Η Μέρκελ βασιλεύει εν μέσω πολιτικών ερειπίων.
Οι ψηφοφόροι των ομόσπονδων κρατιδίων δείχνουν τον "μεγάλο συνασπισμό” στο Βερολίνο – και οι πρωταγωνιστές του "μεγάλου συνασπισμού” δείχνουν τις ιδιαιτερότητες των κρατιδίων (ή τον Ζέεχοφερ).
Η Έσση του χαμηλότερου παγγερμανικά ποσοστού ανεργίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως περιοχή εκρηκτικών προβλημάτων ή συσσωρευμένης κοινωνικής δυσαρέσκειας. Όμως και αυτή (άλλοτε προπύργιο των Σοσιαλδημοκρατών και υπό την διακυβέρνηση τις τελευταίες δύο δεκαετίες των Χριστιανοδημοκρατών) ακολούθησε το ρεύμα του κατακερματισμού της πολιτικής σκηνής και της αποδυνάμωσης των δύο πάλαι ποτέ "λαϊκών κομμάτων”.
Δύο εβδομάδες μετά τις εκλογές της Βαυαρίας, η καγκελάριος Μέρκελ και οι εταίροι της βρίσκονται αντιμέτωποι με άλλο ένα μήνυμα αποδοκιμασίας, το οποίο εκ των προτέρων έχουν επιχειρήσει να υποβαθμίσουν, κάνοντας λόγο για "τοπικές ιδιαιτερότητες” από τις οποίες δεν μπορούν ευθύγραμμα να εξαχθούν πολιτικά συμπεράσμα σε ομοσπονδιακό επίπεδο.
Επιπλέον, ανάγοντας σε μέτρο σύγκρισης όχι τα προηγούμενα ποσοστά τους στην Έσση, αλλά τις προεκλογικές δημοσκοπήσεις, παρηγορούνται οι μεν Χριστιανοδημοκράτες ότι διατηρούν την πρώτη θέση με 27% (έναντι 38,3% το 2013), οι δε Σοσιαλδημοκράτες ότι διατήρησαν, έστω και οριακά, την δεύτερη θέση που απειλούσαν να καταλάβουν οι Πράσινοι.
Παραδέχονται, ωστόσο, μαζί με τον άμεσα ενδιαφερόμενο Φόλκερ Μπουφιέρ, Χριστιανοδημοκράτη πρωθυπουργό της Έσσης, ότι οι αλλεπάλληλες ενδοκυβερνητικές τριβές, με αφορμή το προσφυγικό ζήτημα και πρωταγωνιστή τον υπουργό Εσωτερικών και ηγέτη της βαυαρικής CSU Χόρστ Ζέεχοφοερ αμαύρωσαν την εικόνα του "μεγάλου συνασπισμού”, ο οποίος θα πρέπει στο εξής να αφοσιωθεί στην παραγωγή έργου.
Δεν είναι πολύ πιθανό: ήδη η Άντρεα Νάλες, όλο και εντονότερα αμφισβητούμενη πρόεδρος μιας Σοσιαλδημοκρατίας που δυσκολεύεται να αναδείξει διακριτό στίγμα, προανήγγειλε ότι θα επιδόσει μαζί με τον Γραμματέα του κόμματος Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, την Δευτέρα στην Μέρκελ έναν "οδικό χάρτη” με αυτά που πρέπει να αλλάξουν σε επίπεδο ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Το λεξιλόγιο αυτό δεν παραπέμπει πάντως, ό,τι και αν επιθυμεί η εσωκομματική αντιπολίτευση, σε προετοιμασία εξόδου του SPD από τον "μεγάλο συνασπισμό”, υπό το βάρος των αλλεπάλληλων ηττών που έχει επιφέρει η μακρά παραμονή στην εξουσία - και την σκιά της καγκελαρίου. Άλλωστε τον δρόμο αυτό μοιάζει να έχει κλείσει η Γραμματέας των Χριστιανοδημοκρατών Ανέτε Κραμπ-Κάρενμπαουερ με την έμμεση απειλή ότι τυχόν αποχώρηση του ελάσσονος εταίρου από την κυβέρνηση θα ανοίξει τον δρόμο σε πρόωρες εκλογές – τις οποίες το SPD θα πρέπει να αντιμετωπίσει στην χειρότερη για αυτό στιγμή.
Ούτε όμως και η Άγκελα Μέρκελ μοιάζει να απειλείται στο κομματικό συνέδριο του Δεκεμβρίου, όπου ελλείψει προφανούς διαδόχου και μόλις έξι μήνες πριν από τις εκλογές η αλλαγή ηγεσίας, όσο και αν φαντάζει ευκταία, αποδεικνύεται αδύνατη. Τουλάχιστον όχι αν ο Μπουφιέρ, από τελευταίους πιστούς εσωκομματικούς συμμάχους της καγκελαρίου διατηρηθεί στην πρωθυπουργία της Έσσης.
Το εγχείρημα είναι δύσκολο. Η πρωτότυπη συγκυβέρνηση Χριστιανοδημοκρατών και Πρασίνων στο κρατίδιο δεν μπορεί να συνεχισθεί ως έχει, διότι οι απώλειες των πρώτων (από το 38,3% το 2013 στο 27%, σύμφωνα με τα πρώτα αποτελέσματα) δεν αντισταθμίζονται από την θεαματική άνοδο των δεύτερων (στο 19,6% έναντι 11,1% προ πενταετίας), με αποτέλεσμα το άθροιμα εδρών των έως τώρα εταίρων να περιορίζεται στις 60 επί συνόλου 121. Από την άλλη, όμως, η πτώση του SPD από το 30,7% στο 20% δεν ενθαρρύνει σχέδια συγκρότησης "μεγάλου συνασπισμού” σε τοπικό επίπεδο. Πιθανότερη συνεπώς προβάλλει η εκδοχή μιας κυβέρνησης τύπου "Τζαμάικα”, όπως είχε ανεπιτυχώς επιχειρηθεί και μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές του περσινού Σεπτεμβρίου, με την προσθήκη των Ελευθέρων Δημοκρατών (7,7% από 5%) στην υπάρχουσα συμμαχία.
Η Κραμπ-Κάρενμπαουερ ήδη επιχαίρει για το ότι αποκρούσθηκε το σενάριο της "αριστερής στροφής”, ήτοι της συγκρότησης συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων, με την ανοχή του κόμματος της Αριστεράς (το οποίο ενισχύθηκε ελαφρά από το 5,2% στο 6,2%).
Σε κάθε περίπτωση, οι μετακινήσεις ψηφοφόρων υπήρξαν τεράστιες – και μάλιστα η κατεξοχήν "σκηνή του δράματος” δεν βρίσκεται στα άκρα του πολιτικού φάσματος, αλλά στο κέντρο του. Η ακροδεξιά "Εναλλακτική για τη Γερμανία” αποσπά βέβαια το διόλου αμελητέο ποσοστό του 13,1%, αλλά περιορίζεται στην τέταρτη θέση, σε αντίθεση λ.χ. από ό,τι έχει συμβεί σε άλλα κρατίδια, και θεωρείται ότι έχει αγγίξει την "οροφή” της απήχησής της.
Πρόκειται για ένα τοπίο στο οποίο όλα τα κόμματα είναι μικρά ή μεσαία και μόνο η Χριστιανοδημοκρατία εξέχει. Η Άγκελα Μέρκελ μπορεί να συνεχίσει να "βασιλεύει” εν μέσω των ερειπίων της παλαιότερης πολιτικής τάξης πραγμάτων.
Του Κώστα Ράπτη
29/10/2018