Ο «στρατηγός» και η αφωνία ΠΑΣΟΚ για τις μίζες των 12.000.000.000.




Κύριοι, ιδού ο «Στρατηγός» σας.

 Παρότι η υπόθεση Siemens αποτελεί την επιτομή της διαφθοράς στη χώρα, οι μεγαλύτερες διαστάσεις της συσκοτίστηκαν και μόνο κάποιες παράπλευρες υποθέσεις έφτασαν στη δικαιοσύνη, και μάλιστα με εξοργιστική καθυστέρηση.

Πλέον χαρακτηριστική για το πολιτικό σύστημα η υπόθεση της χρηματοδότησης του ΠΑΣΟΚ μέσω του Θόδωρου Τσουκάτου, ο οποίος αποκαλύπτει σημαντικές πτυχές ενός ολόκληρου συστήματος διαφθοράς και διαπλοκής.Όπως όλα τα μεγάλα σκάνδαλα, έτσι και αυτό φτάνει στο ακροατήριο με καθυστέρηση πολλών χρόνων, διάστημα που δίνει την ευκαιρία στους πρωταγωνιστές να φύγουν από το προσκήνιο και στους πολιτικούς οργανισμούς να παραγράψουν την ηθική απαξία. Ακόμη και έτσι, συνεχίζουν να φέρνουν σε δύσκολη θέση το πολιτικό σύστημα που σήμερα ομογενοποιείται επιχειρώντας να διασώσει «κεκτημένα».

Σύμφωνα  με τον κατηγορούμενο: «Το 2000 οι χρηματοδοτήσεις του ΠΑΣΟΚ από εταιρείες έφθασαν τα 16 δισ. δραχμές. Δεν ήταν μόνο η Siemens, ήταν και άλλες εταιρείες. Αυτές οι εταιρείες συνεχίζουν να υπάρχουν και συνεχίζουν να χρηματοδοτούν κόμματα… Οι ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις των κομμάτων ήταν ένα καθεστώς που κανείς δεν ήθελε να το ψάξει ,από κανένα κόμμα. Με έκαναν αποδιοπομπαίο τράγο… Με έστειλαν εδώ ως μαύρο πρόβατο και το ΠΑΣΟΚ σφύριζε κλέφτικα». Κανείς δεν φαίνεται να ταράχτηκε και δεν μπήκε καν στον κόπο να διαψεύσει, πολύ περισσότερο όταν βεβαιώνει ότι οι μίζες ήταν διαδεδομένη και αυτονόητη πρακτική μέχρι και σήμερα! 


Ακόμη πιο εντυπωσιακό ότι η ΝΔ που έχασε τις εκλογές του 2000 για μερικές χιλιάδες ψήφους δεν σχολίασε κάτι. Όπως επίσης ότι για τη «δύσοσμη» περίοδο Σημίτη αποκαλύπτονται σημεία και τέρατα αλλά ο πρώην Πρωθυπουργός  παραμένει στο απυρόβλητο περίπου ως «αδαής» που κυβερνούσε τη χώρα αλλά δεν γνώριζε ότι βαλίτσες πήγαιναν και έρχονταν σε υπουργούς και κόμμα. Και τα παλιά κόμματα εξουσίας, 10 χρόνια μετά τη χρεοκοπία της χώρας ακόμη δεν έχουν σχολιάσει το παραμικρό για το σκάνδαλο αλλά ούτε για τις κατηγορίες Τσουκάτου, ότι ήταν πάγια τακτική οι παράνομες χρηματοδοτήσεις από εταιρείες. Μάλιστα, την επίμαχη περίοδο έπαιρναν και τεράστια ποσά κρατικής χρηματοδότησης αλλά και ιλιγγιώδη δάνεια, με εγγύηση πως θα συνέχιζαν να κυβερνούν τη χώρα. Σήμερα έχουν δεκάδες εκατομμύρια οφειλές. Κομματικά, δανεικά και αγύριστα...  Εκτός των άλλων, το ερώτημα είναι που πήγαιναν αυτά τα αμύθητα ποσά αλλά και πώς συντηρούνται σήμερα οι ίδιοι κομματικοί μηχανισμοί χωρίς αυτά;

Σκίτσο του Π. ΖΕΡΒΟΥ

O Θεόδωρος Τσουκάτος, ο πάλαι ποτέ «στρατηγός» του ΠΑΣΟΚ, στην απολογία του στην δίκη της Siemens, ομολόγησε απλώς τα… ανομολόγητα: Είπε ότι στις εκλογές του 2000 το ΠΑΣΟΚ ξόδεψε συνολικά 16.000.000.000 δραχμές  (περίπου 47.000.000 ευρώ), εκ των οποίων τα 4.000.000.000 προέρχονταν από την κρατική χρηματοδότηση και τα υπόλοιπα 12.000.000.000  από «ανεπίσημες» χρηματοδοτήσεις. Είπε ακόμη ότι από αυτό το ποσό τα 4.000.000.000  δαπανήθηκαν για τα μέσα ενημέρωσης και άλλα 4 έως 6.000.000.000 για μετακίνηση ψηφοφόρων.

«Νοικιάστηκε όποιο αεροπλάνο δεν πετούσε εκείνη την ημέρα στον ουρανό, όποιο πλοίο δεν κινούνταν στη Μεσόγειο και όλα μα όλα τα λεωφορεία της χώρας», είπε χαρακτηριστικά για μια εκλογική αναμέτρηση η οποία, σημειωτέον, κρίθηκε σε μια διαφορά της τάξης περίπου των 100.000 ψήφων. Ο κ. Τσουκάτος είπε επίσης ότι όλα τα κόμματα έχουν «ανεπίσημους» ισολογισμούς, πως «δεν υπάρχει αρχηγός κόμματος που δεν γνώριζε ότι υπάρχουν ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις», και ότι οι οικονομικές καμπάνιες με τα περίφημα «κουπόνια» είναι ο μόνος τρόπος για να ξεπερνιέται η παράνομη πρακτική των χρηματοδοτήσεων από ιδιωτικές εταιρίες.

Εν ολίγοις, ο Θεόδωρος Τσουκάτος είπε πως τα 12.000.000.000  δραχμές της χρηματοδότησης του ΠΑΣΟΚ το 2000 προήλθαν από ιδιωτικές εταιρίες όπως η Siemens. Και κατόπιν όλων αυτών, ο «στρατηγός» της κυβέρνησης Σημίτη, είπε μάλλον ευλόγως «δεν ζητάω συγγνώμη από το κόμμα μου και κυρίως την ηγεσία του. Γιατί υποκριτικά και με ιδιοτέλεια με εξέθεσαν». To ενδιαφέρον εδώ είναι πως, ένα 24ωρο μετά τις δηλώσεις Τσουκάτου, ούτε το κόμμα του – ή τουλάχιστον η μετεξέλιξη αυτού, το ΚΙΝΑΛ – έχει νοιώσει την ανάγκη όχι μόνον να ζητήσει συγνώμη, αλλά ούτε καν να τοποθετηθεί επί των συγκεκριμένων αποκαλύψεων.

Η Φώφη Γεννηματά, πρόεδρος ενός κόμματος που μόνον σε μία εκλογική αναμέτρηση φέρεται να δαπάνησε 12.000.000.000  δρχ προερχόμενα από παράνομες χρηματοδοτήσεις, επισκέπτεται το Βερολίνο και επιλέγει την εκκωφαντική σιωπή. Ο εκπρόσωπος του Κινήματος Αλλαγής Παύλος Χρηστίδης επικαλέστηκε απλώς την «εκκρεμούσα δικαστική διαδικασία» για να δηλώσει… «ουδέν σχόλιο». «Η εκκρεμούσα δικαστική διαδικασία», είπε, «βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο και δεν θα παρέμβουμε. Δεν θα κάνουμε κανένα περαιτέρω σχόλιο». 

Πίσω από την ίδια δικαστική διαδικασία οχυρώθηκε και ο στενός συνεργάτης της Φώφης Γεννηματά και παλαιό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ Χρήστος Πρωτόπαππας. Και αφού είπε ότι η δίκη είναι σε εξέλιξη και δεν μπορεί να τοποθετηθεί επί των αποκαλύψεων Τσουκάτου, πρόσθεσε: «Τα οικονομικά του κόμματος ήταν πρόβλημα το οποίο διορθώθηκε ριζικά και με απόλυτη διαφάνεια. Οι οφειλές προς τις τράπεζες αποπληρώνονται με ρύθμιση και ζούμε πλέον με αυτά που έχουμε».

Ενώπιον αυτής της αφωνίας μάλλον εύλογα ήρθε η επισήμανση του κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου: «Τα δώρα, οι μίζες και οι υπόγειες χρηματοδοτήσεις των κομμάτων του παλιού πολιτικού συστήματος φυσικά προστίθενται στα δυσθεώρητα χρέη τους από τα θαλασσοδάνεια, άνω των 400.000.000 ευρώ, τα οποία ακόμη κανείς τους δεν έχει εξηγήσει πώς και πότε θα ξεπληρώσουν. Αυτές οι πρακτικές του παλιού πολιτικού συστήματος είναι αρκετές για να εξηγήσουν τη δυσθυμία τους στην αρχή της Συνταγματικής Αναθεώρησης, όταν με υπεκφυγές και προφάσεις, μεθόδευαν την υπονόμευση της διαδικασίας με προφανή στόχο να μην αλλάξει το κατάπτυστο άρθρο 86 του Συντάγματος για την ευθύνη των υπουργών».

Εξίσου εύλογη, και εύγλωττη, δείχνει και η ανάρτηση του υπουργού Επικρατείας Χριστόφορου Βερναρδάκη: «Ο πακτωλός δισεκατομμυρίων», έγραψε, «που ξοδεύτηκαν από το ΠΑΣΟΚ σε εκείνη την προεκλογική καμπάνια (12.000.000.000  δραχμές επιπλέον, "4.000.000.000  επισήμως και 12 ανεπισήμως" είπε) αποτελεί τη μεγαλύτερη ίσως ομολογία διαπλοκής που έγινε ποτέ, από έναν άνθρωπο που βρισκόταν στον πυρήνα της εξουσίας. Ο Θ.Τσουκάτος αναγνώρισε ότι οι παράνομες χρηματοδοτήσεις των κομμάτων από πολλές εταιρείες αποτελούσαν κανόνα για τα κόμματα εξουσίας. Αν προσθέσουμε σε αυτές και την υπόθεση των τραπεζικών δανείων τους, με προ-χρηματοδοτήσεις μιας δεκαετίας, έχουμε το πλήρες παζλ του πιο κυνικού συστήματος κλεπτοκρατίας που υπήρξε ιστορικά στην Ελλάδα».

15/2/2019


                 ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ                 





1.
Στο φροντιστήριο της Ζίμενς.

Πόσα μαθήματα μπορεί να αντλήσει κανείς από την απολογία του κ. Θεόδωρου Τσουκάτου για την εμπλοκή του στο σκάνδαλο Ζίμενς; Οσα αντέχει η όρεξή του. Δηλαδή η ιδεολογία του, η σχέση του (τωρινή ή παλαιότερη) με κάποιον κομματικό μηχανισμό, το πόστο του στο αθεράπευτα κομματιζόμενο μιντιακό σύστημα, οι αντιλήψεις του για τις σχέσεις ηθικής και πολιτικής· άλλοι, παλιομοδίτες πιθανόν, θεωρούν αυτονόητο ότι πρέπει να υπάρχουν, ενώ άλλοι, περισσότερο ανοιχτόμυαλοι, κρίνουν αυτονόητο πως είναι αδιανόητο να υπάρχουν, καθότι κάτι τέτοιο θα αποδεικνυόταν αντιπαραγωγικό. Αφήστε που, δίχως ιδιωτικές χορηγίες, τα κόμματα θα αναγκάζονταν να δανείζονται από τις τράπεζες για να τα φέρνουν βόλτα. Και επειδή δεν θα τα κατάφερναν να ανταποκριθούν στα χρέη τους προς την πρώτη τράπεζα, θα έπαιρναν δάνειο και από δεύτερη, και τρίτη. Στο τέλος θα κοκκίνιζαν – όχι από την ντροπή τους, εννοείται. Και θα απαιτούσαν «κούρεμα».

Το πρώτο μάθημα, λοιπόν, είναι ότι οι προς κόμματα επιδοτήσεις από επιχειρηματικούς κολοσσούς, εκτός που είναι προς το συμφέρον όλων μας και το κοινό καλό, αποτελούν το θεμέλιο της ανεξαρτησίας των κομματικών οργανισμών, την ασπίδα τους. Κορόιδα είναι οι Αμερικανοί που τις έχουν θεσμοθετήσει; Μήπως είδε ποτέ κανείς πλανητάρχη εξαρτημένο από πολεμική βιομηχανία, από το γαλαντόμο λόμπι της οπλοκατοχής, από πετρελαιάδες κ.ο.κ.;

Μάθημα δεύτερο, το γνωστό εκείνο «πιστόν φίλον εν κινδύνοις γιγνώσκεις». Μόνος κι έρμος ο κάποτε παντοδύναμος κ. Τσουκάτος, επιμένει ότι τα γερμανικά μάρκα, ένα εκατομμύριο, τίποτε σπουδαίο, πήγαν αμέσως στο κομματικό ταμείο, δεν τα ενθυλάκωσε ο ίδιος. Φωνή βοώντος... Πλην του κ. Κ. Σημίτη, που, ως προϊστάμενος και φίλος, τον στήριξε εξαρχής στην περιπέτειά του και συνεχίζει να συμμερίζεται τα βάσανά του, ουδείς σύντροφός του στέκεται δίπλα του. Ιδιαίτερα όσοι ευεργετήθηκαν από αυτόν, μηρυκάζουν το του Πέτρου: «Ουκ οίδα τον άνθρωπον».

Μάθημα τρίτο. Ο κ. Τσουκάτος, ο κ. Τζοχατζόπουλος, ο κ. Μαντέλης, όποιος βρεθεί με οποιασδήποτε υφής εξουσία στα χέρια του, την ώρα που την ασκεί (και όπως κι αν την ασκεί, τίμια ή με σκάρτη συνείδηση), νιώθει ότι βρήκε επιτέλους το ελιξίριο της αθανασίας. Οτι ο χρόνος πάγωσε πια, με τον ίδιο έναν άτρωτο αξιωματούχο, που δεν θα ξαναβρεθεί στην άλλη όχθη του ποταμού δίχως την πανοπλία της μεθυστικής ισχύος. Για ψευδαίσθηση πρόκειται. Αλλά για ψευδαίσθηση πιο δυνατή και από την ίδια την εξουσία.


 ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ

http://www.kathimerini.gr/1010201/
opinion/epikairothta/politikh/sto-frontisthrio-ths-zimens
15/2/2019


2.
Ομερτά μετά τις μίζες.

Έντεκα χρόνια μετά την αποκάλυψη του εμβάσματος του ενός εκατομμυρίου γερμανικών μάρκων από τα μαύρα ταμεία της Siemens στον άλλοτε ισχυρό άνδρα του ΠΑΣΟΚ και από αυτόν στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ, η απολογία του Θεόδωρου Τσουκάτου ήταν άρκως κατατοπιστική για τις παράνομες χρηματοδοτήσεις στο κόμμα του, αλλά και στη ΝΔ. Ωστόσο από τις αρχικές καταθέσεις όλοι μπορούσαν εύκολα να διαπιστώσουν πως η υπόθεση δεν ήταν μια απλή υπόθεση παθητικής δωροδοκίας, αλλά πως είχε διαπραχθεί το αδίκημα της παράνομης χρηματοδότησης κόμματος.

Τον Κώστα Σημίτη, την προεδρία του οποίου αφορούν οι παράνομες χρηματοδοτήσεις της Siemens μέσω του Τσουκάτου, διαδέχτηκαν τρεις πρόεδροι (Ευ. Βενιζέλος, Φώφη Γεννηματά, Γιώργος Παπανδρέου) ωστόσο, παρά τις ομολογίες του άλλοτε “στρατηγού” Τσουκάτου, κανείς από τους τρεις δεν παραδέχθηκε πως τα χρήματα μπήκαν στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ. Ποινικά το αδίκημα έχει παραγραφεί. Φρόντισαν η παράνομη χρηματοδότηση κόμματος να υπόκειται σε πενταετή παραγραφή. Ακόμα και το αδίκημα του ξεπλύματος έχει πλέον παραγραφεί, όπως σημειώνει η Νέα Σελίδα σε δημοσίευμά της. Ωστόσο το ζήτημα είναι άκρως ηθικό και πολιτικό. Και αυτό δεν διαγράφεται, παρά τη σιωπή που τηρούν οι υπεύθυνοι μετά τις αποκαλύψεις. Πολλά είναι τα ερωτήματα και για τον τρόπο που χειρίστηκε την υπόθεση η Δικαιοσύνη.

Το κατηγορητήριο για τον Θεόδωρο Τσουκάτο συντάχθηκε όταν αποκαλύφθηκε ότι με δύο εμβάσματα (Φεβρουάριος και Μάιος του 1999) ο “στρατηγός” του ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη, πήρε το επίμαχο ποσό από τον ταμία της εταιρείας, ονόματι Ρούντολφ, μέσω Αυστρίας και το ποσό αυτό έφτασε σταδιακά στην Ελλάδα. Κι ενώ το κατηγορητήριο Ζαγοριανού το 2009 έκανε λόγο για συνέργεια σε παθητική δωροδοκία και ξέπλυμα, ότι δηλαδή ο Τσουκάτος, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ και σύμβουλος του Κώστα Σημίτη, έδινε μίζες σε στελέχη του ΟΤΕ και σε άλλα άγνωστα πρόσωπα για να πάρει η Siemens την επίμαχη σύμβαση 8002, τίποτα δεν αποδείκνυε κάτι τέτοιο.

Όπως υπενθυμίζει η Νέα Σελίδα στο δημοσίευμά της, ο ίδιος ο Θ. Τσουκάτος, στην πρώτη απολογία του δέκα χρόνια πριν, είχε καταθέσει πως είχε δεχτεί τον Μιχάλη Χριστοφοράκο (επικεφαλής της Siemens στην Ελλάδα και κεντρικό πρόσωπο του σκανδάλου των μαύρων ταμείων), ο οποίος του “εξέφρασε την επιθυμία να συμβάλει στην ενίσχυση του κόμματος για το συνέδριο και τις ευρωεκλογές, χωρίς να ζητήσει κανένα αντάλλαγμα και να συνδέσει την ενίσχυση με οποιαδήποτε δραστηριότητα της εταιρείας”. Όπως εξήγησε στη συνέχεια, τα ποσά ήρθαν σε φίλους του επιχειρηματίες, καθώς κανένας προεκλογικός αγώνας δεν κόστιζε τα δηλούμενα χρήματα και κανένα επίσημο βιβλίο δεν απεικόνιζε την ακριβή οικονομική κατάσταση του κόμματος. Από τότε ανέφερε πως το ποσό αυτό δεν θα μπορούσε να καταγραφεί επίσημα, αφού θα υπήρχαν ποινικές κυρώσεις και θα μειωνόταν κατά 50% η κρατική επιχορήγηση.

Το παράδοξο είναι ότι από το 2009 ο πρώην επόπτης των οικονομικών του ΠΑΣΟΚ, Σπύρος Αυγερινός, είχε επιβεβαιώσει τα λεγόμενά του δηλώνοντας: “Θυμάμαι ότι ο κ. Τσουκάτος το 1999 έφερε στα ταμεία του κόμματος ποσά αντίστοιχα με αυτά που λέει”. Είχε μάλιστα σημειώσει πως “σε περίοδο συνεδρίων ή σε προεκλογικές περιόδους τα χρήματα έφταναν με μεγαλύτερη συχνότητα και πολλές φορές τα έφερνε ο ίδιος”. Όλα αυτά είχαν κατατεθεί στο πλαίσιο της Προκαταρκτικής και ενώπιον του εισαγγελέα Π. Αθανασίου.

Τα ίδια επανέλαβε ο κ. Τσουκάτος και το 2010 στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Σε εκείνες τις καταθέσεις είχε αναφερθεί και στην παρουσία ενός διαφημιστή κατά τις συναντήσεις που είχε με τον Μιχάλη Χριστοφοράκο. Αργότερα αποκαλύφθηκε πως πρόκειται για τον Παπαπολύζο, το όνομα του οποίου ενεπλάκη στην υπόθεση της Λίστας Λαγκάρντ. Παρότι εμφανίστηκε από τον κατηγορούμενο ως βασικός μάρτυρας τον συναντήσεων, ο Παπαπολύζος δεν εκλήθη να καταθέσει. Ο συνήγορος του Θεόδωρου Τσουκάτου, Διονύσης Γκούσκος, σύμφωνα με τη Νέα Σελίδα, και το 2008, στην αρχική του κατάθεση, είχε ζητήσει από τον εισαγγελέα Π. Αθανασίου να καταθέσει ο Παπαπολύζος. Τελικά ο διαφημιστής κατέθεσε πολύ αργότερα, στη δίκη της Siemens ως μάρτυρας, όπου και παραδέχθηκε πως προσέφερε τις υπηρεσίες του τόσο στη Siemens όσο και στο ΠΑΣΟΚ και το κυριότερο επιβεβαίωσε πως ήταν αυτός που γνώρισε τον Χριστοφοράκο στον Τσουκάτο.

Ο Θεόδωρος Τσουκάτος κατά την τελευταία απολογία του στο Γ Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων ομολόγησε πως το ΠΑΣΟΚ τηρούσε διπλά βιβλία με παράνομες χρηματοδοτήσεις, αποδεικνύοντας επιπλέον πως το κατηγορητήριο της ελληνικής Δικαιοσύνης για το σκάνδαλο της Siemens είναι τουλάχιστον ελλιπές και δεν μπήκε ποτέ στην ουσία της υπόθεσης, που είναι οι ευθύνες των πολιτικών και οι παράνομες χρηματοδοτήσεις των κομμάτων.

Είναι ενδεικτικό πως το ελληνικό βούλευμα έκτασης 2.640 σελίδων δεν αναφέρει πουθενά τις χορηγίες των ελληνικών κομμάτων από τη γερμανική εταιρεία. Ωστόσο από το 2009 έχει εκδοθεί απόφαση του Ειρηνοδικείου του Μονάχου, όπου περιγράφεται λεπτομερώς και με βέβαιο τρόπο πως τα κόμματα ΠΑΣΟΚ και ΝΔ δέχονταν κομματικές πληρωμές σε ποσοστό 2% του τζίρου συγκεκριμένων έργων στη χώρα μας. Όπως σημειώνει η Νέα Σελίδα, αναφέρει επί λέξει πως κατόπιν συμφωνίας τα χρήματα εισπράχτηκαν από τους ταμίες των κομμάτων, από τον Κώστα Γείτονα για το ΠΑΣΟΚ και από τον Γιάννη Βαρθολομαίο για τη ΝΔ. Κατά την απόφαση, ο σκοπός ήταν να ασκήσουν την απαιτούμενη επιρροή στα κόμματά τους για να πάρει η Siemens τα έργα που επεδίωκε στην Ελλάδα.  

https://tvxs.gr/news/ellada/omerta-meta-tis-mizes
17/2/2019