλειών από το 19ο Σύνταγμα, της VI Μεραρχίας Σερρών. Τον τομέα του τάγματος Κασλά ανέλαβε το τάγμα τού λοχαγού Κουτρίδη , μέχρι πέρατος του αγώνα στην περιοχή αυτή.(1) Απέναντί τους το όγδοο ιταλικό σώμα στρατού με τέσσερις μεραρχίες και δυο τάγματα μελανοχιτώνων.
Μέχρι το τέλος των μαχών στο ύψωμα οι νεκροί για τον Ελληνικό στρατό ανέρχονταν στους 125 νεκρούς και 28 εξαφανισθέντες καθώς και σε 425 (2) τραυματίες ενώ για τον Ιταλικό στρατό στους 1.000 νεκρούς και 3.000 τραυματίες.

«Ουδείς θα κινηθή προς τα οπίσω. 
Πάντες θα αποθάνωσι επί των θέσεών των»

Το όνομα «ύψωμα 731» σίγουρα δεν λέει πολλά στους σύγχρονους Έλληνες. Είναι συνδεδεμένο ωστόσο με μια από τις πιο φονικές αν όχι την πλέον φονική μάχη του Αλβανικού μετώπου του 1940.

«Επί των κατεχομένων θέσεων θα αμυνθώμεν μέχρι εσχάτων. Προμηνύεται λυσσώδης επίθεσις του εχθρού, η οποία οπωσδήποτε θα αποκρουσθή και θα συντριβή. Τότε μόνον θα διέλθη ο εχθρός εκ της τοποθεσίας μας, όταν αποθάνωμεν άπαντες επί των θέσεών μας. Ουδείς θα κινηθή προς τα οπίσω. Πάντες θα αποθάνωσι επί των θέσεών των».

Αυτή τη διαταγή δίνει στους άνδρες του, ο ηρωικός ταγματάρχης Δημήτριος Κασλάς. Είναι 9 Μαρτίου 1941,στο ύψωμα 731, του βουνού Τρεμπεσίνα, στην περιφέρεια του Τεπελενίου, όταν παρουσία του Μπενίτο Μουσολίνι η εαρινή επίθεση των Ιταλών βρίσκεται σε εξέλιξη από την προηγούμενη ημέρα.

Το ύψωμα 731 το υπερασπίζει το 2ο Τάγμα του 5ου Συντάγματος Τρικάλων, με διοικητή τον Δημήτριο Κασλά. Οι υπερτριπλάσιες σε δύναμη ανδρών ιταλικές δυνάμεις, ενισχυμένες με 400 βομβαρδιστικά αεροπλάνα και με τεράστιο αριθμό κανονιών, έπρεπε να καταλάβουν το ύψωμα και έτσι να τους ανοίξει ο δρόμος για τα Ιωάννινα.

Ήταν τόσα πολλά τα πυρά των Ιταλών στις 20 επιθέσεις εναντίον των ελληνικών δυνάμεων, που το ύψωμα μετά τις μάχες, μειώθηκε κατά 5 μέτρα και σήμερα αναφέρεται στους χάρτες σαν ύψωμα 726 και όχι 731, καθώς το υψόμετρο καθορίζει την ονομασία τους. Τριακόσια πυροβόλα στρέφουν τις κάννες τους στο ύψωμα 731, το οποίο σφυροκοπείται ακατάπαυστα με βλήματα πυροβολικού διαφόρων διαμετρημάτων. Σύμφωνα με τα Αρχεία Στρατού, έπεσαν 100.000 βλήματα μέσα σε δύο ώρες. Σε μισή ώρα δεν είχε μείνει δέντρο όρθιο στην κορυφή, σε μιάμιση ώρα τα πάντα ανασκάφτηκαν και σε δύο ώρες το ύψωμα είχε ρημαχτεί ολοσχερώς.

Ο λογοτέχνης και ακαδημαϊκός Άγγελος Τερζάκης, ο οποίος πολέμησε το 1940 στο αλβανικό μέτωπο, αποτυπώνει στο γραπτό του την εικόνα:

«Ξημερώνει η 10η Μαρτίου 1941, ημέρα Δευτέρα, και το πυροβολικό του Καβαλέρο, του Ιταλού Στρατάρχη ξαναρχίζει. Ξαναρχίζει από την Τρεμπεσίνα, με πείσμα διπλό, γιατί η πρώτη μέρα χάθηκε κι αυτό είναι άσχημο για μίαν επίθεση, που πρέπει να το πετύχει στις πρώτες ώρες της. Το κανονίδι τώρα απλώνεται ανατολικά, στο 731. Είναι τέτοιο που μόνο με τους θρυλικούς βομβαρδισμούς του Βερντέν, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορεί να παραβληθεί. Τ' ακούει και ζαρώνει περίτρομη η ψυχή του ανθρώπου. Τα ελληνικά πυρά της έκοψαν την ορμή, ως που το μεσημέρι οι Ιταλοί ενισχυμένοι με νέες δυνάμεις, ξανάρχισαν, όμως, το πεζικό κατόρθωσε με μόνα τα δικά του να σπάσει το πρώτο κύμα του εχθρού.

Στις 6 τ' απόγεμα οι Ιταλοί άνοιγαν μεγάλη φωτιά κατά του 731. Χίμηξαν ύστερα με ταυτόχρονη προσπάθεια να το υπερκεράσουν από τη δημοσιά. Ήταν η έβδομη επίθεσή τους για το 731. Το ύψωμα έμπαινε πια, ζωσμένο με φλόγες στο θρύλο».

Λόγω του μικρού αριθμού των αντρών και των λίγων πυρομαχικών που διέθεταν, η επίθεση αποκρούστηκε με μπουκάλια μολότοφ, τα οποία οι Έλληνες στρατιώτες τα έσκαγαν κυριολεκτικά πάνω στα πρόσωπα των Ιταλών στρατιωτών. Οι Έλληνες δε σταμάτησαν εκεί, αφού με τόσες ημέρες μάχης, η υπομονή τους είχε εξαντληθεί. Τους καταδίωξαν, πέρασαν τη χαράδρα με τους χιλιάδες νεκρούς κι έφτασαν μπροστά από τις ιταλικές γραμμές.

Επικράτησε πανικός στο ιταλικό στρατόπεδο, αφού μόνο αυτό δεν περίμεναν να δουν. Φύγανε μετά από ώρα, στα πρώτα κροταλίσματα των Ιταλικών πολυβόλων. Εκτεθειμένοι λοιπόν οι Ιταλοί από τα ανατολικά, σταματούν τις επιθέσεις σε όλο το μέτωπο, οπότε και οι υπερασπιστές του 731 αποδεικνύονται αληθινοί νικητές και παίρνουν, μετά από μέρες, βαθιές ανάσες.

Σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, το πρωί της 22ας Μαρτίου o Μουσολίνι παίρνει τον δρόμο της επιστροφής για τη Ρώμη, «απογοητευμένος με τους στρατηγούς του», όπως δήλωσε ο ίδιος αργότερα. Ο στρατός του είχε υποστεί πανωλεθρία, με 12.000 νεκρούς και 3.000 τραυματίες. Οι απώλειες της ελληνικής πλευράς ανήλθαν σε 1.200 νεκρούς και 4.000 τραυματίες.

Το ύψωμα 731, που οι στρατιώτες της εποχής το ονόμασαν «Γολγοθά», έγινε θρύλος και αναγράφεται στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου στην Αθήνα, για να θυμίζει τους ηρωικούς αγώνες του Αλβανικού Έπους.

Στο διάστημα από 9 έως 11 Μαρτίου 1941 έπεσαν υπερασπιζόμενοι το ύψωμα 50 Τρικαλινοί φαντάροι. Την 3η μέρα από το 5° σύνταγμα Τρικάλων χάνονται 586 άνδρες. Ο ταγματάρχης Δημήτρης Κασλάς, ο οποίος είχε πολεμήσει και στη Μικρά Ασία, επέστρεψε από το μέτωπο, λίγο αργότερα ανέλαβε τη διοίκηση του 52ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ στο Λιανοκλάδι, ενώ μετά την απελευθέρωση γνώρισε την εξορία και πέθανε τον Φεβρουάριο του 1966, με τον βαθμό του απλού στρατιώτη μιας και οι μεταπολεμικές κυβερνήσεις δεν του αναγνώρισαν ούτε καν την εποποιΐα του 731, επειδή είχε πολεμήσει στο πλευρό των κομμουνιστών του ΕΛΑΣ.

Ήταν τέτοια τα βάσανα που πέρασε στην μεταπολεμική του ζωή ο ηρωικός Κασλάς που δεν ήθελε να έχει καμία σχέση με μια από τις λαμπρότερες στιγμές του έπους του 1940…

Υψωμα 731: Μνημείο στα Τρίκαλα για τη θυσία ενάντια στον φασισμό.


Η ελληνική πολιτεία μόλις τον Μάρτιο του 2014 έκανε τα αποκαλυπτήρια ενός μνημείου στα Τρίκαλα, αφιερωμένο στους νέους της πόλης που θυσιάστηκαν στην πιο φονική μάχη του Αλβανικού μετώπου, που τηρουμένων των αναλογιών τους δίνει το δικαίωμα να λένε με περηφάνια πως κράτησαν τις δικές τους Θερμοπύλες και μάλιστα βγήκαν νικητές!

26/10/2017





            ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ - ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ              

 Η εκπληκτική και άγνωστη ιστορία των νέων Θερμοπυλών.
 ΄Υψωμα 731: Η Μάχη Που Εκρινε Τον Πόλεμο. 

Η επική μάχη στο '' Ύψωμα 731'' στα βουνά της Αλβανίας παρουσιάζει τις συγκλονιστικές μαρτυρίες δύο βετεράνων οι οποίοι έζησαν την κόλαση της Ιταλικής αντεπίθεσης τον Μάρτιο του 1941. Από τη σφοδρότητα των βομβαρδισμών το ύψωμα 731 σκάφτηκε πέντε μέτρα και σήμερα λέγεται 726, καθώς το υψόμετρο καθορίζει την ονομασία των υψωμάτων. Οι Ιταλοί επιτέθηκαν παρουσία του Μουσολίνι, που έφθασε τόσο κοντά στο μέτωπο όσο κανένας άλλος ηγέτης. Ένας από τους μαχητές του μετώπου ο Χρήστος Κανέλας από τα Τρίκαλα, αποκαλύπτει για πρώτη φορά ότι ένας αξιωματικός πρότεινε να διεισδύσει και να σκοτώσει τον Ντούτσε σε μια αποστολή αυτοκτονίας, που απορρίφθηκε από τους ανώτερους του. Οι συγκλονιστικές μαρτυρίες των επιζησάντων μαχητών αποδεικνύουν ότι η ωραιοποιημένη εικόνα των μαχών είναι μόνο για τις σκοπιμότητες της προπαγάνδας, ενώ η πραγματική εικόνα του μετώπου ήταν ένας καθημερινός εφιάλτης, που για όσους μαχητές επέζησαν κράτησε όλη τους τη ζωή. 



"Ύψωμα 731"

Η ξεχασμένη νίκη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου: 
Η μάχη για το Ύψωμα 731 και η απόκρουση της Εαρινής Επίθεσης.

'Υ Ψ Ω Μ Α 7 3 1'' . Αποσπάσματα από την έκδοση «ΧΕΙΜΕΡΙΝΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΙΤΑΛΙΚΗ ΕΠΙΘΕΣΙΣ ΜΑΡΤΙΟΥ» της Δ/ΝΣΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΥ του Γ.Ε.Σ. - 1966.

  «Τι ψυχή θα παραδώσω στον Θεό;» Οι τύψεις του Έλληνα πυροβολητή για τον θάνατο των Ιταλών που ήθελαν να παραδοθούν. Η σκληρή αλήθεια του πολέμου (βίντεο)...

Το Ύψωμα 731 - Δημήτρης Κασλάς (Ντοκιμαντέρ)

 

1940: Η «δειλία» των Ιταλών
 και οι παράγοντες ελληνικής υπεροχής.

Λέγεται συχνά, εντελώς λανθασμένα, ότι οι Ιταλοί ήταν δειλοί, ότι τρέπονταν σε φυγή έναντι των Ελλήνων, ότι δεν ήθελαν να πολεμήσουν, ακόμα και ότι επίτηδες έχασαν για να φέρουν τους Γερμανούς στα Βαλκάνια! Φυσικά όλα τα παραπάνω δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, εκτός και αν δεχθούμε ότι οι 15.000 Έλληνες που έπεσαν στην Αλβανία σκοτώθηκαν μόνοι τους.

Οι Ιταλοί, ούτε δειλοί ήταν, ούτε το έβαζαν στα πόδια όταν άκουγαν την ιαχή «Αέρα». Πολέμησαν και μάλιστα φανατικά, σε πολλές περιπτώσεις, ιδιαίτερα τα επίλεκτα τμήματα Αλπινιστών και Βερσαλλιέρων. Η εξήγηση για την ιταλική ήττα δεν έχει να κάνει με το θάρρος των Ιταλών στρατιωτών, αλλά με την ευφυΐα της ηγεσίας του και την εν γένει θεώρηση του κατά της Ελλάδας πολέμου από την φασιστική ιταλική ηγεσία, με το επίπεδο εκπαίδευσης του Ιταλικού Στρατού και με την ηθική προπαρασκευή του στρατού αυτού ενόψει της εισβολής στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τους «φωστήρες» τους φασισμού (Μουσολίνι, Τσιάνο, Γκάιντα, Ντε Βέκκι, Πράσκα, Σοντού) η Ελλάδα θα ήταν εύκολη λεία. Οι Έλληνες πίστευαν, δεν θα πολεμούσαν, γιατί ήταν διχασμένοι πολιτικά και ανοργάνωτοι στρατιωτικά. Την άποψή τους δε αυτή φρόντισαν να τη διοχετεύσουν και σε όλα τα κλιμάκια του στρατεύματος. Δυστυχώς για αυτούς τίποτα από τα δύο δεν συνέβαινε. Οι Έλληνες μόνο διχασμένοι δεν υποδέχθηκαν τους Ιταλούς και κάθε άλλο παρά ανοργάνωτοι στρατιωτικά ήταν.

Η κυβέρνηση Μεταξά είχε εγκαταστήσει ένα εξαίρετο δίκτυο πληροφοριών, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, με αποτέλεσμα να γνωρίζει πολλά. Για παράδειγμα οι ελληνικές υπηρεσίες γνώριζαν ότι επίκειται η κατάληψη της Αλβανίας από τους Ιταλούς, πριν καν οι Βρετανοί και οι Γάλλοι το υποψιαστούν.

Πληροφόρησε μάλιστα και τους Βρετανούς, οι οποίοι δεν γνώριζαν το παραμικρό και πληροφορήθηκαν το γεγονός καθαυτό, την επομένη της πραγματοποιήσεώς τους ημέρα! Επίσης, η πολιτική χαμηλών τόνων που ακολούθησε η ελληνική κυβέρνηση απέναντι στις εκατοντάδες ιταλικές προκλήσεις, αποκοίμισε τρόπο τινά τους Ιταλούς, κάνοντάς τους να πιστέψουν ότι δεν θα αντιμετωπίσουν αντίσταση.

Ιταλικά σφάλματα

Έτσι οι Ιταλοί αποτόλμησαν την επίθεση με δυνάμεις σαφώς ανεπαρκέστερες αυτών που θα μπορούσαν να διαθέσουν (9 μόλις μεραρχίες σε ολόκληρη την Αλβανία). Από δε τις δυνάμεις αυτές περίπου τις μισές (4 μεραρχίες) τις ανέπτυξαν αμυντικά, στην Δυτική Μακεδονία και στα γιουγκοσλαβικά σύνορα.

Η ιταλική στρατιωτική ηγεσία πίστευε ότι θα μπορούσε να εφαρμόσει και εναντίον της Ελλάδας τα γερμανικά διδάγματα περί κεραυνοβόλου πολέμου. Στη θεώρηση της αυτή όμως παρέλειψε να μελετήσει τρεις σημαντικούς παράγοντες. Πρώτον, το ορεινό του ελληνικού εδάφους, ειδικά στον τομέα της Ηπείρου. Δεύτερον τις ελληνικές προετοιμασίες και την άριστη οργάνωση του εδάφους από τις ελληνικές δυνάμεις της πρώτης γραμμής.

Τρίτον, τέλος, το ηθικό του Ελληνικού Στρατού που ήταν άριστο, όχι μόνο γιατί πολεμούσε για το δίκιο, αλλά και γιατί ο Ελληνικός Στρατός της εποχής ήταν πραγματικά άριστα εκπαιδευμένος, διαθέτων εξαίρετους και το κυριότερο εμπειροπόλεμους αξιωματικούς.

Σχεδόν όλοι οι αξιωματικοί από τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη και πάνω ήταν βετεράνοι τουλάχιστον ενός πολέμου, αρκετοί δε ανώτατοι αξιωματικοί ήταν βετεράνοι μέχρι και 5 πολέμων (Α’ Βαλκανικός Πόλεμος, Β’ Βαλκανικός Πόλεμος, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, Ουκρανική Εκστρατεία, Μικρασιατική Εκστρατεία).

Σε αντιστάθμισμα αυτού οι μερικοί Ιταλοί στρατιωτικοί είχαν πολεμήσει στην Ισπανία, χωρίς να διακριθούν ιδιαίτερα και στην Αιθιοπία, όπου χρειάστηκαν μέχρι χημικά αέρια για να συντρίψουν τους άτακτους Αφρικανούς αντιπάλους τους.

Το γεγονός αυτό, της καταλυτικής υπεροχής των Ελλήνων έναντι των αντιπάλων τους αξιωματικών, δυστυχώς παραβλέπεται. Και όμως ήταν σαφώς ένας από τους κύριους παράγοντες της ελληνικής νίκης. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο Ελληνικός Στρατός παρουσίασε μεταξύ των εμπολέμων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου πολύ υψηλή αναλογία νεκρών αξιωματικών.

Οι Έλληνες αξιωματικοί της εποχής δεν περιορίζονταν να διοικούν τα τμήματά τους, εκ του ασφαλούς, όπως έπρατταν οι Ιταλοί, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Από ανθυπολοχαγό μέχρι στρατηγό βρίσκονταν κοντά στους άνδρες τους, συμμερίζονταν τις κακουχίες τους και σε πολλές περιπτώσεις, ανώτεροι και κατώτεροι, πέθαιναν μαζί τους.

Ελληνική υπεροχή

Ο Έλληνας στρατιώτης του ’40 επίσης υπερείχε του αντιπάλου του, σε εκπαίδευση και κατά συνέπεια σε ηθικό. Ο Ιταλός στρατηγός Πράσκα, έκπληκτος από την αποτελεσματικότητα των ελληνικών όλμων, εξέφρασε την άποψη ότι οι Έλληνες χρησιμοποιούσαν ειδικά πυρομαχικά. Φυσικά κανένα ειδικό πυρομαχικό δεν χρησιμοποιήθηκε.

Απλώς οι άνδρες είχαν υποστεί τόσο εντατική εκπαίδευση που χρησιμοποιούσαν τον οπλισμό τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το ίδιο μπορεί να λεχθεί για τους Έλληνες πυροβολητές, που με την ευστοχία τους τρόμαξαν ακόμα και τους Γερμανούς βετεράνους.

Ο Ελληνικός Στρατός, πτωχός όπως και η πατρίδα του δεν είχε κανένα περιθώριο σπατάλης. Η κάθε σφαίρα, η κάθε οβίδα έπρεπε να πιάνει τόπο. Και αυτό μόνο με την εκπαίδευση επιτυγχάνεται. Επίσης η σκληρή εκπαίδευση είναι καταλυτικός παράγοντας ανάπτυξης υψηλού ηθικού, εφόσον ο καλά εκπαιδευμένος στρατιώτης γνωρίζει τις δυνατότητές του και έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον εαυτό του.

Πέραν αυτών ο Έλληνας στρατιώτης, διαχρονικά στα χιλιάδες χρόνια της ιστορίας του υπήρξε πείσμων στην άμυνα, αλλά και εξαίρετος στην επίθεση, διαθέτοντας κάτι παραπάνω από θάρρος, ένα ακατανόητο αίσθημα αυτοθυσίας και φιλοτιμίας. Αυτές ακριβώς τις αρετές του, που γνώριζαν καλά χάρη στην εμπειρία τους, ανέπτυξαν και εκμεταλλεύθηκαν στο έπακρο οι διοικήσεις, με αποτέλεσμα να επιτύχουν όσα πέτυχαν.

Αυτά ακριβώς τα στοιχεία αιφνιδίασαν τους Ιταλούς, ηγεσία και στράτευμα. Αντί να δουν τους αντιπάλους τους να τρέπονται σε άτακτη φυγή ενώπιον των αρμάτων τους, του όγκου του πυροβολικού τους και των εκατοντάδων αεροσκαφών τους, αντίκρισαν έναν αντίπαλο που εφορμούσε και σταματούσε τα άρματα με κουβέρτες, που αγνοούσε τα πυρά και πυροβολούσε τα αεροσκάφη, ακόμα και με τα τυφέκιά του.

Ο αιφνιδιασμός των Ιταλών κορυφώθηκε δε όταν, σύμφωνα με την περιγραφή Ιταλού αξιωματικού, «είδαν αυτούς τους δαίμονες να ορμούν ουρλιάζοντας, με εφ’ όπλου λόγχη»! Οι Ιταλοί εισέβαλαν στην Ελλάδα σίγουροι για την επιτυχία τους, εφόσον – όπως έγραφαν οι εφημερίδες τους και εκείνος ο διαβόητος Γκάιντα– «ο πόλεμος δεν γινόταν πλέον με δόρατα και σπαθιά, αλλά με άρματα και βαρύ πυροβολικό».

Οι Έλληνες όμως τους απέδειξαν ότι η νέα έκδοση του δόρατος, η ξιφολόγχη, αλλά και η σπάθη του ιππικού, δεν είχαν χάσει καθόλου μα καθόλου την αξία τους.

Παντελής Καρύκας 

https://slpress.gr/istorimata/1940-i-quot-deilia-quot-ton-italon-kai-oi-paragontes-ellinikis-yperochis/?fbclid=IwAR08nXTg7RUirIQPuv7WlWFBV56oscg4BzXukVsIKWoIp6196IayZmB4bhA
29 Οκτωβρίου 2018