Ο Τραμπ ξεκίνησε τον εμπορικό πόλεμο αλλά… τον χάνει.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Ο Xi Jinping -και όχι ο Trump- είναι ο πραγματικός 
ψυχρός πολεμιστής.
(2) Τι θα πρέπει να συμφωνήσει ο Trump με τον Xi.
Εστιάστε στις επενδύσεις, όχι στο εμπόριο, στο G-20. 


Ο Τραμπ ξεκίνησε τον εμπορικό πόλεμο 
αλλά… τον χάνει.

Εντυπωσιακά τα στοιχεία από τη διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος με την Κίνα παρά τους δασμούς. Πώς εξηγείται το «παράδοξο» και τι μπορεί να σημαίνει για τις διαπραγματεύσεις των δυο πλευρών. Τα όπλα του Πεκίνου που δεν διαθέτει ο Λευκός Οίκος.



Κάποιες φορές οι στατιστικές δεν συμπεριφέρονται όπως αναμένονταν. Πάρτε για παράδειγμα το ακανθώδες θέμα του εμπορίου ΗΠΑ – Κίνας και τον Ντόναλντ Τραμπ. 

Νωρίτερα φέτος ο αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε οργή για το μέγεθος του διμερούς εμπορικού ελλείμματος με την Κίνα και επέβαλε κλιμακούμενους δασμούς σε κινέζικες εισαγωγές αξίας 250 δισ. δολαρίων. Η εικασία εντός του Λευκού Οίκου ήταν ότι αυτό θα προκαλούσε μείωση του ελλείμματος, καθώς οι αμερικανικές εταιρείες θα παρήγαγαν περισσότερα αγαθά στη χώρα και/ή θα έβρισκαν τρόπους να αποφύγουν τις ακριβότερες εισαγωγές. 

Η θεωρία, όμως, δεν λειτούργησε, ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Το αντίθετο μάλιστα. Την προηγούμενη εβδομάδα η κυβέρνηση παρουσίασε στοιχεία που δείχνουν ότι το αμερικανικό έλλειμμα σε εμπορεύσιμα αγαθά με την κίνα αυξήθηκε 4,3% τον Σεπτέμβριο (εποχικά προσαρμοσμένα δεδομένα) στο επίπεδο των 37,4 δισ. δολαρίων, ένα ιστορικό υψηλό. Αυτό οφείλεται στην αύξηση 8% στις εισαγωγές από την Κίνα. Οι εξαγωγές, ωστόσο, παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθερές.

Και ενώ τα μηνιαία στοιχεία είναι αναξιόπιστα, η τάση είναι καθαρή: συνολικά το τρίτο τρίμηνο το έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα έφτασε τα 106 δισ. δολάρια, υψηλότερα από τα 92,9 δισ. την ίδια περίοδο πέρυσι, επίσης εξαιτίας μιας ανησυχητικής αύξησης των εισαγωγών. Για το σύνολο της χρονιάς ως το Σεπτέμβριο το αποτέλεσμα ήταν 305,4 δισ. δολάρια συγκρινόμενο με τα 276,6 δισ. δολάρια της περασμένης χρονιάς. 

Από μακροοικονομική οπτική, αυτό δεν έχει σημασία. Στο κάτω κάτω η εμμονή με διμερή εμπορική ελλείμματα είναι γελοία σε ένα πολυμερή εμπορικό κόσμο, όπου το εμπόριο υπηρεσιών έχει ίδια σημασία (αν όχι μεγαλύτερη) με αυτό των αγαθών. Ο Λευκός Οίκος θα ήταν καλύτερο να εστιάσει σε τομείς στους οποίους οι ΗΠΑ έχουν νόμιμο παράπονο έναντι της Κίνας, όπως στην κατάχρηση της πνευματικής ιδιοκτησίας, όχι στα φορτία χάλυβα. 

Αυτή η οικονομική λογική, όμως, είναι απίθανο να επηρεάσει αυτή τη στιγμή τον Ντ. Τραμπ, πόσο μάλλον που ο Λευκός Οίκος ετοιμάζεται για μια συνάντηση με τον κινέζο πρόεδρο Xi Jinping. Ετσι, αξίζει τον κόπο να αναρωτηθούμε γιατί οι διμερείς στατιστικές κινούνται με λάθος τρόπο. 

Είναι ειρωνεία, αλλά μέρος της εξήγησης είναι η υφιστάμενη οικονομική ισχύς των ΗΠΑ: η γρήγορη ανάπτυξη συνήθως φέρνει περισσότερες εισαγωγές (ή όπως κάποιοι από τους συμβούλους του Τραμπ συνήθιζαν να του λένε μεταξύ σοβαρού και αστείου, με περιορισμένη επιτυχία, ο ευκολότερος τρόπος να λύσει το θέμα του εμπορικού ελλείμματος είναι να προκαλέσει ύφεση). 

Ενας δεύτερος παράγοντας ίσως είναι ο χρονισμός: οι αμερικανικές εταιρείες έσπευσαν να αποθηκεύσουν εισαγόμενα είδη για να προστατευτούν από τις εμπορικές αναταραχές. Μια ανάλυση των στοιχείων υποδεικνύει, για παράδειγμα, ότι κλάδοι που ήδη υπόκεινται σε κυρώσεις (όπως ο χάλυβας) κατέγραψαν μια αξιοσημείωτη αύξηση εισαγωγών νωρίτερα φέτος, η οποία τώρα περιορίζεται. 

Υπάρχει όμως και μια άλλη πιθανή εξήγηση, η οποία τώρα που σιωπηρά τίθεται επί τάπητος από ομάδες που παρακολουθούν την πολυπλοκότητα του παγκόσμιου εμπορίου: η Κίνα μπορεί πράγματι να κερδίζει στην οπτική (αν όχι στην ουσία) τους πρώτους γύρους της εμπορικής διαμάχης. «Η επέκταση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με την Κίνα… είναι ένα σημάδι ότι ο εμπορικός πόλεμος κινήθηκε ενάντια στις ΗΠΑ» το Σεπτέμβριο, παρατήρησε την προηγούμενη εβδομάδα η Panjiva, μια υπηρεσία συγκέντρωσης εμπορικών στοιχείων. Ή όπως ο Soren Skou, επικεφαλής της ναυτιλιακής AP Moller-Maersk σημείωσε σε τηλεδιάσκεψη την Τρίτη: «είναι ειρωνεία, αλλά αφότου αύξησε την πίεση ο Ντοναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ αύξησαν τις εισαγωγές τους από την Κίνα ακόμα περισσότερο», παρότι οι αμερικανικές εξαγωγές σε τομείς όπως η σόγια κατέρρευσαν. 

Ο κος Skou εν μέρει το αποδίδει αυτό στην αποθεματοποίηση. Αλλά είναι εντυπωσιακό ότι υποστηρίζει πως η θέση των κινεζικών εταιρειών στην εφοδιαστική αλυσίδα σημαίνει ότι τους είναι ευκολότερο να βρουν αντικατάσταση για τα αμερικανικά προϊόντα, απ’ ότι στις αμερικανικές για τα κινεζικά. 

Ένα τρίτο κρίσιμο θέμα, λέει ο Skou, είναι ότι ο Ντ. Τραμπ δεν μπορεί «να πει στην Nike, την Walmart και την The Home Depot ότι δεν μπορούν να εισάγουν από την Κίνα». Ετσι προβλέπει ότι οι αμερικανικές εταιρείες «θα συνεχίσουν να εισάγουν [από την Κίνα] και θα εργαστούν για λύσεις», δεχόμενες ένα χτύπημα στα περιθώρια (το οποίο, βεβαίως, εν μέρει αντισταθμίζεται τώρα έτσι και αλλιώς από την αδυναμία του γουάν). 

Το Πεκίνο, αντίθετα, μπορεί απλά να διατάξει τις κρατικά ελεγχόμενες επιχειρήσεις να αλλάξουν τα εμπορικά μοντέλα τους, και πιθανότατα το κάνει, δεδομένου ότι η κινεζική κυβέρνηση (σε αντίθεση με τον χαοτικό Λευκό Οίκο), έχει κεντρικά συντονισμένη διαπραγματευτική θέση και ατζέντα. 

Σημαίνει αυτό ότι το Πεκίνο δεν θα κάνει παραχωρήσεις στις διαπραγματεύσεις; Όχι απαραίτητα. Στο κάτω κάτω η κινεζική οικονομία πιθανότατα είναι πιο ευάλωτη σε ένα εμπορικό πόλεμο απ’ ότι οι ΗΠΑ και η εικόνα μπορεί να αλλάξει αν (ή όταν) τελειώσει η αποθεματοποίηση. Αλλά αν μη τι άλλο, αυτή η ειρωνεία -για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του Skou- στα ενοχλητικά στατιστικά στοιχεία δείχνει πόσο δύσκολο είναι να προβλέψουμε τις ακριβείς συνέπειες ενός εμπορικού πολέμου. 

Και ίσως την ανοησία να υποτιμούμε την Κίνα ως αντίπαλο, ειδικά αν μείνει πειθαρχημένη, αποφασισμένη και χωρίς προβλήματα από τη Δημοκρατία.

 Από FT.Com

17/11/2018


             ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ           




1.
Ο Xi Jinping -και όχι ο Trump- είναι
 ο πραγματικός ψυχρός πολεμιστής.

Ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας μοιάζει ολοένα και περισσότερο με τον Ψυχρό Πόλεμο. Οι δασμοί του Προέδρου Donald Trump, η καταστολή της υποτιθέμενης κλοπής αμερικανικής τεχνολογίας από τους Κινέζους και η αντίστοιχη ρητορική ανέτρεψαν πολλές δεκαετίες εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ που έδιναν προτεραιότητα στη συνεργασία. Στο μεταξύ, ο ομόλογός του, Xi Jinping, δεν έχει κάνει καμία παραχώρηση. Ειδικοί της Κίνας ανησυχούν ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο σημαντικότερων χωρών του κόσμου έχουν φτάσει σε σημείο καμπής.

Συνήθως η ευθύνη για την επιδείνωση των σχέσεων (ή τα εύσημα ανάλογα με το πώς σκέφτεσαι) αποδίδεται στον Trump. Δεν είναι όμως ο πραγματικός ένοχος. Ο πραγματικά υπεύθυνος είναι ο πρόεδρος της Κίνας. Ο Xi άλλαξε την πορεία της κινεζικής πολιτικής με τρόπους που καθιστούσαν σχεδόν αναπόφευκτη μια αναμέτρηση με τις ΗΠΑ, ανεξάρτητα από το ποιος θα έμπαινε στον Λευκό Οίκο.

Κανείς θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι η αναμέτρηση επωαζόταν εδώ και δεκαετίες. Το Πεκίνο έχει επιδείξει ελάχιστη προθυμία να κατευνάσει τις μακρόχρονες καταγγελίες της Ουάσιγκτον ότι η Κίνα έχει χειραγωγήσει το νόμισμά της, έχει κακομεταχειριστεί τις αμερικανικές εταιρείες και έχει κλέψει πνευματική ιδιοκτησία. Κάποια στιγμή, η δυσαρέσκεια θα "ξεχείλιζε".

Αλλά μέχρι να εμφανιστεί ο Xi, Αμερικάνοι πολιτικοί, επιχειρηματίες και think-tankers μπορούσαν ακόμα να ισχυριστούν ότι η Κίνα κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση – στρέφεται περισσότερο προς την αγορά, ενσωματώνεται στην παγκόσμια τάξη υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και αποκτά μεγαλύτερη εξωστρέφεια. Αυτή η ρόδινη εικόνα μεταφέρθηκε στο αρχικό στάδιο της εποχής του Xi. Το 2012, όταν διεκδίκησε την εξουσία, ο πρόεδρος θεωρήθηκε ευρέως ως ένθερμος μεταρρυθμιστής. Αυτή η φήμη φάνηκε να επιβεβαιώνεται ένα χρόνο αργότερα, όταν υιοθέτησε ένα οικονομικό σχέδιο που έδωσε την υπόσχεση για βαθύτερη απελευθέρωση της αγοράς.

Τότε εμφανίστηκε ο πραγματικός Xi. Το πρόγραμμά του ενίσχυσε το κινεζικό μοντέλο κρατικού καπιταλισμού μέσω της στόχευσης νέων βιομηχανιών για κρατική στήριξη, παρουσιάζοντας μια άμεση πρόκληση για την αμερικανική οικονομική κυριαρχία. Στο πεδίο της διπλωματίας, ο Xi ενθάρρυνε τις υποστηριζόμενες από την Κίνα εναλλακτικές λύσεις στην παγκόσμια οικονομική τάξη, δημιουργώντας την Ασιατική Τράπεζα Υποδομών και Επενδύσεων και εγκαινιάζοντας το πρόγραμμα "Μια ζώνη, ένας δρόμος" Στο στρατιωτικό πεδίο, αύξησε την ικανότητα των ενόπλων δυνάμεων της Κίνας, δοκιμάζοντας την αμερικανική υπεροχή στον Ειρηνικό. Και στο εσωτερικό, ο Xi μετέτρεψε την κυβέρνηση σε μονοπρόσωπη δικτατορία, εγκαθιστώντας στο μεταξύ μια κρατική εποπτεία προηγμένης τεχνολογίας για να ενισχύσει τον έλεγχο του κομμουνιστικού κόμματος. Εν τω μεταξύ, οι προσπάθειες των ΗΠΑ να διαπραγματευτούν για βελτιωμένη πρόσβαση στην αγορά, καλύτερη προστασία της τεχνολογίας και άλλα σημαντικά ζητήματα έπεσαν στο κενό. Ο Xi κατέστησε αδύνατο για οποιονδήποτε στις ΗΠΑ να ισχυριστεί ότι η Κίνα εξακολουθεί να κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση.

Ίσως η αυταρέσκεια του Xi να προέρχεται από προηγούμενες κυβερνήσεις που διαμαρτυρήθηκαν δυνατά αλλά σπάνια προέβησαν σε δράση. Ή ίσως υποθέτει ότι η αμερικανική απληστία θα κάνει τους CEOs να συνεχίσουν να επενδύουν στην Κίνα και την Ουάσιγκτον να συμμοφώνεται.

Το πιο πιθανό είναι πως οι αντιφατικές του πολιτικές είναι μια συνειδητή συνέπεια της αναζήτησής του για περισσότερη εξουσία στο εσωτερικό. Ένα βασικό στοιχείο στο μήνυμα του Xi είναι ότι θα αποκαταστήσει το μεγαλείο που η Κίνα δικαιούται. Η ανάγκη εθνικιστικών θριάμβων οδήγησε σε μια υπερβολικά επιθετική εξωτερική και οικονομική πολιτική.

Πλέον αυτού, η επιταγή του Xi για μεγαλύτερο έλεγχο στην Κίνα έχει διαβρώσει την εμπιστοσύνη στις σχέσεις με τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ξένοι φοβούνται ότι ο Xi έχει απλώσει τα πλοκάμια του σε σχεδόν κάθε πτυχή της κινεζικής κοινωνίας, υποχρεώνοντας τα πάντα να υπηρετούν τους στόχους του κράτους. Αυτό έχει εντείνει τις υποψίες ότι οι κινεζικές εταιρείες και οι επιχειρηματίες - ακόμη και οι πιο σημαντικοί, όπως ο Jack Ma της Alibaba Group Holding- είναι πιθανές απειλές για την εθνική ασφάλεια.

Η πρωτοβουλία "Μια ζώνη, ένας δρόμος" υποφέρει από μια δικαιολογημένη αντίληψη ότι είναι απλώς ένα μέτωπο για την επέκταση της κινεζικής επιρροής στο εξωτερικό. Και φαίνεται ότι είναι μόνο θέμα χρόνου πριν η φρικτή μεταχείριση του πληθυσμού της μειονότητας των Ουιγούρων της Κίνας γίνει στόχος έντονης παγκόσμιας κριτικής που θα καταστήσει ακόμη πιο δύσκολη την επαφή με το καθεστώς του.

Ο Trump κατάφερε να αφυπνίσει την Ουάσινγκτον ως προν τον πραγματικό κίνδυνο της Κίνας του Xi. Αλλά η στάση του είναι, τουλάχιστον εν μέρει, μια αντίδραση στις δραστικές αλλαγές που έχει επιφέρει ο Xi.

Αυτό σημαίνει ότι μεγάλο μέρος της ευθύνης για την επιδιόρθωση των δεσμών εναπόκειται στον πρόεδρο της Κίνας. Δυστυχώς, δεν δείχνει να προβληματίζεται για το ρόλο του στην επικείμενη διεθνή κρίση. Μέχρι να το κάνει, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ  θα συνεχίσουν να επιδεινώνονται, η Κίνα θα απομονώνεται ολοένα και περισσότερο και ο κόσμος θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον κίνδυνος μιας ανανεωμένης διαμάχης υπερδυνάμεων.

Του Michael Schuman

http://www.capital.gr/bloomberg-view/3327959/
o-xi-jinping-kai-oxi-o-trump-einai-o-pragmatikos-psuxros-polemistis
16/11/2018

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, συμμετέχει σε μια τελετή καλωσορίσματος με τον πρόεδρο της Κίνας, Xi Jinping, στο Πεκίνο, τον Νοέμβριο του 2017. 
DAMIR SAGOLJ / REUTERS

 2.
Τι θα πρέπει να συμφωνήσει ο Trump με τον Xi.
Εστιάστε στις επενδύσεις, όχι στο εμπόριο, στο G-20. 

Περίληψη:  Ο Trump θα πρέπει να πιέσει τον Xi για μεγαλύτερη πρόσβαση στην αγορά και καλύτερη προστασία για τις πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ που επενδύουν και λειτουργούν στην Κίνα. Θα πρέπει επίσης να αλλάξει τους όρους των κινεζικών επενδύσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο στόχος θα πρέπει να είναι λιγότερες εξαγορές υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων από κινεζικές εταιρείες, περισσότερες επενδύσεις σε νέα έργα που υπόσχονται να δημιουργήσουν αμερικανικές θέσεις εργασίας.

Ο Κινέζος πρόεδρος, Xi Jinping, θα πάει στην Σύνοδο Κορυφής του G-20 στο Μπουένος Άιρες στα τέλη Νοεμβρίου, με ένα πράγμα στο μυαλό του: Να αποκλιμακώσει τον εμπορικό πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό σημαίνει να επιτύχει μια συμφωνία, και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, βρίσκεται σε ισχυρή διαπραγματευτική θέση. Οι τρέχοντες «οφθαλμόν-αντί-οφθαλμού» δασμοί βλάπτουν την Κίνα [1] περισσότερο από όσο [βλάπτουν] τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η κινεζική οικονομία εξαρτάται περισσότερο από τις Ηνωμένες Πολιτείες από όσο η οικονομία των ΗΠΑ από την Κίνα. Οι προοπτικές για την οικονομία των ΗΠΑ φαίνονται πολύ καλές˙ υπάρχουν αυξανόμενα βαριά σύννεφα πάνω από την κινεζική οικονομία. Εν ολίγοις, [το] πλεονέκτημα [το έχει η] Αμερική. Αλλά τι είδους συμφωνία πρέπει να προωθήσει ο Trump;

Το πρόβλημα για τον Trump είναι ότι ο Xi δεν μπορεί να του δώσει αυτό που λέει ότι θέλει: Μια άμεση και δραματική μείωση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με την Κίνα [2]. Ο Trump θα πάρει πιθανώς κάποιες εγγυήσεις για αγορές περισσότερων αμερικανικών εξαγωγών -για παράδειγμα, νέες συμβάσεις για την Boeing ώστε να προμηθεύσει την μεγάλη και αναπτυσσόμενη εμπορική αεροπορική αγορά της Κίνας. Αλλά αυτά δεν θα αλλάξουν την υποκείμενη διαρθρωτική πραγματικότητα που οδηγεί την τεράστια εμπορική ανισορροπία: Οι Κινέζοι αποταμιεύουν πολύ περισσότερο από τους Αμερικανούς. Οι Αμερικανοί καταναλώνουν πολύ περισσότερο από τους Κινέζους.

Αυτό που μπορεί να δώσει η Κίνα -και αυτό που πρέπει να αποδεχθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες- αφορά τις επενδύσεις, όχι το εμπόριο. Ο Trump θα πρέπει να πιέσει για μεγαλύτερη πρόσβαση στην αγορά και καλύτερη προστασία, συμπεριλαμβανομένης της πνευματικής ιδιοκτησίας, για τις πολυεθνικές εταιρείες των ΗΠΑ που επενδύουν και λειτουργούν στην Κίνα. Θα πρέπει επίσης να αλλάξει τους όρους των κινεζικών επενδύσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο στόχος θα πρέπει να είναι λιγότερες εξαγορές υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων από κινεζικές εταιρείες, περισσότερες επενδύσεις σε νέα έργα που υπόσχονται να δημιουργήσουν αμερικανικές θέσεις εργασίας.

ΠΟΥΛΩΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ

Ο βετεράνος Αμερικανός επιχειρηματικός ηγέτης Maurice Greenberg έθεσε τα πράγματα συνοπτικά σε ένα άρθρο γνώμης στην [εφημερίδα] Wall Street Journal το περασμένο καλοκαίρι [3]. «Η Κίνα δεν μπορεί να περιμένει να συνεχίσει να λαμβάνει ευνοϊκούς όρους εμπορίου και επενδύσεων στις ξένες αγορές όταν δεν επιθυμεί να ανταποδώσει», έγραψε. «Είναι προς το συμφέρον της Κίνας να μεταρρυθμιστεί, και οι ΗΠΑ έχουν δίκιο να πιέσουν για να κάνουν το πεδίο του ανταγωνισμού να έχει ίσους όρους για όλους».

Οι πιθανές νίκες για τις Ηνωμένες Πολιτείες στην επενδυτική πλευρά υπερκαλύπτουν εκείνα στην πλευρά του πιο ελεύθερου και πιο δίκαιου εμπορίου. Οι σημερινές πολυεθνικές εταιρείες επικεντρώνονται όλο και περισσότερο στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και στα δίκτυα διανομής. Πολύ λιγότερα προϊόντα κατασκευάζονται εξ ολοκλήρου σε μια χώρα και εξάγονται σε μια άλλη. Ο καλύτερος τρόπος πώλησης σε μια ξένη αγορά είναι η προσαρμογή των προϊόντων στις τοπικές συνθήκες. Και αυτό συχνά σημαίνει να λειτουργείς εκεί. Απλά δείτε όλα τα γερμανικά SUV της BMW και της Mercedes σχεδιασμένα, κατασκευασμένα, και πωλούμενα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σύμφωνα με έρευνα της Deutsche Bank, οι πωλήσεις των αμερικανικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Κίνα είναι τουλάχιστον διπλάσιες από τις εξαγωγές των ΗΠΑ προς την Κίνα. Η General Motors, για παράδειγμα, πωλεί περισσότερα οχήματα στην Κίνα από όσα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά αυτά τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά κατασκευάζονται στην Κίνα, και όχι στο Ντιτρόιτ, σε μια κοινοπραξία με την κρατική επιχείρηση SAIC Motor Corporation, ίσως τη μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία παγκοσμίως. Οι μέτοχοι της GM επωφελούνται σαφώς από τις πωλήσεις αυτές στην Κίνα. Και οι Αμερικανοί εργαζόμενοι επίσης, όταν η GM επανεπενδύει τα κινεζικά κέρδη της μέσα στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Αλλά οι σημερινές συνθήκες λειτουργίας της GM στην Κίνα είναι λιγότερο από ιδανικές. Σύμφωνα με κανόνες που αναπτύχθηκαν σχεδόν πριν από 20 χρόνια, όταν η κινεζική οικονομία ήταν πολύ λιγότερο ανεπτυγμένη από όσο σήμερα, η κινεζική κυβέρνηση απέκλεισε την GM από το να έχει πλειοψηφικό έλεγχο της κινεζικής θυγατρικής της. Η GM και πολλές άλλες αμερικανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Κίνα θα προτιμούσαν να λειτουργούν εκεί θυγατρικές εταιρείες που να τους ανήκουν εξ ολοκλήρου, πιο ελεύθερες από κυβερνητικούς περιορισμούς και λιγότερο ανήσυχες ότι μοιράζονται χωρίς να το θέλουν δικές τους πληροφορίες και διαδικασίες με επίδοξους Κινέζους ανταγωνιστές.

Η ικανότητα του ανεξάρτητου επιχειρείν αποτελεί τον πυρήνα της πιο ελεύθερης και πιο δίκαιης πρόσβασης στην αγορά. Υπάρχουν στοιχεία ότι η κινεζική κυβέρνηση έχει αρχίσει τελικά να κινείται προς αυτή την κατεύθυνση. Όταν η Tesla ανοίξει εργοστάσιο στην Σαγκάη, όλα τα σημάδια δείχνουν ότι θα λειτουργήσει ως θυγατρική που θα ανήκει εξ ολοκλήρου στη μητρική εταιρεία, χωρίς κανέναν Κινέζο εταίρο. Η BMW ανακοίνωσε πρόσφατα ότι αύξησε το ποσοστό συμμετοχής της στην κινεζική θυγατρική της σε ισχυρή πλειοψηφική θέση. Η κινεζική κυβέρνηση έχει χαλαρώσει τους κανόνες για την ξένη ιδιοκτησία σε επιχειρήσεις χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών στην ηπειρωτική χώρα, ένα άνοιγμα που εκμεταλλεύτηκε η αμερικανική διαχειρίστρια χρημάτων, Fidelity.

Οι τεχνολογικές εταιρείες των ΗΠΑ διαμαρτύρονται εδώ και πολύ καιρό ότι πρέπει να μοιράζονται πολύτιμη πνευματική ιδιοκτησία (intellectual property, ΙΡ) με συνεργάτες στην Κίνα, αλλιώς διακινδυνεύουν την ευθεία κλοπή τους. Ωστόσο, οι κινεζικές τεχνολογικές εταιρείες όπως η Alibaba, η Baidu και η Tencent έχουν τώρα τη δική τους IP για να προστατεύσουν. Πριν από πέντε χρόνια, ουσιαστικά δεν υπήρχαν Κινέζοι «μονόκεροι» (νεοσύστατες εταιρείες αξίας άνω του 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων). Σήμερα, σύμφωνα με το The Economist [4], υπάρχουν περισσότεροι μονόκεροι στην Κίνα από όσοι στην Silicon Valley. Όσο πιο επιτυχημένη γίνεται η κινεζική καινοτομία, τόσο μεγαλύτερα είναι τα κίνητρα για την κινεζική κυβέρνηση να προστατεύσει την πνευματική ιδιοκτησία στην Κίνα. Αυτό θα βοηθήσει και τις τεχνολογικές εταιρείες των ΗΠΑ.

Η χαλάρωση των περιορισμών για τις αμερικανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Κίνα δεν είναι μόνο προς το συμφέρον των ΗΠΑ. Πράγματι, πολλοί από τον ανερχόμενο ιδιωτικό τομέα της Κίνας ελπίζουν ότι το αποτέλεσμα των αυξημένων εντάσεων μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας θα είναι να ξεκινήσουν οι από μακρού χρόνου υπεσχημένες εγχώριες οικονομικές μεταρρυθμίσεις στην Κίνα.

ΕΠΕΝΔΥΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ

Οι κινεζικές επενδύσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες προσφέρουν την δυνατότητα για άλλη μια αμοιβαία νίκη. Οι συνομιλίες μεταξύ των δύο χωρών σχετικά με μια Διμερή Συμφωνία Επενδύσεων (Bilateral Investment Treaty, ΒΙΤ) έχουν παραμείνει σε αδιέξοδο εδώ και χρόνια. Παρόλο που μια επίσημη συνθήκη BIT είναι μάλλον ακόμη πολύ μακριά, το Μπουένος Άιρες είναι το σωστό μέρος για να αναβιώσουν οι ιδέες πίσω από τις συνομιλίες. Εκτός από την πρόσβαση των ΗΠΑ στην κινεζική αγορά, οι Trump και Xi θα πρέπει να μάθουν από την αξιοσημείωτη επιτυχία των ιαπωνικών επενδύσεων των τελευταίων δεκαετιών στις Ηνωμένες Πολιτείες, για τις οποίες το Υπουργείο Εμπορίου εκτιμά ότι υποστηρίζουν πάνω από 700.000 αμερικανικές θέσεις εργασίας.

Οι κινεζικές επενδύσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες αυξήθηκαν δραματικά μετά την ένταξη της Κίνας στον ΠΟΕ το 2001, φθάνοντας τα 45,6 δισεκατομμύρια δολάρια το 2016, σύμφωνα με το China Investment Monitor του ομίλου Rhodium. Στην συνέχεια, μετά από μια πτώση κατά περίπου 30% το 2017, το 2018 το κατώτατο σημείο υποχώρησε πολύ περισσότερο. Στα δύο πρώτα τρίμηνα του τρέχοντος έτους, οι κινεζικές επενδύσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες ανήλθαν σε μόλις 2 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτή η κατακόρυφη πτώση είναι αποτέλεσμα μιας «τέλειας καταιγίδας»: Ο εμπορικός πόλεμος, οι κινεζικοί περιορισμοί στις εκροές κεφαλαίων και ο αυξημένος έλεγχος των ξένων επενδύσεων για λόγους εθνικής ασφάλειας από την Επιτροπή Εξωτερικών Επενδύσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι εξερχόμενες κινεζικές επενδύσεις αναμένεται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία κατά τις προσεχείς δεκαετίες. Η Ουάσιγκτον πρέπει να θέσει τα θεμέλια για να εξασφαλίσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα λάβουν πολλές από αυτές και ότι θα αποδειχθούν αμοιβαία επωφελείς. Εάν οι νομοθέτες των ΗΠΑ παίξουν σωστά τα χαρτιά τους, οι κινεζικές επενδύσεις μπορούν όχι μόνο να φέρουν θέσεις εργασίας, αλλά και να μειώσουν το εμπορικό έλλειμμα.

Αυτό είναι ακριβώς που συνέβη με την Ιαπωνία, τον τελευταίο σημαντικό «μπαμπούλα» του εμπορίου των ΗΠΑ. Αν και οι πρώτες ιαπωνικές επενδύσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες πήγαν σε αντιδημοφιλείς εξαγορές περίοπτων αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων, όπως το Pebble Beach και το Rockefeller Center, αργότερα οι ιαπωνικές επιχειρήσεις μετατοπίστηκαν στην οικοδόμηση νέων εργοστασίων και εξοπλισμού -με μεγάλα εργοστάσια παραγωγής Toyota σε έξι πολιτείες, «κόσμημα» για τις ξένες επενδύσεις.

Ο Trump θα πρέπει να πει στον Xi ότι παρόλο που οι Ηνωμένες Πολιτείες (όπως η Κίνα και οι περισσότερες άλλες χώρες) πρέπει να διατηρήσουν το δικαίωμα να μπλοκάρουν τις ξένες επενδύσεις για δικαιολογημένους λόγους εθνικής ασφάλειας, θα καλωσόριζαν περισσότερα κινεζικά μετρητά. Όπως και της Ιαπωνίας πριν από αυτές, οι επενδύσεις της Κίνας στις Ηνωμένες Πολιτείες κλίνουν σε μεγάλο βαθμό προς την αγορά υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων, κυρίως ακίνητα, μια περιοχή όπου οι Κινέζοι επενδυτές έχουν σταθμεύσει περισσότερα από 130 δισεκατομμύρια δολάρια. Την ίδια περίοδο, οι κινεζικές επενδύσεις σε νέα έργα, γνωστά ως greenfield investment [στμ: επενδύσεις σε ημιαστικό περιβάλλον], ανέρχονται στο συνολικό ασήμαντο ποσό των 9 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Τώρα είναι η τέλεια στιγμή για να μπουν οι κινεζικές επενδύσεις στην κατεύθυνση των ιαπωνικών. Ένα σημαντικό πρώτο παράδειγμα είναι η Foxconn, η εταιρεία που φτιάχνει τις περισσότερες συσκευές της Apple στην ηπειρωτική Κίνα. Πέρυσι, η Foxconn ανακοίνωσε ότι θα επενδύσει 9 δισεκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή και το άνοιγμα ενός μεγάλου εργοστασίου στο Wisconsin που θα δημιουργήσει 13.000 θέσεις εργασίας. Αυτή είναι μια νίκη για το Wisconsin, αλλά είναι επίσης μια νίκη για τη Foxconn.

Ο «εμπορικός πόλεμος» έχει γίνει ένας από τους όρους που ερευνάται περισσότερο στις [διαδικτυακές] μηχανές αναζήτησης και στις δύο πλευρές του Ειρηνικού. Όμως, από σημαντικές πλευρές, το παραδοσιακό εμπόριο είναι δευτερεύον στην σημερινή παγκόσμια οικονομία. Το κύριο παιχνίδι είναι οι πολυεθνικές επιχειρήσεις που εδρεύουν σε μια χώρα αλλά δραστηριοποιούνται σε πολλές άλλες. Όταν οι Trump και Xi συναντηθούν στο Μπουένος Άιρες, εκεί θα πρέπει να επικεντρωθούν. Τα εμπορικά ελλείμματα φαίνονται μηδενικού αθροίσματος. Αλλά η αμοιβαία απελευθέρωση των επενδύσεων προσφέρει κέρδη για αμφοτέρους (win-win). Τώρα είναι η στιγμή να τα καρπωθούν.

Στα αγγλικά: 
https://www.foreignaffairs.com/articles/2018-11-12/
deal-trump-should-strike-xi

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.nytimes.com/2018/09/18/business/china-trade-war-retaliate.html
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/2018-11-06/trade-under-trump
[3] https://www.wsj.com/articles/some-friendly-advice-for-chinas-leaders-153...
[4] https://www.economist.com/graphic-detail/2018/02/16/chinas-tech-industry...


Geoffrey Garrett
Ο GEOFFREY GARRETT είναι πρύτανης στο Wharton School of Business.

http://www.foreignaffairs.gr/articles/72052/geoffrey-garrett/
ti-tha-prepei-na-symfonisei-o-trump-me-ton-xi?

14/11/2018


 Οι απόψεις,που δημοσιεύονται στα εκάστοτε-χάριν ενημέρωσης και προβληματισμού-αναρτώμενα άρθρα (ή κάθε είδους κείμενα) του ιστολογίου μου, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνο τους αρθρογράφους που επώνυμα τις διατυπώνουν.  Οι ''υπογραμμίσεις'' -χρώμα,μέγεθος γραμματοσειράς και οι εικονογραφήσεις-με εικόνες από το World Wide Web-στις αναρτήσεις γίνονται με ευθύνη του blogger.

 Στο αρχικό  πρωτότυπο κείμενο  παραπέμπεστε μέσω των επισυναπτόμενων ενεργών συνδέσμων.