Θησαυροί της ελληνικής γης


Τα χερσαία, τα θαλάσσια και τα υδρόβια οικοσυστήματα της χώρας μας αποτελούν μια τεράστια πλουτοπαραγωγική πηγή. Οι μέχρι τώρα «εξορύξεις» χημικών ουσιών από φυσικά προϊόντα δείχνουν ότι τα δυνητικά οφέλη μπορεί να είναι τεράστια. 

Ας μιλήσουμε σήμερα όσο πιο… φυσικά γίνεται. Ας μιλήσουμε για το τεράστιο «πράσινο» ελληνικό κεφάλαιο το οποίο παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανεκμετάλλευτο σε μια χώρα ευλογημένη από άποψη γεωγραφικής θέσης, αφού αποτελεί σταυροδρόμι μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής και για αυτόν τον λόγο διακρίνεται από εξαιρετική βιοποικιλότητα. Ας μιλήσουμε για τα περισσότερα από 6.700 είδη φυτών, εκ των οποίων τα 1.278 είναι ενδημικά – κοινώς το 22% των ελληνικών φυτών υπάρχει μόνο εδώ και πουθενά αλλού στον πλανήτη -, που κατατάσσουν την Ελλάδα μεταξύ των μεγαλύτερων hotspots φυτικής βιοποικιλότητας παγκοσμίως (και ας αναλογιστούμε ότι όλα αυτά έχουν έλθει στο φως μέσα από τις περιορισμένες φυτοχημικές μελέτες που έχουν διεξαχθεί ως σήμερα, γεγονός που σημαίνει ότι ούτε καν έχουμε ιδέα για το μέγεθος του φυτικού μας πλούτου). Ας μιλήσουμε και για τα θαλάσσια και υδρόβια οικοσυστήματα της χώρας μας, που θεωρούνται επίσης hotspots σε παγκόσμια κλίμακα, έχοντας να παρουσιάσουν περισσότερα από 515 διαφορετικά είδη θαλάσσιων μικροφυκών. Το θέμα βέβαια δεν είναι μόνο να μιλάμε για όλον αυτόν τον φυσικό θησαυρό, αλλά να τον αξιοποιήσουμε κατάλληλα, προσφέροντας έτσι τόσο στον πληθυσμό καλύτερα φάρμακα, καλύτερα καλλυντικά, καλύτερα προϊόντα διατροφής, αλλά και στην πολύπαθη χώρα μας έναν νέο σημαντικό οικονομικό πυλώνα – τόσο σημαντικό ώστε κάποιοι γνωρίζοντες να αναφέρουν ότι τα φυσικά προϊόντα μπορούν να αποδώσουν στην Ελλάδα αντίστοιχα οφέλη με την πιο «βαριά» μας βιομηχανία, που δεν είναι άλλη από τον τουρισμό.

Με προέλευση το περιβάλλον

Για να μιλήσουμε λοιπόν για όλα αυτά, αποφασίσαμε να συνομιλήσουμε με επιστήμονες που και ξέρουν να μιλούν για τα φυσικά προϊόντα, αλλά και να τα αξιοποιούν όσο καλύτερα γίνεται (και το έχουν ήδη πράξει σε αρκετές περιπτώσεις με θεαματικά αποτελέσματα). Αφορμή μας στάθηκε το 30ό Διεθνές Συμπόσιο Χημείας Φυσικών Προϊόντων που διεξήχθη παράλληλα με το 10ο Διεθνές Συνέδριο Βιοποικιλότητας της Διεθνούς Ενωσης Καθαρής και Εφαρμοσμένης Χημείας (International Union of Pure and Applied Chemistry – IUPAC), το οποίο έλαβε χώρα στην Αθήνα από τις 25 ως τις 29 Νοεμβρίου υπό την αιγίδα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ). Επρόκειτο για ένα διεθνούς φήμης επιστημονικό γεγονός, η οργάνωση του οποίου υλοποιήθηκε από τον Τομέα Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων του Φαρμακευτικού Τμήματος του ΕΚΠΑ, όπου πραγματοποιείται καταξιωμένη και αναγνωρισμένη έρευνα στο πεδίο των φυσικών προϊόντων.

Προκειμένου να αναλύσουμε όμως αυτό το «πράσινο» και τόσο υποσχόμενο πεδίο, το… φυσικό είναι να ξεκινήσουμε από το τι σημαίνει «φυσικό προϊόν». Οπως αναφέρει στο «Βήμα» ο κύριος διοργανωτής του συνεδρίου, καθηγητής του Τομέα Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων στο Τμήμα Φαρμακευτικής του ΕΚΠΑ κ. Λέανδρος Σκαλτσούνης, «γενικά ο όρος «φυσικά προϊόντα» περιγράφει χημικές ενώσεις που προέρχονται από τη φύση και οι οποίες απομονώνονται από χερσαίους και θαλάσσιους οργανισμούς, όπως φυτά, φύκη, μαλάκια, ακόμα και μύκητες ή βακτήρια. Η φύση αποτελεί μια ανεξάντλητη πηγή μορίων με τεράστια ποικιλία και πρωτοτυπία δομών και ιδιοτήτων. Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί πάνω από 250.000 ενώσεις φυσικής προέλευσης, αλλά ο πραγματικός αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος, δεδομένου ότι ένα μόνο μικρό ποσοστό έχει μελετηθεί». Το πρώτο βήμα στην έρευνα των φυσικών προϊόντων, εξηγεί ο κ. Σκαλτσούνης, είναι η απομόνωση και ο χαρακτηρισμός της χημικής δομής τους, δηλαδή η ταυτοποίησή τους, καθώς και η εκτίμηση της βιολογικής τους δράσης. «Πολύ συχνά μπορεί να επεμβαίνουμε τροποποιώντας τις δομές των φυσικών προϊόντων και επιχειρώντας έτσι να βελτιώσουμε τις ιδιότητές τους προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Η φύση, όταν παράγει πολύπλοκες ενώσεις, δεν το κάνει για να θεραπεύσει παθήσεις του ανθρώπου. Ενα φυτό παράγει κάποιες ενώσεις κυρίως για να αμυνθεί ενάντια σε μικρόβια που μπορεί να το προσβάλουν ή ενάντια στα φυτοφάγα ζώα. Αντιστοίχως ένας θαλάσσιος οργανισμός παράγει ενώσεις προκειμένου να αντιμετωπίσει εχθρούς στο περιβάλλον του. Σκοπός μας είναι να μπορέσουμε να μετατρέψουμε αυτές τις ενώσεις σε φαρμακευτικά προϊόντα. Και να μην παραλείψουμε να σημειώσουμε ότι ο όρος »φυσικό» προσδιορίζει μόνο την προέλευση και δεν πρέπει να συγχέεται και να προδικάζει την ασφάλεια ενός προϊόντος. Ενα φυσικό προϊόν μπορεί να είναι εξαιρετικά τοξικό!».

Διαλογή ουσίας

Στόχος λοιπόν των επιστημόνων, όπως ο κ. Σκαλτσούνης και οι συνεργάτες του, είναι να εντοπίσουν τα φυσικά εκείνα προϊόντα που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε με ασφάλεια και τα οποία πιθανότατα μπορούν να αποτελέσουν «φάρμακα» (τόσο για το… φαίνεσθαι όσο και για το… είναι μας). Οπως επισημαίνει στο «Βήμα» ο καθηγητής Φαρμακευτικής του ΕΚΠΑ και συνδιοργανωτής του πρόσφατου συνεδρίου για τα φυσικά προϊόντα και τη βιοποικιλότητα κ. Εμμανουήλ Μικρός, «παραδοσιακά, τα φυσικά προϊόντα αξιοποιούνται στη φαρμακοβιομηχανία και στην κοσμητολογία. Είναι εντυπωσιακός ο αριθμός των νέων φαρμακευτικών προϊόντων που προέρχονται από τη φύση. Μάλιστα σε κάποιες παθήσεις, όπως είναι ορισμένες μορφές καρκίνου, φάρμακα φυσικής προέλευσης αποτελούν όπλα αιχμής. Αξίζει να σημειωθεί ότι 52% όλων των πρόσφατα καταχωρισμένων χημικών οντοτήτων συνδέονται έμμεσα ή άμεσα με τα φυσικά προϊόντα. Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι στο πεδίο της έρευνας του καρκίνου το 73% όλων των μικρών μορίων που έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία σχεδόν 70 χρόνια δεν είναι συνθετικά, ενώ το 42% είτε είναι φυσικά προϊόντα, είτε προέρχονται από αυτά».

Ενας άλλος τομέας αξιοποίησης των φυσικών προϊόντων είναι τα λεγόμενα «βιολειτουργικά» τρόφιμα, σημειώνει στο «Βήμα» η κυρία Μαρία Χαλαμπαλάκη, επίκουρη καθηγήτρια του Τομέα Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων, συνδιοργανώτρια επίσης του συνεδρίου. «Υπολογίζεται ότι 30% των υπαρχόντων φαρμάκων θα αποδεικνύονταν άχρηστα αν η διατροφή μας ήταν πιο ποιοτική. Η κρητική διατροφή περασμένων δεκαετιών, για παράδειγμα, αποτελεί παγκόσμιο διατροφικό πρότυπο και πολλές έρευνες γίνονται για την ανακάλυψη των υγειοπροστατευτικών συστατικών της, παρ’ όλο που στη χώρα μας – αλλά και στις ανεπτυγμένες χώρες γενικότερα – την έχουμε λησμονήσει προσαρμοζόμενοι ολοένα και περισσότερο σε δυτικού τύπου διατροφικές συνήθειες. Ενα άλλο «βιολειτουργικό» παράδειγμα είναι η ουσία ολεοκανθάλη, η οποία εντοπίζεται στο εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο σε υψηλά επίπεδα και χαρακτηρίζεται από σημαντική αντιφλεγμονώδη δράση. Ας μην ξεχνάμε ότι η φλεγμονή κρύβεται πίσω από πλήθος νόσων του σύγχρονου κόσμου μας, συμπεριλαμβανομένων των καρδιαγγειακών νοσημάτων και ορισμένων νεοπλασιών». Η τροφή λοιπόν, η σωστή, φυσική, ποιοτική τροφή, μπορεί να αποτελέσει το φάρμακό μας.  Και η φύση γύρω μας αποδεικνύεται σε πολλές περιπτώσεις ο καλύτερος γιατρός – τόσο για την πρόληψη όσο και για τη θεραπεία νόσων. Αυτό φάνηκε με τον καλύτερο τρόπο μέσα από τα ενδιαφέροντα θέματα που παρουσιάστηκαν στο πρόσφατο διεθνές συνέδριο της Αθήνας.

Αρωματική ρητίνη

Ας σταθούμε σε κάποια από τα πιο καίρια και ας ξεκινήσουμε… αρωματικά με τη μαστίχα Χίου – ένα αποκλειστικά ελληνικό φυσικό προϊόν το οποίο από το 1997 έχει χαρακτηριστεί ως προϊόν Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ). Πρόκειται για μια ρητίνη που παράγεται από ένα είδος σχίνου ο οποίος καλλιεργείται (αλλά και αυτοφύεται) στη Χίο και κυρίως στα νότια του νησιού, όπου το κλίμα είναι θερμό και ξηρό. Είναι εντυπωσιακό ότι πολλές φορές έχουν γίνει προσπάθειες να παραχθεί μαστίχα και σε άλλα μέρη του πλανήτη, αλλά χωρίς αποτέλεσμα – κανένας δεν ξέρει το γιατί, αλλά μάλλον η αιτία είναι το ιδιαίτερο κλίμα του νησιού. Η Χίος λοιπόν προσφέρει σε όλη τη Γη αυτό το φυσικό «γιατρικό», διότι στοιχεία μαρτυρούν ότι πράγματι συμβάλλει στην αντιμετώπιση πλήθους προβλημάτων υγείας. Κατ’ αρχάς να σημειώσουμε ότι η αρμόδια Επιτροπή για τα Φυτικά Φαρμακευτικά Προϊόντα (HPMC) του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΜΑ) έχει αναγνωρίσει επίσημα τη μαστίχα Χίου ως φυσικό φάρμακο με δύο θεραπευτικές ενδείξεις: τα προβλήματα δυσπεψίας καθώς και τις δερματικές φλεγμονές και την επούλωση των δερματικών ελκών. Ετσι, ύστερα από αυτή την αναγνώριση υπάρχει η δυνατότητα κυκλοφορίας σκευασμάτων μαστίχας σε όλη την Ευρώπη με ισχυρισμούς υγείας εγκεκριμένους από τον ΕΜΑ. Μελέτες δείχνουν και άλλες ευεργετικές φαρμακευτικές ιδιότητες της μαστίχας, όπως ενάντια στον βήχα, στη διάρροια, ενάντια σε πλήθος παθογόνων βακτηρίων, μεταξύ των οποίων τα επικίνδυνα Escherichia coli και Staphylococcus aureus, καθώς και ενάντια σε μύκητες, όπως διάφορα στελέχη της Candida. Οφέλη εμφανίζει η μαστίχα και ενάντια στο ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού αλλά και ενάντια στην τερηδόνα. Δείχνει επίσης να δρα προστατευτικά στην καρδιά και στα αγγεία, ενώ έχει φανεί ότι μειώνει τα επίπεδα της ολικής χοληστερόλης καθώς και της LDL (κακής) χοληστερόλης. Ενδέχεται ακόμη και να έχει κάποιες αντικαρκινικές ιδιότητες και ιδιαίτερα ενάντια σε καρκίνους όπως του προστάτη, του παχέος εντέρου, του πνεύμονα και του στόματος.

Το Εργαστήριο Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων του Πανεπιστημίου Αθηνών έχει απομονώσει περί τις 70 διαφορετικές χημικές ενώσεις στη μαστίχα, όπως οι α-μαστιχορητίνη, β-μαστιχορητίνη, τανίνες, μαστιχίνη και μαστιχικό οξύ, μοναδικά τερπένια, όπως α-πινένιο, β-μυρκένιο, β-καρυοφυλλένιο, λιμονένιο και πολυφαινόλες. Οπως αναφέρθηκε στο συνέδριο, το εκπληκτικό είναι ότι συνεχώς απομονώνονται μόρια από τη μαστίχα της Χίου και αξιολογούνται φαρμακολογικά. Μιλάμε δηλαδή για έναν φυσικό θησαυρό… ανεξάντλητο.

Ελαιόλαδο που υπερέχει

Ας συνεχίσουμε… εύγευστα με το ελληνικό ελαιόλαδο, ένα από τα βασικότερα «συστατικά» της διατροφής και της παράδοσής μας αλλά και ένα αγροτικό προϊόν με μεγάλη επίδραση στην εθνική οικονομία μας. Σε ειδικό σεμινάριο που έλαβε χώρα κατά το συνέδριο συζητήθηκαν πολλές σημαντικές παράμετροι, όπως η χημεία του ελαιολάδου, οι βιολογικές ιδιότητες των συστατικών του καθώς και σύγχρονες τεχνικές ανάλυσης ελέγχου της ποιότητάς του. Ο κ. Σκαλτσούνης υπογραμμίζει ότι «ιδιαίτερα στις μέρες μας η ποιότητα του ελαιολάδου απασχολεί σοβαρά τους έλληνες ελαιοπαραγωγούς καθώς δραστηριοποιούνται σε ένα διεθνές οικονομικό περιβάλλον. Κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου έγινε εκτενής αναφορά στις αναλυτικές μεθόδους που εφαρμόζονται για τον προσδιορισμό των φαινολικών συστατικών ελαιολάδου, καθώς και στα προβλήματα που αυτές παρουσιάζουν. Προτάθηκαν νέες βελτιωμένες μεθοδολογίες για την τεκμηρίωση του ισχυρισμού υγείας σε ελαιόλαδα που πληρούν τα κριτήρια της EFSA (Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίµων), αλλά έγινε για ακόμη μια φορά σαφές και με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι για να εγκρίνει ένας ελεγκτικός μηχανισμός μια επίσημη μέθοδο ελέγχου δεν αρκεί μια δημοσίευση σε επιστημονικό περιοδικό, αλλά απαιτούνται επιπλέον κριτήρια, όπως σύγκριση της μεθόδου με τις υπόλοιπες δημοσιευμένες, διεργαστηριακές μελέτες. Επισημάνθηκε ότι μέχρι στιγμής η μόνη μέθοδος που αναγνωρίζεται επισήμως από διεθνείς φορείς και οργανισμούς είναι η προτεινόμενη από το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιολάδου μέθοδος HPLC». Οπως επεσήμανε στο σεμινάριο και ο ερευνητής της Φαρμακευτικής Σχολής του ΕΚΠΑ δρ Παναγιώτης Σταθόπουλος, «με βάση την επιστημονική μας εμπειρία μετά τη μακροχρόνια έρευνα στο ελαιόλαδο, στα προϊόντα και στα παραπροϊόντα ελιάς γενικότερα, η συμβουλή μας προς τους έλληνες ελαιοπαραγωγούς είναι να εμπιστεύονται μόνο τους διεθνείς ελεγκτικούς οργανισμούς και κανόνες προκειμένου να διασφαλίσουν και να πιστοποιήσουν την ποιότητα του ελαιολάδου τους. Δυστυχώς, πολλοί πέφτουν θύματα παραπληροφόρησης, ακόμα και κακόβουλων ενεργειών, που ως αποτέλεσμα έχουν να βλάπτουν μακροχρόνια το ελληνικό ελαιόλαδο».

Το ελληνικό λάδι, σύμφωνα με μελέτες, υπερέχει έναντι των λαδιών άλλων σημαντικών ελαιοπαραγωγών χωρών, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, καθώς περιέχει τις περισσότερες πολυφαινόλες οι οποίες είναι ισχυρές αντιοξειδωτικές ουσίες. Δεν παύει όμως συνεχώς να εκπλήσσει τους επιστήμονες με τον πλούτο των συστατικών του. Ο ερευνητής στη Φαρμακευτική Σχολή του ΕΚΠΑ, μέλος της οργανωτικής επιτροπής του συνεδρίου δρ Απόστολος Αγγελής, σημειώνει στο «Βήμα» ότι «είναι εντυπωσιακό πως ύστερα από τόσα χρόνια έρευνας και μελέτης του ελαιολάδου ακόμα απομονώνονται νέα συστατικά με πολύ ελπιδοφόρες βιολογικές ιδιότητες. Για παράδειγμα, εκτός από την ολεοκανθάλη και την ολεασίνη που αποτελούν τις κύριες πολυφαινόλες του ελαιολάδου, πρόσφατα απομονώσαμε τα αντίστοιχα οξέα, ολεοκανθαλικό και ολεασινικό οξύ. Μάλιστα έχουμε αναπτύξει στο εργαστήριό μας μια μεθοδολογία απομόνωσης των συστατικών αυτών σε μεγάλη κλίμακα και προχωρούμε στην αξιολόγηση του φαρμακολογικού τους προφίλ».

Το ελαιόλαδο αποτελεί έναν από τους βασικούς άξονες της μεσογειακής διατροφής – και δη της ευεργετικής παραδοσιακής κρητικής διατροφής -, αλλά δεν είναι ο μόνος. Στο συνέδριο έγινε ιδιαίτερη αναφορά στον ρόλο που μπορούν να έχουν για την υγεία χόρτα όπως το σταμναγκάθι, αλλά και αρωματικά φυτά όπως ο σιδερίτης (κοινώς το τσάι του βουνού), τα οποία αποτελούν επί μακρόν κύρια συστατικά της κρητικής διατροφής. Μελέτη που παρουσιάστηκε έδειξε ότι τόσο το σταμναγκάθι όσο και ο σιδερίτης είναι πιθανές «ασπίδες» ενάντια στη νόσο Αλτσχάιμερ. Οπως συγκεκριμένα προέκυψε από τη μελέτη σε ζωικά μοντέλα της νόσου, εκχυλίσματα και των δύο φυτών μειώνουν τα επίπεδα της πρωτεΐνης Τ (tau) στον εγκέφαλο, η συσσώρευση της οποίας συνδέεται με την Αλτσχάιμερ, και ως εκ τούτου εκτιμάται ότι μπορούν να προσφέρουν πολύτιμα συμπληρώματα εναντίον της.

Θεραπευτική κάνναβη

Ειδική θεματική ενότητα στο συνέδριο κατείχε ένα φυτό άκρως… παρεξηγημένο, που όμως αποδεικνύεται πολύτιμο σε πολλά επίπεδα. Ο λόγος για την κάνναβη, η οποία χωρίζεται σε δύο είδη, την κλωστική και τη φαρμακευτική. Μάλιστα, όπως προέκυψε από ανακοινώσεις οι οποίες παρουσιάστηκαν τόσο από ερευνητές της ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και από μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, η ελληνική κάνναβη φαίνεται να είναι ιδιαιτέρως… ιδιαίτερη και για τον λόγο αυτόν έχει ελκύσει το ενδιαφέρον πολλών φαρμακευτικών εταιρειών του εξωτερικού. Ο δρ Ελευθέριος Πετράκης, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Φαρμακευτικό Τμήμα του ΕΚΠΑ και μέλος της οργανωτικής επιτροπής του συνεδρίου, εξηγεί στο «Βήμα» ότι «η κάνναβη είναι ουσιαστικά μία. Είτε κλωστική είτε φαρμακευτική, είναι το ίδιο φυτό. Η διαφορά έγκειται στα επίπεδα ψυχοτρόπων ουσιών. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον όσο και περίεργο ότι οι ελληνικές ποικιλίες κάνναβης δεν έχουν μελετηθεί φυτοχημικά μέχρι σήμερα με συστηματικό και ενδελεχή τρόπο. Εξαιτίας του μεσογειακού κλίματος είναι πολύ πιθανόν να βρεθούμε μπροστά σε εκπλήξεις ως προς τα περιεχόμενα συστατικά και τις ιδιότητές τους».

Μελέτες δείχνουν ήδη πολύ σημαντικές φαρμακευτικές ιδιότητες της κάνναβης ενάντια σε διαφορετικές νόσους. Η δρ Εντρια Σμολ-Χάουαρντ, επιστημονικώς υπεύθυνη της εταιρείας GB Sciences με έδρα το Λας Βέγκας των ΗΠΑ, παρουσίασε στο συνέδριο αποτελέσματα που δείχνουν ότι η χρήση μορίων της φαρμακευτικής κάνναβης βοηθά σημαντικά στην αντιμετώπιση του χρόνιου νευροπαθητικού πόνου αλλά και της νόσου Αλτσχάιμερ και της νόσου του Πάρκινσον. Ο καθηγητής Τζιοβάνι Απεντίνο από το Πανεπιστήμιο της Νοβάρα στην Ιταλία αναφέρθηκε σε μελέτες οι οποίες δείχνουν ότι ορισμένα ημισυνθετικά προϊόντα της κάνναβης είναι ευεργετικά εναντίον του σκληροδέρματος, μιας αυτοάνοσης ασθένειας που πλήττει πρωτίστως το δέρμα προκαλώντας ίνωση (σκλήρυνση) και αγγειακές μεταβολές και η οποία μπορεί επίσης να χτυπήσει πολλά όργανα, όπως η καρδιά, οι πνεύμονες, το πεπτικό σύστημα.

Φυσική ομορφιά

Και από την ευεργετική δράση των φυσικών προϊόντων στο… μέσα μας, ας περάσουμε στο… έξω μας, κοινώς στην εμφάνισή μας. Η βιομηχανία καλλυντικών στηρίζεται ολοένα και περισσότερο σε φυσικά προϊόντα (το βλέπουμε παντού γύρω μας), ενώ υπάρχει και συνεχές ενδιαφέρον ώστε να έλθουν στο φως και άλλες φυσικές ουσίες οι οποίες θα αποτελέσουν τη βάση νέων προϊόντων. Ετσι δεν είναι τυχαίο ότι ένα ολόκληρο σεμινάριο του συνεδρίου αφορούσε την ενίσχυση της ομορφιάς μας με τον πιο «φυσικό» τρόπο. Στο πλαίσιο της «εξερεύνησης» νέων βιοδραστικών μορίων – και μάλιστα με ελληνική… σφραγίδα – για χρήση στα καλλυντικά, αξιοσημείωτα είναι τα αποτελέσματα του διεπιστημονικού ερευνητικού προγράμματος EnGAGE το οποίο χρηματοδοτήθηκε από τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) – τα αποτελέσματα αυτά εμφανίστηκαν σε αναρτημένη παρουσίαση του συνεδρίου. Η μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Εργαστήριο Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων του ΕΚΠΑ κυρία Κατερίνα Αργυροπούλου διευκρινίζει ότι κύριος στόχος του EnGAGE ήταν η παραγωγή υψηλής ποιότητας καλλυντικών, βασισμένων στην εκτενή βιοποικιλότητα της ελληνικής χλωρίδας, με στοχευμένη αντιγηραντική δράση. «Ενας μεγάλος αριθμός φυτών, συγκεκριμένα 600 φυτικά είδη, από την ελληνική χλωρίδα επελέγησαν προς μελέτη. Εν συνεχεία, παρασκευάστηκαν 1.800 εκχυλίσματα με «πράσινες» τεχνολογίες εκχύλισης, δημιουργώντας μια μοναδική «βιβλιοθήκη» ελληνικών εκχυλισμάτων. Τα εκχυλίσματα ερευνήθηκαν ως προς το χημικό τους προφίλ με σύγχρονες χρωματογραφικές τεχνικές και μεθοδολογίες. Επιπλέον, εξετάστηκαν ως προς την αντιοξειδωτική τους δράση, την κυτταροτοξικότητά τους και την αντιγηραντική τους δράση. Τα πλέον υποσχόμενα φυτά πολλαπλασιάστηκαν σε ιστοκαλλιέργειες και ακολούθως καλλιεργήθηκαν με βιολογικές μεθόδους. Μεταξύ άλλων, τα εκχυλίσματα των φυτών Rosa damascena (εκατοντάφυλλη τριανταφυλλιά ή Ρόδη η Δαμασκηνή) και Crocus Sativus (ο γνωστός μας κρόκος) απεδείχθησαν τα πλέον υποσχόμενα για πιθανή χρήση σε καλλυντικά». Και στην κοσμητολογία η Ελλάδα, χάρη στη μεγάλη βιοποικιλότητά της, φαίνεται ότι μπορεί να διαδραματίσει πολύ σημαντικό ρόλο, τόνισε στο συνέδριο ο δρ Σαλιού Νγκομ, ερευνητής Φυτοχημείας σε μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες καλλυντικών στον κόσμο, τη L’ Oréal. Και αυτή τη δήλωση μάλλον πρέπει να τη λάβουμε σοβαρά υπ’ όψιν μας…

Το σίγουρο είναι ότι η αξιοποίηση της ελληνικής βιοποικιλότητας δεν πρέπει να αφεθεί στην τύχη της. Ο φυτικός πλούτος της χώρας μας είναι εκεί και περιμένει να μας προσφέρει απλόχερα τις αμέτρητες ευεργετικές δράσεις του, όπως αποδεικνύουν όλα τα ενδιαφέροντα στοιχεία που σας παρουσιάσαμε σήμερα (και πόσα ακόμα μένουν να παρουσιαστούν καθώς είναι πάμπολλα τα φυτά που δεν έχουν καν μελετηθεί ακόμη). Κλείνοντας τη συζήτησή μας, ο κ. Σκαλτσούνης επιθυμεί να τονίσει ότι θεωρεί «πως οι συνθήκες είναι πια ώριμες για την αξιοποίηση της ελληνικής βιοποικιλότητας. Μια τέτοια προσέγγιση θα άνοιγε νέες κατευθύνσεις και θα έδινε πνοή στην οικονομία με τη δημιουργία καινοτόμων επιχειρήσεων. Παράλληλα, θα έδινε λύση σε πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική γεωργία, δεδομένου ότι η συστηματική καλλιέργεια φαρμακευτικών και αρωματικών φυτών, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη βιομηχανική ανάπτυξη ενός προϊόντος, θα μπορούσε να αντικαταστήσει άλλες προβληματικές και ζημιογόνες καλλιέργειες». Οπως όλα δείχνουν… φυσικά και δεν πρέπει να αφήσουμε αυτήν την «πράσινη» ευκαιρία να μείνει ανεκμετάλλευτη!

Ενα ισχυρό «φυτοαναλυτικό» εργαλείο

Μπορεί τα φυτά να μας φαίνονται απλοί, «ταπεινοί» οργανισμοί, εύκολοι στην ανάλυση και στη διαχείριση, δεν είναι όμως καθόλου έτσι τα πράγματα. Πρόκειται αντιθέτως για περίπλοκους οργανισμούς που επικοινωνούν με το περιβάλλον με τη βοήθεια χημικών μορίων, τα οποία παράγουν μέσω του μεταβολισμού τους, και τελικώς η χημειοποικιλότητα που προκύπτει είναι εκπληκτική και εξαιρετικά δύσκολη στην ανάλυσή της. Είναι λοιπόν επόμενο ότι και η ανακάλυψη νέων βιοδραστικών μορίων από φυτά και άλλους οργανισμούς, όπως για παράδειγμα οι μύκητες, αποτελεί ένα άκρως δύσκολο έργο. Οπως αναφέρει η κυρία Χαλαμπαλάκη στο «Βήμα», «σήμερα μόνο ένα μικρό ποσοστό της χημειοποικιλότητας έχει αποτυπωθεί και υπάρχει μεγάλη ανάγκη να ανακαλυφθούν νέες τεχνικές οι οποίες θα επιταχύνουν την ανάλυση των συστατικών των οργανισμών αυτών».

Μια τέτοια τεχνική, τις σύγχρονες τάσεις και τις προοπτικές της οποίας παρουσίασε στο συνέδριο ο καθηγητής Ζαν-Λικ Βολφέντερ από το Πανεπιστήμιο της Γενεύης, είναι η μεταβολομική. Οπως εξήγησε ο καθηγητής Βολφέντερ, η μεταβολομική (metabolomics) εξελίχθηκε κατ’ αρχήν ως μέθοδος για την ανάλυση πολύπλοκων μειγμάτων, όπως είναι τα βιολογικά υγρά του ανθρώπου, για καθαρά διαγνωστικούς σκοπούς. Αποτελεί μέρος των τεχνολογιών -omics (βλέπετε genomics, proteomics), οι οποίες την τελευταία εικοσαετία έχουν φέρει επανάσταση στον τρόπο προσέγγισης της μοριακής βιολογίας, και δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί αν δεν είχε προηγηθεί μια άλλη «επανάσταση», αυτή της αποκωδικοποίησης του ανθρώπινου γονιδιώματος αλλά και γονιδιωμάτων άλλων οργανισμών. Ο ορισμός της μεταβολομικής, που αφορά τον «ποσοτικό προσδιορισμό της δυναμικής, πολυπαραμετρικής, μεταβολικής απόκρισης των ζωντανών συστημάτων σε παθοφυσιολογικά ερεθίσματα ή γενετικές αλλοιώσεις», είναι μάλλον… στρυφνός για όλους εμάς τους κοινούς θνητούς. Στο διά ταύτα όμως η τεχνική προσφέρει πολλά στην αποσαφήνιση της αιτιολογίας νόσων, στην κατανόηση της αλληλεπίδρασης των γενετικών παραλλαγών και του περιβάλλοντος σε ό,τι αφορά την εμφάνιση ασθενειών, καθώς και στη σύνδεση μεταξύ φαινομενικά ανόμοιων παθολογικών καταστάσεων. Πώς το πετυχαίνει αυτό; Προσδιορίζοντας μεγάλο εύρος μεταβολιτών και των αλλαγών τους σε ολόκληρο τον οργανισμό. Οι μεταβολίτες εμφανίζουν αλλαγές στη συγκέντρωσή τους με την πάροδο του χρόνου, γεγονός που μπορεί να είναι το αποτέλεσμα ερεθισμάτων τα οποία προέρχονται από τη διατροφή, τον τρόπο ζωής, το περιβάλλον, το γενετικό υπόβαθρο αλλά και τη λήψη φαρμάκων.

Οπως είπε ο καθηγητής Βολφέντερ, την τελευταία δεκαετία οι τεχνικές ανάλυσης που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της μεταβολομικής έχουν περάσει και στα φυτά, με στόχο την επιτάχυνση της ανακάλυψης των βιοδραστικών συστατικών τους και την ανάπτυξη νέων φαρμάκων. Ενα εκχύλισμα φυτού αποτελείται συνήθως από μερικές δεκάδες ή και εκατοντάδες μόρια και η ανάλυσή του είναι μια πολύ απαιτητική και χρονοβόρα διαδικασία. Εκτός από τους πρωτογενείς μεταβολίτες που είναι γνωστοί και έχουν αναλυθεί για τον ανθρώπινο οργανισμό (όπως π.χ. τα αμινοξέα), η μεγάλη ποικιλότητα των δευτερογενών μεταβολιτών είναι ο βασικός πλούτος που μπορεί να δώσει καινούργια δραστικά μόρια ωφέλιμα για την αντιμετώπιση πολλών νόσων – στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε ότι η πενικιλίνη και άλλα αντιβιοτικά που άλλαξαν τη μορφή του πλανήτη μας στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, καθώς αντιμετώπισαν αποτελεσματικά λοιμώξεις οι οποίες «θέριζαν» τον παγκόσμιο πληθυσμό, είναι μια τέτοια ανακάλυψη.
Ποια είναι όμως η διαδικασία που ακολουθείται για το «χημικό σκανάρισμα» των φυτών; Ο κ. Μικρός περιγράφει ότι «οι ειδικοί αποτυπώνουν το χημικό προφίλ των εκχυλισμάτων με τη βοήθεια της φασματοσκοπίας πυρηνικού μαγνητικού συντονισμού και της φασματομετρίας μάζας και στη συνέχεια με χρήση εξειδικευμένων χημειομετρικών τεχνικών προσπαθούν να συσχετίσουν το μεταβολικό προφίλ με τη βιολογική δραστικότητα, με αποτέλεσμα τον ταχύτερο εντοπισμό και ταυτοποίηση των βιοδραστικών συστατικών». Μάλιστα, με βάση αυτή την προσέγγιση, στο συνέδριο παρουσιάστηκε εργασία σχετικά με την απομόνωση μιας ουσίας που ονομάζεται Narciclasine και η οποία αποδείχθηκε ότι διαθέτει άκρως ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση από το φυτό Cyrtanthus contractus της Νότιας Αφρικής.

Η μεταβολομική αποτελεί σήμερα βασικό «εργαλείο» στον έλεγχο της ποιότητας και της ανάλυσης τροφίμων όπως το ελαιόλαδο, το κρασί, το μέλι. Υπογραμμίζεται μάλιστα ότι προηγμένες μέθοδοι μεταβολομικής έχουν αναπτυχθεί και στον Τομέα Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων του ΕΚΠΑ.

Κάνοντας τη θεωρία πράξη

Περισσότερα από 40 άτομα εργάζονται σήμερα στο Εργαστήριο Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων του ΕΚΠΑ υπό τη διεύθυνση του κ. Σκαλτσούνη. Ενα εργαστήριο που ύστερα από πολλές προσπάθειες έχει πλέον εξοπλιστεί με σύγχρονα μηχανήματα, επιτρέποντας στους επιστήμονες που εργάζονται εντός του να είναι ανταγωνιστικοί, να διεκδικούν, να εξασφαλίζουν και να διαχειρίζονται πολλά και διαφορετικής φύσης ερευνητικά προγράμματα. «Οι βασικότερες ερευνητικές κατευθύνσεις μας είναι η μελέτη της χημειοποικιλότητας της ελληνικής χλωρίδας, η ανακάλυψη νέων μορίων φυσικής προέλευσης, η διερεύνηση των βιολογικών και φαρμακολογικών ιδιοτήτων φυσικών προϊόντων, η εφαρμογή μεθοδολογιών ελέγχου ποιότητας φαρμακευτικών προϊόντων, τροφίμων και καλλυντικών, καθώς επίσης και η αξιοποίηση και οικολογική διαχείριση γεωργικών αποβλήτων» περιγράφει στο «Βήμα» ο κ. Σκαλτσούνης.

Ενα από τα βασικά αυτά προγράμματα είναι το Olive-Net, ένα ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα που διεξάγεται στο πλαίσιο του Horizon 2020 και το οποίο υλοποιείται με τη συμμετοχή 16 φορέων, πανεπιστημίων και επιχειρήσεων από όλη την Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική. Το έργο στοχεύει στη μελέτη των μορίων του ελαιολάδου, της επιτραπέζιας ελιάς και των παραπροϊόντων ελαιοποίησης, καθώς και στη διερεύνηση των φαρμακολογικών ιδιοτήτων των συστατικών αυτών. Τελικός στόχος είναι η ανάπτυξη καρδιοπροστατευτικών προϊόντων με βάση την ελιά. «Επίσης, συμμετέχουμε σε ένα αντίστοιχο ευρωπαϊκό πρόγραμμα που υπάγεται στην ίδια δέσμη χρηματοδότησης της ΕΕ και το οποίο ονομάζεται MediHealth. Το πρόγραμμα αυτό έχει ως στόχο την ανακάλυψη νέων μορίων, συστατικών της μεσογειακής διατροφής με ευεργετική επίδραση ενάντια στο γήρας» σημειώνει ο καθηγητής.

Πρόσφατα το εργαστήριο του κ. Σκαλτσούνη έλαβε χρηματοδότηση και από το επιχειρησιακό πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα και Καινοτομία», το οποίο συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και εντάσσεται στις δράσεις που αφορούν την ενίσχυση των υποδομών έρευνας και καινοτομίας με στόχο την αναβάθμιση του φυσικού πλούτου (Upgrading the Plant Capital – PlantUp). «Το PlantUp στοχεύει στην ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης ερευνητικής υποδομής τεχνολογιών αιχμής για τη συστηματική καταγραφή, διατήρηση, προστασία και αξιοποίηση του πλούτου της ελληνικής φυτικής βιοποικιλότητας. Εκτός από το ΕΚΠΑ και συγκεκριμένα τον Τομέα Φαρμακογνωσίας και Χημείας Φυσικών Προϊόντων, στην υποδομή PlantUp συμμετέχουν το Mπενάκειο Φυτοπαθολογικό Ινστιτούτο, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Πανεπιστήμιο Πατρών, το ΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας, ο Ελληνικός Γεωργικός Οργανισμός – ΔΗΜΗΤΡΑ και το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων».

Παράλληλα από το 2013 δημιουργήθηκε μέσω ερευνητικού προγράμματος της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) η εταιρεία τεχνοβλαστός (spinoff εις την αγγλική) Pharmagnose, η οποία απασχολεί εννέα άτομα και προωθεί την εμπορική αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων του εργαστηρίου. Και όπως μαθαίνουμε, ήδη έχει επιτύχει πολύ σημαντικές συμφωνίες με εταιρείες του εξωτερικού αλλά και της χώρας μας για αξιοποίηση διαφορετικών φυσικών προϊόντων. Για παράδειγμα, ήδη στη Γερμανία κυκλοφορούν δημοφιλή καλλυντικά προϊόντα με βάση την ελιά, η «πρώτη ύλη» για τα οποία ταξιδεύει από την Ελλάδα έπειτα από επεξεργασία που γίνεται στη Pharmagnose. Επίσης και στη χώρα μας υπάρχει συμφωνία με ελληνική φαρμακευτική εταιρεία για την αξιοποίηση ελληνικών φυτών από τα νησιά του Βορείου Αιγαίου σε συμπλήρωμα εναντίον του κρυολογήματος. Συγχρόνως βρίσκεται σε εξέλιξη έρευνα σε συνεργασία με ξένο κολοσσό της κοσμητολογίας (περισσότερες πληροφορίες δεν είναι δυνατόν να δημοσιοποιηθούν αυτή τη στιγμή, αλλά οψόμεθα…).

Ολα αυτά αποδεικνύουν πώς μπορούμε να διαχειριστούμε τον πλούτο που μας χαρίζει η ελληνική φύση (και όχι μόνο αυτόν, αφού έχουμε άξια μυαλά σε πολλά επιστημονικά πεδία) προς όφελος της χώρας μας. Ωστόσο, για να συμβεί κάτι τέτοιο απαιτούνται πολύ περισσότερες spinoff εταιρείες, επισημαίνει ο κ. Σκαλτσούνης. «Η λειτουργία spinoff εταιρειών μπορεί πράγματι να αποτελέσει μια λύση στα οικονομικά προβλήματα της χώρας. Διαθέτουμε εξαιρετικούς νέους επιστήμονες οι οποίοι θα μπορούσαν να δραστηριοποιηθούν επιχειρηματικά ιδρύοντας τέτοιες καινοτόμες εταιρείες. Στο ΕΚΠΑ σήμερα οι εταιρείες του είδους μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Πιστεύω όμως ότι με το εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό μας θα μπορούσαν να υπάρχουν τουλάχιστον 200 τεχνοβλαστοί που θα απασχολούσαν τουλάχιστον 2.000 νέους ερευνητές. Παρά τα βήματα προόδου τα οποία έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, χρειάζονται πολλές ακόμα προσπάθειες, κυρίως σε ό,τι αφορά το νομοθετικό και χρηματοοικονομικό πλαίσιο, ώστε να διευκολυνθεί η δημιουργία spinoff εταιρειών». 

Μικρά αλλά ουσιώδη

l Ο δρ Χάρελ Σέιντεβεργκ από την εταιρεία Bionorica, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες στον χώρο των φυτοθεραπευτικών προϊόντων, παρουσίασε το πώς μπορεί να γίνει αξιοποίηση της παραδοσιακής ιατρικής για την ανάπτυξη αξιόπιστων φαρμάκων φυτικής προέλευσης. Οπως είπε, σήμερα στη Γερμανία το φαρμακευτικό σκεύασμα με τις περισσότερες πωλήσεις είναι ένα προϊόν το οποίο περιέχει πέντε εκχυλίσματα φυτών και είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό έναντι του κοινού κρυολογήματος. Σημειώνεται ότι και στη χώρα μας υπάρχουν φυτά με αντίστοιχες παραδοσιακές χρήσεις και σήμερα η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία έχει δείξει μεγάλο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη τέτοιων προϊόντων, τα οποία βασίζονται σε εκχυλίσματα του έρωτα ή δίκταμου (Origanum dictamnus), της λαδανιάς (cistus creticus) κ.ά.

l Ο καθηγητής Τόμας Εφερθ από το Πανεπιστήμιο Γιοχάνες Γκούτενμπεργκ της Γερμανίας παρουσίασε τις νέες τάσεις όσον αφορά τη φαρμακολογία δικτύων σηματοδότησης στο κύτταρο. Οπως τόνισε, σε αντίθεση με τα υπάρχοντα φάρμακα, οι νέες συνθέσεις – αποτελούμενες από φυσικά προϊόντα – θα στοχεύουν αρκετές πρωτεΐνες που εμπλέκονται σε ένα νόσημα προσφέροντας μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα εναντίον του.

l Ο δρ Τζαμάλ Ουατζάνι από το Εθνικό Κέντρο για την Επιστημονική Ερευνα της Γαλλίας (CNRS) και ο αναπληρωτής καθηγητής Ιωάννης Τρουγκάκος από το Τμήμα Βιολογίας του ΕΚΠΑ παρουσίασαν ευρήματα του ερευνητικού προγράμματος TASCMAR που χρηματοδοτείται από την ΕΕ στο πλαίσιο του Horizon 2020 και το οποίο ενώνει ακαδημαϊκά ιδρύματα και εταιρείες. Το TASCMAR αφορά νέα μικρά μόρια με πιθανή αντικαρκινική ή αντιγηραντική δράση τα οποία έχουν απομονωθεί από ασπόνδυλα ή μικροοργανισμούς της ελάχιστα μελετημένης μεσοφωτικής ζώνης (βάθος μεταξύ 30 και 120 μέτρων) από διάφορα θαλάσσια οικοσυστήματα του πλανήτη – μεταξύ αυτών και της Μεσογείου. Στο πλαίσιο του προγράμματος, που θα ολοκληρωθεί μέσα στο 2019, οι ερευνητές αναζητούν ενώσεις που παράγονται με φυσικό τρόπο από σπόγγους και άλλα ασπόνδυλα προκειμένου να προστατευθούν από τους θηρευτές τους, με στόχο να χρησιμοποιηθούν ενάντια στη γήρανση και στον καρκίνο. Εχουν επίσης αναπτύξει μεθόδους φιλικές προς το περιβάλλον για την καλλιέργεια των ασπόνδυλων και των συμβιωτικών μικροοργανισμών τους στην ξηρά, ώστε να προστατεύονται οι φυσικοί πληθυσμοί τους. Συγκεκριμένα προτείνουν την ανάπτυξη μικροβιακών καλλιεργειών σε μικροσκοπικούς κόκκους πολυμερών αντί για υποστρώματα ζελατίνης, κάτι που απαιτεί λιγότερους διαλύτες, μειώνοντας τα χημικά απόβλητα.

Τσώλη Θεοδώρα

16/12/2018