Η βρετανική αδυναμία μπορεί να μετατραπεί σε όπλο.


Η ηχηρή καταψήφιση του σχεδίου της Τερέζα Μέι από την Βουλή των Κοινοτήτων την Τρίτη έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη υπέρβασης των κομματικών διαχωριστικών γραμμών, προκειμένου να χαραχτεί μια πορεία εξόδου από την Ε.Ε. η οποία να μπορέσει να εξασφαλίσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Ένα 24ωρο μετά, με τους βουλευτές των Συντηρητικών και του DUP να έχουν μόλις επαναβεβαιώσει την εμπιστοσύνη τους στην πρωθυπουργό που οι ίδιοι ταπείνωσαν, οι διαχωριστικές γραμμές επανήλθαν στο προσκήνιο θριαμβευτικά.

Στο βραδινό διάγγελμά της στην είσοδο της Ντάουνιννγκ Στριτ η Τερέζα Μέι δήλωσε ότι προσβλέπει σε "δημιουργική” συνεργασία με τις αντιπροσωπείες των λοιπών κομμάτων και τόνισε ότι "η πόρτα παραμένει ανοικτή” και για τους Εργατικούς, μολονότι αυτοί θέτουν ανελαστικούς όρους, όπως την απόσυρση του ενδεχομένου ενός σκληρού Brexit από το τραπέζι.

Θέτοντας όμως τη δική της "κόκκινη γραμμή”, η Βρετανίδα πρωθυπουργός τόνισε ότι η εντολή της, όπως αυτή προκύπτει από το δημοψήφισμα του 2016 και το αποτέλεσμα των τελευταίων βουλευτικών εκλογών είναι να υλοποιήσει το Brexit. Με άλλα λόγια, σενάρια παραμονής στην τελωνειακή ένωση, όπως επιμένει η αξιωματική αντιπολίτευσης, πόσω μάλλον αναίρεσης της επιλογής εξόδου από την Ε.Ε. παραμένουν για την ίδια εκτός συζήτησης.

Και η μεν πρόταση διεξαγωγής ενός δεύτερου δημοψηφίσματος παραμένει ελάχιστη υπερασπίσιμη, καθώς κάτι τέτοιο απλώς θα παρόξυνε τις διαιρέσεις στην βρετανική κοινωνία και θα δηλητηρίαζε οριστικά το πολιτικό κλίμα. Εξάλλου, οι συσχετισμοί στην κοινή γνώμη παραμένουν, κατά τις δημοσκοπήσεις, μάλλον οριακοί και επιπλέον οι "27” δεν έχουν λόγους να προσφέρουν την παράταση χρόνου που χρειάζεται για ένα δημοψήφισμα, μόνο και μόνο για να έρθουν αντιμέτωποι με το ίδιο αποτέλεσμα, χωρίς να έχει απαντηθεί κανένα άλλο από τα ερώτηματα που αυτό γεννά. Ποιά θα ήταν άλλωστε η στάση της κυβέρνησης Μέι στην καμπάνια για ένα τέτοιο δημοψήφισμα;

Στην πραγματικότητα, η ένοικος της Ντάουνινγκ Στριτ εξακολουθεί να ιεραρχεί ως σημαντικότερη όλων τη διαφύλαξη της δοκιμαζόμενης ενότητας του Συντηρητικού Κόμματος. Στην φάση όπου οι χαοτικοί κοινοβουλευτικοί συσχετισμοί περί το Brexit καθιστούν καθοριστική τη στάση των Εργατικών, η Τερέζα Μέι παίρνει τα μέτρα της, ώστε να συρθεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε μιαν εκδοχή Brexit πιο σκληρή από το απορριφθέν σχέδιο συμφωνίας, παρά να συρθεί η ίδια σε μια πιο "μαλακή” εκδοχή ("νορβηγικού" τύπου), αποχαιρετώντας οριστικά το μισό της κόμμα.

Ούτως ή άλλως, για μεγάλο τμήμα της βρετανικής ελίτ, η προοπτική έλευσης του Κόρμπυν στην εξουσία φαντάζει περισσότερο απειλητική από ένα σκληρό Brexit.

Όλη αυτή η κατάσταση μεταφέρει, για πρώτη φορά στα χρονικά της διαπραγμάτευσης, την πίεση στην ευρωπαϊκή πλευρά. Μέχρι τώρα, η ανελαστικότητα των χρονικών ορίων που έθετε το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβώνας και η αρραγής ενότητα των "27” έθετε τη Βρετανία σε απόλυτα μειονεκτική θέση. Κατά ένα παράδοξο τρόπο, όμως, ήρθε η στιγμή που η βρετανική αδυναμία μετατρέπεται σε όπλο.

Η ενίσχυση της πιθανότητας να υπάρξει μια βρετανική έξοδος χωρίς συμφωνία βοηθά να ξεκαθαρίσουν τα αντικειμενικά δεδομένα από την προβολή αγέρωχης στάσης για διαπραγματευτικούς λόγους. Το φρενάρισμα των ρυθμών ανάπτυξης στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές οικονομίες, το τέλος της ποσοτικής διευκόλυνσης της ΕΚΤ, το δυσμενές διεθνές περιβάλλον που δημιουργούν οι εμπορικοί πόλεμοι, η έλλειψη πραγματικής οχύρωσης της ευρωζώνης απέναντι σε ένα νέο σοκ, οι φόβοι για τις γερμανικές εξαγωγές προς τη Βρετανία, οι υποψίες ότι στην Ιταλία κυοφορείται νέα τραπεζική κρίση και βεβαίως η κοινωνικο-πολιτική κρίση στο εσωτερικό της Γαλλίας, καθιστούν την ευρωπαϊκή πλευρά περισσότερο ευάλωτη από όσο νομίζεται, ενώ και τεχνικά λείπει η προετοιμασία για ενδεχόμενη διατάραξη των εμπορικών ροών.

Οι (ακόμη μικρές, αλλά διακριτές) αποκλίσεις στις τοποθετήσεις των Ευρωπαίων ιθυνόντων, τα περισσότερο διαλλακτικά μηνύματα που εκμπέμπονται προς τη Βρετανία και οι δημοσιογραφικές πληροφορίες ότι εξετάζεται μια γενναία και όχι ολιγόμηνη παράταση της προθεσμίας του άρθρου 50 (αν τουλάχιστον ξεπεραστεί ο σκόπελος της μη συμμετοχής των Βρετανών στις ευρωεκλογές) δείχνουν ότι η διαπραγμάτευση ανοίγει και πάλι, παρά τις έως τώρα διακηρύξεις ότι το καθαυτό κείμενο της συμφωνίας δεν πρόκειται να θιγεί και οι μόνες πιθανές παραχωρήσεις αφορούν την πολιτική διακήρυξη για τη μελλοντική σχέση των δύο μερών.

Το ακανθώδες ζήτημα της δικλείδας ασφαλείας (backstop) για το ιρλανδικό σύνορο εκτιμάται ότι είναι αυτό στο οποίο θα επικεντρωθεί η βρετανική προσπάθεια – και πιθανότατα θα εκδηλωθεί η ευρωπαϊκή υποχώρηση.

Του Κώστα Ράπτη

17/1/2019


               ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ            



 1.
Χωρίς πυξίδα η Βρετανία στο Brexit.

Το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος του 2016 θεωρήθηκε από αρκετούς ως απόδειξη των υστερήσεων της άμεσης δημοκρατίας και των κινδύνων που ενέχει το να τίθενται περίπλοκα ζητήματα στην κρίση των πολλών υπό μορφήν διλήμματος. Όμως τα όσα συμβαίνουν στη Βουλή των Κοινοτήτων δείχνουν πως ούτε η αντιπροσωπευτική δημοκρατία τα πηγαίνει απαραιτήτως καλύτερα.

Η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι επιχείρησε να εξασφαλίσει την έγκριση του σχεδίου της για το Brexit, χρησιμοποιώντας τους ευρωπαϊστές εναντίον των αντιευρωπαϊστών και αντιστρόφως. Οι πρώτοι θα έπρεπε να συμβιβαστούν με ό,τι τους προσφερόταν, ώστε να μην απειληθεί "άτακτη έξοδος”, οι δεύτεροι να επιλέξουν το μη χείρον, προκειμένου να μην αναιρεθεί η επιλογή του Brexit. 

Κατάφερε όμως με τον τρόπο αυτό να ενώσει τους πάντες εναντίον της: η απόρριψη του "σχεδίου Μέι” με διαφορά 230 ψήφων, αποτελεί τη μεγαλύτερη κοινοβουλευτική ήττα που έχει υποστεί ποτέ πρωθυπουργός στην πρόσφατη βρετανική ιστορία. Προέκυψε μάλιστα το αποτέλεσμα αυτό με καθυστέρηση πέντε εβδομάδων, αφότου αναβλήθηκε η αρχικώς προγραμματισμένη ψηφοφορία, στη διάρκεια των οποίων δεν ήρθε να προστεθεί κανένα νέο δεδομένο – εκτός από την εμπέδωση της ευρείας αντίθεσης στο σχέδιο συμφωνίας.

Το ότι ο ηγέτης των αντιπολιτευόμενων Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν ανταποκρίθηκε άμεσα στην πρόκληση της πρωθυπουργού, υποβάλλοντας πρόταση μομφής κατά της κυβέρνησης, η οποία και θα κριθεί απόψε, δεν είναι το πιο δραματικό στοιχείο – εφόσον οι 118 Συντηρητικοί βουλευτές που καταψήφισαν το πρωθυπουργικό σχέδιο (αλλά και οι 10 Βορειοϊρλανδοί Ενωτικοί βουλευτές που παρέχουν ψήφο ανοχής) δεν προτίθενται να ανατρέψουν την κυβέρνηση. 

Η ουσία συνίσταται στο ότι μετά από τόσο μεγάλη ήττα τόσο η πρωθυπουργία της Μέι όσο και το σχέδιο συμφωνίας έχουν πολιτικά ακυρωθεί. Η τακτική επιλογή της ενοίκου της Ντάουνινγκ Στριτ να αξιοποιήσει την πίεση χρόνου (εφόσον στις 29 Μαρτίου το Brexit καθίσταται αμετάκλητο) αποδείχθηκε εξίσου άστοχη με την προκήρυξη των τελευταίων βουλευτικών εκλογών, στις οποίες οι Συντηρητικοί έχασαν την αυτοδυναμία τους, ή με τη διενέργεια του δημοψηφίσματος του 2016 από τον προηγούμενο πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον. Οι κυβερνώντες μοιάζει να έχουν χάσει κάθε δυνατότητα πρόβλεψης και σχεδιασμού. 

Όμως και το υπόλοιπο πολιτικό προσωπικό δεν τα πηγαίνει καλύτερα. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε η Μέι μετά τη λήξη της χθεσινής ψηφοφορίας, το Κοινοβούλιο είπε τι δεν θέλει, αλλά κανείς δεν γνωρίζει τι είναι αυτό που θέλει. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία ούτε υπέρ της σκληρής εξόδου, ούτε υπέρ της παραμονής στην Ε.Ε., ούτε υπέρ μιας περισσότερο "μαλακής εξόδου” - και σε κάθε περίπτωση, για να προκύψει μία πλειοψηφία θα πρέπει να υπάρξει διακομματική συνεργασία. 

Όσο για τη διενέργεια δεύτερου δημοψηφίσματος, την οποία έχουν δεσμευθεί να προτείνουν οι Εργατικοί εάν αποτύχει η πρόταση μομφής, πρόκειται για κίνηση με αποσταθεροποιητικά αποτελέσματα για όλο το πολιτικό σύστημα. Η πατρίδα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν είναι καθόλου έτοιμη να μιμηθεί τα ήθη της ηπειρωτικής "Ενωμένης Ευρώπης”.

Το πρόβλημα της Μέι είναι πλέον και πρόβλημα της αντιπολίτευσης, αλλά και των Ευρωπαίων συνομιλητών της. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο μεν πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ διείδε στην απόρριψη του σχεδίου Μέι τη δυνατότητα αναίρεσης της βρετανικής εξόδου από την Ε.Ε., ενώ αντιθέτως ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ εκτίμησε, περισσότερο ρεαλιστικά, ότι αυξάνονται οι πιθανότητες ενός Brexit χωρίς συμφωνία.

Τυχόν χαοτικές εξελίξεις πρόκειται να βλάψουν και τους "27”, παρά τις δημόσιες διακηρύξεις τους ότι είναι έτοιμοι για όλα τα ενδεχόμενα. Ήρθε η στιγμή και η δική τους στάση να γίνει περισσότερο ελαστική. Ούτως ή άλλως, η αποσαφήνιση της βρετανικής στάσης θα χρειαστεί πιθανότατα μετάθεση της προθεσμίας της 29ης Μαρτίου, με την ομόφωνη συγκατάθεση των "27”.  

Την ώρα που οι Συντηρητικοί βουλευτές επανασυσπειρώνονται, λόγω της πρότασης μομφής, γύρω ακριβώς από την αρχηγό που τους οδήγησε στο παρόν αδιέξοδο (ελλείψει προφανούς διαδόχου, ή μάλλον ελλείψει κοινού προσανατολισμού, από τον οποίο θα προέκυπτε και το κατάλληλο πρόσωπο), τα συσσωρευμένα αδιέξοδα της Βρετανίας έρχονται όλα στο φως. Στα δεξιά του πολιτικού φάσματος κυριαρχούν ακόμη φαντασιώσεις παλαιών αυτοκρατορικών μεγαλείων, όμως η "Global Britain” των Brexiteers δεν έχει ευκαιρίες να αναδυθεί σε ένα περιβάλλον οξύτερων διεθνών ανταγωνισμών και εμπορικών πολέμων. Στα αριστερά του φάσματος, πάλι, η ευρωπαϊκή ενοποίηση εξακολουθεί να επενδύεται με προσδοκίες άνωθεν κατοχύρωσης των κοινωνικών δικαιωμάτων που ο εγχώριος συσχετισμός δεν δείχνει ικανός να υπερασπισθεί. Οι δε φανατικοί Bremainers, επιμένοντας σε σενάρια δεύτερου δημοψηφίσματος κ.ο.κ. και άρα συνεισφέροντας στο ροκάνισμα του χρόνου και τον κοινοβουλευτικό κατακερματισμός, απλώς εργάζονται υπέρ... του σκληρού Brexit. 

Η παροχή, υπό τύπον συμπληρώματος στο σχέδιο Μέι, κάποιων πρόσθετων εγγυήσεων από τους "27”, ιδίως στο ζήτημα της δικλείδας ασφαλείας (backstop) του ιρλανδικού συνόρου δεν αρκεί πλέον – διότι είναι περισσότεροι από 115 οι καταψηφίσαντες βουλευτές που θα πρέπει να μεταπεισθούν. Εξ ού και η Βρετανίδα πρωθυπουργός ανέβαλε τις προγραμματισμένες επαφές της στις Βρυξέλλες. 

Από την πλειάδα των επιλογών που νομίζει ότι έχει στη διάθεσή της, η Βρετανία θα πρέπει να βρει επιτέλους το δίλημμα που της αντιστοιχεί, για να βγει από την παράλυση. Όσο περνά ο καιρός το πιθανότερο είναι το δίλημμα να διαμορφωθεί ως "νορβηγικό μοντέλο” (με τη στήριξη και των Εργατικών) ή συμφωνημένο ως προς τη διαχείρισή του με τους "27” σκληρό Brexit.

Του Κώστα Ράπτη

16/1/2019




2.
Μπορεί να «πεθάνει» το Brexit;
Αρκετοί Βρετανοί σκέπτονται την ανατροπή του Brexit 
με ένα νέο δημοψήφισμα.

Οταν η Βρετανία ψήφισε υπέρ της αποχώρησής της από την Ευρωπαϊκή Ενωση το 2016, το σοκ ήταν μεγάλο, εντός και εκτός. Ο Ντέϊβιντ Κάμερον υποχρεώθηκε να παραιτηθεί από πρωθυπουργός και αντικαταστάθηκε ταχύτατα από την Τερέζα Μέι.

Για τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος είχε υποστηρίξει την καμπάνια υπέρ του Brexit, αυτή η εξέγερση του λαϊκισμού ήταν μία πρόγευση της «λαϊκής επανάστασης» στις ΗΠΑ, που οδήγησε στην εκλογή του τον ίδιο χρόνο. 

Δυόμιση χρόνια αργότερα, ωστόσο, το Brexit δεν έχει ακόμα συμβεί. Κι αυτό διότι η αποχώρηση μίας χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση και το νομικό της πλαίσιο, είναι μία εξαιρετικά περίπλοκη διαδικασία χωρίς προηγούμενο - πόσο μάλλον όταν η χώρα είναι μέλος για περισσότερα από 40 χρόνια. 

Ενας άλλος λόγος είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Τερέζας Μέι δεν ήξερε τι είδους Brexit ψήφισαν οι Βρετανοί και με τι είδους διαζύγιο θα συμφωνούσαν οι Βρυξέλλες. Οπως συμβαίνει στα ζευγάρια που χωρίζουν, οι δύο πλευρές τσακώνονταν για το ποιός θα κρατήσει το αυτοκίνητο και το σπίτι, για το μέγεθος της διατροφής αλλά και την επιμέλεια των παιδιών (τους Ευρωπαίους πολίτες που ζουν στην Βρετανία). 

Αυτή την εβδομάδα, μόλις 70 μέρες μέχρι την επίσημη προθεσμία για την αποχώρηση της Βρετανίας, το Κοινοβούλιό της απέρριψε την συμφωνία του διαζυγίου στην οποία κατέληξαν η Μέι και οι Ευρωπαίοι ηγέτες. Οι βουλευτές ψήφισαν κατά των σχεδίων της Μέι με την τεράστια διαφορά των 230 ψήφων. Περισσότεροι από 100 δικοί της βουλευτές, οι οποίοι υποστηρίζουν το διαζύγιο, έκριναν ότι το Brexit της συμφωνίας δεν είναι αρκετά ξεκάθαρο. Η δε αντιπολίτευση αισθάνεται ότι το πακέτο της Μέι είναι τόσο ακραίο που θα βλάψει τόσο την αγορά εργασίας, όσο και την συνεργασία με τον μεγαλύτερο οικονομικό εταίρο της χώρας. 

Σήμερα, αρκετοί Βρετανοί σκέπτονται το ακατονόμαστο: την ανατροπή του Brexit με ένα νέο δημοψήφισμα. Και η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει την συνήθεια να ανατρέπει τα αποτελέσματα δημοψηφισμάτων από δυσαρεστημένους πολίτες. 

Δύο φορές στην Ιρλανδία και μία φορά στην Δανία, οι ψηφοφόροι αρνήθηκαν αρχικά τα σχέδια των Βρυξελλών αλλά στο δεύτερο δημοψήφισμα «ψήφισαν σωστά». Μπορεί κάτι τέτοιο να συμβεί και στην Βρετανία; 

Τι γίνεται με το νέο δημοψήφισμα;

Ως νησί και πρώην αυτοκρατορία, η Βρετανία δεν ήταν ποτέ πραγματικό μέλος του κλειστού κλαμπ των χωρών της ΕΕ. Επί σειρά ετών, οι πολιτικοί προτιμούσαν να αφιερώνουν πολύ περισσότερο χρόνο κοιτάζοντας τι συμβαίνει στην Ουάσιγκτον, παρά στις Βρυξέλλες. Αν προσθέσουμε και δεκαετίες αρνητικών θεμάτων των ταμπλόϊντ για το τι έκαναν οι μη εκλεγμένοι «Ευρωκράτες», συν την βαθύτερη ασθένεια της πτώσης του επιπέδου ζωής στα πρώην βιομηχανικά κέντρα, δεν ήταν έκπληξη το γεγονός ότι 17 εκατομμύρια άνθρωποι ψήφισαν υπέρ του Brexit το 2016. Ομως η διαφορά ήταν μικρή. Υπέρ του διαζυγίου ψήφισε το 52% και κατά το 48%. Και στις επιλογές του δημοψηφίσματος δεν υπήρχε τίποτα σχετικό με το είδος του Brexit. Θα ήταν «σκληρό», με φόρους στις εισαγωγές από την ΕΕ; Θα ήταν «μαλακό», με τους ευρωπαίους μετανάστες να κυκλοφορούν ελεύθερα; Από το περασμένο καλοκαίρι οι υποστηρικτές του νέου δημοψηφίσματος ξεκίνησαν μία μεγάλη καμπάνια υπερ της «Ψήφου του Λαού» (δεν το αποκαλούν «δεύτερο δημοψήφισμα» γιατί ακούγεται σαν ριμέικ του πρώτου. Το κεντρικό επιχείρημά τους είναι ότι το κοινό έχει το δικαίωμα να υποστηρίξει ή να απορρίψει το είδος του Brexit στο οποίο συμφώνησε η κυβέρνησή. 

 Εχει momentum η καμπάνια υπέρ του νέου δημοψηφίσματος;

Ναι. Εχει χρήματα (πολλές εταιρείες ανησυχούν για το Brexit) και μία πολύ καλά οργανωμένη ομάδα media (πολλά μέλη της είχαν δουλέψει με τον πρώην πρωθυπουργό Τόνι Μπλέρ, θερμό υποστηρικτή του νέου δημοψηφίσματος). Η μεγαλύτερη ώθηση ήρθε όταν οι Εργατικοί άλλαξαν την στάση τους στο συνέδριο του κόμματος το περασμένο φθινόπωρο. «Αν δεν μπορούμε να έχουμε γενικές εκλογές, οι Εργατικοί πρέπει να υποστηρίξουν όλες τις επιλογές που παραμένουν στο τραπέζι, συμπεριλαμβανομένου και του νέου δημοψηφίσματος» ήταν η νέα πολιτική τους. Πάνω από το 85% των μελών του Εργατικού κόμματος θέλουν νέο δημοψήφισμα κι ένας μεγάλος αριθμός είναι υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Πιστεύουν πώς σε ο,τι αφορά θέματα εργατικών δικαιωμάτων, προστασία περιβάλλοντος και, κυρίως, την υποστήριξη θέσεων εργασίας και της οικονομίας, η παραμονή είναι η καλύτερη λύση. Κάποιοι από τους Συντηρητικούς βουλευτές είναι επίσης θερμοί υποστηρικτές και δεδομένου ότι δεν υπάρχει κυβερνητική πλειοψηφία στην Βουλή των Κοινοτήτων, θεωρητικά απαιτούνται μόνον επτά εξ αυτών για να υποστηρίξουν το νέο δημοψήφισμα. Καθώς όλες οι μορφές του Brexit δεν συγκεντρώνουν πλειοψηφία, οι φωνές υπερ του δημοψηφίσματος τονίζουν ότι είναι η «τελευταία λύση». Ακόμα και στην Ντάουνινγκ Στρίτ υπάρχουν κάποοι που φλερτάρουν με την ιδέα. 

Τότε γιατί δεν γίνεται νέο δημοψήφισμα; 

Ενα μεγάλο πρόβλημα είναι ότι ο ηγέτης των Δημοκρατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, δεν φαίνεται να έχει πειστεί. Μόλις αυτή τη βδομάδα είπε κατ′ ιδίαν στους βουλευτές του ότι ανησυχεί για τη «νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική» των Βρυξελλών και το γεγονός ότι οι κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ δυσχεραίνουν τον σοσιαλισμό. Ο Κόρμπιν ανησυχεί επίσης ότι η ανατροπή του αποτελέσματος του πρώτου δημοψηφίσματος θα του στοιχίσει την υποστήριξη των παραδοσιακών εργατικών περιοχών, που ψήφισαν υπέρ του Brexit. Το πραγματικό πρόβλημα είναι η αριθμητική στην Βουλή. Ακόμα και στο δικό του κόμμα, μόνον 80 βουλευτές υποστηρίζουν ανοιχτά το νέο δημοψήφισμα. Υπάρχει, επίσης, η δυσκολία του είδους της ερώτησης που θα τεθεί. Θα περιλαμβάνει το απορριφθέν σχέδιο της Μέι; Θα περιλαμβάνει μία έξοδο χωρίς συμφωνία; Επιπλέον, υπάρχει πρόβλημα χρόνου. Για να γίνει νέο δημοψήφισμα θα χρειαστούν τουλάχιστον 12 μήνες. 

Μπορεί η καμπάνια υπέρ του νέου δημοψηφίσματος να πετύχει;

Για να πετύχει, πρέπει να πείσει τους ψηφοφόρους. Οι βρετανοί πολιτικοί είναι αυτόν τον καιρό κολλημένοι στις τηλεοράσεις τους παρακολουθώντας το «Brexit: The Uncivil War» με πρωταγωνιστή τον Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, το οποίο θυμίζει το πολύ έξυπνο σλόγκαν της καμπάνιας υπέρ της εξόδου: «Ψηφίστε Αποχώρηση, Πάρτε Πίσω τον Ελεγχο». Οπως και το «Ας Κάνουμε την Αμερική Μεγάλη Ξανά» του Τραμπ, το σλόγκαν «μίλησε» στους ψηφοφόρους που αισθάνονταν περιφρονημένοι από το πολιτικό σύστημα και την παγκοσμιοποίηση. Ηδη οι υποστηρικτές του Brexit συγκεντρώνουν χρήματα κι έχουν ένα καινούργιο σλόγκαν για τους θυμωμένους εργάτες που νιώθουν ότι αγνοούνται από την ελίτ του Λονδίνου: «Να τους το Ξαναπούμε». Για να πετύχει, κάθε καμπάνια υπέρ της παραμονής στην ΕΕ δεν πρέπει να βασιστεί μόνο στις προειδοποιήσεις για το οικονομικό χάος της αποχώρησης. Πρέπει να πείσει τους ψηφοφόρους ότι η Βρετανία μοιράζεται τις ίδιες αξίες με την Ευρώπη. Μία επιλογή είναι να τονιστεί το γεγονός ότι με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο, οι βρετανοί δεν μπορούν να βασίζονται στην Αμερική για την προώθηση προοδευτικών αξιών. Το κλειδί μπορεί να είναι οι νέοι ψηφοφόροι. Εκατομμύρια εξ αυτών που ήταν πολύ μικροί για να λάβουν μέρος στο προηγούμενο δημοψήφισμα, τώρα μπορούν να εκφράσουν την γνώμη τους για πρώτη φορά. Αν ο Κόρμπιν μπορέσει να πείσει την αριστερή βάση του, η καμπάνια θα πετύχει. 

Υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος για να σταματήσει η Βρετανία το Brexit;

Εκτός από το νέο δημοψήφισμα, ο μοναδικός άλλος τρόπος είναι οι γενικές εκλογές. Προϋπόθεση αυτού είναι οι Εργατικοί να κάνουν καμπάνια υπέρ της παραμονής στην ΕΕ. Ο κίνδυνος μπορεί να είναι η απώλεια ψήφων στις πρώην βιομηχανικές περιοχές, αλλά μπορεί οι Εργατικοί μπορεί να κερδίσουν τους συντηρητικούς ψηφοφόρους που θέλουν να σταματήσουν την «καταστροφή» του Brexit. Οι γενικές εκλογές μπορεί να είναι και ο καλύτερος τρόπος για να αρθεί το αδιέξοδο στη Βουλή, αλλάζοντας την αριθμητική έτσι ώστε το ένα κόμμα να εξασφαλίσει πλειοψηφία. 

Μετά την ήττα της Μέι, ο Ντόναλντ Τουσκ έγραψε στο Twitter: «Αν μία συμφωνία είναι αδύνατη και κανείς δεν την θέλει, τότε ποιός θα έχει τελικά το κουράγιο να πει ποιά είναι η μόνη θετική λύση;» Το υπονοούμενο ήταν σαφές: η θετική λύση είναι η παραμονή στην Ευρώπη. Ελάτε πίσω και όλα θα συγχωρεθούν. Είναι μία ιδέα που φαινόταν αδύνατη πριν από δύο χρόνια. Και τώρα μπορεί να είναι δυνατή.


https://www.huffingtonpost.gr/entry/brexit-anatropi_gr_5c409965e4b027c3bbbed202?utm_hp_ref=gr-homepage

18/01/2019