Η Άγκυρα είναι διχασμένη ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα.
Δυο μήνες πριν τις αυτοδιοικητικές εκλογές ο Πρόεδρος Ερντογάν, ανίκανος να διευθύνει την τουρκική οικονομία που βρίσκεται στο κατώφλι της κρίσης, προτιμά να ενισχυθεί ο ίδιος με την βοήθεια των στρατιωτικών του επιχειρήσεων κατά των Κούρδων της Συρίας.
Συγκεκριμένα, θέλει να κερδίσει αφενός την υποστήριξη των εθνικιστών ψηφοφόρων με αντικουρδικές πεποιθήσεις, οι οποίοι βρίσκονται ανάμεσα στους οπαδούς όλων των κομμάτων εκτός από το HDP (το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών, κόμμα Κούρδων και αριστερών, που διαθέτει 65 έδρες από τις 600 στη Βουλή, και 4000 στελέχη στη φυλακή εκ των οποίων οι 15 πρώην και νυν βουλευτές). Αφετέρου, ο Ερντογάν ονειρεύεται να ενισχύσει τη θέση του στη διπλωματική σκακιέρα στη Συρία.
Η πτωτική οικονομία είναι η αχίλλειος πτέρνα του Σουλτάνου. Για τον λόγο αυτό δίνει το βάρος στην ασφάλεια (βλέπε στην καταστολή των Κούρδων) προκειμένου να κερδίσει τις εκλογές.
Η ανακοίνωση του Αμερικανού Προέδρου Τράμπ για την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία στα τέλη Δεκεμβρίου, ενθάρρυνε τον Ερντογάν. Πιστεύει ότι μπορεί να «καλύψει το κενό», αν και η ανατολική και βόρεια Συρία διοικούνται από τον Δημοκρατικό Στρατό της Συρίας, ένα κουρδο-αραβικό μέτωπο, που υποστηρίζεται από τη διεθνή συμμαχία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Επιπλέον, η Δαμασκός κι αυτή αξιώνει τα εδάφη της. «Πολύ σύντομα θα ξεκινήσουμε μια επιχείρηση στην Ιεράπολη και θα καθαρίσουμε όλη την περιοχή μέχρι τα συρο-ιρακινά σύνορα», δήλωσε στα τέλη του Δεκέμβρη. Έτσι, θέλει να κατακτήσει τη βόρεια Συρία, όπου ήδη κάποιες περιοχές βρίσκονται υπό τον έλεγχο του τουρκικού στρατού και ομάδων τζιχαντιστών που στηρίζουν τον Ερντογάν.
Η ρητορική του Τούρκου Προέδρου μπορεί να αλλάξει από τη μια μέρα στην άλλη: Επειδή η αντικουρδική πολιτική του βασίζεται στην επικράτηση και στην υπεροχή του σουνιτικού δόγματος, αποδεικνύεται ασυνεπής κάθε φορά που οι δυνάμεις στη Συρία αλλάζουν στάση.
Αυτό συνέβη και μετά τη συνάντηση του Ερντογάν με τον Πούτιν την περασμένη Τετάρτη στη Μόσχα. Ο Ρώσος Πρόεδρος, που είναι ο ισχυρός άντρας της Συρίας καθώς κλήθηκε στην περιοχή από τον Άσαντ, ενημέρωσε τον Ερντογάν ότι ο διάλογος μεταξύ των Κούρδων και της Δαμασκού σημειώνει θετική πρόοδο. Κατόπιν έκανε αναφορά στη Συμφωνία των Αδάνων, που υπεγράφη το 1998 μεταξύ την Άγκυρας και της Δαμασκού, που προέβλεπε συνεργασία των δυο κρατών στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. O Πούτιν επιδιώκει να σπάσει τον πάγο μεταξύ του Ερντογάν και του Άσαντ. Ο τελευταίος παραμένει ο μόνος νόμιμος εκπρόσωπος της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας. Εάν οι Κούρδοι της Συρίας είναι τρομοκράτες με αποσχιστικές τάσεις, δεν είναι ούτε ζήτημα του Πούτιν, ούτε της Άγκυρας αλλά της Δαμασκού να το λύσει, ήθελε να πει ο Ρώσος Πρόεδρος.
Ο Ερντογάν, εκ φύσεως ευέλικτος, άλλαξε αμέσως ρητορική: «Εάν το PYD (Κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης, αποτελούμενο από Κούρδους της Συρίας, και βασικός βραχίονας του Δημοκρατικού Στρατού της Συρίας), δεν παραμένει στην Ιεράπολη, δεν υπάρχει πρόβλημα». Για τον λόγο αυτό, ζήτησε προ δυο εβδομάδων από τον Πρόεδρο Τράμπ, «να αναλάβει τη διοίκηση της Ιεράπολης μετά την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων». Η φράση «να καθαρίσουμε την περιοχή ως τα συρο-ιρακινά σύνορα» δεν ακούστηκε στη Μόσχα.
Απομένει να λυθεί το πρόβλημα της ζώνης ασφαλείας στα τουρκοσυριακά σύνορα. Αυτή η ιδέα ανήκει κατ’ αρχήν στον Πρόεδρο Ερντογάν και προσφάτως υιοθετήθηκε από την Ουάσιγκτον. Ο Ερντογάν δεν έχει χρόνο να χάσει, για αυτό έδωσε μια λεπτομερή περιγραφή αυτής της ζώνης: «Προτείνω να χτίσουμε κτίρια κατοικιών δυο ορόφων με κήπο, έκτασης 500 τ.μ. Η πολεοδομική υπηρεσία μας (TOKİ) μπορεί να τα κατασκευάσει, και θα μπορούσαμε ακόμη και να εγκαταστήσουμε σε αυτά Σύριους πρόσφυγες». Ο Ερντογάν δεν είναι σαν τον Τράμπ, κατασκευαστής ή επιχειρηματίας, όμως δεν παύει να ενεργεί σαν ευεργέτης! Έχει δηλώσει δημοσίως αρκετές φορές ότι «η Τουρκία δεν θα επιτρέψει τη δημιουργία τρομοκρατικής οντότητας (βλέπε κουρδικό κράτος) νότια των συνόρων της».
Όσον αφορά αυτή τη ζώνη, για την οποία κανείς δεν ξέρει λεπτομέρειες, το Δημοκρατικό Συμβούλιο της Συρίας είναι φυσικά αντίθετο, η Ουάσιγκτον κρατά στάση σιωπής, όπως και η Μόσχα και η Τεχεράνη. Κανείς δεν θέλει να δει την Άγκυρα να αντικαθιστά τους 2000 Αμερικανούς στρατιώτες που φεύγουν από την περιοχή - αν και δεν ξέρουμε πότε και πως.
Ο Ερντογάν παίζει ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα. Την ημέρα που συνάντησε τον Πούτιν στην Μόσχα, ο διευθυντής επικοινωνίας του δημοσίευσε ένα άρθρο στα αγγλικά στο ενημερωτικό site Al Monitor, στο οποίο τόλμησε να γράψει ότι «μόνο η Τουρκία μπορεί να προστατεύσει τα αμερικανικά συμφέροντα στη Συρία». Δεν ήταν και εντελώς άστοχο!
Εξάλλου πρέπει να πούμε ότι ο Ερντογάν προσφώνησε τον Πούτιν «φίλε μου», τίτλο που χρησιμοποιεί όταν προσφωνεί και τον Πρόεδρο Τράμπ. Ο Πούτιν, βέβαια, είναι ο ηγέτης με τον οποίο συναντιέται πιο συχνά: 56 επαφές, εκ των οποίων οι 19 από κοντά μέσα στο 2018!
Η σύγχρονη πολιτική ιστορία της Τουρκίας είναι γεμάτη μαθήματα για εκείνους που τα παίρνουν στα σοβαρά: Ο πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές ήθελε να προσεγγίσει την Μόσχα, καθώς δεν μπορούσε να λύσει τα προβλήματά του με την Ουάσιγκτον στις αρχές του 1960. Καθαιρέθηκε με το στρατιωτικό πραξικόπημα της 27ης Μαΐου του ίδιου έτους.
Ομοίως, ο πρωθυπουργός Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ καθαιρέθηκε με το στρατιωτικό πραξικόπημα της 12ης Μαρτίου του 1971, ενώ ήθελε να ενισχύσει τους οικονομικούς δεσμούς με τη Μόσχα.
Οι πραξικοπηματίες στρατιωτικοί το 1971 και το 1980 είχαν αμέσως δηλώσει επισήμως πίστη στο ΝΑΤΟ.
Η πολιτική ευελιξία του Ερντογάν δεν είναι αρκετή μπροστά στους μετρ της διπλωματίας όπως ο Πούτιν ή ο Ρουχανί.
Ραγκίπ Ντουράν*
* Ο δημοσιογράφος Ραγκίπ Ντουράν, με ρεπορτάζ και αναλύσεις,
καταγράφει για το Tvxs.gr, τις εξελίξεις στη Τουρκία.
[Μετάφραση: Νίκος Μίχος]
25/1/2019