Συνθήκη Πρεσπών: Η Αναγκαστική Αφετηρία μιας Νέας Αρχής. Απαιτείται ο ορθός και ρεαλιστικός καθορισμός των μακροχρόνιων εθνικών στόχων μας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:
(1) Νομίζουν ότι έβγαλαν το κεντρί του Μακεδονισμού!
(2) Η γεωπολιτική των Βαλκανίων και συνθήκη των Πρεσπών. 
 (3) Κινδυνεύουμε να γίνουμε «Κούγκι» με τη συμφωνία των Πρεσπών.
  (4) Η Ελλάδα μετά τις Πρέσπες.
 (5)  Βάση δεινών για την Ελλάδα οι Πρέσπες.
(6)  Βούλγαρος πρόεδρος Ρ. Ράντεφ: «Δεν υπάρχει “Βόρεια Μακεδονία” 
– Δεν υπάρχει “μακεδονική” γλώσσα».
(7)  Μπορεί η Ρωσία να σταματήσει την… μετονομασία του Βόρειου Γείτονά μας; Είναι η Ρωσία διατεθειμένη να προχωρήσει σε μία ακόμα σύγκρουση με την Δύση; 
(8) Συμφωνία των Πρεσπών... Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα.
(9)  Το Μακεδονικό και τα brand names.
(10)  Η Συμφωνία των Πρεσπών σημαίνει 
δημιουργία εθνικής μειονότητας στην Ελλάδα.
(11) Γιατί πρέπει να είναι δυσαρεστημένοι όσοι υποστηρίζουν
 τη Συμφωνία των Πρεσπών.
(12) Συμφωνία Πρεσπών: Η επόμενη μέρα 
όπως την βλέπουν 5 Έλληνες διεθνολόγοι.

  ARIS MESSINIS VIA GETTY IMAGES

Συνθήκη Πρεσπών: Η Αναγκαστική Αφετηρία μιας Νέας Αρχής.
Απαιτείται ο ορθός και ρεαλιστικός καθορισμός των μακροχρόνιων εθνικών στόχων μας.

Το ελληνικό κοινοβούλιο  ενέκρινε τη Συμφωνία των Πρεσπών. Αμφότερες οι πλευρές -υπέρμαχοι και αρνητές - παρουσίασαν τα επιχειρήματα τους, εντός και εκτός κοινοβουλίου, εστιάζοντας περισσότερο στην εξουδετέρωση των πολιτικών τους αντιπάλων παρά στην ουσία και συνέπειες της Συμφωνίας. Αποτελεί γεγονός ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων είναι επιφυλακτική έως και αρνητική έναντι της Συνθήκης, ενδεχομένως ορμώμενοι περισσότερο από ένστικτο και λιγότερο από μια τεκμηριωμένη ανάλυση. Η δημόσια αντιπαράθεση επιχειρημάτων υπήρξε, για άλλη μια φορά, πτωχή και επιδερμική. Πρέπει όμως να αναγνωρίσουμε ότι και στις ελάχιστες περιπτώσεις παραγωγικού διαλόγου, μεταξύ «τεχνοκρατών», δεν είχαμε καθαρά αποτελέσματα. Συχνά δε, η επιλογή θέσεων των συμπολιτών μας, βασίζονταν ως επί το πλείστον, σε βιωματικές εμπειρίες και παρορμήσεις, γεγονός απολύτως δικαιολογημένο για ένα θέμα με τόσο μεγάλη συναισθηματική φόρτιση.

Εκτίμηση μου είναι ότι η επιτευχθείσα συμφωνία, υπήρξε κατώτερη των στόχων που τη συγκεκριμένη περίοδο θα μπορούσαμε να επιτύχουμε ως κράτος. Η χαμηλή αυτή απόδοση οφείλεται σε πλήθος λόγων που βαρύνουν σε σημαντικό βαθμό την παρούσα κυβέρνηση. Πράγματι, βασικό μειονέκτημα της Συνθήκης αποτελεί η έμμεση αναγνώριση μιας εθνικής ταυτότητας του «άλλου» με ότι αρνητικό ενδεχομένως να επέλθει στο μέλλον. Ο συμβιβασμός στη θέμα της σύνθετης ονομασίας φαίνονταν ως αναπόφευκτος και ίσως υπό προϋποθέσεις αποδεκτός.

Σήμερα, η κύρωση της Συμφωνίας από αμφότερες τις χώρες δημιουργεί νέα δεδομένα τα οποία πρέπει να λάβουμε υπόψη και ανάλογα πλέον να προσαρμόσουμε την εθνική μας στρατηγική. Προσπάθειες επιστροφής στην αρχική αφετηρία φαίνονται ανεδαφικές εκτός εάν το άλλο μέρος, προσφέρει ανάλογες ευκαιρίες, τις οποίες και φυσικά πρέπει πάντα να είμαστε έτοιμοι να εκμεταλλευτούμε.

Δυστυχώς για άλλη μια φορά, η μακροχρόνια στρατηγική μας φαίνεται να απουσιάζει. Κόμματα, πολιτικός κόσμος αλλά και πολιτικοποιημένοι κρατικοί μηχανισμοί αδυνατούν να σχεδιάσουν και κυρίως να εφαρμόσουν με συνέπεια μια πραγματικά μακροχρόνια εθνική στρατηγική που διατηρώντας αναλλοίωτους στόχους θα προσαρμόζεται κατάλληλα στις περιστάσεις. Η στρατηγική μας περιορίζεται σε στόχους περιορισμένης εμβέλειας καθώς αδυνατούμε να διακρίνουμε το στρατηγικό βάθος και να προχωρήσουμε τολμηρά μετά το πρώτο, περισσότερο ή λιγότερο, πετυχημένο βήμα.

Η πρόσφατη ιστορία έχει αποδείξει ότι η επιτυχία είναι αποτέλεσμα συνεπούς σχεδίασης αλλά κυρίως προσεκτικής εφαρμογής και επιβραβεύεται ο «παίκτης» που αθροιστικά κάνει τα λιγότερα (σε αριθμό ή σημασία) σφάλματα. Σχεδόν ποτέ ένα ιστορικό γεγονός (μάχη, συνθήκη κλπ) δεν επέφερε το επιθυμητό ή μοιραίο αποτέλεσμα αλλά συνήθως αποτέλεσε τμήμα μιας μακράς και επίπονης διαδικασίας. Οι Συμφωνίες Λονδίνου-Ζυρίχης, προϊόν αναγκαστικού συμβιβασμού, σίγουρα δημιούργησαν μια μη επιθυμητή κατάσταση για τον κυπριακό ελληνισμό αλλά δεν επέφεραν από μόνες τους την καταστροφή. Η καταστροφή επήλθε από σωρεία λαθών μας που ακολούθησαν τις προβληματικές αυτές συνθήκες ενώ τα περισσότερα εξ΄ αυτών θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.

Ως εκ τούτου, σήμερα, επιβάλλεται η προσεκτική εκ μέρους μας προετοιμασία, παρακολούθηση και εφαρμογή των προβλέψεων της Συνθήκης των Πρεσπών, ώστε να μειωθούν τα (πολλά) ελαττώματα της και να υπάρξει η μέγιστη εκμετάλλευση των θετικών της σημείων. Σε τελευταία ανάλυση θεωρώ ότι το πλέον αδύναμο (σε όλα τα επίπεδα) μέρος -Σκόπια-είναι αυτό που θα πρέπει να ανησυχεί περισσότερο για την υλοποίηση των προβλέψεων της Συνθήκης και την -σε βάθος χρόνου- ενδεχόμενη απώλεια της οποιασδήποτε εθνικής του ταυτότητας.

Συμπερασματικά, δεν είμαι καθόλου ικανοποιημένος με την Συνθήκη και μάλιστα είμαι απόλυτα απογοητευμένος με τον τρόπο που το μεγαλύτερο μέρος του πολιτικού κόσμου χειρίστηκε το μακροχρόνιο αυτό πρόβλημα. Ανησυχώ όμως για το αντιπαραγωγικό διχαστικό κλίμα που καλλιεργείται και κυρίως για την παντελή έλλειψη σχεδιασμού και την αδυναμία ενεργοποίησης όλων των δυνάμεων μας για την κατάλληλη εκμετάλλευση των στοιχείων που μας παρέχει η προβληματική συμφωνία σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες διεθνείς περιστάσεις. Ίσως αδόκιμο το παράδειγμα, αλλά δεν μπορώ να ξεχάσω την Γερμανία του μεσοπολέμου που με αφετηρία την επώδυνη για αυτή, Συνθήκη των Βερσαλλιών (1919), κατόρθωσε να κυριαρχήσει, μόλις 20 χρόνια μετά, στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης.

Άρα, παρά τη δίκαιη κριτική και την υπερβολική καταστροφολογία, τίποτα δεν χάθηκε οριστικά. Απλά απαιτείται ορθή κατανόηση της νέας πραγματικότητας και των νέων δεδομένων, μερική αναπροσαρμογή των μεσοπρόθεσμων στόχων και αναπροσανατολισμός των μέσων και προσπαθειών. Προπαντός όμως απαιτείται ο ορθός και ρεαλιστικός καθορισμός των μακροχρόνιων εθνικών στόχων μας, σε πνεύμα εθνικής συναίνεσης και με την πρόβλεψη θεσμικής λειτουργίας των οργάνων που θα σχεδιάσουν και θα «τρέξουν» την ανάλογη στρατηγική. Παρά τα προβλήματα, δυνατότητες υπάρχουν πολλές. Παρά τις δυσκολίες, συμπολίτες μας που θα αγωνιστούν και θα δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους υπάρχουν ακόμη περισσότεροι. Ηγέτες όμως που ψύχραιμα και σταθερά θα μας καθοδηγήσουν και θα μας οραματίσουν υπάρχουν;

Ιπποκράτης Δασκαλάκης
 Υποστράτηγος εα, Διευθυντής Μελετών ΕΛΙΣΜΕ.

25/1/2019


                 ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ               



1.
Νομίζουν ότι έβγαλαν το κεντρί του Μακεδονισμού!

Ανήκοντας στους ρεαλιστές, αλλά όχι στους πολύ ρεαλιστές, υποστήριζα, τον λογικό ελληνικό συμβιβασμό, τη σύνθετη δηλαδή ονομασία για λύση του Μακεδονικού προβλήματος. Με τη σύνθετη ονομασία να ορίζει καθαρά τον γεωγραφικό και μόνο χαρακτήρα του όρου Μακεδονία (erga omnes), μιας κι οι γείτονές μας, σλαβογενείς,  αλβανογενείς και ό,τι άλλο, κατοικούν (και) σε ένα κομμάτι του γεωγραφικού χώρου της Μακεδονίας. Λύση, όμως, χωρίς ιησουίτικες αμφισημίες, που, κατά βάθος, θα αναιρούν την καθαρότητα του γεωγραφικού προσδιορισμού.

Στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, ανησυχώντας για τα τεκταινόμενα, κυρίως γιατί ήταν έκδηλη η γεωπολιτικού χαρακτήρα «βούληση» των ευρω/δυτικών επικυρίαρχών μας, δημοσίευσα κείμενο με τον εύγλωττο τίτλο: «Το κεντρί του μακεδονισμού», θέλοντας να τονίσω το αυτονόητο, πως δηλαδή το μέγα επίδικο του «προβλήματος», ως γενετική του ρίζα, είναι το τοξικό ιδεολόγημα του «μακεδονισμού». Οπότε και ευθέως συνακόλουθη η ταύτιση της λύσης του, όχι του κλεισίματός του, με το να βγει αυτό το «κεντρί» απ΄τη ράχη μας. Έτσι ώστε να εκλείψουν οριστικά και οι παρενέργειές του, όχι μόνο στη δική μας ζωή αλλά και στη ζωή της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων.

Πολύ θα ήθελα, διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας τη Συμφωνία των Πρεσπών, να διαπίστωνα πως το «κεντρί» βγήκε κι ένα δύσκολο πρόβλημα επιτέλους λύθηκε. Χωρίς να αφήνονται ανοιχτές κερκόπορτες για να ξαναβρυκολακιάσει, αν και όποτε, σε μελλοντικούς αναδασμούς των Βαλκανίων. Δυστυχώς όμως, όσο κι αν ελαστικοποιήσω τα κριτήριά μου, το ζύγι των «υπέρ» και των «κατά», παρ’ ότι κάποια πράγματα δεν ζυγίζονται, μόνο θετικό δεν μου βγαίνει. Για να μην πω πως η ζυγαριά γυρίζει ανάποδα, όταν βάζω στο ζύγι τα περί «μακεδονικής ιθαγένειας» (άρθρο 1β) και «μακεδονικής γλώσσας» (άρθρο 1γ) των γειτόνων μας.

Γιατί, όσο κι αν συναναγνωστούν οι ρήτρες για τη γλώσσα και την ιθαγένεια και με τα υπαρκτά αντίβαρά τους, όπως τα δηλούμενα στο άρθρο 7, μόνο αν παραβιάζαμε τους κανόνες της κοινής λογικής θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε πως το «κεντρί» βγήκε απ’ τη ράχη μας και από την ευρύτερη περιοχή μας. Καθώς, όχι μόνο δεν βγήκε αλλά και νομιμοποιήθηκε για πρώτη φορά απ΄τους μόνους που, ως θύματα του σφετερισμού ταυτοτικών ιστορικών-πολιτιστικών μας στοιχείων, μπορούσαμε να νομιμοποιήσαμε τα «σφετερισμένα», όλα ή μέρος τους. Κάτι που πράξαμε, νομιμοποιώντας, μέσα από την αναγνώριση «μακεδονικής γλώσσας» και «μακεδονικής ιθαγένειας», τον εσώτερο πυρήνα του «ιδεολογήματος του μακεδονισμού», που είναι η «μακεδονική» εθνοτική του βάση.

Στρουθοκαμηλισμός

Με τον αντίλογο πως πουθενά στη Συμφωνία δεν αναγνωρίζεται «μακεδονική εθνότητα» να είναι στρουθοκαμηλισμός, όταν αναγνωρίζονται, με τη βούλα μας, τα δυο βασικά συνιστώντα την εθνότητα (και την ταυτότητα), η γλώσσα δηλαδή και η ιθαγένεια (κατά πως μας το ξεκαθάρισε, κατάμουτρά μας, ο Ζάεφ στις Πρέσπες, με το «Μακεδόνες, Έλληνες και Ευρωπαίοι»!).

Όπως, επίσης, είναι κάτι παραπάνω από προφάσεις εν αμαρτίαις η συνενοχική επίκληση, αμφιλεγόμενων εν πολλοίς , αμαρτωλών τετελεσμένων, υπαρκτών παραλείψεων και λαθών από προγενέστερους ιθύνοντες της χώρας μας. Που, όμως, σε καμιά περίπτωση δεν συνιστούσαν και ελληνική νομιμοποίηση των σκοπιανών σφετερισμών. Στην ίδια μάλιστα κατεύθυνση, κάποιοι έφτασαν, δια της παραναγνωστικής τακτικής, ακόμα και στον Παύλο Μελά, έλεος, όπως και στην Πηνελόπη Δέλτα, για να δικαιολογηθεί η δια της Συμφωνίας αναγνώριση «μακεδονικής γλώσσας». Που, εντέλει, σημαίνει πως η υποστηρικτική βάση της Συμφωνίας μόνο πειστική δεν είναι, μιας και νομιμοποιείται η γενετική ρίζα του Μακεδονικού προβλήματος, ο εσώτερος δηλαδή πυρήνας του «μακεδονισμού».

Όπως, επίσης, δεν θα μπορούσε να είναι πειστική και η εξόφθαλμα υποκριτική αντίθεση της νεοφιλελεύθερης ηγεσίας της ΝΔ. Η ηγεσία της, με προφανή κυνικό τακτικισμό ψηφοθηρικής αντιστοίχισης προς το λαϊκό αίσθημα, κινείται έξω κι απ’ τις νεοταξικές συντεταγμένες της πολιτικής της φιλοσοφίας και της κάθε άλλο παρά πατριωτικής της θεμελίωσης. Οπότε και με κάθε άλλο παρά στρατηγικό τον χαρακτήρα της αντίθεσής της όχι μόνο στη Συμφωνία, αλλά και στα άλλα ευρωδυτικά βαθύτερα (ομόρροπα πια!) της κυβερνητικής «τροχιάς».

Κακέκτυπος δικομματισμός

Έτσι που, τόσο η συνενοχική υποστήριξη όσο και η υποκριτική αντίθεση των δυο πόλων του (κακέκτυπου) νεο-δικομματισμού μας, πολύ περισσότερο η ίδια η Συμφωνία, να είναι αποκαλυπτικά δηλωτικές:
  • της «ανημπόριας» του πολιτικού μας συστήματος και της επικυριαρχούμενης χώρας μας (μετά και την αναδιπλωτική συριζική προσαρμογή).
  • της βαθιάς πολιτιστικής κρίσης, που αγγίζει το πολιτιστικό μας κύτταρο, και της συνολικότερης παρακμιακότητάς μας (με όλους τους δείκτες εθνικής δυναμικής…καθοδικούς).
  • των όλο και μειούμενων εθνικών μας αντοχών και αντιστάσεων, ιδίως αφότου απωλέσαμε, με τη χρεοκοπία, την εθνική μας αυτεξουσιότητα και μοιάζουμε να έχουμε αποδεχτεί, ως λαός και ως έθνος, την ήττα μας και τη μοίρα μας.

Με τις δυο νοσηρές άκρες του πολιτικού μας φάσματος, τον αγροίκο «μπαρμπαρουσισμό» της εθνο/φυλετικής τοξικότητας, από τη μια μεριά, και τον σοβαροφανή αντιεθνικισμό της νεοταξικής ατοπίας (όπου προστίθεται και ο αντιεξουσιαστικός μηδενισμός), απ’ την άλλη, να προσδίδουν τη δική τους γκρίζα διάσταση στην καλλιεργούμενη (ψευδώνυμη στα μείζονα) νεοδικομματική πόλωση. Καθώς, συν τοις άλλοις, ανακινούν και τον επικίνδυνο βυθό των διχαστικών μας παθών, προσθέτοντας πολλή αιθαλομίχλη στον έτσι κι αλλιώς μουντό εθνικό μας ορίζοντα.

Δίχως άφρονες ενοχοποιήσεις

Που σημαίνει πως, με παντελώς τραβηγμένη, μετά τις Πρέσπες, την κουρτίνα που έκρυβε τις κακοδαιμονίες μας, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε την κατάστασή μας και να σταθούμε με υψηλό αίσθημα ευθύνης μπροστά στα δεδομένα της εθνικής μας πραγματικότητας. Οπότε και να χαράξουμε, επιτέλους, κοινή εθνική γραμμή αντιμετώπισης όλων των μεγάλων μας προβλημάτων.

Με αυτονόητο πρώτο μας μέλημα την επιστροφή σε κλίμα πολιτικού πολιτισμού και νηφάλιου διαλόγου, χωρίς εκατέρωθεν εμπαθείς και άφρονες ενοχοποιήσεις. Όσο μεγάλες κι αν είναι οι διαφορές μας, εντός μάλιστα των ορίων της πιασμένης στη στρατηγική μέγγενη της ευρωδυτικής επικυριαρχίας εθνικής μας ζωής. Ενός διαλόγου που θα φωτίζει τόσο το πραγματικό βάθος των προβλημάτων μας όσο και το πραγματικό περιεχόμενο των διαφορών και των αντιθέσεών μας. Με πρώτο σ’ αυτή τη συγκυρία, λόγω Πρεσπών, το Μακεδονικό πρόβλημα.

Σε μια τέτοια κατεύθυνση νηφάλιου και ειλικρινούς διαλόγου για τη Συμφωνία των Πρεσπών: Αφενός δεν μπορούμε να υποβαθμίζουμε τα όποια θετικά της, όπως για παράδειγμα, τη σημαντική αλλαγή ονόματος της γείτονος χώρας, με αντιστοίχισή του στον μερικό γεωγραφικό της χώρο, ή τα του προαναφερθέντος άρθρου 7 και την επιστροφή της ιδιοποιημένης αρχαιομακεδονικής μας κληρονομιάς ως κρισίμου μέρους του συνολικότερου ιστορικού-πολιτιστικού της σφετερισμού. Αφετέρου, για να επανέλθουμε στο μέγα επίδικο, επίσης δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μας μπροστά στο ότι η γενετική ρίζα του, του προβλήματος, όπως υπερβαλλόντως τονίστηκε σε τούτο το κείμενο, δεν εξέλιπε.

Με βασανιστικά αιωρούμενο το ερώτημα (ρητορικό προφανώς!): Πώς γίνεται και γιατί, το μεν κράτος να ονομάζεται Βόρειος Μακεδονία κι η γλώσσα του όχι βορειομακεδονική, κατά ευθεία λογική συνέπεια, αλλά μακεδονική, όπως και η ιθαγένεια επίσης να μην είναι βορειομακεδονική αλλά μακεδονική; Αναπέμπουν με αυτήν την καθόλου αθώα σφετεριστική ιδιοποίηση, όχι στο γεωγραφικό μακεδονικό μέρος, αλλά στο μακεδονικό όλον; Και τι λέει, αλήθεια, επ’ αυτού ο «αξιότιμος» κύριος Νίμιτς, ως ο επί εικοσιπενταεντίαν εκλεκτός των νονών του νεότευκτου κράτους (και όχι μόνο!);

Ρεαλισμός, λογική και προσαρμοστικότητα

Παρ’ ότι θεωρώ, ας το πω καιροί που είναι, πως οι διαπραγματευτές μας και οι πολιτικοί τους προϊστάμενοι διεκδίκησαν το καλύτερο δυνατό, ζυγίζοντας προφανώς τα υπέρ και τα κατά της Συμφωνίας με τα μέτρα και τα σταθμά των ιεραρχήσεών τους, δεν μπορώ να συμφωνήσω με το ζύγι τους και να μη βλέπω τα απόνερα των Πρεσπών! Κι ούτε λόγος πως η πολιτική είναι για να λύνει προβλήματα. Να τα λύνει, όμως, και όχι να τα κλείνει. Όπως επίσης ούτε λόγος πως η πολιτική θέλει ρεαλισμό, θέλει λογική, ακόμα και προσαρμοστικότητα.

Όχι όμως πολύ «λογική», πολύ «ρεαλισμό» και πολύ «προσαρμοστικότητα». Που μας πάει στο γνωστό και δήθεν εκσυγχρονιστικό (προοδευτικοφανές ή και αριστεροφανές) ρεύμα σκέψης, που, από τη σημιτική ακόμη περίοδο, ως εν δυνάμει υποκατάστατο μιας νέας εθνικής πολιτικής: ήταν υπέρ του Σχεδίου Ανάν, χαιρέτιζε τους βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, ζητούσε, με νεοταξικό συμφυρμό μεταφυσικού διεθνισμού και κοσμοπολιτισμού, αναγνώριση των γειτόνων με το συνταγματικό τους όνομα, σκέτο δηλαδή «Μακεδονία», και άλλα τέτοια παρόμοια!

Ολοκληρώνοντας τούτο το κείμενο, θα αρκεστώ να τονίσω την ανάγκη χάραξης, έστω και τώρα, μακρόπνοης εθνικής στρατηγικής σε τροχιά ανάκτησης της χαμένης απ’ τη χρεοκοπία και εντεύθεν εθνικής μας αυτεξουσιότητας, που θα είναι, δεν γίνεται αλλιώς, και τροχιά ρήξης με όλες τις νοσηρότητες που έφεραν τη χρεοκοπία και παρατείνουν την άγονη διαχείρισή της. Εννοώ στρατηγική καθολικού πατριωτικού συναγερμού, που στοχεύει στο να νικήσουμε την εθνική ήττα μας και να βγούμε πραγματικά στην ανοιχτή δημοσιά της Ιστορίας μας, χωρίς τη «χανάκα»* της ευρωδυτικής επικυριαρχίας στο λαιμό μας.

Κι ούτε λόγος, όχι άλλες τέτοιες λύσεις στα εθνικά μας θέματα!-

⃰ Χανάκα: ξύλινο τρίγωνο, που το έβαζαν στο λαιμό οικόσιτων ζώων για να μην μπαίνουν στους περιφραγμένους κήπους (Βάρναλης: «Λευτεριά της χανάκας και του ξύλου…»).

Ο Λαοκράτης Βάσσης είναι δάσκαλος και νεοελληνιστής φιλόλογος. Είναι πρόεδρος της Εταιρείας Παιδείας και Πολιτισμού ΕΝΤΕΛΕΧΕΙΑ και επίτιμο μέλος του Δ.Σ. του ΚΕ.Θ.Ε.Α. Έχει διατελέσει μέλος του Ε.Σ.Ρ. Συγγραφέας της διαλογικής τριλογίας των «Ανοιχτών Συζητήσεων» (Μεταπολίτευση-ΠΑΣΟΚ-Αριστερά, Η Χρεοκοπία της Μεταπολίτευσης, Το Πολιτιστικό μας «Αλφαβητάρι»). Άλλα του βιβλία: Πολιτιστικά και άλλα, Αναζητήσεις Πολιτιστικής Πολιτικής και Το Πολιτιστικό Αντίδοτο στη Χρεοκοπία (υπό έκδοση).

 26/1/ 2019 


 2.
Η γεωπολιτική των Βαλκανίων και συνθήκη των Πρεσπών. 

Η γεωστρατηγική θέση της περιοχής ως το σταυροδρόμι τριών ηπείρων (Ασία, Ευρώπη, Αφρική), και δύο υψίστης γεωπολιτικής σημασίας θαλασσών (Εύξεινος Πόντος, Μεσόγειος), είχε σαν αποτέλεσμα τον συνεχή ανταγωνισμό των εμπλεκομένων δυνάμεων στην αέναη σύγκρουση Ανατολής – Δύσης. Εδώ συναντήθηκε και συγκρούστηκε ο περσικός επεκτατισμός με την Δύση (η μάχη του Μαραθώνα), καθώς και ο ελληνικός με τον ρωμαϊκό πολιτισμό για να επικρατήσει ο δεύτερος μόνο αφού κατέλαβε την Βαλκανική.

Από την βαλκανική χερσόνησο πέρασε ο Δυτικός επεκτατισμός μέσω των σταυροφοριών προς την Ανατολή. Η Βαλκανική ιστορικά μοιάζει με ένα κάστρο που ο καθένας το ήθελε για τους δικούς του λόγους. Η ύπαρξη του Βυζαντίου βόλευε την Δύση καθόσον ήταν ένας κυματοθραύστης στις ορδές της Ανατολής (Τούρκων, Αράβων και Περσών). Ταυτόχρονα λειτουργούσε και ως ασπίδα από τις βορειανατολικές εισβολές των σλαβικών φύλων αλλά και από τα βόρεια νορμανδικά φύλα.

Παρόλα τα παραπάνω όταν ο ανταγωνισμός μέσα στην Ευρώπη κορυφώθηκε για τον έλεγχο των εμπορευματικών οδών προς την Ανατολή, η Δύση δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει το Βυζάντιο ως ενδιάμεσο σκαλοπάτι προκειμένου να επιβάλουν τα γεωπολιτικά συμφέροντα τους, για τον έλεγχο των εμπορευματικών οδών.

Το όλο εγχείρημα, με μια δόση ισχυρού θρησκευτικού φονταμενταλισμού, είχε σαν αποτέλεσμα τις σταυροφορίες, όχι για την απελευθέρωση των Αγίων Τόπων αλλά για τον έλεγχο των εμπορευματικών οδών και μόνον. Οι σταυροφορίες με την σειρά τους είχαν σαν αποτέλεσμα την κατάρρευση του Βυζαντίου και στην συνέχεια την κατάληψη της βαλκανικής από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και να κινδυνέψει όλη η Ευρώπη όταν τα τουρκικά στρατεύματα έφτασαν έξω από την Βιέννη.

Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, με το ένα πόδι στην ανατολή και το άλλο στην δύση και κυρίως ως κάτοχος των Στενών, απέκτησε τεράστια δύναμη μόνο όταν κατέλαβε την βαλκανική. Η βαλκανική ως περιοχή της Rimland, θεωρείται στρατηγικό σημείο καθόσον απομονώνει την Ευρασία από την Μεσόγειο.

Από την εποχή του Τσάρου και ειδικότερα με την διαθήκη του Μεγάλου Πέτρου (για έξοδο στην θερμή θάλασσα), η Ρωσία προσπάθησε κατ’ επανάληψη την έξοδο της στον συγκεκριμένο χώρο, αλλά πάντα προσέκρουε στα δυτικά συμφέροντα που είχαν σφραγίσει γεωστρατηγικά την περιοχή, προκειμένου η Ευρασία να παραμείνει στο εσωτερικό της.



Ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα η Γερμανία και η Αυστροουγγαρία συμμαχούν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, προκειμένου μέσου της Βαλκανικής να επεκτείνουν τον ζωτικό τους χώρο προς την Μέση Ανατολή και την Ινδία.

Από την Βαλκανική ξεκίνησε ο Μεγάλος Πόλεμος. Όταν δολοφονήθηκε ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος στο Σαράγεβο, για να έχουμε στην συνέχεια ένα ντόμινο πολέμων που είχε σαν αποτέλεσμα την πρώτη φάση του Μεγάλου Πολέμου ή τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Κατά την δεύτερη φάση, ή τον Β΄ παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία θεώρησε απαραίτητη την κατάληψη της Βαλκανικής, προκειμένου να ενεργήσει στρατιωτικά στην Αφρική, αλλά και να έχει καλυμμένα τα νώτα της για την μεγάλη επίθεση που ετοίμαζε εναντίον της Ρωσίας.

Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης εδώ συγκρούστηκαν τα ενδοϊμπεριαλιστικά συμφέροντα της Γερμανίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρόλο που οι Γερμανοί ήταν οι πρώτοι αυτοί ξεκίνησαν τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας, εν τούτοις οι Ηνωμένες Πολιτείες την τελευταία στιγμή υφάρπαξαν την μεταπολεμική λεία των Βαλκανίων.

Εδώ παρουσιάζεται το παράδοξο φαινόμενο οι Ηνωμένες Πολιτείες να ερωτοτροπούν με το Ισλάμ και να δημιουργούν το μουσουλμανικό τόξο των Βαλκανίων από την Τουρκία μέχρι την Αλβανία, αποκόπτοντας τους ομόδοξους Έλληνες με τον ρωσικό λαό (γεωπολιτική των θρησκειών). Ο παραλογισμός και ο κυνισμός σε όλο το μεγαλείο του. Ενώ στην Ανατολή (Αφγανιστάν, Ιράκ, κλπ.), το ΝΑΤΟ πολεμά εναντίον του Ισλάμ στα Βαλκάνια δημιουργεί συμμαχίες με το Ισλάμ.

Η Γιουγκοσλαβία που ήταν ο τελευταίος παραδοσιακός σύμμαχος της Ρωσίας, έπρεπε να ματώσει και να διαμελιστεί για να επέλθει ο πλήρης απομονωτισμός της Ρωσίας στο εσωτερικό της Ευρασίας και το σφίξιμο του εξωτερικού δακτυλίου, δηλαδή της Rimland.

Μετά τον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας και την δημιουργία νέων κρατών στην περιοχή τα αμερικανικά συμφέροντα ήταν πιο εύκολο να επιτύχουν τους στόχους τους: Πρώτον, τον απομονωτισμό της Ευρασίας (δηλαδή της Heartland) και δεύτερον, την δημιουργία μιας σφήνας στο μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης, προκειμένου να αποτελεί ένα αποτρεπτικό παράγοντα αυτονόμησης της Ευρώπης από τα αμερικανικά συμφέροντα.

Η γεωστρατηγική αξία των Βαλκανίων στην μετα-Σοβιετική εποχή είναι αναβαθμισμένη και αυτό φαίνεται από την μετακίνηση των αμερικανικών βάσεων από την Βόρεια και Κεντρική Ευρώπη σε χώρες των Βαλκανίων. Έτσι αλλάζει η εστίαση του γεωπολιτικού ενδιαφέροντος των Ηνωμένων Πολιτειών από την Κεντρική Ευρώπη προς την περιοχή της Καυκάσου και της Μέσης Ανατολής, όπου εξελίσσεται το μέγα γεωπολιτικό παίγνιο των αγωγών. Εδώ στα Βαλκάνια δημιουργήθηκε το «εκτρωματικό τέρας» κράτος, του Κοσόβου, πέρα από κάθε έννοια διεθνούς δικαίου αλλά και διεθνών συνθηκών, περί μη αλλαγής των συνόρων.

Στο Κόσοβο των Βαλκανίων οι Αμερικανοί κατασκεύασαν την δεύτερη μεγαλύτερη πολεμική βάση του κόσμου Camp Bondsteel, η οποία φαίνεται ακόμη και από το διάστημα (αυτή και το σινικό τείχος). Σε έκταση 3.865 στρεμμάτων φιλοξενεί 9.000 Αμερικανούς στρατιωτικούς μαζί με τον βαρύ εξοπλισμό τους, σε απόσταση μόλις 150 χιλιόμετρα από την άτακτη «ενεργειακά» Ελλάδα, η οποία τόλμησε και λοξοκοίταξε προς την Ρωσία, με τον αγωγό Μπουργκάς Αλεξανδρούπολη και όλα αυτά προκειμένου να ελέγχουν τους αγωγούς της περιοχής και το εν εξελίξει γεωπολιτικό παίγνιο της Νότιας διαδρομής. Στην FYROM οι Ηνωμένες Πολιτείες, κατασκεύασαν την μεγαλύτερη αμερικανική πρεσβεία με πρότυπο σταθμός ηλεκτρονικής παρακολούθησης της CIA.

Τα Βαλκάνια είναι ο ενδιάμεσος κρίκος στον γεωστρατηγικό άξονα Καύκασος - Βαλκάνια - Μεσόγειος - Μέση Ανατολή. Σε αυτή την γραμμή θα δοθεί η μάχη της ενεργειακής εξάρτησης της Ευρώπης και ο γεωπολιτικός απομονωτισμός της Ρωσίας.

Μέσα σε αυτή την λογική οι ΗΠΑ πρωτοστατούν στην «σταθεροποίηση» της FYROM με την είσοδο της στο ΝΑΤΟ, προκειμένου να ελέγχουν την κεντρική Βαλκανική αλλά ταυτόχρονα να απομονώνουν την Γιουγκοσλαβία από την ομόδοξο και ορθόδοξη Ελλάδα, μιας και η Ελλάδα Γιουγκοσλαβία, δυνατόν να αποτελέσουν άξονα με απρόβλεπτες συνέπειες.

Έτσι λοιπόν αφού απέπεμψαν την κυβέρνηση Γκρουέφσκι, η οποία ήταν φίλα διακείμενη προς την Ρωσία, επέβαλαν την κυβέρνηση Ζάεφ η οποία ελέγχεται πλήρως από της ΗΠΑ.

Η FYROM όμως είναι λίαν ασταθής χώρα, ένεκα εσωτερικών προβλημάτων της αλλά και του ετερογενούς πληθυσμού της, και προκειμένου να σταθεροποιηθεί οι ΗΠΑ κρίνουν απαραίτητο την είσοδο της στο ΝΑΤΟ. Η ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ κατοχυρώνει τα γεωπολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή και ταυτόχρονα απομονώνει την Ευρασία στο εσωτερικό της.

Βεβαίως η υπογραφή της συνθήκης των Πρεσπών κατοχυρώνει μεν τα συμφέροντα των ΗΠΑ, αλλά έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το αίσθημα του ελληνικού λαού, αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες για τους μεγάλους. Εξάλλου στην Ελλάδα διαχρονικά πάντα υπάρχουν Έλληνες που λειτουργούν με βάση το ατομικό τους συμφέρον και όχι της πατρίδας.

Εξάλλου και ο Εφιάλτης Έλληνας ήταν.

Βιβλιογραφία: Γεωπολιτική Σκακιέρα, 
η Ελλάδα στο κέντρο των γεωστρατηγικών συγκρούσεων.
 Εκδόσεις Ηρόδοτος, Νίκος Καρατουλιώτης

 Νίκος Καρατουλιώτης ,
Υποστράτηγος ΕΑ

 27 Ιανουαρίου 2019 

Σκίτσο του ΠΑΝΟΥ

 3.
Κινδυνεύουμε να γίνουμε «Κούγκι» με τη συμφωνία των Πρεσπών. 

Αν προχωρήσουμε σε απελπισμένες κινήσεις να καταγγείλουμε τη συμφωνία κινδυνεύουμε να γίνουμε «Κούγκι» με μοναδικά θύματα εμάς τους ίδιους προειδοποίησε ο καθηγητής  Άγγελος  Συρίγος σε τηλεοπτική εκπομπή στο ΣΚΑΙ, αναφερόμενος στα σοβαρά προβλήματα που προκαλεί η συμφωνία των Πρεσπών.

Όπως σημείωσε ο καθηγητής, «το μείζον επετεύχθη για τα Σκόπια μπήκαν στο ΝΑΤΟ. Την επόμενη ημέρα των Πρεσπών θα υπάρξει διαμάχη για το αν θα επικρατήσει το «Βόρεια Μακεδονία» ή το «Μακεδονία»», ενώ πρόσθεσε ότι «επίσημα για την Ελλάδα η χώρα λέγεται βόρεια Μακεδονία, η γλώσσα λέγεται Μακεδονική και οι υπήκοοι λέγονται «Μακεδόνες / πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας».

Συμπλήρωσε ακόμα ότι «η εθνική μας ταυτότητα δεν ορίζεται από καμία διεθνή συμφωνία. Σε αυτή την περίπτωση τελειώνει η ενδιάμεση Συμφωνία και τα Σκόπια θα λέγονται Βόρεια Μακεδονία».

Εξηγώντας τι έπεται από δω και πέρα επισήμανε ότι «η συμφωνία είτε μας αρέσει, είτε δεν μας αρέσει - «προσωπικά δεν μου αρέσει», υπογράμμισε - αλλά υπάρχει ως κυρωμένη Συμφωνία και τις επόμενες εβδομάδες θα έχει και διεθνή ισχύ μετά και την ολοκλήρωση της διαδικασίας από τα Σκόπια. Σε αυτή την περίπτωση τελειώνει η ενδιάμεση συμφωνία. Παύει το κεκτημένο που έχουμε έως τώρα. Αυτό σημαίνει ότι τα Σκόπια θα λέγονται εφεξής Βόρεια Μακεδονία».

«Αν εμείς προχωρήσουμε σε απελπισμένες κινήσεις να καταγγείλουμε τη Συμφωνία κινδυνεύουμε να γίνουμε Κούγκι με μοναδικά θύματα εμάς τους ίδιους. Οι Σκοπιανοί θα μας παρακαλούν να βρούμε ένα τρόπο να τους απελευθερώσουμε από τη Συμφωνία. Έτσι ώστε να αλλάξουν ξανά το Σύνταγμα τους και να ονομάζονται «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Εκεί θα είναι η απόλυτη ήττα. Πρέπει να αποφύγουμε τέτοιες κινήσεις και σκέψεις», υπογράμμισε εκφράζοντας τις ανησυχίες του.

Άγγελος  Συρίγος 

27/1/2019

Σκίτσο του ΠΑΝΟΥ

 4.
Η Ελλάδα μετά τις Πρέσπες.

Παρά τις σκληρές αντιπαραθέσεις των κομμάτων και τον επώδυνο διχασμό της κοινωνίας, η συμφωνία των Πρεσπών υπερψηφίσθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων. Η διεθνής κοινότητα χαιρέτησε την κίνηση της Αθήνας, όπως είχε κάνει και με τις αλλαγές της ονομασίας και του συντάγματος από την πλευρά των Σκοπίων.

Η σύγκρουση στο εσωτερικό υπήρξε μετωπική. Συχνά έφθασε σε ακρότητες. Τα συλλαλητήρια ήταν πολλά. Η συμμετοχή του κόσμου μεγάλη. Και, φυσικά, δεν ήταν όλοι ακροδεξιοί και φασίστες. Πατριώτες ήταν. Οπως και οι άλλοι που δεν πήγαν. Αυτοί που ζύγισαν τα δεδομένα μέσα από το δικό τους πρίσμα και αποφάσισαν να ταχθούν υπέρ της συμφωνίας. Δεν υπάρχουν προδότες και πατριώτες. Ολοι πατριώτες είναι.

Ήταν σωστή και χρήσιμη σε αυτή συγκυρία η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη, στο συμπόσιο του Economist, ότι δεν θα έλεγε ποτέ κάποιον προδότη επειδή στηρίζει τη συμφωνία, ούτε θα υποστήριζε τη βία που ασκήθηκε τις τελευταίες ημέρες.

Για τους λίγους από εμάς που ζήσαμε από την αρχή αυτό το δράμα - το δύσκολο περιβάλλον που είχε να αντιμετωπίσει ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όταν προέκυψε το ζήτημα, και την αρχική διαμεσολάβηση του Σάιρους Βανς, μέχρι τις χαμένες ευκαιρίες που ακολούθησαν, και την τεράστια ζημιά όλων αυτών των ετών για τη χώρα - η συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί έναν έντιμο συμβιβασμό. Περιλαμβάνει παραχωρήσεις. Μερικές επώδυνες. Αλλά έτσι συμβαίνει με κάθε δύσκολη συμφωνία που είναι απόρροια σκληρών διαπραγματεύσεων, οι οποίες στη συγκεκριμένη περίπτωση διήρκεσαν σχεδόν τρεις δεκαετίες.

Ειπώθηκαν πολλά στη μακρά συζήτηση που διεξήχθη στη Βουλή. Ακούσθηκαν και ακρότητες, και υπερβολές, και διαστρεβλώσεις. Ισως πιο ενδιαφέρουσα ήταν η αντιπαράθεση δυο πρώην υπουργών Εξωτερικών, του Νίκου Κοτζιά και της Ντόρας Μπακογιάννη. Παρά την προσωπική αντιπάθεια, η «κόντρα» ήταν κυρίως πολιτική. Με επιχειρήματα. Και στοιχεία. Ο καθένας έβγαλε τα συμπεράσματά του.

Ο γράφων είχε επισημάνει από την πρώτη στιγμή ότι σε ένα τόσο ευαίσθητο εθνικό ζήτημα θα έπρεπε να είχε υπάρξει συνεννόηση Τσίπρα - Μητσοτάκη στο παρασκήνιο. Ο πρωθυπουργός επέλεξε το κομματικό όφελος. Στη συνέχεια, ήταν ατόπημα η δημοσιοποίηση απόρρητων εγγράφων του υπουργείου Εξωτερικών. Αλλά αυτά ανήκουν πλέον στο παρελθόν.

Τώρα, η Ελλάδα καλείται να διαχειρισθεί την επόμενη μέρα. Και όταν λέμε Ελλάδα εννοούμε όλους. Σήμερα πρωθυπουργός είναι ο Αλέξης Τσίπρας, αύριο μπορεί να είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Δεν χωρούν πλέον λαϊκισμοί, ούτε από τη μία ούτε από την άλλη πλευρά. Γιατί υπήρξαν και από τους δυο.

Εθνικός στόχος πρέπει να είναι πλέον η καλύτερη δυνατή σχέση με τον βόρειο γείτονά μας. Μια σχέση που μπορεί να αποβεί χρήσιμη για τη χώρα μας. Να εμβαθύνουμε τη φιλία και να αυξήσουμε την εμπορική και οικονομική συνεργασία μας. Και φυσικά να εξαργυρώσουμε διπλωματικά το γεγονός ότι για πρώτη φορά μετά από πολλές δεκαετίες είμαστε μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος.

Αυτά στο πολιτικό και το διπλωματικό πεδίο. Υπάρχει, όμως, και η κοινωνία. Οι απλοί άνθρωποι που διχάστηκαν σε αδικαιολόγητο βαθμό. Ο άλλος εθνικός στόχος είναι να επουλωθούν οι εσωτερικές πληγές. Δεν θα είναι εύκολο. Θέλει χρόνο, αλλά δεν έχουμε ως κοινωνία την πολυτέλεια να μην αρχίσουμε άμεσα. Και σε αυτό έχουν υποχρέωση να συμβάλουν όλοι: οι πολιτικοί, οι άνθρωποι του πνεύματος, αλλά και, κυρίως, εμείς τα μέσα ενημέρωσης.


26/1/2019




5.
Βάση δεινών για την Ελλάδα οι Πρέσπες.

Γεννήθηκε στη Λάρισα το 1955 και σε ηλικία 7 ετών ήρθε στην Αθήνα. Στην πρωτεύουσα η Μαρία Ευθυμίου σπούδασε Ιστορία στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πριν από τις μεταπτυχιακές σπουδές και το διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Από το 2006 έχει πραγματοποιήσει εκατοντάδες διαλέξεις σε όλη την Ελλάδα διδάσκοντας δωρεάν, επί χιλιάδες ώρες, σε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους παγκόσμια και ελληνική ιστορία. Σε αυτή τη διαδρομή η ιστορική της προσέγγιση κινείται, ενίοτε, μακριά από το κυρίαρχο «εθνικό αφήγημα» αναδεικνύοντας πτυχές της ελληνικής ιστορίας που εξηγούν τα τρέχοντα: την τάση μας, ως λαός, να επιλέγουμε τη διένεξη αντί της σύνθεσης· τη σχιζοφρενική σχέση εξάρτησης, θαυμασμού και μίσους με την Ευρώπη· την εμμονή μας σε κατασκευές και μύθους· τη διάθεσή μας να «γραπωθούμε» από την αρχαία μας Ιστορία ως σανίδα σωτηρίας έναντι ενός ολιγότερου λαμπερού παρόντος· την άρνησή μας να αυτοαναλυθούμε και να αλλάξουμε τα σημεία που μας κρατούν πίσω.

Εν μέσω των συλλαλητηρίων για το Μακεδονικό και της τοξικότητας της πολιτικής αντιπαράθεσης για τη συμφωνία των Πρεσπών, η αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών εμφανίστηκε επιφυλακτική στην ιδέα μιας «Σαββατιάτικης Συνάντησης». Οχι γιατί διστάζει να εκφράσει τις απόψεις της –το έχει πράξει πολλές φορές και χωρίς μισόλογα, ακόμη κι εάν θα ενοχλούσε κάποιους– αλλά για το γεγονός ότι άλλοι συνάδελφοί της, όπως λέει, είναι περισσότερο καταρτισμένοι και ειδικευμένοι στο συγκεκριμένο αντικείμενο. Και, επίσης, γιατί δεν επιθυμούσε να αποτελέσει η ίδια μέρος αυτής της εν εξελίξει αντιπαράθεσης. Ωστόσο, απάντησε ολιγόλογα και ήρεμα σε κάποιες ερωτήσεις μου.

H Μαρία Ευθυμίου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας 
στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. 

Σήμερα, στον ορυμαγδό εκατέρωθεν κατηγοριών για «εθνικιστές» και «εθνοπροδότες», την ερωτώ εάν θεωρεί ότι οι Ελληνες είναι ορθώς ενημερωμένοι και εάν εκείνη είναι ικανοποιημένη από το επίπεδο του δημοσίου διαλόγου για το θέμα. Εκτιμά ότι η συζήτηση για τις Πρέσπες πήρε τους τελευταίους μήνες ευρεία έκταση στην κοινωνία μας, «γιατί έγινε φανερό στον καθένα μας ότι θα είναι τελική, χωρίς αναστροφή, και, επομένως, ότι θα έπρεπε κανείς, ως πολίτης, να διαμορφώσει γνώμη». Ως προς την ουσία των επιχειρημάτων, ωστόσο, σημειώνει πως «η κυβερνώσα πλευρά, βεβαίως, προς κάλυψη της διπλωματικής της επιλογής, μετέφερε επιτηδείως, κατά κύριο λόγο, τη συζήτηση στο κατά τη γνώμη μου αναλογικά λιγότερο επικίνδυνο, το θέμα του ονόματος της γείτονος χώρας, προκειμένου να καλύψει το βαρύτερο, το θέμα της ταυτότητας ή και ιθαγένειας, εάν δηλαδή αυτή θα είναι απλή (“μακεδονική”) ή σύνθετη (με τα τρέχοντα δεδομένα: “βορειομακεδονική”)».

Στο ερώτημα εάν η εν λόγω συμφωνία αποτελεί ένα ακόμη κεφάλαιο διχασμού της ελληνικής κοινωνίας τόνισε: «Η συμφωνία των Πρεσπών, με τη “μακεδονική” ταυτότητα –ούτε καν “βορειομακεδονική”– που αποδίδει στη γείτονα, δημιουργεί τη βάση πιθανών δεινών επιπτώσεων για τη χώρα μας. Εφόσον αυτές εκδηλωθούν, η πάγια τάση μας για διχασμό, αλληλοϋπονόμευση και αλληλοσπαραγμό θα κάνει τα πράγματα ακόμα βαρύτερα, με ό,τι αυτό θα σημαίνει».

Επισημαίνω ότι οι υποστηρικτές της συμφωνίας επιχειρηματολογούν πως στο διεθνές δίκαιο δεν μπορούν να τεθούν ζητήματα εθνικού αυτοπροσδιορισμού και αυτοδιάθεσης. Ισχυρίζονται, δηλαδή, ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αποτρέψει κάποιους από το να αυτοπροσδιορίζονται ως «Μακεδόνες». Απαντά: «Εδώ και πολλούς αιώνες ο όρος “Μακεδονία” χρησιμοποιείται για μια ασαφή ευρεία γεωγραφική περιοχή της νότιας Βαλκανικής. Αρα, με τα σύνορα εθνικών κρατών που έχουν διαμορφωθεί κατά τον 19ο, 20ό και 21ο αιώνα στα Βαλκάνια, δεν θα μπορούσε κάποιος να κατοχυρώσει ότι μόνον αυτός δικαιούται να κατέχει, με κάποιον τρόπο, τον γεωγραφικό αυτόν όρο. Οι κάτοικοι της ΠΓΔΜ διεκδικούν από μακρού όνομα που να εμπεριέχει τον όρο “Μακεδονία”. Με βάση τις τελευταίες διπλωματικές εξελίξεις μεταξύ των δύο χωρών, αυτός θα ήταν: “Βόρεια Μακεδονία” και οι κάτοικοί της “Βορειομακεδόνες” –αν και πίστευα και πιστεύω ότι σαφώς θα ήταν καλύτερος, από κάθε άποψη, ο όρος “Νέα Μακεδονία” που είχε σχεδόν γίνει αποδεκτός στο πρόσφατο παρελθόν». Και προσθέτει: «Η Ελλάδα, πάντως, περιλαμβάνει στα εθνικά της σύνορα το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής περιοχής της “Μακεδονίας” και είναι εκείνη που έχει την άμεση σχέση με τη βαθύτερη πολιτισμική ιστορία της περιοχής αυτής καθώς οι αρχαίοι Μακεδόνες ήσαν βόρειο ελληνικό φύλο, με ελληνικό όνομα (“μακεδνός”=ψηλός) και γλώσσα. Δεν αναλογεί, δηλαδή, καθόλου αποκλειστικά στους κατοίκους της ΠΓΔΜ η “μακεδονική ταυτότητα” όπως τους παραχωρήθηκε από εμάς στη συμφωνία των Πρεσπών, καθώς μακεδονική ταυτότητα εμπεριέχεται αυτονοήτως στη γενικότερη ελληνική ταυτότητα, και, μάλιστα, με πολιτισμική ιστορική ρίζα χιλιάδων ετών. Η “Βορειομακεδονική” –εφόσον έχει συμφωνηθεί το “Βόρεια Μακεδονία”– θα ήταν η αναλογούσα για τους κατοίκους της χώρας αυτής».

Μητέρα δύο ανδρών και γιαγιά, η Μαρία Ευθυμίου μπορεί να εκπέμπει μία σχεδόν μητρική στάση προς τον συνομιλητή της, αλλά δεν διστάζει να εκφράσει απαισιόδοξες εκτιμήσεις για το παρόν και, εξ αυτού, και για το μέλλον της χώρας. Δεν είναι τυχαίο ότι έχει στο παρελθόν πει ότι οι Eλληνες «έχουμε εθιστεί να είμαστε μωρά. Περιμένουμε να μας νταντεύουν...». Την ερωτώ εάν αυτή η εκτίμησή της, που επιβεβαιώθηκε στη διαχείριση της οικονομικής κρίσης, ισχύει και για τη στάση μας στα εθνικά θέματα. «Ισχύει στο σύνολο της διαχείρισης των θεμάτων μας εκ μέρους μας. Με σχιζοφρενικές συχνά εκδηλώσεις. Αυτό, π.χ., αποδείχθηκε καθαρά στο δημοψήφισμα του “Ναι’” ή “Oχι”, προ τετραετίας περίπου, όταν οι ψηφίσαντες “Oχι” αποδέχθηκαν, μέσα σε μια ημέρα, αγόγγυστα και μάλλον με ανακούφιση, τη μετατροπή του σε “Ναι”», μου επισημαίνει. «Και τούτο γιατί είμαστε, από τη γέννηση του εθνικού μας κράτους τον 19ο αιώνα, συνδεδεμένοι με χίλια νήματα με τη Δύση, από την οποία προσδοκούμε με συμπεριφορά κακομαθημένου παιδιού, απαιτώντας το και καθυβρίζοντάς την, να δίνει εκείνη –και όχι εμείς– κάθε φορά λύση στα αδιέξοδά μας. Οι βάσεις των στάσεων και νοοτροπιών μας βρίσκονται ήδη στην Επανάσταση του 1821. Και συνεχίζονται αδιάλειπτα».


26/1/2019


Σκίτσο του Κ. ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ

 6.
Βούλγαρος πρόεδρος Ρ. Ράντεφ: «Δεν υπάρχει “Βόρεια Μακεδονία” 
– Δεν υπάρχει “μακεδονική” γλώσσα».

H Βουλγαρία, τελικά εξελίσσεται (ή μπορεί να εξελιχθεί αφού φαίνεται ότι υπάρχει έντονος διχασμός) σε αστάθμητο παράγοντα γα το Σκοπιανό και την συμφωνία εκχώρησης της Μακεδονίας που υπέγραψε στην Πρέσπες ο Α.Τσίπρας με τον ομόλογό του των Σκοπίων Σ.Ζάεφ τον περασμένο Ιούνιο.

Για πρώτη φορά ο πρόεδρος της Βουλγαρίας, Ρούμεν Ράντεφ, τοποθετήθηκε με σαφήνεια κατά της συμφωνίας και επέκρινε τον πρωθυπουργό Μ. Μπορίσοφ (και θεωρούμενο ως «άνθρωπο των ΗΠΑ») που εκφράστηκε θετικά γι αυτήν.



Ο Βούλγαρος πρόεδρος δήλωσε συγκεκριμένα ότι:

«Οι δραστηριότητες της βουλγαρικής κυβέρνησης σχετικά με την ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, προχωρούν πάρα πολύ γρήγορα και εις βάρος της χώρα μου. Τα προβλήματα τα οποία έχουν δημιουργηθεί εδώ και αιώνες, ίσως είναι δύσκολο να επιλυθούν μέσα σε έξι μήνες. Η ταχύτητα με την οποία η κυβέρνηση υπέγραψε τη συμφωνία για τις σχέσεις καλής γειτονίας με την πΓΔΜ χωρίς να μιλήσει με την Ελλάδα και χωρίς εσωτερική συναίνεση είναι ανεξήγητες». Και κατέληξε ότι «Ως πρόεδρος της Βουλγαρίας δεν συμφωνώ με το όνομα “Βόρεια Μακεδονία”. Δεν υπάρχει τέτοια χώρα. Αυτό το όνομα δεν μπορεί να ισχύσει. Και δεν μπορούμε να δεχθούμε ότι υπάρχει “μακεδονική γλώσσα”. Αυτό είναι ότι χειρότερo για την σταθερότητα στα Βαλκάνια».

Είχε προηγηθεί – δύο φορές – ανάλογη δήλωση του Βούλγαρου αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού Αμυνας, Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ στο ίδιο ακριβώς πνεύμα, λέγοντας ότι η Βουλγαρία θα προβάλει βέτο για να αναγνωριστεί ως «επίσημη γλώσσα» στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ η «μακεδονική»… Και εξήγησε ότι:

«Ο όρος Βόρεια Μακεδονία αποτελεί γεωγραφική ονομασία, που περιλαμβάνει εδάφη της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, και αύριο μπορεί ο κ. Ζάεφ να θέλει να ορίσει παρόμοια βουλγαρική διάλεκτο ως επίσημη ξένη γλώσσα. Κάτι τέτοιο είναι απαράδεκτο και προκλητικό. Η “ιστορία της Μακεδονίας” που προβάλλει ο πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ δεν ίσχυε έως το 1944 και γι αυτό τον λόγο του ζητήσαμε να υπογραφεί μεταξύ μας συνθήκη καλής γειτονίας, την οποία όμως δεν δέχεται. Εάν αρνηθούν, δεν θα έχουν την υποστήριξή μας προς το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Δεν θα επιτρέψω κανένα συμβιβασμό με την ιστορία μας», κατέληξε ο Βούλγαρος αναπληρωτής πρωθυπουργός και υπουργός Αμυνας Κ.Καρακατσάνοφ

https://www.newsone.gr/ellada/voulgaros-proedros-r-rantef
-den-yparchi-voria-makedonia-den-yparchi-makedoniki-glossa/
26/1/2019




OLEKSII LISKONIH VIA GETTY IMAGES

7.
Μπορεί η Ρωσία να σταματήσει την… μετονομασία του Βόρειου Γείτονά μας; Είναι η Ρωσία διατεθειμένη να προχωρήσει σε μία ακόμα σύγκρουση με την Δύση; 

Η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από τα κοινοβούλια της πΓΔΜ και της Ελλάδας έδωσε νέα ένταση στο Μακεδονικό ζήτημα. Τα Δυτικά Μέσα σχολιάζουν θετικά τόσο την ίδια την Συμφωνία όσο και την κύρωση της, ενώ ξένοι πολιτικοί παράγοντες δηλώνουν ικανοποιημένοι για την ειρηνική διευθέτηση ενός σοβαρού διμερούς βαλκανικού ζητήματος. Πιστεύουν, ότι η ειρηνική αυτή επίλυση θα φέρει σταθερότητα στην περιοχή, παρά την αρνητική στάση της πλειοψηφίας των πολιτών και στις δύο χώρες. Ωστόσο, υπάρχουν δύο δυνάμεις οι οποίες αγωνίζονται για να ακυρωθεί η Συμφωνία των Πρεσπών, ώστε να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Αυτές οι δυνάμεις είναι η Τουρκία και η Ρωσία.

Η ισχυρότερη από τις δύο είναι η Ρωσία, η στάση της οποίας στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι γνωστή. Δεν θέλει την λύση του ονοματολογικού, καθώς πιστεύει πως αυτή θα φέρει την μόνιμη πολιτική και στρατιωτική παρουσία/επέκταση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην βαλκανική χερσόνησο.

Πράγματι, εάν αυτό συμβεί, θα περιοριστεί πολύ η δυνατότητα άσκησης καθοριστικής επιρροής της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής στα Βαλκάνια, ιδίως στα Δυτικά Βαλκάνια, μετά την είσοδο της «Βόρειας Μακεδονίας» στην Βορειοατλαντική Συμμαχία.

Εξίσου γνωστή είναι και η (αποτυχημένη) παρέμβαση του ρωσικού παράγοντα σε Ελλάδα και πΓΔΜ, ώστε να δημιουργήσει κωλύματα, αρχικά στην  Διαπραγμάτευση και στην συνέχεια στην κύρωση της Συμφωνίας. Στα Σκόπια, οι Ρώσοι υποστήριξαν τους εθνικιστές του VMRO-DPMNE και τον Πρόεδρο Ίβανοφ τονίζοντας ότι η Συμφωνία πλήττει τον «μακεδονισμό» του λαού της πΓΔΜ! Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα οι Ρώσοι στήριξαν – είτε έμμεσα, είτε άμεσα - τις συντονισμένες δράσεις και πρωτοβουλίες παραγόντων που αντιτίθενται στην παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας, δηλαδή των παμμακεδονικών οργανώσεων, εκκλησιαστικών παραγόντων και λοιπών μορφωμάτων που ασκούν πολιτική επιρροή. Όμως, παρά τις προσπάθειες των Ρώσων, η Συμφωνία των Πρεσπών υπεγράφη και κυρώθηκε από τα κοινοβούλια των δύο Μερών, καθιστώντας το συνταγματικό όνομα του βόρειου γείτονά μας ως «Βόρειας Μακεδονίας» οριστικά και αμετάκλητα.

Η λύση του ονοματολογικού θα φέρει με την σειρά της και την οριστική είσοδο της «Βόρειας Μακεδονίας» στο ΝΑΤΟ, χωρίς , ωστόσο, να είναι βέβαιο το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας. Έτσι, σύμφωνα με την Δύση, εξασφαλίζεται η σταθερότητα στην περιοχή, αφού η Ρωσία θεωρείται εκεί παράγοντας αστάθειας. Επίσης, εξασφαλίζεται η ανάπτυξη των Βαλκανίων, η ειρήνη σε μια περιοχή που από το 1990 γνωρίζει την έξαρση του εθνικισμού και του αλυτρωτισμού, αλλά λαμβάνεται υπόψη και η ενεργειακή ασφάλεια της περιοχής, καθώς και ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου.

Εντούτοις, η Ρωσία δεν είναι μια δύναμη που εύκολα αποδέχεται την ήττα της, ιδίως στα Βαλκάνια, όπου παραδοσιακά ασκούσε επιρροή. Ακόμα και μετά την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από την ελληνική Βουλή, η Ρωσία έχει δύο επιλογές με τις οποίες πιστεύει, όπως φαίνεται, ότι μπορεί να σταματήσει την εφαρμογή των συμφωνηθέντων.

Πρώτον,η Ρωσία έχει την δυνατότητα να μην αναγνωρίσει τυπικώς την «Βόρεια Μακεδονία», προτρέποντας τους στενούς συμμάχους της να πράξουν το ίδιο. Αυτό θα δημιουργήσει αρκετά προβλήματα, αλλά όχι καθοριστικά από την στιγμή που σημαντικά κράτη όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γερμανία, καθώς και η υπόλοιπη Ε.Ε (αλλά και γιγαντιαίες χώρες του κόσμου όπως η Κίνα και η Ινδία) θα έχουν αναγνωρίσει τη νέα ονομασία και με αυτήν θα έχουν σχέσεις με το γειτονικό μας κράτος.

Δεύτερον, η Ρωσία, εκμεταλλευόμενη την θέση που έχει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ως μόνιμο μέλος μπορεί, να προσφύγει στο όργανο αυτό, να ασκήσει βέτο και να εμποδίσει την αναγνώριση της πΓΔΜ ως «Βόρειας Μακεδονίας» από τον ανώτατο διεθνή οργανισμό. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει πραγματικό πρόβλημα, διότι ο ΟΗΕ είναι ο πλέον αρμόδιος οργανισμός για την διεθνή αναγνώριση των κρατών, είναι δε γνωστό ότι η Ρωσία χρησιμοποιεί την απειλή του βέτο – το έχει πράξει και στο παρελθόν.

Είναι όμως αρμόδιο το Γενικό Συμβούλιο να εγκρίνει την Συμφωνία των Πρεσπών;Η απάντηση είναι αρνητική, καθώς η Συμφωνία έχει συνομολογηθεί μεταξύ δύο κυρίαρχων κρατών και το μόνο που χρειάζεται είναι η προβλεπόμενη ενημέρωση του Γενικού Γραμματέα και η πρωτοκόλληση του κειμένου στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών, μόλις η συμφωνία τεθεί σε εφαρμογή. Εξάλλου, το ίδιο το κείμενο που υπεγράφη, στις τελικές διατάξεις του (Άρθρο 20, παρ. 6 και 10) δεν κάνει αναφορά στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, πιθανώς θεωρώντας την ρωσική αντίδραση ως άκρως αναμενόμενη.Η Ρωσία, ωστόσο, επικαλείται την παράγραφο 3 του Ψηφίσματος 845 του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1993, σύμφωνα με την οποία τα αποτελέσματα των συνομιλιών μεταξύ Σκοπίων και Αθηνών θα κριθούν από το ίδιο το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Πράγματι, με το ψήφισμα 845 δίνεται εντολή στον Γενικό Γραμματέα και εκείθεν στον ειδικό του απεσταλμένο Μάθιου Νίμιτς να μεσολαβήσει στις συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και πΓΔΜ και να επανέλθει στο Συμβούλιο με την εκπλήρωση της εντολής. Η διαπραγμάτευση, όμως, που οδήγησε στην Συμφωνία των Πρεσπών δεν έγινε με την διαμεσολάβηση του Μ. Νίμιτς αλλά με την «διευκόλυνση» των συνομιλιών από αυτόν. Γι’αυτό άλλωστε ο Νίμιτς υπέγραψε ως μάρτυρας την Συμφωνία. Άρα η Συμφωνία είναι διμερής και δεν έγινε με την ειδική διαμεσολάβηση του ΟΗΕ.

Εν κατακλείδι, γεννιέται το εύλογο ερώτημα: είναι η Ρωσία διατεθειμένη να προχωρήσει σε μία ακόμα σύγκρουση με την Δύση και να διαθέσει σημαντικό κεφάλαιο για τα Βαλκάνια; Αν και η Ρωσία ιστορικά είχε έντονη παρουσία στα Βαλκάνια, αυτή έχει μειωθεί σημαντικά κατά τον 21ο αιώνα. Τα περισσότερα βαλκανικά κράτη έχουν ενταχθεί στους ευρω-ατλαντικούς θεσμούς, με αποκορύφωμα την είσοδο του Μαυροβουνίου στο ΝΑΤΟ το 2017 παρά τις έντονες προσπάθειες της Ρωσίας να αποτρέψει την εξέλιξη αυτή. Ακόμα και η Σερβία, ο στενότερος σύμμαχος της Ρωσίας στην περιοχή, τα τελευταία χρόνια επιδιώκει την βελτίωση των σχέσεων με τα γειτονικά της κράτη με απώτερο σκοπό την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επομένως, δεν είναι βέβαιον ότι η Ρωσία θα φέρει την Συμφωνία στο Συμβούλιο Ασφαλείας (αν τελικά μπορεί να το κάνει), γιατί αυτό θα επιδεινώσει τις ήδη τεταμένες σχέσεις της με την Δύση. Από την άλλη, η Ρωσία επιθυμεί να διατηρήσει την παρουσία της στα Βαλκάνια και να εξυπηρετεί τα στρατηγικά της συμφέροντα στην περιοχή. Είδαμε λοιπόν, τόσο τις επιδιώξεις όσο και τις μεθοδεύσεις της Ρωσίας στην συγκεκριμένη περιοχή με αφορμή την Συμφωνία των Πρεσπών. Με ενδιαφέρον αναμένουμε την περαιτέρω εξέλιξη του διμερούς μας θέματος, καθώς και τις κινήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων στα Βαλκάνια. Και είναι βέβαιον, ότι οι κινήσεις ειδικότερα της Ρωσίας θα μας απασχολήσουν και πάλι σύντομα…

Τζώρτζ Μενεσιάν
Απόφοιτος του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών 
του Παντείου Παν/μιου.Δόκιμος ερευνητής στο Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων.

https://www.huffingtonpost.gr/entry/mporei-e-rosia-na-stamatesei-ten-metonomasia-toe-voreioe-yeitona-mas_gr_5c47226ae4b0a8dbe17507c6?utm_hp_ref=gr-homepage&fbclid=IwAR04w1Ry1K_6JS7n3i1MAKxyf43uj04R5dWUkjsdFx6HAhd3ZR8mCAT657g
26/01/2019  
Σκίτσο του Η.ΜΑΚΡΗ


Σκίτσο του Η.ΜΑΚΡΗ

8.
Συμφωνία των Πρεσπών... Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα.
  
Η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τους συνεργάτες της, με την αντίθετη γνώμη της μείζονος αντιπολίτευσης, καθώς και μεγάλης μερίδας της ελληνικής κοινής γνώμης και σίγουρα της πλειοψηφίας των πολιτών της Β. Ελλάδας δημιουργεί πληθώρα εμπροσθοβαρών προβλημάτων που θα αντιμετωπίσει η Ελλάδα στο εξής, για την επίλυσης και διευθέτηση των οποίων, πολύ δύσκολα θα εξασφαλίσει πρόθυμους συμμάχους.

Καθώς η εικόνα πλέον ξεκαθαρίζει, ουδείς μπορεί να έχει αμφιβολία ότι κινητήριος δύναμη για την fast track επίλυση του θέματος των Σκοπίων μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο ήταν και παραμένει η Ουάσινγκτον του κ Τραμπ.

Η αμερικανική κυβέρνηση, από την πρώτη συνάντηση Τραμπ -Τσίπρα είχε ξεκαθαρίσει στην Αθήνα, ότι η αμερικανική αμυντική διπλωματία επείγεται για την άμεση λύση αυτού του διμερούς προβλήματος στα Βαλκάνια, ώστε τα Σκόπια να καταστούν ταχέως και εκ του ασφαλούς πλήρες μέλος του ΝΑΤΟ.

Και τούτο γιατί η Ουάσιγκτων δεν είχε ιδιαίτερες ευαισθησίες για την τύχη των κατοίκων της ΠΓΔΜ και «τον ρωσσικό κίνδυνο «που θα αντιμετώπιζαν, αλλά γιατί επειγόταν να εξασφαλίσει  σταθερό, πρόσθετο νατοϊκό έδαφος, ώστε να μπορέσουν οι ΗΠΑ να προχωρήσουν άμεσα στην αναδιάταξη των στρατιωτικών αεροπορικών δυνάμεων τους στην Ευρώπη: Δηλαδή, να «ξηλωθεί» σταδιακώς η μεγάλη αεροπορική βάση του Ραμστάιν, σε γερμανικό έδαφος, (κατάλοιπο πλέον του ξεπερασμένου κατά την θεωρία Τραμπ σχεδιασμού «αμερικανικής προστασίας «της Ευρώπης από την τότε ΕΣΣΔ) και να μεταφερθεί στο «φρέσκο» νατοϊκό έδαφος των Σκοπίων ο μεγαλύτερος όγκος των αμερικανικών δυνάμεων με νατοϊκό καπέλο στην Ευρώπη- «ένα τσιγάρο δρόμος» από την θηριώδη αμερικανική βάση Bondsteel στο Κόσσοβο, που αυτή την στιγμή υπολειτουργεί.

Η ΝΑΤΟποίηση των Σκοπίων ήταν απαραίτητο πρώτο βήμα, διότι διαφορετικά, μια σκέτη αμερικανική στρατιωτική παρουσία στα Σκόπια, θα προκαλούσε ευλόγως την άμεση ρωσσική στρατιωτική παρουσία, κάπου στα Βαλκάνια.

Η κυβέρνηση Τσίπρα αγκάλιασε μονομιάς την αμερικανική επιθυμία  και ενεπλάκη , χωρίς καμμια προηγούμενη προετοιμασία στην fast track  εκ των προτέρων «νικηφόρα» διαπραγμάτευση, υπό την αυστηρή και σκληρή εποπτεία του κ Νίμιτς. (σς υπενθυμίζεται ότι όταν κάποια στιγμή στη διαπραγμάτευση βγήκε προς τα έξω το θέμα της γλώσσας και του όρου identity ο κ Νίμιτς την έκοψε μαχαίρι και κανείς δεν ξαναμίλησε γι’ αυτά, παρα μόνο στο παραπέντε και αφού βεβαίως η Αθήνα έβαλε οριστικώς και αμετακλήτως τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ τον περασμένο Ιούλιο.

Η κυβέρνηση Τσίπρα- ΑΝΕΛ εξετέλεσαν στο ακέραιο την «αποστολή» που τους είχε αναθέσει η Ουάσιγκτων, χωρίς προηγουμένως κανείς από ελληνικής πλευράς, ούτε από την συμπολίτευση ούτε και από την αντιπολίτευση (με εξαίρεση την πάγια και ολοκληρωτική αντίθεση του ΚΚΕ στο ΝΑΤΟ) να σκεφθούν, να διατυπώσουν  και να διαπραγματευθούν προηγουμένως με τους Νατοϊκούς εταίρους, διάφορα οφέλη και δεσμεύσεις της Συμμαχίας -πλέον- απέναντι στην Αθήνα, αν αυτή επρόκειτο να κάνει ένα τόσο μεγάλο βήμα και να ανοίξει την πόρτα του ΝΑΤΟ στα Σκόπια χωρίς να έχει διασφαλίσει απολύτως τον όρο erga omnes.

Την στιγμή μάλιστα, που υπάρχουν πολλά και σοβαρά ανοιχτά ζητήματα μεταξύ Ελλάδας και ΝΑΤΟ, λόγω της συγκεκριμένης εχθρικής πολιτικής της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα , την οποία ενστερνίζεται το ΝΑΤΟ.

Για παράδειγμα θα ήταν απολύτως συμβατό και με την ..νατοϊκή διπλωματική παράδοση, να απαιτήσει η Ελλάδα την κατάργηση της διαταγής του SACEUR από τον Αύγουστο του 2006, σύμφωνα την οποία το ΝΑΤΟ απαγορεύει σε όλα τα στρατιωτικά αεροσκάφη  να  προσεγγίζουν 19 ελληνικά νησιά του Αν. Αιγαίου εγγύτερα των 6νμ, στερώντας έτσι τυπικά ουσιαστικά και νομικά  την ελληνική κυριαρχία στα νησιά αυτά, που φαίνονται πλέον ως... ξένο κράτος.

(Στο κάτω κάτω της γραφής η Αθήνα δεν είχε παρά να ακολουθήσει ..το παράδειγμα της Τουρκίας το 2010, όταν συζητείτο η έγκριση του «Νέου Δόγματος του ΝΑΤΟ». Τότε, ο Τούρκος πρόεδρος Γκιουλ απείλησε την Συμμαχία να μπλοκάρει το «Νέο Δόγμα» αν το ΝΑΤΟ δεν έσβηνε το Ιράν από τον κατάλογο των χωρών που συνιστούν απειλή κατά της Δύσης.  Η Τουρκία τότε πέτυχε τον σκοπό της..)

Ουδείς όμως στην κυβέρνηση Τσίπρα ΑΝΕΛ διανοήθηκε μια τέτοια εθνική διαπραγμάτευση διότι ο στόχος – της πρώτης φορά αριστερής κυβέρνησης-ήταν και παραμένει  η «καλή σχέση» με την Ουάσιγκτων, η οποία ακόμα και τώρα υπόσχεται «την βοήθεια της», αν έρθουν τα προεκλογικά «δύσκολα». Φυσικά ούτε πέρασε καν και από το μυαλό της μείζονος αντιπολίτευσης , που κατά τα άλλα δηλώνει «υπερατλαντική» βρέξει- χιονίσει..

Ουδείς ακόμα μπορεί να παραβλέπει και τις κινήσεις Ερντογάν απέναντι  στο ελληνο-σκοπιανό πρόβλημα.

Δεν ήταν καθόλου τυχαία η δήλωση Ερντoγάν, πέρσι  μια ημέρα μετά το συλλαλητήριο της Αθήνας,  ότι οι δεσμοί μεταξύ της Τουρκίας και της «Μακεδονίας» είναι αδελφικοί και ότι η Άγκυρα δεν πρόκειται να αφήσει ποτέ μόνα τους τα Σκόπια. Ούτε μπορεί να παραβλεφθεί τώρα η πρώτη επίσκεψη του Σκοπιανού ΥΠΕΞ στην Άγκυρα , μια μέρα μετα την λήξη της διαδικασίας συνταγματικής αλλαγής στα Σκόπια, με την Άγκυρα να υπενθυμίζει ότι αυτή ήταν η πρώτη που αναγνώρισε τη «Μακεδονία»..

Με άλλα λόγια αυτό σημαίνει ότι η  Άγκυρα σπεύδει από τώρα να εξασφαλίσει έναν ακόμα πιστό σύμμαχο της μέσα στο νατοϊκό περιβάλλον εναντίον της Ελλάδας. Καθιστώντας ακόμα δυσκολότερη – δηλαδή αδύνατη -την εξυπηρέτηση αμιγών ελληνικών εθνικών συμφερόντων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Διότι στα θέματα που απαιτούν απόφαση δια πλειοψηφίας, η Ελλάδα θα είναι μονίμως χαμένη απέναντι στο τόξο Άγκυρας -Τιράνων- Σκοπίων , δηλαδή απέναντι σε εχθούς μεταμφιεσμένους σε συμμάχους, που όλοι έχουν βλέψεις σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας.

Υποτίθεται ακόμα ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεσμεύει πάραυτα την κυβέρνηση των Σκοπίων να αιτηθεί επισήμως  την αλλαγή του ονόματος και την επισημοποίηση της νέας ονομασίας σε όλους τους διεθνείς οργανισμούς και διεθνή fora.  Κινήσεις αυτές, που θα βραδύνουν στο μέλλον αφού δεν υπάρχει ουσιαστικά πλέον κανένα απολύτως εργαλείο πίεσης των Σκοπίων.

Υλικό άλλωστε για τα νέα ανέκδοτα που θα δημιουργηθούν από «τις πιέσεις» της Αθήνας πάνω στη Βόρεια Μακεδονία να τηρήσει τις δεσμεύσεις της, είναι, από τώρα και η υπόθεση του αεροδρομίου των Σκοπίων «Μέγας Αλέξανδρος».

Στη συνάντηση τους το καλοκαίρι, ο ίδιος ο κ Ζάεφ είχε υποσχεθεί «στον αδελφό» Τσίπρα  ότι θα αλλάξει αμέσως το όνομα του α εροδρομίου σε ένδειξη καλής θέλησης  και εμπιστοσύνης. 

Ο άπειρος και άμαθος κ Τσίπρας αγκάλιασε ενθουσιωδώς αυτή την εξαγγελία , υποσχόμενος και αυτός πληθωρικά με τη σειρά του ότι θα ψηφίσει το ταχύτερο δυνατόν στην ελληνική Βουλή τη δεύτερη φάση προετοιμασίας των Σκοπίων  για την ΕΕ. Χωρίς καν να περιμένει το επίσημο αίτημα των Σκοπίων στον ICAO για αλλαγή της ονομασίας του αεροδρομίου, χωρίς την οποία , η σκοπιανή δέσμευση είναι απλώς αέρας κοπανιστός.

 Και έχει παραμείνει μέχρι στιγμής αέρας κοπανιστός.

Αυτό αποδεικνύεται κι εκ του γεγονότος ότι το 1992 η κυβέρνηση ΝΔ δημιούργησε το Κέντρο Ελέγχου Εναέριας Κυκλοφορίας ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ το οποίο λόγω αντίδρασης των Σκοπίων μέχρι σήμερα ο ICAO  δεν το αναγνωρίζει και δεν το καταχωρεί στα σχετικά εγχειρίδια του…

 Κύρα Αδάμ,
 πρώην διευθύντρια της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» 
και επικεφαλής του πολιτικού ρεπορτάζ στο pronews.gr.​

https://www.pronews.gr/opinion-makers/746304_symfonia-ton-prespon-tora-arhizoyn-ta-dyskola?fbclid=IwAR2qcasOnDcoGmkSNFtLA7Eu2BJf4k-lhVUuTh7flSB-s7CrNe6ex_UT7Ac
 25/1/2019



 9.
Το Μακεδονικό και τα brand names.

Το πρόβλημα στις σχέσεις Ελλάδας-ΠΓΔΜ εκκινεί από το γεγονός ότι οι βόρειοι γείτονές μας στον ιδιότυπο ιδεολογικό τους ορίζοντα διαχωρίζουν τη Μακεδονικότητα από την Ελληνικότητα. Δεν αντιλαμβάνονται τον όρο Μακεδόνας όπως εμείς, δηλαδή ως μια τοπική έκφραση της ελληνικότητας ανάμεσα σε άλλες, όπως π.χ. Κρητικός, Πόντιος, Πελοποννήσιος κ.α. Νοηματοδοτούν τη Μακεδονικότητα ως μια ξεχωριστή εθνοτική οντότητα, στηριζόμενοι σε αντιεπιστημονικές, αυθαίρετες και κωμικές αφηγήσεις του ιστορικού παρελθόντος που δεν αντέχουν σε σοβαρή κριτική.

Αν δέχονταν την Μακεδονικότητα ως τμήμα της Ελληνικότητας τότε η Ελλάδα δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να «μοιραστεί» την πολιτιστική κληρονομιά του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της αρχαίας Μακεδονίας. Σε αυτή την περίπτωση οι βόρειοι γείτονές μας θα ήταν τουλάχιστον εξαιρετικά φιλέλληνες, αν όχι ελληνίζοντες. Άλλωστε και η κλασσική αρχαιότητα είναι κτήμα της Ευρώπης και του Δυτικού Κόσμου γενικότερα. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν είναι έτσι με την περίπτωση της FYROM.

Η πολιτική πρόκληση του αλυτρωτισμού που συνδέεται με το όνομα στηρίζεται στην απόπειρα παραποίησης και οικειοποίησης της ελληνικής άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς που συνδέεται με την αρχαία Μακεδονία. Αυτά είναι κομμάτι του ελληνικού brand name και ως τέτοια αναγνωρίζονται διεθνώς και πρέπει να γίνονται σεβαστά από όλους. Δυστυχώς τα Σκόπια δεν το σέβονται αυτό. Δεν είναι βέβαια η μόνη χώρα που πράττει κατά αυτόν τον τρόπο. Το γειτονικό τουρκικό κράτος είναι το μέγιστο παράδειγμα παραποίησης ιστορικών και αρχαιολογικών δεδομένων, με στόχο την οικειοποίηση εδαφών και όχι μόνο.

Ποιος ξεχνά τις δηλώσεις του μακαρίτη Τούρκου προέδρου Τουργκούτ Οζάλ για τον Όμηρο ή και την διεκδίκηση του Ιπποκράτη ως “Τούρκου του Αιγαίου” από μια δημοτική αρχή της νοτιοδυτικής Τουρκίας! Είναι ένα πράγμα η δημιουργία φιλελληνισμού μέσω της διεθνοποίησης της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς— κάτι το οποίο πρέπει να επιδιώκουμε—και άλλο η παραποίηση της με σκοπό την ενίσχυση του σοβινισμού και του αλυτρωτισμού έναντι της Ελλάδας. Τουρκία και FYROM μοιάζουν αρκετά σε αυτό. Άλλωστε η βοήθεια της πρώτης στη δεύτερη είναι εκτεταμένη.

Το παράδειγμα της μπαγκέτας

Οι ονομασίες γεωγραφικών περιοχών δεν πέφτουν από τον ουρανό, αλλά δημιουργούνται από τις κοινωνίες, είναι ανθρώπινα δημιουργήματα, τα οποία φέρουν νόημα και αξία. Επομένως είναι κομμάτι της αυτοεικόνας και του συναισθηματικού κόσμου αυτών των κοινωνιών. Είναι άυλη πολιτιστική κληρονομιά και ίσως μέσα και από αυτό το κανάλι θα μπορούσε η Ελλάδα να διασφαλίσει το copyright όσων αφορά την αρχαία Μακεδονία και την κληρονομιά της, διευκολύνοντας έτσι την επίλυση του προβλήματος με την γειτονική χώρα.

Τα ονόματα, λοιπόν, φέρουν συμβολισμούς και επηρεάζουν στάσεις, αντιλήψεις και συμπεριφορές. Αυτό συμβαίνει κατεξοχήν στον τομέα της οικονομικής παραγωγής όπου κράτη και εταιρείες αγωνίζονται για να διαφυλάξουν τα διάφορα brand names τους. Για παράδειγμα ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, σε πρόσφατη συνάντηση με κορυφαίους, βραβευμένους Γάλλους αρτοποιούς και ζαχαροπλάστες στο προεδρικό μέγαρο, δήλωσε πως επιθυμεί η μπαγκέτα να καταχωρηθεί στην άυλη παγκόσμια κληρονομιά προκειμένου η Γαλλία να διατηρήσει την υπεροχή του προϊόντος αυτού και την πρωτοκαθεδρία στην τεχνογνωσία παραγωγής του.

Είπε χαρακτηριστικά πως «η μπαγκέτα είναι η καθημερινότητα των Γάλλων. Και το ψωμί είναι μια ξεχωριστή ιστορία, είναι η κάθε μέρα, το πρωί, το μεσημέρι, το βράδυ για τους Γάλλους«. Από την άλλη ο πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Αρτοποιϊας-Ζαχαροπλαστικής της Γαλλίας στη συνάντηση με τον Μακρόν δήλωσε πως η γαλλική μπαγκέτα μαζί με τον Πύργο του Άιφελ είναι τα σημαντικότερα γαλλικά σύμβολα και θα πρέπει η Γαλλία να καταθέσει σχετικό φάκελο στην UNESCO.

Ο πρόεδρος Μακρόν ανέφερε μάλιστα ως παράδειγμα προς μίμηση τους Ναπολιτάνους οι οποίοι κατάφεραν από τον Δεκέμβρη να εγγραφεί η πίτσα τους στην παγκόσμια κληρονομιά της UNESCO. Η γαλλική ηγεσία κάνει τη δουλειά της και προστατεύει το υλικό αλλά και το συμβολικό της κεφάλαιο, άλλωστε αυτά τα δύο συμβαδίζουν, ειδικά σε συνθήκες τεχνολογικής διασύνδεσης και εντατικής διεθνούς επικοινωνίας.

Η BAYER και η κρητική ασπιρίνη

Χαρακτηριστικό είναι και το παράδειγμα της αντίδρασης της φαρμακοβιομηχανίας BAYER η οποία απείλησε με μηνύσεις τοπική εφημερίδα της Κρήτης επειδή η τελευταία διαφήμιζε ένα τοπικό προϊόν μείγματος βοτάνων χρησιμοποιώντας μεταφορικά τον όρο “κρητική ασπιρίνη”. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος ζήτησε να αποσυρθεί κάθε λεκτική ένδειξη, αναφορά και οποιαδήποτε απεικόνιση Ασπιρίνης/Aspirin με ή χωρίς το περίγραμμα της Κρήτης και να αναγνωρίσει η εφημερίδα το αποκλειστικό δικαιώμα βιομηχανικής ιδιοκτησίας της BAYER AG επί των σημάτων της Ασπιρίνης.

Απαίτησε επίσης να γίνουν σχετικές διορθωτικές ανακοινώσεις από την εφημερίδα και να καταστεί σαφές ότι πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά προϊόντα. Ο δικηγόρος επίσης κατέστησε σαφές ότι η BAYER AG είναι ο μόνος νόμιμος δικαιούχος των διεθνώς γνωστών σημάτων ASPIRIN/ΑΣΠΙΡΙΝΗ τα οποία προστατεύονται για περισσότερο από 100 χρόνια και διακρίνουν ένα παγκοσμίου φήμης αναλγητικό προϊόν. Ο πληρεξούσιος της εταιρείας υποστήριξε επίσης πως κάθε είδους χρήση της λέξης Ασπιρίνη είτε μόνη της ή σε συνδυασμό με άλλες λέξεις και απεικονίσεις (βλέπε σύνθετη ονομασία…) προσβάλλει τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας της εταιρείας επί του διεθνώς φημισμένου αυτού σήματος.

Υπάρχουν και άλλα πολλά ανάλογα παραδείγματα στα οποία η ονομασία προέλευσης αλλά και το copyright είναι κεντρικής σημασίας και δίδονται μάχες για την προστασία τους. Δυστυχώς, στην περίπτωση της φέτας για παράδειγμα, η Ελλάδα έχασε την προστατευμένη ονομασία και τώρα στη διεθνή αγορά κυκλοφορούν βουλγαρικές, καναδικές και αφρικανικές φέτες, που ανταγωνίζονται τις ελληνικές αν και όχι με ιδιαίτερη επιτυχία. Οι έλληνες παραγωγοί όμως απέκτησαν πολλούς ανταγωνιστές.

Η προστασία των ονομάτων προϊόντων, του συμβολικού κεφαλαίου, είναι προϋπόθεση για την προστασία και του υλικού κεφαλαίου μιας κοινωνίας. Η ονομασία Μακεδονία δεν είναι βέβαια ασπιρίνη, ούτε μπακέτα ή φέτα. Δεν είναι υλικό προϊόν. Είναι κάτι πολύ περισσότερο και σημαντικότερο για την Ελλάδα. Είναι άυλη πολιτιστική κληρονομιά και κομμάτι του ελληνικού brand name το οποίο όμως τροφοδοτεί και την ελληνική τουριστική βιομηχανία και όχι μόνο. Χρειάζεται επομένως υπευθυνότητα και ορθολογισμό η διαχείρισή του.


Νίκος Μιχαηλίδης 

Ο Νίκος Μιχαηλίδης είναι διδάκτορας ανθρωπολογίας του αμερικανικού πανεπιστημίου Princeton (Πρίνστον). Διεξάγει επιτόπια έρευνα στην Τουρκία. Τα τρέχοντα ερευνητικά του ενδιαφέροντα είναι η πολιτική ανθρωπολογία, εθνοτικά κινήματα και μειονότητες στην Τουρκία, μουσική ακρόαση και πολιτική εξουσία, τουρκικό πολιτικό Ισλάμ. Έχει διδάξει στα πανεπιστήμια Princeton και Rutgers. Στην τρέχουσα περίοδο διδάσκει στο College Year in Athens.

https://slpress.gr/ethnika/to-makedoniko-kai-ta-brand-names/
27 Ιανουαρίου 2019 


Σκίτσο του ΚΥΡ

10.
Η Συμφωνία των Πρεσπών σημαίνει 
δημιουργία εθνικής μειονότητας στην Ελλάδα.

Είναι πολύ δύσκολο να αντιληφθεί ο μέσος πολίτης τι ακριβώς συμβαίνει με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Οι κραυγές και η φασαρία δεν βοηθούν. Τα ψύχραιμα και νηφάλια επιχειρήματα που εμπεριστατωμένα πρέπει να διατυπώνονται λείπουν. Έτσι, καθίσταται ομοίως δύσκολη η επεξήγηση των διατάξεων της Συμφωνίας σε μεγάλη μερίδα των πολιτών, οι οποίοι έχουν παραπλανηθεί από τους επώνυμους υποστηρικτές της. Συγχρόνως, πολίτες που επιθυμούν να κρίνουν αντικειμενικά τη Συμφωνία απωθούνται από τον σαματά.

Ο προβληματικός δημόσιος διάλογος, βέβαια, δεν εντοπίζεται μόνο στο Σκοπιανό. Παρατηρείται σε όλα τα μείζονα ζητήματα. Από την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ έως τα Μνημόνια και από τη συνταγματική αναθεώρηση έως το Σκοπιανό. Είναι κρίμα, διότι η Συμφωνία των Πρεσπών έχει τόσα πολλά αρνητικά σημεία που την καθιστούν καταστροφική για τη χώρα μας και αυτά πρέπει να αναδειχθούν.

Η διαπραγμάτευση που κατέληξε στο κείμενο της Συμφωνίας των Πρεσπών ήταν κακή. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε αντιδημοκρατική. Αντί της ευρείας συναίνεσης στο Κοινοβούλιο και στην κοινωνία, προτιμήθηκε το βραχυπρόθεσμο κομματικό συμφέρον της κυβέρνησης. Επομένως, αφού ο μηχανισμός των διαπραγματεύσεων ήταν ελαττωματικός, το αποτέλεσμά τους θα ήταν (και είναι) εκτρωματικό.

Η αναγνώριση της «μακεδονικής» γλώσσας και ιδίως της ανύπαρκτης «μακεδονικής» ταυτότητας αποτελεί τεράστια εθνική υποχώρηση που ισοδυναμεί με συνθηκολόγηση μετά από ήττα σε πόλεμο. Στον βωμό του ονόματος η κυβέρνηση θυσίασε την Ιστορία και την ψυχή της Μακεδονίας. Έδωσε τα πάντα για να μην πάρει τίποτε. Ένα παράδειγμα προς αποφυγή στη διεθνή διπλωματία.

Το βασικότερο είναι η δημιουργία εθνικής μειονότητας εντός της ελληνικής επικράτειας. Η χώρα μας μέχρι τώρα έχει μόνο μία μειονότητα και αυτή είναι θρησκευτική. Η μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη (στον νομό Έβρου, στον νομό Ξάνθης και κυρίως στον νομό Ροδόπης). Σχετικά με τα όσα προκαλεί η Τουρκία -που επιχειρεί να εργαλειοποιήσει τη θρησκευτική μειονότητα- θα περίμενε κάποιος να μας έχουν διδάξει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί. Αμ δε.

Εξωτερίκευση ευσεβών πόθων

Δειλά αλλά σταθερά, εδώ και πολύ καιρό, φυσικά και νομικά πρόσωπα στη Μακεδονία επιδίωκαν την εξωτερίκευση των ευσεβών τους πόθων. Από τη μία το χαλκευμένο αλφαβητάρι, από την άλλη η εκμάθηση «μακεδονικής» γλώσσας. Έως τώρα υπήρχαν στο διαδίκτυο κάποιοι που διαφήμιζαν τη διδασκαλία της γλώσσας με κόστος δέκα ευρώ την ώρα.

Σήμερα, ένα λεπτό μετά την ψήφιση της καταστροφικής Συμφωνίας από την ελληνική Βουλή θα ξεπηδούν σαν μανιτάρια φροντιστήρια ξένων γλωσσών, με κύριο εμπόρευμα τη «μακεδονική» γλώσσα. Και σε αυτά το ελληνικό κράτος δεν θα μπορεί να αντιταχθεί, διότι θα εδράζονται στη Συμφωνία που θα έχει ψηφίσει.

Όπως είναι ευνόητο, τη γλώσσα και την εθνότητα τις συνοδεύουν –ή μάλλον τις προστατεύουν– δικαιώματα. Αυτά της μειονότητας. Συνεπώς, λίγο μετά την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών απόψε θα γίνουμε θεατές εικόνων που θα σημάνουν την πρόκληση τραύματος στα νώτα της χώρας μας. Έλληνες πολίτες που κατοικούν στη Μακεδονία και θέλουν να εξυπηρετήσουν άλλους σκοπούς, θα ζητήσουν να αναγνωριστούν ως εθνική μειονότητα. Η Ελλάδα όσο και να αγωνιστεί, στο τέλος θα υποκύψει και θα αναγκαστεί από τη διεθνή έννομη τάξη να το αποδεχτεί.

Τι ζει η Τουρκία

Αν δεν το θεωρείτε σημαντικό, αναλογιστείτε τι ζει η Τουρκία από την ύπαρξη εκατομμυρίων Κούρδων στο έδαφός της. Πόσα και τι είδους προβλήματα σχετιζόμενα με το κουρδικό την καθηλώνουν. Αναρωτηθείτε, επίσης, σε περίπτωση που η Τουρκία δεν είχε αυτό το αγκάθι στα πλευρά της, αν θα ήταν τόσο επιφυλακτική με εμάς.

Η Ελλάδα είχε φροντίσει από τότε που έγινε ανεξάρτητο κράτος να ασκεί αποτελεσματική διπλωματία για την αποτροπή δημιουργίας εθνικής μειονότητας στα εδάφη της. Ο προσεκτικός χειρισμός των μουσουλμάνων συμπολιτών μας στη Θράκη αυτό διδάσκει. Σφάλματα είχαν γίνει και μάλιστα πολλά. Αλλά δεν ήταν ανεπανόρθωτα.

Τώρα, με τη Συμφωνία των Πρεσπών, η Ελλάδα χωρίς να κερδίζει κάτι, τα παραχωρεί όλα. Η κυβέρνησή της δεν διαπραγματεύθηκε, παραδόθηκε. Με τις ευλογίες μας τίθενται οι βάσεις για τη δημιουργία εθνικής μειονότητας, η οποία θα είναι εκδικητική και διεκδικητική. Το μέλλον δεν προμηνύεται ευοίωνο. Ζούμε σε δύσκολους καιρούς και αγγίζουμε το σημείο χωρίς επιστροφή. Δε μας λείπει το πάθος για επιβίωση, αλλά αυτό για ελευθερία.

Έκτακτη Συνεργασία
 - Παναγιώτης Μπαλακτάρης,
δικηγόρος

https://slpress.gr/idees/i-symfonia-ton-prespon-simainei-dimioyrgia-ethnikis-meionotitas-stin-ellada/?fbclid=IwAR3GhD4ZcgBjAGhHL2SSmAdjUdva0K2SYvU9KflMiAPu0dWR4AX1VJPYcPw
25 Ιανουαρίου 2019 




11.
Γιατί πρέπει να είναι δυσαρεστημένοι
 όσοι υποστηρίζουν τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί πλέον νόμο του ελληνικού κράτους. Εάν σε λίγο κυρωθεί και το πρωτόκολλο ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ, δρόμος διαφυγής δεν θα υφίσταται πλέον. Από τη στιγμή που η Συμφωνία ετέθη σε ισχύ καταργήθηκε η Ενδιάμεση Συμφωνία της δεκαετίας του 1990. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εάν η Ελλάδα καταγγείλει τις «Πρέσπες», τα Σκόπια θα έχουν δικαίωμα να αλλάξουν το Σύνταγμά τους να επαναφέρουν το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας».

Για την ακρίβεια, να το επαναφέρουν στο εσωτερικό τους και ταυτοχρόνως να ζητήσουν και να επιτύχουν χωρίς δυσκολία να αναγνωρισθούν από όλους τους διεθνείς οργανισμούς σαν «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και όχι σαν FYROM, όπως ίσχυε μέχρι τώρα. Μετά την κύρωση της Συμφωνίας, το FYROM έχει πάψει να υφίσταται και δεν μπορεί να επανέλθει. Δεδομένου, μάλιστα, ότι η Βόρεια Μακεδονία θα έχει ενταχθεί στο ΝΑΤΟ, η Αθήνα δεν θα έχει αποτελεσματικό μοχλό πίεση για να την πιέσει προς την κατεύθυνση μίας νέας συμφωνίας.

Είναι αληθές ότι η Αθήνα διαθέτει τη δυνατότητα με άσκηση βέτο να εμποδίσει την πορεία ένταξης των Σκοπίων στην ΕΕ. Αυτό, ωστόσο, είναι μακρινή προοπτική και ως εκ τούτου δύσκολα τουλάχιστον τα επόμενα χρόνια μπορεί να λειτουργήσει ως αποτελεσματικός μοχλός πίεσης. Με άλλα λόγια, με την κύρωση, η Ελλάδα έδεσε τα χέρια της όσον αφορά τη δυνατότητα να επιτύχει μία καλύτερη συμφωνία.

Αυτό, ωστόσο, είναι πρόβλημα μόνο για όσους πολίτες (σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις περίπου 70%) θεωρούν τις «Πρέσπες» επιβλαβή συμφωνία. Οι υπόλοιποι που την θεωρούν ή έναν καλό συμβιβασμό ή και διπλωματικό θρίαμβο είναι ικανοποιημένοι. Υπάρχουν, όμως, λόγοι που θα έπρεπε κι αυτοί να είναι τουλάχιστον δυσαρεστημένοι και να κατηγορούν την κυβέρνηση Τσίπρα για ασυνέπεια.

Ένα πρώτο επίπεδο είναι εάν κάποιος θεωρεί καλή ή κακή τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ένα δεύτερο επίπεδο είναι, όμως, το εάν τα Σκόπια εφάρμοσαν ή όχι τη Συμφωνία των Πρεσπών. Αυτό το δεύτερο θα έπρεπε να απασχολεί και όσους υποστηρίζουν τη συγκεκριμένη Συμφωνία κι όχι γενικά κι αφηρημένα είναι οπαδοί της κυβέρνησης Τσίπρα και χειροκροτούν ό,τι κι αν κάνει.

Πως παραβιάσθηκε η Συμφωνία των Πρεσπών

Ας γίνουμε συγκεκριμένοι: Θεμελιώδης διάταξη της Συμφωνίας των Πρεσπών (άρθρο 1.12) είναι το γειτονικό κράτος να ονομαστεί για κάθε χρήση και σε όλες τις περιπτώσεις Βόρεια Μακεδονία. Ως εξ αυτού, στο τροποποιημένο Σύνταγμα δεν θα έπρεπε να υπάρχει ο όρος «Μακεδονία», «μακεδονικό κράτος» και οτιδήποτε σχετικό. Κι όμως υπάρχουν τέτοιες αναφορές, γεγονός που συνιστά ευθεία παραβίαση της Συμφωνίας.

Πρώτον, στο άρθρο 36 του τροποποιημένου Συντάγματος υπάρχει αναφορά σε «Μακεδονία». Η δικαιολογία που πρόβαλε προφορικά ο Ζάεφ είναι ότι πρόκειται για ιστορική αναφορά. Φρόντισε, όμως, στη ρηματική διακοίνωση να μην αναφέρει τη δικαιολογία αυτή, ώστε να εγγράψει υποθήκη, την οποία ενδεχομένως μία επόμενη κυβέρνηση να μπορεί να την επικαλεσθεί.

Η Συμφωνία, ωστόσο, δεν προβλέπει εξαιρέσεις για ιστορικές ή άλλες αναφορές. Γιατί, λοιπόν, η κυβέρνηση Τσίπρα αποδέχθηκε αυτή την ξεκάθαρη παραβίαση; Κι αν η κυβέρνηση Τσίπρα την αποδέχθηκε, γιατί δεν διαμαρτύρονται οι υποστηρικτές της Συμφωνίας; Τουλάχιστον όσοι δεν είναι χειροκροτητές, αλλά πολίτες, οι οποίοι μέτρησαν και αξιολόγησαν θετικά τις «Πρέσπες» ως διεθνή συμφωνία.

Δεύτερον, η κυβέρνηση Τσίπρα σκίζει τα ιμάτιά της ότι με τη Συμφωνία δεν αναγνώρισε «μακεδονική» εθνότητα κι ότι ο όρος «Μακεδόνες» αφορά την ιθαγένεια. Γιατί τότε στο τροποποιημένο Σύνταγμα υπάρχουν αναφορές σε «μακεδονικό λαό» και η φράση «μακεδονικοί εθνικοί απελευθερωτικοί πόλεμοι»;

Τρίτον, η Συμφωνία των Πρεσπών προβλέπει ρητά ότι τα Σκόπια θα τροποποιήσουν το Προοίμιο του Συντάγματος και τα άρθρα 3 και 49. Τροποποίησαν, άραγε, το Προοίμιο; Όλα δείχνουν πως όχι. Εάν επιβεβαιωθεί και επισήμως αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στο νέο τροποποιημένο Σύνταγμα θα αναφέρεται ακόμα πέντε φορές το όνομα «Δημοκρατία της Μακεδονίας» και δύο φορές το όνομα «Μακεδονία».

Παιχνίδια παραπλάνησης

Θα αναρωτηθεί δικαιολογημένα κάποιος: Μα είναι δυνατόν να μιλάμε με έστω και αποχρώσες ενδείξεις για το εάν άλλαξε ή όχι το Προοίμιο; Δεν θα έπρεπε αυτό να είναι σαφές, να έχουν δημοσιοποιηθεί όλες οι τροποποιήσεις; Προφανώς και θα έπρεπε σε χώρες που έστω και στοιχειωδώς σέβονται τον εαυτό τους. Εδώ, όμως, είναι Βαλκάνια και οι κυβερνήσεις θεωρούν πως και μπορούν χωρίς πολιτικό κόστος να δημιουργούν τετελεσμένα, παίζοντας παιχνίδια παραπλάνησης.

Υπάρχει, ωστόσο, μία ειδοποιός διαφορά. Η κυβέρνηση Ζάεφ έχει συμφέρον να αποκρύπτει, επειδή είναι αυτή που παραβιάζει τη Συμφωνία. Το κρίσιμο ερώτημα είναι γιατί συμμετέχει σ’ αυτό το παιχνίδι η κυβέρνηση Τσίπρα. Μήπως η κυβέρνηση Ζάεφ δεν έχει κοινοποιήσει στην Αθήνα τα ακριβή κείμενα των συνταγματικών τροποποιήσεων που ψήφισε η Βουλή των Σκοπίων; Δηλαδή, μήπως η περιβόητη ρηματική διακοίνωση δεν είναι πλήρης;

Σε αυτή την περίπτωση -όπως άλλωστε προβλέπει ξεκάθαρα η Συμφωνία- θα έπρεπε η διαδικασία κύρωσης να παγώσει μέχρι τα επίσημα έγγραφα με όλες τις τροποποιήσεις να διαβιβασθούν στην Αθήνα και θα ελεγχθούν από το υπουργείο Εξωτερικών ότι πράγματι εκπληρώνουν τις προβλέψεις των «Πρεσπών». Αυτό, όμως, που συνέβη είναι ότι η κυβέρνηση Τσίπρα δρομολόγησε με διαδικασίες fast truck την κύρωση.

Η υπεκφυγή του Κατρούγκαλου

Η συμπεριφορά του Μαξίμου καταδεικνύει ότι από τη ρηματική διακοίνωση έχει πλήρη και καθαρή εικόνα για τις συνταγματικές τροποποιήσεις που ψήφισε η Βουλή των Σκοπίων. Απλώς, τις απέκρυψε από τους βουλευτές, επειδή προφανώς η κυβέρνηση Ζάεφ δεν έχει εκπληρώσει τις συμβατικές δεσμεύσεις της, έτσι όπως αυτές προβλέπονται από τη Συμφωνία των Πρεσπών.

Είναι αληθές ότι μετά από πίεση ο Κατρούγκαλος έδωσε ένα κείμενο στους βουλευτές πριν την ψηφοφορία. Αυτό το κείμενο, όμως, δεν περιέχει την τροποποίηση του Προοιμίου. Ή λοιπόν το κείμενο ήταν ελλιπές, ή το Προοίμιο δεν έχει τροποποιηθεί, πράγμα που κατά πάσα πιθανότητα συμβαίνει. Δεν είναι, όμως, παραβίαση του δημοκρατικού ήθους και των κοινοβουλευτικών κανόνων ο αρμόδιος υπουργός να υπεκφεύγει με αυτόν τον τρόπο, δημιουργώντας σύγχυση για να παραπλανήσει τη Βουλή;

Ο πρωθυπουργός και το κόμμα του δηλώνουν πως οι «Πρέσπες» εξυπηρετούν το εθνικό συμφέρον. Αυτό είναι θεμιτό παρότι στη μεγάλη πλειονότητά τους οι Έλληνες διαφωνούν μαζί του. Αυτό που είναι αθέμιτο είναι η παραπλάνηση της Βουλής και των πολιτών. Όλα αυτά θα είχαν αποφευχθεί εάν οι Κοτζιάς και Τσίπρας είχαν κάνει καλά τη δουλειά τους πριν πέσουν οι υπογραφές.

Επιπολαιότητα που σκοτώνει

Ας αφήσουμε στην άκρη την κριτική για τον πυρήνα των «Πρεσπών» που είναι «σύνθετη κρατική ονομασία με αντάλλαγμα την αναγνώριση ‘μακεδονικής’ ταυτότητας». Ήταν στοιχειώδες οι Κοτζιάς και Τσίπρας να είχαν φροντίσει σε παράρτημα της Συμφωνίας να αναφέρονται συγκεκριμένα όλα τα εδάφια του Συντάγματος των Σκοπίων που θα αλλάξουν και τις ακριβείς διατυπώσεις που θα τα αντικαταστήσουν. Με τον τρόπο αυτό δεν θα άφηναν στον Ζάεφ κανένα περιθώριο παρασπονδίας.

Αντί γι’ αυτό, όμως, με επιπολαιότητα που σκοτώνει του άφησαν ελεύθερο το έδαφος με τα προαναφερθέντα αποτελέσματα. Αυτό θα είχαν κάνει εάν επρόκειτο για προσωπική υπόθεσή τους που αφορούσε π.χ. συμφωνία για περιουσιακά στοιχεία. Και όσοι σπεύσουν να πουν ότι αυτά δεν γίνονται κι ότι δεν μπορείς να επιβάλεις στην άλλη πλευρά κάτι τέτοιο, τους πληροφορώ ότι το έπραξε πριν 20 χρόνια η Βρετανία στη συμφωνία που συνήψε με την Ιρλανδία. Η εν λόγω συμφωνία έχει παράρτημα με τις ακριβείς διατυπώσεις των συνταγματικών αλλαγών. Εκτός αυτού, οι Ζάεφ-Ντιμιτρόφ φρόντισαν ό,τι ενδιαφέρει τη δική τους πλευρά να περιγράφεται αναλυτικότατα στη Συμφωνία, ώστε η Αθήνα να μην έχει κανένα περιθώριο ερμηνείας.

Τέλος, αξίζει να υπογραμμισθεί και μία ακόμα παραβίαση της Συμφωνίας από τα Σκόπια. Οι «Πρέσπες» προβλέπουν ρητά ότι πρώτα θα ετίθεντο σε ισχύ οι τροποποιήσεις του Συντάγματος και μετά η Συμφωνία θα ερχόταν προς κύρωση στην ελληνική Βουλή. Τα Σκόπια, όμως, αποφάσισαν μονομερώς ότι οι τροποποιήσεις του Συντάγματός τους θα τεθούν σε ισχύ μετά την κύρωση από την ελληνική Βουλή και της Συμφωνίας και του πρωτοκόλλου ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ.

Να γιατί, λοιπόν, ένας σοβαρός πολίτης που έχει αξιολογήσει τη Συμφωνία των Πρεσπών σαν καλό συμβιβασμό θα έπρεπε σήμερα να διαμαρτύρεται. Εκτός του ότι η κυβέρνηση Τσίπρα υπέγραψε την εθνικά επιβλαβή αυτή Συμφωνία (τουλάχιστον για το 70% των Ελλήνων),  αποδείχθηκε και ανίκανη να επιβάλει την ακριβή τήρησή της από την άλλη πλευρά. Όταν πριν η Ελλάδα κυρώσει τη Συμφωνία τα Σκόπια την παραβίασαν τόσο ωμά, χωρίς η κυβέρνηση Τσίπρα να αντιδράσει ως όφειλε, μπορούμε βασίμως να εκτιμήσουμε τι θα συμβεί από εδώ και πέρα…

Σταύρος Λυγερός

 Σταύρος Λυγερός έχει εργασθεί σε εφημερίδες (για 23 χρόνια στην Καθημερινή), ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς. Σήμερα είναι πολιτικός-διπλωματικός σχολιαστής στον τηλεοπτικό σταθμό OPEN και διευθυντής του ιστότοπου SLpress.gr. Συγγραφέας 13 βιβλίων. Μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής στην εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973.

https://slpress.gr/ethnika/giati-prepei-na-einai-dysarestimenoi-osoi-ypostirizoyn-ti-symfonia-ton-prespon/?fbclid=IwAR2zieoplI-UCoihhenjYib2OyV8EofCBxubFAWcUGVjm8ohCAs-X5wXYxs
 26 Ιανουαρίου 2019 


12.
Συμφωνία Πρεσπών: Η επόμενη μέρα 
όπως την βλέπουν 5 Έλληνες διεθνολόγοι.

Το νέο τοπίο που διαμορφώνεται στις διμερείς σχέσεις Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων, μετά την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, καθώς και τα επόμενα βήματα, σκιαγραφούν με συνεντεύξεις τους στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων πέντε διακεκριμένοι Έλληνες διεθνολόγοι. Ειδικότερα, οι Μαριλένα Κοππά, Δημήτρης Χριστόπουλος, Ηλίας Κουσκουβέλης, Κωνσταντίνος Φίλης και Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, φωτίζουν τις κομβικές πτυχές της Συμφωνίας των Πρεσπών, συνθέτουν συμφωνώντας αλλά και διαφωνώντας τις σημαντικές πολιτικές, οικονομικές και διεθνείς ψηφίδες του νέου μωσαϊκού που αναδύεται και δίνουν το στίγμα της επόμενης ημέρας, με το βλέμμα στραμμένο στην εφαρμογή της.

Παράλληλα, καταθέτουν τους προβληματισμούς και τα κύρια επιχειρήματα τους και απαντούν σε μια σειρά ερωτημάτων σε σχέση με τη σημασία της Συμφωνίας των Πρεσπών:

-Κλείνει μια σχεδόν 30χρονη περίοδος αντιπαράθεσης ή μπορεί να υπάρξουν και νέα προβλήματα;
-Θα εφαρμοστεί η συμφωνία απο τις δυο πλευρές και τη διεθνή κοινότητα;
-Τι θα αλλάξει στις διπλωματικές, οικονομικές, εμπορικές, πολιτιστικές σχέσεις των δυο χωρών;
-Θα συμβάλλει στην περαιτέρω σταθεροποίηση των Βαλκανίων και την αλλαγή του οικονομικού τοπίου στην ευρύτερη περιοχή;
-Μπορεί η Συμφωνία να αποτελέσει πρότυπο επίλυσης και άλλων διαφορών στην περιοχή μας;



Μαριλένα Κοππά: 
Η Συμφωνία των Πρεσπών σημαίνει την αρχή μιας νέας περιόδου 
ειρήνης και συνεργασίας.

«Η Συμφωνία των Πρεσπών σημαίνει το τέλος μιας περιόδου σχεδόν 27 χρόνων έντασης, δυσκολιών, πόλωσης και αντεγκλήσεων. Σημαίνει την αρχή μιας νέας περιόδου ειρήνης και συνεργασίας για τις δύο χώρες αλλά και για την ευρύτερη περιοχή» τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η αναπληρώτρια καθηγήτρια του Τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου και πρώην ευρωβουλευτής, Μαριλένα Κοππά.

Ερωτηθείσα πώς η διεθνής κοινότητα θα εναρμονιστεί με την απόφαση για αλλαγή ονομασίας, η κ. Κοππά αναφέρει πως θα αναγκαστεί να συμμορφωθεί «εφόσον υπάρχει συμφωνημένη απόφαση, δηλαδή κάτι που το δέχονται και τα δύο μέρη, το Συμβούλιο Ασφαλείας θα αναγκαστεί να τη χαιρετίσει». Σε αυτό το σημείο διαψεύδει κατηγορηματικά δημοσιεύματα που ανέφεραν ότι η Ρωσία μπορεί να βάλει βέτο: «Δεν μπορεί γιατί σύμφωνα με την ίδια τη Συμφωνία, η οποία παράγει αποτελέσματα από τη στιγμή που κυρώνεται από τις δύο πλευρές, το Συμβούλιο Ασφαλείας απλά χαιρετίζει και η Συμφωνία γνωστοποιείται στον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Δεν υπάρχει καμία δυνατότητα μπλοκαρίσματος της Συμφωνίας. Αυτή τη στιγμή θα αναγνωριστεί με το νέο όνομα, καταργείται πλέον το πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, τα ταξιδιωτικά έγγραφά τους σταδιακά, μέσα στη μεταβατική περίοδο που έχει οριστεί, θα πάρουν το καινούργιο όνομα, “Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας” και θα χρειαστεί με αυτό το όνομα να κάνουν την αίτησή τους και στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Έτσι, σταδιακά το νέο όνομα θα κατοχυρωθεί και θα γίνει πια η νέα ονομασία του κράτους».

Επίσης, εκφράζει την πεποίθηση πως η Συμφωνία των Πρεσπών θα συμβάλλει στην περαιτέρω σταθεροποίηση των Βαλκανίων. «Τα τελευταία χρόνια αυτό που ζούμε στα Βαλκάνια – και το παρατηρούμε όλοι όσοι ασχολούμαστε με τις διεθνείς σχέσεις – είναι ότι νέοι παράγοντες επαναδραστηριοποιούνται στην περιοχή. Δεν είναι τυχαίο ότι το 2017 η Ύπατη Εκπρόσωπος της ΕΕ Φεντερίκα Μογκερίνι είχε πει ότι τα Βαλκάνια ξαναγίνονται η σκακιέρα όπου θα συγκρουστούν τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων. Τα Βαλκάνια ξαναποκτούν γεωστρατηγική σημασία. Η Ρωσία εμφανίζεται πάλι πιο ενεργά στην περιοχή, η Τουρκία προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την επιρροή της σε διάφορους πληθυσμούς. Αυτή τη στιγμή, με αυτήν τη Συμφωνία, εξασφαλίζουμε την περιοχή, στεγανοποιούμε τα σύνορα μας από ξένες επιρροές και έχουμε τη δυνατότητα να αναλάβουμε αυτή τη χώρα, να τη βοηθήσουμε στο δρόμο προς την ΕΕ. Θα ήταν πολύ σημαντικά όχι μόνο να εκπαιδεύσουμε τα παιδιά σε ένα διεθνές πανεπιστήμιο στη Θεσσαλονίκη, όπου εκεί θα έρθουν πραγματικά σε επαφή με τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και ευρύτερα την ελληνική κουλτούρα, αλλά να μπορέσουμε να αναλάβουμε να εκπαιδεύσουμε και στρατιωτικούς της χώρας αυτής. Δηλαδή, η φιλία και η συνεργασία είναι ο καλύτερος τρόπος για τη διασφάλιση της σταθερότητας» αναφέρει.

Η κ. Κοππά σκιαγραφεί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και το νέο οικονομικό τοπίο που διαμορφώνεται μετά την κύρωση της Συμφωνίας: «Θα ενοποιήσει όλο τον βαλκανικό χώρο και ουσιαστικά αν τα πράγματα προχωρήσουν όπως πιστεύουμε, θα αποτελέσει όλη η περιοχή μια βαλκανική ενδοχώρα για την Ελλάδα με πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη. Αυτό το ζητούν μετ’ επιτάσεως οι επιχειρηματίες της Βόρειας Ελλάδας που ασφυκτιούσαν μέσα από τους σκληρούς ελέγχους και δυσκολίες που είχαμε με τη γειτονική χώρα. Τώρα έχουν όλη τη δυνατότητα πολυεπίπεδα να αναπτύξουν τις σχέσεις» σημειώνει.

Ακόμα, εκφράζει την πεποίθηση πως η Συμφωνία των Πρεσπών μπορεί να αποτελέσει πρότυπο επίλυσης και άλλων διαφορών στην περιοχή μας. «Για μια περιοχή που είναι γνωστή για τις συγκρούσεις και τα άλυτα προβλήματα, η Συμφωνία αυτή είναι η πρώτη καλή είδηση μετά από πολλά χρόνια. Νομίζω ότι μπορεί να αποτελέσει πρότυπο. Δεν είναι τυχαίο ότι από την Κύπρο το βλέπουν με πάρα πολύ ενδιαφέρον και υπήρξαν Κύπριοι αρθρογράφοι και καθηγητές οι οποίοι διατύπωσαν ακριβώς αυτή τη σκέψη: πώς μπορεί να βοηθήσει άλυτες συγκρούσεις στην ευρύτερη περιοχή. Το επόμενο μεγάλο θέμα είναι το Κόσοβο στα Βαλκάνια, πολύ δύσκολο θέμα κι αυτό. Αλλά νομίζω ότι η δυναμική που δημιούργησε η Συμφωνία των Πρεσπών ανοίγει νέες προοπτικές και για την επίλυση εκείνου του θέματος».

Η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πάντειο μιλά και για την επόμενη ημέρα στις σχέσεις Ελλάδας-πΓΔΜ.«Έχουμε ακόμα ένα πολύ μακρύ δρόμο, που κυρίως η πλευρά της Βόρειας Μακεδονίας πρέπει να αποδείξει έμπρακτα τη σοβαρότητα απέναντι στην υλοποίηση της Συμφωνίας. Γιατί αυτό θα μπορέσει να άρει και τις οποιεσδήποτε επιφυλάξεις, βάσιμες ή αβάσιμες, υπήρχαν στην Ελλάδα. Η ίδια η Συμφωνία προβλέπει αναλυτικά τα βήματα για τη δημιουργία επιτροπών για τα σχολικά βιβλία, για τη δημιουργία επιτροπών για τα εμπορικά σήματα. Βέβαια, υπάρχει η μεταβατική περίοδος, γιατί αυτά τα πράγματα δεν μπορούν να γίνουν από τη μία ημέρα στην άλλη. Σ Το θέμα των ταξιδιωτικών εγγράφων ή άλλων εγγράφων δίνεται ένα περιθώριο κάποιων χρόνων. Κι αυτό είναι λογικό. Σκεφτείτε όταν ενοποιήθηκε η Ανατολική με τη Δυτική Γερμανία, που μιλάμε ουσιαστικά για την ίδια χώρα, η οποία χωρίστηκε μόνο 45 χρόνια, χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια για να ομογενοποιηθούν τα έγγραφα, για να μπορέσει να υλοποιηθεί πλήρως το πλαίσιο της συμφωνίας πάνω στο οποίο έγινε η ένωση των δύο Γερμανιών. Άρα χρειάζεται χρόνος, χρειάζεται συστηματική προσήλωση στη Συμφωνία και προσπάθεια κι από τις δύο μεριές. Γιατί οποιαδήποτε προσπάθεια να παρακαμφθεί η Συμφωνία, μόνο κακό μπορεί να κάνει στη σχέση των δύο χωρών και να δώσει ερείσματα σε αυτούς οι οποίοι είναι δύσπιστοι για τη βιωσιμότητα του εγχειρήματος» σημειώνει.

Τέλος, η κ. Κοππά υπογραμμίζει πως «νομίζω ότι η θέληση υπάρχει. Οι δύο χώρες είναι αποφασισμένες να προχωρήσουν μπροστά και ουσιαστικά να προχωρήσει μπροστά η Βαλκανική και είμαι πολύ αισιόδοξη».



Δημήτρης Χριστόπουλος:
 Η συμφωνία απελευθερώνει μία δυναμική συνεννόησης 
που ήταν παγωμένη.

Ως «ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών στο Διεθνές Δίκαιο» και «μία πολύ σημαντική αρχή της ειρηνικής συνύπαρξης των κρατών», χαρακτηρίζει τη Συμφωνία των Πρεσπών ο καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας Παντείου Πανεπιστημίου, Δημήτρης Χριστόπουλος μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Η Συμφωνία αυτή, όπως τονίζει, «απελευθερώνει μια δυναμική συνενννόησης που ήταν παγωμένη, αποτελεί ένα επίτευγμα της διπλωματίας και των δύο κρατών» και ως τέτοιο «φυσικά είναι ένας συμβιβασμός» ανάμεσα στα δύο μέρη. «Συμβιβασμός που προκαλεί αναταραχή και ταραγμούς και στις δύο πλευρές» συμπληρώνει.

Ο κ. Χριστόπουλος απαντώντας στο πώς η διεθνής κοινότητα θα συμμορφωθεί με την απόφαση για αλλαγή της ονομασίας, σημειώνει πως είναι αυτή που πιέζει με κάθε τρόπο, εύλογο και μη, στην κατεύθυνση της επίλυσης αυτής της διαφοράς από τότε που αυτή η διαφορά υπάρχει. «Προβλέπεται, είναι δρομολογημένο νομοτεχνικά, ότι άπαξ και ολοκληρωθούν τα βήματα του οδικού χάρτη που προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών- που ξεκινάει από το δημοψήφισμα στη γείτονα, τη συνταγματική αναθεώρηση και κλείνει με την κύρωση της και του πρωτοκόλλου ένταξης στο ΝΑΤΟ στη δική μας πλευρά-, τότε η διεθνής ονομασία της χώρας αλλάζει» επισημαίνει.

Σε ό,τι αφορά στη συμβολή της Συμφωνίας των Πρεσπών στην περαιτέρω σταθεροποίηση των Βαλκανίων, ο καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας Παντείου Πανεπιστημίου επαναλαμβάνει πως οτιδήποτε εντάσσεται στην ευρύτερη προβληματική της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών, εντάσσεται και στη γεωπολιτική σταθεροποίηση μιας περιοχής, και μάλιστα όταν αυτή δεν φημίζεται για τη σταθερότητά της.

Εστιάζοντας στη Συμφωνία, αναδεικνύει ως βασική της ιδιαιτερότητα ότι συνιστά κάτι πρωτοφανές στην ιστορία του Διεθνούς Δικαίου: την άρνηση ενός κράτους να αποδεχτεί την ονομασία ενός άλλου. «Είναι πρωτοφανές διότι συνήθως τα κράτη αλλάζουν ονομασία- τις σπάνιες φορές που αλλάζουν- είτε επειδή τα ίδια το θέλουνε είτε επειδή ένας πόλεμος τα οδηγεί στην ταπεινή συμμόρφωση με τη βούληση των νικητών. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι το παράδειγμα της Αυστρίας».

Ο κ. Χριστόπουλος εκφράζει επίσης την άποψη πως «το πνεύμα της συνθήκης, η γραμμή της προσέγγισης και των αμοιβαίων συμβιβασμών προς την κατεύθυνση του κατευνασμού των παθών ένθεν κακείθεν των συνόρων μπορεί να αποτελέσει ένα μοντέλο και για άλλες τέτοιου τύπου συνομολογήσεις διεθνών συμβάσεων, όχι μόνο στην περιοχή μας αλλά και για αλλού».

Παράλληλα, εκτιμά πως δεν θα αλλάξει δραστικά το οικονομικό τοπίο και συμπληρώνει πως ούτως ή άλλως ο καπιταλισμός βρίσκει λύσεις πολύ πριν τα κεφάλια των θερμοκέφαλων και από τις δύο πλευρές των συνόρων αποφασίσουν να συμμορφωθούν ή όχι με τα αποτελέσματα μιας συμφωνίας. «Οι ελληνικές τράπεζες και τα ελληνικά κεφάλαια είναι ήδη εδώ και 25 χρόνια, δηλώνουν παρόν στη γειτονική μας δημοκρατία, παρά το γεγονός ότι το όνομα ήταν ακόμη μία εκκρεμότητα» λέει, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι η Συμφωνία «θα δώσει μία δυναμική διότι θα απελευθερώσει έτσι δυνάμεις οι οποίες βρισκόντουσαν σε μία συστολή. «Πάντως ούτε οι ελληνικές τράπεζες και τα σούπερ μάρκετ εμποδίστηκαν από την εκκρεμότητα του ονόματος για να δραστηριοποιηθούν στη γείτονα, ούτε οι γείτονές μας εμποδίστηκαν από την εκκρεμότητα του ονόματος για να κάνουν τα μπάνια τους στην Χαλκιδική» συμπληρώνει.

Σε ερώτηση αν εκτιμά ότι θα υπάρξει αύξηση των εμπορικών συναλλαγών και τι θα γίνει με τα εμπορικά σήματα, ο κ. Χριστόπουλος αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως για τα εμπορικά σήματα προβλέπεται η σύσταση μιας μικτής επιτροπής η οποία θα αναλάβει να διευθετήσει ό,τι τυχόν διαφορά υπάρχει σχετικά με τη χρήση το όρου “Μακεδονικός” κ.λπ. Υπενθυμίζει ότι η ελληνική πλευρά δεν προσέρχεται μόνο με το δικό της θεσμικό οπλισμό στη Συμφωνία εδώ, αλλά και με τη θεσμική περιχαράκωση που της δίνει και το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί του προκείμενου. Ως εκτούτου, θεωρεί ότι στις λίγες φορές που πιθανόν θα προκύψουν ζητήματα εμπορικών σημάτων θα λυθούν χωρίς πολλά προβλήματα. Σε ό,τι αφορά τις εμπορικές συναλλαγές καθ’ αυτές, αναφέρει πως περιμένει από τη Συνθήκη να δώσει μια ώθηση.

Αναφερόμενος στις αλλαγές που φέρει η Συμφωνία στις μεταξύ των δύο κρατών διπλωματικές σχέσεις και εδρες των Γραφείων Συνδέσμων ο κ. Χριστόπουλος εξηγεί ότι θα υπάρξει μία περίοδος κατά την οποία θα ενταχθούν και θα οριστικοποιηθούν οι διπλωματικές θέσεις κασι προσθέτει: «Εγώ είμαι καθηγητής Πανεπιστημίου θα ήθελα πάρα πολύ να εντατικοποιηθεί η διεύρυνση και στο πεδίο της ακαδημαϊκής συνεννόησης με τέτοιου είδους μέτρα εμπιστοσύνης και είμαι βέβαιος ότι συνολικά, αν υπάρχει βούληση, τέτοιου είδους κινήσεις θα είναι το ερχόμενο κεφάλαιο στην κατεύθυνση της εδραίωσης του πνεύματος και του γράμματος της συμφωνίας. Αλλά γι’ αυτό πρέπει να υπάρχει βούληση από τις κυβερνήσεις των δύο κρατών. Το μόνο σίγουρο είναι πάντως ότι από μόνη της η συνομολόγηση της συμφωνίας απελευθερώνει μία δυναμική συνεννόησης, η οποία τόσα χρόνια βρισκόταν παγωμένη εξαιτίας της διαφοράς περί του ονόματος».

Τέλος, ο Δημήτρης Χριστόπουλος αναφέρθηκε και στις αλλαγές που θα δρομολογηθούν στον τομέα της εκπαίδευσης. «Οι αλλαγές στα σχολικά βιβλία και συνολικά οι αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο οι δύο πολιτικές κοινότητες βλέπουν το παρελθόν τους, κατά την άποψή μου είναι από τα πολύ σημαντικά κεφάλαια στην κατεύθυνση της εδραίωσης του πνεύματος και του γράμματος στη Συμφωνία των Πρεσπών. Η συμφωνία προβλέπει τη σύσταση επιτροπής. Πιστεύω ότι υπάρχει πολλή δουλειά να γίνει εδώ και από τη μία και από την άλλη πλευρά των συνόρων. Πάντως η άλλη πλευρά ξεκινά ούτως ή άλλως με έναν περιορισμό, που προβλέπεται από την ίδια τη Συμφωνία, ότι ποτέ δεν ΘΑ μπορεί να ξανα-επιχειρήσει την οικειοποίηση του παρελθόντος της μακεδονικής αρχαιότητος. Αυτό λύνει τα χέρια, εφόσον υπάρχει καλή βούληση και από τα δύο μέρη, προκειμένου να έρθουμε σε μία καλύτερη συνεννόηση σε ό,τι αφορά τα ζητήματα που χωρίζουν τους δύο λαούς, κυρίως στο πεδίο της μετα-οθωμανικής Μακεδονίας. Γιατί το μακεδονικό πρόβλημα δεν είναι ένα πρόβλημα το οποίο μας έρχεται από την αρχαιότητα, μας έρχεται από τη διάρκεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αν βγει από τη μέση ο ιδεολογικός βραχνάς της αρχαιότητας ο οποίος μας στοίχησε- σε μας και σε αυτούς- την τελευταία 15ετία, τότε νομίζω ότι έχουμε λιγότερη δουλειά, όχι όμως ασήμαντη. Θέλει πολλή δουλειά, για την οποία ευελπιστούμε ότι υπάρχουν άνθρωποι και από τις δύο πλευρές που έχουν να κάνουν αυτά που πρέπει προκειμένου να το ολοκληρώσουν» υποστηρίζει.



Ηλίας Κουσκουβέλης: 
Η Συμφωνία των Πρεσπών δημιουργεί συνθήκες για το μέλλον, υπό την προϋπόθεση ότι οι δύο πλευρές θα εφαρμόσουν και το γράμμα και το πνεύμα της συμφωνίας.

Η συμφωνία δημιουργεί συνθήκες για το μέλλον υπό την προϋπόθεση ότι οι δύο πλευρές θα εφαρμόσουν και το «γράμμα και το πνεύμα» αυτής, λέει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Ηλίας Κουσκουβέλης.

«Θεωρώ ότι η συμφωνία ότι είναι μια έκφραση εμπιστοσύνης σε επίπεδο κυβερνητικό των δύο πλευρών, που δημιουργεί συνθήκες για το μέλλον, υπό την προϋπόθεση ότι θα επιχειρήσουν να εφαρμόσουν (οι δύο πλευρές) και το γράμμα και το πνεύμα της συμφωνίας. Διότι η όλη λογική είναι αφενός μεν να εγκαταλειφθεί αυτό που ονομάζουμε αλυτρωτισμό καθώς και η προσπάθεια οικειοποίησης πλευρών του ελληνικού πολιτισμού και από την άλλη η Ελλάδα να βοηθήσει στο να συμμετάσχει το γειτονικό κράτος στους διεθνείς οργανισμούς και προοδευτικά, μέσα από την πορεία προσαρμογής, στην “ευρωπαϊκή οικογένεια”», τονίζει ο κ. Κουσκουβέλης.

Εκφράζει, δε, την ελπίδα ότι οι αντίρροπες δυνάμεις που υπάρχουν «ειδικά στην πλευρά των Σκοπίων, να μην δημιουργούν διαρκώς ζητήματα σε σχέση με την εφαρμογή της συμφωνίας».

Αυτό που, όπως λέει ο καθηγητής του ΠΑΜΑΚ, είναι αναγκαίο την επομένη της συμφωνίας, είναι «να εκπονήσουμε μία πολιτική, η οποία αφενός θα υπάρχει για να παρακολουθεί την εφαρμογή της συμφωνίας εκ μέρους της άλλης πλευράς, από την άλλη πλευρά όμως να διασφαλίσει ότι το γειτονικό μας κράτος αλλά και τα υπόλοιπα κράτη στη ΝΑ Ευρώπη θα πορεύονται μαζί μας στον ευρωπαϊκό δρόμο».

Κι αυτό, διότι, όπως λέει ο κ. Κουσκουβέλης, «επί πολλές δεκαετίες δεν έχουμε μία συγκεκριμένη πολιτική», αλλά «δεν μπορούμε να τα αφήνουμε στην τύχη και όπως τα πράγματα έρθουν. Κάναμε τη συμφωνία, αλλά στην επόμενη μέρα θα πρέπει να εκπονήσουμε μία πολιτική μεσομακροπρόθεσμη».

Σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της συμφωνίας από τη διεθνή κοινότητα, ο κ. Κουσκουβέλης εκτιμά ότι «τα δυτικά κράτη θα προχωρήσουν προς αυτή την κατεύθυνση καθώς η συμφωνία, όπως προκύπτει από τις μέχρι τώρα δηλώσεις γίνεται πολύ θετικά αποδεκτή», ωστόσο, όπως λέει, «υπάρχουν και κράτη τα οποία δεν είναι ικανοποιημένα από την επίτευξη αυτής της συμφωνίας και ενδεχομένως θα επιχειρήσουν να δημιουργήσουν προβλήματα».

Παρόλα αυτά, ο καθηγητής του ΠΑΜΑΚ δεν θεωρεί «ότι το εύρος των θεσμικών τους δυνατοτήτων (σ.σ. των παραπάνω κρατών) είναι μεγάλο, εντούτοις σε πολιτικό – οικονομικό επίπεδο ενδεχομένως να δούμε κινήσεις τους, οι οποίες θα δυσκολέψουν την υλοποίηση των προνοιών της συμφωνίας ή θα επιχειρήσουν να δημιουργήσουν κλίμα δυσπιστίας».

Ο κ. Κουσκουβέλης εκτιμά, επίσης, πως η συμφωνία μπορεί να συμβάλει -υπό προϋποθέσεις- στην περαιτέρω σταθεροποίηση των Βαλκανίων.

«Η συμφωνία», σημειώνει, «έχει ενοχλήσει κάποιες πολιτικές δυνάμεις περισσότερο στη Βουλγαρία, φαίνεται ότι από πλευράς Αλβανίας η συμφωνία γίνεται θετικά αποδεκτή, δεν έχουμε δει επίσης την επίσημη στάση ακόμα της Σερβίας, η οποία, για άλλους λόγους ενδεχομένως, μπορεί να μην είναι πολύ ικανοποιημένη. Ωστόσο, θεωρώ πως γενικότερα και εφόσον ελεγχθούν κάποιες “σκοτεινές δυνάμεις εθνικισμού” στη ΝΑ Ευρώπη, η συμφωνία μπορεί να συμβάλει σε μία γενικότερα μείωση των εντάσεων, αφού μπορεί να θεωρηθεί και ένα παράδειγμα ειρηνικής επίλυσης διαφορών».

Αναφορικά με την οικονομία και κατά πόσο μπορεί η συμφωνία να αλλάξει το τοπίο στην περιοχή, ο κ. Κουσκουβέλης επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Δεν μπορώ να εκτιμήσω πόσο μπορεί να αλλάξει το οικονομικό πεδίο διότι οι δυνάμεις της αγοράς θέλουν μεν σταθερότητα, την οποία προφανώς μία τέτοια συμφωνία προσφέρει, ωστόσο κινούνται με βάση την ευκαιρία που προσφέρει κάθε κράτος ή ποιες είναι οι επιχειρηματικές δυνατότητες οι οποίες προσφέρονται ή αναπτύσσονται. Υπό αυτή την έννοια η διαλεύκανση του τοπίου δημιουργεί δυνατότητες ώστε να αναληφθούν πρωτοβουλίες. Βεβαίως το γειτονικό μας κράτος θα τύχει ενισχύσεων από τους δυτικούς θεσμούς κι αυτό θα συμβάλει ως έναν βαθμό στη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης του ίδιου».



Κωνσταντίνος Φίλης: 
«Να δώσουμε έναν άλλον αέρα στις διμερείς σχέσεις»

«Αναμφίβολα διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για να εξομαλυνθούν οι σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών, θα έχουμε ούτως ή άλλως εγκαθίδρυση αντιπροσωπειών διπλωματικών σε έκαστη χώρα και νομίζω ότι το επόμενο βήμα, που είναι και το πιο σημαντικό, είναι αφενός αυτό της εφαρμογής της ίδιας της Συμφωνίας αφετέρου -και κυρίως- το να βρούμε τον τρόπο ώστε αυτή η Συμφωνία να λειτουργήσει επ’ αμοιβαία ωφέλεια για τις δύο χώρες», τονίζει ο διευθυντής ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (ΙΔΙΣ) Κωνσταντίνος Φίλης, μιλώντας στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για την επόμενη μέρα μετά την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών.

«Στην πραγματικότητα, επιλύοντας μία διαφορά, η οποία χρονίζει εδώ και τουλάχιστον 27 χρόνια, τουλάχιστον από την ίδρυση του γειτονικού κράτους και μετά, να δώσουμε έναν άλλον αέρα στις διμερείς σχέσεις», σημειώνει ο κ. Φίλης, υπογραμμίζοντας τη σημασία που έχει αυτή η πτυχή λόγω του υφέρποντα ανθελληνισμού στο εσωτερικό της γείτονος, που καλλιεργήθηκε την εποχή της κυριαρχίας Γκρούεφσκι, ο οποίος «χρέωνε στην Ελλάδα όλα τα δεινά που συνέβαιναν στη χώρα του».

«Αυτός ο ανθελληνισμός συν τω χρόνω θα μπορούσε να μετριαστεί και μετριάζοντάς τον, δημιουργούνται άλλες δυνατότητες και για τη δική μας επιρροή στη γειτονική χώρα και για την ανάσχεση της μεγάλης επιρροής τρίτων χωρών, όπως είναι η Τουρκία ή όπως είναι η Ρωσία», σημειώνει ο κ. Φίλης.

Αναφορικά, δε, με το πώς θα προχωρήσει η διαδικασία της αλλαγής ονόματος στη διεθνή κοινότητα, επισημαίνει: «Εφόσον τεθεί σε ισχύ η συνταγματική τροποποίηση, η οποία περιλαμβάνει και την αλλαγή του ονόματος “erga omnes” και εφόσον τα δύο μέρη θα ενημερώσουν τον ΟΗΕ, από εκείνη τη στιγμή τα κράτη τα οποία έχουν αναγνωρίσει σήμερα τη FYROM ως Δημοκρατία της Μακεδονίας, θα πρέπει να την αναγνωρίσουν ως Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας. Ήδη το Ισραήλ προέβη σε μια έμμεση διόρθωση του ονόματος των γειτόνων από Μακεδονία σε Βόρεια Μακεδονία αλλά τύποις αυτό θα γίνει από τη στιγμή που η γειτονική χώρα ζητήσει στον ΟΗΕ την αλλαγή της συνταγματικής της ονομασίας».

Κληθείς να εκτιμήσει αν η ψήφιση της συμφωνίας μπορεί να συμβάλει στην περαιτέρω σταθεροποίηση των Βαλκανίων, ο κ. Φίλης, αφού επισημαίνει πως η κατάσταση, σήμερα, στα Βαλκάνια διακρίνεται από «κακή διακυβέρνηση» και είναι ρευστή και ασταθής, σημειώνει πως «οποιαδήποτε συμφωνία έρχεται να διευθετήσει μία χρονίζουσα διαφορά, ασφαλώς δίνει ένα πλαίσιο και κυρίως δίνει μια άλλη δυναμική».

«Δεν είμαι βέβαιος ότι αυτή η δυναμική θα αξιοποιηθεί επί παραδείγματι στη διαφορά μεταξύ Κοσόβου – Σερβίας ή οποιεσδήποτε άλλες από τις διαφορές που υφίστανται, αλλά σε κάθε περίπτωση μία τέτοια λύση δίνει τον τόνο, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και ως ένα μοντέλο διευθέτησης».

Σημειώνει, δε, ότι είναι ένας συμβιβασμός, «ο οποίος είναι ισορροπημένος και γι’ αυτό έχουμε και τις έντονες αντιδράσεις και στη μία και στην άλλη πλευρά, δεν είναι δηλαδή 99-1 υπέρ του ισχυρού» και προσθέτει πως «η διάθεση και η αποφασιστικότητα των δύο κυβερνήσεων να βρουν έναν κοινό παρανομαστή παρά τις δεδομένες διαφορές τους και να κάνουν τις αναγκαίες παραχωρήσεις, αυτή η διάσταση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τον διεθνή παράγοντα ως υπόδειγμα για την επίλυση άλλων διαφορών, που αυτή τη στιγμή αφορούν τα Δυτικά Βαλκάνια».

Σε ό,τι αφορά το πώς η συμφωνία μπορεί να αλλάξει το οικονομικό τοπίο στην περιοχή, ο κ. Φίλης αναφέρει -μεταξύ άλλων- ότι «από στρατηγική οικονομική παρουσία αυτή τη στιγμή εμείς απέχουμε (στη γειτονική χώρα), δεν βρισκόμαστε μέσα σε κανέναν κλάδο της οικονομίας που να μπορεί να μας δίνει ένα λόγο αλλά και ρόλο στα τεκταινόμενα» και αυτό, όπως σημειώνει, «είναι κάτι το οποίο πρέπει να διορθώσουμε» με πολλή δουλειά.

Στο πλαίσιο αυτό θεωρεί λογική την ίδρυση, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, μέσα στα επόμενα χρόνια, μιας Γραμματείας Βαλκανικών Υποθέσεων αντί του υπουργείου Μακεδονίας – Θράκης, που θα μπορούσε να έχει «απευθείας αναφορά στον εκάστοτε πρωθυπουργό, θα ασχολείτο ακριβώς με αυτό το θέμα της οικονομικής, πολιτιστικής, εκπαιδευτικής παρουσίας της Ελλάδας και θα είχε ως στόχο να ενδυναμώσει την χώρα μας στην ευρύτερη περιοχή συνολικά».



Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης : 
Η Ελλάδα δεν κερδίζει τίποτε από τη Συμφωνία των Πρεσπών, οφέλη υπάρχουν για τα Σκόπια, τους δυτικούς και το ΝΑΤΟ

Τα Σκόπια αποκτούν μια «διεθνή νομιμοποίηση» στο παγκόσμιο σύστημα κρατών, που «παρέχεται από την Ελλάδα», η οποία όμως «δεν κερδίζει τίποτε» από την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, αναφέρει σε συνέντευξη του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ομότιμος καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης. Ο κ. Γιαλλουρίδης εκτιμά ότι η Συμφωνία έχει οφέλη για τα Σκόπια, τους δυτικούς και το ΝΑΤΟ, αλλά όχι για τη χώρα μας και αμφισβητεί και την δυνητικά θετική επίδραση της στην οικονομική ανάπτυξη περιοχής.

“Για τα Σκόπια σημαίνει μια διεθνή νομιμοποίηση, που παρέχεται από την Ελλάδα, που είναι πολύ σημαντική για τη σταθερότητα της χώρας αυτής, την ευρωπαϊκή προοπτική της και την οικονομική ανάπτυξη της. Η Ελλάδα δεν κερδίζει τίποτε, γιατί ούτως ή άλλως είχαμε μια καλή σχέση με τα Σκόπια, πάντοτε, από τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου. Η Ελλάδα δεν είχε προβλήματα. Δεν ήταν αναγκαία η Συμφωνία των Πρεσπών για να κερδίσουμε την επικοινωνία και την οικονομική μας παρουσία στα Σκόπια, αυτή υπήρχε πάντοτε” τονίζει ο κ. Γιαλλουρίδης.

Σε ότι αφορά τη νέα ονομασία της γειτονικής χώρας, όπως προβλέπεται από τη Συμφωνία των Πρεσπών, ο κ. Γιαλλουρίδης επισημαίνει ότι “αναγκαστικά” θα χρησιμοποιείται στις διεθνείς επίσημες συναντήσεις, αλλά όχι και στην καθημερινότητα, στην επικοινωνία, στις επαφές.

«Στο “ταμπελάκι” στις διεθνείς συναντήσεις θα λέγεται Βόρεια Μακεδονία. Στη γλώσσα, τη διεθνοπολιτική, δηλαδή, στην επαφή, στην παρουσία στα διεθνή media θα είναι “ μακεδόνες”, με ελληνική υπογραφή πλέον. Υπήρξε, μέσα από τη Συμφωνία, εκχώρηση γλώσσας και ιθαγένειας” υποστηρίζει ο κ. Γιαλλουρίδης και προσθέτει : “Σε επίπεδο αντιπροσωπειών θα υπάρχει το ταμπελάκι, όπου θα λέγεται Βόρεια Μακεδονία, αναγκαστικά, δηλαδή, στις διεθνείς συναντήσεις, τις επίσημες. Αλλά στην πολιτική χρήση του όρου, που είναι πολύ πιο συχνή, στα ραδιόφωνα, στις τηλεοράσεις, στα ΜΜΕ, παντού θα είναι “ Μακεδονία”. Θα είναι μια παρουσία ταυτότητας “ μακεδονικής” διεθνώς. Τα κράτη είναι φορείς ταυτοτήτων».

Ο γνωστός διεθνολόγος αμφισβητεί επίσης την άποψη ότι η ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, διά της εισόδου της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ, θα συμβάλλει στην περαιτέρω σταθεροποίηση των Βαλκανίων. «Δεν υπάρχουν προβλήματα στην περιοχή μας, τα οποία να επιλύσει ή να διορθώσει το ΝΑΤΟ. Τα Σκόπια δεν είχαν δημιουργήσει ποτέ προβλήματα με την Ελλάδα, ούτε και υπήρχε περίπτωση στο μέλλον. Τα προβλήματα με την Αλβανία δεν είναι αυτής της φύσης που να αντιμετωπίσει το ΝΑΤΟ. Η Σερβία είναι φιλική χώρα προς την Ελλάδα…. Εμείς, αντίθετα, διασαλεύουμε τις σχέσεις μας με τη Ρωσία – δεν είναι εχθρικές – αλλά δεν είναι αυτές που θα μπορούσε να είναι. Οι σχέσεις μας με τη Ρωσία ήταν διαχρονικά καλές».

Σε ερώτηση εάν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτή η Συμφωνία ως πρότυπο επίλυσης διαφορών μεταξύ άλλων χωρών, ο κ. Γιαλλουρίδης απαντά αρνητικά. «Τα κράτη, όταν διαπραγματεύονται, διαπραγματεύονται για αμοιβαίο όφελος. Δεν διαπραγματεύονται για να δώσει το ένα στο άλλο, χωρίς να πάρει τίποτε. Διότι αμοιβαίο όφελος σε αυτή την περίπτωση δεν υπάρχει. Υπάρχει όφελος των Σκοπίων, υπάρχει όφελος των Δυτικών, υπάρχει όφελος του ΝΑΤΟ, δεν υπάρχει όφελος της Ελλάδας. Είναι παράδειγμα προς αποφυγή» υποστηρίζει.

Σε ό,τι αφορά το οικονομικό τοπίο στην ευρύτερη περιοχή μετά την υπερψήφιση της Συμφωνίας, ο κ. Γιαλλουρίδης ισχυρίζεται ότι η επίδραση της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι αδιάφορη, τουλάχιστον για τα οικονομικά συμφέροντα της χώρας μας.

«Η Ελλάδα είχε και έχει οικονομική παρουσία στο χώρο των Βαλκανίων, δεν επηρεάζεται αυτό από τη Συμφωνία ή τη μη Συμφωνία. Οι Έλληνες επιχειρηματίες ήσαν και είναι παρόντες, δεν υπήρχαν αρνητικά αντανακλαστικά, υπήρχαν και υπάρχουν συναλλαγές και καλές σχέσεις».

Από Militaire News - 27/01/2019  

https://www.militaire.gr/symfonia-prespon-i-epomeni-mera-opos-tin-vlepoyn-5-ellines-diethnologoi/?fbclid=IwAR3BH4oxlMyK6FXJAqPPvcq0Nlx4akbS1chRNFyuSxXkwp5kFCKl_nzBaQw





     ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ - ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ     

GREECE - FYROM

FYROM

ΕΛΛΑΔΑ - ΒΑΛΚΑΝΙΑ


------------------------------------------
  Οι απόψεις, που δημοσιεύονται στα εκάστοτε- αποκλειστικά χάριν ενημέρωσης και προβληματισμού-αναρτώμενα άρθρα (ή κάθε είδους κείμενα) του ιστολογίου μου, εκφράζουν αποκλειστικά και μόνο τους αρθρογράφους που επώνυμα τις διατυπώνουν.  Τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν αποκλειστικά και μόνο στους δημιουργούς των κειμένων, εικόνων κλπ και των ιστολογίων που αναφέρονται.  

  Οι ''υπογραμμίσεις'' -χρώμα,μέγεθος γραμματοσειράς και οι εικονογραφήσεις-με εικόνες από το World Wide Web-στις αναρτήσεις γίνονται με ευθύνη του blogger. Στο αρχικό  πρωτότυπο κείμενο  παραπέμπεστε μέσω των επισυναπτόμενων ενεργών συνδέσμων. 
----------------------------------------------------------------