Πώς βάλαμε και με τα χέρια μας τις γερμανικές πολεμικές οφειλές «κάτω από το χαλί».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Το κατοχικό δάνειο και οι πολεμικές αποζημιώσεις. 
(2) Γιατί η Γερμανία χρωστάει 180 δισ. ευρώ στην Ελλάδα.
(3) Ο Τσίπρας κάνει τον Γερμανό.
(4) Οι γερμανικές αποζημιώσεις και ο εμπαιγμός του ελληνικού λαού 
από την κυβέρνηση.




Πώς βάλαμε και με τα χέρια μας τις γερμανικές πολεμικές οφειλές 
«κάτω από το χαλί».  

Ακόμα και οι πρωταγωνιστές του «βιασμού» της κατοχικής Ελλάδας το παραδέχτηκαν! «Η Ελλάδα δοκίμασε τα δεινά του πολέμου, όπως ίσως καμία άλλη χώρα της Ευρώπης», έγραψε σε άρθρο του το 1943 ο υπουργός Οικονομίας του Χίτλερ, Βάλτερ Φουνκ. «Οι Γερμανοί άρπαξαν από τους Έλληνες ακόμη και τα κορδόνια των παπουτσιών τους», είπε ο Ιταλός δικτάτορας Μπενίτο Μουσολίνι.

Η Ελλάδα πράγματι πλήρωσε την Κατοχή πολύ ακριβά. Πλήρωσε πρώτα από όλα το κόστος σε ανθρώπινες ζωές, αφού οι απώλειες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπολογίζονται σε 770.000 άμαχους. Ανυπολόγιστες, όμως, υπήρξαν και οι υλικές καταστροφές που υπέστη και οδήγησαν την ελληνική οικονομία στην πλήρη κατάρρευση. 

Η απελευθέρωση βρήκε τον πληθυσμό της χώρας μειωμένο κατά 12%. Περίπου 880 χιλιάδες άνθρωποι έμειναν ανάπηροι. 1.170 χωριά υπέστησαν ολοκαύτωμα. Το 23% του οικοδομικού πλούτου της Ελλάδας χάθηκε, με πάνω από 1 εκατ. ανθρώπους να μένουν άστεγοι μετά από βομβαρδισμούς ή εμπρησμούς. Οι υποδομές υπέστησαν βαρύτατο πλήγμα. Πάνω από 5 χιλιάδες σχολεία καταστράφηκαν, τα ¾ του σιδηροδρομικού δικτύου τέθηκαν εκτός λειτουργίας, γέφυρες και δρόμοι βομβαρδίστηκαν, ενώ φεύγοντας οι κατακτητές ανατίναξαν ακόμη και τον Ισθμό της Κορίνθου και κατέστρεψαν ότι μπορούσε να καταστραφεί στο λιμάνι του Πειραιά.  Ο ΕΛΑΣ κατάφερε τουλάχιστον να σώσει την Ηλεκτρική, ενώ έπειτα από πιέσεις σώθηκε και η υδροδότηση. Τεράστιες ήταν οι συνέπειες στη γεωργία και την κτηνοτροφία. Τα δάση μας μειώθηκαν κατά 25%, η γεωργική παραγωγή κατά 75% και τα ζώα κατά 80%.Ανυπολόγιστες ήταν οι ζημιές στον εμπορικό στόλο, τη βιομηχανία και τις μικρο-επιχειρήσεις. Οι ναζί επιτάξαν τα μεταλλεία. Οτιδήποτε ήταν βρώσιμο, χρήσιμο ή πολύτιμο έφυγε στο Γ’ Ράιχ. Μαζί τους έφυγαν και χιλιάδες αρχαιότητες, ενώ καταστροφές υπέστησαν και σημαντικά μνημεία.

Εβδομήντα και πλέον χρόνια μετά η μνήμη της θηριωδίας δεν έχει σβήσει. Δεν έχουν σβήσει όμως ακόμη και οι οικονομικές επιπτώσεις της αφαίμαξης της Ελλάδας.

Φταίνε μόνο οι Γερμανοί που δεν αναγνωρίζουν τις πολεμικές οφειλές; Ή μήπως κι εμείς «βάλαμε τα χέρια μας και βγάλαμε τα μάτια μας»;

* ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Το πόρισμα για τις Γερμανικές αποζημιώσεις: Πάνω από 300 δισ. οι αξιώσεις

Δανεικά κι αγύριστα

Η ρημαγμένη Ελλάδα, πληγωμένη ήδη οικονομικά από την πτώχευση του 1932, εν μέσω πολέμου έπρεπε επιπλέον να πληρώνει τα «κατοχικά έξοδα», τις δαπάνες δηλαδή για τη διαβίωση των γερμανικών στρατευμάτων όχι μόνο εντός των συνόρων της, αλλά μέχρι και τη Μέση Ανατολή. Είναι γνωστό ότι με χρήματα της Ελλάδας χρηματοδοτήθηκε ακόμη και η εκστρατεία του Ρόμελ στην Αφρική.

Κάπως έτσι δεν άργησε να έρθει ο λιμός που θα θέριζε τον άμαχο πληθυσμό. Ήταν τότε που παρενέβη ο ίδιος ο Μουσολίνι ζητώντας από το Γ’ Ράιχ να μειώσει τις δαπάνες Κατοχής, καθώς η πείνα και ο θάνατος θα οδηγούσαν στην ενδυναμωση της αντίστασης των εξαθλιωμένων Ελλήνων, που δεν είχαν πια να χάσουν ούτε καν την ζωή τους.

Έτσι στις 14 Μαρτίου του 1942 η Συνδιάσκεψη τςη Ρώμης, μετά από ιταλική παρέμβαση, αποφασίζει το κατοχικό δάνειο για τα επιπλέον χρήματα που απορροφούν οι Γερμανοί από την ΤτΕ και το ανακοινώνει μάλιστα στην Ελλάδα 9 μέρες μετά. Σύμφωνα με αυτό η ελληνική κυβέρνηση υποχρεούτο κατά μήνα να καταβάλλει έξοδα κατοχής 1,5 δισ. δρχ., ποσό το οποίο θα κατανέμεται εξίσου μεταξύ των δύο Δυνάμεων Κατοχής. Οι αναλήψεις από την Τράπεζα της Ελλάδος άνω του ποσού αυτού θα χρεώνονταν ως δάνειο στις κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Ιταλίας σε δραχμές άτοκες. Η επιστροφή των δανειακών αναλήψεων θα γινόταν γενικά κι αόριστα αργότερα.

Χαρακτηριστικό είναι ότι μόνο το 1941-42 εκτιμήθηκε ότι τα έξοδα Κατοχής ανέρχονταν στο ισοδύναμο του 113,7% του εθνικού εισοδήματος. Καθώς οι δαπάνες Κατοχής ολοένα αυξάνονταν για να λάβουν εν τέλει τρομακτικές διαστάσεις τα ελλείμματα του προϋπολογισμού αυξήθηκαν σε τρομακτικά επίπεδα : από 4% το 1938-1939 σε 71% το 1941-1942 και σε 93% το 1943-44.

* ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πολεμικές αποζημιώσεις: Ας γίνουμε Ναμίμπια...

Οι υπογραφές Καραμανλή

Τα πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο, οι νικήτριες χώρες κατέβαλαν μικρές αποζημιώσεις στις χώρες που είχαν υποστεί τα δεινά του ναζισμού, με την Ελλάδα να λαμβάνει μόλις 115 εκατ. μάρκα. 
Στο μεταξύ, η Γερμανία υψώνει το τείχος της και διαιρείται σε ανατολική και δυτική. Το 1953, υπογράφεται η Συνθήκη του Λονδίνου, η οποία απαλλάσσει προσωρινά το γερμανικό κράτος από τις πολεμικές αποζημιώσεις, έως ότου επανενωθούν οι δύο Γερμανίες το 1990 καικουρεύει το χρέος της Γερμανίας κατά 60%. 

Το 1958, με τη χώρα να προσπαθεί ακόμη να ανοικοδομηθεί και να ανακάμψει οικονομικά, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επισκέπτεται τη Βόννη, όπου συναντάται με τον τότε καγκελάριο της Γερμανίας, Κόνραντ Αντενάουερ και λαμβάνει ένα τεράστιο δάνειο 200 εκατ. μάρκων, που θα μπορούσε να τον κάνει να παραμερίσει το παρελθόν της ναζιστικής κατοχής, προκειμένου αυτό να μην επηρεάσει αρνητικά την πρόοδο των οικονομικών αλλά και των πολιτικών σχέσεων με τη Γερμανία.  Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι τότε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ως αντάλλαγμα παραιτήθηκε από τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται επίσημα από τα επίσημα κρατικά έγγραφα της Γερμανίας.

Το 1960, ωστόσο, είναι η κυβέρνηση Καραμανλή ξανά, που δέχεται την γερμανική αποζημίωση 115 εκατ. μάρκων που διανεμήθηκε κυρίως σε Έλληνες Εβραίους με αντάλλαγμα τον ντροπιαστικό νόμο 3933/1959 και του νομοθετικού διατάγματος 4016/1959, έδωσε το δικαίωμα έκδοσης στη Γερμανία του Μάξ  Μέρτεν, του σφαγέα 54.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης και τα οποία αναστέλλουν τη δίωξη εγκληματιών πολέμου και κλείνουν το ελληνικό γραφείο εγκλημάτων πολέμου, ενώ τα αντίστοιχα γραφεία στις ΗΠΑ, Γαλλία, Αγγλία, Ιταλία, Αυστραλία λειτουργούν ακόμη. Πρόκειται για μια κίνηση που υποσκάπτει τις ελληνικές απαιτήσεις ακόμη και σήμερα...

Το 1989 το Τείχος του Βερολίνου πέφτει, η Γερμανία επανενώνεται και έτσι το βασικό επιχείρημα της χώρας περί διαίρεσης καταρρέει. Όπως αποκάλυψε όμως το 2015 το περιοδικό Spiegel, ο πρώην Καγκελάριος της Γερμανίας, Χέλμουτ Κολ, προκειμένου η χώρα του να αποφύγει την καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες κατέφυγε σε ένα τέχνασμα. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Κολ ζήτησε από τους διαπραγματευτές να αποφύγουν τον όρο «Ειρηνευτική Συνθήκη», ο οποίος θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιθανό αίτημα από την ελληνική πλευρά για πολεμικές αποζημιώσεις. Έτσι λοιπόν, υπεγράφη η «Συνθήκη Δύο συν Τέσσερις» από την Ανατολική και τη Δυτική Γερμανία και τις τέσσερις δυνάμεις που κατέλαβαν τη Γερμανία μετά το πέρας του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, τη Γαλλία, τη Βρετανία, τη Σοβιετική Ένωση και τις ΗΠΑ.

* ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Δίστομο: Εκεί που με το θάνατό τους σκότωσαν τον φασισμό

Η ευκαιρία του Διστόμου για τις επανορθώσεις

Ο δικαστικός μαραθώνιος για την αποζημίωση των θυμάτων του Διστόμου ξεκινά το 1995 με επικεφαλής τον νομικό, νομάρχη Βοιωτίας και πρώην ευρωβουλευτή του ΠΑΣΟΚ, Ιωάννη Σταμούλη. Ο Σταμούλης καταθέτει για πρώτη φορά ομαδική αγωγή των επιζώντων αλλά και συγγενών των 218 θυμάτων της σφαγής του Διστόμου κατά του γερμανικού δημοσίου, ζητώντας αποζημίωση για ψυχική οδύνη αλλά και για τις καταστροφές που προκάλεσαν τα ναζιστικά στρατεύματα πυρπολώντας και λεηλατώντας τα σπίτια του χωριού, στις 10 Ιουνίου του 1944.

Η δικαίωση δεν αργεί να έρθει. Δύο χρόνια αργότερα, το 1997, με την υπ’ αριθ 137/97 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, επιδικάζει αποζημίωση για ψυχική οδύνη στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας του Διστόμου. «Η τελεσίδικη κι αμετάκλητη απόφαση του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς έχει επιδικάσει ένα ποσό της τάξεως των 23,5 περίπου εκατομμυρίων ευρώ σε 258 ενάγοντες, επιζώντες και συγγενείς των θυμάτων της σφαγής του Διστόμου», θα πει η επίσης νομικός και κόρη του Γιάννη Σταμούλη, Χριστίνα. Η λογική της απόφασης ορίζει ότι το ποσό της αποζημίωσης αφορά την ηθική ικανοποίηση των συγγενών των θυμάτων και δεν κάνει δεκτές τις αξιώσεις για τις υλικές ζημιές, καθώς κρίνονται αόριστες. Η απόφαση δίνει το δικαίωμα να υπάρξει κατάσχεση γερμανικών περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα, με την προϋπόθεση όμως για να γίνει εκτελεστή ως απόφαση σε βάρος αλλοδαπού δημοσίου,  να προσυπογράψει ο υπουργός Δικαιοσύνης.

Η απόφαση προκαλεί την άμεση αντίδραση της γερμανικής πλευράς με εκπροσώπους του γερμανικού Δημοσίου να προσφεύγουν στο Εφετείο Αθηνών. Το Εφετείο κρίνει σωστή την απόφαση του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, με αποτέλεσμα η Γερμανία να προσφύγει στον Άρειο Πάγο κατά της απόφασης του Εφετείου, με το επιχείρημα της ετεροδικίας, δηλαδή υποστηρίζοντας ότι δεν είναι δυνατόν να δικάζεται σε ξένη χώρα για τα εγκλήματα που διέπραξε στο παρελθόν. Το αίτημα αναίρεσης της απόφασης εκδικάζεται το 2000 ενώπιον του Αρείου Πάγου, ο οποίος με την υπ΄ αριθ. 11/2000 απόφαση της Ολομέλειας του, και με 16 υπέρ 4 κατά, απέρριψε την προσφυγή των Γερμανών. Η Γερμανία αρνείται να καταβάλει τα ποσά που δια της άνω δικαστικής αποφάσεως οφείλει και έτσι ο Ιωάννης Σταμούλης προχωρά σε αναγκαστική εκτέλεση κατά περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού δημοσίου στην Ελλάδα. Το γερμανικό δημόσιο ασκεί αμέσως ανακοπή το 2002, η οποία και γίνεται δεκτή από τον Άρειο Πάγο και ως εκ τούτου η δικαίωση των θυμάτων του Διστόμου πέφτει στο κενό.

Το 2004 ο Σταμούλης επικαλείται τον Κανονισμό 44/2001 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δυνάμει του οποίου η ελληνική αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου της Λιβαδειάς μπορεί να κηρυχτεί εκτελεστή σε άλλο κράτος-μέλος της Ε.Ε. Υπουργός Δικαιοσύνης της κυβέρνησης Σημίτη, είναι ο Φίλιππος Πετσάλνικος, ο οποίος δεν θα πάρει την ευθύνη της ρήξης των αγαστών σχέσεων με τη Γερμανία, τη στιγμή μάλιστα που έχει προηγηθεί «μετά κόπων και βασάνων» της κυβέρνησης που υπηρετεί, η είσοδος της Ελλάδας στην ΟΝΕ.

Στο μεταξύ, τον Ιούνιο του 2006, τέσσερα μέλη της οικογένειας Σφουντούρη που ξεκληρίστηκε στη σφαγή του Διστόμου απευθύνονται στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο, προσφεύγοντας κατά των αποφάσεων της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης καθώς και των Γερμανικών Δικαστηρίων, οι οποίες αποστερούν από τις ενάγουσες και τους ενάγοντες την ατομική έννομη αξίωση αποζημίωσης ή αποκατάστασης έναντι της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Τα τέσσερα αδέλφια Σφουντούρη επιθυμούν την αναγνώριση του ότι η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση και τα γερμανικά δικαστήρια προσκρούουν με τις απορριπτικές αποφάσεις τους στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ). Και πέραν τούτου απαιτούν τον προσδιορισμό του ποσού αποζημίωσης μέσω του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Στο κενό πέφτει και αυτή η προσπάθεια...

Στο παράλληλο δικαστικό μέτωπο ο Γιάννης Σταμούλης ζητάει την κατάσχεση περιουσίας του γερμανικού κράτους στην Ιταλία και για την ακρίβεια τη βίλα Βιγκόνι, στη Φλωρεντία, καθώς η Ιταλία έχει στο παρελθόν αποδεχθεί παρόμοιες αγωγές Ιταλών πολιτών. Έτσι ακολουθεί ένας δεύτερος δικαστικός γύρος που διαρκεί τέσσερα χρόνια μέχρι τον Νοέμβριο του 2008 να κηρυχθεί  εκτελεστή η απόφαση της Λιβαδειάς στην Ιταλία.

Το Γερμανικό Δημόσιο προσφεύγει τότε στο Πρωτοδικείο Φλωρεντίας για να ακυρώσει την κατάσχεση αλλά το δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή του, με το Εφετείο της Φλωρεντίας να την απορρίπτει επίσης σε δεύτερο βαθμό.  Στη συνέχεια και ο ιταλικός Άρειος Πάγος κρίνει ότι η κατάσχεση είναι νόμιμη, με αποτέλεσμα η Γερμανία να προσφύγει το 2009 στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Το Δικαστήριο τάσσεται κατά των θετικών αποφάσεων ιταλικών δικαστηρίων σχετικά με τη διεκδίκηση αποζημιώσεων για την περίπτωση του Διστόμου. Το βασικό νομικό διακύβευμα της δίκης αφορούσε το δικαίωμα στην ετεροδικία, δηλαδή το δικαίωμα της Γερμανίας να μην δικάζεται ως κράτος από δικαστήρια άλλων χωρών και επομένως να μην αναγνωρίζει τις αποφάσεις ξένων δικαστηρίων, όταν αυτά κρίνουν ότι η Γερμανία θα πρέπει να πληρώσει για τις θηριωδίες των ναζιστικών στρατευμάτων κατοχής κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης τα ιταλικά δικαστήρια παραβίασαν το δικαίωμα ετεροδικίας της Γερμανίας, εγκρίνοντας κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού δημοσίου για να αποζημιώσουν τις οικογένειες των θυμάτων του ναζισμού στην Ιταλία, αλλά και του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς, που επικυρώθηκε από τον Άρειο Πάγο και επιδίκασε αποζημίωση στα θύματα του Διστόμου.

«Το Δικαστήριο θεωρεί ότι η άρνηση των ιταλικών δικαστηρίων να αναγνωρίσουν την ασυλία συνιστά παράβαση των υποχρεώσεών τους απέναντι στο γερμανικό κράτος» ήταν η ανακοίνωση του προέδρου του Δικαστηρίου  Χισάσι Οουάντα, κατά την ανάγνωση της απόφασης σε δημόσια συνεδρίαση στο Μέγαρο της Ειρήνης στη Χάγη. Ο ίδιος ωστ'οσο είχε τότε εκφράσει την έκπληξη και τη λύπη του για το γεγονός ότι η γερμανική κυβέρνηση αρνείται τις αποζημιώσεις και είχε καλέσει τις δύο πλευρές να διευθετήσουν το θέμα σε διμερείς διαπραγματεύσεις, διαπραγματεύσεις που από ότι έδειξε η μετέπειτα ιστορία δεν έγιναν ποτέ στα αλήθεια. Θέση για την απόφαση είχε πάρει τότε και η Διεθνής Αμνηστία η οποία σε ανακοίνωση της είχε κάνει λόγο για «μεγάλη οπισθοδρόμηση για την διεθνή προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», συμπληρώνοντας ότι «η ετεροδικία τίθεται υπεράνω των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Η υπόθεση του Διστόμου όμως δεν χάθηκε στα αλήθεια στη Χάγη. Καταρχήν στη Χάγη η Ελλάδα παρενέβη ως μη διάδικος. Αυτό σημαίνει ότι η απόφαση της Χάγης δε δεσμεύει την Ελλάδα. Και δεύτερο και πιο σημαντικό ίσως για την ουσία της υποθέσεως είναι ότι η απόφαση της Χάγης έκρινε τρία θετικά σημεία κι ένα αρνητικό. Τα τρία θετικά είναι ότι αναγνώρισε την πολιτειακή συνέχεια της σημερινής ενωμένης Γερμανίας, ότι οι πράξεις που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1940-1941 είναι εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και τρίτον -που από εδώ πηγάζει και η παρεξήγηση ότι η υπόθεση χάθηκε- ότι αυτού του είδους οι αποζημιώσεις τις οποίες αναγνώρισε ότι οφείλει η Γερμανία δεν κρίνονται ενώπιον δικαστηρίων αλλά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο διακρατικών διαπραγματεύσεων και συμφωνιών. Έτσι λοιπόν ουσιαστικά η Χάγη πήγε να κλείσει την πόρτα των δικαστικών διεκδικήσεων. Μόνο όμως ενώπιον των ιταλικών δικαστηρίων τα οποία δεσμεύσει η απόφαση.

* ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η «συγγνώμη» Σταϊνμάιερ κεντρικό θέμα στον γερμανικό Τύπο

Οι υπουργοί Δικαιοσύνης που ποτέ δεν υπέγραψαν

Το ζήτημα της αποζημίωσης των θυμάτων του Διστόμου έχει διαχρονικά αντιμετωπιστεί όχι ως νομικό αλλά ως πολιτικό ζήτημα. Η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για το Δίστομο, που με συντριπτική πλειοψηφία δέχθηκε ότι η Γερμανία δεν καλύπτεται από το προνόμιο της ετεροδικίας δεν στάθηκε αρκετή το 2001 να αποσπάσει την υπογραφή του τότε υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Σταθόπουλου για συντηρητική δήμευση περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού κράτους επί ελληνικού εδάφους.

Το ρεπορτάζ της εποχής έκανε λόγο για την τότε «ευρωπαϊκή» συγκυρία της ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, επί κυβέρνησης Σημίτη, που αποτέλεσε αποτρεπτικό παράγοντα για τον υπουργό να ανοίξει μέτωπο με το Βερολίνο. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Μιχάλης Σταθόπουλος υπό την πίεση των θυμάτων εξέφρασε τότε την πρόθεση του στον πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη να υπογράψει την εκτέλεση της απόφασης του Πρωτοδικείου της Λιβαδειάς, δίνοντας μάλιστα το περιθώριο των 45 ημερών στον τότε πρωθυπουργό ώστε να υπάρξει πολιτική διαβούλευση για το θέμα. Ο Μιχάλης Σταθόπουλος τότε αντικαταστάθηκε αιφνιδίως από τον Φίλιππο Πετσάλνικο, αν και η πρόσφατη επιτυχία του να επιβάλλει την απόσυρση από τις ταυτότητες της αναγραφής του θρησκεύματος παρά τις αντιδράσεις, τον είχαν καταστήσει έναν επιτυχημένο υπουργό για τον οποίο δεν συνέτρεχαν λόγοι αντικατάστασης.  Σημειώνεται ότι ο Φίλιππος Πετσάλνικος, σπούδασε Νομικά στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και συνέχισε τις μεταπτυχιακές του σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Βόννης για το οποίο εργάστηκε και ως επιστημονικός συνεργάτης. Στη Γερμανία ήταν όπου γνώρισε και τη Γερμανίδα σύζυγο του...

Το ζήτημα της υπογραφής του υπουργού Δικαιοσύνης προς αποκατάσταση των θυμάτων του Διστόμου τέθηκε εκ νέου με τη μορφή ερωτήσεων στη Βουλή και σε μετέπειτα υπουργούς Δικαιοσύνης. Τον Φεβρουάριο του 2013 ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης Αντώνης Ρουπακιώτης, απαντώντας σε σχετική επίκαιρη ερώτηση του τότε βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννη Σταθά - με καταγωγή από το Δίστομο - σχετικά με τη διεκδίκηση των γερμανικών αποζημιώσεων για τη σφαγή στο Δίστομο και παρουσία επιζώντων της σφαγής στη Βουλή, είχε δηλώσει ότι «χρεώνεται ο ίδιος προσωπικά να μείνει το θέμα ανοικτό». Είχε επίσης σημειώσει ότι πρέπει να εκτελεστεί η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου η οποία επικύρωσε την απόφαση του Πρωτοδικείου Λιβαδειάς για τη συντηρητική κατάσχεση γερμανικής περιουσίας στην Ελλάδα, τονίζοντας ότι «δεν σημαίνει πως η υποχρέωση της Γερμανίας να καταβάλει αυτές τις αποζημιώσεις είναι πέραν των ορίων της νομιμότητας. Κάθε άλλο μάλιστα. Είναι ιστορικό της χρέος». Το ζήτημα έμεινε σε επίπεδο συζήτησης στη Βουλή χωρίς να δοθεί συνέχεια.

Κάθετα αντίθετος στο ενδεχόμενο να δώσει άδεια ώστε να εκτελεστεί κατά του γερμανικού δημοσίου η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου για το Δίστομο, εμφανίσθηκε ο μετέπειτα υπουργός Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου απαντώντας στη Βουλή σε ερώτηση του τότε βουλευτή των Ανεξάρτητων Ελλήνων Βασίλη Καπερνάρου. Παρέμβαση είχε κάνει τότε και ο Μανώλης Γλέζος από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ ζητώντας «εφαρμογή της δικαιοσύνης». Ο κ. Αθανασίου είχε επικαλεστεί τότε τα προβλήματα που θα δημιουργούσε στις ελληνογερμανικές σχέσεις η αναγκαστική εκτέλεση κατά του γερμανικού δημοσίου και έκανε λόγο για πολιτικό θέμα. Η παροχή άδειας αναγκαστικής εκτέλεσης «άπτεται μίας γενικότερης πολιτικής», είχε πει εκτιμώντας ότι ενδεχόμενη υπογραφή από πλευράς του θα αποτελούσε «αποσπασματική κίνηση που θα όξυνε τις σχέσεις χωρίς να δίνεται οριστική λύση στο ζήτημα». «Ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Χαράλαμπος Αθανασίου με τις δηλώσεις του εκτέλεσε ηθικά για δεύτερη φορά τα θύματα του Διστόμου», ήταν το δηκτικό σχόλιο του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα για το νέο τείχος που η Ελλάδα ύψωσε από μόνη της για το ζήτημα.

* ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Γερμανικές Αποζημιώσεις: «Σημαντικό βήμα το πόρισμα, αλλά δεν είναι αρκετό»

Ας μη κρύβουμε το θέμα «κάτω από το χαλί»

Προεκλογική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η επανεκκίνηση της συζήτησης για τις γερμανικές οφειλές, που περιλαμβάνουν την αποπληρωμή του κατοχικού αναγκαστικού δανείου, την επανόρθωση των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας στην Ελλάδα, την αποζημίωση για τις καταστροφές που υπέστη η χώρας μας αλλά και την επιστροφή των κλεμμένων αρχαιοτήτων. 

Την περασμένη εβδομάδα δόθηκε στη δημοσιότητα το πόρισμα της Κοινοβουλευτικής επιτροπής Διεκδίκησης των Γερμανικών Οφειλών, που υπολογίζει το ποσό που η Γερμανία οφείλει στην Ελλάδα σε πάνω από 300 δις ευρώ μαζί με τους τόκους. Η ψήφιση του πορίσματος θα αποτελέσει την απαρχή της επίσημης διεκδίκησης της Αθήνας προς το Βερολίνο και ανοίγει το δρόμο ακόμη και της δικαστικής διεκδίκησης. 

Χθες, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, «σήκωσε το γάντι» στον Γερμανό Πρόεδρο Βάλτερ Στάινμαϊερ που επισκέπτεται τη χώρα μας, διαμηνύοντας πως οι απαιτήσεις της Ελλάδας είναι νομικώς ενεργές και δικαστικώς επιδιώξιμες. Ο κ. Παυλόπουλος διευκρίνισε ότι τις απαιτήσεις αυτές δεν τις διεκδικούμε μονομερώς και αυθαιρέτως, αλλά αντιθέτως, τις εντάσσουμε στο πλαίσιο του κοινού μας διεθνούς και ευρωπαϊκού νομικού πολιτισμού και πρόσθεσε ότι με βάση τους κανόνες αυτού του πολιτισμού και, οπωσδήποτε, σε αρμόδιο δικαιοδοτικό forum καθένας θα υποστηρίξει τις θέσεις του.

Ο Αλέξης Τσίπρας από την πλευρά του έθεσε το θέμα των πολεμικών οφειλών στον Γερμανό Πρόεδρο, λέγοντας πως δεν πρέπει να ξεχάσουμε ή να κρύψουμε κάτω από το χαλί διαφορές από το μακρινό παρελθόν. «Να ορίσουμε το πεδίο επίλυσής τους με βάση το διεθνές δίκαιο. Πρέπει να δουλέψουμε, να περιορίσουμε τις ακραίες φωνές, να σχεδιάσουμε ένα μέλλον με μία συνεργασία που θα δίνει ελπίδα και προοπτική», είπε.

Εκείνος ζήτησε «συγγνώμη» για τα ναζιστικά εγκλήματα στην Ελλάδα. Μία συγγνώμη όμως δεν είναι αρκετή. Γιατί δεν επαιτούμε, αλλά απαιτούμε. Κι αυτό δεν είναι εκδίκηση, αλλά δικαίωση.

Δέιτε το ντοκιμαντέρ του Στέλιου Κούλογλου και του Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα, «Νεοναζί: Το Ολοκαύτωμα της Μνήμης». στο οποίο οι επιζώντες των ναζιστικών σφαγών στην Ελλάδα μιλούν για όσα έζησαν:



Ελένη Μπέλλου

https://tvxs.gr/news/ellada/pos-balame-kai-me-ta-xeria-mas-tis-germanikes-polemikes-ofeiles-kato-apo-xali
12/10/2018






              ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ              

 1.
Το κατοχικό δάνειο και οι πολεμικές αποζημιώσεις. 

Η  ελληνική   κυβέρνηση  ανακοίνωσε  ότι  στην  πρώτη ευκαιρία  θα  φέρει  στη  βουλή μέσα στο 2018 ,  το θέμα  των γερμανικών αποζημιώσεων  του Β΄ Παγκοσμίου  Πολέμου.  Αλλά  κοντά  στις  πολεμικές  αποζημιώσεις είναι  και το κατοχικό δάνειο που  παραχωρήθηκε  από  τους  Έλληνες  στις τότε δυνάμεις κατοχής.  Το  θέμα  θα  το θίξει και  ο Πρόεδρος  Π . Παυλόπουλος στον  Γερμανό  Πρόεδρο,  που  αυτές τις  μέρες  επισκέπτεται  τη  χώρα  μας.

Η γερμανική  κυβέρνηση ,  όμως, αν  και το  θέμα συζητήθηκε   πολλές φορές   στη  γερμανική  βουλή    είναι  αμετάπειστη,   δεν  ακούει  τίποτε,   γιατί αν  ξεκινήσει  να  αποζημιώνει  τις  κατακτηθείσες  χώρες του  Β΄ Παγκοσμίου  Πολέμου,  τότε θα ανοίξουν  οι ασκοί του  Αιόλου , που  θα  ανατρέψουν  πολλά  πράγματα.  Μέσα στο 2018 η Πολωνία  ζήτησε  επίσης πολεμικές  αποζημιώσεις,  που    κινούνται στο   ένα τρισεκατομμύριο Ευρώ.

Ας  δούμε  όμως  το θέμα στις λεπτομέρειες  του :

(1). Χρόνια τώρα στην  πατρίδα μας  παίζει το θέμα  του κατοχικού δανείου προς τους Γερμανούς, 476  εκατομμυρίων γερμανικών ναζιστικών  Μάρκων.  Έχουν  ειπωθεί τόσα πολλά, ώστε    δημιουργήθηκαν στους Έλληνες  προσδοκίες, πως  θα μπορούσε  να καλυφθεί  όλο το δημόσιο χρέος, αν   καταφέρναμε  να  αναγκάσουμε τους  Γερμανούς  να μας επιστρέψουν αυτά   τα χρήματα,  που τους  δανείσαμε.

Προηγούμενες κυβερνήσεις,  όπως αποδεικνύεται, δούλεψαν  καλά. Δηλαδή, ανέθεσαν  σε  μια  ομάδα  του Νομικού Συμβουλίου του  Κράτους,  να εξετάσουν  νομικά  όλα  τα αρχεία,  που υπήρχαν  στην ΤτΕ   και  να   περιγράψουν  το γεγονός. Η  ομάδα αυτή  εργάστηκε  εντατικά για αρκετό χρονικό διάστημα  και στο τέλος συνέταξε  μια  έκθεση 75  σελίδων,  την οποία παρέδωσε στην κυβέρνηση, αλλά  όχι στη δημοσιότητα. Παράλληλα  οι κυβερνητικοί  ανέθεσαν στον κ. Παναγιώτη  Καρακούση, γενικό διευθυντή  του υπουργείου  οικονομικών,    να σχηματίσει  μια  ομάδα  από ειδικούς,  για να αποφανθεί  τι  ποσόν αντιστοιχεί σήμερα το δάνειο  εκείνο,  που δώσαμε στους δυνάστες  μας  κατά τη διάρκεια  της  ναζιστικής  κατοχής.

Η ομάδα  Καρακούση  ξετίναξε  για  πέντε μήνες  όλα τα αρχεία  της ΤτΕ  και υπολόγισε  και το τελευταίο γραμμάριο  καθαρού  χρυσού,  που μας  πήραν  οι   ναζιστές. Αυτό  ήταν 7.358, 0014   κιλά, το οποίο σήμερα αντιστοιχεί σε 235  εκατομμύρια Ευρώ.  Φεύγοντας  οι Γερμανοί  πήραν κοντά στα  άλλα  από την  ΤτΕ  και  τα υποκαταστήματά  της  634.962.691.995.162  τρισεκατομμύρια  δραχμές σε χαρτονομίσματα  και  νομίσματα,  που σήμερα υπολογίζονται σε 40 εκατομμύρια Ευρώ.

Τους Γερμανούς, που κατέλαβαν το 1941  την Ελλάδα,  ακολούθησαν,  ταυτόχρονα  σχεδόν,   οι Ιταλοί και  οι Βούλγαροι.  Συνέπεια  αυτού του γεγονότος  ήταν ότι  μοίρασαν  τη χώρα  σε  τρεις  ζώνες. Με  την εγκατάσταση  όμως των κατοχικών στρατευμάτων στην  Ελλάδα  οι Γερμανοί  απαίτησαν από την ελληνική  τότε  κυβέρνηση συνεργασίας, να καταβάλει μηνιαίως αρχικά 25  εκατομμύρια  γερμανικά  μάρκα,  που αντιστοιχούσαν σε 1,5  δισεκατομμύριο  δραχμές , για τη συντήρηση των στρατευμάτων κατοχής. Αυτή η απαίτηση, κατ’ αυτούς,  ήταν  και δίκαιη και συνηθισμένη,  γιατί από το 1899 μέχρι 1907 οι  Ευρωπαίοι  συζητούσαν   στη  Χάγη,  για  τους  κανόνες  του χερσαίου πολέμου,  ώστε είχε καθιερωθεί στο διεθνές δίκαιο   οι κατεχόμενες χώρες να  καταβάλουν τα  έξοδα  των στρατευμάτων κατοχής  (Frankfurter Allgemeine   Zeitung, S. 2,  16-3-15).

Έτσι, οι δυνάμεις κατοχής  έκαναν γνωστό στην κυβέρνηση της  Αθήνας,  ότι  έπρεπε να καταβάλει το προαναφερθέν ποσόν. Ο  τότε υπουργός των οικονομικών  Γκοτζαμάνης   αντέτεινε  ότι η Ελλάδα  ήταν μια «μικρή  και πτωχή  χώρα,  που δεν μπορούσε  να αντιμετωπίσει  αυτά  τα ποσά», αλλά  οι Ναζιστές   ήταν  αμετακίνητοι  (Σωτ. Γκοτζαμάνης, Κατοχικό Δάνειο & Δαπάναι  Κατοχής, Θες/νίκη 1954).  Εκτός  όμως αυτού, το  Μάρτιο  του 1942  οι Γερμανοί  γνωστοποίησαν  στην ελληνική κυβέρνηση  ότι  ήταν  υποχρεωμένη να δώσει ένα  δάνειο, το οποίο   οι κατακτητές  άντλησαν  μέχρι τον Απρίλιο του 1944.

Το  όλο θέμα  του κατοχικού δανείου των Ελλήνων  βρίσκεται στο  φάκελο   «R27320», 251  σελίδων, που  είναι   χαντακωμένος    στα   αρχεία του  γερμανικού  Υπουργείου Εξωτερικών.  Γι  αυτό το δάνειο  οι Γερμανοί λένε :  «Η   Ελλάδα  ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει  πλήρως  τα  έξοδα  των δυνάμεων κατοχής,  σύμφωνα με  τη γερμανο-ιταλική  συμφωνία  της  14 Μαρτίου  1942,  και  πως οι  Έλληνες υποχρεούνταν  να   διαθέσουν τις  δαπάνες συντήρησης  των στρατευμάτων κατοχής μέχρι το ύψος  που άντεχε η οικονομία της  χώρας. Το ποσό, που καθιερώθηκε  για τα  γερμανικά και ιταλικά στρατεύματα,  ήταν 1,5  δισεκατομμύριο δραχμές,  το οποίο  από το Νοέμβριο του 1942  προσαρμόστηκε  στο  ποσοστό του τρέχοντος πληθωρισμού.  Η  μοιρασιά   του δανείου  μεταξύ  Γερμανών – Ιταλών, διήρκεσε  μέχρι το Σεπτέμβριο του 1943, που κράτησε  η κατοχή  της Ελλάδας από τους Ιταλούς  (Frankfurter Allgemeine   Zeitung, S. 2,  16-3-15).

Το  παράξενο  σε αυτήν  την υπόθεση   είναι  ότι  ο  εν λόγω  φάκελος,  που βρίσκεται στο υπουργείο εξωτερικών  έχει τίτλο «Sonderbevollmächtiger Südost» ( περιφραστικά = Νοτιοανατολικός  Ιδιαίτερος  Πληρεξούσιος),  συντάχθηκε   όπως τονίζει  και ο Γερμανός δημοσιογράφος που έγραψε το άρθρο,  την εποχή ,  που η Γερμανία κατέρρεε  . Δηλαδή, στις 12  Απριλίου  του 1945, τέσσερις μέρες  προτού αρχίσει η  μεγάλη επίθεση των σοβιετικών   εναντίον  του Βερολίνου  και  18 μέρες  προ  της αυτοκτονίας  του Χίτλερ.  Και εδώ  τίθεται το ερώτημα   πώς δόθηκε   μια  τέτοια  εντολή στους   υπαλλήλους  του υπουργείου να ασχοληθούν με  αυτό το θέμα,  όταν η Γερμανία   καταποντιζόταν; Η απάντηση που παίρνει κανείς από  τον συντάκτη  του άρθρου της  εφημερίδας  είναι,  ότι διαβάζοντας  αυτό το μακροσκελές κείμενο,  διαπιστώνεται  πως  σκοπός  του  φακέλου  είναι μάλλον,   για  να μπορεί να χρησιμοποιηθεί αργότερα, μετά τον πόλεμο. Αυτή η παρατήρηση,  κάνει σαφές  ότι  οι Γερμανοί   έβλεπαν μέχρι το  τέλος του πολέμου αυτά τα καταβληθέντα  χρήματα  από  τους  Έλληνες, ως  δάνειο.  Άσχετα, τι  ισχυρίζεται σήμερα  η γερμανική κυβέρνηση, που θα αναφερθούμε  πιο κάτω.

Και  ο Καρκούσης  στην έκθεσή του τονίζει  ότι  «κανένας  λογικός  άνθρωπος  δεν μπορεί να αμφιβάλλει   ότι  αυτό  το δάνειο υπάρχει   και   η επιστροφή του   εκκρεμεί».

Πέραν τούτου όμως   οι  ναζιστές του   Χίτλερ   εισέπρατταν από τους  Έλληνες  όσα χρήματα  μπορούσαν,  τα  οποία  διέθεταν  για  τις  ανάγκες  των  γερμανικών στρατευμάτων  έξω από τα σύνορα  της  Ελλάδας.  Η δικαιολογία   που χρησιμοποιούσαν τότε , ήταν,   πως   όσα χρήματα  ξεπερνούσαν το κόστος συντήρησης  των  Γερμανών στην  Ελλάδα,  καταχωρούνταν,  ως  δάνειο.

Τα  ποσά ,  που έδιναν αναγκαστικά οι Έλληνες, ήταν  πέρα από  τα    τροφεία  των  γερμανικών στρατευμάτων  και   ήταν υπέρογκα. Στο  πρώτο εξάμηνο του 1942  έφθασε  το ποσόν  αυτό στα 43,4 δισεκατομμύρια δραχμές.

Οι  Έλληνες  όμως  εκείνης της  εποχής  απαιτούσαν  επιστροφές  κάποιων ποσών,  που πήραν  από το Μάρτιο του 1943.  Αυτό το γεγονός από μόνο του πιστοποιεί  περίτρανα  ότι τα χρήματα που  έδινε  η Ελλάδα ήταν πράγματι  δάνειο.  Ο Γερμανο-Έλληνας  καθηγητής του  πανεπιστημίου της Αθήνας  κ. Φλάϊσερ,  που ασχολήθηκε  εντατικά με το θέμα, βρήκε, όπως αναφέρει το γερμανικό περιοδικό «Der  Spiegel» (Νούμερο 13 / 21-3-15, σελ. 28 -30),  «δυο  δωδεκάδες   εξοφλητικές  αποδείξεις».

Το  τελικό  αποτέλεσμα  της  ομάδας έρευνας του κ. Καρακούση  είναι  ότι η ελληνική    ΤτΕ  δάνεισε  στους  Γερμανούς 12,8 σημερινά  δισεκατομμύρια  δολάρια ,  που τον Δεκέμβριο του 2014   αντιστοιχούσαν σε 11  δισεκατομμύρια  Ευρώ.

Το  ποσόν  αυτό,  όπως  διευκρινίστηκε από πολλές πλευρές,  δεν εμπίπτει   στις πολεμικές αποζημιώσεις,  γιατί   πρόκειται για μια  καθαρή εμπορική πράξη. Πέραν τούτου όμως  η  κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ   εκτίμησε  τα  ποσά των πολεμικών επανορθώσεων σε 287,7 δις Ευρώ. 

Η στάση  της σημερινής  γερμανικής κυβέρνησης 

(2). Η Ελλάδα   στον Β΄ Παγκόσμιο  Πόλεμο  δεν  κήρυξε  τον πόλεμο σε  κανέναν. Δέχθηκε   επίθεση   από την Ιταλία,  τη  Γερμανία  και τη Βουλγαρία,  ώστε  βρέθηκε  αμυνόμενη. Δηλαδή,  το ελληνικό  έθνος  διεξήγαγε  έναν  «δίκαιο   πόλεμο»,  όπου  μάτωσε  και βρέθηκε για  τέσσερα  χρόνια   σε κατοχή ξένων δυνάμεων. Οι   άνθρωποι,  που  έχασαν τη ζωή τους  ήταν χιλιάδες  και  οι καταστροφές  των υποδομών του κράτους  αμέτρητες.

Η ναζιστική  Γερμανία   παραδόθηκε, άνευ  όρων, στις 8/9 Μαΐου 1945, αλλά  ουσιαστικά ο πόλεμος  έκλεισε  οριστικά    στις  3  Οκτωβρίου  1990,  όταν  μπήκε  σε ισχύ η συμφωνία  των «2 συν 4» ( Δυτική  και Ανατολική  Γερμανία + Αμερική , Σοβιετική Ένωση, Αγγλία, Γαλλία)  και η ενωμένη  Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας  απέκτησε  πάλι την  αυτοκυριαρχία της  (Sovereignty).

Στις 17 Ιουλίου 1945  άρχισε   στο  Potsdam  της Γερμανίας  η σύνοδος των  τριών  νικητριών δυνάμεων (Αμερική, Σοβιετική  Ένωση,  Μεγάλη Βρετανία), οι  οποίες  έκριναν την τύχη της ηττημένης Γερμανίας,  που  τελείωσε στις  2  Αυγούστου του ίδιου έτους. Εκεί   ειπώθηκαν   και ρυθμίστηκαν πολλά, αλλά  δυο είναι τα σημεία,  που ενδιαφέρουν  την Ελλάδα : Πρώτον ότι  δεν υπεγράφη  κάποιο  «σύμφωνο  ειρήνης»  ,  όπως  εκείνο των Βερσαλλιών  μετά τον Α΄  Παγκόσμιο Πόλεμο  το 1918 στη Γαλλία . Αυτό το άφησαν οι σύμμαχοι  για το μέλλον. Και δεύτερον ότι  δε  ρυθμίστηκε  ουσιαστικά το θέμα τον  αποζημιώσεων  των χωρών, που κατάστρεψε  η ναζιστική Γερμανία.  Το μόνο  που συμφώνησαν οι σύμμαχοι  ήταν,  να  ξηλώσουν (Dismantling)  ό,τι   θεωρούσαν χρήσιμο από τις  γερμανικές ζώνες,  που  είχαν παραχωρηθεί σε κάθε μια από αυτές. Βέβαια,  τέθηκαν   και χρηματικές επανορθώσεις  προς   τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά  αυτές  ήταν μικρές και άλλου  χαρακτήρα, που ρυθμίστηκαν στην  σύνοδο του Παρισιού  στις 14 Ιανουαρίου 1946   (Pariser Reparationsabkommen), που μάλλον ήταν  για τα ανθρώπινα  θύματα του πολέμου.   Όλα τα άλλα θα ρυθμιζόταν μελλοντικά με το σύμφωνο ειρήνης που θα υπεγράφετο   με  τη Γερμανία.

Στις 27  Φεβρουάριο  του  1953   έλαβε   χώρα στο Λονδίνο  η σύνοδος Αμερικής   Αγγλίας ,  Γαλλίας  και  δυτικής Γερμανίας, προκειμένου  να ρυθμίσουν  τα εξωτερικά  γερμανικά χρέη (Abkommen über deutsche Auslandsschulden). Το «σύμφωνο αυτό, σχετικά , με  τα εξωτερικά  χρέη της  Γερμανίας»   προέβλεπε την  αντιμετώπιση χρεών του Α΄  Παγκ. Πολέμου, αλλά  και άλλων νέων των τριών συμμάχων. Το συμφωνηθέν ποσόν ανερχόταν  στα 13,73  δισεκατομμύρια  γερμ. Μάρκα    και αφορούσε  70 χώρες, από τις οποίες  21 παρουσιαζόταν  εκεί, ως συναλλασσόμενες.

Τα χρόνια πέρασαν,  εν αναμονή του συμφώνου ειρήνης. Παράλληλα  δημιουργήθηκαν δυο Γερμανίες, η πλούσια  μεγάλη δυτική και η μικρή  φτωχή ανατολική, οι οποίες  στις επερχόμενες δεκαετίες αποζημίωναν αδρά τις νικήτριες χώρες. Τελικά  το 1990   κατορθώθηκε  η  συμφωνία  των  2 + 4,   με την οποία  οι δυο Γερμανίες  ενώθηκαν.  Όμως  όπως ειπώθηκε επίσημα  αυτή  η συμφωνία  δεν  ήταν «σύμφωνο  ειρήνης»  κατά το διεθνές δίκαιο. Η ειρήνη λένε,  πως επετεύχθη    με  τη δημιουργία   των ειρηνικών σχέσεων μεταξύ της  Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας  της Γερμανίας  και των άλλων ευρωπαϊκών κρατών μεμονωμένα  , μέσα  στο ΝΑΤΟ  και την Ε.Ε. Αυτή η ρύθμιση , ισχυρίζονται  οι Γερμανοί,   είναι σύμφωνη  με το διεθνές δίκαιο   και δεν περιλαμβάνει   επανορθώσεις (Reparationen), ενώ το σύμφωνο ειρήνης  θα  έπρεπε να λάβει υπόψη του και αυτό το θέμα.  Αυτήν  την εξέλιξη   την επιδίωξε η Γερμανία, όχι χωρίς λόγο. 

Οι επερωτήσεις στη γερμανική  βουλή 

(3). Το   2010   και το 2013   το γερμανικό  κόμμα  των  Linken  της Γερμανίας (αριστεροί,  προέκταση του κομμουνιστικού κόμματος της ανατολ. Γερμανίας) έκανε   επερώτηση  στην  Bundestag  (Ομοσπονδιακή βουλή)  για την τύχη του κατοχικού δανείου, που πήραν τα ναζιστικά στρατεύματα από την Ελλάδα.  Η  πρώτη επίσημη  απάντηση, από τη μεριά  της  κυβέρνησης,  είχε  ως εξής :

«Η Γερμανία μετά το τέλος του Β΄  Παγκοσμ.  Πολέμου  έχει καταβάλει  στις  πληγείσες χώρες  μεγάλα  ποσά για επανορθώσεις,  σύμφωνα με το γενικό διεθνές δίκαιο,  που χρησιμοποιήθηκαν  για την αποζημίωση  των  υπηκόων τους. Με  αυτές  τις  επανορθώσεις   και άλλες  συνεισφορές  καλύφθηκε το  πολλαπλάσιο  του ποσού  των  20 δισεκατομμυρίων δολαρίων , που είχε προβλεφθεί   στην σύνοδο της Γιάλτας,  ως  αποζημιώσεις.  Πέραν τούτου,  επανορθώσεις,  60  χρόνια μετά τον πόλεμο , δεν υπάρχουν  στην πράξη του  διεθνούς δικαίου  και γι’ αυτό  θεωρούνται   ιδιαίτερη περίπτωση».

Στη  δεύτερη  ειπώθηκαν τα ακόλουθα : «Η συμφωνία  2 + 4 ισχύει πλήρως   και εμπεριέχει τη ρύθμιση των νομικών θεμάτων, που προκάλεσε ο πόλεμος. Από αυτό συνάγεται  ότι  στο θέμα  των επανορθώσεων   δεν υπάρχει  πλέον τίποτε προς  ρύθμιση».

Αντίθετα  οι  Linken    υποστήριξαν ότι  αφού στη συμφωνία αυτή δεν γίνεται λόγος για  επανορθώσεις,  τότε συνεχίζει να ισχύει το «σύμφωνο του Λονδίνου» του 1953,  που κατοχυρώνει αυτές τις  αξιώσεις.

Η   γερμανική  κυβέρνηση ανταπάντησε  πως  θεωρεί  ότι   «τα μέλη του ΟΑΣΕ , μεταξύ  αυτών κι η  Ελλάδα,  με την υπογραφή τους κάτω από  την «Χάρτα», αναγνώρισαν επίσημα τη  συμφωνία «2 + 4»   και τις συνέπειές της».

Όμως  επ’ αυτού οι Linken  αντέτειναν  πως  η αποδοχή της εν λόγω  συμφωνίας  έχει πολιτική  και όχι νομική ισχύ.   Ακόμη  επέμεναν και  είπαν  ότι το δάνειο δεν υπάγεται στις επανορθώσεις, αλλά πρόκειται για καθαρά  τραπεζική συναλλαγή. Αυτό το είχε αναγνωρίσει εξ άλλου και το Γ΄ Ράϊχ,  που περί τα τέλη του πολέμου είχε αρχίσει να αποπληρώνει το δάνειο.  Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης απάντησε : «Το δάνειο ανήκει  τυπικά, δηλαδή, στο Πολεμικό Δίκαιο,  στη «μάζα»  των επανορθώσεων – ή πιο συγκεκριμένα, στους λογαριασμούς επιβάρυνσης (Anlastungskonten)  της κατεχόμενης χώρας, από το  οποίο χρηματοδοτούνται οι δυνάμεις κατοχής». (βλέπε  και  ΤΟ  ΒΗΜΑ, 9 /2/14, σελ. Α 17).

Τελικά  οι Γερμανοί  ισχυρίζονται  ότι τα χρήματα που πήραν από  την Ελλάδα , εν είδη δανείου,  δεν ήταν δάνειο, αλλά αποτελούσαν ουσιαστικά  «Tribut» ,  δηλαδή  φόρο,  όπως κατέβαλαν  οι  υποταγμένες   χώρες στους κατακτητές Ρωμαίους. Με  άλλα λόγια ήταν το χαράτσι, που έβαζαν οι Σουλτάνοι  στους κατακτημένους  ραγιάδες.

Συμπέρασμα : Οι Γερμανοί  δεν πρόκειται να συγκινηθούν   και αυτό το ξέρει καλά η ελληνική κυβέρνηση. Η  κίνηση αυτή  εντάσσεται  μάλλον   στα  πλαίσια της προεκλογικής πάλης  του   κυβερνώντος  κόμματος.

(Για  περισσότερα,  βλέπε Θ. Αυγερινός,  Ο κατάσκοπος  του Β΄  Παγκοσμίου Πολέμου, Θεσσαλονίκη 2018)


  Θ. Αυγερινός,
 συνταξιούχος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας 

12/10/2018



 2.
Γιατί η Γερμανία χρωστάει 180 δισ. ευρώ στην Ελλάδα.

Η συστηματική υπεκφυγή των υποχρεώσεων της Γερμανίας από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο έναντι της Ελλάδας θα μπορούσαν να καταστούν διαρθρωτικό μειονέκτημα στην επικείμενη νέα απόπειρα ανοικοδόμησης του ευρωπαϊκού οράματος. Οι υποχρεώσεις της Γερμανίας δεν έχουν παραγραφεί, παρά τις δεκαετίες που έχουν παρέλθει όπως θα καταδείξουμε, καθώς η ίδια –κατά περίπτωση- πράττει. Η ίδια η Γερμανία τα τελευταία χρόνια προέβαλε αξιώσεις αποζημίωσης έναντι της Τσεχίας για τις περιουσίες των Σουδητών Γερμανών. Συνεπώς, τίποτε δεν έχει κλείσει. Οι ελληνικές απαιτήσεις είναι τουλάχιστον της τάξεως των 180 δισ. ευρώ.

Η καταστροφή που υπέστη η Ελλάδα στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι τεράστια και έχει τρεις διαστάσεις, στις οποίες αντιστοιχούν τρία είδη ελληνικών απαιτήσεων. Πρόκειται για ένα τεράστιο λογαριασμό, που βασίζεται σε διεθνείς αποφάσεις και υπολογίζεται ανάλογα με τις μετατροπές των ισοτιμιών και το ύψος των επιτοκίων (2,5-3%), αλλά και τις μεθόδους αποτίμησης που χρησιμοποιούνται από τους αναλυτές. Η δικιά μας εκτίμηση είναι 110 δισ. ευρώ για πολεμικές επανορθώσεις και 70 δισ. ευρώ για το αναγκαστικό δάνειο της Ελλάδος προς την χιτλερική Γερμανία. Οι πολεμικές αποζημιώσεις δεν μπορούν να προσδιορισθούν.

Ο καθηγητής Νίκος Χριστοδουλάκης έχει υπολογίσει τις γερμανικές υποχρεώσεις σε 97 δισ. ευρώ σε τιμές 2012, ήτοι 42 δισ. ευρώ για αποζημιώσεις και 55 δισ. ευρώ για το ανεξόφλητο δάνειο. Το Spiegel έχει κάνει λόγο για 162 δισ. ευρώ, ο μελετητής Δημοσθένης Κούκουνας για 510 δισ. ευρώ και ο Διαμιανός Βασιλειάδης του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας για 1000 δισ. ευρώ περίπου. Ας δούμε αναλυτικά τα τρία είδη της καταστροφής που υπέστη η χώρα μας και τις αντίστοιχες απαιτήσεις.

Λεηλασία και καταστροφή

Η Ελλάδα έχασε στον πόλεμο το 10% του πληθυσμού της, έναντι του 2,8% της Σοβιετικής Ένωσης. Περίπου 130.000 άμαχοι, γυναίκες και παιδιά, εκτελέστηκαν ως αντίποινα για τις επιθέσεις των ανταρτών. Από αυτές τις εκτελέσεις, οι 56.225 νεκροί προέρχονται από τα ολοκαυτώματα χωριών της Ελλάδας. Από αυτά έχουν αναγνωρισθεί 89. Επίσης, 70.000 Έλληνες Εβραίοι οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, 300.000 έπαθαν κρυοπαγήματα και πέθαναν από πείνα, επειδή οι Γερμανοί κατάσχεσαν τρόφιμα και καύσιμα.

Στο οικονομικό πεδίο η χώρα υπέστη ζημιές στο ετήσιο ΑΕΠ της τάξεως του 170%, έναντι του 135% που έχασε η ηττημένη Γερμανία. Ανάλυση της εφημερίδας του Βερολίνου Tagesspiegel αναφέρει ότι η Γερμανία δεν κατέστρεψε καμιά άλλη χώρα υπό την κατοχή της τόσο όσο την Ελλάδα: Το 50% των υποδομών της χώρας και το 75% της βιομηχανίας καταστράφηκαν.

Ο Μανώλης Γλέζος υποστηρίζει ότι επρόκειτο για μια «στρατηγική αφαίμαξη»: ο στρατός κατοχής κατάσχεσε αρχαιολογικούς και καλλιτεχνικούς θησαυρούς, το 51% των μετοχών των τραπεζών και των κρατικών επιχειρήσεων, κατάσχεσε και έλιωσε 19 τόνους ασημένια 10δραχμα και 20δραχμα και 49 τόνους χάλκινα νομίσματα έναντι αποζημίωσης μόλις 340 λιρών Αγγλίας, έπαιρνε το 10% της αγροτικής παραγωγής και φυσικά, το περιβόητο αναγκαστικό δάνειο.

Η ληστεία της Ελλάδος ήταν πρωτοφανής, ιδιαίτερα δε με τη χρήση πλαστών γερμανικών χαρτονομισμάτων των 50 μάρκων από τα στρατεύματα κατοχής. Μάλιστα, οι Γερμανοί στρατιώτες, αφηγείται ο Γλέζος, έδιναν το πλαστό 50μαρκο για να πάρουν τσιγάρα που έκαναν 6 δρχ. και ζητούσαν ρέστα σε επίσημα λεφτά, κάτι που είχε τρελάνει τους περιπτεράδες, μαγαζάτορες, κουρείς κ.ά. Σημειωτέον ότι στην Κατοχή κυκλοφορούσαν εκτός από τις δραχμές, τα νομίσματα των τριών κατακτητών και τα πλαστά(!) γεγονός που υποχρέωσε την κυβέρνηση να αγοράσει τα πλαστά γερμανικά και ιταλικά χαρτονομίσματα προκειμένου να ελέγξει κάπως την κατάσταση.

Τρεις απαιτήσεις

Πρώτον, σε ότι αφορά το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων, αυτό έχει επιλυθεί από τον Φεβρουάριο του 1946, από την 19μελή Συμμαχική Επιτροπή που όρισε τι θα πληρώσει κάθε χώρα του άξονα στις χώρες που είχε καταλάβει για τις ζημιές που έκανε. Στην Ελλάδα κατοχυρώθηκε ποσό 7,1 δισ. δολαρίων αγοραστικής αξίας 1938, που σύμφωνα με λογαριασμούς της Τράπεζας της Ελλάδος, αποτιμάται σε περισσότερα από 108 δισ. ευρώ. Η απαίτηση αυτή είναι νομικά ισχυρή και κατοχυρωμένη.

Δεύτερον, το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, το οποίο ο καθηγητής Άγγελος Αγγελόπουλος έχει προσδιορίσει σε 3,5 δισ. δολάρια (του 1938). Ο τότε πληρεξούσιος του Ράιχ στην Ελλάδα Άλντερπουργκ, με γραπτό υπόμνημά του στο γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών είχε αναφέρει ότι η οφειλή της Γερμανίας στην Ελλάδα από το δάνειο ανερχόταν σε 200 εκατ. χρυσά μάρκα, δηλαδή σε 400 εκατ. σταθερά μεταπολεμικά μάρκα.

Το δάνειο αυτό προέκυψε ως εξής: Το 1907, η Διάσκεψη της Χάγης αποφάσισε ότι τα νικημένα σε πόλεμο κράτη υποχρεούνται να διατρέφουν τα στρατεύματα κατοχής, αλλά κατόπιν πιέσεων ανθρωπιστικών οργανώσεων προστέθηκε η διευκρίνιση «εάν δύνανται» . Η Ελλάδα ήταν έτσι υποχρεωμένη να τρέφει 500.000 Γερμανούς στρατιώτες, 250.000 Ιταλούς και 60.000 Βούλγαρους, ήτοι 810.000 συνολικά!

Και σαν να μην έφταναν αυτοί, οι κατοχικοί στρατοί, κατ΄εξαίρεση και μόνο από την Ελλάδα, έπαιρναν τρόφιμα για την διατροφή της στρατιάς του Ρόμελ. Αυτό το επιπλέον μεταφράστηκε στο αναγκαστικό κατοχικό δάνειο των 8 δισ. δραχμών που μεταπολεμικά υπολογίσθηκε σε 4,5 εκατ. χρυσές λίρες και σήμερα αποτιμάται με τους τόκους του στα 70 δισ. ευρώ. Η απαίτηση αυτή είναι η πιο στιβαρή νομικά από όλες.

Τρίτον, είναι οι πολεμικές αποζημιώσεις φυσικών προσώπων κυρίως συγγενών των εκτελεσθέντων σε αντίποινα, υποθέσεις που βρίσκονται σε δικαστική εξέλιξη ή εκκρεμότητα.

Απαντήσεις στους γερμανικούς ισχυρισμούς

Πρώτον: Οι γερμανικοί ισχυρισμοί πως δεν είναι δυνατόν να προβάλλονται απαιτήσεις μετά από 70 και πλέον χρόνια ειδικά για το κατοχικό δάνειο δεν ευσταθούν, καθώς μετά το 1990 η Γερμανία απέδιδε αποζημιώσεις στη Ρωσία, στην Πολωνία και το 1997 στην Τσεχία. Όπως προαναφέραμε, η ίδια η Γερμανία εγείρει απαιτήσεις έναντι της Τσεχίας για τους Σουδήτες.

Δεύτερον: Το κατοχικό δάνειο εντάσσεται στη συμφωνία του Λονδίνου του 1953 που προέβλεπε την αναστολή των αξιώσεων, όχι την παραγραφή τους. Οι αξιώσεις ενεργοποιήθηκαν με την ενοποίηση της Γερμανίας. Την άποψη αυτή υποστηρίζει ο νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, καθηγητής Προκόπης Παυλόπουλος, ο οποίος επισημαίνει:

«Το 1953, με τη Συμφωνία του Λονδίνου, δεν χαρίσθηκαν στη Γερμανία οι οφειλές της, όπως η γερμανική πλευρά τεχνηέντως φαίνεται να διατείνεται. Η Συμφωνία αυτή απλώς έθεσε σε αδράνεια τις οφειλές της Γερμανίας ως την υπογραφή, κατά το Διεθνές Δίκαιο (Δίκαιο του Πολέμου) “Συμφώνου Ειρήνης” μεταξύ της τελευταίας και των Δυνάμεων που νίκησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται νομικώς για ένα είδος “αναβλητικής αίρεσης” (lato sensu) σχετικά με την εξόφληση των υποχρεώσεων της Γερμανίας, επειδή τότε θεωρήθηκε ότι αυτή δεν διέθετε –πρωτίστως λόγω της διαίρεσής της σε Δυτική και Ανατολική- την κατά το διεθνές δίκαιο απαιτούμενη πολιτειακή υπόσταση για ανάληψη και εκπλήρωση συναφών υποχρεώσεων».

Η ικανότητα σύναψης «Συμφώνου Ειρήνης» επήλθε το 1990 και τότε υπογράφηκε το λεγόμενο «Σύμφωνο 2+4» μεταξύ της ενωμένης πλέον Γερμανίας των ΗΠΑ, της ΕΣΣΔ, της Γαλλίας και της Βρετανίας. Ο Παυλόπουλος υποστηρίζει πως «καλύπτει, λόγω της νομικής φύσης του, αλλά και της γενικότητάς του, και τα μη συμβαλλόμενα πλην όμως παθόντα από την γερμανική κατοχή κράτη, όπως η Ελλάδα». Αντίθετα, ο Μανώλης Γλέζος θεωρεί ότι είναι σκόπιμη η υπογραφή Συνθήκης Ειρήνης μεταξύ Ελλάδας-Γερμανίας, διότι τότε η Γερμανία θα υποχρεωθεί να πληρώσει.

Τρίτον: Η γερμανική πλευρά ισχυρίζεται ότι από το δάνειο παραιτήθηκε το 1958 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Αναφέρεται συχνά κάποια μυστική συμφωνία Καραμανλή-Αντενάουερ, στα τέλη της δεκαετίας του ‘50, με αντιστάθμισμα την παραίτηση της Ελλάδας από το δικαίωμα των αποζημιώσεων έναντι της αποδοχής από τη Γερμανία στρατιών Ελλήνων γκασταρμπάιτερ. Ο Καραμανλής το διέψευσε και η γερμανική πρεσβεία με ρηματική της διακοίνωση το Μάρτιο του 1967 αναίρεσε το επιχείρημα. Παρ’ όλα αυτά η Γερμανία το επανέλαβε μετά το 1990.

Από το 1991 

Τέταρτον: Οι αιτιάσεις πως η Ελλάδα δεν διεκδίκησε την αποπληρωμή του δανείου είναι ψευδείς. Ήδη από το 1991 ο τότε υπουργός Εξωτερικών Σαμαράς είχε θέσει το θέμα των πολεμικών επανορθώσεων και του κατοχικού δανείου στον Γερμανό ομόλογό του Γκένσερ. Το θέμα τέθηκε και πάλι με ρηματική διακοίνωση της Ελλάδας στις 14 Νοεμβρίου 1995, μέσω του πρέσβη της Ελλάδος στη Βόννη Ιωάννη Μπουρλογιάννη-Τσαγγαρίδη, στον Γερμανό υφυπουργό Εξωτερικών Hartmann, με την οποία ζητήθηκε η έναρξη διαπραγματεύσεων και για το κατοχικό δάνειο.

Ο Γερμανός υφυπουργός απέρριψε το ελληνικό διάβημα με το επιχείρημα ότι «μετά την πάροδο 50 ετών από το τέλος του πολέμου και δεκαετιών αξιοπίστου και στενής συνεργασίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας με τη διεθνή κοινότητα, το πρόβλημα των επανορθώσεων απώλεσε τη δικαιολογητική του βάση».

Η θέση αυτή αντίκειται στην αρχή της καλής πίστης, η οποία ισχύει και στο διεθνές δίκαιο, καθώς άλλωστε το δάνειο δεν έχει παραγραφεί, αφού δεν εκδικάστηκε ποτέ. Αλλά και ο πρώην πρωθυπουργός Σημίτης έθεσε το θέμα του κατοχικού δανείου στον καγκελάριο Κολ κατά την επίσημη επίσκεψή του στη Γερμανία το Φεβρουάριο του 1996. Με βάση τα ανωτέρω, η παραγραφή πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει διακοπεί οριστικά.

Φτηνά επιχειρήματα

Πέμπτον: Η Γερμανία έχει ισχυριστεί ότι εκπλήρωσε τις υποχρεώσεις της απέναντι στην Ελλάδα, περιλαμβανομένου και του κατοχικού δανείου, με τη σύναψη της γερμανο-ελληνικής συμφωνίας στις 18 Μαρτίου 1960, η οποία αφορούσε παροχές υπέρ Ελλήνων υπηκόων που είχαν θιγεί από εθνικοσοσιαλιστικά μέτρα διώξεων για λόγους φυλής, θρησκείας ή κοσμοθεωρίας, ύψους 115 εκατ. μάρκων. Με επιστολή της προς την Ελλάδα (5.7.1988), όμως, αναγνωρίζει ότι η εν λόγω συμφωνία δεν περιλαμβάνει γενικές πολεμικές ζημιές, αλλά μόνο τις προαναφερθείσες αποζημιώσεις.

Έκτον: Οι γερμανικοί ισχυρισμοί περί συμψηφισμού με τη γερμανική βοήθεια στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ είναι προδήλως αβάσιμοι και εύκολα καταρρίπτονται. Πράγματι, η γερμανική βοήθεια για την άμυνα της Δύσης δόθηκε μεν στην Ελλάδα, αλλά δόθηκε και στην Τουρκία και στην Πορτογαλία, που δεν έλαβαν μέρος στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και βέβαια οι κοινοτικές ενισχύσεις ουδεμία σχέση έχουν με το κατοχικό δάνειο.

Τα επιχειρήματα αυτά είχε θέσει ο Γλέζος στον πρώην Γερμανό πρόεδρο Γιοάχιμ Γκάουκ, όταν προ ετών είχε επισκεφθεί την Αθήνα. Του είχε εξηγήσει γιατί δεν ευσταθούν οι αναφορές του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για παρελθόν και ότι αυτά τα ζητήματα έχουν λήξει. Αν έληξαν, πότε έληξαν και πως; Δεν μπορεί, επίσης, να αποτελούν παρελθόν, διότι η ενιαία Γερμανία απαίτησε από την Τσεχία αποζημιώσεις για τις περιουσίες των Σουδητών. Τέλος, πρόσφατα το γερμανικό κράτος αποφάσισε να συνταξιοδοτήσει τους επιζώντες του Ολοκαυτώματος στο Ισραήλ. Όλα αυτά κατά τον Γλέζο αποτελούν δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Πηγές:
(1) Μάκης Ανδρονόπουλος, «Το Γερμανικό Σύνδρομο», εκδ. Ταξιδευτής, 2013
(2) Από την ομιλία του Μανώλη Γλέζου στην παρουσίαση του παραπάνω βιβλίου https://www.youtube.com/watch?v=2Mjmf5FmLEY
(3) Προκόπης Παυλόπουλος, «Δεν παραγράφονται οι ελληνικές απαιτήσεις από τη Γερμανία», Ελεύθερος Τύπος, 14/1/2015.


Μάκης Ανδρονόπουλος

Ο Μάκης Ανδρονόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Διετέλεσε διευθυντής σύνταξης στη “Ναυτεμπορική”, στον “Κόσμο του Επενδυτή”, στην “Απογευματινή της Κυριακής” και αρχισυντάκτης στο “Κέρδος”. Εργάστηκε ως οικονομικός συντάκτης στην “Καθημερινή”, το “Έθνος”, το “Ποντίκι” και παρουσίασε οικονομικές εκπομπές στα κανάλια ΜΕGA, TEMPO, SevenX. Εργάστηκε, επίσης, στο χώρο της πολιτικής επικοινωνίας. Έχει γράψει τα βιβλία “Η Ελλάδα στο ντιβάνι - Διεργασίες ανατροπής γύρω από την ιστορία, τη γλώσσα και τα κοινωνικά στερεότυπα” (εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 2011), “Το γερμανικό σύνδρομο - Η Ελλάδα και η Ευρώπη απέναντι στη γερμανική ιδιαιτερότητα” (εκδόσεις Ταξιδευτής, 2013) και έχει μεταφράσει το φουτουριστικό μυθιστόρημα του Τσέχου συγγραφέα Γιαν Βάις “Το σπίτι με τα χίλια πατώματα” (εκδόσεις Οδυσσέας, 1982).


https://slpress.gr/ethnika/giati-i-germania-chrostaei-180-dis-eyro-stin-ellada/

 14 Οκτωβρίου 2018 



 3.
Ο Τσίπρας κάνει τον Γερμανό.

Τελικώς, χρωστάνε οι Γερμανοί αποζημιώσεις στην Ελλάδα; Μάλιστα. Με απόφαση της Διάσκεψης των Παρισίων (1946) 7δις 100 εκ δολάρια αγοραστικής αξίας 1938 (σημερινά 108 δις χωρίς τους τόκους) και 3,5 δις δολ. του 1938, σημερινής αξίας 54 δις χωρίς τους τόκους. Αυτά, στο Δημόσιο. Και γιατί δεν τα δίνουν, ενώ έχουν πληρώσει σε όλα τα άλλα κράτη; Γιατί μπορούν!

Και μπορούν για έναν και μόνο λόγο. Επειδή όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις από το 1947 μέχρι και τη σημερινή δεν έχουν τολμήσει να διεκδικήσουν αποφασιστικά τα χρωστούμενα. Άλλες, οι πρώτες, γιατί δεν είχε υπογραφεί σύμφωνο ειρήνης. Άλλες, γιατί η Γερμανία κρυβόταν πίσω από τη διάσπασή της και έστελνε την υποχρέωση για όταν θα ενωνόταν πάλι. Και άλλες από το φόβο μη διαταράξουν τις σχέσεις της Ελλάδας με τη Γερμανία. Δηλαδή, από ατολμία και φόβο. Σαν τη σημερινή.

Το γεγονός ότι ο Τσίπρας δεν ψέλλισε καν τη λέξη αποζημιώσεις χτες στον Γερμανό πρόεδρο και άφησε στον Παυλόπουλο να θέσει το θέμα, αποδεικνύει την παραίτηση και αυτής της κυβέρνησης από μια σοβαρή διεκδίκηση. Γιατί, ο Παυλόπουλος, ως πρόεδρος της Δημοκρατίας, δεν έχει καμιά αρμοδιότητα να χειρίζεται το θέμα! Δεν είναι η κυβέρνηση. Είναι διακοσμητικός και τα λόγια του ανίσχυρα. Για να νομίζει το πόπολο ότι έχει κυβερνήτες με θάρρος. Ενώ έχει, με θράσος.

Η Γερμανία μπορεί να παριστάνει ότι είναι κράτος σεβασμού στη νομιμότητα και στην τάξη, αλλά αυτά αφορούν μόνο στους κατοίκους της Γερμανίας. Για όλο τον άλλο κόσμο η Γερμανία ήταν και είναι η πιο αυταρχική, καβαλημένη και υπερόπτης χώρα μαζί με τη Βρετανία. Όχι μόνο το παρελθόν της, αλλά και η τιμωρητική (!) στάση της απέναντι σ αυτούς που έσωσαν τις τράπεζές της, χρεωνόμενοι τα κωλόχαρτά τους μετά τη διασπορά τους το 2008 μέσω ΗΠΑ, αρκεί για να δει κανείς το πραγματικό της πρόσωπο.

Η ιστορία υπεκφυγής της να πληρώσει τις αποζημιώσεις που οφείλει στην Ελλάδα, εδώ και 70 χρόνια είναι η πιο μεγάλη απόδειξη ενός κράτους υπερόπτη και αυταρχικού, που σέβεται μόνο το δίκαιο που το συμφέρει. Ενώ από την άλλη έχει το θράσος να κουνάει το δαχτυλάκι, παριστάνοντας τον καθηγητή της νοικοκυροσύνης με τα λάφυρα των άλλων νοικοκυριών.

Η ιστορία των αποζημιώσεων, που αποκαλύπτει και όλη τη γερμανική αναξιοπρέπεια και μιζέρια, είναι μακρά αλλά θα αποπειραθούμε να τη συμπτύξουμε.

Όπως είπαμε, η Διάσκεψη των Παρισίων επιδίκασε στην Ελλάδα το 1946 τα 10 δις 600 εκ. δολάρια για δύο ζημιές στην Ελλάδα. Στο κράτος:

1. Για τις καταστροφές σε υποδομές και δημόσιο πλούτο και
2. Για το δάνειο που εξανάγκασαν την κατοχική ελληνική κυβέρνηση να τους δώσει, προκειμένου να ταϊσουν τα στρατεύματα στη Β Αφρική και στην ΕΣΣΔ.

Στη συνέχεια, η συμφωνία του Λονδίνου το 1953 πάγωσε ρητά τις αποζημιώσεις χωρίς να τις χαρίσει, μέχρι να υπογραφεί συμφωνία ειρήνης μεταξύ Γερμανίας και νικητών και να ορθοποδήσει η χώρα.

Για να έχει ο αναγνώστης μια μικρή εικόνα των γερμανικών καταστροφών στην Ελλάδα, που αποτιμήθηκαν σε 7 δις. 100 εκ δολάρια (!) παραθέτουμε τον επίσημο συνοπτικό πίνακα:

- Έκαψαν ολοσχερώς πάνω από 100 πόλεις και χωριά.

- Εκτέλεσαν 56.225 αθώους πολίτες.

- Πήραν ομήρους πάνω από 105.000 ανθρώπους, οι οποίοι κατέληξαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στα κρεματόρια.

- Προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές σε 1.770 χωριά.

- Πυρπόλησαν πάνω από 400.000 σπίτια.

- Κατέστρεψαν το 70% των λιμενικών εγκαταστάσεων, το μεγαλύτερο μέρος του οδικού και σιδηροδρομικού δικτύου και το σύνολο των σιδηροδρομικών γεφυρών και τούνελ.

- Βύθισαν το 75% του ελληνικού εμπορικού στόλου.

- Άρπαξαν το 80% των μέσων μεταφοράς και το 51% των δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων.

- Οι μισές ελληνικές οικογένειες είχαν θύματα.

- Το 10% του συνολικού πληθυσμού υπέστη αναπηρία.

- Το 75% των παιδιών προσβλήθηκε από ασθένειες, οι οποίες τα ταλαιπώρησαν και μετά την απελευθέρωση.

- Οι συνολικές απώλειες λόγω των εκτελέσεων, της πείνας, των ασθενειών και της υπογεννητικότητας κατά τη διάρκεια της Κατοχής έχουν υπολογιστεί σε 1.106.000 ανθρώπους, ή στο 13,5% του ελληνικού πληθυσμού. Είναι το υψηλότερο ποσοστό σε ολόκληρη την Ευρώπη.

- Από τη λεηλασία μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, καθώς και από παράνομες ανασκαφές οι κατακτητές μετέφεραν στη Γερμανία 8.500 αρχαιολογικούς θησαυρούς. Χαρακτηριστικό της νοοτροπίας μονοφαγά είναι ότι το Βερολίνο ζητάει από τη Μόσχα να επιστρέψει τα έργα τέχνης που άρπαξε ο Κόκκινος Στρατός το 1945, αλλά αρνείται να συζητήσει την επιστροφή στην Ελλάδα των αρχαιολογικών θησαυρών που έκλεψε!

Αυτά τα λίγα επέφεραν στην Ελλάδα οι Γερμανοί, που δεν περιλαμβάνουν τον μεγαλύτερο παράγοντα: Τον πόνο και την αγωνία.

Τα κατορθώματα των πολιτισμένων αυτών Ευρωπαίων, που και τότε κουνούσαν το δαχτυλάκι στους άλλους λαούς υπεροπτικά, λαμπρύνθηκαν και στον οικονομικό τομέα.

Το 1942, η ιταλογερμανική διάσκεψη της Ρώμης αποφάσισε (ό,τι ήθελε έκανε!) να πληρώνει η Ελλάδα στις γερμανικές και ιταλικές δυνάμεις κατοχής 1,5 δις δρχ. το μήνα για τη συντήρηση των στρατευμάτων. Το 1,5 δις έγινε 8 το μήνα και σύντομα το όριο καταργήθηκε! Παράλληλα αποφάσισαν να παίρνουν αναγκαστικά δάνεια από την Τράπεζα Ελλάδος για τα στρατεύματα Αφρικής και ΕΣΣΔ.

Το πρώτο αποτέλεσμα της ληστείας του ελληνικού λαού και πλούτου ήταν ο λιμός τον Χειμώνα του 1942, που πέθαιναν κάθε μέρα από πείνα περίπου 500 άμαχοι και παιδιά.

Το σύνολο των δανείων αναγνώρισε το 1944 ο πληρεξούσιος του Βερολίνου στην Ελλάδα Φον Γκρέβενιτς με επιστολή του στον πρωθυπουργό Ι Ράλλη.

Οι αστείες γερμανικές δικαιολογίες.

Οι γερμανικές κυβερνήσεις επαναλαμβάνουν μονότονα ότι δεν χρωστάνε τίποτε και ότι το θέμα έχει κλείσει. Ψέματα.

Πρώτα προσπάθησαν να αποφύγουν την πληρωμή με τη γελοία δικιολογία ότι δεν υπήρχε μία Γερμανία και θα ήταν άδικο να πληρώσει η Δυτική και για χρέη της Ανατολικής! Επομένως, υποσχόταν ότι θα δει το θέμα μόλις ξαναενωθεί η χώρα.

Η χώρα ξαναενώθηκε και με τη Συνθήκη Ειρήνης του 1990 (2+4) ο δρόμος για να πληρώσει η Γερμανία είναι νομικά ανοιχτός. Για κράτη που είναι έντιμα και τιμούν την υπογραφή τους. Όχι για τη Γερμανία. Η οποία, ενώ καμώνεται ότι έχει τελειώσει το θέμα κάθε αποζημίωσης, επί Σρέντερ αποζημίωσε εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίους για το Ολοκαύτωμα, και το 2013 επί Σόιμπλε αποζημίωσε επιπροσθέτως με 772 εκ μάρκα Εβραίους για τον ίδιο λόγο. Οι Εβραίοι, έχουν άλλη αξία από τους Έλληνες για την τσέπη και, κυρίως, την πολιτική τσέπη της τάχα μετανοιωμένης Γερμανίας.

Αλλά, οι Γερμανοί κρύβονται πίσω και από άλλα παραμύθια. Ότι ο Κ Καραμανλής είχε δεχτεί να πάρει 115 εκ μάρκα το 1960 και να κλείσει το θέμα. Ψέματα.

Η Γερμανική κυβέρνηση πλήρωσε 115 εκ μάρκα τότε για να αποφυλακίσει τον δήμιο των 54.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης Μαξ Μέρτεν (!), που είχε καταδικαστεί σε 25 χρόνια φυλακή. Και πλήρωσε ως αποζημίωση ακριβώς για να αποζημιωθούν τα θύματα και οι συγγενείς τους.

Για να μην υπάρξει μάλιστα παρεξήγηση, και επειδή το κράτος τότε ήταν κράτος, η ελληνική κυβέρνηση με επίσημη επιστολή της ξεκαθάρισε στην κυβέρνηση της Βόννης ότι επιφυλάσσεται για νέες απαιτήσεις από τις καταστροφές και τις διώξεις κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής.

Το άλλο παραμύθι είναι ότι μετά από 7 δεκαετίες οι ελληνικές διεκδικήσεις έχουν χάσει κάθε νομιμοποιητική βάση. Η Γερμανία του Δικαίου και της νοικοκυροσύνης δεν ξέρει ότι σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφονται!

Ειδικά για το αναγκαστικό δάνειο υπάρχει σύμβαση από τότε, που δεσμεύει τη Γερμανία. Και απόδειξη της δέσμευσης είναι ότι η ναζιστική κυβέρνηση είχε αρχίσει να πληρώνει τις δόσεις για το δάνειο! Τα έγγραφα υπάρχουν.

Το 1995 υπήρξε ρηματική διακοίνωση του Ανδρέα Παπανδρέου πρός τη Γερμανία, με την οποία έβαζε στο τραπέζι τις γερμανικές αποζημιώσεις. Στις αρχές του 2000 ο Άρειος Πάγος, με αμετάκλητη απόφαση διέταξε την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του γερμανικού δημοσίου στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση Σημίτη, με απόφαση του υπουργού Δικαιοσύνης Μ Σταθόπουλου έστειλε δικαστικό κλητήρα στο Ινστιτούτο Γκαίτε για να εκτελέσει την απόφαση του Άρειου Πάγου. Με παρασκηνιακές παρεμβάσεις, όμως, ο υπουργός ανακάλεσε την εντολή του. Σατανική σύμπτωση: Τότε ακριβώς συναίνεσε το Βερολίνο στην ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ!

Έκτοτε, και σε επίσημο επίπεδο δεν υπάρχουν παρά πυροτεχνήματα και ηρωικοφανείς δηλώσεις πολιτικών για το θέμα. Μεταξύ των οποίων και του κ Τσίπρα. Ο οποίος, όπως και οι προκάτοχοί του, δεν τολμάει να θέσει επίσημα το θέμα στο Βερολίνο. Με όλο το δικαστικό φάκελο και τον λεπτομερή φάκελο της Επιτροπής της Βουλής, που συμπεριλαμβάνει και τον λογαριασμό από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Αν αυτό είναι κράτος.

Αν είναι κράτος, γιατί η Ελλάδα, αν και υπέστη τις μεγαλύτερες καταστροφές σε αναλογία με τον πληθυσμό της, με εξαίρεση την ΕΣΣΔ, είναι η μόνο χώρα που δεν πληρώθηκε τις αποζημιώσεις από τη Γερμανία. Η μόνη!

Και σε όλα τα παραπάνω δεν αναφέρονται και δεν υπολογίζονται οι αποζημιώσεις που οφείλονται και που αρνείται να πληρώσει η Γερμανία στους ιδιώτες κατοίκους των ελληνικών χωριών. Που εξαφανίστηκαν από το χάρτη, που σφαγιάστηκαν, που εξανδραποδίστηκαν. Και οι οποίοι τα διεκδικούν πεισματικά εδώ και χρόνια, προσκρούοντας στη γερμανική αναισθησία. Που μεταβάλλεται αίφνης σε ευαισθησία και σε επισκέψεις Γερμανών επισήμων και σε γονυκλισίες στους τόπους του μαρτυρίου. Και οι οποίες αποδεικνύονται πόσο υποκριτικές είναι μόλις καλούνται οι επίσημοι να βάλουν το χέρι στην τσέπη.

Πόσα είναι τα οφειλόμενα σήμερα με τους τόκους; Μεταξύ 162δισ και 300 δις ευρώ. Συμπεριλαμβανομένων και των αποζημιώσεων των ιδιωτών, κατά το πρότυπο της αποζημίωσης των Εβραίων. Και γιατί δεν εγείρεται η απαίτηση από τις κυβερνήσεις και από ετούτη, που μας είχε ταράξει στις απειλές και τις υποσχέσεις και στα προσκυνήματα σε Καισαριανή, Χαϊδάρι, Μακρόνησο, Καλάβρυτα; Εκμεταλλευόμενοι τους νεκρούς για ψηφαλάκια;

Η απάντηση είναι απλή. Γιατί οι ελληνικές κυβερνήσεις ήταν και είναι δειλές. Και ανάξιες εκείνων των αγωνιστών που δεν υπολόγισαν το μέγεθος του αντιπάλου και πολέμησαν. Οι Έλληνες που υπέφεραν από τη γερμανική μπότα δεν έχουν δυστυχώς άξιους να υπερασπιστούν ούτε τον αγώνα τους ούτε την ακούσια ή εκούσια θυσία των ίδιων, των οικογενειών τους και της περιουσίας τους. Όπως αυτοί υπερασπίστηκαν την πατρίδα τους. Κι αυτή είναι η ντροπή των σημερινών νεοελλήνων και των κυβερνήσεών τους. Όπως αυτή.

Γ Παπαδόπουλος- Τετράδης

https://www.liberal.gr/arthro/223769/apopsi/stili-alatos/
o-tsipras-kanei-ton-germano.html
 12 Οκτωβρίου 2018 


 4.
Οι γερμανικές αποζημιώσεις 
και ο εμπαιγμός του ελληνικού λαού από την κυβέρνηση.

Τελικός απολογισμός της επίσκεψης στην Ελλάδα του προέδρου της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάινμάιερ

Υπάρχουν πολλά αναπάντητα ερωτήματα και μεγάλη σύγχυση και αποπροσανατολισμός, που έχει σχέση με την επίσκεψη του προέδρου της Γερμανίας στην Ελλάδα κ. Στάινμάιερ.

Τα ερωτήματα επικεντρώνονται στην επιλογή της ημερομηνίας της επίσκεψης του Γερμανού προέδρου από μέρους του κ. Παυλόπουλου και τον συμβολισμό και την σημειολογία της ημερομηνίας, καθώς και την ανακήρυξή του ως διδάκτορα της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ.

Ο αποπροσανατολισμός έχει σχέση με την ερμηνεία της επίσκεψης.

Θα προσπαθήσω και στα δύο να καταθέσω, ως ιδρυτικό στέλεχος του Εθνικού Συμβουλίου, την δική μου ετυμηγορία.

Πριν απ’ όλα θα πρέπει να διευκρινίσουμε ορισμένα θέματα παραπληροφόρησης και παραπλάνησης.

Πρώτον, τόσο την ημερομηνία της επίσκεψης, όσο και την βράβευσή του γερμανού προέδρου, καθόρισε η κυβέρνηση και όχι ο Προκόπης Παυλόπουλος. Ο τελευταίος ανταποκρίθηκε απλώς στον προγραμματισμό της κυβέρνησης.

Δεύτερον, την ημερομηνία επίσκεψης επίσης επέλεξε η κυβέρνηση και κανένας άλλος κατ’ εντολήν φυσικά της Γερμανίας. Στην περίπτωση αυτή η ημερομηνία δεν έγινε τυχαία, αλλά είχε να κάνει με την απελευθέρωση της Αθήνας στις 12 Οκτωβρίου 1944 από τους Γερμανούς που έχει και μεγάλο συμβολικό χαρακτήρα. Μία μέρα λοιπόν πριν από την απελευθέρωση της Αθήνας έπρεπε να δηλωθεί ότι ναι μεν η Αθήνα απελευθερώθηκε από τους Ναζί στις 12 Οκτωβρίου 1944, αλλά σήμερα είναι και παραμένει η Ελλάδα ολόκληρη προτεκτοράτο της Γερμανίας.

Τρίτον, την ανακήρυξή ως διδάκτορα καθόρισε επίσης  η κυβέρνηση σε συνεννόηση με την πρυτανεία του ΕΚΠΑ, που εντάσσεται κι αυτή η απονομή στην εκδήλωση δουλικότητας της ελληνικής κυβέρνησης και της παρασιτικής ελληνικής ελίτ  απέναντι στην Γερμανία.

Τέταρτον, επανέλαβε ο κ. Στάινμάιερ, ρητά και κατηγορηματικά ότι το θέμα των αποζημιώσεων έκλεισε νομικά και πολιτικά, επαναλαμβάνοντας την θέση της γερμανικής κυβέρνησης που εκφράστηκε από μέρους της μία μέρα πριν, δηλαδή στις 10 Οκτωβρίου 2018.

Πέμπτον, Ο κ. Σταινμάγιερ υπέγραφε με την κυβέρνηση και την συμφωνία του «Ελληνογερμανικού Ιδρύματος Νεολαίας, που μαζί με το Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον, αποτελούν τον Δούρειο Ίππο της γερμανικής ιμπεριαλιστικής διείσδυσης στην Ελλάδα και αποδέδειξε περίτρανα ότι η Ελλάδα ακολουθεί εντολές της γερμανικής κυβέρνησης ως προτεκτοράτο των Γερμανών.

Έκτον, η Ελληνογερμανική Συνέλευση που οργανώνεται στην Κρήτη και όχι αλλού, έχει την σημειολογία της, γιατί η Γερμανία επιβάλλει στην ελληνική κυβέρνηση, όχι τυχαία, να οργανώσει ο Δήμος Χερσονήσου με την συμπαράσταση και άλλων Δήμων αυτήν την Συνέλευση, για να ταπεινώσει το φρόνημα του κρητικού λαού, που εναντιώθηκε με τεράστιες θυσίες ενάντια στον χιτλερισμό με εκατόμβες θυμάτων. Η επιλογή με εντολή της κυβέρνησης δεν είναι καθόλου τυχαία.

Το μείζον πρόβλημα λοιπόν ανέκαθεν είναι οι ελληνικές κυβερνήσεις.

Έχει απόλυτα δίκαιο η τοποθέτηση του ΚΚΕ στο θέμα: «Ο κ. Τσίπρας θυμήθηκε ξανά προεκλογικά τις γερμανικές αποζημιώσεις, όταν επί μια τετραετία δεν έκανε τίποτα ουσιαστικά για να τις διεκδικήσει. Με το πρόσχημα ότι “τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για να τεθεί το ζήτημα”», η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στα βήματα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, δεν διεκδίκησε ποτέ από τη γερμανική κυβέρνηση τις αποζημιώσεις, για να μη διαταραχθούν οι συμμαχίες του ελληνικού κεφαλαίου. Άλλωστε και στο πόρισμα της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, για τη Διεκδίκηση των Γερμανικών Οφειλών, δε γίνεται καμιά αναφορά σε ρητή δέσμευση της κυβέρνησης να διεκδικήσει ενιαία και το σύνολό τους.

Από την άλλη ο πρόεδρος της ελληνικής Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος επαναλαμβάνει μονότονα και μία ακόμη  φορά στο δείπνο που παρέθεσε στο προεδρικό μέγαρο προς τιμήν του Γερμανού προέδρου ότι «νομικώς είναι ενεργές και δικαστικώς επιδιώξιμες» οι διεκδικήσεις των αποζημιώσεων κι εκεί σταματάει το θέμα, χωρίς να δοθεί συνέχεια, υποτασσόμενος στην αποικιοκρατική συμπεριφορά της Γερμανίας.

Πώς είναι δυνατόν να διεκδικήσουν όλοι αυτοί τις γερμανικές αποζημιώσεις; Ποτέ είναι η απάντηση. Αν πραγματικά ήθελαν και είχαν την πρόθεση να εκπληρώσουν το χρέος τους προς τα θύματα και τις μαρτυρικές πόλεις και τα χωριά και στις θυσίες του ελληνικού λαού, για να τους πιστέψουμε ότι περνούν σοβαρά το θέμα και δεν θέλουν να κοροϊδεύουν και εμπαίζουν τον ελληνικό λαό ασύστολα, θα πρέπει να είχαν προβεί ήδη στις εξής ενέργειες:

1.
να προβούν ή καλύτερα να είχαν προβεί σε ρηματική διακοίνωση μέσω της διπλωματικής οδού ζητώντας όλες τις αποζημιώσεις και όχι μόνο το κατοχικό δάνειο.
2.
Να υλοποιήσουν έστω στο παρά πέντε τώρα, όχι λίγο πριν τις εκλογές και να βρουν μετά κάποιο άλλοθι, την τελεσίδικη απόφαση του Αρείου Πάγου για την αποζημίωση των θυμάτων του Διστόμου, που εκκρεμεί. Και
3.
Να καταργήσουν το άρθρο 923 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, που επιτρέπει στον εκάστοτε υπουργό Δικαιοσύνης να εγκρίνει ή να καταργεί αποφάσεις του Ανωτάτου Ελληνικού Δικαστηρίου. Αν είναι δυνατόν. Βασικά να καταργεί τον Άρειο Πάγο.
4.
Αν θέλουμε και ένα τέταρτο, να ακυρώσουν το Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον, που δίνει την δυνατότητα σε ορισμένους δήμους και μάλιστα με θύματα, να οργανώνουν την Ελληνογερμανική Συνέλευση στην Κρήτη. Αν η κυβέρνηση είχε καταργήσει το Ελληνογερμανικό Ταμείο για το Μέλλον δεν επρόκειτο κανένας δήμαρχος να τολμήσει να διοργανώσει τέτοιες προσβλητικές για τα θύματα συνελεύσεις κ.λπ. Έτσι έχει το θέμα.

Παρ’ όλα αυτά υπογράφηκε επιπρόσθετα επ’ ευκαιρία της άφιξης του Γερμανού προέδρου και το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας.

Το συμπέρασμα είναι ότι τόσο ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, (τίποτε εναντίον του θεσμού) όσο και η κυβέρνηση μας εξαπατούν.

Μετά από την αναφορά στα αναπάντητα ερωτήματα προστίθεται και ο αποπροσανατολισμός όλων εκείνων που κόπτονται υπέρ των γερμανικών διεκδικήσεων απέναντι στην γερμανική κυβέρνηση, αλλά δεν τολμούν ή δεν θέλουν να ασκήσουν κριτική στην ελληνική κυβέρνηση που είναι η αιτία που παραμένει το θέμα μετέωρο.

Αντί λοιπόν να ασκούν κριτική και δικαιολογημένα απέναντι στην γερμανική κυβέρνηση, που στο κάτω κάτω της γραφής κοιτάζει τα συμφέροντά της και μ’ αυτήν την έννοια καλώς πράττει, παραλείπουν να ασκήσουν κριτική στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία είναι η μόνη υπόλογη και υπεύθυνη για το θέμα των διεκδικήσεων. Μένει συνήθως στο απυρόβλητο.

Αυτή η στάση αποτελεί για όλους όσους ενδιαφέρονται για τις αποζημιώσεις σκέτη υποκρισία και φυσικά αποπροσανατολισμό από τον στόχο, που είναι διαχρονικά οι ελληνικές κυβερνήσεις. Η τελευταία όμως στην υποκρισία έχει ξεπεράσει τις προηγούμενες, γιατί θέλει να παραπλανήσει τις μαρτυρικές πόλεις και τα χωριά ότι δήθεν ενδιαφέρεται για τις αποζημιώσεις.

Όσοι δεν στρέφονται εναντίον τη κυβέρνησης είτε είναι αφελείς είτε υπηρετούν ιδιοτελεί συμφέροντα. Και όσο οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν διεκδικούν δεν πρόκειται στον αιώνα τον άπαντα να δικαιωθεί ο ελληνικός λαός για τις θυσίες του κατά την διάρκεια της κατοχής. Τελεία και παύλα!

 Δαμιανός Βασιλειάδης,
ιδρυτικό μέλος του Εθνικού Συμβουλίου διεκδίκησης 
των οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα

http://www.anixneuseis.gr/?p=196935
  Αθήνα, 18 Οκτωβρίου 2018        



 Οι απόψεις,που δημοσιεύονται στα εκάστοτε-χάριν ενημέρωσης και προβληματισμού-αναρτώμενα άρθρα (ή κάθε είδους κείμενα) του ιστολογίου μου, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνο τους αρθρογράφους που επώνυμα τις διατυπώνουν.  Οι ''υπογραμμίσεις'' -χρώμα,μέγεθος γραμματοσειράς και οι εικονογραφήσεις-με εικόνες από το World Wide Web-στις αναρτήσεις γίνονται με ευθύνη του blogger.
 Στο αρχικό  πρωτότυπο κείμενο  παραπέμπεστε μέσω των επισυναπτόμενων ενεργών συνδέσμων.