Το παιχνίδι του Ερντογάν γίνεται όλο και πιο σύνθετο.


Τα ανοιχτά του κόλπου της Αττάλειας όπου ξεκίνησαν οι υποθαλάσσιες έρευνες του τουρκικού πλωτού γεωτρύπανου "Πορθητής” δεν αποτελούν το κεντρικό μέτωπο στο οποίο στρέφεται το ενδιαφέρον της Άγκυρας στην παρούσα φάση – όσο και αν αποτελεί σαφή "δήλωση παρουσίας”, με σχετική αυτοσυγκράτηση πάντως, στον χώρο της ανατολικής Μεσογείου. 

Περισσότερο η συγκεκριμένη κίνηση θα πρέπει να ειδωθεί ως ψηφίδα ενός συνθετότερου μωσαϊκού που αφορά της σχέσεις της γείτονος με τις διεθνείς και περιφερειακές δυνάμεις, σε μία συγκυρία κατά την οποία τα βλέμματα είναι κατεξοχήν στραμμένα, για άλλη μία φορά, στη βόρεια Συρία.

Επ' αυτού, οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών υπήρξαν ραγδαίες. 

Το Σάββατο πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη η τετραμερής συνάντηση κορυφής Ρωσίας, Τουρκίας, Γαλλίας και Γερμανίας, η οποία προετοιμαζόταν από τον Σεπτέμβριο, με αντικείμενο την συριακή κρίση. Και μόνο το γεγονός ότι τρεις χώρες του ΝΑΤΟ διαπραγματεύονται το ζήτημα αυτό με τον Βλαντίμιρ Πούτιν ερήμην των ΗΠΑ έχει ισχυρό συμβολισμό – πόσω μάλλον που η συνάντηση του Σαββάτου άφησε εν πολλοίς ικανοποιημένα όλα τα συμμετέχοντα μέρη. 

Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις επικέντρωσαν το ενδιαφέρον τους στην πολιτική διαδικασία επίλυσης του συριακού προβλήματος, την εκπόνηση νέου Συντάγματος και τη διενέργεια εκλογών υπό την επίβλεψη του ΟΗΕ και βέβαια την προοπτική επαναπατρισμού των Σύρων προσφύγων. Τα σενάρια της απομάκρυνσης του Άσαντ (από την οποία η Ουάσιγκτον εξαρτά την εισροή κονδυλίων για ανθρωπιστική βοήθεια και ανοικοδόμηση της χώρας) ή της "βαλκανοποίησης” της Συρίας απομακρύνονται, ενώ η προσπάθεια της Γαλλίας να αποτρέψει κάθε πιθανότητα επανακατάληψης του ανταρτοκρατούμενου θύλακα της Ίντλιμπ "προσγειώθηκε” σε δηλώσεις στήριξης της ρωσοτουρκικής συμφωνίας ανακωχής για την περιοχή. 

Πολλά θα κριθούν βεβαίως από την συνάντηση που θα πραγματοποιήσουν στις 11 Νοεμβρίου στο Παρίσι, στο περιθώριο των εκδηλώσεων για τα εκατοντάχρονα της λήξης του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Βλαντίμιρ Πούτιν με τον Ντάναλντ Τραμπ, ο οποίος μέχρι τότε θα έχει προσπεράσει την πολιτική πρόκληση των αμερικανικών ενδιάμεσων εκλογών.

Ωστόσο, παρά την επιμονή του Πενταγώνου και του Ισραήλ για διατήρηση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στις κουρδοκρατούμενες περιοχές της βορειοανατολικής Συρίας, με ρητό στόχο την αντίκρουση της ιρανικής επιρροής και τον έλεγχο των μεταπολεμικών πολιτικών εξελίξεων, οι περί του αντιθέτου επιθυμίες του Ντόναλντ Τραμπ έχουν επανειλημμένως εκφραστεί. 

Και είναι σε αυτό το ζήτημα που ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν (ενισχυμένος από την τετραμερή της Κωνσταντινούπολης και συμπλέοντας παραδόξως με το καθεστώς του Άσαντ που επιθυμεί την αποκατάσταση του κυβερνητικού ελέγχου σε όλη τη Συρία) επικεντρώνει τώρα τις προσπάθειές του. 

Ήδη την Κυριακή βολές πυροβολικού έπληξαν περιοχή της βόρειας Συρίας στα ανατολικά του Ευφράτη, που ελέγχεται από τους Κούρδους μαχητές του YPG με τη συνδρομή Αμερικανών κομάντος, ενώ την Τρίτη στην τακτική συνεδρίαση της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματός του ο Ταγίπ Ερντογάν διαμήνυσε ότι επίκειται μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση για την "καταστροφή της τρομοκρατικής δομής”. 

Η αμερικανική πλευρά άργησε χαρακτηριστικά να σχολιάσει. Πρόσφατη είναι άλλωστε η ανακοίνωση της έναρξης κοινών αμερικανικών και τουρκικών περιπολιών στην περιοχή του Μάνμπιτζ, δυτικά του Ευφράτη, η οποία ελεγχόταν από το YPG. Την ίδια στιγμή τα υπολείμματα του ISIS κοντά στα σύνορα με το Ιράκ κατάφεραν να προωθηθούν, αξιοποιώντας την αμμοθύελλα αυτών των ημερών, αλλά και την στροφή του ενδιαφέροντος των Κούρδων μαχητών προς τα σύνορα με την Τουρκία.

Όλα αυτά συντελούνται στο φόντο της απόπειρας αναθέρμανσης των τουρκοαμερικανικών σχέσεων, βοηθούσης και της "υπόθεσης Κασόγκι” την οποία ο Ερντογάν αξιοποίησε με τρόπο που αναβάθμισε τον ρόλο του, χωρίς να επιφέρει το τελειωτικό πλήγμα στο κύρος των Σαούντ.

Του Κώστα Ράπτη

1/11/2018



        ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ-ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ     



 Η μυωπική αντίληψη της Διεθνούς Πολιτικής 
και ο Περιφερειακός ρόλος της Τουρκίας. 

Η αξία ορισμένων γνωμικών συνίσταται στο ότι εάν και ειπώθηκαν για κάποια συγκεκριμένη περίσταση, δύνανται να συναρμόσουν και σε άλλες. «Μια εικόνα, χίλιες λέξεις» λέει ένα παλιό ρητό, το οποίο φαίνεται να αρμόζει πλήρως σε μία φωτογραφία που έκανε το γύρο της υδρογείου το περασμένο Σαββατοκύριακο. Ποιας φωτογραφίας; Αυτής που οι ηγέτες των Τουρκίας, Γαλλίας, Ρωσίας και Γερμανίας, κρατιούνται χέρι-χέρι, μετά το τέλος της διάσκεψης της Κωνσταντινούπολης που αφορούσε τη λύση του Συριακού προβλήματος. Η εικόνα αυτή οφείλει να λειτουργήσει ως αφύπνιση και υπόμνηση.

Εκκινώντας αντίστροφα, υπόμνηση για τον τρόπο που διεξάγεται η διεθνής πολιτική και αφύπνιση για τον τρόπο με τον οποίο αναγιγνώσκεται συνήθως στην Ελλάδα. Πολλές φορές, ειδικά στα ζητήματα που αφορούν την Τουρκία, υπάρχει η επιθυμία να δούμε και να προβλέψουμε αυτό που θέλουμε και όχι το απτό, αυτό που λαμβάνει χώρα.

Πολλά χρόνια πίσω, ο Λόρδος Πάλμερστον, αναφερόμενος στη χώρα του, είπε ότι «Η Βρετανία δεν έχει παντοτινούς φίλους, αλλά διαχρονικά συμφέροντα». Με τη πολυπλοκότητα που διέπει το σύγχρονο διεθνές περιβάλλον και τις ταχύτατες μεταβολές που συντελούνται σε αυτό, ίσως χρειαζόταν μια μικρή επικαιροποίηση η φράση∙ δηλαδή, όχι παντοτινά συμφέροντα, αλλά συγκεκριμένα συμφέροντα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο.

Η φωτογραφία των τεσσάρων ηγετών πιασμένων χέρι-χέρι ήρθε για να επισημάνει ότι αντίθετα με όσα πιστεύουν πολλοί στην Ελλάδα, η Τουρκία μόνον απομονωμένη δεν είναι. Το αντίθετο μάλιστα. Της αναγνωρίζεται ο ρόλος ενός περιφερειακού παίκτη, ενός δρώντα που θέλει να έχει ρόλο και λόγο στην ευρύτερη γεωστρατηγική της περιοχή. Από τα Βαλκάνια και τη νοτιοανατολική Μεσόγειο, μέχρι τη Μέση και την Άπω Ανατολή.

Η Τουρκία αναβαθμίζεται, καθιστώντας εαυτόν αξιότιμο και σημαντικό συνομιλητή παγκόσμιων παικτών. Μη λησμονούμε, ότι η Ρωσική Ομοσπονδία και η Γαλλία είναι μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ενώ η Γερμανία, αποτελεί την ηγέτιδα δύναμη των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Και οι τρείς ηγέτες αυτών των χωρών πήγαν στην Κωνσταντινούπολη να συνομιλήσουν με τον πρόεδρο της Τουρκίας.

Μιας Τουρκίας, η οποία διατηρεί κατοχικό στρατό στη βόρεια Κύπρο και στη Συρία. Μιας χώρας που επιβουλεύεται ενεργειακούς πόρους που δεν της ανήκουν στην Νοτιανατολική Μεσόγειο και απειλεί διαρκώς ότι θα κάνει χρήση βίας ή ακόμα και πόλεμο στην Ελλάδα∙ χώρα εταίρο της Γερμανίας και της Γαλλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ευρωζώνη. Μιας Τουρκίας που στο εσωτερικό της έχει καταπατήσει κάθε έννοια ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κράτους δικαίου και ελευθεροτυπίας∙ πρόκειται πλέον για ένα οιονεί απολυταρχικό καθεστώς. Ή, σύμφωνα, με έναν σύγχρονο όρο της πολιτικής επιστήμης, για μια «ανελεύθερη δημοκρατία», με ερωτηματικό στη δημοκρατία.

Μια πτυχή που αξίζει να αναλυθεί είναι για το ποιες ή μάλλον κατά πόσο έχουν ισχύ οι δυτικές αξίες για τους δυτικούς ηγέτες.

Οι τρεις προαναφερθέντες παγκόσμιοι δρώντες παίζουν με όρους εθνικού συμφέροντος, όπως εξάλλου όλοι οι παίκτες στη διεθνή πολιτική. Αυτό πρέπει να γίνει αντιληπτό στην Ελλάδα. Όπως, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η Τουρκία, δεν άγεται και φέρεται, ούτε είναι απομονωμένη. Χωρίς ρεαλιστική ανάγνωση των δεδομένων θα βρισκόμαστε πάντα μακριά από τις εξελίξεις. Και φυσικά από τις λύσεις των προβλημάτων μας.

ΥΓ: Θα πρέπει να προβληματίσει τι θα σημάνει ενδεχόμενη στροφή των χωρών της ΕΕ προς τη Ρωσία και την Τουρκία. Αν και ακούγεται πολύκροτο, μήπως ήρθε το τέλος των Ευρωατλαντικών σχέσεων;

 Παναγιώτης Η. Μίχος,
φοιτητής Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, απόφοιτος του Εργαστηρίου Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας και μέλος του Τομέα Ευρωατλαντικών Μελετών στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων.

29/10/2018