Η Τουρκία πίσω από την ισλαμική μαντίλα.

ΣXETIKA KEIMENA:
 (1) Θρησκεία και πολιτεία στην Τουρκία.
(2) Αλεβίτες: Το δεύτερο μεγάλο ρήγμα στην τουρκική κοινωνία.

ANADOLU AGENCY VIA GETTY IMAGES
  
Η Τουρκία πίσω από την ισλαμική μαντίλα.

Οι «κανόνες δικαίου» στην Τουρκία 
προσαρμόζονται στις επιδιώξεις του καθεστώτος Ερντογάν.

Έγινε τελικά στην Άγκυρα την βδομάδα που πέρασε, η Σύνοδος της Μικτής Κοινοβουλευτικής Αντιπροσωπείας Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας. Η  στάση του Προέδρου της Επιτροπής Μ. Κεφαλογιάννη ότι η Σύνοδος θα γινόταν μόνο εάν η Τουρκία ακολουθούσε την επίσημη διαδικασία υποδοχής/αναγνώρισης όλων των Ευρωβουλευτών -περιλαμβανομένων τριών που προερχόμασταν από την Κυπριακή Δημοκρατία- υπήρξε καθοριστική. Πιο κάτω παρατίθενται μερικές διαπιστώσεις για τη σημερινή πραγματικότητα στην Τουρκία με αφορμή την πρόσφατη Σύνοδο.  

Η σύγκρουση του οθωμανικού ισλαμισμού με τον κοσμικό κεμαλισμό κρίθηκε και τα αποτελέσματα είναι ευδιάκριτα, από την καθημερινότητα, την εκπαίδευση μέχρι την πολιτική. π.χ. η χρήση μαντίλας διευρύνεται αλματωδώς, νέα τζαμιά αναφύονται συνεχώς στοχεύοντας στον εντυπωσιασμό και προσέλκυση κ.ά. Το πλέον σημαντικό είναι που ο οθωμανικός ισλαμισμός, ως πολιτική ιδεοληψία, έχει δηλητηριάσει την τουρκική κοινωνία π.χ. όποιος δεν εκδηλώνει αποστροφή προς τους Κούρδους, είναι ο ίδιος ύποπτος για στήριξη στην τρομοκρατία!

Η Τουρκία είναι χώρος γενοκτονιών άλλων λαών οι οποίοι εξολοθρεύτηκαν με συστηματικό τρόπο. Σήμερα, ελάχιστοι απόγονοι τους διαβιούν καθηλωμένοι, χωρίς δικό τους πολιτικό ρόλο και απλά ζουν το τέλος του ιστορικού τους βίου π.χ. Αρμένιοι, Πόντιοι και  Έλληνες Ρωμιοί, Ασσύριοι (χριστιανοί της Συρίας), Αλεβίτες. Η προσδοκία τους περιορίζεται κυρίως στην αναγνώριση των γενοκτονιών που συντελέστηκαν. Εξαίρεση οι Κούρδοι, που όντας κυρίως μουσουλμάνοι, δεν εξολοθρεύτηκαν αλλά χρησιμοποιήθηκαν εναντίον άλλων. Σήμερα, παλεύουν για δικό τους ρόλο και θέση ενάντια στο βάναυσο καθεστώς. 

Στη σημερινή Τουρκία επικρατεί παρακμή και φόβος. Μόνο οι ένθερμοι υποστηριχτές του καθεστώτος έχουν την προστασία των κρατικών οργάνων. Για τους υπόλοιπους, η σύλληψη, ο διασυρμός και η  φυλάκιση, με δυσμενή επακόλουθα στην οικογένειά τους, είναι καθημερινό ενδεχόμενο π.χ. οι βουλευτές του φιλοκουρδικού Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών και οι εργαζόμενοι συνεργάτες τους αντιμετωπίζουν τουλάχιστον 2-3 ποινικές αγωγές ο καθένας. Σε τέτοιο περιβάλλον τρόμου, η ”μεταγραφή” πολιτικών προσώπων από ένα κόμμα σε άλλο είναι συχνό φαινόμενο, ενώ διευρύνεται ο χαφιεδισμός όπου ο ένας καταδίδει τον άλλον για να αποδείξει προληπτικά την  αφοσίωσή του προς το καθεστώς, αλλά εις βάρος της ζωής και υπόληψης κάποιου άλλου, συνήθως  συγγενή, συνάδελφου ή γνωστού. Ταυτοχρόνως, η απόγνωση εντείνεται αφού τα ”δικαστήρια” είναι όργανα της Κυβέρνησης Ερντογάν.

Η οικονομική κρίση ολοένα βαθαίνει καθιστώντας αναγκαία την αναβάθμιση των εμπορικών σχέσεων της Τουρκίας, ιδιαίτερα με την ΕΕ, το μεγαλύτερο με διαφορά εξαγωγικό εταίρο της Τουρκίας και για αυτό προφανώς έγινε η Σύνοδος. Πάντως, το δηλητήριο του ισλαμισμού μολύνει τόσο την τουρκική αντίληψη των πραγμάτων που ξένοι Ευρωβουλευτές έμειναν έκπληκτοι μπροστά στην τουρκική αλαζονεία. Στις υποδείξεις για εφαρμογή των κοινών κανόνων του ευρωπαϊκού και διεθνούς  δικαίου στις διακρατικές σχέσεις και το κράτος δικαίου σε μια χώρα, οι Τούρκοι απαντούσαν με αναφορές στο μέγεθος της χώρας, τον πληθυσμό, την τρομοκρατία, την οθωμανική αυτοκρατορία... Οι «κανόνες δικαίου» στην Τουρκία προσαρμόζονται στις επιδιώξεις του καθεστώτος Ερντογάν. Με αυτό το καθεστώς, οποιαδήποτε δέσμευση και υπογραφή της σημερινής Τουρκίας δεν ισχύει διότι προέχει ο επεκτατικός ισλαμισμός που τα ανατρέπει. 

  Κώστας Μαυρίδης
Ευρωβουλευτής ΔΗΚΟ (S&D)

29/12/2018


           ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ            


  
 1.
Θρησκεία και πολιτεία στην Τουρκία.

Η άποψη ότι η Τουρκία προχώρησε στον εκσυγχρονισμό της μέσω του Μουσταφά Κεμάλ διά του εξοβελισμού της θρησκείας από τη δημόσια σφαίρα αποτελεί λίγο-πολύ κοινό τόπο στη δημόσια συζήτηση. Ο πρώτος ηγέτης της Τουρκίας εισήγε και κατοχύρωσε συνταγματικά την αρχή της κοσμικότητας του κράτους, ενώ παράλληλα την ενέταξε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο οργάνωσης της πολιτείας μέσω των «έξι βελών». Ωστόσο, έχει επίσης διατυπωθεί επανειλημμένως η θέση ότι το Ισλάμ εργαλειοποιήθηκε και τέθηκε στην υπηρεσία των «κατασκευαστών» του νέου εθνοκράτους, με σκοπό την εξασφάλιση της εσωτερικής συνοχής του.
  • Άλλωστε, εκείνη την περίοδο η θρησκευτική ταυτότητα ήταν το μόνο αφήγημα που μπορούσε να κινητοποιήσει τις πλατιές μάζες μιας ανθρωπολογίας διόλου εκμοντερνισμένης υπό την έννοια της καλλιέργειας εθνικής ταυτότητας.
Στις επόμενες δεκαετίες, η θρησκευτική ταυτότητα ήταν πανταχού παρούσα με τη στρατογραφειοκρατία να την αντιπαλεύει παντοιοτρόπως. Αξίζει να δούμε τι απέγινε ο Μεντερές, πώς η τουρκική Ακροδεξιά υιοθέτησε ισλαμικά σύμβολα στο ιδρυτικό συνέδριο της το 1969, ποιοι «τα βρήκαν» με ποιους και εναντίον ποιων τη δεκαετία του 1970, την ανάδυση της τουρκοϊσλαμικής σύνθεσης μετά το πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980, και εντέλει τη σταδιακή «άλωση» εκ των έσω του κράτους από την ισλαμική ελίτ.

Το Ισλάμ ήταν πάντοτε παρόν, και πώς θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά όταν –όπως έχει σημειώσει και ο Bernard Lewis– «στη νομική σύλληψη της ιδέας περί μουσουλμανικού κράτους, ο Θεός μόνος του είναι η υπέρτατη, κυρίαρχη, απόλυτη και όντως η μόνη νόμιμη πηγή εξουσίας. Σε αυτή την αντίληψη, ο μόνος που δημιουργεί νόμους είναι ο Θεός, και μόνον ο Θεός εκχωρεί ή τουλάχιστον νομιμοποιεί την εξουσία». Ο δε αείμνηστος Νεοκλής Σαρρής έγραφε στον πρώτο τόμο του εμβληματικού έργου του Οσμανική πραγματικότητα:

«Το Ισλάμ, στο οποίο προσήλθαν τα τουρανικά φύλα, είναι μια ιδιότυπη θρησκεία. Πρωταρχικά, συνενώνει το υπερβατικό με το ενδοκόσμιο και συγκεκριμένα την εξουσία στο επέκεινα με την πολιτική εξουσία. Η δεύτερη δεν προέρχεται μονάχα από την πρώτη, αλλά ασκείται ως θρησκευτική επιταγή. Η λατρεία είναι αλληλένδετη και αναπόσπαστη με την ενάσκηση της πολιτικής εξουσίας. Τούτο έχει την έννοια πως το Ισλάμ είναι θρησκεία όσο είναι και πολιτεία, δηλαδή συντεταγμένη πολιτεία. Έτσι, από δογματική καθαρά σκοπιά, το Ισλάμ δίχως τα στοιχεία που συγκροτούν το κράτος, και μάλιστα δίχως επικράτεια, δηλαδή το εδαφικό στοιχείο της πολιτείας, είναι αδιανόητο. Γι’ αυτό και οι θρησκευτικοί κανόνες είναι ταυτόχρονα, δίχως άλλο, νόμοι της (ισλαμικής) πολιτείας. Υπέρτατη συνταγματική και νομοθετική πηγή είναι το Κοράνι υπό την έννοια πως οι υπόλοιποι κανόνες Δικαίου οφείλουν να συμφωνούν προς το “ιερό βιβλίο”».
  • Παρενθετικά, αξίζει να σημειωθεί ότι στα γραπτά του Σαρρή αποτυπώνεται και το γεγονός ότι το Ισλάμ αποτελεί πρωτίστως δικαιικό σύστημα, με τη θέση της μεταφυσικής να τίθεται σε δεύτερο πλάνο.
Προσδιορίζεται εδαφικά, και το Κοράνι επιστεγάζει οποιαδήποτε πτυχή της πολιτικής και πολιτειακής συγκρότησης της ανθρωπολογίας.

Με βάση τα προαναφερθέντα, μπορεί να αιτιολογηθεί η επικράτηση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην πολιτική σκηνή της χώρας, και βασικά η κυριαρχία του Πολιτικού Ισλάμ, μιας και το «Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» έχει επιβάλει μια συγκεκριμένη ατζέντα στον δημόσιο διάλογο της Τουρκίας, βάσει της οποίας εκδιπλώνεται και η ρητορική της αντιπολίτευσης. Με άλλα λόγια, για να θυμηθούμε και τον γνωστό αστεϊσμό, «έχουν γίνει όλοι AKP», όπως «όλη η Ελλάδα είναι βασικά ΠΑΣΟΚ»... Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν φυγόκεντρες τάσεις. Κάθε άλλο. Απλώς το βασικό αφήγημα της «Μεγάλης Τουρκίας», η οποία συγχρονίζει τα ηγεμονικά βήματά της με τον μουσουλμανικό κόσμο, έχει κυριαρχήσει πέραν προσώπων και επιμέρους κομματικών σχημάτων.

Η τουρκική κοινωνία έχει ταυτιστεί με έναν συγκεκριμένο ιδεολογικό-πολιτικό προσανατολισμό ο οποίος έχει αρχίσει να προσδίδει πάγια χαρακτηριστικά και στην εξωτερική συμπεριφορά της Τουρκίας, με ό,τι αυτό σημαίνει αναφορικά με τη μελλοντική αντιμετώπισή της από τις μεγάλες περιφερειακές και πλανητικές δυνάμεις.

  διδάσκων στο Τμήμα Τουρκικών Σπουδών 
και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του ΕΚΠΑ, 
καθώς και στη Σχολή Εθνικής Ασφάλειας.

27/12/2018


2.
Αλεβίτες: Το δεύτερο μεγάλο ρήγμα 
στην τουρκική κοινωνία.

Οι Αλεβίτες είναι μια πολυπληθής θρησκευτική ομάδα της Τουρκίας και της Μέσης Ανατολής γενικότερα. Ο αριθμός τους στην Τουρκία ξεπερνά τα 20 εκατομμύρια πιστούς (σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού). Εθνοτικά η κοινότητα αυτή συγκροτείται κυρίως από Τουρκμένιους, Κούρδους και Άραβες που είναι διάσπαρτοι σε διάφορες περιφέρειες της Ανατολίας. Μεγάλος αριθμός Αλεβιτών εδώ και δεκαετίες έχει μεταναστεύσει από την ύπαιθρο σε διάφορα αστικά κέντρα της Τουρκίας, δημιουργώντας έτσι ένα είδος μεσαίας τάξης. Σημαντικός αριθμός Αλεβιτών ζει και σε χώρες της βόρειας Ευρώπης ως αποτέλεσμα πολυετών πολιτικών διώξεων και μετανάστευσης από την Τουρκία.

Οι Αλεβίτες δεν πηγαίνουν στο σουνιτικό τζαμί γιατί έχουν τους δικούς τους χώρους λατρείας, τα λεγόμενα Τζέμ Εβί (σπίτια προσευχής). Στους χώρους λατρείας τους η απεικόνιση ιερών προσώπων είναι μια συνηθισμένη πρακτική, σε αντίθεση με τους σουνίτες, όπου αυτό απαγορεύεται αυστηρά. Οι λατρευτικές τους πρακτικές συνοδεύονται από μουσική, κρασί και τραγούδι και είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές των σουνιτών.

Ενώ οι σουνίτες στις προσευχές τους καθοδηγούνται από τον ιμάμη, οι Αλεβίτες έχουν τον ντεντέ (η λέξη αυτή στα τουρκικά σημαίνει παππούς). Αν και πιστεύουν στο Κοράνι, ακολουθούν μια πολύ πιο ελαστική ερμηνεία του. Ο αλεβιτισμός συνδυάζει στοιχεία από το σιιτικό Ισλάμ, τον σουφισμό, αλλά και την Ορθοδοξία. Οι Αλεβίτες πιστεύουν στον Μωάμεθ και στον γαμπρό του Αλί και αυτό τους διαφοροποιεί σημαντικά από τους σουνίτες, οι οποίοι τους θεωρούν αιρετικούς. Επιπλέον δεν προσκυνούν στη Μέκκα.

Οι γυναίκες δεν φορούν μαντήλα και η θέση τους στην κοινωνία είναι κεντρική. Οι Αλεβίτες είναι αυστηρά μονογαμικοί. Η κατανάλωση χοιρινού κρέατος και αλκοόλ δεν απαγορεύεται. Αυτό που απαγορεύεται από τη θρησκεία τους είναι η κατανάλωση κρέατος κουνελιού, το οποίο θεωρείται ιερό ζώο. Η περίοδος και η πρακτική των νηστειών τους είναι διαφορετική από αυτή των σουνιτών και έτσι δεν γιορτάζουν το γνωστό Ραμαζάνι.

Διώξεις και αφομοιωτικές πολιτικές

Οι Αλεβίτες αποφεύγουν να παντρεύονται με σουνίτες. Αντίθετα είναι περισσότερο ανοικτοί στο να παντρεύονται με χριστιανούς. Επιπλέον αγαπούν να επισκέπτονται την Ελλάδα και να κάνουν διακοπές στη χώρα μας, γιατί αισθάνονται ελεύθεροι και πολιτισμικά οικείοι με εμάς. Λόγω των διώξεων που έχουν υποστεί για αιώνες από το οθωμανικό και το τουρκικό κράτος, δίσταζαν να δηλώσουν δημόσια την θρησκεία τους.

Λόγω αυτής της κατάστασης δεν κατάφεραν μέχρι σήμερα να δημιουργήσουν ενιαίο τελετουργικό και κωδικοποιημένη και επεξεργασμένη θεολογία. Έτσι η θρησκεία τους μεταδίδεται στις νεότερες γενιές μόνο προφορικά, γεγονός που δημιουργεί κρίση θρησκευτικής και πολιτισμικής ταυτότητας. Από τα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι και σήμερα, η θρησκευτική κοινότητα των Αλεβιτών υφίσταται διώξεις, στιγματισμό και περιθωριοποίηση από τις κυρίαρχες τουρκοσουνιτικές ομάδες. Οι τουρκικές κρατικές πολιτικές διακρίσεων και αφομοίωσης συνεχίζονται ακάθεκτες μέχρι και σήμερα.

Ακόμα και οι κεμαλιστές, που υποτίθεται ότι θα διασφάλιζαν την ισότητα σουνιτών και Αλεβιτών στη μικρασιατική επικράτεια, δεν έκαναν τίποτα για να προστατεύσουν και να αναγνωρίσουν τα δικαιώματα αυτής της ογκώδους θρησκευτικής ομάδας. Αντιθέτως, την καταπίεσαν και την οδήγησαν σε περαιτέρω αφομοίωση από τον κυρίαρχο σουνιτισμό. Το προπαγανδιστικό ψευδοεπιχείρημα όλων των κυβερνήσεων και της κρατικής γραφειοκρατίας ήταν ότι οι Αλεβίτες είναι κομμάτι του Ισλάμ και επομένως δεν χρειάζονται κάποιου είδους ξεχωριστή αναγνώριση. Έτσι διαιωνιζόταν η σουνιτική κυριαρχία.

Πολλά από τα ιερά μνημεία τους στην Ανατολία τα έχουν καταπατήσει, καταστρέψει ή οικειοποιηθεί οι σουνίτες. Ανάλογα έχουν συμβεί και με τις ορθόδοξες εκκλησίες της Μικράς Ασίας που μετατράπηκαν σε σουνιτικά τζαμιά, σε στάβλους, αποθήκες ή απλώς ερείπια. Επίσης, πολλά είναι τα περιστατικά άσκησης ωμής και μαζικής βίας έναντι των Αλεβιτών από σουνιτικές και ακροδεξιές ομάδες με την ανοχή και ενίοτε την παρότρυνση των κρατικών αρχών, τις οποίες βεβαίως ελέγχουν οι σουνίτες.

Δεν είναι υπερβολικό να υποστηρίξουμε ότι μετά τις γενοκτονίες των χριστιανών Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων, οι Αλεβίτες, λόγω της ετεροδοξίας τους, αποτέλεσαν τα επόμενα θύματα της τουρκοσουνιτικής μανίας. Αυτές οι πρακτικές διευκόλυναν την κρατική πολιτική σουνιτοποίησης και αφομοίωσης τμήματος των Αλεβιτών.

Εποικιστική πολιτική

Σε επίσκεψή μου σε αμιγώς αλεβιτικά χωριά στην επαρχία της Αλεξανδρέτας (στα σύνορα με την Συρία) διαπίστωσα ότι υπήρχαν εκεί σουνιτικά τζαμιά, στα οποία βεβαίως υπήρχε ο ιμάμης που προσευχόταν μόνος του. Οι Αλεβίτες κάτοικοι δεν πηγαίνουν ποτέ! Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι οι οργανώσεις των Αλεβιτών διαμαρτύρονται το τελευταίο διάστημα για την εποικιστική πολιτική του σουνιτικού καθεστώτος Ερντογάν.

Για την ακρίβεια, το καθεστώς επιδιώκει να εγκαταστήσει σουνίτες πρόσφυγες από τη Συρία και από άλλες χώρες σε περιοχές όπου ζουν αποκλειστικά Αλεβίτες. Πολλοί εξ αυτών των σουνιτών είναι υποστηρικτές του Ισλαμικού Κράτους και άλλων ισλαμικών τρομοκρατικών οργανώσεων, γεγονός που αυξάνει τον φόβο και την αγωνία των Αλεβιτών.

Οι Αλεβίτες γενικότερα εμφορούνται από φιλελεύθερες κοινωνικές και πολιτικές απόψεις, δίνουν μεγάλη αξία στην επιστήμη και παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά μόρφωσης. Σημαντικά τμήματα του πληθυσμού τους, ειδικά στη νεολαία, έχουν επηρεαστεί από διάφορες μορφές μαρξισμού. Γι’ αυτό, άλλωστε, έχουν αποτελέσει τη ραχοκοκαλιά διαφόρων μη κεμαλικών αριστερών οργανώσεων και κινημάτων στην Τουρκία εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Παρότι στο παρελθόν συντάχθηκαν με τα κεμαλικά κόμματα από φόβο έναντι των σουνιτών, σήμερα τα πράγματα σταδιακά αλλάζουν, ιδιαίτερα στους κόλπους της νεολαίας η οποία ριζοσπαστικοποιείται.

Έτσι, οι Αλεβίτες υποστηρίζουν τη δημιουργία ενός αληθινά εκκοσμικευμένου, δημοκρατικού και πλουραλιστικού κράτους. Διεκδικούν την κατάργηση της υποχρεωτικότητας του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία, στο οποίο οι μαθητές διδάσκονται μόνο το σουνιτικό Ισλάμ. Διεκδικούν, επίσης, την επιστροφή και αναστήλωση των ιερών τους μνημείων, την κατάργηση της σουνιτοκρατούμενης διεύθυνσης θρησκευτικών υποθέσεων, τον τερματισμό των πολιτικών αφομοίωσης και την επίσημη κρατική αναγνώριση των ναών και των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων και πρακτικών.

Αντιμέτωποι με τη σουνιτική βία

Ως φορολογούμενοι πολίτες, οι Αλεβίτες επιθυμούν μέρος των κρατικών εσόδων να δαπανάται για τη δημιουργία, αναστήλωση και συντήρηση των θρησκευτικών τους μνημείων και ναών. Μέχρι τώρα, οι κρατικοί πόροι χρηματοδοτούν μόνο τις σουνιτικές δραστηριότητες. Επίσης επιδιώκουν να γίνει δημόσια σεβαστή και να αναγνωριστεί η μνήμη των Αλεβιτών θυμάτων της σουνιτικής βίας και να μετατραπεί σε μουσείο το ξενοδοχείο Μαντιμάκ στην πόλη Σεβάστεια.

Εκεί, πριν από περίπου 23 χρόνια, κάηκαν ζωντανοί Aλεβίτες διανοούμενοι και καλλιτέχνες από ορδές φανατικών σουνιτών υπό το ατάραχο βλέμμα των κρατικών αρχών. Επίσης διαμαρτύρονται για τον περιορισμένο αριθμό Αλεβιτών βουλευτών στην τουρκική Εθνοσυνέλευση, καθώς και για τις διώξεις και τον αποκλεισμό τους από τα υψηλά κλιμάκια των ενόπλων δυνάμεων. Γενικότερα το αλεβιτικό κίνημα καταγγέλλει την μονοπώληση της κρατικής εξουσίας από τους σουνίτες και θέτει σε σοβαρή αμφισβήτηση τις ιδεολογικές αφετηρίες και τις πρακτικές του τουρκικού κράτους, έτσι όπως διαμορφώθηκαν από το 1923 και εντεύθεν.

Η ΕΕ και οι Aλεβίτες

Τα τελευταία χρόνια στον ευρωπαϊκό χώρο αναλαμβάνονται ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες που έχουν, όπως φαίνεται, διαφύγει της ελληνικής προσοχής. Διάφορα ευρωπαϊκά κράτη, εντός των οποίων διαβιούν αλεβιτικοί πληθυσμοί προερχόμενοι από την Τουρκία (π.χ Γερμανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Ελβετία), επικαλούμενα την αρχή της ισότητας, της θρησκευτικης ελευθερίας, του πλουραλισμού και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των πολιτών και των μεταναστών τους, υποστηρίζουν τις ευρωπαϊκές αλεβιτικές οργανώσεις με χρηματοδότηση και αναγνώριση.

Για παράδειγμα, η Ελβετία προέβη σε κίνηση αναγνώρισης αλεβιτικού σωματείου ως θρησκευτικού ιδρύματος. Η κίνηση αυτή συνιστά ένα πρώτο βήμα αναγνώρισης του αλεβιτισμού ως επίσημης θρησκείας από ευρωπαϊκό κράτος. Η Τουρκία το αρνείται για τους λόγους που περιέγραψα παραπάνω. Κάτι ανάλογο έλαβε χώρα και στη Βρετανία. Στη Γερμανία, το πανεπιστήμιο της Χαϊλδεμβέργης διοργάνωσε επιστημονικό συνέδριο με θέμα την καταγραφή, κωδικοποίηση και διδασκαλία της αλεβιτικής θεολογίας και των σχετικών θρησκευτικών αξιών και τελετουργικών πρακτικών.

Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η ΕΕ ως ενιαίο σώμα θα πρέπει να προχωρήσουν σε πολιτικές προστασίας και ενίσχυσης αυτής της διωκόμενης θρησκευτικής ομάδας. Οι γενικόλογες αναφορές ρουτίνας περί προστασίας των θρησκευτικών ελευθεριών στην Τουρκία δεν φέρουν ουσιαστικά αποτελέσματα. Η ΕΕ οφείλει να αναγνωρίσει επίσημα τον αλεβιτισμό ως θρησκεία και να προχωρήσει στην εφαρμογή σχετικών πολιτικών που πηγάζουν από μια τέτοια αναγνώριση.

Οι Έλληνες Αλεβίτες

Η Ελλάδα έχει επιπλέον λόγους να υποστηρίξει μια τέτοια πολιτική. Στην χώρα μας, στην περιοχή του Έβρου, διαβιούν περί τους 3.000 Έλληνες πολίτες αλεβιτικού θρησκεύματος. Δυστυχώς, λόγω άγνοιας και γραφειοκρατικής αδιαφορίας, η κοινότητα αυτή αφέθηκε εκτεθειμένη και δίχως αναγνώριση στην αφομοιωτική επιρροή, καταπίεση και ηγεμονία των σουνιτών. Παρόλα αυτά παραμένουν Αλεβίτες και αναμένουν από την Πολιτεία σχετικές πρωτοβουλίες προστασίας της θρησκευτικής τους ταυτότητας και ιδιαιτερότητας.

Επιπλέον, η περιοχή του Έβρου φιλοξενεί στην πανέμορφη γη της ένα μνημείο πολύ μεγάλης συμβολικής αξίας για τους απανταχού Αλεβίτες. Πρόκειται για τον χώρο λατρείας του Σαγίντ Αλή Σουλτάν, ο οποίος έχει το στάτους «αγίου» για όλους τους Αλεβίτες, οι οποίοι το επισκέπτονται και το προσκυνούν. Πρόκειται για το δεύτερο σημαντικότερο ιερό αλεβιτικό μνημείο στα Βαλκάνια, το οποίο έχουμε την τύχη να βρίσκεται στην ελληνική επικράτεια.

Οι αρμόδιες αρχές, κατόπιν κατάλληλης νομικής, θεολογικής και διπλωματικής προετοιμασίας, μπορούν να το αναδείξουν σε προσκυνηματικό κέντρο για τους απανταχού Αλεβίτες. Η Εκκλησία της Ελλάδας, μέσω της τοπικής μητρόπολης, θα μπορούσε να συμβάλει θετικά με πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση. Έτσι, θα δημιουργήσει γέφυρες αλληλοκατανόησης και κλίμα σεβασμού και αγάπης με τα εκατομμύρια των Αλεβιτών που ζουν σε ολόκληρη την Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή.

Η Ελλάδα θα ωφεληθεί πολλαπλώς δημιουργώντας νέους φίλους και εταίρους στην περιοχή, που την αγαπούν και την θαυμάζουν γιατί προστατεύει τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις και τα μνημεία τους. Κι αυτό έχει πρόσθετη σημασίας, όταν στην Τουρκία κεμαλιστές και νεοοθωμανοί τα καταπατούν και τα καταστρέφουν…

 Νίκος Μιχαηλίδης

Ο Νίκος Μιχαηλίδης είναι διδάκτορας ανθρωπολογίας του αμερικανικού πανεπιστημίου Princeton (Πρίνστον). Διεξάγει επιτόπια έρευνα στην Τουρκία. Τα τρέχοντα ερευνητικά του ενδιαφέροντα είναι η πολιτική ανθρωπολογία, εθνοτικά κινήματα και μειονότητες στην Τουρκία, μουσική ακρόαση και πολιτική εξουσία, τουρκικό πολιτικό Ισλάμ. Έχει διδάξει στα πανεπιστήμια Princeton και Rutgers. Στην τρέχουσα περίοδο διδάσκει στο College Year in Athens.

https://slpress.gr/diethni/
alevites-to-deytero-megalo-rigma-stin-toyrkiki-koinonia/
 30 Δεκεμβρίου 2018