Ο δικός μας γόρδιος δεσμός.
Σύμφωνα με πρόσφατες κοινωνικές έρευνες, η μεγάλη πλειονότητα των συμπατριωτών μας αναγνωρίζει πλέον ότι με την κρίση αναγκαστήκαμε να κάνουμε μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να γίνουν αλλά δεν θα κάναμε ποτέ μόνοι μας. Αρκεί όμως οι μεταρρυθμίσεις να αφορούν τους άλλους και όχι εμάς. Γιατί πάντα υπάρχει μια απόσταση ανάμεσα στο τι είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε για το κοινωνικό σύνολο και τι συγκεκριμένα για εμάς τους ίδιους, ιδιαίτερα σε μια χώρα με περιορισμένη εμπιστοσύνη στο κράτος δικαίου και μεγάλες ανισότητες.
Το ΕΛΙΑΜΕΠ παρουσίασε πρόσφατα δύο σημαντικές μελέτες για τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν κατά τη διάρκεια της κρίσης. Ομάδες έγκυρων επιστημόνων, χωρίς ιδεολογικές προκαταλήψεις (στο μέτρο του δυνατού), κατέγραψαν και αποτίμησαν τις μεγάλες αλλαγές που επιχειρήθηκαν. Αλλαξαν σίγουρα πολλά στη χώρα τα τελευταία χρόνια. Αρκετά από αυτά ήταν τελείως προφανή, αλλά δεν γίνονταν πριν από την κρίση. Τώρα πλέον, ο εκάστοτε υπουργός Οικονομικών γνωρίζει ποιους πληρώνει κάθε μήνα και πόσο. Ισως κάποτε αποκτήσουμε και κτηματολόγιο. Μέχρι και το συνταξιοδοτικό μας σύστημα μπορεί να γίνει βιώσιμο, αρκεί να μη συνεχίσουν οι δικαστές μας να πιστεύουν ότι είναι αρμόδιοι για τη δημοσιονομική πολιτική. Σε άλλους τομείς, όμως, η πρόοδος ήταν μικρή ή και αρνητική. Η κινητικότητα παραμένει περιορισμένη στο Δημόσιο και η αξιολόγηση ακόμη είναι στα ζητούμενα. Οσο για την αγορά εργασίας, αρκετές μεταρρυθμίσεις ήταν άκαιρες, χωρίς θετικά αποτελέσματα, σε μια εποχή που η οικονομία βούλιαζε.
Ενα γενικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι η μεγάλη αναντιστοιχία μεταξύ προσπάθειας και αποτελέσματος. Κόντεψε να τιναχθεί η χώρα στον αέρα στην προσπάθεια να αλλάξει, αλλά το τελικό αποτέλεσμα, αν και εν γένει θετικό, είναι πολύ κατώτερο των προσδοκιών. Η εξήγηση προφανώς δεν είναι μονοσήμαντη. Η αφετηρία από την οποία ξεκινούσε η Ελλάδα την περίοδο 2009-2010 ήταν σίγουρα μία που δεν θέλεις να ευχηθείς ούτε στον εχθρό σου. Και οι ξένοι δανειστές απαίτησαν να αλλάξουν σχεδόν τα πάντα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, χωρίς ιεράρχηση προτεραιοτήτων και με περιορισμένη αντίληψη της ελληνικής πραγματικότητας. Δεν σκέφτηκαν καν ότι ο συνδυασμός σαρωτικών μεταρρυθμίσεων και άγριας δημοσιονομικής συρρίκνωσης είναι υπερβολικά απαιτητικός ακόμα και για χώρες με ισχυρούς θεσμούς και κοινωνικό κεφάλαιο. Ενώ εμείς εδώ, πολιτικά κόμματα και κοινωνία, με εξαιρέσεις που ευτυχώς αυξάνονταν όσο βάθαινε η κρίση, προβάλλαμε σθεναρή αντίσταση σε οποιαδήποτε αλλαγή. Οσο για τη δημόσια διοίκηση, αυτή απλώς αδυνατούσε να διαχειριστεί το εύρος και το βάθος των μεταρρυθμίσεων.
Μετά την έξοδο από το τρίτο μνημόνιο, θα έχουμε μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας, αν και πάντα υπό στενή ευρωπαϊκή επιτήρηση και τον αδυσώπητο έλεγχο των διεθνών αγορών. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν θα μπορέσουμε πλέον μόνοι μας να διαμορφώσουμε τη μεταρρυθμιστική ατζέντα, ώστε να μπορέσει η χώρα να απογειωθεί αντί να συνεχίσει να σέρνεται. Στη μακρά προεκλογική περίοδο που ήδη ξεκίνησε, θα ήταν μάλλον αφελές να περιμένουμε τομές και τολμηρές αποφάσεις. Τουλάχιστον, ας ελπίσουμε ότι δεν θα διαρκέσει πολύ και θα αποφύγουμε τα χειρότερα.
Και μετά; Η επόμενη κυβέρνηση θα βρει τράπεζες χωρίς ρευστότητα και θα είναι αναγκασμένη να φοράει, για αρκετό διάστημα τουλάχιστον, το δημοσιονομικό ζουρλομανδύα που της έραψαν οι δανειστές μας. Το διεθνές περιβάλλον πιθανότατα θα χειροτερεύει, γιατί η μακρά περίοδος ευφορίας της παγκόσμιας οικονομίας φαίνεται να πλησιάζει στο τέλος της. Δυστυχώς, όταν έβρεχε λεφτά, εμείς ήμασταν κάτω από το υπόστεγο. Αρα, η νέα κυβέρνηση θα έχει πολύ περιορισμένο χρόνο στη διάθεσή της για να αλλάξει τη στάση των ήδη εξαιρετικά νευρικών αγορών απέναντι στην Ελλάδα. Η προίκα που μας άφησαν οι δανειστές τελειώνει το 2020. Αλλά ούτε και οι συμπολίτες μας θα της αφήνουν μεγάλα περιθώρια, γιατί η εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς τον πολιτικό κόσμο έχει φθάσει στο ναδίρ.
Θα χρειαστεί λοιπόν μεγάλη τόλμη και αποφασιστικότητα, που θα μεταφράζεται σε λίγα αλλά ρηξικέλευθα μέτρα, με στόχο να περάσει το μήνυμα ότι η Ελλάδα πραγματικά αλλάζει. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με τον δικό της γόρδιο δεσμό. Δεν υπάρχει χρόνος να λυθεί ο δύσκολος κόμπος. Μόνον να κοπεί μπορεί, όπως έκανε ο Μεγαλέξανδρος με το σπαθί του.
Οχι όμως όπως τον ονειρεύονται σήμερα πολλοί συμπατριώτες μας. Το μεγάλο πρόβλημα της χώρας βρίσκεται εντός και όχι εκτός των συνόρων.
Λουκάς Τσούκαλης,
πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ. Διδάσκει στη Sciences Po του Παρισιού
και στο Κολέγιο της Ευρώπης στην Μπριζ.
10/12/2018